Ανθρώπινα δικαιώματα και Καθολικισμός - Μία δύσκολη αρχή

Ανθρώπινα δικαιώματα και Καθολικισμός - Μία δύσκολη αρχή, Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος
Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος Στόν δυτικό χριστιανικό κόσμο, παρατηρήθηκε ἀρχικά κάποια ἀντίθεση ἐπισήμων ἐκκλησιαστικῶν κύκλων πρός τή διακήρυξη τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, διότι θεωρήθηκαν προϊόν τῆς οὑμανιστικῆς φιλοσοφίας καί ἀντιθρησκευτικῶν τάσεων. Ἀλλά συγχρόνως πολλοί χριστιανοί μελετητές προσπάθησαν να θεμελιώσουν θεολογικά τά δικαιώματα αὐτά. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Γιά τη χριστιανική ἀνθρωπολογία θεμέλιο παραμένει ἀφενός ὁ στίχος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, «ποιήσωμεν τν νθρωπον κατ εκόνα μετέραν κα καθ μοίωσιν» (Γέν. 1:26) καί ἀφετέρου τό δόγμα τῆς Σαρκώσεως τοῦ θείου Λόγου καί ἡ πρόσληψη τῆς καθόλου ἀνθρώπινης φύσεως ἀπό τόν Χριστό. Ἐδῶ στηρίζονται ἀκράδαντα ἡ ἀντίληψη καί βεβαιότητα γιά τήν ἀξιοπρέπεια τοῦ κάθε ἀνθρώπινου προσώπου.
Ἐντούτοις, ἡ Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία ἐπί ἕνα μεγάλο χρονικό διάστημα ἦταν ἐναντίον τῶν συγκεκριμένων διακηρύξεων περί ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων. Οἱ ἐπαΐοντες θυμοῦνται τήν ἀντίθετη τοποθέτηση πού εἶχαν οἱ πάπες Πίος 6ος, Πίος 9ος, Γρηγόριος 16ος καί ἀκόμη την ἄμεση καταδίκη τῆς “Διακηρύξεως τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ πολίτη τοῦ 1889”:
«γκαθιστον, σάν δικαίωμα το νθρώπου πού ζε στήν κοινωνία, ατή τήν πόλυτη λευθερία, πού χι μόνον ξασφαλίζει τό δικαίωμα νά μήν νησυχε κανείς γιά τίς θρησκευτικές του πόψεις, λλά πού προσέτι παραχωρε τήν δεια νά σκέπτεται, νά λέγει, νά γράφει κι κόμη νά κδίδει τιμωρητί πί θρησκευτικν θεμάτων κείμενα πού περιέχουν ,τι πιό χαλίνωτη φαντασία θά μποροσε νά δημιουργήσει· δικαίωμα τερατδες, πού ν τούτοις Συνέλευση βρίσκει τι εναι πόρροια τς σότητος καί τς λευθερίας πού βρίσκονται στή φύση λων τν νθρώπων… δικαίωμα-χίμαιρα… πού ντιβαίνει στά δικαιώματα το ψίστου Δημιουργο, στόν ποο φείλουμε τήν παρξη καί λα σα κατέχουμε…».
Ἡ Παπική Ἐπιτροπή “Δικαιοσύνη καί Εἰρήνη” τό 1975 ὁμολογεῖ: «Εναι σαφές τι ποδοχή καί διάδοση τν Διακηρύξεων περί δικαιωμάτων το νθρώπου, πως ατά κηρύχθηκαν πό τόν φιλελευθερισμό καί τόν λαϊκισμό, δημιούργησαν δυσκολίες, πιφυλάξεις καί κάποτε ντίσταση πό την πλευρά τν καθολικν».
Ἡ κοπερνίκειος στροφή γιά τή Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία ἔγινε στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ 1960 μέ τήν Ἐγκύκλιο Pacem in Terris τοῦ Πάπα Ἰωάννου 23ου καί τό κείμενο τῆς Β' Βατικανείου Συνόδου, πού ἀναφέρεται στήν Ἐκκλησία καί τόν σύγχρονο κόσμο, τό Gaudium et Spes (1965): «Ὁποιαδήποτε μορφή διακρίσεως εἰς βάρος θεμελιωδῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου, μέ βάση εἴτε τό φύλο, εἴτε τή φυλή, τό χρῶμα τοῦ δέρματος, τήν κοινωνική θέση, τή γλώσσα ἤ τή θρησκεία, πρέπει νά ὑπερνικηθεῖ, νά ἐξουδετερωθεῖ, ὡς ἀντιστρατευόμενη τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ» (29, 2).
«Γιά τόν λόγο ατόν κκλησία, στό νομα το Εαγγελίου πού τς χει δοθε, διακηρύσσει τά νθρώπινα δικαιώματα, ναγνωρίζει καί μεγάλως κτιμ τόν δυναμισμό τς ποχς μας, ποος, παντο, δίνει μιά καινούργια θηση στα δικαιώματα ατά…» (41, 3), τονίζει τό κείμενο. Ὁ Πάπας Ἰωάννης-Παῦλος 2ος ἔχει ὑπογραμμίσει ὅτι «μεταξύ τῶν θεμελιωδῶν ἐλευθεριῶν, τίς ὁποῖες ἔχει χρέος ἡ Ἐκκλησία μέ σταθερή γραμμή να ὑπερασπίζεται, βρίσκεται πολύ φυσικά ἡ θρησκευτική ἐλευθερία. Τό δικαίωμα τῆς θρησκείας εἶναι τόσο στενά συνδεδεμένο μέ τά ἄλλα θεμελιώδη δικαιώματα, ὥστε δικαίως νά ὑποστηρίζεται ὅτι ἡ θρησκευτική ἐλευθερία ἀποτελεῖ κριτήριο γιά τήν τήρηση τῶν ἄλλων θεμελιωδῶν δικαιωμάτων».
Ὅλος σχεδόν ὁ προτεσταντικός κόσμος ὑποστήριξε τίς διακηρύξεις περί δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου. Κατά τήν πρώτη ἱδρυτική Συνέλευση τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, στο ὁποῖο σήμερα μετέχει καί ἡ Ὀρθόδοξος Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας, διαδηλώθηκε ὅτι « θρησκευτική λευθερία εναι συνέπεια το γεγονότος τι νθρωπος δημιουργήθηκε λεύθερος πό τόν Θεό καί συνεπς παραχώρηση τς θρησκευτικς λευθερίας δέν εναι δυνατόν νά ξαρτται πό ποιαδήποτε κυβέρνηση».
Οἱ θέσεις αὐτές, πού ἀναγγέλθηκαν στίς ἀρχές Σεπτεμβρίου 1948, ἐπηρέασαν ἀποφασιστικά τήν τελική διατύπωση τοῦ κειμένου τῆς Οἰκουμενικῆς Διακηρύξεως τῶν Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου τοῦ ΟΗΕ, πού ψηφίσθηκε στίς 10 Δεκεμβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους.
Στή διάρκεια τῶν 45 ἐτῶν τῆς πορείας του ἕως σήμερα τό Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών ἔδειξε ξεχωριστό ἐνδιαφέρον γιά τά ἀνθρώπινα δικαιώματα, δίνοντας ἰδιαίτερη ἔμφαση στό θέμα τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας (Amsterdam 1948, Evanston 1954, New Delhi 1961) καί ὄχι μόνον ὑποστήριξε, ἀλλά καί ἡγήθηκε στόν ἀγώνα γιά τά ἀνθρώπινα δικαιώματα σέ τοπικό, ἐθνικό καί διεθνές ἐπίπεδο. Καί στήν περίπτωση τῆς Ἀλβανίας ἔχει ἐπανειλημμένως λάβει σαφῆ θέση για τήν ὑπεράσπιση τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου.

Σχόλια