Με τη σωρευτική ύφεση του 25%, τη χρεοκοπία των ελληνικών τραπεζών και των νοικοκυριών και την τεράστια πολιτική πόλωση να έχουν καταστήσει την ανάκαμψη της χώρας μη βιώσιμη και μη υγιώς μεταρρυθμίσιμη, η Ελλάδα παραμένει μόνη της στην άκρη του τραπεζιού, έχοντας αναθέσει τη διαχείριση της τύχης είτε σε ό,τι περίσσεψε από το πασοκικό πολιτικό προσωπικό που χρεοκόπησε τη χώρα είτε σε εκείνο το πολιτικό προσωπικό που υπόσχεται ότι η χώρα θα συνέλθει με νεοφιλελευθερισμό.
Η μελέτη της πρόσφατης έκθεσης βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους του ΔΝΤ φανερώνει πως η υποεκτίμηση των αρνητικών και η υπερεκτίμηση των θετικών οικονομικών παραμέτρων έχει γίνει συστημική, τα δρακόντεια μέτρα μόνιμα, η αποτυχία των εκτιμήσεων δανειστών και ελληνικών κυβερνήσεων βέβαιη και η εξαιρετική μη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους δεδομένη. Βέβαια, η υπόσχεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ότι θα κάνει τη δική της έκθεση βιωσιμότητας παραμένει έωλη, καθώς καθυστερεί επί δύο ολόκληρα χρόνια. Γιατί, άραγε;
Αυτός είναι ο λόγος που η κυβέρνηση Τσίπρα έσπευσε να δανειστεί από τις αγορές με ακριβούτσικα επιτόκια, αγγλικό Δίκαιο και ενέχυρα στην εθνική περιουσία που έχει ήδη υποθηκεύσει για 99 χρόνια. Η δημιουργία χρηματοδοτικών κενών που θα προκύψουν και η εκτίμηση ότι η Ελλάδα βαδίζει σε ένα συνεχές αδιέξοδο όπου συναντά τον ένα τοίχο μετά τον άλλο, με την κυβέρνηση να προσπαθεί να σκεπάσει τα κενά των πρωτογενών πλεονασμάτων με ένα μείγμα μέτρων και πρακτικών μπούμερανγκ, που νομοτελειακά επιστρέφουν για να πληγώσουν τη χώρα και τους πολίτες της. Το χειρότερο απ' όλα, όμως, είναι πως τα παραπάνω γίνονται εσκεμμένα και όχι εξαιτίας άγνοιας ή λάθος υπολογισμών. Μελετώντας κανείς τη σημαντικότερη διεθνή βιβλιογραφία περί βιωσιμότητας του χρέους σε δημοκρατικά πολιτεύματα, διαπιστώνει την ταύτιση των μελετητών στο συμπέρασμα πως, όταν η αξιολόγηση ενός χρέους ως βιώσιμου βασίζεται στη λήψη δρακόντειων μέτρων για την επίτευξη μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων, τότε είναι καταδικασμένη να αποτύχει.
Το «dirty exit» είναι το νέο κυβερνητικό «success story», αλλά μην το πείτε πουθενά. Είναι το ίδιο -αλλά καλύτερα προετοιμασμένο από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο- για να βγούμε στις αγορές με την αντίστοιχη κίνηση της κυβέρνησης των Σαμαροβενιζέλων το 2014. Είναι διασκεδαστικό πλέον να αφηγούνται ακριβώς το ίδιο: Βαδίζουμε στην ανάπτυξη και τελειώνουν τα μνημόνια! Η κυβέρνηση και γενικότερα το πολιτικό προσωπικό της χώρας εξακολουθούν να χειρίζονται πολύ σοβαρά ζητήματα για το μέλλον μας με όρους προπαγάνδας.
Ο Ντάνιελ Γκρος, επιφανής Γερμανός οικονομολόγος, επικεφαλής ενός από τα σημαντικότερα think tanks στην Ευρώπη (CEPS - Κέντρο Ευρωπαϊκών Πολιτικών Μελετών), θεωρεί βλαπτική την έξοδο στις αγορές, η οποία γίνεται, όπως λέει, για επικοινωνιακούς λόγους. Μη βιώσιμος ο -έστω και δοκιμαστικός- δανεισμός από τις αγορές για την Ελλάδα, σχολιάζει και ο καθηγητής Οικονομικών Zsolt Darvas και συνεργάτης ερευνητής του Ινστιτούτου Bruegel, τονίζοντας πως ο δρόμος για ένα τέταρτο μνημόνιο παραμένει ανοιχτός. Για προφανείς λόγους (υψηλό δημόσιο χρέος της Ελλάδας, αβεβαιότητα σχετικά με την πιθανή ελάφρυνση του χρέους, πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα), η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να δανειστεί με ρυθμό που προσεγγίζει το τρέχον κόστος δανείων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), το οποίο είναι κάτω από 1% ετησίως, όπως υπογραμμίζει.
Ωστόσο, θα πρέπει να επισημανθεί και κάτι για το οποίο η κυβέρνηση ορθώς δικαιούται να πανηγυρίζει: Η αγορά ομολόγων δεν τη θεωρεί πλέον επικίνδυνη για τη χώρα. Το αποδεικνύει η σταδιακή απόσυρση του risk premium (πρόσθετο κόστος δανεισμού), το οποίο επιβάρυνε τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων λόγω της αβεβαιότητας/ανασφάλειας που προκαλούσε η αλλοπρόσαλλη πολιτική και ρητορική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Τώρα, επιμελώς, χτίζεται το νέο παραμύθι της δήθεν μεγάλης αλλαγής που έρχεται και θα μας βγάλει από τα μνημόνια και την οικονομική καταστροφή χάρη στους επιχειρηματίες που τους έχει ανακαλύψει το «Βήμα». Οχι, δεν απορώ πλέον γιατί δεν διανοούνται να κτυπήσουν τις αιτίες της καταστροφής αυτής και την έλλειψη οικονομικής κυριαρχίας και υπόσχονται ότι οι ίδιοι θα μας βγάλουν από την καταστροφή. Βεβαίως, η έξοδος από την καταστροφή είναι δυνατή, αλλά πρέπει εμείς να την ορίσουμε. Οχι αυτοί... που επικαλούνται τις «αναγκαίες» μεταρρυθμίσεις για να ντύσουν τις σκοτεινές προθέσεις τους. «Αναγκαίες» όχι βέβαια για το «καλό της οικονομίας», όπως μας λένε πολιτικοί, οικονομολόγοι, τραπεζίτες και τις οποίες παπαγαλίζουν οι συστημικοί δημοσιογράφοι, αλλά για το δικό τους καλό. Κρύβονται, βεβαίως, πίσω από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούν το Βερολίνο, οι Βρυξέλλες, το ΔΝΤ και ο Στουρνάρας. Ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις υπόσχονται και οι νεοφιλελεύθεροι του Μητσοτάκη. Μεταρρυθμίσεις απαιτεί και το Ποτάμι και οι Σημιτιστές του διεφθαρμένου εκσυγχρονισμού. Μια οικονομική έννοια που την έχουν καταντήσει βρόμικη στη σκέψη του λαού!
Στο μεταξύ, σε υπέρογκα χρέη έχουν βαλτώσει οι επιχειρήσεις μαζί με τις επενδύσεις. Πέρα από το τεράστιο βάρος του δημόσιου χρέους της χώρας, το οποίο είναι μη βιώσιμο και για το οποίο αναγκαστικά θα απαιτηθεί ρύθμιση πληρωμών, υπάρχει ένα τεράστιο εσωτερικό χρέος που έχει γονατίσει την ελληνική οικονομία, παραλύοντας τις συναλλαγές και τη δυνατότητα υγιούς ανάκαμψης της οικονομίας. Γι’ αυτήν την παγίδα χρέους καμία ρύθμιση δεν είναι επαρκής να την αντιμετωπίσει στο πλαίσιο της ασκούμενης πολιτικής του μνημονίου. Τεράστιες οι πληγές και από τη βύθιση του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών. Μετά το γκρέμισμα της Σοφοκλέους επί Σημίτη, ήρθε ξανά η καταστροφή των μετοχικών αξιών στα χρόνια του μνημονίου. Από το υψηλό του Γενικού Δείκτη στις 31/10/2007 έως το χαμηλό στις 5/6/2012, η πτώση κυμάνθηκε στο 91% και θεωρείται η μεγαλύτερη κατάρρευση των ελληνικών μετοχών, η οποία ξεπέρασε τη «φούσκα» του ’99. Το ελληνικό Χρηματιστήριο δεν έχει συνέλθει...
ΠΗΓΗ
-----------------
Η μελέτη της πρόσφατης έκθεσης βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους του ΔΝΤ φανερώνει πως η υποεκτίμηση των αρνητικών και η υπερεκτίμηση των θετικών οικονομικών παραμέτρων έχει γίνει συστημική, τα δρακόντεια μέτρα μόνιμα, η αποτυχία των εκτιμήσεων δανειστών και ελληνικών κυβερνήσεων βέβαιη και η εξαιρετική μη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους δεδομένη. Βέβαια, η υπόσχεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ότι θα κάνει τη δική της έκθεση βιωσιμότητας παραμένει έωλη, καθώς καθυστερεί επί δύο ολόκληρα χρόνια. Γιατί, άραγε;
Αυτός είναι ο λόγος που η κυβέρνηση Τσίπρα έσπευσε να δανειστεί από τις αγορές με ακριβούτσικα επιτόκια, αγγλικό Δίκαιο και ενέχυρα στην εθνική περιουσία που έχει ήδη υποθηκεύσει για 99 χρόνια. Η δημιουργία χρηματοδοτικών κενών που θα προκύψουν και η εκτίμηση ότι η Ελλάδα βαδίζει σε ένα συνεχές αδιέξοδο όπου συναντά τον ένα τοίχο μετά τον άλλο, με την κυβέρνηση να προσπαθεί να σκεπάσει τα κενά των πρωτογενών πλεονασμάτων με ένα μείγμα μέτρων και πρακτικών μπούμερανγκ, που νομοτελειακά επιστρέφουν για να πληγώσουν τη χώρα και τους πολίτες της. Το χειρότερο απ' όλα, όμως, είναι πως τα παραπάνω γίνονται εσκεμμένα και όχι εξαιτίας άγνοιας ή λάθος υπολογισμών. Μελετώντας κανείς τη σημαντικότερη διεθνή βιβλιογραφία περί βιωσιμότητας του χρέους σε δημοκρατικά πολιτεύματα, διαπιστώνει την ταύτιση των μελετητών στο συμπέρασμα πως, όταν η αξιολόγηση ενός χρέους ως βιώσιμου βασίζεται στη λήψη δρακόντειων μέτρων για την επίτευξη μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων, τότε είναι καταδικασμένη να αποτύχει.
Το «dirty exit» είναι το νέο κυβερνητικό «success story», αλλά μην το πείτε πουθενά. Είναι το ίδιο -αλλά καλύτερα προετοιμασμένο από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο- για να βγούμε στις αγορές με την αντίστοιχη κίνηση της κυβέρνησης των Σαμαροβενιζέλων το 2014. Είναι διασκεδαστικό πλέον να αφηγούνται ακριβώς το ίδιο: Βαδίζουμε στην ανάπτυξη και τελειώνουν τα μνημόνια! Η κυβέρνηση και γενικότερα το πολιτικό προσωπικό της χώρας εξακολουθούν να χειρίζονται πολύ σοβαρά ζητήματα για το μέλλον μας με όρους προπαγάνδας.
Ο Ντάνιελ Γκρος, επιφανής Γερμανός οικονομολόγος, επικεφαλής ενός από τα σημαντικότερα think tanks στην Ευρώπη (CEPS - Κέντρο Ευρωπαϊκών Πολιτικών Μελετών), θεωρεί βλαπτική την έξοδο στις αγορές, η οποία γίνεται, όπως λέει, για επικοινωνιακούς λόγους. Μη βιώσιμος ο -έστω και δοκιμαστικός- δανεισμός από τις αγορές για την Ελλάδα, σχολιάζει και ο καθηγητής Οικονομικών Zsolt Darvas και συνεργάτης ερευνητής του Ινστιτούτου Bruegel, τονίζοντας πως ο δρόμος για ένα τέταρτο μνημόνιο παραμένει ανοιχτός. Για προφανείς λόγους (υψηλό δημόσιο χρέος της Ελλάδας, αβεβαιότητα σχετικά με την πιθανή ελάφρυνση του χρέους, πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα), η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να δανειστεί με ρυθμό που προσεγγίζει το τρέχον κόστος δανείων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), το οποίο είναι κάτω από 1% ετησίως, όπως υπογραμμίζει.
Ωστόσο, θα πρέπει να επισημανθεί και κάτι για το οποίο η κυβέρνηση ορθώς δικαιούται να πανηγυρίζει: Η αγορά ομολόγων δεν τη θεωρεί πλέον επικίνδυνη για τη χώρα. Το αποδεικνύει η σταδιακή απόσυρση του risk premium (πρόσθετο κόστος δανεισμού), το οποίο επιβάρυνε τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων λόγω της αβεβαιότητας/ανασφάλειας που προκαλούσε η αλλοπρόσαλλη πολιτική και ρητορική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
- Ομολογουμένως, η κυβέρνηση Τσίπρα δεν έχει επιλογές, καθώς έχει εγκλωβιστεί βαθύτερα στη μνημονιακή πολιτική. Κάθε διαφοροποίησή της στιγματίζεται ως αθέτηση υποχρεώσεων. Ομως, δεν πρόκειται απλώς περί αυτού. Αυτή η κυβέρνηση δεν μπορεί να προχωρήσει σε νέο πρόγραμμα, πέρα από το τρέχον τρίτο μνημόνιο. Ντρέπεται γι’ αυτό... Βέβαια, ούτε οι δανειστές θα το αντέξουν... Πάντως, συγκινήθηκα με τα συγχαρητήρια που μας παρέχονται, καθώς αυτά υποδηλώνουν το πόσο ανησυχούν εταίροι και πιστωτές για τα μελλοντικά μας βήματα, ώστε να πουσάρουν την ελληνική κυβέρνηση στην έξοδό της στις αγορές.
- Η πανίσχυρη γερμανική εφημερίδα «Die Welt», η σοβαρή εκδοχή της «Bild», που επίσης ανήκει στον Ομιλο Αξελ Σπρίνγκερ, για το πολιτικό μήνυμα της κίνησης της ελληνικής κυβέρνησης σημειώνει: «Μπορεί σε σύγκριση με τα άλλα κράτη-μέλη της ευρωζώνης το επιτόκιο που πέτυχε η Αθήνα να είναι υψηλό, όμως για την ελληνική κυβέρνηση είναι επιτυχία. Επιστρέφει στις αγορές. Κι αυτό είναι κάτι περισσότερο από ένα δημοσιονομικό γεγονός. Είναι μια πολιτική επιτυχία που θα μπορούσε να βοηθήσει τον Ελληνα πρωθυπουργό που έχει καταρρεύσει δημοσκοπικά στο εσωτερικό.
Τώρα, επιμελώς, χτίζεται το νέο παραμύθι της δήθεν μεγάλης αλλαγής που έρχεται και θα μας βγάλει από τα μνημόνια και την οικονομική καταστροφή χάρη στους επιχειρηματίες που τους έχει ανακαλύψει το «Βήμα». Οχι, δεν απορώ πλέον γιατί δεν διανοούνται να κτυπήσουν τις αιτίες της καταστροφής αυτής και την έλλειψη οικονομικής κυριαρχίας και υπόσχονται ότι οι ίδιοι θα μας βγάλουν από την καταστροφή. Βεβαίως, η έξοδος από την καταστροφή είναι δυνατή, αλλά πρέπει εμείς να την ορίσουμε. Οχι αυτοί... που επικαλούνται τις «αναγκαίες» μεταρρυθμίσεις για να ντύσουν τις σκοτεινές προθέσεις τους. «Αναγκαίες» όχι βέβαια για το «καλό της οικονομίας», όπως μας λένε πολιτικοί, οικονομολόγοι, τραπεζίτες και τις οποίες παπαγαλίζουν οι συστημικοί δημοσιογράφοι, αλλά για το δικό τους καλό. Κρύβονται, βεβαίως, πίσω από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούν το Βερολίνο, οι Βρυξέλλες, το ΔΝΤ και ο Στουρνάρας. Ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις υπόσχονται και οι νεοφιλελεύθεροι του Μητσοτάκη. Μεταρρυθμίσεις απαιτεί και το Ποτάμι και οι Σημιτιστές του διεφθαρμένου εκσυγχρονισμού. Μια οικονομική έννοια που την έχουν καταντήσει βρόμικη στη σκέψη του λαού!
Στο μεταξύ, σε υπέρογκα χρέη έχουν βαλτώσει οι επιχειρήσεις μαζί με τις επενδύσεις. Πέρα από το τεράστιο βάρος του δημόσιου χρέους της χώρας, το οποίο είναι μη βιώσιμο και για το οποίο αναγκαστικά θα απαιτηθεί ρύθμιση πληρωμών, υπάρχει ένα τεράστιο εσωτερικό χρέος που έχει γονατίσει την ελληνική οικονομία, παραλύοντας τις συναλλαγές και τη δυνατότητα υγιούς ανάκαμψης της οικονομίας. Γι’ αυτήν την παγίδα χρέους καμία ρύθμιση δεν είναι επαρκής να την αντιμετωπίσει στο πλαίσιο της ασκούμενης πολιτικής του μνημονίου. Τεράστιες οι πληγές και από τη βύθιση του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών. Μετά το γκρέμισμα της Σοφοκλέους επί Σημίτη, ήρθε ξανά η καταστροφή των μετοχικών αξιών στα χρόνια του μνημονίου. Από το υψηλό του Γενικού Δείκτη στις 31/10/2007 έως το χαμηλό στις 5/6/2012, η πτώση κυμάνθηκε στο 91% και θεωρείται η μεγαλύτερη κατάρρευση των ελληνικών μετοχών, η οποία ξεπέρασε τη «φούσκα» του ’99. Το ελληνικό Χρηματιστήριο δεν έχει συνέλθει...
ΠΗΓΗ
-----------------
Σχόλια