όλο και περισσότερο κυβερνόμαστε από μια πνευματική, πολιτική, οικονομική και πολιτιστική ελίτ που δεν υπόκειται στις συνέπειες των αποφάσεων που παίρνει για εμάς
Του Jeff Deist
Ο Nassim Nicholas Taleb δεν μπορεί να αντέξει τους ηλίθιους. Συγγραφέας πολλών βιβλίων, όπως το Black Swan και το Antifragile, ο Taleb είναι γνωστός τόσο για την εμπρηστική του προσωπικότητα, όσο και για το λαμπρό του έργο στην θεωρία των πιθανοτήτων. Οι αναγνώστες της πολύ ενεργής σελίδας του middle page θα βιώσουν ένα φοβερό μυαλό χωρίς ανοχή στην «μοντέρνα» συλλογική σκέψη. Ένα μυαλό που απολαμβάνει με ιδιαίτερη ευχαρίστηση να τα «χώνει» στις ελίτ οι οποίες παίρνουν αποφάσεις για εμάς, χωρίς να ρισκάρουν τίποτα προσωπικό (skin in the game).Η οπτική αυτή (skin in the game) του Taleb είναι ένα κεντρικό (και ευπρόσδεκτο) δόγμα της κοσμοθεωρίας του: όλο και περισσότερο κυβερνόμαστε από μια πνευματική, πολιτική, οικονομική και πολιτιστική ελίτ που δεν υπόκειται στις συνέπειες των αποφάσεων που παίρνει για εμάς (παρά τη θέληση μας) . Με αυτή την έννοια, ο Taleb είναι ευθέως λαϊκιστής και στην πραγματικότητα αναγνώρισε σωστά τις κοινές τάσεις πίσω από την οικονομική κατάρρευση του 2008, του Brexit και της εκλογής του Trump.
Κατανοεί ότι η παγκοσμιοποίηση δεν είναι φιλελευθερισμός, πως η ταυτότητα και η πολιτιστική κουλτούρα έχουν σημασία και, πάνω απ’ όλα, πως οι ελίτ δεν αντιλαμβάνονται πώς η τυχαιότητα και η αβεβαιότητα απειλούν το αναπόφευκτο μιας παγκόσμιας τάξης.
Έτσι, ο Taleb υποστηρίζει ότι η παγκόσμια ιντελιγκέντσια δεν είναι μόνο υπεροπτική όταν σχεδιάζει το μέλλον μας, αλλά είναι και ανίδεη: η ευθραυστότητα είναι αρκετή και απειλεί να συντρίψει το παγκόσμιο οικονομικό φόρουμ. Η αλαζονεία τους προέρχεται από τον ανέξοδο πλουτισμό και τη δημοσιότητα, σε συνδυασμό με την άγνοια τους για τους μαύρους κύκνους που αναμένουν.
Πόλεμος κατά της ιντελιγκέντσιας των ψευδο-ειδικών
Γεννημένος στο Λίβανο μέλος εξέχουσας οικογένειας, εκπαιδευμένος στο πανεπιστήμιο του Παρισιού και του Wharton, ο Taleb προοριζόταν να γίνει μέρος της διανοητικής ελίτ που χλευάζει. Αλλά δεν ήταν ποτέ ένας από αυτούς. Η ασυμβίβαστη προσωπικότητα του, ενισχυμένη από την αφοσίωση σε εντατικές ασκήσεις άρσης βαρών, γίνονται άμεσα εμφανείς στις διαβόητες συνεντεύξεις του και στις δημόσιες αντιπαραθέσεις του στα social media. Η προθυμία του να εμβαθύνει στη μελέτη της ιστορίας και της θρησκείας τον ξεχωρίζει από τους νεοφιλελεύθερους που ελπίζουν να ξεχαστούν αυτά τα δύο. Ο Taleb γράφει για τον ευφυή καθημερινό άνθρωπο και αυτή η λαϊκή του προσέγγιση επεκτείνεται και στην περιγραφή για τον εαυτό του ως «ιδιωτικού διανοούμενου και όχι δημόσιου».Οι φιλελεύθεροι της Αυστριακής παράδοσης, θα βρουν πολλά να θαυμάσουν στις εξαιρετικές επιθέσεις του κατά των «ψευδο-ειδικών» τους οποίους εντοπίζει στον ακαδημαϊκό χώρο, τη δημοσιογραφία, την πολιτική και την επιστήμη. Αλλά ο Τάλεμπ δεν είναι «Αυστριακός» – φιλελεύθερος. Ενώ κατέχει οικτρή άποψη για τους περισσότερους οικονομολόγους – ζητώντας μάλιστα την κατάργηση του Νόμπελ οικονομικών – δεν καταγγέλλει τα οικονομικά καθ αυτά ως πεδίο σπουδών. Ούτε υποστηρίζει ετερόδοξες ή αντιδραστικές ροπές:
Αν και δεν αντιτίθεται στη χρήση μαθηματικών και στατιστικών στα οικονομικά, οι «Αυστριακοί» φιλελεύθεροι μοιράζονται την οπτική του ότι και τα δύο είναι απλά εργαλεία για τους οικονομολόγους. Τα στατιστικά μοντέλα είναι ως επί το πλείστον άχρηστα και δεν παρέχουν καμία αξία στην οικονομική πρόβλεψη ή στους επενδυτές, παρά τις πολύ παχυλές αμοιβές της πανεπιστημιακής «αφρόκρεμας» που τα κατασκευάζει. Στην πραγματικότητα, τα μοντέλα αυτά έχουν συχνά επιβλαβείς συνέπειες, υπό την έννοια δημιουργίας μιας ψεύτικης αίσθησης σχετικής βεβαιότητας, η οποία δεν υφίσταται. Είναι αναζωογονητικό να βλέπουμε τον Taleb να στηρίζει αυτό το θεώρημα τόσο αποτελεσματικά, έξω από το αυστριακό πρότυπο της πραξεολογίας. Αλλά αν η άποψή του για τα οικονομικά είναι η βασική, ο τόνος του μοιάζει σαν ο Rothbard να συναντά τον Hayek:«Είμαι ορθόδοξος νεοκλασικός οικονομολόγος, όχι περιθωριακός ετερόδοξος ή κάτι τέτοιο. Απλά δεν μου αρέσουν τα αναξιόπιστα μοντέλα που χρησιμοποιούν μαθηματικά σαν αναδρομές και στερούνται στοχαστικότητας. Παίρνουν έτσι λανθασμένα αποτελέσματα και μισώ την παραπλανητική μηχανιστική εξάρτηση από κακές στατιστικές μεθόδους. Δεν μου αρέσουν τα μοντέλα που αποδυναμώνουν. Δεν μου αρέσουν τα μοντέλα που λειτουργούν στον υπολογιστή κάποιου αλλά όχι στην πραγματικότητα. Αυτό κάνουν τα standard οικονομικά.»
Ο Ταλέμπ βρίσκει ρόλο στην κυβέρνηση και υποστηρίζει τους νόμους περί προστασίας των καταναλωτών ενάντια στην επιθετική (αρπακτική) δανειοδότηση ως ένα παράδειγμα. Υποστήριξε όμως επίσης τον Ron Paul στις προεδρικές εκλογές του 2012 και ανέφερε πράγματι τον Hayek ως επιρροή του όσον αφορά τη διάδοση της γνώσης στην κοινωνία. Έχει επίσης ρίξει ειδικό δηλητήριο σε πολλούς αξιοσημείωτους στόχους του κλάδου των επαγγελματιών οικονομολόγων, όπως στον Paul Krugman, τον Joseph Stiglitz και τον Paul Samuelson. Ο Taleb χαρακτηρίζει ως «σύνδρομο Stiglitz» τη διαδικασία σύμφωνα με την οποία οι δημόσιοι διανοούμενοι δεν υποφέρουν από οικονομικές ή επαγγελματικές συνέπειες, όταν είναι θεαματικά λάθος στις προβλέψεις τους.«…Είμαι υπέρ της θρησκείας ως δύναμης που δαμάζει την αλαζονεία. Για έναν Έλληνα Ορθόδοξο, η ιδέα του Θεού ως δημιουργού έξω από τον άνθρωπο δεν είναι ο Θεός με όρους Θεού. Ο Θεός μου δεν είναι ο Θεός του George Bush.»
«…Γνωρίζουμε από τη θεωρία του χάους ότι ακόμα κι αν είχαμε ένα τέλειο μοντέλο του κόσμου, θα χρειαστεί άπειρη ακρίβεια για να προβλέψουμε μελλοντικά γεγονότα. Με τα κοινωνικοπολιτικά και τα οικονομικά φαινόμενα, δεν ισχύει κάτι τέτοιο.»
Αυτό είναι ιδιαίτερα εκνευριστικό για έναν άνθρωπο που προέβλεψε σωστά (και στην πραγματικότητα έγινε πλούσιος ως αποτέλεσμα) τις οικονομικές κρίσεις του 1987 και του 2008. Και στις δύο περιπτώσεις, ο Taleb είχε άμεση συμμετοχή (skin in the game) ως trader στην αγορά. Το δικό του χρήμα και η φήμη ήταν σε ρίσκο, σε αντίθεση με των οικονομολόγων της αυλής των New York Times.
Για μια εξαιρετική (αν και έμμεση) ανάλυση του τρόπου με τον οποίο οι Αυστριακοί και οι λιμπερταριανοί μπορούν να προωθήσουν την υπόθεση τους από θέση μειονότητας, το άρθρο του Ταλέμπ The Most Intolerant Wins: The Dictatorship of the Small Minority είναι απαραίτητο να διαβαστεί. Μας υπενθυμίζει ότι μια μικρή μειοψηφία με θάρρος – η πιο σημαντική μορφή στην θεωρία του «skin in the game» – μπορεί να υπερισχύσει στις μάζες. Και μας υπενθυμίζει επίσης ότι οι θαρραλέοι μεμονωμένοι δρώντες, όχι το 51% των μαζικών κινημάτων, οδηγούν τις πραγματικές αλλαγές σε κάθε κοινωνία:
Τα οικονομικά χάνονται, βυθίζονται σε μια κινούμενη άμμο προγνωστικών μοντέλων που αποτυγχάνουν στην πρόγνωση και σε μακρο-ανάλυση που αποτυγχάνει να αναλύσει. Η δημοκρατική πολιτική χάνεται, καταστρέφεται από κακούς παράγοντες με διεστραμμένα κίνητρα που καίνε το κεφάλαιο αντί να το συσσωρεύσουν. Και ο ακαδημαϊκός κόσμος χάνεται, εξακολουθεί να είναι κολλημένος σε ένα παμπάλαιο μοντέλο που διαχειρίζονται εκ του ασφαλούς ανίκανοι διδάκτορες. Ο Taleb συλλέγει όλα αυτά τα στοιχεία και κάνει μια αξιοθαύμαστη δουλειά στο να τα ερμηνεύσει. Οι φιλελεύθεροι της Αυστριακής παράδοσης, οι λιμπερταριανοί, θα ήταν σοφό να τον δουν ως πολύτιμο σύμμαχο και σαν μια δυνατή φωνή στον συνεχιζόμενο αγώνα κατά των κρατών, των κεντρικών τραπεζών και των σχεδιαστών κάθε επιπέδου.Η όλη ανάπτυξη της κοινωνίας, είτε οικονομική είτε ηθική, προέρχεται από ένα μικρό αριθμό ανθρώπων. Έτσι, κλείνουμε αυτό το κεφάλαιο με μια παρατήρηση σχετικά με το ρόλο της άμεσης συμμετοχής (skin in the game) στην κατάσταση της κοινωνίας. Η κοινωνία δεν εξελίσσεται με συναίνεση, ψηφοφορία, πλειοψηφία, επιτροπές, φλύαρες συναντήσεις, ακαδημαϊκά συνέδρια και δημοσκοπήσεις. Μόνο λίγοι άνθρωποι αρκούν για να μετακινήσουν δυσανάλογα την κατάσταση. Το μόνο που χρειάζεται είναι ένας ασύμμετρος κανόνας σε κάποιο σημείο. Και η ασυμμετρία είναι παρούσα στα πάντα.»
***
- Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Mises.
- Μετάφραση: «Ελεύθερη Αγορά»
Ο Jeff Deist είναι
πρόεδρος του Ινστιτούτου Mises από το 2013. Προηγουμένως εργάστηκε ως
επικεφαλής του προσωπικού του Γερουσιαστού Ron Paul και ως δικηγόρος για
πελάτες ιδιωτικών αμοιβαίων κεφαλαίων.
ΠΗΓΗ
ΠΗΓΗ
Σχόλια