Αναμένοντας την επόμενη κρίση

Η διεθνής οικονομική κρίση ξεκίνησε (2007) ως κρίση ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου (χρηματοπιστωτική), μετεξελίχθηκε σε κρίση της πραγματικής οικονομίας (οικονομική κρίση και ύφεση) και εξελίσσεται σήμερα σε κρίση συνδυασμού του χαμηλού πληθωρισμού, της στασιμότητας ή της ποσοστιαίας πτωτικής τάσης της ανεργίας καθώς και της απασχόλησης, με την διεύρυνση όλων των μορφών (απασχόληση, χρόνος εργασίας, αμοιβές, κοινωνική ασφάλιση, καταβολή μισθών, κ.λ.π.) ευελιξίας.
Πράγματι, όπως αναφέρεται σε πρόσφατες δημοσιεύσεις της διεθνούς βιβλιογραφίας, συντελείται κατά το τελευταίο διάστημα, με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο το φαινόμενο της μη επιβεβαίωσης της καμπύλης Φίλιπς, με την έννοια ότι η ποσοστιαία μείωση του επιπέδου της ανεργίας, π.χ. σε ΗΠΑ, Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν συνοδεύεται από την αύξηση των μισθών, την αύξηση της κατανάλωσης, της ζήτησης και του πληθωρισμού.
Οι κεντρικές τράπεζες (π.χ. FED και ΕΚΤ), που έχουν ως κύριο μέλημα την σταθεροποίηση της διεθνούς οικονομίας και την ρύθμιση του πληθωρισμού γύρω από το 2%, εφαρμόζουν οικονομικές και νομισματικές πολιτικές οι οποίες δεν επιτυγχάνουν αυτό το στόχο. Ως εκ τούτου, το τελευταίο διάστημα προβληματίζονται για την διακοπή αυτών των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης. Κι αυτό γιατί τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης τα οποία έχουν ως στόχο την τόνωση της οικονομίας και την αύξηση του πληθωρισμού στα επίπεδα του 2%, έχουν συμβάλλει στην αύξηση, σε μεγάλο βαθμό, των ισολογισμών των κεντρικών τραπεζών αλλά το επίπεδο του πληθωρισμού παραμένει πολύ χαμηλότερο (1,2%-1,3%) από τον στόχο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο προβληματισμός που αναπτύσσεται στην βιβλιογραφία και στις συναντήσεις των κεντρικών τραπεζών περιλαμβάνει διαφορετικές αντιλήψεις και απόψεις, όπως για παράδειγμα ότι: α) ο πληθωρισμός σταδιακά θα αυξηθεί, β) η σύνδεση της ανεργίας με τον πληθωρισμό δεν είναι ορθή αλλά ποια άλλη οικονομική θεώρηση σήμερα θα αντικαταστήσει αυτή τη σχέση και γ) επέρχεται το τέλος της νομισματικής πολιτικής που ασκείται από τον 17ο αιώνα, με την έννοια ότι μέχρι σήμερα η εφαρμογή χαλαρής νομισματικής πολιτικής συνδεόταν με συνθήκες αύξησης του πληθωρισμού.
Από την άποψη αυτή, το ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: ποιοι είναι οι λόγοι οι οποίοι διαμορφώνουν το φαινόμενο της μη σύνδεσης της ανεργίας με τον πληθωρισμό, παρά το γεγονός ότι οι κεντρικές τράπεζες αν και προβαίνουν στην αύξηση του ισολογισμού τους (π.χ. η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) δαπάνησε δύο τρις Ευρώ σε αγορά κρατικών ομολόγων) αποτυγχάνουν στην επίτευξη του στόχου αύξησης του πληθωρισμού?
Η επεξεργασία και ανάλυση του φαινομένου ακύρωσης της καμπύλης Φίλιπς, π.χ. σε ΗΠΑ, Ε.Ε., συνηγορεί με το γεγονός ότι οι λόγοι που το διαμορφώνουν, μεταξύ των άλλων, είναι, κατά βάση, η εξέλιξη και η παραγωγική χρήση των νέων τεχνολογιών της ρομποτικής, του αυτοματισμού και της τεχνητής νοημοσύνης, η διευρυμένη αύξηση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης και η αύξηση της γήρανσης του πληθυσμού στην διεθνή οικονομία.
Πράγματι, οι τεχνολογικές εξελίξεις επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό την λειτουργία της οικονομίας αφού επιδρούν σημαντικά στην παραγωγική διαδικασία, στην απασχόληση και την διάρθρωση της, στα εισοδήματα και στην καταναλωτική συμπεριφορά, με αποτέλεσμα, όπως προκύπτει από τα δεδομένα των τεχνολογικών, παραγωγικών, εργασιακών και δημογραφικών εξελίξεων, να ανατρέπονται παραδοσιακές υποθέσεις εργασίας και να απαιτούνται νέες υποθέσεις εργασίας και νέα οικονομικά υποδείγματα, τα οποία θα λαμβάνουν υπόψη τις νέες διαρθρωτικές αλλαγές. Και αυτό γιατί η τεχνολογική έκρηξη του αυτοματισμού, της ρομποτικής και της τεχνητής νοημοσύνης έχει επηρεάσει, σε μεγάλο βαθμό, την αγορά εργασίας, αντικαθιστώντας τις σταθερές και μόνιμες θέσεις εργασίας από τις ευέλικτες και ανασφαλείς μορφές απασχόλησης.
Έτσι, ενώ αυξάνεται η παραγωγικότητα και η ανεργία μειώνεται ποσοστιαία, οι νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται είναι σε μεγαλύτερο βαθμό ευέλικτες και χαμηλού μισθολογικού κόστους εργασίας (gig economy). Με άλλα λόγια, η νέα τεχνολογία της ρομποτικής, των υπολογιστών και της τεχνητής νοημοσύνης, διευρύνει στην παραγωγική διαδικασία την αυτοματοποίηση και αυξάνει, ως εκ τούτου, το επίπεδο της παραγωγικότητας των επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα η ίδια ποσότητα των προϊόντων, που εμπεριέχει και την βελτίωση της ποιότητας τους, να παράγεται με λιγότερους εργαζόμενους.
Από την άποψη αυτή, η σημαντική αύξηση κατά 30% του επιπέδου παραγωγικότητας των επιχειρήσεων και η μείωση του κόστους εργασίας κατά 18%-33% στην μεταποίηση, οδήγησε, σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Ομοσπονδίας Ρομποτικής, στην αύξηση του συνολικού αριθμού των βιομηχανικών ρομπότ κατά 11% το 2015 (1,6 εκατομ. ρομπότ) σε σχέση με το 2014, με προοπτική μέχρι το τέλος του 2019 ο συνολικός αριθμός ρομπότ στην διεθνή οικονομία να φθάσει στα 2,6 εκατομ. και μέχρι το 2030 θα αντικαταστήσουν το 38% των θέσεων εργασίας, με αποτέλεσμα να απολεσθούν μισθοί της τάξης των 15 τρις ευρώ.
Έτσι, στις συνθήκες αυτές, αντί να παρατηρείται αύξηση του πληθωρισμού, λόγω της θεωρητικής «αύξησης» των μισθών που προκαλείται από την ποσοστιαία μείωση της ανεργίας, η διευρυμένη ευελιξία της απασχόλησης συμβάλλει στην μείωση των μισθών και στην μείωση της ζήτησης, με αποτέλεσμα ο πληθωρισμός να παραμένει σε χαμηλά επίπεδα (1,2%). Παράλληλα, το φαινόμενο αυτό προκαλεί αύξηση της κερδοφορίας και της ανισοκατανομής του εισοδήματος, την στιγμή που το ποσοστό εισοδήματος του πλουσιότερου 1% του πληθυσμού, αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια, σε τέτοιο βαθμό, που αντιστοιχεί με το επίπεδο εισοδήματος εκατό ετών πριν.
Από την άποψη αυτή, αξίζει να σημειωθούν τα συμπεράσματα της πρόσφατης (2016) έκθεσης της Bundesbank, σύμφωνα με τα οποία το πλουσιότερο 10% των γερμανών κατέχει το 60% του πλούτου της χώρας και το φτωχότερο 50% του γερμανικού πληθυσμού καρπούται μόλις το 2,5% του συνολικού πλούτου της χώρας.
Επίσης, μία σοβαρή διαρθρωτική αιτία που προκαλεί, μεταξύ των άλλων, το φαινόμενο του χαμηλού πληθωρισμού είναι και η αυξημένη γήρανση του πληθυσμού. Η σημαντική ανατροπή της δημογραφικής πυραμίδας και της ηλικιακής δομής του πληθυσμού, σε συνδυασμό με την μείωση του εισοδήματος των συνταξιούχων οδηγεί σε δομικές αλλαγές τόσο την ζήτηση, όσο και το καταναλωτικό τους πρότυπο.
Οι εξελίξεις αυτές σηματοδοτούν για τη διεθνή οικονομία, την άμεση αναγκαιότητα σχεδιασμού ενός νέου κοινωνικο-οικονομικού και παραγωγικού υποδείγματος, το οποίο θα οδηγεί σε δίκαιη κατανομή του παραγόμενου πλούτου λόγω της αύξησης της παραγωγικότητας εξαιτίας της χρήσης των νέων τεχνολογιών (μείωση του χρόνου εργασίας χωρίς μείωση των αποδοχών), παράλληλα με την αποτελεσματική αντιμετώπιση των διαρθρωτικών ανακατατάξεων της απασχόλησης (εκτιμάται ότι το 85% των θέσεων εργασίας για το 2030 δεν έχει ακόμη επινοηθεί).
Σε διαφορετική περίπτωση όπου η διεθνής οικονομία θα αρνηθεί ή θα καθυστερήσει την προετοιμασία μετάβασης της στην ρομποτική εποχή, τότε εκτιμάται ότι θα αντιμετωπίσει την επόμενη κρίση (σοβαρότερη από την χρηματοπιστωτική) σε συνθήκες όξυνσης μίας θεμελιώδους αντίφασης στον πυρήνα της πραγματικής οικονομίας: αυτή της απασχόλησης και της διάρθρωσης της, της ανεργίας, της ανισοκατανομής του εισοδήματος και της χαμηλής ζήτησης που θα επιφέρουν αποεπένδυση και παράλληλα σοβαρή συρρίκνωση της παραγωγής, της προσφοράς και της κατανάλωσης.
*Ο Σάββας Ρομπόλης είναι Ομότιμος Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου και ο Βασίλης Μπέτσης Υποψήφιος Διδάκτορας Παντείου Πανεπιστημίου.

Σχόλια