Η σταδιακή αποσύνθεση της ΕΕ και το ελληνικό πειραματόζωο

Η σταδιακή αποσύνθεση της ΕΕ και το ελληνικό πειραματόζωο, Σάββας Ρομπόλης-Βασίλης Μπέτσης
Σάββας Ρομπόλης-Βασίλης Μπέτσης Στο πλαίσιο της στρατηγικής επιλογής των πολλαπλών ταχυτήτων στην ΕΕ, περιορίζεται καθοριστικά η πορεία της πολιτικής ένωσης, της ομοσπονδιοποίησης της Ευρώπης και ειδικότερα της ευρωπαϊκοποίησης της κοινωνικής πολιτικής. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αποδυναμώνεται η στρατηγική του ευρωπαϊκού συντονισμού των εθνικών κοινωνικών πολιτικών. Το γεγονός αυτό, στην πορεία του χρόνου, προδιαγράφει την τελευταία φάση της κοινωνικής αποσύνθεσης και της οξύτητας του κοινωνικού ζητήματος κατά την επόμενη δεκαετία στην Ευρώπη. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Κι αυτό γιατί, όπως προκύπτει εκ του αποτελέσματος, οι προϋπολογισμοί των κρατών-μελών αποκλίνουν συνεχώς, μεταξύ των άλλων, από την στήριξη της ανάπτυξης και του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού. Τόσο σε ευρωπαϊκό, όσο και σε εθνικό επίπεδο δημιουργούν πολίτες πρώτης, δεύτερης και τρίτης ταχύτητας, με ό,τι αυτό αρνητικά συνεπάγεται για την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.

Ο ισχνός κοινοτικός προϋπολογισμός που αντιστοιχεί στο 1% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, τα αδύναμα διαρθρωτικά ταμεία, η μαζική φοροαποφυγή των πολυεθνικών επιχειρήσεων, η απαγόρευση ακόμη και της συζήτησης για μεταβιβάσεις πόρων και αμοιβαιοποίησης του χρέους εντός της Ευρωζώνης, επιβεβαιώνουν με τον πιο αντικειμενικό τρόπο την εκτίμηση της περαιτέρω διεύρυνσης των ανισοτήτων και της επιδείνωσης της οξύτητας του κοινωνικού ζητήματος.
Στην πορεία αυτή, οι παρατηρούμενες σήμερα κοινωνικές και περιφερειακές ανισότητες στην ΕΕ θα διευρυνθούν και θα εμβαθυνθούν ακόμη περισσότερο, με αποτέλεσμα τη σταδιακή ενδυνάμωση των τάσεων απόκλισης παρά οικονομικής και κοινωνικής σύγκλισης των κρατών-μελών. Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί ότι με την οικονομική κρίση και ύφεση του 2009, στις χώρες της Ευρωζώνης εφαρμόστηκαν, χωρίς καμία πολιτική νομιμοποίηση, πολιτικές λιτότητας ως ανεπιτυχής επιλογή διάσωσης, σταθεροποίησης και ανάκαμψης των οικονομιών τους. Ουσιαστικά αυτές οι πολιτικές μετέτρεψαν την κρίση από κρίση δανεισμού, σε κρίση χρέους και για την χώρα μας σε αποικία χρέους.

Ο μνημονιακός μετασχηματισμός

Η σε πρώτη ανάγνωση δημοσιονομική αυτή επίπονη για την ελληνική οικονομία και κοινωνία προσαρμογή, μετεξελίχθηκε, κατά τη διάρκεια της τρέχουσας δεκαετίας, σε αποδιαρθρωτικό και ανησυχητικό για το μέλλον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας. Την περίοδο αυτή υλοποιήθηκαν τρία προγράμματα «χρηματοοικονομικής στήριξης» της Τρόϊκα, ως εκπροσώπων των δανειστών, συνολικού ύψους 449 δισ. ευρώ (289 δισ. ευρώ για ρευστότητα και 160 δισ. ευρώ για τις τράπεζες) υπό την προϋπόθεση από την πλευρά της Ελλάδας, της εφαρμογής ενός «προγράμματος διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και δημοσιονομικής προσαρμογής».
Στις συνθήκες αυτές, αξίζει να σημειωθεί ότι ο έλεγχος, μεταξύ των άλλων, των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών του Κρατικού Προϋπολογισμού πραγματοποιείται προς όφελος της αποπληρωμής του κολοσσιαίου (χωρίς κούρεμα) χρέους (180% του ΑΕΠ-360 δις ευρώ) και εξυπηρέτησης του με δανειακούς πόρους από τις διεθνείς αγορές της τάξης των 95 δισ. ευρώ κατά την περίοδο 2019-2029.
Επιπλέον, ακόμη και με την αισιόδοξη πρόβλεψη μίας μέσης ετήσιας αύξησης του ΑΕΠ, κατά την περίοδο 2019-2060 κατά 2%, δεν επαρκεί για την ελληνική οικονομία. Όταν λέμε δεν επαρκεί εννοούμε όχι μόνο να χρηματοδοτήσει ταυτόχρονα τις εσωτερικές και τις εξωτερικές υποχρεώσεις της Ελλάδας αλλά ούτε και να προσεγγίσει στα προ των Μνημονίων επίπεδα νωρίτερα από τα τέλη της δεκαετίας του 2030! Για να γίνονταν όλα αυτά θα χρειαζόταν μια μέση αύξηση του ΑΕΠ, τουλάχιστον 3,5%-4% και όχι ένα καταϊδρωμένο 2%.

Απώλεια 76 δισ για την ελληνική οικονομία

Πρόσφατα δημοσιεύσαμε εργασία, τα αποτελέσματα της οποία μας προκάλεσαν μόνο φόβο. Συγκρίνοντας τα στοιχεία του ΑΕΠ την περίοδο της εφαρμογής των Μνημονίων με εκείνα της περιόδου χωρίς την ύπαρξη Μνημονίων στην Ελλάδα, προέκυψε ότι η ελληνική οικονομία, ακόμη και με την απαισιόδοξη παραδοχή ετήσιας μεταβολής του ΑΕΠ κατά 0,8%, θα χάσει μέχρι το 2060, λόγω των Μνημονίων, παραγόμενο πλούτο σε όρους ΑΕΠ της τάξης των 76 δισ. ευρώ (26,1%)!
Το ίδιο ισχύει και σε όρους δημογραφίας, εργατικού δυναμικού και παραγωγικότητας της εργασίας. Προκύπτει και εκεί δηλαδή ότι η ελληνική οικονομία, λόγω των Μνημονίων, θα χάσει μέχρι το 2060 το 25% του πληθυσμού (2,8 εκατ. άτομα), το 33% του εργατικού δυναμικού (1,5 εκατ. άτομα) και το 33% της παραγωγικότητας ανά ώρα εργασίας.
Οι δυσμενείς αυτές προοπτικές στην χώρα μας, επιβάλλεται να κατανοηθούν εκ των προτέρων ως ανησυχητικές προκλήσεις και όχι ως δεδομένες εξελίξεις. Διαφορετικά, η ελληνική οικονομία θα οδηγηθεί στην εγκαθίδρυση μίας αναιμικής και δανειακής ανάκαμψης, με δυσμενέστερους όρους απ’ αυτούς της περιόδου 1981-2009, κατά την διάρκεια της οποίας ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ ήταν 2%, αλλά με συνεχή δανεισμό και επίπεδο κατανάλωσης δυσανάλογο των παραγωγικών της επιδόσεων.
Στις συνθήκες αυτές, η ελληνική οικονομία θα μετεξελιχθεί σε κοινωνικό-οικονομικό σχηματισμό υψηλού κινδύνου. Αυτό με την έννοια ότι θα επωάζονται οι αιτίες απασφάλισης της επόμενης κρίσης δανεισμού και των δυσμενών συνεπειών της στην παραγωγή, στην απασχόληση, στην εξειδίκευση του εργατικού δυναμικού και στο βιοτικό επίπεδο σημαντικού τμήματος του πληθυσμού. Επίσης, εκτός από τον δημοσιονομικό έλεγχο, ο αναπτυξιακός και επενδυτικός έλεγχος πραγματοποιείται από τις δεσπόζουσες επιχειρήσεις των βασικών κλάδων οικονομικής δραστηριότητας που εγκαθιδρύονται μέσω των ξένων άμεσων επενδύσεων στην χώρα μας.
---------------

Σχόλια