Μουσολίνι: «ο Χίτλερ πήρε από τους Έλληνες ακόμα και τα κορδόνια τους»

Μουσολίνι: «ο Χίτλερ πήρε από τους Έλληνες ακόμα και τα κορδόνια τους», Σταύρος Λυγερός
Αυτές τις ημέρες η ελληνική Βουλή αποφάσισε με συντριπτική πλειοψηφία να ενεργοποιήσεις τις διεκδικήσεις από τη Γερμανία για όσα η Ελλάδα υπέστη κατά τη διάρκεια της κατοχής από τους ναζί του Χίτλερ. Το ζήτημα έχει πολλές φορές επανέλθει στο προσκήνιο, αλλά ποτέ η Αθήνα δεν έκανε το αποφασιστικό βήμα. Για την ακρίβεια, οι εκάστοτε κυβερνήσεις χρησιμοποιούσαν τη ρητορική για τις γερμανικές επανορθώσεις είτε ως προεκλογικό όπλο είτε ως μοχλό πίεσης προς το Βερολίνο για να εξασφαλίσουν άλλου τύπου ανταλλάγματα στο πλαίσιο των Μνημονίων. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Ποιες είναι, όμως, οι ελληνικές διεκδικήσεις; Ο επίσημος απολογισμός των καταστροφών που προκάλεσαν οι δυνάμεις του Άξονα στην Κατοχή μιλάει από μόνος του:
  • Οι γερμανικές δυνάμεις κατοχής έκαψαν ολοσχερώς πάνω από 100 πόλεις και χωριά σ’ όλη την Ελλάδα.
  • Εκτέλεσαν 56.225 αθώους πολίτες.
  • Πήραν όμηρους πάνω από 105.000, οι οποίοι κατέληξαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και στα κρεματόρια. Ελάχιστοι εξ αυτών επέζησαν.
  • Προκάλεσαν μεγάλες καταστροφές σε 1.770 χωριά.
  • Πυρπόλησαν πάνω από 400.000 σπίτια.
  • Κατέστρεψαν το 70% των λιμενικών εγκαταστάσεων, το μεγαλύτερο μέρος του οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου και το σύνολο των σιδηροδρομικών γεφυρών και τούνελ.
  • Βύθισαν το 75% του ελληνικού εμπορικού στόλου.
  • Άρπαξαν το 80% των μέσων μεταφοράς και το 51% των δημόσιων και ιδιωτικών επιχειρήσεων.
  • Οι μισές ελληνικές οικογένειες είχαν θύματα.
  • Το 10% του συνολικού πληθυσμού υπέστη αναπηρία.
  • Το 75% των παιδιών προσβλήθηκε από ασθένειες, οι οποίες τα ταλαιπώρησαν και μετά την απελευθέρωση.
  • Οι συνολικές απώλειες, λόγω των εκτελέσεων, της πείνας, των ασθενειών και της υπογεννητικότητας κατά τη διάρκεια της Κατοχής, έχουν υπολογισθεί σε 1.106.000 ανθρώπους, ή στο 13,5% του ελληνικού πληθυσμού. Είναι το υψηλότερο ποσοστό σ’ ολόκληρη την Ευρώπη.
  • Υπολογίζεται ότι από τη λεηλασία μουσείων και αρχαιολογικών χώρων, καθώς και από παράνομες ανασκαφές, οι κατακτητές μετέφεραν στη Γερμανία 8.500 αρχαιολογικούς θησαυρούς. Είναι αξιοσημείωτο πως ενώ το Βερολίνο ζητάει από τη Μόσχα να επιστρέψει τα έργα τέχνης που άρπαξε ο Κόκκινος Στρατός το 1945, αρνείται να συζητήσει την επιστροφή στην Ελλάδα των κλεμμένων αρχαιολογικών θησαυρών.

Οι τρεις ελληνικές διεκδικήσεις

Όλα τα παραπάνω συνθέτουν τη βάση για τη διεκδίκηση δύο ειδών αποζημιώσεων: Το πρώτο είδος αφορά τις αποζημιώσεις που η Αθήνα μπορεί να διεκδικήσει από τη Γερμανία για τις κάθε μορφής καταστροφές που υπέστη το ελληνικό κράτος όχι ως αποτέλεσμα πολεμικών επιχειρήσεων. Το δεύτερο είδος αφορά τις αποζημιώσεις που διεκδικούν οι απόγονοι των θυμάτων από μαζικές σφαγές αμάχων που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο της ναζιστικής τακτικής για αντίποινα. Η τρίτη ελληνική διεκδίκηση είναι η έντοκη αποπληρωμή του αναγκαστικού κατοχικού δανείου.
Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να αναφέρουμε την εισήγηση του Γερμανού πρεσβευτή στην Αθήνα το 1969: «Με την υποστήριξη των Αμερικανών φίλων μας κατορθώσαμε να παραπέμψουμε στις ελληνικές καλένδες τις από τη Συμφωνία του Λονδίνου (1953) προβλεπόμενες τεράστιες επανορθώσεις για κράτη εχθρικά, έως ότου υπογραφεί η ειρηνευτική συμφωνία. Παρηγορήσαμε κατ’ αυτόν τον τρόπο τους αντιπάλους μας στον τελευταίο πόλεμο… Θα ήταν προς το συμφέρον μας να διατηρήσουμε αυτή την ενδιάμεση κατάσταση όσο γίνεται περισσότερο, έτσι ώστε οι αξιώσεις των τότε αντιπάλων μας είτε να αποσυρθούν είτε να παραγραφούν. Με άλλα λόγια: δεν πρέπει να ξυπνήσουμε τους σκύλους που κοιμούνται»!
Αξίζει στο σημείο αυτό να αναφέρουμε αυτό που έγραψε ο Γερμανός δημοσιογράφος Γκέρντ Χέλερ στην εφημερίδα Frankfurter Rundschau το 1995: «Λίγοι λαοί της Ευρώπης υπέφεραν από τη γερμανική κατοχή όσο οι Έλληνες. Οι Έλληνες, όμως, ήταν οι πρώτοι που μετά το τέλος της ναζιστικής βαρβαρότητας έτειναν χείρα φιλίας προς τους Γερμανούς… Δίστομο, Καλάβρυτα, Καισαριανή, όπως και να ονομάζονται οι διάφοροι τόποι, όταν ο Γερμανός πολίτης επισκέπτεται αυτά τα μνημεία της ναζιστικής θηριωδίας αισθάνεται ντροπή μπροστά στη συμφιλιωτική διάθεση των Ελλήνων. Αυτό θα πρέπει να αναλογίζεται όποιος προσπαθεί, χρησιμοποιώντας νομικά προσχήματα, να θεωρήσει το θέμα οριστικά λήξαν».

Η ρηματική διακοίνωση του Ανδρέα Παπανδρέου

Το δημοσίευμα είχε προκληθεί από τη ρηματική διακοίνωση της κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου το 1995 προς το Βερολίνο, με την οποία ενεργοποίησε το ζήτημα των ελληνικών διεκδικήσεων. Από τότε, όμως, το ζήτημα μπήκε στο ράφι. Οι κυβερνήσεις Σημίτη, Κώστα Καραμανλή, Γιώργου Παπανδρέου, Παπαδήμου και Σαμαρά απέφυγαν να δώσουν συνέχεια, παρότι κατά καιρούς έγιναν κάποιες άνευ αντικρίσματος δηλώσεις.
Το επανέφερε στο τραπέζι ο Τσίπρας κατά τη διάρκεια των συνομιλιών του με τη Μέρκελ το 2015. Κι αυτό έχει σημασία, παρότι χρησιμοποίησε βελούδινη διατύπωση, χαρακτηρίζοντας το θέμα «πρωτίστως ηθικό» και αποφεύγοντας να αναφερθεί στην προφανή υλική διάστασή του. Η καγκελάριος Μέρκελ ισχυρίσθηκε ότι το ζήτημα αυτό έχει κλείσει. Αυτή είναι η πάγια επίσημη θέση του Βερολίνου.
Στο πολιτικό επίπεδο, ωστόσο, η γερμανική άρνηση εμφανίζει κάποια μικρά ρήγματα. Δεν είναι πλέον μόνο ο γνωστός μικρός κύκλος Γερμανών διανοουμένων που υποστηρίζει τις ελληνικές διεκδικήσεις. Την ίδια θέση υιοθέτησε και το αριστερό κόμμα Die Linke. Το σημαντικότερο είναι ότι ο κύκλος διευρύνεται. Ακόμα και στελέχη του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος έχουν ζητήσει δημοσίως από την κυβέρνησή τους να αλλάξει στάση.

Το αναγκαστικό δάνειο

  • Από νομικής απόψεως, η ισχυρότερη ελληνική διεκδίκηση είναι η έντοκη αποπληρωμή του αναγκαστικού δανείου. Υπενθυμίζουμε ότι στις 14-3-1942, στην ιταλογερμανική διάσκεψη της Ρώμης, αποφασίσθηκε η Ελλάδα να πληρώνει στη γερμανική και στην ιταλική διοίκηση 1,5 δισ δραχμών το μήνα για τη συντήρηση των στρατευμάτων κατοχής. Σε λίγο το 1,5 δισ αυξήθηκε σε 8 δισ το μήνα και σύντομα καταργήθηκε το όριο. Οι κατοχικές δυνάμεις εισέπρατταν ό,τι ήθελαν, παραβιάζοντας τα προβλεπόμενα από τον Διεθνή Κανονισμό της Χάγης του 1889 και του 1907.
  • Στη διάσκεψη της Ρώμης αποφασίσθηκε επίσης οι δυνάμεις του Άξονα να μπορούν να αντλούν πόρους από την Ελλάδα με τη μορφή αναγκαστικού δανείου για να χρηματοδοτούν τις πολεμικές επιχειρήσεις τους σε άλλα μέτωπα, στη Σοβιετική Ένωση και στην Αφρική. Με την υπογραφή σχετικής σύμβασης το αναγκαστικό δάνειο μετατράπηκε σε συμβατικό. Την ύπαρξη του κατοχικού δανείου (και των άλλων οφειλών) αναγνώρισε ο πληρεξούσιος του Βερολίνου στην Ελλάδα Φον Γκρέβενιτζ με επιστολή του προς τον τότε πρωθυπουργό Ιωάννη Ράλλη τον Οκτώβριο 1944.
  • Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδας, οι καταβολές προς το Γ’ Ράιχ, αφαιρουμένων των εξόδων συντήρησης του γερμανικού στρατού κατοχής, ανέρχονται στο ποσό των 1.530.033.302.528.820 δραχμών. Δεν ήταν, όμως, μόνο αυτό. Πριν το αναγκαστικό δάνειο, οι δυνάμεις κατοχής είχαν κυκλοφορήσει κάλπικα νομίσματα, τα οποία χρησιμοποιούσαν για να εξαναγκάζουν εμπόρους σε αγοραπωλησίες που στην πραγματικότητα ήταν αρπαγή.

Η καταλήστευση της ελληνικής οικονομίας συμπληρώθηκε με πολλές ακόμα αυθαιρεσίες. Κατάσχεσαν την πλειοψηφία των μετοχών δημόσιων και ιδιωτικών επιχειρήσεων, μέσω του κλήρινγκ, άρπαξαν μεταλλεύματα, τρόφιμα και κάθε είδους εμπορεύματα. Ο Μουσολίνι έφθασε να πει ότι «ο Χίτλερ πήρε από τους Έλληνες ακόμα και τα κορδόνια των παπουτσιών τους»! Το αποτέλεσμα της καταλήστευσης ήταν ο αχαλίνωτος πληθωρισμός και η πλήρης κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας. Τον Μάρτιο 1942, όταν κορυφώθηκε ο λιμός μόνο στην Αθήνα πέθαιναν από πείνα πάνω από 400 άτομα την ημέρα.
======================

Με ευρύτατη πλειοψηφία ψηφίστηκε τελικά από την Ολομέλεια η πρόταση του προέδρου της Βουλής «για τη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών». Η εξέλιξη αυτή καθιστά πλέον επίσημο το ελληνικό αίτημα, την ώρα που το Βερολίνο θεωρεί ότι το ζήτημα έχει διευθετηθεί. Η συζήτηση όμως, παρότι όλες οι πτέρυγες αναγνώρισαν ότι πρόκειται για θέμα εθνικού χαρακτήρα, κινήθηκε στα όρια της μικροπολιτικής και εντός του πλαισίου που διαμορφώνουν οι επερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.
Η ψηφοφορία έγινε δι εγέρσεως, ωστόσο δεν ηγέρθησαν άπαντες. Οι βουλευτές του ΚΚΕ επέμειναν στην δική τους πρόταση, ενώ η Χρυσή Αυγή καταψήφισε. Βουλευτής της μάλιστα έθεσε ζήτημα αποζημιώσεων από τον «μυθικό» πλούτο του ΚΚΕ σε Έλληνες πολίτες που υπέστησαν ζημιές και θρήνησαν θύματα κατά την περίοδο 1946-49.
Όπως συμβαίνει πάντα σε τέτοιου είδους συζητήσεις, πολλοί αναζήτησαν την πατρότητα της σημερινής εξέλιξης, η οποία ωστόσο έρχεται αργοπορημένα. Ο Τσίπρας τόνισε ότι δεν κυβερνούσε ο ΣΥΡΙΖΑ από το 1974 έως το 2015, αφήνοντας να εννοηθεί ότι αφού το τελικό στάδιο ολοκλήρωσης της επισημοποίησης του εθνικού αιτήματος γίνεται επί των ημερών του αποτελεί δικό του έργο.

Ο «πόλεμος» της πατρότητας  

Από την πλευρά του ο Μητσοτάκης επισήμανε ότι η ΝΔ κράτησε ανοιχτό το θέμα, υπενθυμίζοντας ότι ήδη από το 1990 είχαν συμφωνήσει στην διεκδίκηση του κατοχικού δανείου  ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και ο Χαρίλαος Φλωράκης. Ο Βενιζέλος αναφέρθηκε στις ρηματικές διακοινώσεις και τα διαβήματα που προηγήθηκαν και επέμεινε στην παρέμβαση υπέρ της Ρώμης που έγινε από την ελληνική κυβέρνηση, τον Ιούλιο του 2011, κατά την διάρκεια της ανοιχτής δίκης στην Χάγη με αντίδικους την Ιταλία και την Γερμανία.
Το όλο ζήτημα είχε ανακινηθεί ωστόσο, όπως υπενθύμισε και ο Αλέξης Τσίπρας, το 1995, από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου με υπουργό Εξωτερικών τον μετέπειτα πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια. Ήταν εκείνη την χρονιά που έγινε και ρηματική διακοίνωση στο Βερολίνο.
Πέραν τούτων, αυτό που κυριάρχησε στην συζήτηση και σχολιάζεται σήμερα και από τον διεθνή τύπο ήταν ο χρόνος κατά τον οποίο η κυβέρνηση έφερε προς ψήφιση το πόρισμα της διακομματικής επιτροπής της Βουλής και την πρόταση του προέδρου του Σώματος για επίσημη απαίτηση των γερμανικών οφειλών.

Μικροκομματικοί χειρισμοί

Η αξιωματική αντιπολίτευση επέκρινε την κυβέρνηση ότι έφερε το θέμα προς ψήφιση σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο και μάλιστα ο ίδιος ο Μητσοτάκης αμφισβήτησε το κυβερνητικό επιχείρημα περί «ουδετέρου χρόνου» διεξαγωγής της ψηφοφορίας. Τόνισε μάλιστα ότι η συζήτηση γίνεται τον Απρίλιο του 2019, ενώ το πόρισμα της Επιτροπής της Βουλής είχε ολοκληρωθεί από το 2016.
Η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός αντέτειναν ότι δεν μπορούσε το αίτημα για διεκδίκηση να τεθεί νωρίτερα, καθώς η χώρα ήταν υπό το καθεστώς μνημονίων, επισημαίνοντας ότι το εθνικό θέμα και η ηθική υπόσταση του δεν θα μπορούσαν να μπουν στις ίδιες διαπραγματεύσεις με το χρέος.
Με δεδομένη πάντως την πίεση των Βρυξελλών και της Γερμανίας η χρεοκοπημένη Ελλάδα δεν είχε και πολλές δυνατότητες να ανοίξει το θέμα νωρίτερα, ιδιαίτερα την ώρα που η επίσημη θέση του Βερολίνου είναι ότι όλα αυτά τα ζητήματα έχουν διευθετηθεί. Από την άλλη το  ουσιαστικό ερώτημα είναι πλέον το τι μπορεί να γίνει από εδώ και πέρα σε ό,τι αφορά την στήριξη των εθνικών αξιώσεων και όχι ο χρόνος ή οι ενδεχόμενες  μικροκομματικές επιδιώξεις κυβέρνησης και αντιπολίτευσης.

Σοβαρή απόφαση

Η απόφαση της Ολομέλειας αναφέρει ότι το ζήτημα των οφειλών προς την Ελλάδα από τον Α΄ και Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι ανοικτό και ότι οι αξιώσεις του Ελληνικού Κράτους και οι οφειλές προς αυτό παραμένουν εκκρεμείς και ενεργές στο σύνολό τους. Υπενθυμίζει επίσης ότι το Ελληνικό Κράτος ουδέποτε και καθ’ οιονδήποτε τρόπο αποποιήθηκε αυτών των αξιώσεων και το κυριότερο ότι δεν τίθεται και δεν μπορεί να τεθεί κανένα ζήτημα παραγραφής τους.
Με το ψήφισμα η κυβέρνηση καλείται να προχωρήσει σε όλες τις ενδεδειγμένες, διπλωματικές και νομικές, ενέργειες για τη διεκδίκηση των οφειλών. Αυτή η διαδικασία ωστόσο δεν είναι εύκολη από την στιγμή που το Βερολίνο αναγνωρίζει μόνον την ηθική υποχρέωση να καταδικάζει το ναζιστικό παρελθόν και δεν μπαίνει στην συζήτηση της ικανοποίησης οικονομικών απαιτήσεων. Από την άλλη η Αθήνα φαίνεται αυτήν την φορά αποφασισμένη να απαιτήσει, ανεξαρτήτως του ποια θα είναι η πρώτη επίσημη γερμανική απάντηση.

Τι μέλλει γενέσθαι

  • Που θα μπορούσε όμως να οδηγήσει μια τέτοια διαμάχη ανάμεσα στην Ελλάδα και την Γερμανία; Ο πρωθυπουργός ανέφερε  ότι η Αθήνα θα κάνει χρήση του ευρωπαϊκού και διεθνούς νομικού πολιτισμού. Ο εκπρόσωπος της Μέρκελ επανέλαβε όμως ότι η θέση της Γερμανίας δεν αλλάζει και ότι το θέμα έχει διευθετηθεί οριστικά, από νομική και πολιτική άποψη. Το Βερολίνο αναφέρεται μάλιστα σε συμφωνία με πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, ήδη από το 1960, αλλά και στην συνθήκη «δύο-συν-τέσσερα» που υπογράφτηκε το 1990 για την επανένωση της Γερμανίας και αναφέρει ότι «δεν προβλέπονται περαιτέρω αποζημιώσεις».
  • Αυτές οι πρώτες τοποθετήσεις των δύο πλευρών δείχνουν όμως ήδη τον δρόμο για την Χάγη. Σε αυτό το συμπέρασμα, ότι η σύγκρουση Αθήνας-Βερολίνου θα μπορούσε να οδηγηθεί στο Διεθνές Δικαστήριο, καταλήγει και η γερμανική εφημερίδα Die Welt σε σημερινή ανάλυσή της για την ψηφοφορία στην ελληνική Βουλή. δεν παραλείπει ωστόσο να σημειώσει ότι «νομικοί και ιστορικοί (!) των δύο χωρών διατυπώνουν διαφορετικές απόψεις για το δικαίωμα των Ελλήνων σε αποζημιώσεις».

 

Σχόλια