Ο καιροσκοπικός τακτικισμός επέπλευσε στις Πρέσπες

Ο καιροσκοπικός τακτικισμός των κομμάτων επέπλευσε στις Πρέσπες, Πέτρος Πιζάνιας
Είναι πολύ πιθανό, όπως άλλοι εγκυρότεροι αναλυτές από τον υπογράφοντα τόνισαν, πως η επίσπευση της διευθέτησης των σχέσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας με την ΠΓΔΜ, που αποτυπώθηκε με την υπογραφή της συμφωνίας στις Πρέσπες, να οφείλεται σε πιέσεις που ασκήθηκαν στην κυβέρνηση, αλλά και στην αντιπολίτευση να λυθεί το ζήτημα αυτό άμεσα. Πιθανά οι γεωπολιτικές βλέψεις της Ρωσίας, αν μάλιστα συνδυαστούν με τις βαλκανικές επιδιώξεις της Τουρκίας, να έκαναν ώστε το αμερικανικό κράτος και από κοντά οι διαρκείς ληστρικές επιδιώξεις των γερμανικών πολιτικών και οικονομικών ελίτ, ακόμη και για τις πενταροδεκάρες, να αποτέλεσαν τα αρχικά ελατήρια των πιέσεων. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Και αυτές ασφαλώς θα ήταν δύσκολο να αποκρουστούν –αν και η ΝΔ δεν δίστασε να πει «όχι».  
  • Ωστόσο, το κοινό χαρακτηριστικό σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση, είναι ο καιροσκοπικός τακτικισμός με εκλογικά κριτήρια, ακόμη και σε αυτό το θέμα που αποτελεί εθνικό ζήτημα, ζήτημα δηλαδή του συνόλου των Ελληνίδων και των Ελλήνων πολιτών και του κράτους.

Η πρώτη, λοιπόν, απορία συνίσταται στο ακόλουθο:
  • για ποιο λόγο η κυβέρνηση, τόσο πρόθυμη να ανταποκριθεί στις πιέσεις για λύση, δεν χρησιμοποίησε θεμιτά την επιθυμία των δύο ξένων δυνάμεων προκειμένου να αναβαθμίσει την θέση του ελληνικού κράτους, ειδικά στα Βαλκάνια. Θα μπορούσε για παράδειγμα να αντιπροτείνει την έναρξη διαδικασιών για ένα βαλκανικό σύμφωνο ειρήνης, φιλίας, συνεργασίας και αμοιβαίας συνδρομής, χωρίς την Τουρκία, εντός του οποίου θα επιδιωκόταν η διευθέτηση όλων των ζητημάτων.
Δηλαδή των μειονοτήτων, της ονομασίας, της ΑΟΖ όπου υπάρχει, και άλλα. Κοντολογίς όλα όσα προκαλούν τριβές και δημιουργούν εφαλτήρια παρεμβάσεων από τρίτους, όπως η Τουρκία, ζητήματα τα οποία ταλανίζουν τα βαλκανικά κράτη και τους λαούς είτε ως εναπομένουσες ιστορικές εκκρεμότητες τουλάχιστον από τους βαλκανικούς πολέμους, είτε ως προβλήματα τα οποία γεννήθηκαν στην συνέχεια.

Τυφλή υπακοή

  • Αν στην βάση της άρνησης άσκησης μιας μεγάλης εξωτερικής πολιτικής του ελληνικού κράτους βρίσκεται ο καιροσκοπικός τακτικισμός της κυβέρνησης, το ίδιο ισχύει και για την αντιπολίτευση, η οποία περιορίστηκε σε ένα ξερό «όχι». Ωστόσο, θα πρέπει να σκεφτούμε και μια ακόμη θεμελιωδέστερη αιτία που προκαλεί αυτήν την τυφλή υπακοή στα γεωπολιτικά νεύματα των ΗΠΑ και της Γερμανίας.
Είναι η αποκοπή των κομμάτων εξουσίας από την ελληνική κοινωνία σε όλη την διάρκεια του μνημονίου.
  • Αποκοπή, η οποία είχε ξεκινήσει ασφαλώς ενωρίτερα, ενώ στο μεταξύ ενισχύθηκε ωθώντας το πολιτικό σύστημα σε πλήρες αδιέξοδο καθώς εντάχθηκαν σε αυτό το σύστημα διακυβέρνησης ερήμην των πολιτών, και οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ολοκληρώνοντας την αυτονόμηση του πολιτικού συστήματος από την ελληνική κοινωνία.
Είναι, συνεπώς, αναγκασμένοι οι κυβερνώντες να αναζητούν ερείσματα σε ξένες δυνάμεις, των οποίων τα αιτήματα οφείλουν να ικανοποιούν χωρίς δεύτερη σκέψη –πόσο μάλλον πράξη.
  • Τα ψέματα, η στρεψοδικία και ο δημόσιος λόγος τους ο οποίος έχει στοιχεία ανιστόρητου, σχεδόν παράφρονα ανορθολογισμού -όπως εκείνες οι αλλεπάλληλες αντιεθνικιστικές κορώνες του κυβερνητικού εκπροσώπου- είναι συνακόλουθα χαρακτηριστικά απαραίτητα προκειμένου να στηρίξουν τις επιλογές τους.

Τι άλλο θα μπορούσαν να πουν πολιτικοί ηγέτες που περιμένουν τους Ευρωπαίους και τους τραπεζίτες να τους πουν «μπράβο» που κατακρεούργησαν την ελληνική κοινωνία; Ακόμα και η παραχώρηση επιπλέον βάσεων στους Αμερικανούς εμφανίζεται από τους κυβερνώντες ως αντιπαροχή προς την χώρα μας, ενώ εμπράκτως αποτελεί κατά το μάλλον περαιτέρω ακύρωση των ιδιαίτερων εθνικών δομών άμυνας προς όφελος των αμερικανικών αμυντικών προσανατολισμών του ελληνικού στρατού.

O επικίνδυνος τραγέλαφος

Είναι ο «αντι-εθνικισμός» συνώνυμο της παραίτησης από την υπεράσπιση της εθνικής επικράτειας ως απόλυτης προτεραιότητας; Πολύ επικίνδυνος τραγέλαφος. Έστω, όμως ότι οι σημερινοί κυβερνώντες μας δεν μπορούσαν, είναι μακράν ελλιποβαρείς, διαπίστωση μάλλον κοινά αποδεκτή. Και ακόμη να δεχτούμε πως η παραχώρηση της σύνθετης ονομασίας ήταν μάλλον αναπόφευκτη, όπως προσωπικά πιστεύω. Ποιος, όμως, είναι ο λόγος για τον οποίο δεν προέταξαν στην συμφωνία με την ΠΓΔΜ ως όρους τις ιστορικές και τρέχουσες εθνοπολιτισμικές και γλωσσικές πραγματικότητες αυτής της χώρας;
Για να μείνουμε στις δύο μεγάλες ομάδες του πληθυσμού δεν νοείται ορισμός εθνοτήτων σε αυτή τη χώρα άλλος από την Σλαβομακεδονική και την Αλβανική, και το ίδιο ισχύει για τις γλώσσες με ενιαία ιθαγένεια την Σλαβομακεδονική. Αυτά τα χαρακτηριστικά αποτελούν καταγεγραμμένη πραγματικότητα από κάθε σχετική με αυτά τα θέματα επιστημονική κοινότητα. Είναι επίσης παραδεκτά από τον ΟΗΕ, αλλά επιπλέον είναι επισήμως καταγεγραμμένα στις απογραφές του κράτους της Ενιαίας Γιουγκοσλαβίας και ακολούθως στις απογραφές της ανεξάρτητης ΠΓΔΜ. Τι συνέβη λοιπόν, ποιον δεν εξυπηρετεί η αντικειμενική πραγματικότητα της χώρας εκείνης;
Αντί απάντησης στο τελευταίο, μάλλον ρητορικό, ερώτημα θα πρέπει να θυμηθούμε ένα συμβάν σοβαρό. Ο κατεξοχήν, ο ανυποχώρητος Έλληνας πατριώτης υπουργός Εθνικής Άμυνας, εμπνευστής της παραχώρησης επιπλέον βάσεων στους Αμερικανούς και στήριγμα του αντι-εθνικιστή πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, επιδίωξε τον Ιανουάριο του 2018 να αποτίσει φόρο τιμής στους τρεις Έλληνες στρατιωτικούς που σκοτώθηκαν στα Ίμια το 1996.
Εκεί εμποδίστηκε από την τουρκική ακτοφυλακή. Και ακολούθησε μια ομοβροντία δηλώσεων Ελλήνων επισήμων πως τα Ίμια είναι ελληνικά. Είναι, όντως, με βάση την συνθήκη των Παρισίων του 1947. Αλλά τι πραγματικά ισχύει σε αυτές τις ελληνικές βραχονησίδες, σε αυτό το τμήμα της ελληνικής επικράτειας de facto; Για ποιο λόγο δεν μπορεί κανείς Έλληνας να τις πλησιάσει, ούτε οι ίδιοι οι Καλύμνιοι ψαράδες γνωστοί για τις παρακινδυνευμένες όσο και αξιοθαύμαστες κινήσεις τους σε αυτά τα νερά;
------------------

του Ηλία Φιλιππίδη*

Πολύπλοκο θέμα ούτως ή άλλως. Μπορούμε να βάλουμε μία τάξη τουλάχιστον στο μυαλό μας; Θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι:

Α. Η διατυμπανισμένη «χρυσή ευκαιρία» είναι ένας απατηλός μύθος, που θέλει να κρύψει την πίεση Γερμανών και Αμερικανών, για να ανακόψουν την επέκταση της επιρροής των Ρώσων.

Β. Δεν πρόκειται για ένα διμερές πρόβλημα μεταξύ μιας ισχυρής Ελλάδας και ενός μικρού κράτους, το οποίο μόνο ως προτεκτοράτο μπορεί να λειτουργήσει. Πρόκειται για ένα πολυπαραγοντικό θέμα με πρωταγωνιστές δυο πανίσχυρους παίκτες, τη Γερμανία και τις ΗΠΑ. Φαίνεται, ότι είχε προηγηθεί συμφωνία μεταξύ τους σε τρεις τομείς: οι ΗΠΑ αναλαμβάνουν τον στρατιωτικό και γεωπολιτικό έλεγχο των Δυτικών Βαλκανίων (της Ελλάδας τον έχουν), η Γερμανία τον οικονομικό και τα ενεργειακά συμφέροντα μοιράζονται μεταξύ ΗΠΑ και Γερμανίας.

Γ. Η σύνδεση της Ελλάδας και της «Βόρειας Μακεδονίας» ως «στρατηγικών εταίρων» (όπως λέει ο τίτλος της συμφωνίας), αποκαλύπτει την πρόθεση των εμπνευστών της, να «αξιοποιηθεί» ο χώρος μιας de jure «Βόρειας Μακεδονίας» και μιάς de facto Νότιας Μακεδονίας ως ενιαίος αναπτυξιακός χώρος (λιμάνι Θεσσαλονίκης-Αξιός, Εγνατία οδός, ενεργειακοί αγωγοί, ορυκτός πλούτος της Μακεδονίας).

Προσωπικά, πιστεύω ότι όπως λέγαμε πριν FYROM για τα Σκόπια, οι Ευρωατλαντιστές προστάτες μας ήδη στην εσωτερική τους αργκό χρησιμοποιούν για την Ελληνική Μακεδονία μας τον όρο DFSM, όπερ εστί μεθερμηνευόμενον De Facto South Macedonia!

Η εφαρμογή ενός αποικιακού προγράμματος εκμετάλλευσης ως ενιαίου χώρου της Βόρειας και της ελληνικής Μακεδονίας θα απαιτήσει τη «χειραφέτηση» της δεύτερης από την πολιτική εξουσία της Αθήνας, με την αρχική ημι-αυτονόμηση της, ως Ειδικής Οικονομικής Ζώνης (ΕΟΖ), την βαθμιαία απόσχιση της και την ενοποίηση με την Β. Μακεδονία σε μία ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία.

Μια τέτοια εξέλιξη θα προκαλέσει τη γεωπολιτική αποσάθρωση ολόκληρου του βορειοελλαδικού χώρου με αποτέλεσμα την επανάληψη της συνταγής για δημιουργία αντίστοιχων «πολυεθνικών» προτεκτοράτων στη Θράκη και την Ήπειρο. Η Ελλάδα θα επιστρέψει στα σύνορα της Μελούνας. Η τύχη της Κρήτης εκκρεμεί…

Αμφιβάλλουμε αν ο μέσος τηλεθεατής σε όλο τον κόσμο κατάλαβε το περιεχόμενο της συμφωνίας. Δεν άλλαξε τίποτε, Μακεδονία την έλεγαν όλοι, Μακεδονία θα την λένε και πάλι. Αυτό που άλλαξε, είναι η υπογραφή η δική μας. Εμείς τους νομιμοποιήσαμε, τους χαρίσαμε οριστικά το όνομα

Δ. Το σκοπιανό πρόβλημα περιλαμβάνει τρία κεφάλαια: το όνομα, την ιθαγένεια και τη γλώσσα.

Η διαπραγματευτική σχολή Νίμιτς-Κοτζιά-Τσίπρα εφήρμοσε την αρχή, ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε μειονεκτική θέση και όχι τα Σκόπια. Η Ελλάδα προσέρχεται στις διαπραγματεύσεις «για να πάρει και όχι να δώσει», διότι 140 χώρες έχουν ήδη αναγνωρίσει τα Σκόπια ως Μακεδονία.

Τελικά, μόνο εμείς θα τους λέμε «Βόρεια Μακεδονία». Στην αρχή μας είπαν ότι το όνομα θα είναι το Gorna Makedonijia ή το Severna Makedonija, αμετάφραστα και μάλιστα ως μία λέξη!

Μας εξαπάτησαν! Στη συμφωνία δεν υπάρχει καμία σλαβική λέξη. Μόνο στα επίσημα έγγραφα θα λέγεται Β. Μακεδονία. Στις διπλωματικές επαφές διεθνώς και στον Τύπο θα λέγεται σκέτο Μακεδονία. Ο συμβιβασμός στο όνομα περιορίζεται μόνο στα δημόσια έγγραφα. Άρα η υποχρέωση «για όλες τις χρήσεις και erga omnes» δεν ισχύει στην πράξη. Ήδη με την υπογραφή της συμφωνίας τα ξένα πρακτορεία και τηλεοπτικά δίκτυα μετέδιδαν θριαμβευτικά: «Η Ελλάδα και η Μακεδονία βρήκαν λύση»!

Αμφιβάλλουμε αν ο μέσος τηλεθεατής σε όλο τον κόσμο κατάλαβε το περιεχόμενο της συμφωνίας. Δεν άλλαξε τίποτε, Μακεδονία την έλεγαν όλοι, Μακεδονία θα την λένε και πάλι. Αυτό που άλλαξε, είναι η υπογραφή η δική μας. Εμείς τους νομιμοποιήσαμε, τους χαρίσαμε οριστικά το όνομα. Θα έπρεπε τουλάχιστον να επιμείνουμε, να λέγονται Σλαβομακεδόνες και η γλώσσα Σλαβομακεδονική.

Πρέπει να καταλάβουμε, ότι οι διεθνείς οργανισμοί και ειδικά ο ΟΗΕ, το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε. δεν λειτουργούν όπως το κτηματολόγιο, δηλαδή αντικειμενικά και πάγια. Ως γνωστόν, έχουν τα δικά τους συμφέροντα ή υποκρύπτουν συμφέροντα. Εμείς οι Έλληνες με το Κυπριακό και γενικά με την Τουρκία έχουμε πικράν πείραν περί αυτού.

Αυτό σημαίνει ότι η ιστορική δυναμική του κάθε λαού, το γεωγραφικό του εκτόπισμα, αποτελούν δική του ευθύνη. Δεν υπάρχει «καλή» προστασία, υπάρχουν μόνο ανταγωνιστικά συμφέροντα. Ειδικά η περιοχή από την Αδριατική μέχρι το Ιράκ, αποτελεί πεδίο έντονων γεωπολιτικών και γεωοικονομικών ανταγωνισμών. Τα Βαλκάνια είναι χώρος προς «αναδασμόν».

Ε. Ο πυρήνας του προβλήματος δεν βρίσκεται στο όνομα αλλά στον σλαβικό μεγαλοϊδεατισμό, ο οποίος γέννησε το όνομα και τις επεκτατικές βλέψεις για έξοδο στο Αιγαίο. Οι «ενδιαφερόμενοι» κατά χρονολογική σειρά είναι: O βουλγαρικός εθνικισμός από το 1840 με την ενθάρρυνση του ρωσικού Πανσλαβισμού, που κατέληξαν στην δημιουργία της βουλγαρικής Εξαρχίας το 1870 και την Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου του 1878. H Αυστροουγγαρία των Αψβούργων μέχρι τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. H Κομμουνιστική Διεθνής στον Μεσοπόλεμο. O Στάλιν κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου στο πλαίσιο των σχεδιασμών του για την μεταπολεμική Ευρώπη. O Τίτο το 1944 με τη μετονομασία της γιουγκοσλαβικής επαρχίας Βαρντάρσκα σε Μακεδονία με σκοπό την δημιουργία μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας υπό την εξουσία του. O Ν. Ζαχαριάδης με την περιβόητη 5η Ολομέλεια του ΚΚΕ το 1949 που αναγνώρισε το δικαίωμα εθνικής αποκατάστασης στον λαό των Μακεδόνων. Το θέμα έκλεισε με την καθαίρεση του Ζαχαριάδη.

ΣΤ. Η ρίζα του «Μακεδονισμού» (σκοπιανού αλυτρωτισμού) δεν κόπηκε, όπως σωστά επεσήμανε ο διεθνολόγος Κωνσταντίνος Φίλης, παρ’ όλο που τονίζει, ότι «τα θετικά της συμφωνίας είναι περισσότερα». Ο Κ. Φίλης διευκρινίζει, ότι η αναγνώριση μακεδονικής εθνότητας και μακεδονικής γλώσσας μακροπρόθεσμα μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα «με γνωστή την τάση των Μεγάλων Δυνάμεων να υποδαυλίζουν εθνικές αντιθέσεις στα Βαλκάνια».

Ο Ζόραν Ζάεφ δεν κράτησε ούτε τα προσχήματα. Στην ομιλία του στις Πρέσπες αναφέρθηκε σε «Μακεδόνες, Έλληνες και Ευρωπαίους». Στην διάρκεια των διαπραγματεύσεων καθησύχαζε τους συμπατριώτες του, διαβεβαιώνοντάς τους: «εξασφαλίσαμε την αναγνώριση της μακεδονικής εθνότητας και γλώσσας» και προσπάθησε να πιάσει τον πρωθυπουργό μας στον ύπνο της άγνοιάς του, προτείνοντας ξαφνικά ένα όνομα που δεν ήταν καν στον κατάλογο των υποψηφίων επιλογών: «Δημοκρατία του Ίλιντεν»!

Ως συμπέρασμα κρατάμε την αντικειμενική διαπίστωση, ότι τώρα μπαίνουμε στο βάθος του προβλήματος. Ο Κ. Φίλης, πολύ σωστά, χαρακτήρισε τη συμφωνία όχι ως τελική λύση αλλά ως «Ενδιάμεση Συμφωνία Νούμερο 2»! Αν υπάρχει τέλος, χρειάζεται πολύς δρόμος ακόμη, με πολλά εμπόδια. Γιατί να δεχθούμε εμείς μία εμπροσθοβαρή συμφωνία με αντάλλαγμα υποσχέσεις;

Ο αμερικανικός δημοσιογραφικός κολοσσός Politico είπε και ελάλησε: «Η συμφωνία είναι το τέλος της αρχής». Ζήτω μας!

* Ο Ηλίας Φιλιππίδης έχει διατελέσει πανεπιστημιακός καθηγητής κοινωνιολογίας και νομικός.

Σχόλια