Η κουλτούρα είναι η προσπάθεια προσπορισμού ενός συνεπούς συνόλου απαντήσεων στα υπαρξιακά αδιέξοδα που αντιμετωπίζουν όλα τα ανθρώπινα όντα στο διάβα της ζωής τους. Γι’ αυτόν τον λόγο, η παράδοση είναι ουσιώδης για τη ζωντάνια μιας κουλτούρας, διότι παρέχει τη συνέχεια της μνήμης, η οποία διδάσκει με ποιόν τρόπο οι πρόγονοι κάποιου απάντησαν στα ίδια υπαρξιακά αδιέξοδα. Για να έχει σημασία μια κουλτούρα πρέπει να υπερβαίνει το παρόν, διότι είναι η επαναλαμβανόμενη συνάντηση με τα ριζικά εκείνα ερωτήματα, οι απαντήσεις στα οποία, μέσα από μια σειρά συμβόλων, παρέχουν μια βιώσιμη συνοχή στο νόημα της ύπαρξης. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Οι μορφές κουλτούρας είναι λίγες και παράγονται από υπαρξιακές καταστάσεις τις οποίες αντιμετωπίζουν όλα τα ανθρώπινα όντα, σ’ όλες τις εποχές, συνειδησιακά: ο τρόπος που αντιμετωπίζει κανείς το θάνατο, η φύση της τραγωδίας και ο χαρακτήρας του ηρωισμού, ο ορισμός της πίστης και του καθήκοντος, η λύτρωση της ψυχής, το νόημα της αγάπης και της θυσίας, η κατανόηση της συμπόνοιας, η ένταση ανάμεσα σε ζωική και ανθρώπινη φύση, οι απαιτήσεις του ενστίκτου και η αναστολή τους.
Τα δεινά που πλήττουν την ελληνική κοινωνία τούτη την περίοδο θα πρέπει πρωταρχικά να αναζητηθούν στο φαινόμενο της μαζικοδημοκρατίας, το οποίο δεν έχει καμία σχέση με τις απλοϊκές ιδέες του συρμού που εμφανίζονται τελευταία στην χώρα μας ως εξηγητική πλευρά της κρίσης. Αυτές οι ιδέες αναφέρονται στην υποτιθέμενη εισδοχή των μικροαστικών στρωμάτων στην εξουσία κυρίως μέσω του ΠΑΣΟΚ.
Δεν ερμηνεύει κανείς τίποτε, υποστηρίζοντας ότι η πολιτική σκηνή εξελίχθηκε με τον συγκεκριμένο τρόπο απλώς επειδή αυξήθηκε ο βαθμός του κομματισμού και του λαϊκισμού και επήλθε κάποια άνοδος των μικρομεσαίων στρωμάτων. Πρόκειται, χωρίς δεύτερη σκέψη, για ταυτολογία και ηθικολογία, διότι κάτι χαρακτηρίζεται ως «κακό και ανώριμο» (στην προκειμένη περίπτωση το εκλογικό σώμα), με βάση κριτήρια που προσδιορίζουν ως ιδανικό ένα άλλο εκλογικό σώμα που είναι ανύπαρκτο στην πραγματικότητα, δεν υφίσταται. Υπάρχει μόνο στη φαντασία μας. (Κ Μελάς , Μικρά Μαθήματα για την Ελληνική Οικονομία).
Παροξυστικά σύνδρομα της ελληνικής δημοκρατίας
«Η δημαγωγία ή ο λαϊκισμός δεν είναι απλά συμπτώματα της μιας ή της άλλης περιόδου, είναι τα παροξυστικά σύνδρομα της ελληνικής δημοκρατίας, έτσι λειτούργησε σε όλη τη διάρκεια της ζωής της μέχρι το τέλος του 20ου αιώνα, αλλά και στις αρχές του 21ου. Είναι μια ιστορική σταθερά, με τους παροξυσμούς και με τις συγκυριακές της διακυμάνσεις. Η συχνότητα των παροξυσμών, το εύρος των διακυμάνσεων και κυρίως τα πολιτικά αίτιά τους μπορούν να ερμηνευτούν πληρέστατα μόνο αν συσχετισθούν με βαθύτερα ‘μακροκοινωνικά’ αίτια: αν αναχθούν στη διάρθρωση των κοινωνικών σχέσεων και στις συνεχείς και μακροχρόνιες αναδιαρθρώσεις τους, σε συσχετισμό με την εξέλιξη του κράτους και του πλέγματος εξουσίας». (Γ. Δερτιλής, Ιστορία του Ελληνικού Κράτους).Η κρίση στην Ελλάδα έδειξε με κυνικό όσο και βάναυσο τρόπο την πραγματική κατάσταση της κοινωνίας. Απογυμνώνοντας την από όλα τα επίχρυσα πούπουλα που κάλυπταν την επιπόλαιη όσο και ξέφρενη εποχή της ευημερίας, έδειξε με απόλυτη σαφήνεια όλους τους ιδεολογισμούς της μεταμοντέρνας προσέγγισης. Τώρα, μπορούμε να γνωρίζουμε τι είμαστε, αλλά και τι μπορούμε να γίνουμε μέσα στην υστεροκαπιταλιστική περιδίνηση σε κλάσματα ιστορικού χρόνου (Κ. Μελάς, Το αφόρητο βουητό του κενού).
Στην κατάσταση αυτή συνέτειναν, βεβαίως, ένας μεγαλόστομος, αποπροσανατολιστικός, ιδεοληπτικός και βουλησιαρχικός λόγος που υπερέβαινε κατά πολύ τα προβλήματα που δημιούργησε η επιβολή του μνημονίου, λόγω του ότι στηρίχτηκε σε δεοντολογικές αντιλήψεις χωρίς κανένα αντίκρισμα στην πραγματικότητα και σε υπαρκτούς συσχετισμούς ισχύος.
Στάθηκε, επομένως, αδύνατον να δημιουργηθούν ικανές κοινωνικές συνομαδώσεις και ισχυροί πολιτικοί συσχετισμοί για να στηρίξουν τη συστηματική ενασχόληση με την δημιουργία των απαραίτητων σχεδιασμών, έτσι ώστε να υπάρξει διορθωτική παρέμβαση της εγγενούς λανθασμένης πορείας που επιβλήθηκε μέσω του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.
Αλλοπρόσαλλες αντιδράσεις
Οι μη συστηματικές κινήσεις και οι αλλοπρόσαλλες αντιδράσεις επιβλήθηκαν σε μια κοινωνία, η οποία τα προηγούμενα 10-15 χρόνια είχε ζήσει μια ευημερία με δανεικά, έχοντας απωλέσει και το τελευταίο σημείο αναφοράς της αυτοκατανόησής της. Οι αλλοπρόσαλλες αντιδράσεις, λοιπόν, την κατέστησαν έρμαιο των ακραίων θυμικών δονήσεων και του φόβου της απώλειας των υλικών κεκτημένων.Το συνεχές αίσθημα του ανικανοποίητου, που είχε δημιουργήσει επί 30 συναπτά έτη η διαφημιστική πράξη, συναντήθηκε την περίοδο εκείνη με τα σύνδρομα που είχε συσσωρεύσει η μακροχρόνια συνδιαλλαγή με τον ρόλο του «αδικημένου», ο οποίος βιώνει τον αποκλεισμό του από ό,τι θεωρεί ότι δικαιούται να απολαμβάνει.
Βρισκόμαστε σε μια περίοδο, όπου οι πολίτες σε διάφορες χώρες της ΕΕ αντιδρούν, καταψηφίζοντας τα παραδοσιακά κόμματα που υποστήριζαν διαχρονικά. Η ψήφος τους κατευθύνεται σε κόμματα διαμαρτυρίας που όταν αναλαμβάνουν ή συμμετέχουν στην κυβέρνηση καταλήγουν να υπακούουν προς τις υποδείξεις, ή να καλύπτουν τις οικονομικές απαιτήσεις των πολιτών τους με τροφή ακραίας πολιτικής και ιδεολογικής προέλευσης. Το μέλλον είναι άδηλο.
Απλά και συμπερασματικά: Αν δεν διαβάσουμε την ελληνική πραγματικότητα με τον παραπάνω τρόπο θα συνεχίσουμε να αναμασούμε τα «αστόχαστα» λόγια των πολιτικών και όλων εκείνων των αναλυτών που μας περιβάλουν και κυριαρχούν στην καθημερινότητα μας. Η πρώτη και τελευταία πράξη όλων αυτών, όμως, είναι πως θα εξασφαλίσουν τις συνθήκες αναπαραγωγής τους.
Σχόλια