Αρθρογράφος της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ
Κάθε ημέρα που περνάει καθίσταται όλο και πιο σαφές ότι ο Ταγίπ Ερντογάν έχει κάνει τις επιλογές του. Σημειώνονται παλινδρομήσεις, άλλοτε η ρητορική είναι συγκρουσιακή, άλλοτε πιο συναινετική, αλλά η κατεύθυνση είναι σαφής: η Τουρκία απομακρύνεται από τη Δύση. Οχι απαραίτητα διότι κάποιοι δεν τη θέλουν, όσο γιατί η ίδια δεν θέλει τη Δύση. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Δικαίως ή αδίκως, ο Ερντογάν προσάπτει σε συγκεκριμένες χώρες την απόπειρα ανατροπής του στο αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου του ’16, και σε συνδυασμό με τη μεγαλομανία που τον διακατέχει, αλλά και τις «προσωπικές του προτιμήσεις», χαράσσει έναν νέο δρόμο για την Τουρκία.
- Κάποιοι στην Ουάσιγκτον, στις Βρυξέλλες και στις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες πρέπει να κατανοήσουν τη νέα πραγματικότητα και να συμπεριφερθούν ανάλογα. Δεν υπάρχει λόγος να εξελιχθεί η Τουρκία σε «εχθρό». Αλλά δεν θα είναι πλέον στενός φίλος και σύμμαχος με την παραδοσιακή έννοια του όρου.
- Πριν από μερικά χρόνια είχα επισκεφθεί τα γραφεία της μεγαλύτερης σε κυκλοφορία εφημερίδας της χώρας, της «Ζαμάν» (την έκλεισε ο Ερντογάν). Μιλούσα με τον διευθυντή της, ο οποίος μου είχε πει ότι ο μόνος ξένος ηγέτης που πραγματικά σέβεται ο Ερντογάν είναι ο Πούτιν, διότι ηγείται μιας πυρηνικής δύναμης, που είναι η συνέχεια μιας αυτοκρατορίας αιώνων, και μιλάει τη γλώσσα της ωμής ισχύος. Κάπως έτσι βλέπει και αυτός τον εαυτό του.
Αυτή είναι η πραγματικότητα. Οποιος δεν τη βλέπει εθελοτυφλεί και απλά καθυστερεί την αναγκαία προετοιμασία για τη διαχείριση της «επόμενης μέρας».
- Σε αυτό το μεταβαλλόμενο σκηνικό η Ελλάδα, για τους δικούς της υπαρξιακούς λόγους, αναζητεί τη νηφαλιότητα και ακολουθεί, διακομματικά, πολιτική καλών σχέσεων με τη γειτονική της χώρα. Στο πλαίσιο αυτό, μετά τη στροφή του ’99, στηρίζει έμπρακτα τις όσο το δυνατόν καλύτερες ευρωτουρκικές σχέσεις.
Σχόλια