Ευρώ, 20 χρόνια μετά

Ευρώ, 20 χρόνια μετά, Κωνσταντίνος Κόλμερ
Συμπληρώνεται οσονούπω εικοσετία από της καθιερώσεως του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος του ευρώ, κι ακόμη οι οπαδοί του ουδέν εδιδάχθησαν από τα μειονεκτήματα, αλλά εμμένουν αμετανόητοι στην επιβολή του. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Το ευρώ καθελκύσθη ως ναυαρχίδα της ενιαίας αγοράς την 1η Ιανουαρίου 1999 στις έντεκα χώρες που μετείχαν αρχικώς στο συναλλαγματικό σύστημα «σταθερών» ισοτιμιών της ΕCU και κατέστη το κυκλοφορούν νόμισμα στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) τρία χρόνια μετά, τον Μάρτιο του 2002, οπότε αντικατέστησε και τη δραχμή ως εθνικό νόμισμα της Ελλάδος.
«Η ONE (EMU) θα καταργούσε τους ελέγχους στα σύνορα των χωρών-μελών της, θα άνοιγε τις δημόσιες προμήθειες, θα απελευθέρωνε τις χρηματοπιστωτικές αγορές και θα δημιουργούσε «οικονομίες κλίμακος» (πληθοπαραγωγές). Το κοινό νόμισμα θα εξάλειφε το κόστος από τις μετατροπές των συναλλαγμάτων και θα αποκλιμάκωνε τους κινδύνους και την αβεβαιότητα στην οικονομία.*
Εκτός της αυτονόητης καταργήσεως του κόστους της μετατροπής, όλες οι άλλες πρόνοιες της ΟΝΕ απέτυχαν είτε δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμη, και μερικές, όπως λχ η διατήρηση της Ελλάδος στην Ευρωζώνη λαμβάνει πιθανότητες 50% από έγκριτους αναλυτές. Στις προθέσεις των σχεδιαστών της ΟΝΕ (των Γαλλογερμανών) ήταν να ενισχύσουν την αύξηση του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος των μετεχουσών χωρών. Μετά από είκοσι χρόνια το ΑΕΠ της Ευρωζώνης ελάχιστα έχει αυξηθεί πλήν ίσως της Γερμανίας, που όμως εάν δεν συμμετείχε θα εξασφάλιζε, με το μάρκο, ταχυτέρα ανάπτυξη και μεγαλυτέρα ευημερία για τον μέσο Γερμανό.
Εν τούτοις, οι ευρωμύθοι συνεχίζονται. Σύμφωνα με δηλώσεις του διοικητού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τραπέζης Μάριο Ντράγκι, η μόνη αποτυχία της «ποσοτικής χαλάρωσης» (QE) είναι ότι «το ευρώ είναι πολύ ισχυρό για μερικές από τις μετέχουσες χώρες και πολύ ασθενές για άλλες».

Ένα μέγεθος για όλους 

Και μόνη αυτή η ομολογία αρκεί διά να καταδειχθή ότι βασική αρχή του ενιαίου νομίσματος, «ένα μέγεθος ταιριάζει σ’ όλους», ήταν εσφαλμένη. Εν τω μεταξύ, δαπανήθησαν 2,6 τρισεκατομμύρια ευρώ χωρίς να επιτευχθεί η σύγκλιση μεταξύ των πληττομένων από το σκληρό ευρώ (Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ελλάδα κλπ) και των άλλων που θα το ήθελαν ασθενέστερο έναντι του δολαρίου (Γερμανία, Ολλανδία, Αυστρία, με τη Γαλλία να εισέρχεται τώρα εκ νέου στην ύφεση της οικονομίας λόγω της στάσεως των Κιτρίνων Γιλέκων).

Εναλλακτικώς, με τη διατήρηση των εθνικών νομισμάτων μέσα σε όρια διακυμάνσεως (+-15% όπως της ΕCU) θα ήταν η επιλεκτική υποτίμηση του νομίσματος των χωρών που υστερούν σε ανάπτυξη και η ανατίμηση εκείνων που υπερτερούν, οπότε θα επεκράτει ισοζύγιο στην Ευρωζώνη με περιορισμό της ανεργίας για ορισμένο χρονικό διάστημα μέχρις ότου πραγματοποιηθούν οι «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις».

  • Ο κ.Ντράγκι αναγνωρίζει σήμερα ότι η υποτίμηση έχει τα πλεονεκτήματά της αλλά υποστηρίζει ότι θα υπονόμευε την ενιαία αγορά και θα μείωνε την ευημερία των πενεστέρων λαών. Στην πράξη, η ελεγχομένη διολίσθηση της δραχμής (1974-79) τριπλασίασε το ελληνικό προϊόν, ενώ οι πτωχοί ‘Ελληνες μεταξύ 2009-2018 διπλασιάσθησαν και το ΑΕΠ εμειώθη 30% -να μην αναφέρουμε την ανεργία και την αποδημία των νέων μας.


Παρά το παράδοξον της ευρωνομισματικής ενώσεως, να έχει τόσα διαφορετικά επιτόκια όσα και τα μέλη της, έναντι ενός και μόνου του αμερικανικού δολαρίου, θυμίζουμε ότι προχθές ο κ.Ντράγκι διατήρησε τα επιτόκια του ευρώ στο μηδέν, απ’ όπου δεν μπορεί να πάει, αν χρειασθή, πιο κάτω. Επιπλέον, τερμάτισε την αγορά ομολόγων στη δευτερογενή αγορά αλλά επανέλαβε τη χορήγηση ρευστότητος 210 δισ ευρώ, από τις λήξεις των, δια τον φόβον της υφέσεως.

  • Ο σοφός ελληνικός λαός λέγει «στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα», αλλά ο Μάριο ουδένα ειδήμονα πείθει πλέον. Όσο και αν κάνει καλά τη δουλειά του, ως μαθητεύσας στην Goldman Sachs, αδυνατεί να σώσει το ευρωοικοδόμημα με μερεμέτια.


* Paul Temperton, The Euro, second edition, John Wiley&Sons, 1997.

Σχόλια