Γιατί είναι αβάσιμα τα 5 επιχειρήματα του Μαξίμου για τις «Πρέσπες»

Γιατί είναι αβάσιμα τα 5 επιχειρήματα του Μαξίμου για τις
Μπορεί η προπαγάνδα του Μαξίμου να έχει πατήσει γκάζι εν όψει της κύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών και υπό τη βαριά σκιά της λαϊκής αντίδρασης, αλλά η πραγματικότητα είναι πεισματάρα για να υποκύψει σε σποτάκια, σε μισές αλήθειες και σε παραποιήσεις γεγονότων. Προφανώς, το Κοινοβούλιο θα κυρώσει τη Συμφωνία, αλλά το μόνο που θα αποδείξει αυτό είναι η διευρυνόμενη διάσταση μεταξύ της πολιτικής εξουσίας και του λαϊκού σώματος, η βούληση του οποίου αποτυπώνεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις και εκφράστηκε στο γιγαντιαίο συλλαλητήριο της 20ης Ιανουαρίου. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Το πρώτο επιχείρημα της κυβέρνησης είναι ότι «Η συμφωνία ανταποκρίνεται απόλυτα στην εθνική γραμμή για σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό για χρήση erga omnes, που διατηρεί η χώρα εδώ και 20 χρόνια». Εθνική γραμμή υπήρξε στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν στη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών υπό τον τότε Πρόεδρο Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Καραμανλή αποφασίσθηκε η γραμμή «ούτε Μακεδονία ούτε παράγωγα». Στη συνέχεια, η απόφαση αυτή παραβιάσθηκε στην πράξη από τις θέσεις που υιοθέτησε η Ελλάδα στις διαπραγματεύσεις με την ΠΓΔΜ.

Μπορούμε πάλι να μιλήσουμε για εθνική γραμμή, χωρίς αυτή να προσλάβει ποτέ θεσμικό χαρακτήρα, το 2008, όταν η Ελλάδα δεν επέτρεψε την ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ. Τότε ουσιαστικά υιοθετήθηκε η θέση «σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό», χωρίς, όμως, να ξεκαθαρίζεται σαφώς εάν θα είναι και για εσωτερική χρήση. Ο όρος erga omnes είχε χρησιμοποιηθεί, αλλά συχνά με πονηρό τρόπο: για όλες τις διεθνείς χρήσεις!
Αναφορικά με την ταυτότητα, χωρίς να έχει γίνει ειδική συζήτηση, υπήρχε σαφής αντίθεση στο να ονομάζονται “Μακεδόνες” και η γλώσσα τους “μακεδονική”. Συμπερασματικά, με την τωρινή συμφωνία ο όρος για χρήση της σύνθετης κρατικής ονομασίας και στο εσωτερικό εκπληρώνεται, αν και με προβληματικό τρόπο. Παραβιάζεται, όμως, η εθνική γραμμή με την αποδοχή του ονόματος “Μακεδόνες” και “μακεδονική” γλώσσα.
Αναμφισβήτητα το erga omnes όσον αφορά την κρατική ονομασία αποτελεί ένα θετικό στοιχείο που δεν υπήρχε στις διαπραγματεύσεις Αθήνας-Σκοπίων πριν το 2008. Το κέρδος αυτό, ωστόσο, δεν προέκυψε από τη διπλωματική ικανότητα των Τσίπρα και Κοτζιά. Προέκυψε, επειδή η ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και μελλοντικά στην ΕΕ προϋποθέτει συμφωνία με την Ελλάδα. Η κυβέρνηση Ζάεφ δεν είχε το περιθώριο να αγνοήσει τις δυτικές πιέσεις. Είναι ακριβώς γι’ αυτό που το erga omnes μπορούσε να κερδηθεί, χωρίς να αποδεχθούμε τα ονόματα “Μακεδόνες” και “μακεδονική” γλώσσα.

Εκτός αυτού υπάρχει και ένα ζήτημα με την εφαρμογή του erga omnes. Η συμφωνία προβλέπει πως η αλλαγή των εγγράφων συνδέεται με την πρόοδο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, η οποία, όμως, δεν εξαρτάται από την Ελλάδα. Δηλαδή, εάν για διάφορους λόγους οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις δεν προχωρήσουν, η Βόρεια Μακεδονία θα έχει ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, αλλά η αλλαγή των εγγράφων δεν θα ολοκληρωθεί.

«Τέλος στον αλυτρωτισμό»

Το δεύτερο επιχείρημα της κυβέρνησης είναι ότι «το όνομα Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας βάζει τέλος στον αλυτρωτισμό που ενείχε η ονομασία Δημοκρατία της Μακεδονίας, το οποίο αποτελούσε τη συνταγματική ονομασία της γείτονος και με το οποίο είχε ήδη αναγνωριστεί από περισσότερα από 140 κράτη σε διμερές επίπεδο, μεταξύ των οποίων τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και την Κίνα».
Ο αλυτρωτισμός θα ακυρωνόταν σε πολύ μεγάλο βαθμό εάν ταυτοχρόνως με το κρατικό όνομα Βόρεια Μακεδονία για όλες τις χρήσεις, η συμφωνία προέβλεπε ότι οι πολίτες του γειτονικού κράτους θα ονομάζονταν Βορειομακεδόνες και η γλώσσα της πλειονοτικής εθνότητας σλαβομακεδονική. Όταν η Ελλάδα αποδέχεται το όνομα “Μακεδόνες” και “μακεδονική” αντί να ακυρώνει επικυρώνει τον φαντασιακό αλυτρωτισμό των Σλαβομακεδόνων.
Η “μακεδονική” ταυτότητα είναι όχημα του φαντασιακού αλυτρωτισμού, εξίσου αν όχι περισσότερο από την κρατική ονομασία. Είναι αληθές ότι εκατόν τόσα κράτη είχαν αναγνωρίσει την ΠΓΔΜ σαν “Μακεδονία”. Το κρίσιμο και αποφασιστικής σημασίας, όμως, ήταν πως θα την αναγνωρίσει η Ελλάδα. Εάν δεν ίσχυε αυτό, τα Σκόπια δεν θα διαπραγματεύονταν με την Αθήνα και ούτε, βεβαίως, θα άλλαζαν το κρατικό όνομά τους.

Κοτζιάς και Μαξίμου δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους

Το τρίτο επιχείρημα της κυβέρνησης είναι ότι πέτυχε την απαλοιφή αλυτρωτικών αναφορών από το Σύνταγμα. Πράγματι, στο πλαίσιο της αναθεώρησης άλλαξαν κάποιες αλυτρωτικές αναφορές, αλλά παρέμειναν και στο τροποποιημένο Σύνταγμα αρκετές αναφορές στον “μακεδονικό λαό”, αλλά και στην κρατική ονομασία “Μακεδονία”, παραβιάζοντας το γράμμα και το πνεύμα της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Ο Κοτζιάς όχι μόνο αποδέχθηκε και νομιμοποίησε τη “μακεδονική” ταυτότητα, αλλά και σ’ αυτό το εθνικά επιζήμιο πλαίσιο δεν έκανε καλά τη δουλειά του. Δεν φρόντισε στη Συμφωνία των Πρεσπών να αναφέρεται συγκεκριμένα ποια εδάφια του Συντάγματος θα άλλαζαν και με ποιες ακριβώς διατυπώσεις θα αντικαθίσταντο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο Ζάεφ να έχει την ευχέρεια να επιβάλει διατυπώσεις που υπονομεύουν και τον εθνικά επιζήμιο συμβιβασμό. Είναι αξιοσημείωτο ότι για θέματα που ενδιέφεραν τα Σκόπια, ο Ντιμιτρόφ φρόντισε να συμπεριληφθούν στη Συμφωνία αναλυτικές αναφορές, ώστε η Αθήνα να μην έχει καμία δυνατότητα ερμηνείας.

Εκτός των ανωτέρω, το κρίσιμο είναι ότι με την αναγνώριση της ψευδεπίγραφης “μακεδονικής” ταυτότητας επικυρώνεται ο Μακεδονισμός. Ο Μακεδονισμός είναι το εθνικό ιδεολόγημα των Σλαβομακεδόνων, η φαντασίωση της “διαμελισμένης μακεδονικής πατρίδας”. Σύμφωνα με αυτό το ιδεολόγημα η Μακεδονία του Αιγαίου είναι υπό ελληνική κατοχή και η Μακεδονία του Πιρίν υπό βουλγαρική. Το τρίτο τμήμα της “μακεδονικής πατρίδας”, η Μακεδονία του Βαρδάρη κατάφερε να απελευθερωθεί και να γίνει ανεξάρτητο κράτος. Να γιατί ο Μακεδονισμός είναι ο πυρήνας του φαντασιακού αλυτρωτισμού.

«Παίρνουμε πίσω την ιστορία μας»

Το τέταρτο επιχείρημα της κυβέρνησης είναι ότι «η συνταγματική αναθεώρηση αποτελεί τεράστια νίκη της Ελλάδας, δεδομένου ότι δεν περιλαμβανόταν στην εθνική γραμμή και ότι ουδέποτε στο παρελθόν έχει συμφωνήσει χώρα σε αλλαγή του Συντάγματός της βάσει διεθνούς συμφωνίας». Πρόκειται για ανακρίβεια. Υπενθυμίζω ότι με την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995, η ΠΓΔΜ υποχρεώθηκε να αλλάξει το Σύνταγμά της και να απαλείψει κάποιες αλυτρωτικές αναφορές. Αναφορικά με την εθνική γραμμή προανέφερα ότι ποτέ δεν διατυπώθηκε αναλυτικά.
Το πέμπτο επιχείρημα της κυβέρνησης είναι ότι «με τη συμφωνία αυτή παίρνουμε πίσω την ιστορία μας, τα σύμβολα και την παράδοσή μας αφού στη συμφωνία η γειτονική χώρα αποδέχεται ρητά τον διαχωρισμό μεταξύ των Ελλήνων Μακεδόνων, του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού τους, τη γλώσσα τους και την περιοχή στην οποία διαβιούν από τη μία, και του λαού της εν λόγω χώρας με τη δική του ιστορία, γλωσσικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά από την άλλη».
Ο ρητός διαχωρισμός είναι αναμφισβήτητα θετικός και ακυρώνει την άκρως ενοχλητική προσπάθεια, ειδικά επί κυβέρνησης Γκρουέφσκι, για σφετερισμό της αρχαίας μακεδονικής κληρονομιάς. Από την άλλη πλευρά, όταν τους χαρίζεις το όνομα “Μακεδόνες” και “μακεδονική” γλώσσα, τους επιτρέπεις να ψαρεύουν στα θολά νερά. Οι απλοί άνθρωποι στις τρίτες χώρες, που δεν διαθέτουν ιδιαίτερη ιστορική παιδεία πιθανότατα θα θεωρήσουν τους σύγχρονους “Μακεδόνες” απόγονους των αρχαίων.
Για να είμαστε δίκαιοι αυτό το πρόβλημα υπάρχει και όλα αυτά τα χρόνια που το γειτονικό κράτος είχε διεθνώς γίνει γνωστό σαν “Μακεδονία”. Εκτός αυτών, πέρα από τον σφετερισμό της αρχαίας μακεδονικής κληρονομιάς, υπάρχει και η σύγχρονη γεωπολιτική πτυχή, η ουσία της οποίας είναι η ακύρωση του ιδεολογήματος περί Μακεδονισμού. Γι’ αυτό το κρίσιμο σε αυριανό άρθρο.
====================



Κι όμως με τις
Κεντρικό θέμα στην κυβερνητική ρητορική σχετικά με τη συμφωνία ΣΥΡΙΖΑ-Ζάεφ (διότι προς το παρόν δεν υπάρχει κυρωμένη συμφωνία Ελλάδας-ΠΓΔΜ), είναι η κυβερνητική άποψη ότι η συμφωνία δεν αναγνωρίζει «μακεδονική εθνότητα», αλλά μακεδονική υπηκοότητα (με μια «γεωγραφική έννοια»), διότι «στο διεθνές δίκαιο δεν υπάρχει ομοφωνία ως προς την έννοια της εθνότητας και δεν χρησιμοποιείται». ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Στο άρθρο αυτό, θα δείξω ότι και τα δυο (απουσία εθνότητας στην ΠΓΔΜ και στο διεθνές δίκαιο) αποτελούν σκόπιμη εφεύρεση μιας «πραγματικότητας», που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα στην ΠΓΔΜ και στον κόσμο. Μπορεί όμως να χρησιμοποιηθεί εσωτερικά στην Ελλάδα σε μια προσπάθεια να πεισθούν οι πολίτες πως και αυτή η «ακίνδυνη» υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν «αναπόφευκτη» για να επιτευχθεί η «καλύτερη δυνατή» συμφωνία.

Πρώτα από όλα, σε κανένα απολύτως σημείο της συμφωνίας δεν αναφέρεται ότι ο όρος μακεδονική υπηκοότητα είναι «γεωγραφικός»: Ο όρος Βόρεια Μακεδονία είναι γεωγραφικός και υποδηλώνει (και) την ύπαρξη μιας γεωγραφικής Μακεδονίας πέρα από τη Βόρεια. Συνεπώς ο όρος Μακεδόνας, είτε θα αναφέρεται σε όλους όσους προέρχονται γεωγραφικά από την όλη Μακεδονία (άρα είναι έμμεση επιβεβαίωση του ότι η ΠΓΔΜ είναι το πολιτικό σημείο αναφοράς όλων όσων ζουν στη Μακεδονία), είτε στη «μακεδονική» υπηκοότητα όπως την ορίζει η ΠΓΔΜ. Που προσδιορίζεται αυτό στη συμφωνία;
Ας υποθέσουμε τώρα ότι ο όρος αναφέρεται στη «μακεδονική» υπηκοότητα και όχι άμεσα στο όλον της Μακεδονίας. «Σβήνει» αυτό τη «μακεδονική» εθνότητα; Της επιτρέπει να υπάρχει ως διεθνώς αναγνωρισμένη οντότητα, ή μήπως την επιβεβαιώνει επιπλέον; Υπάρχει ένα διεθνώς αποδεκτό κείμενο, το οποίο μπορεί να μας βοηθήσει σε αυτό το ζήτημα:
Πρόκειται για τη συμφωνία της Αχρίδας, η οποία διευθετεί τις σχέσεις μεταξύ Σλαβομακεδόνων και Αλβανών και –σε ένα γενικότερο πλαίσιο- μεταξύ των εθνικών ομάδων της χώρας, όπως αυτές αναγνωρίζονται ρητά σε πολλά σημεία του κειμένου. Στο κείμενο αυτό, όπως και στο άρθρο 48 του Συντάγματος της ΠΓΔΜ, αναγνωρίζεται ρητά η ύπαρξη εθνοτήτων μέσα στο «μακεδονικό κράτος», μια από τις οποίες είναι και η «μακεδονική». Το κείμενο της Συμφωνίας της Αχρίδας όμως, είναι σημαντικό και για έναν ακόμη λόγο: Υπογράφεται και από εκπρόσωπο της ΕΕ (και των ΗΠΑ), και αποτελεί μια έμμεση αναγνώριση μακεδονικής εθνότητας και γλώσσας από την ΕΕ (άρα και από την Ελλάδα), από το 2001.

Όπως οι Νοτιοαφρικανοί

Ωστόσο, επειδή η ΕΕ είχε θέσει ως σαφές και διακριτό πλαίσιο για την εισδοχή της ΠΓΔΜ την επίλυση των διαφορών με την Ελλάδα, από τη δεκαετία του ’90, υπάρχει μια δεύτερη γραμμή σκέψης. Αυτή είναι παράλληλη με τη συμφωνία της Αχρίδας, η οποία έθετε το τελικό καθεστώς της σχέσης της ΠΓΔΜ με την ΕΕ στην αποκλειστική τροχιά των διαφορών Ελλάδας-ΠΓΔΜ και της επίλυσής τους. Αυτό το πλαίσιο, το ακυρώνει η συμφωνία των Πρεσπών, η οποία διατηρεί τη μακεδονική υπηκοότητα (και όχι βορειομακεδονική υπηκοότητα) και συγχρόνως επιτρέπει ελεύθερα τη χρήση του όρου μακεδονική εθνότητα και γλώσσα καθώς δεν τα θεωρεί σημαντικά, ώστε να ασχοληθεί μαζί τους.
Το ότι η «μακεδονική» υπηκοότητα ορίζεται ως αυτή του «πολίτη της Βόρειας Μακεδονίας», προσδιορίζει γεωγραφικά το κράτος εφαρμογής της. Όμως, δεν αμφισβητεί πλήρως το ιδεολόγημα του Μακεδονισμού (ο οποίος αναφέρεται σε όλη τη Μακεδονία). Θα μπορούσε να το κάνει, έστω εάν η υπηκοότητα αναφερόταν ως βορειομακεδονική, χωρίς άλλη διευκρίνιση της σλαβομακεδονικής εθνότητας και γλώσσας;
Η απάντηση είναι και πάλι όχι, καθώς είτε η υπηκοότητα είναι «μακεδονική», είτε βορειομακεδονική, η συμφωνία της Αχρίδας και το άρθρο 48 του Συντάγματος της ΠΓΔΜ, ισχύουν για τις εθνότητες, ανεξάρτητα από το όνομα της υπηκοότητας του πολίτη της ΠΓΔΜ. Ωστόσο, η βορειομακεδονική υπηκοότητα, θα μπορούσε να απομακρύνει κάπως τον ξένο παρατηρητή από την αναφορά στο όλον της Μακεδονίας. Όπως ακριβώς υπάρχει μια γεωγραφική διάσταση και όχι μόνο εθνοτική στον όρο «νοτιοαφρικανική» υπηκοότητα, αν και υπάρχει ομάδα λευκών στη Νότιο Αφρική που αυτοαποκαλείται «Αφρικανοί» στα ολλανδικά (Afrikaans), χωρίς αρχαίες αφρικανικές ρίζες.
Αντίθετα, η «μακεδονική» υπηκοότητα, ορίζεται άμεσα από την παντού στην ΠΓΔΜ αποδεκτή ως ορίζουσα τα κάθε είδους διεθνή ονόματα του κράτους «μακεδονική» εθνότητα και από την «μακεδονική» γλώσσα της, καθώς αυτό ρητά α) ορίζεται στη συμφωνία της Αχρίδας, και β) πλέον επικυρώνεται και με τη συμφωνία των Πρεσπών, διότι του επιτρέπεται και να συνεχίζεται και επιπλέον να επισημοποιείται και από ελληνικής πλευράς.

Διεθνής αντίκτυπος

Τι αντίκτυπο όμως έχουν αυτά στο Διεθνές δίκαιο; Σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, καμία: κατά τον κ. Τζανακόπουλο, νομικό στο επάγγελμα και με μεταπτυχιακές σπουδές στο Διεθνές Δίκαιο, δεν γίνεται αναφορά σε εθνότητες, επομένως η συμφωνία με την ΠΓΔΜ δεν μπορούσε να αναφέρεται σε αυτές. Όμως, το Διεθνές Δίκαιο τον διαψεύδει πλήρως, καθώς, μεταξύ άλλων, ένα από τα θεμελιώδη κείμενα του διεθνούς δικαίου, η Συνθήκη για την Αποτροπή και Τιμωρία του Εγκλήματος της Γενοκτονίας, από το 1948, αναφέρει ρητά, στο άρθρο II, την ύπαρξη και προστασία εθνοτήτων και εθνικών ομάδων.
Η Συμφωνία της Αχρίδας και η Συνθήκη για την Αποτροπή και Τιμωρία του Εγκλήματος της Γενοκτονίας είναι γνωστές στους πάντες στο υπουργείο Εξωτερικών. Συνεπώς μάλλον τις γνωρίζει και ο κ. Τζανακόπουλος. Το Διεθνές Δίκαιο είναι προπτυχιακό μάθημα, το βιβλίο του οποίου είναι διαθέσιμο στο κοινό και υπάρχει πληθώρα τρόπων στο Διαδίκτυο για να ανακαλύψει ξανά κάθε πολίτης εάν το Διεθνές Δίκαιο αναφέρεται ή όχι σε εθνότητες.
Είναι ίσως ώρα η κυβέρνηση να εγκαταλείψει την επανάληψη της άποψης περί «μη εθνότητας» στην ΠΓΔΜ, η οποία μόνο την εκθέτει και σύντομα θα είναι ξεκάθαρη στον (και ακόμη πιο εξοργιστική για τον) πληθυσμό της χώρας και ειδικά σε όλη τη βόρεια Ελλάδα. Αντί να ασχολείται με τα φραστικά λάθη του κ. Μητσοτάκη, να προσπαθήσει το ελάχιστο να πάρει μια μεταβατική διεθνή ρύθμιση, για την απόδοση διεθνώς τουλάχιστον ως σλαβομακεδονικής της εθνότητας και της γλώσσας, σε ένα ξεχωριστό «ακαδημαϊκό» πρωτόκολλο που θα ισχύει παγκοσμίως, το ελάχιστο εκτός ΠΓΔΜ.
Και να απομακρυνθεί από την επικίνδυνη και ασύνετη γεωπολιτική «ευκολία» και «ιδεολογία», με την οποία οδηγούμαστε και στη μονιμοποίηση και επαύξηση (με την επαναφορά προσφύγων από τη Γερμανία, κατόπιν παράκλησης της κ. Μέρκελ) των προσφυγικών-μεταναστευτικών θυλάκων στα νησιά του Αιγαίου, δυο μίλια μακριά από την όλο και πιο ισλαμιστική Τουρκία. Αυτό, όμως είναι θέμα για άλλο άρθρο.
===============

18 πρώην πρέσβεις ζητούν να μην ψηφιστεί η Συμφωνία των Πρεσπών - «Βλάπτει τα εθνικά μας συμφέροντα

Αποδομώντας ένα-ένα τα επιχειρήματα της κυβέρνησης, οι πρώην διπλωμάτες προειδοποιούν για ολέθριες συνέπεις και ζητούν να πραγματοποιηθεί δημοψήφισμα επί του κεφαλαιώδους σημασίας εθνικού αυτού θέματος

Τις ολέθριες συνέπειες που θα υπάρξουν για τη χώρα μας εάν ψηφιστεί τελικά η «λεόντεια» και «ετεροβαρής» Συμφωνία των Πρεσπών επισημαίνει σε ανοιχτή επιστολή του προς τα μέλη του Ελληνικού Κοινοβουλίου, ο «Διπλωματικός Κύκλος Συνταξιούχων Πρέσβεων».

Αποδομώντας όλα τα επιχειρήματα της κυβέρνησης περί των υποτιθέμενων οφελών της Συμφωνίας, δεκαοκτώ πρώην πρέσβεις που υπογράφουν την επιστολή υπογραμμίζουν ότι, πέραν της διαστρέβλωσης της ιστορικής αλήθειας που επιχειρείται, θα δημιουργηθούν προβλήματα σε πολλαπλά επίπεδα και θα προκύψουν προστριβές και αποσταθεροποίηση.

Ακολουθεί η επιστολή του «Διπλωματικού Κύκλου Συνταξιούχων Πρέσβεων»

«Αξιότιμοι Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,

Οι κάτωθι υπογράφοντες Πρέσβεις ε.τ. εκφράζουμε την ανησυχία μας και τον έντονο προβληματισμό μας για την υπογραφείσα στις Πρέσπες την 17η Ιουνίου 2018 συμφωνία μεταξύ των Υπουργών Εξωτερικών της Ελλάδος και της Π.Γ.Δ.Μ. παρουσία των Πρωθυπουργών των δύο χωρών.

Η συμφωνία αυτή, όπως πιστεύουμε, αποτελεί πλήρη αποδοχή- και κατά συνέπεια δική μας υποχώρηση- των απαιτήσεων της σκοπιανής πλευράς, η οποία ήδη από της σύστασης του ομόσπονδου κρατιδίου των Σκοπίων μέσα στα πλαίσια της άλλοτε Γιουγκοσλαβίας,αλλά και σήμερα το προκύψαν μετά την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας νέο κρατικό μόρφωμα της Π.Γ.Δ.Μ εξακολουθεί να εκδηλώνει "αλυτρωτικές" τάσεις κατά της χώρας μας, ενώ ταυτόχρονα δεν φαίνεται να έχει εγκαταλείψει την επεκτατική πολιτική του Τίτο περί "Ενοποιήσεως όλου του μακεδονικού χώρου συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής ιστορικής Μακεδονίας".

Φοβούμεθα ότι ούτε η νέα ονομασία που συμφωνήθηκε στις Πρέσπες, ούτε οι τροποποιήσεις των σχετικών με τον "αλυτρωτισμό" διατάξεων του σκοπιανού συντάγματος θα μπορέσουν να ανακόψουν τις επεκτατικές βλέψεις των "πολιτών της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας" και ιδιαίτερα της νέας γενιάς, η οποία γαλουχήθηκε με το όνειρο επέκτασης της χώρας τους στην κατ’ αυτούς "Μακεδονία του Αιγαίου".

Οι πολίτες της χώρας αυτής αρνούνται να δεχθούν την ιστορική αλήθεια, ότι η περιοχή των Σκοπίων ήταν τμήμα της Αρχαίας Δαρδανίας, ως τούτο επιβεβαιώνεται από αδιάσειστα αρχαιολογικά, εθνολογικά, γλωσσικά και άλλα στοιχεία.

Ενδεικτικά παραθέτουμε περικοπή από το έργο (Περιηγηματικόν Πικτάκιον εκδοθέν στο Αμστερνταμ το 1706) του νεοέλληνα διανοητή που διακρίθηκε στον Ευρωπαϊκό χώρο Αναστασίου Μιχαήλ, όπου υπογραμμίζει ότι "με τη Μοισία (σημερινή Σερβία) προσομορούσιν (συνορεύου ) οι Δαρδανικοί Σκούποι (δηλ. τα σημερινά Σκόπια)".

Πέραν όμως της διαστρέβλωσης της ιστορικής αλήθειας, που επιχειρείται με την συμφωνία των Πρεσπών, η τελευταία θα δημιουργήσει σειρά προβλημάτων σε πολλαπλά επίπεδα και θα αποτελέσει αιτία προστριβών και αποσταθεροποίησης.

Διότι αναγνωρίζεται, εντελώς εσφαλμένα, "η μακεδονική γλώσσα" και "ταυτότητα", ήτοι τα κυριότερα συστατικά στοιχεία για την δημιουργία μιας εθνικής οντότητας. Οι σχετικές διατάξεις της συμφωνίας των Πρεσπών παρέχουν το νομικό πλέον κάλυμμα για να συνεχίσει η σκοπιανή πλευρά την "αλυτρωτική" της πολιτική με άλλα πιο ισχυρά από τα μέχρι τώρα μέσα και μία πιο έντονη ρητορική προβολή τους.

Οι δηλώσεις, άλλωστε, του Πρωθυπουργού της Π.Γ.Δ.Μ . στις Πρέσπες, πριν καν στεγνώσει το μελάνι της υπογραφής της εν λόγω συμφωνίας, όπου διαχώρισε τους Έλληνες από τους "Μακεδόνες", ως και εκείνες παρόμοιας φύσης άλλων αξιωματούχων του κράτους αυτού, δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας ως προς τις προθέσεις των βορείων γειτόνων μας.

Έχοντας αντιμετωπίσει το πρόβλημα αυτό καθ’όλη την διάρκεια της θητείας μας στη διπλωματική υπηρεσία και γνωρίζοντας τις τακτικές, μεθόδους, υστεροβουλίες και αρνητικές έναντι της χώρας μας διαθέσεις των βορείων γειτόνων μας, θεωρούμε χρέος μας να επισημάνουμε, όπως έπραξε και ο διακεκριμένος Έλληνας πατριώτης Μίκης Θεοδωράκης, τις "ολέθριες συνέπειες" που θα επιφέρει η συμφωνία των Πρεσπών.

Η εν λόγω συμφωνία θα αποτελέσει το εφαλτήριο για τη συνέχιση της "αλυτρωτικής" πολιτικής από τους βόρειους γείτονες μας, αναπροσαρμοσμένης στα νέα δεδομένα που τους παραχωρούνται (γλώσσα, ταυτότητα, εθνική υπόσταση) και θα ενσπείρει σύγχυση ως προς την ελληνικότητα της ιστορικής ελληνικής Μακεδονίας. Είναι δε εξωπραγματικό να πιστεύεται, ότι ο πολίτης μιας τρίτης χώρας (π.χ. Αφρικής, Λατινικής Αμερικής κλπ) θα ενδιαφερθεί να ανατρέξει στην παραπάνω συμφωνία για να πληροφορηθεί ότι η "μακεδονική γλώσσα της Βορείου Μακεδονίας" είναι σλαβική και "ουδεμία σχέση έχει με την γλώσσα του Μεγάλου Αλεξάνδρου".

Ομοίως δεν θα πρέπει να θεωρείται λήξαν το θέμα του "αλυτρωτισμού" με την τροποποίηση ορισμένων διατάξεων του σκοπιανού συντάγματος, διότι οι διατάξεις αυτές είναι πλέον περιττές, εφόσον η σκοπιανή πλευρά με την συμφωνία των Πρεσπών -μια διεθνή συνθήκη- πήρε ό,τι μέχρι τώρα επεδίωκε.


Πέραν των ανωτέρω η εν λόγω συμφωνία, ως διαφαίνεται από τις μέχρι τώρα αντιδράσεις, τόσο στο εσωτερικό όσο και στην διασπορά, τείνει να επιφέρει διχασμό στην ελληνική κοινωνία. Συναφώς, με λύπη διαπιστώνουμε ότι χαρακτηρίζονται από ορισμένους κύκλους ως "ακραίοι" οι αντιτιθέμενοι στην συμφωνία αυτή.

Δεν πρέπει όμως αυτοί οι κύκλοι, αλλά και οι ξένοι, να λησμονούν ότι οι Έλληνες απέδειξαν το 1940 – 1941 ότι μπορούν να συσπειρωθούν "ακραία" και αποτελεσματικά, όταν η χώρα απειλείται από ξένο επεκτατισμό φασιστικό ή άλλον

Έχοντας υπ’όψη την ανωτέρω διαμορφωθείσα κατάσταση, ως και την πολύχρονη πείρα μας στον χειρισμό και εξέλιξη του εθνικού αυτού θέματος συντασσόμαστε και εμείς με την έκκληση της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών και
1. Διακηρύσσουμε την αντίθεσή μας στην ετεροβαρή, λεόντεια συμφωνία των Πρεσπών που βλάπτει τα εθνικά μας συμφέροντα.
2. Καλούμε τους εκπροσώπους του έθνους να μη συμβάλουν στην αποδοχή της συμφωνίας αυτής.
3. Καλούμε την Κυβέρνηση να εξετάσει την δυνατότητα – είμαστε πεπεισμένοι ότι τούτο επιθυμεί η πλειοψηφία του ελληνικού λαού— δημοψηφίσματος επί του κεφαλαιώδους σημασίας εθνικού αυτού θέματος.

Με ιδιαίτερη τιμή
Τα Μέλη του Διπλωματικού Κύκλου

Αιλιανός Κωνσταντίνος,

Αλιάγας Σπύρος,

Βάσσης Κωνσταντίνος,

Γεννηματάς Ιωάννης,

Δεναξάς Ευάγγελος,

Δοκιανός Σπύρος,

Δρακουλαράκος Ιωάννης,

Θεοδωρακόπουλος Αθανάσιος,

Κοραντής Ιωάννης,

Μεγαλοκονόμος Μάνος,

Νομικός Αντώνιος,

Παπαδόπουλος Ιωάννης,

Παπασλιώτης Απόστολος,

Πολίτης Κωνσταντίνος,

Σταματίου Εμμανουήλ,

Στοφορόπουλος Θέμος,

Φραγκούλης Ευάγγελος,

Χισκάκης Μιλτιάδης.»

Σχόλια