Νεοφιλελευθερισμός-Νεοσυντηρητισμός: Τα δύο πρόσωπα του Ιανού

Νεοφιλελευθερισμός και Νεοσυντηρητισμός: Τα δύο πρόσωπα του Ιανού, Χρήστος Μπαξεβάνης
Η σχέση νεοφιλελευθερισμού και νεοσυντηρητισμού έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλής συζήτησης. Φαινομενικά, οι δύο αυτές ευδιάκριτες πολιτικές λογικές μοιράζονται ελάχιστα κοινά χαρακτηριστικά. Περιγράφονται μάλιστα συχνά ως αλληλοαποκλειστικές. Yποστηρίζω, ωστόσο, πως νεοφιλελευθερισμός και νεοσυντηρητισμός όχι απλώς συνυπάρχουν αρμονικά, αλλά συμβιώνουν συνεργατικά, από την εποχή των Ρήγκαν και Θάτσερ μέχρι και σήμερα. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Οι συνέπειες μάλιστα που επιφέρουν στη λειτουργία της δημοκρατίας και της ιδιότητας του πολίτη συνιστούν ένα κεντρικό σημείο τομής. Νεοφιλελευθερισμός και νεοσυντηρητισμός αποτελούν ένα μεταβαλλόμενο μίγμα ιδεών και πρακτικών που εμφανίζονται με διαφορετικό τρόπο, σε διαφορετικά μέρη. Διασταυρώνονται με άλλες πολιτικές λογικές και άλλα κάθε φορά ιστορικά πλαίσια. Μαζί πραγματοποιούν τα πρώτα τους βήματα στις ΗΠΑ και στο Ηνωμένο Βασίλειο κατά τη διάρκεια των δεκαετιών 1970 και 1980.
Ο νεοφιλελευθερισμός πρωτοεμφανίζεται όταν η μακρά περίοδος ραγδαίας οικονομικής άνθησης της μεταπολεμικής περιόδου λήγει με οικονομική ύφεση. Υπό το φως της επανεμφάνισης της ανεργίας και του πληθωρισμού, ένα φαινόμενο που οι οικονομολόγοι ονομάζουν «στασιμοπληθωρισμό», οι Φρίντριχ φον Χάγιεκ και Μίλτον Φρίντμαν θέτουν στο στόχαστρο τον «κρατισμό» (στην πραγματικότητα το κεϋνσιανό κράτος πρόνοιας) και διακηρύττουν την απόλυτη ελευθερία (ασυδοσία) των αγορών.
Την ίδια ακριβώς περίοδο προβάλλει και ο νεοσυντηρητισμός ως μια (αντιδραστική) «απάντηση» στην «ελαστικότητα της δεκαετίας του 1960». Η εξάπλωση των «προοδευτικών» αξιών, η ανεκτικότητα και τα δικαιώματα βρίσκονται στο στόχαστρο των νεοσυντηρητικών, μιας και είναι αυτά που ευθύνονται, κατά την γνώμη τους, για την κατάπτωση των «παραδοσιακών αξιών», την χαλάρωση των ηθών και την εξασθένιση της εξουσίας και της κοινωνικής ευταξίας. Γι’ αυτό και αντιπροτείνουν επιστροφή στις παραδοσιακές αξίες, αξιώνουν ένα ισχυρό κράτος στην επιβολή του νόμου και της τάξης, δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην δημόσια ηθική, την εθνική ταυτότητα και την ασφάλεια της πατρίδας.

Δεν υπάρχει κοινωνία, παρά μόνο άτομα

Ακολούθως, νεοφιλελευθερισμός και νεοσυντηρητισμός δεν βρίσκουν απλώς καταφύγιο στον Θατσερισμό και Ρηγκανισμό. Θάτσερ και Ρήγκαν γίνονται διαπρύσιοι κήρυκες και υποστηρικτές τους. Η Βρετανίδα Πρωθυπουργός από την μία δήλωνε πως «δεν υπάρχει κοινωνία, παρά μόνο άτομα», και από την άλλη διακήρυττε την πίστη της στις «βικτοριανές αξίες». Την ίδια στιγμή, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, ομάδες όπως το «αναγεννημένο» χριστιανικό κίνημα, η «Χριστιανική νέα Δεξιά» και η Ηθική Πλειοψηφία εξασφάλιζαν την αμέριστη υποστήριξη του Ρήγκαν.
Ο μακαρίτης πλέον Αμερικανός πρόεδρος, απευθυνόμενος στην λευκή, εργατική και μεσαία τάξη και υποσχόμενος (στον επιχειρηματικό κόσμο) να καταργήσει τη νομοθεσία που επέβαλε δίκαιες πρακτικές στη στέγη, δεν θα διστάσει να πει: «Αν ένας ιδιοκτήτης θέλει να κάνει διακρίσεις εις βάρος των νέγρων ή όποιων άλλων όταν πουλά ή νοικιάζει στο σπίτι του, έχει δικαίωμα να το κάνει».
Από τα πλέον οδυνηρά παραδείγματα (στην Ευρώπη) συνδυασμού της νεοφιλελεύθερης ασυδοσίας με τον νεοσυντηρητικό αυταρχισμό είναι ο τρόπος με τον οποίο η Θάτσερ διέλυσε κατά κυριολεξία το συνδικάτο των ανθρακωρύχων, στέλνοντας ένα ξεκάθαρο μήνυμα στις υπόλοιπες συνδικαλιστικές ενώσεις. Παρουσιάζοντας μάλιστα την αντιπαράθεση μαζί τους ως μια συνέχεια του πολέμου στην Αργεντινή θα δηλώσει: «Έπρεπε να πολεμήσουμε τον εχθρό στα Φώκλαντ και τώρα πρέπει να πολεμήσουμε τον εσωτερικό εχθρό, ο οποίος είναι ένας πολύ πιο δύσκολος αντίπαλος, αλλά εξίσου επικίνδυνος για την ελευθερία».
Για να κατανοήσουμε αυτή τη σχέση καλύτερα θα πρέπει να λάβουμε υπόψη το γεγονός πως προτού εισαχθεί στη Βρετανία της Θάτσερ, την Αμερική του Ρήγκαν και εξαπλωθεί στην πορεία παγκόσμια, το νέο δόγμα είχε ήδη γίνει θεσμική πολιτική παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών θεσμών (ΔΝΤ και Παγκόσμια Τράπεζα). Επίσης, είχε ήδη εφαρμοστεί πειραματικά για πρώτη φορά, με τα γνωστά αποτελέσματα, στη Χιλή του δικτάτορα Πινοσέτ.

Με ακόμη σκληρότερους όρους

Σήμερα, νεοφιλελευθερισμός και νεοσυντηρητισμός διασταυρώνονται εκ νέου με ακόμη σκληρότερους όρους, ειδικά στον ευρωπαϊκό χώρο. Επιβολή σκληρής λιτότητας και αυστηρής ασφυκτικής δημοσιονομικής πειθαρχίας μαζί με αυταρχική αντιμετώπιση και τιμωρητική διάθεση όσων κρατών-μελών παρεκκλίνουν. Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων, απέναντι σε όσους δεν θέλουν ή/και δεν μπορούν να ακολουθήσουν, μαζί με την «Ευρώπη- φρούριο». Ακολούθως, μέσα σε ένα περιβάλλον αυξανόμενης ανισότητας, λαϊκής δυσαρέσκειας και κοινωνικών αντιδράσεων, αυξάνει δραματικά η ανάγκη για αστυνόμευση τόσο της ευταξίας της αγοράς όσο και της κοινωνικής πειθάρχησης.
Με άλλα λόγια, όσο επιταχύνονται και εντατικοποιούνται οι διαδικασίες του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, τόσο μεγεθύνεται ο χαρακτήρας των μέτρων κρατικής καταστολής και κοινωνικού αυταρχισμού. Οι Γάλλοι Ακαδημαϊκοί Πιέρ Νταρντό και Κριστιάν Λαβάλ προχωρούν ένα βήμα περισσότερο υποστηρίζοντας πως ο νεοφιλελευθερισμός έχει μετατραπεί πλέον σε ένα είδος κοινής λογικής. Έχει γίνει ηγεμονικός με τους όρους του Αντόνιο Γκράμσι, επιφέροντας καθοριστικές επιστημολογικές και οντολογικές επιπτώσεις.
Ως (νέος) Λόγος του κόσμου, στη βάση της Grundnorm του ανταγωνισμού και της αποδοτικότητας-αποτελεσματικότητας, ο νεοφιλελευθερισμός υποτάσσει την πολιτική στην οικονομία και τη δημοκρατική αντιπαράθεση στην «επιστημονική» αλήθεια. Ακολούθως, προβαίνει σε τέτοιου είδους αναδιαρθρώσεις, οι συνέπειες των οποίων δεν εξαντλούνται στην υποχώρηση ή καλύτερα υπονόμευση των αρχών του κοινωνικού κράτους. Επεκτείνονται μέχρι και στον πυρήνα της φιλελεύθερης δημοκρατίας.

Η ΕΕ αποκτά πλέον νομιμοποίηση όχι με την υπόσχεση προστασίας και ασφάλειας, αλλά με τη λήψη διαρθρωτικών μέτρων και τη διατήρηση ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, παραγνωρίζοντας την ίδια στιγμή τις επιπτώσεις αυτών στην κοινωνική πρόνοια, την απασχόληση και τον δημοκρατικό αυτοπροσδιορισμό. Προκειμένου να προσδιορίσει αυτή την πραγματικότητα, η Αμερικανίδα καθηγήτρια πολιτικών επιστημών Γουέντι Μπράουν χρησιμοποιεί τον όρο «αποδημοκρατικοποίηση». Από την πλευρά του, ο Γάλλος φιλόσοφος και πολιτικός στοχαστής Αλαίν Μπαντιού, περισσότερο αιχμηρός, ονομάζει τις σύγχρονες αστικές δημοκρατίες «επινοημένους φασισμούς».
Έτσι, φτάσαμε σήμερα να παρατηρούμε, σχεδόν αμήχανα, τη συγκρότηση μιας Μαύρης Διεθνούς, από την Βραζιλία και τις ΗΠΑ μέχρι την Ευρώπη. Μια «εναλλακτική» και «αντισυστημική» (ακρο)Δεξιά επιδιώκει την αξιακή παλινόρθωσή της, προσφέροντας «βεβαιότητες» σε έναν ρευστό κόσμο.

Αόριστες αναφορές περί εθνολαϊκισμού

Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα οι συντηρητικές ελίτ της ΕΕ περιορίζονται σε γενικές και αόριστες αναφορές περί εθνολαϊκισμού. Παραγνωρίζουν (όχι τυχαία) συστημικές αφετηρίες που συνδέονται σε πολύ μεγάλο βαθμό με τις δομικές ανισορροπίες της Ευρωζώνης, την κερδοφορία του κεφαλαίου και τον ρόλο των χρηματοπιστωτικών αγορών. Με τον ίδιο ακριβώς μυωπικό τρόπο που η (γερμανική) ηγεσία της ΕΕ, κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ, διέγνωσε ως «υπεύθυνους» της κρίσης (αποκλειστικά) τις «προβληματικές» χώρες (του Νότου) και συγκεκριμένα την απροθυμία ή/και ανικανότητά τους να ελέγξουν τα δημοσιονομικά τους. (βλέπε αναλυτικά εδώ).
Αυτό, όμως, που συμβαίνει σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο δεν είναι μια ξαφνική, από το πουθενά, ανάδυση της Ακροδεξιάς. Είναι το αποτέλεσμα μιας βαθύτερης διεργασίας, που είναι η «ριζοσπαστικοποίηση» προς τα (ακρο)δεξιά μεγάλου τμήματος του εκλογικού σώματος, όχι άσχετο από τα βαθύτερα, δομικά αίτια του κοινωνικοπολιτικού συστήματος που γεννά και εκτρέφει όλα αυτά τα φαινόμενα.
Περαιτέρω, η επιλογή κεντροαριστερών κομμάτων να υιοθετήσουν τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα ενίσχυσε την αίσθηση πως όλα τα πολιτικά κόμματα είναι ίδια. Οι ψηφοφόροι νιώθουν πως δεν έχουν την δυνατότητα όχι μόνο να επιλέξουν ανάμεσα σε εναλλακτικές θέσεις, αλλά και να ταυτιστούν με ένα διαφοροποιημένο φάσμα δημοκρατικών πολιτικών. Ακολούθως, η επιλογή κεντροδεξιών κομμάτων να υιοθετήσουν την ακροδεξιά ατζέντα συνέβαλλε έτι περισσότερο στην κανονικοποίηση της ακροδεξιάς ρητορικής.
Ο Ιανός, ένας από τους πιο αρχαίους θεούς του ρωμαϊκού πανθέου, απεικονιζόταν με δύο πρόσωπα και αποκαλείτο Janus bifrons, δηλαδή διπρόσωπος Ιανός. Σήμερα, ο νεοφιλελευθερισμός και ο νεοσυντηρητισμός αποτελούν τις δύο όψεις του σύγχρονου Ιανού, που δεν είναι άλλος από το καπιταλιστικό και ιμπεριαλιστικό σύστημα. Ένα θεοποιημένο σύστημα που ακόμα στοιχειώνει τις ζωές μας.

Σχόλια