Ολοκαυτώματα: Τους ξέρουμε. Οσα προσωπεία κι αν αλλάξουν

«Όποιος ελέγχει το παρελθόν, ελέγχει το μέλλον. Όποιος ελέγχει το παρόν, ελέγχει το παρελθόν.»  τουΤζωρτζ Όργουελ

Της Βασιλικής Λάζου – HotHistory
 Tο Σάββατο 27 Ιανουάριου 1945 το 322ο τμήμα πεζικού της 60ής στρατιάς του Κόκκινου Στρατού με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Πάβελ Κουρότσκιν εισήλθε ως απελευθερωτής στα στρατόπεδα του Αουσβιτς – Μπιρκενάου.
Οι Σοβιετικοί στρατιώτες βρέθηκαν μπροστά σε εικόνες ανείπωτης φρίκης. Οι εναπομείναντες 7.000 εξαθλιωμένοι κρατούμενοι, ανάμεσα τους 611 παιδιά, σε ακραίες συνθήκες αποστέρησης και πείνας, καθημαγμένοι από σωματικά και ψυχολογικά βασανιστήρια, ακόμη και ιατρικά πειράματα.
Το Ολοκαύτωμα (ή Σοά) του εβραϊκού πληθυσμού της Ευρώπης συνιστά την εμβληματικότερη πράξη κτηνωδίας του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και το μεγαλύτερο μαζικό έγκλημα βιομηχανικής κλίμακας της ιστορίας. Συνολικά 6.000.000 εξοντώθηκαν με «επιστημονικό τρόπο». Το 1.300.000 στο Αουσβιτς. Βρήκαν τον θάνατο από δηλητηριώδη αέρια σε θαλάμους αερίων, απαγχονίστηκαν, πυροβολήθηκαν, έγιναν πειραματόζωα. Χιλιάδες πέθαναν από την κακοποίηση και τον υποσιτισμό. Στη συντριπτική τους πλειονότητα Εβραίοι αλλά και άλλες ομάδες που κρίθηκαν «ανεπιθύμητες» ή «φυλετικά κατώτερες», όπως 200.000 Ρομά, ομοφυλόφιλοι, πολιτικοί αντίπαλοι. Ανάμεσά τους και 70.000 Ελληνοεβραίοι, το σύνολο σχεδόν της εβραϊκής κοινότητας.
Επρόκειτο για μια διαδικασία με βαθιές ιστορικές ρίζες, στηριγμένη ιδεολογικά στον αντι-σημιτισμό, σε θρησκευτικές προκαταλήψεις και διαχρονικά στερεότυπα. Οπως σημειώνει ο ιστορικός Εντσο Τραβέρσο: «…Ο ευγονισμός, οι αποικιακές σφαγές και το μακελειό του A’ Παγκόσμιου Πολέμου είχαν διαμορφώσει προκαταβολικά το κοινωνικό σύμπαν και το νοητικό τοπίο μέσα στο οποίο επινοήθηκε και εφαρμόστηκε η Τελική Λύση.
Δημιούργησαν τις τεχνικές, ιδεολογικές και πολιτισμικές της προϋποθέσεις οικοδομώντας το ανθρωπολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο έγινε εφικτό το Αουσβιτς». Από την υπαγωγή των Εβραίων σε κατάσταση ανθρώπου χωρίς δικαιώματα με τους ρατσιστικούς νόμους της Νυρεμβέργης έως τη δουλική εργασία και την «τελική λύση» η βιομηχανία παραγωγής πτωμάτων υλοποιήθηκε μεθοδικά από τους ναζί. Αρωγοί η πολιτική γραφειοκρατία η γερμανική πολεμική μηχανή αλλά και η συνενοχή, η συναίνεση ή η αδιαφορία ατόμων καθημερινών και συνηθισμένων -ανθρώπων που επωφελήθηκαν από τη λεηλασία των εβραϊκών περιουσιών-, γεγονός που κάνει τα τερατώδη εγκλήματα του ναζισμού ακόμη πιο φρικαλέα και απόκοσμα, όπως παρατηρεί η Χάνα Αρεντ.
Το «εργαστήρι» όπου έγινε δυνατή η σύνθεση όλων αυτών στήθηκε στη ναζιστική Γερμανία Και μόνο οι ναζί μπορούσαν να εκτελέσουν το μεγάλο έγκλημα. Γι’ αυτό θα έχουν απέναντι τους την ανθρωπότητα όσα προσωπεία και αν φορέσουν.
Ολοκαύτωμα και ναζισμός. Καταγωγή, σχεδιασμός και εκτέλεση του αποτρόπαιου
Του Βαγγέλη Τζούκα, Διδάκτορα Κοινωνιολογίας Παντείου – ΗοτHistory

Tο Ολοκαύτωμα (ή Σοά/Shoa) του εβραϊκού πληθυσμού της Ευρώπης κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο συνιστά μια από τις πλέον εμβληματικές πτυχές της μεγαλύτερης πολεμικής σύγκρουσης όλων των εποχών και ένα από τα μεγαλύτερα μαζικά εγκλήματα της ανθρώπινης ιστορίας.
Υπολογίζεται ότι έξι εκατομμύρια Εβραίοι όλων των ηλικιών και των κοινωνικών τάξεων, αμφότερων των φύλων, βρήκαν τραγικό θάνατο υπό συνθήκες αδιανόητης καταδίωξης από το ναζιστικό καθεστώς. Ο τρόπος του θανάτου τους υπήρξε επίσης διαβόητος. Οι περισσότεροι εξοντώθηκαν σε στρατόπεδα που είχαν δημιουργηθεί στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη γι’ αυτόν ειδικά τον σκοπό. Πολλοί άλλοι, ειδικά στις πρώτες φάσεις του πολέμου, εκτελούνταν μαζικά από τους Γερμανούς και τους κατά τόπους συνεργάτες τους, ενώ δεν πρέπει να παραβλέπεται και η περίπτωση των θανάτων από πείνα και στερήσεις στις ειδικά δημιουργούμενες ζώνες (γκέτο).
Η περιθωριοποίηση των Εβραίων και η υπαγωγή τους σε κατάσταση ανθρώπου χωρίς δικαιώματα συνιστούσαν όψεις μιας διαδικασίας που είχε βαθιές ιστορικές ρίζες και στηριζόταν ιδεολογικά στον έντονο αντισημιτισμό που διακατείχε διαχρονικά στρώματα των ευρωπαϊκών λαών και είχε ως επί το πλείστον θρησκευτική προέλευση. Οι προκαταλήψεις λοιπόν και τα στερεότυπα κατά των Εβραίων είχαν σημαντικό παρελθόν στην ευρωπαϊκή ήπειρο και δεν χαρακτήριζαν αποκλειστικά τον -με την ευρεία έννοια- γερμανικό χώρο.
Οι ειδικές συνθήκες όμως που επικρατούσαν στη Γερμανία μετά το τέλος του A’ Παγκόσμιου Πολέμου και τη συνθήκη των Βερσαλλιών ευνοούσαν την άνοδο ακραίων πολιτικών δυνάμεων που είχαν στο κεντρικό τους ιδεολογικό οπλοστάσιο την εκδίωξη των Εβραίων, χωρίς να αποκλείουν και άλλες πολιτικές. Η «τελική λύση», όπως αποκλήθηκε το σχέδιο της ολοκληρωτικής εξόντωσης του εβραϊκού πληθυσμού από το Τρίτο Ράιχ, μπορεί να υιοθετήθηκε στις αρχές του 1942 -μεσούντος δηλαδή του πολέμου-, αλλά η μέχρι τότε αντιμετώπιση των Εβραίων από τους ναζιστές έδειχνε πως αυτή η εξέλιξη ήταν ουσιαστικά αναμενόμενη. Στο σύντομο αυτό σημείωμα θα επιχειρήσουμε να αναλύσουμε όψεις του τρομερού αυτού γεγονότος που, μεταξύ άλλων, οδήγησε και στην εξόντωση του 90% των ελληνικών εβραϊκών κοινοτήτων (με σημείο αναφοράς τους Σεφαραδίτες της Θεσσαλονίκης).
Αναζητώντας ένοχο για το «πισώπλατο χτύπημα»
Οι οικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν στη Γερμανία μετά την παγκόσμια κρίση του 1929 και η σημαντική αύξηση της ανεργίας δημιουργούσαν προϋποθέσεις πολιτικής αποσταθεροποίησης στη χώρα. Η γερμανική κοινωνία της εποχής ήταν ευεπίφορη στην παρουσία του δημαγωγικού λαϊκισμού και του φυλετικού εθνικισμού, ο οποίος αναζητούσε τις αιτίες της παρακμής σε αποδιοπομπαίους τράγους – κυρίως τους Εβραίους. Οι τελευταίοι θεωρούνταν υπεύθυνοι σχεδόν για όλα τα δεινά που αντιμετώπιζε καθημερινά ο γερμανικός λαός αλλά και για την «ηθική μόλυνση» σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ενδεχομένως οι απόψεις αυτές δεν εξέφραζαν την πλειονότητα των Γερμανών πολιτών, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν ήταν περιθωριακές. Ο αντισημιτισμός ήταν, όπως προαναφέραμε, ισχυρός στη χώρα. Ηταν μάλιστα αρκετά διαδεδομένος τόσο στο επίπεδο της θεσμικής διανόησης όσο και στο επίπεδο των μεσαίων και χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων.
Περισσότερο ή λιγότερο περιθωριακές ακροδεξιές ομάδες, που συνδέονταν
με μυστικιστικές, αποκρυφιστικές και νεοπαγανιστικές δοξασίες, προπαγάνδιζαν ανοικτά αντιλήψεις αυτού του τύπου στον ευρύτερο αυστρογερμανικό χώρο ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα. Οι Εβραίοι στοχοποιούνταν επιπλέον και για τη γερμανική ήττα στον Μεγάλο Πόλεμο και θεωρούνταν υπεύθυνοι, μαζί με άλλες κατηγορίες του πληθυσμού (κομμουνιστές, σοσιαλιστές, ειρηνιστές κ.λπ.) για το λεγόμενο «πισώπλατο χτύπημα» στις γερμανικές ένοπλες δυνάμεις. Η εύθραυστη δημοκρατία της Βαϊμάρης, με την παρουσία διακεκριμένων πολιτικών εβραϊκής καταγωγής στους κόλπους της, τροφοδοτούσε την οργή των κύκλων αυτών, που απέδιδαν όλα τα δεινά του γερμανικού λαού στον «εσωτερικό εχθρό».
Η ανάδυση του εθνικοσοσιαλιστικού εργατικού κόμματος (NSDAP) – δηλαδή των ναζί- πραγματοποιήθηκε σταδιακά. Ηγέτης του ήταν ο Αδόλφος Χίτλερ, ένας πρώην δεκανέας του πολέμου, αυστριακής καταγωγής, απόλυτα πεπεισμένος για την «προδοσία» εκ των έσω που κατέληξε στην ήττα του Δεύτερου Ράιχ. Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα στο Μόναχο, τον Νοέμβριο του 1923, ο ίδιος και αρκετά σημαίνοντα στελέχη του κόμματος συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στις φυλακές.
Ο Χίτλερ κλείστηκε προσωρινά στο συγκρότημα του Λάντσμπεργκ, μαζί με τον μετέπειτα αντικαγκελάριο Ρούντολφ Ες. Εκεί είχε την ευκαιρία να συγγράφει -με τη βοήθεια του Ες-τη βίβλο της ναζιστικής κοσμοθεωρίας: το έργο «Ο αγών μου» (Mein Kampf), μια εντελώς πρωτόλεια και κακογραμμένη σύνοψη όλων των στερεοτύπων και των θεωριών συνωμοσίας που συνέδεαν τους Εβραίους με σκοτεινά σχέδια υποταγής των ευρωπαϊκών πληθυσμών, αλλοίωσης του ευρωπαϊκού πολιτισμού και πολιτικοοικονομικής κατάρρευσης.
Στη βάση των αντιλήψεων αυτών βρισκόταν μια ορισμένη μορφή βιολογικού/φυλετικού ρατσισμού που απέδιδε στους Εβραίους τις τελευταίες θέσεις σε μια κλίμακα φυλετικής ιεράρχησης που τόνιζε την υπεροχή του λεγάμενου Αριου ανθρώπου – του Γερμανού/Βορειοευρωπαίου. Κάθε φυλετική επιμειξία μεταξύ Αρίων και Εβραίων θεωρούνταν καταδικαστέα και απορριπτέα, στο πλαίσιο της υπεροχής της «αρχής του αίματος».
Επιπλέον στο βιβλίο αναπαράγονταν και όλες οι θεωρίες συνωμοσίας για τον ρόλο των Εβραίων στην παγκόσμια πολιτική σκηνή και την οικονομία, οι οποίες είχαν συμπυκνωθεί στο διαβόητο πλαστογράφημα της τσαρικής αστυνομίας με τίτλο «Τα πρωτόκολλα των σοφών της Σιών», το οποίο κυκλοφορούσε και στη Γερμανία μετά τον Μεγάλο Πόλεμο. Ετσι οι Εβραίοι θεωρούνταν υπεύθυνοι τόσο για τον ανατρεπτικό κομμουνισμό – μπολσεβικισμό όσο και για τον διαβρωτικό φιλελευθερισμό. Η Γερμανία, η Ευρώπη, ο κόσμος ολόκληρος θα ξανάβρισκαν τον δρόμο τους μόνο αν αντιμετωπιζόταν ριζικά το εβραϊκό ζήτημα. Το πόσο «ριζικά» θα αντιμετωπιζόταν δεν περιγραφόταν με ευκρίνεια, αλλά σε κάθε περίπτωση όλα τα ενδεχόμενα παρέμεναν ανοικτά σε αυτό το κείμενο, που αρχικά αντιμετωπίστηκε με αδιαφορία από το γερμανικό κοινό αλλά οι μετέπειτα εξελίξεις το κατέστησαν εκδοτικό φαινόμενο.
Ενας Γερμανός της Βαλτικής και η Οκτωβριανή
Στο ίδιο πλαίσιο κινούνταν και το βιβλίο του σημαίνοντος ναζιστή Αλφρεντ Ρόζενμπεργκ «Ο μύθος του 20ού αιώνα». Ο Ρόζενμπεργκ, Γερμανός της Βαλτικής, υπήρξε από τους πρώτους συνεργάτες του Χίτλερ. Η διαφυγή του στη Γερμανία μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση υπήρξε καθοριστικής σημασίας για τη διαμόρφωση της κοσμοθεωρίας του. Η σχέση του με τον Χίτλερ είχε πάντως πολλές διακυμάνσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του τελευταίου στο Λάντσμπεργκ ο Ρόζενμπεργκ είχε αναλάβει προσωρινά την ηγεσία του κόμματος. Μετά την άνοδο των ναζί στην εξουσία ανέλαβε σημαντικές θέσεις στην κρατική ιεραρχία. Το 1934 μάλιστα ονομάστηκε «επιτετραμμένος του φίρερ στον έλεγχο της ιδεολογικής διαμόρφωσης του ναζιστικού κινήματος», έχοντας ουσιαστικά την ευθύνη της εξέτασης των λογοτεχνικών έργων που ήταν συναφή προς τη ναζιστική ιδεολογία.
Σε καμία όμως περίπτωση δεν συγκρινόταν η επιρροή του με αυτήν των Χίμλερ, Γκέμπελς, Γκέρινγκ και Μπόρμαν. Ιδιαίτερος και έντονος ανταγωνισμός υπήρχε με τον Γκέμπελς, ο οποίος βέβαια απολάμβανε όλο και περισσότερο την εύνοια του Χίτλερ. Πάντως κατά τη διάρκεια του πολέμου ο Ρόζενμπεργκ ανέλαβε υψηλές θέσεις σχετικές με τη διοίκηση των κατεχόμενων σοβιετικών περιοχών, στις οποίες όμως λόγω της προφανούς οργανωτικής του αδυναμίας δεν κατάφερε να αντεπεξέλθει ικανοποιητικά. Παρ’ όλα αυτά προώθησε έντονα την πολιτική της «τελικής λύσης» του εβραϊκού ζητήματος. Με το τέλος του πολέμου οδηγήθηκε στο δικαστήριο της Νυρεμβέργης, από το οποίο και καταδικάστηκε σε θάνατο, και εκτελέστηκε τον Οκτώβριο του 1946.
Στο έργο του Ρόζενμπεργκ ο νέος μύθος συνδεόταν, μεταξύ άλλων, με τους Γερμανούς νεκρούς του A’ Παγκόσμιου Πολέμου και συνιστούσε την απάντηση στις κοινοβουλευτικές, εξισωτικές και «αντιπνευματικές» παραδόσεις του προηγούμενου αιώνα. Αναφέρει χαρακτηριστικά τα εξής:
«Ο σύγχρονος μύθος είναι ακριβώς τόσο ηρωικός όσο και οι μορφές της γενιάς που ζούσε χίλια χρόνια πριν… Οι δυο εκατομμύρια Γερμανοί που πέθαναν σε όλο τον κόσμο για την ιδέα της Γερμανίας ξαφνικά μας αποκάλυψαν ότι παραμέρισαν ολόκληρο τον 19ο αιώνα. Στις καρδιές των πλέον απλών αγροτών και των πιο ταπεινών εργατών η παλαιό δύναμη, υπό τον έλεγχο του μύθου, της νορδικής φυλετικής ψυχής ήταν το ίδιο ζωντανή όσο ήταν κάποτε ανάμεσα στους Τεύτονες που μετακινήθηκαν πέραν των Αλπεων».
Για πολλοστή φορά λοιπόν χρησιμοποιούνταν οι έννοιες της «άριας φυλής», της συνέχειας του αίματος και της «υποχρέωσης» των Γερμανών να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις που απέρρεαν από αυτήν τη συνέχεια. Από την άποψη αυτή δεν ήταν τυχαίος ο τίτλος του πρώτου κεφαλαίου του βιβλίου: «Φυλή και φυλετική ψυχή».” Η «άρια φυλή» θεωρούνταν ο απόλυτος δημιουργός πολιτισμού, σε μια ιεραρχική θεώρηση του κόσμου πλήρως ανελαστική και εντελώς ανιστορική, στον βαθμό που η κοιτίδα της τοποθετούνταν στη μυθική Ατλαντίδα. Ο Αριος λοιπόν προσλαμβανόταν ως ο κατεξοχήν φορέας του ηλιακού μύθου και ως δυνάμει ανανεωτής του.
Αξίζει πάντως να τονίσουμε στο σημείο αυτό ότι είχε πραγματοποιηθεί την περίοδο αυτή μια αλλαγή των κλασικών δογμάτων της λεγάμενης ινδοευρωπαϊκής υπόθεσης από τον γερμανικό εθνικισμό. Στη γραμμή αυτή ο Ρόζενμπεργκ τοποθετεί το επίκεντρο του υποτιθέμενου άριου πολιτισμού όχι στην Ινδία αλλά στη Γερμανία, γεγονός που σύμφωνα με τον ιστορικό Ζοάν Σαπουτό ενείχε δύο διαστάσεις: την κολακεία μιας εθνικής ταυτότητας μετά την ταπείνωση του 1918 και την τροφοδοσία ενός φαντασιακού προσάρτησης και κατάκτησης (από τη στιγμή που θεωρείται ότι η βόρεια φυλή είναι αυτή που κατ’ ουσία παρήγαγε όλα τα κλασικά δημιουργήματα των πολιτισμών, ακόμη και της Μεσογείου).
Ο 20ός αιώνας και η επιστροφή στην έννοια της φυλής
Σύμφωνα μάλιστα με τον Ρόζενμπεργκ, ο 20ός αιώνας θα χαρακτηριζόταν από την επιστροφή της έννοιας της φυλής και το νέο γερμανικό κράτος θα συνιστούσε τον προμαχώνα αυτής της διαδικασίας. Ο αντισημιτισμός ήταν βέβαια έντονος και στο συγκεκριμένο βιβλίο, δεδομένου του γεγονότος ότι ο συγγραφέας του υπήρξε ενδεχομένως ο σημαντικότερος εισηγητής στη Γερμανία του προαναφερθέντος έργου «Τα πρωτόκολλα των σοφών της Σιών». Η γοητεία που ασκούσε στους ναζιστές την ίδια περίοδο το βιβλίο, μια συνωμοσιολογική επιτομή των πλέον διαδεδομένων στερεοτύπων για την απόπειρα εγκαθίδρυσης της παγκόσμιας εβραϊκής κυριαρχίας, είναι δεδομένη. Η επιρροή βέβαια του συγκεκριμένου έργου ήταν ουσιαστικά παγκόσμια, χωρίς όμως αυτό να αναιρεί τη σημασία του ιδιαίτερου ρόλου που διαδραμάτιζε η υποδοχή ενός τέτοιου εντύπου στον γερμανικό χώρο.
Τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του έργου του Ρόζενμπεργκ έχουν κι αυτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Πρόκειται για την αντιχριστιανική του στάση και την αντίθεσή του στον υλισμό και τον ατομικισμό. Η επίθεσή του στον χριστιανισμό συναρτάται με θεωρίες που είχαν σημαντικό παρελθόν ειδικά στη Γερμανία και οι οποίες συνέδεαν το χριστιανικό δόγμα με τον εβραϊσμό.
Αξίζει βέβαια να αναφερθεί ότι ο Ρόζενμπεργκ, παρά τα περί αντιθέτου λεγάμενα, δεν ήταν υπέρμαχος μιας νεοπαγανιστικού τύπου αναβίωσης της αρχαίας γερμανικής θρησκείας και οι θρησκευτικές του απόψεις παραμένουν σχετικά ασαφείς. Από την άλλη πλευρά, η επίθεση στον υλισμό και τον ατομικισμό, θεωρούμενοι ως κυρίαρχα χαρακτηριστικά των σύγχρονων κοινωνιών, συνδέεται με ένα καθολικής εφαρμογής πρόγραμμα ανατροπής της νεωτερικής κοινωνίας και των αξιών του Διαφωτισμού.
Ολα τα παραπάνω θα συνιστούσαν εκφράσεις ενός ιδιάζοντος «πνεύματος των καιρών», κακογραμμένες και χωρίς συνοχή συμβολές στο ιδεολογικό σύμπαν του φυλετικού ρατσισμού και του αντισημιτισμού, αν δεν παρενέβαινε η άνοδος των ναζί στην εξουσία, η οποία ξεκίνησε τυπικά με τον διορισμό του Χίτλερ ως καγκελάριου από τον πρόεδρο Χίντενμπουργκ (30 Ιανουάριου 1933) και ολοκληρώθηκε σταδιακά το επόμενο έτος, μετά τον θάνατο του τελευταίου.
Τα πρώτα αυτά χρόνια του Τρίτου Ράιχ χαρακτηρίστηκαν από την απόπειρα εκκαθάρισης πολιτικών αντιπάλων (ακόμη και εσωκομματικών, όπως απέδειξε η «νύχτα των μεγάλων μαχαιριών» το 1934 και η εξόντωση των ηγετών των Ταγμάτων Εφόδου), την επιβολή αυστηρής λογοκρισίας, τη διάλυση των υπόλοιπων κομμάτων αλλά και συνδικαλιστικών, εργατικών, φοιτητικών ενώσεων που δεν ανταποκρίνονταν στα κελεύσματα του ναζιστικού κόμματος, την εγκαθίδρυση με άλλα λόγια ενός δικτατορικού μονοκομματικού καθεστώτος που επιδίωκε αναθεώρηση της εξωτερικής πολιτικής της χώρας και μείζονος εμβέλειας κοινωνικό μετασχηματισμό στο εσωτερικό της. Πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραμάτιζε το πρόσωπο του Χίτλερ, κατάλληλα προωθούμενο από τον υπουργό Προπαγάνδας Γιόζεφ Γκέμπελς μέσω όλων των τρόπων που διέθετε τότε η σύγχρονη τεχνική (π.χ. ραδιόφωνο).
Η ίδια αρχή -η πρωτοκαθεδρία του ηγέτη- καθοδηγούσε πλέον ανοικτά και τη γερμανική Δικαιοσύνη και στο πλαίσιο αντικατάστασης του κράτους πρόνοιας της Βαϊμάρης από το «νέο κράτος» ολόκληρες κοινωνικές ομάδες (Εβραίοι, αριστεροί, ομοφυλόφιλοι, ανάπηροι, Ρομά κ.λπ.) άρχισαν σταδιακά να περιθωριοποιούνται και να χάνουν τη νομική προστασία που απολάμβαναν προηγουμένως. Σαφή έκφραση των νέων κατευθύνσεων αποτελούσαν οι νόμοι της Νυρεμβέργης (1935), που επέβαλαν μεταξύ άλλων την απαγόρευση γάμων μεταξύ «Αριών» και Εβραίων, τον αποκλεισμό των τελευταίων από την αγορά εργασίας και τη θέσπιση πολλαπλών διακρίσεων εναντίον τους.
Αντικατάσταση της «εβραιοκρατούμενης» τέχνης και επιστήμης
Ηταν πλέον φανερό ότι οι βαθιές κοινωνικές και πολιτισμικές αλλαγές στο εσωτερικό της γερμανικής κοινωνίας είχαν σαφείς πρακτικές αντανακλάσεις στο πεδίο της καθημερινής ζωής και προς την κατεύθυνση αυτή συνέτεινε και η απόπειρα του καθεστώτος να αντικαταστήσει την «παρηκμασμένη και εβραιοκρατούμενη σύγχρονη τέχνη» με μια «γνήσια άρια». Ούτε όμως ο χώρος των επιστημών έμεινε αλώβητος.
Χαρακτηριστικές ήταν οι θεωρίες του «κοσμικού πάγου» και της «κοίλης γης», οι οποίες, σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές, σαγήνευαν ακόμη και τον ίδιο τον Χίτλερ. Στη βάση της εμμονής αυτής βρισκόταν φυσικά η ιδέα ότι η σύγχρονη επιστήμη είναι «εβραιοκρατούμενη» και ότι έπρεπε να πραγματοποιηθεί αντικατάσταση των σύγχρονων θεωριών από εναλλακτικές «άριες». Στο πλαίσιο αυτό έγινε προσπάθεια να αναδειχθούν θεωρίες που προέρχονταν από μη Εβραίους και μάλιστα από «Αριους», την ίδια (στιγμή που η καταδίωξη και η περιθωριοποίηση των Εβραίων επιστημόνων λάμβαναν έντονη μορφή. Πλέον χαρακτηριστική ήταν βέβαια η περίπτωση του Αϊνστάιν, εμβληματικής μορφής της σύγχρονης φυσικής ήδη από την περίοδο εκείνη.
Μετά τις εντυπωσιακές επιτυχίες του Χίτλερ στο πεδίο της διεθνούς πολιτικής (ενσωμάτωση Αυστρίας, συμφωνία του Μονάχου κ.λπ.) το ναζιστικό καθεστώς έδειξε το πραγματικό του πρόσωπο. Τον Νοέμβριο του 1938 η «νύχτα των κρυστάλλων» εξέπληξε την παγκόσμια κοινή γνώμη, που παρακολουθούσε την κορυφαία μέχρι τότε εκδήλωση της αντισημιτικής βίας με αποτροπιασμό.
Ο Β ’ Παγκόσμιος Πόλεμος, που ξεκίνησε με τη γερμανική επίθεση στην Πολωνία τον Σεπτέμβριο του 1939, υπήρξε η ευκαιρία που ανέμενε το ναζιστικό καθεστώς για την αντιμετώπιση των Εβραίων. Οι εντυπωσιακές πολεμικές επιτυχίες των πρώτων ετών του πολέμου, η κατοχή του μεγαλύτερου μέρους της ηπειρωτικής Ευρώπης και η επίθεση εναντίον της Σοβιετικής Ενωσης (επιχείρηση «Μπαρμπαρόσα») δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις για την εφαρμογή πολιτικών εξόντωσης εναντίον ανθρώπων που θεωρούνταν εντελώς αναλώσιμοι.
Η αντιμετώπιση των Πολωνών Εβραίων ήδη από το φθινόπωρο του 1941 έδειχνε ξεκάθαρα πως οι πολιτικές του ναζισμού στο ζήτημα αυτό δεν είχαν ιστορικό προηγούμενο. Ο «πόλεμος εξολόθρευσης» κατά των Σοβιετικών έδινε την ευκαιρία σε ειδικά σχηματισμένα καταδιωκτικά αποσπάσματα να αφοσιωθούν σε μαζικές δολοφονίες Εβραίων στις κατεχόμενες περιοχές της Ουκρανίας, των Βαλτικών χωρών, της Λευκορωσίας κ.λπ. Η σύνδεση του εβραϊσμού με τον κομμουνισμό, στη λογική του «εβραιομπολσεβικισμού», βοηθούσε τα μέγιστα στην αποτίναξη των οποιωνδήποτε ηθικών διλημμάτων μπορεί να είχαν ακόμη τα εκτελεστικά όργανα του ναζισμού ως προς την αντιμετώπιση αβοήθητων ανθρώπων.
Σταδιακά κατέστη κατανοητό ότι οι μέθοδοι αυτοί δεν επαρκούσαν για την επίτευξη ενός στόχου που γινόταν όλο και πιο ευδιάκριτος. Σύμφωνα με τον Φριντλάντερ: «Εκτός από την εξέλιξη του πολέμου και τον γενικό της αντίκτυπο, οι μείζονες παράγοντες που επηρέαζαν την πορεία της “τελικής λύσης” από τις αρχές του 1942 και εξής ήταν η ανάγκη για φτηνά εργατικά χέρια (δηλαδή Εβραίους σε καταναγκαστική εργασία) στην ολοένα επεκτεινόμενη γερμανική πολεμική οικονομία και το γεγονός ότι οι Εβραίοι αποτελούσαν, στα μάτια των ναζί, “κίνδυνο-θάνατο” για την ασφάλεια της χώρας».
Στη διαβόητη διάσκεψη της Βανζέε (Ιανουάριος 1942) υιοθετήθηκε η λογική της εκτόπισης και της «βιομηχανικής» και με όρους τεχνικής ορθολογικότητας εξόντωσης του συνόλου των Εβραίων της κατεχόμενης Ευρώπης. Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Εντσο Τραβέρσο: «Δεν γνωρίζουμε αν ο Χίτλερ είχε στο μυαλό του τα σφαγεία όταν αποφάσισε την “τελική λύση”, όμως οι αρχιτέκτονες και οι μηχανικοί της εταιρείας Τοπφ της Ερφούρτης, οι οποίοι είχαν σχεδιάσει τη διευθέτηση των κρεματορίων του Αουσβιτς, πρέπει να τα είχαν σκεφτεί».
Αναπόφευκτο όργανο της διαδικασίας αυτής έγιναν τα στρατόπεδα εξόντωσης που δημιουργήθηκαν στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη, κάποια εκ των οποίων συγκροτήθηκαν εξαρχής για τον σκοπό αυτό ενώ κάποια αλλά μετεξελίχθηκαν από τα προγενέστερα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τα οποία είχε ιδρύσει το καθεστώς ήδη από τα πρώτα χρόνια του Τρίτου Ράιχ.
Σοβιετικοί και δυτικοί μπαίνουν στα στρατόπεδα εξόντωσης
Το πλέον εμβληματικό από αυτά ήταν το σύμπλεγμα στρατοπέδων Αουσβιτς – Μπιρκενάου στη νότια Πολωνία. Εκεί βρήκαν τον θάνατο πάμπολλοι Εβραίοι, οι περισσότεροι από τους οποίους εξοντώνονταν με «επιστημονικό τρόπο»: τη χρήση θαλάμων αερίων. Στα στρατόπεδα θανάτου, που σταδιακά άρχισαν να πληθαίνουν, οι κρατούμενοι βίωναν ακραίες συνθήκες αποστέρησης, πείνας, σωματικών και ψυχολογικών βασανιστηρίων, ενώ δεν έλειπαν και περιπτώσεις κατά τις οποίες τα σώματά τους χρησιμοποιούνταν για σαδιστικά πειράματα.
Η εξέλιξη του πολέμου, που έβαινε εις βάρος της Γερμανίας, έκανε επιτακτική την επίσπευση των διαδικασιών από πλευράς ναζιστικού καθεστώτος για τη μεταφορά του συνόλου σχεδόν των εβραϊκών πληθυσμών στα στρατόπεδα αυτά με οποιοδήποτε κόστος – ακόμη δηλαδή και εις βάρος της συνολικής πολεμικής προσπάθειας. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση της Ουγγαρίας, η οποία είχε υιοθετήσει ήδη αντισημιτικές πολιτικές από την περίοδο του μεσοπολέμου. Ο εβραϊκός πληθυσμός της χώρας μεταφέρθηκε σχεδόν καθ’ ολοκληρία στα στρατόπεδα εξόντωσης, με τις πρώτες μεταφορές να ξεκινούν την άνοιξη του 1944.
Οι ενέργειες αυτές συνεχίζονταν μάλιστα παρά την προέλαση του Κόκκινου Στρατού, που εισήλθε πρώτος στο Αουσβιτς στις 27 Ιανουάριου 1945. Οι εικόνες που αντίκρισαν οι Σοβιετικοί στρατιώτες ήταν απίστευτες, παρά το γεγονός ότι είχε ήδη προηγηθεί μαζική εκκένωση του στρατοπέδου – πρακτική που εφαρμόστηκε σε όλη την επικράτεια αυτών των χώρων θανάτου. Σταδιακά οι Σύμμαχοι τόσο στο δυτικό όσο και στο ανατολικό μέτωπο εισέρχονταν σε τόπους όπου είχαν συμβεί αδιανόητες φρικαλεότητες εναντίον ανυπεράσπιστων ανθρώπινων όντων με κριτήριο την εθνοτική τους καταγωγή.
Η τελική κατάληξη αυτής της κολοσσιαίας αναμέτρησης ήταν η ολοκληρωτική συντριβή του Τρίτου Ράιχ και η αυτοκτονία των σημαινόντων στελεχών του, προεξάρχο-ντος του ίδιου του Χίτλερ. Ακόμη όμως και την τελευταία στιγμή η ναζιστική θεώρηση ήταν σαφής
ρισμένα ηγετικά κλιμάκια (συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Χίτλερ, που στην πολιτική του διαθήκη απέδιδε την ευθύνη για τον πόλεμο στον «παγκόσμιο εβραϊσμό»),
Το όλο σκηνικό της απόλυτης καταστροφής της Γερμανίας έπρεπε να συμβαδίζει με ένα βαγκνερικού τύπου «λυκόφως των θεών» και με μια πράξη υπενθύμισης της υποτιθέμενης συνέχειας ανάμεσα στο ναζιστικό καθεστώς και το «ένδοξο όριο» παρελθόν – την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα. Ο μύθος είχε αποκτήσει για τελευταία φορά το προβάδισμα επί της πραγματικότητας, έχοντας προηγουμένως ταυτιστεί με την άσκηση γενοκτονικής βίας πραγματικά κοσμοϊστορικών διαστάσεων.
ΠΗΓΗ
==================
«Όποιος ελέγχει το παρελθόν, ελέγχει το μέλλον. Όποιος ελέγχει το παρόν, ελέγχει το παρελθόν.» (Από το βιβλίο του 1984). Τζωρτζ Όργουελ 

Σχόλια