Η «αφασία» βέβαια κυριαρχεί στη δημόσια συζήτηση, και ειδικά στους χώρους της Αριστεράς. Το τι διακυβεύεται ευρύτερα στην περιοχή, ο ρόλος και οι σχεδιασμοί των μεγάλων δυνάμεων, αποδίδονται συνήθως στη σφαίρα της συνομωσιολογίας, ενώ ο «ελληνικός εθνικισμός» ανακαλύπτεται παντού ως μοναδικός αντίπαλος.
Το
πιο ανησυχητικό είναι ότι σχεδόν σύσσωμη η όποια Αριστερά έχει
προσχωρήσει στο στρατόπεδο της κυβέρνησης και των ΗΠΑ, στηρίζοντας, στο
όνομα του πιο ρηχού παγκοσμιοποιημένου «αντιεθνικισμού» τις κυρίαρχες
επιλογές.
Γιώργος Παπαϊωάννου
Οι δηλώσεις του Γ. Μπουτάρη για τις αμοιβαίες υποχωρήσεις που πρέπει να κάνουν Αθήνα και Σκόπια ώστε να επιλυθεί το ζήτημα του ονόματος της γειτονικής χώρας, είναι πολύ πρόσφατες. Το γεγονός ότι ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, και όχι κάποιος άσχετος σχολιαστής, προτείνει την κατάργηση της ονομασίας «Μακεδονία» από ένα αεροδρόμιο μέχρι και από τον σταθμό των ΚΤΕΛ, «καρφώνει» ουσιαστικά αυτά που συνοδεύουν τις σχεδιαζόμενες «λύσεις».
Η «αφασία» βέβαια κυριαρχεί στη δημόσια συζήτηση, και ειδικά στους χώρους της Αριστεράς. Το τι διακυβεύεται ευρύτερα στην περιοχή, ο ρόλος και οι σχεδιασμοί των μεγάλων δυνάμεων, αποδίδονται συνήθως στη σφαίρα της συνομωσιολογίας, ενώ ο «ελληνικός εθνικισμός» ανακαλύπτεται παντού ως μοναδικός αντίπαλος.
Οι δηλώσεις Πάιατ
Μόλις δυο βδομάδες πριν, και ενώ το Μακεδονικό είχε ήδη αναζωπυρωθεί, ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα Τζεφ Πάιατ παραχώρησε μια συνέντευξη στη δημοσιογράφο Σία Κοσιώνη και τον Σκάι. Μόνο αυτή αν μελετούσε κάποιος, θα είχε ένα περίγραμμα των επιδιώξεων της Ουάσιγκτον. Αλλά ακόμα και η ίδια η πράξη της τοποθέτησης του συγκεκριμένου διπλωμάτη στην Ελλάδα πριν ενάμιση περίπου χρόνο, είναι ενδεικτική για το αμερικάνικο «ενδιαφέρον».Ο Τζεφ Πάιατ ήταν από το 2013 πρέσβης στην Ουκρανία και η παρουσία του εκεί συνοδεύτηκε από την αυξημένη εμπλοκή των ΗΠΑ στις ραγδαίες εξελίξεις στην περιοχή, έχοντας αξιοσημείωτη και ενεργή εμπλοκή στην αντι-ρωσική πολιτική των ΗΠΑ. Η μετακίνηση στην Ελλάδα το 2016 ενός τέτοιου «ανθρώπου για όλες τις δουλειές», «ψημένου» στον ψυχρό και θερμό πόλεμο της Ουκρανίας, λέει από μόνη της πολλά.
«Θα αφήσω στην άκρη για λίγο το θέμα του ονόματος. Και ας συζητήσουμε λίγο πιο ανοιχτά για την γεωπολιτική θέση της Ελλάδας και των δυτικών Βαλκανίων, το οποίο συμπεριλαμβάνεται στην ερώτηση σας. Είχαμε τον πρωθυπουργό, κ. Τσίπρα, στην Ουάσινγκτον, τον Οκτώβριο. Είχαμε μια εξαιρετική συζήτηση με τον αντιπρόεδρο, Πενς, που ήταν επικεντρωμένη σε αυτό ακριβώς το θέμα. Η θέση μας για την Ελλάδα είναι ότι είναι ένας πυλώνας σταθερότητας σε μια πολύπλοκη περιοχή αλλά θεωρώ ότι μια από τις πολυπλοκότητες των σχέσεων γειτονίας της Ελλάδας, σχετίζεται με τα Δυτικά Βαλκάνια. Κι εδώ οι θέσεις Ελλάδας και ΗΠΑ συγκλίνουν σημαντικά. Και οι δυο κυβερνήσεις μας πιστεύουν ότι οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων πρέπει να συνεχίσουν την πορεία τους για ένταξη στους ευρωατλαντικούς θεσμούς. Και οι δυο πιστεύουμε ότι όλες αυτές οι χώρες πρέπει να γίνουν μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ότι όλες αυτές οι χώρες, αν το επιλέξουν, μπορούν να γίνουν μέλη του ΝΑΤΟ».
Και συνεχίζει ο πρέσβης:
«Είδαμε τη Ρωσική κακόβουλη επιρροή σε μια ιδιαίτερα εξωφρενική μορφή τον Οκτώβρη, όταν έγινε η απόπειρα πραξικοπήματος στο Μαυροβούνιο, που είχε όλων των ειδών τα ρωσικά αποτυπώματα επάνω του, και το βλέπετε αυτό σε όλη την περιοχή… Αυτό που επεκτείνεται είναι η φιλοδοξία του Κρεμλίνου να προκαλέσει σύγχυση στον προσανατολισμό αυτών των χωρών και στην διαδικασία της συνεχούς μεταρρύθμισης και της ευθυγράμμισής τους με τους ευρωατλαντικούς θεσμούς, που οι άνθρωποι αυτών των χωρών έχουν επιλέξει. Γι’ αυτό βλέπουμε την Ελλάδα ως μια πολύ θετική επιρροή στη γειτονιά (…) αυτή η χώρα αποκαθιστά τον ρόλο της ως γεωπολιτικός “μεντεσές” μεταξύ της Ευρώπης και της ευρύτερης γειτονιάς. Και το κάνει αυτό ως δυνατός ΝΑΤΟϊκός σύμμαχος των ΗΠΑ».
Σε αυτό το πλαίσιο, οι πιέσεις των ΗΠΑ για λύση στο θέμα του ονόματος δεν είναι δύσκολο να ερμηνευτούν. Στην ίδια συνέντευξη, ο Τζεφ Πάιατ απέφυγε πολλές φορές την «ονοματολογία» επαναλαμβάνοντας μονότονα ότι για αυτό το θέμα εμπιστεύεται τις κινήσεις του διαμεσολαβητή Μάθιου Νίμιτς. Τις ίδιες πάνω-κάτω μέρες, ο πρέσβης της Ρωσίας στη χώρα μας Αντρέι Μάσλοβ δήλωνε από τη μεριά του στην Εφημερίδα των Συντακτών ότι «η συμμετοχή των χωρών αυτής της ευαίσθητης περιοχής στη Βορειοατλαντική Συμμαχία (…) αποτελεί παράγοντα αποσταθεροποίησης».
Καθένας θα κατανοούσε ότι πίσω από το νέο άνοιγμα του Μακεδονικού, βρίσκεται η σπουδή των ΗΠΑ να κερδίσουν πόντους στην περιοχή των Βαλκανίων έναντι της Ρωσίας. Σε μια στιγμή μάλιστα που δρομολογούνται σοβαρότατες εξελίξεις στο Μεσανατολικό και στις σχέσεις των σημαντικών περιφερειακών δυνάμεων της περιοχής. Πίσω δε από την πρόθεση του εγχώριου πολιτικού κόσμου, και ειδικά της κυβέρνησης, να κλείσει βιαστικά το ζήτημα δεν βρίσκεται κάτι άλλο εκτός από τον προσανατολισμό της υπέρ της πολιτικής των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην περιοχή. Η με κάθε τρόπο έκφραση των πολιτών (από τις δημοσκοπήσεις μέχρι τα συλλαλητήρια) εναντίον των διαφαινόμενων λύσεων είναι ο μοναδικός σχεδόν παράγοντας που στάθηκε εμπόδιο σε αυτή τη σπουδή.
Οι ΗΠΑ, ο ΜΚΟ και ο δήμαρχος
Οι Αμερικάνοι φυσικά δεν εξαντλούν τις μεθόδους άσκησης πολιτικής σε συνεντεύξεις και πιέσεις προς τις κυβερνήσεις. Ένας από τους τρόπους εξάπλωσης της επιρροής τους, έχει να κάνει με τον γαλαξία των κάθε λογής Οργανισμών, Ιδρυμάτων και ΜΚΟ που αναλαμβάνουν να κάνουν πιο ελκτικές τις θέσεις των ΗΠΑ για τα διεθνή ζητήματα προσθέτοντας αρκετές δόσεις «ελευθερίας», «δημοκρατίας» και «human rights». Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας αποτέλεσε, και από αυτή την άποψη, ένα μεγάλο πείραμα.Η περίπτωση Μπουτάρη δεν είναι καθόλου τυχαία σε σχέση με όλα αυτά. Ο δήμαρχος με το σκουλαρίκι και τον «φιλελεύθερο» λόγο, έχει άμεση συσχέτιση με όλο αυτό το κύκλωμα που εμπλέκεται με πλήθος δραστηριοτήτων από το Προσφυγικό μέχρι το ξαναγράψιμο της Ιστορίας. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του CDRSEE (Κέντρο για τη Συμφιλίωση και τη Δημοκρατία στη Νοτιανατολική Ευρώπη), ενός Μη Κυβερνητικού Οργανισμού που λειτουργεί από τον Μάιο του 2000 με έδρα τη Θεσσαλονίκη και στοχεύει «να ενθαρρύνει τις επαφές, την κατανόηση και τη συμφιλίωση μεταξύ των λαών της Ν.Α. Ευρώπης». Μέχρι και το 2001, την προεδρία του ιδρύματος είχε (μαντέψτε ποιος;) ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ Μάθιου Νίμιτς και στη συνέχεια την προεδρία ανέλαβε ο Αμερικανός νομικός και διπλωμάτης Ρ. Σίφτερ.
Στην επίσημη σελίδα του Ιδρύματος μπορεί κανείς να διαπιστώσει ότι στους χρηματοδότες του συμπεριλαμβάνονται μεταξύ άλλων η Κομισιόν, τράπεζες (ΕΤΕ, Alpha Bank), ιδρύματα όπως το «Open Society Fund – Macedonia» με σφραγίδα Σόρος και έδρα τα Σκόπια, αλλά και ο Δήμος Θεσσαλονίκης, ενώ στις αρχές του 2014 ο Γ. Μπουτάρης δήλωνε «περήφανος που αυτό το Κέντρο υπάρχει στη Θεσσαλονίκη».
Δεν είναι να απορεί λοιπόν κανείς που ο δήμαρχος λειτουργεί ουσιαστικά σαν «λαγός» για την προώθηση της λύσης που «μαγειρεύεται». Το πιο ανησυχητικό είναι ότι σχεδόν σύσσωμη η όποια Αριστερά έχει προσχωρήσει στο στρατόπεδο της κυβέρνησης και των ΗΠΑ, στηρίζοντας, στο όνομα του πιο ρηχού παγκοσμιοποιημένου «αντιεθνικισμού» τις κυρίαρχες επιλογές.
ΠΗΓΗ
-----------------------
Σχόλια