Mε αφορμή το άρθρο: ΜΕ ΤΗ ΝΕΑ ΤΗΣ ΙΔΙΟΤΗΤΑ... Η Βασιλική Θάνου, με το που ανέλαβε, επισκέφθηκε την Ξένη Δημητρίου στο γραφείο της (βλέπε σχετικά) , ένα παλιό κείμενο του Ηλία Πετρόπουλου για τη Δικαιοσύνη.
..............................
Aπόσπασμα του άρθρου του Η. Πετρόπουλου. Γράφτηκε στις 20/22-4-2001.
Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στον τόμο Κουραδοκόφτης, εκδόσεις Νεφέλη, 2002.
Υποτίθεται πως το κράτος συγκροτείται απο τρεις Εξουσίες: την Νομοθετική, την Εκτελεστική, και τη Δικαστική – τουτέστιν, από τη Βουλή, την Κυβέρνηση και τη Δικαιοσύνη. Και υποτίθεται πως αυτές οι Εξουσίες είναι χωρισμένες και ανεξάρτητες. Ωστόσο, δεν υφίσταται παρά μόνο μία Εξουσία: η Κυβέρνηση. Είναι κάτι που το βλέπουμε πεντακάθαρα στην περίπτωση της όποιας Δικτατορίας, οπότε η Κυβέρνηση, αφού διαλύσει τη Βουλή, κατευθύνει σκαιώς τη Δικαιοσύνη.
Κληρονομήσαμε το σύστημα των Τριών Εξουσιών από την Αγγλική, την Αμερικάνικη και τη Γαλλική Επανάσταση. Μέχρι τότε, ο Ηγεμών ήτο ταυτοχρόνως Νομοθέτης και Κυβερνήτης και Δικαστής. Θα υποδείξω ότι, αυτή η γραμμική παρουσίαση είναι απλοϊκή. Στην πραγματικότητα, εμφανίστηκαν και λειτουργούν κάποιες διαφορετικές εκδοχές, π.χ. η διπλή Βουλή (με την καθιέρωση της Γερουσίας), η ιδιάζουσα Βρετανική δικαιοσύνη (όπου ο Δικαστής δημιουργεί Δίκαιο), η Αυτοδιοίκηση κτλ. Κυρίως, όμως, λειτούργησαν εντόνως δύο άλλες Εξουσίες: εκ νέου η Εκκλησία, και, ο Τύπος.
Η Εκκλησία ήτο, ανέκαθεν, μια καταπιεστική δύναμη, αλλά όχι μια αληθινή Εξουσία, αφού παρουσιαζότανε σαν μια δούλα (ακόμη και η Ιερή Εξέταση) του Ηγεμόνος. Τώρα πιά, η Εκκλησία είναι μια πραγματική Εξουσία, συνδεδεμένη συμφεροντολογικά και με τις Τρεις άλλες Εξουσίες, που έχουν ένα πολιτικό χρώμα. Η Εκκλησία αυτοπροσδιορίζεται σαν πνευματική οργάνωση. Αλλά, οι δεσποτάδες ζηλεύουν την πολιτική-κοσμική Εξουσία και γιαυτό κουρντίζουν στην κεφαλή τους μια χρυσή κορόνα. Οι απανταχού πατριάρχες ενισχύουν ποικιλοτρόπως τις Τρεις Εξουσίες. Οι πατριάρχες της Κωνσταντινούπολης αγόραζαν τον τίτλο τους από τον σουλτάνο, που τον υπηρετούσαν πιστά. Οι τσάροι είχανε ως παραστάτη τον ρώσο πατριάρχη, αν και διατηρούσαν ορισμένες αποστάσεις μαζί του. Λόγου-χάρη, ο πατριάρχης δεν εδικαιούτο να στέψει τον τσάρο και την τσαρίνα (όπερ εμιμήθη, με την αυτοστέψη του, ο Ναπολέων). Ο καισαροπαπισμός της Αγγλίας εκφράζει την απέχθεια του Ηγεμόνα προς τις κοσμικές φιλοδοξίες της Εκκλησίας. Σήμερα, στην Ελλάδα, ο Αρχιεπίσκοπος καταπολεμά την Κυβέρνηση. Δηλαδή, η Εκκλησία-Εξουσία χτυπάει τον Πρωθυπουργό-Εξουσία. Σιχαίνομαι τους παπάδες, αλλά βρίσκω τη στάση του Αρχιεπισκόπου αυτόχρημα φιλολαϊκή, παρά τη δημαγωγική μεθοδολογία της Εκκλησίας. Η διάσταση μεταξύ των Εξουσιών ενισχύει την Δημοκρατία.
Ο Τύπος αποκαλείται Τέταρτη Εξουσία. Ο Τύπος θα μπορούσε να αποβεί μια παντοδύναμη Εξουσία. Προτιμώ τον Γραπτό Τύπο, κι όχι τις βιαστικές μπουρδολογίες της Τηλεόρασης. Ο Γραπτός Τύπος σου δίνει χρόνο να σκεφτείς, ενώ η Τηλεόραση αποβλακώνει τον Όχλο. Η παλιού τύπου εφημερίδα (δηλαδή, η γαζέτα) είναι βενετσιάνικη εφεύρεση – πιθανότατα του Αρετίνου. Όμως, η γαζέτα δεν εξισούται με την σύγχρονη εφημερίδα, με την σημερινή έννοια του Τύπου. Οφείλουμε τον Τύπο, σαν πολιτικό όπλο, στους άγγλους. Σχεδόν όλες οι εφημερίδες της εποχής μας είναι πουλημένες στην Αστική Τάξη. Δεν είναι τυχαίο το ότι οι εξωτερικές ειδήσεις βασίζονται στα αμερικάνικα πρακτορεία ειδήσεων. Όσο για τις εσωτερικές ειδήσεις, ελέγχονται, εν πολλοίς, από την εκάστοτε Κυβέρνηση. Οι πληροφορίες είναι εμπόρευμα. Η εξαγορά του Τυπου καλύπτεται, εντέχνως, από την τυχών αντι-κυβερνητική πολιτκή ορισμένων εφημερίδων – μια μικροκομματική πολιτκάντικη πολιτική. Καμιά εφημερίδα δεν χτυπάει την ρίζα του κακού: το καπιταλιστικό σύστημα. Το ίδιο συμβάινει και με τη δειλή στάση του Τύπου έναντι της Δικαιοσύνης. Κάποτε-κάποτε, οι εφημερίδες ξεσπάνε εναντίων κάποιων αποφάσεων κάποιων Δικαστηρίων. Ποτέ ο Γραπτός Τύπος δεν στρέφεται εναντίον της γαμημένης Δικαιοσύνης ως θεσμού.
To ένα σκέλος της Δικαιοσύνης είναι οι νομικές διατάξεις (Σύνταγμα, Νόμοι, Διατάγματα και Διαταγές, Κώδικες, Νομολογία). Το άλλο σκέλος είναι το έμψυχο υλικό – δηλαδή οι Δικαστικοί που εφαρμόζουν τις νομιές διατάξεις. Παραδόξως οι Δικαστές και Εισαγγελείς αποκαλούνται λειτουργοί και το επάγγελμά τους λειτούργημα. Οι λέξεις αυτές είναι καλοδιαλεγμένες, για να υποβάλουν στον Λαό την υποβρύχια ιδέα πως οι Δικαστικοί είναι πρόσωπα, θεόθεν προορισμένα, να απονέμουν Δικαιοσύνη. Η ίδια η Δικαιοσύνη απεικονίζεται (διεθνώς) σαν μια θεά με κλειστά μάτια, που κρατάει την γνωστή ζυγαριά. Οι Δικαστές και οι Εισαγγελείς δεν είναι παρά δημόσιοι υπάλληλοι (ενίοτε, υπαλληλίσκοι), όπως ακριβώς οι δάσκαλοι και οι εφοριακοί. Οι Δικαστές και οι Εισαγγελείς δήθεν ανήκουν σε δύο χωριστά σώματα της Δικαιοσύνης. Η αλήθεια είναι διαφορετική. Οι Δικαστές και οι Εισαγγελείς είναι φίδια της ίδιας συνομοταξίας. Η Μάφια της Δικαιοσύνης δεν έχει στεγανά.
Η ιεραρχία των Δικαστών και Εισαγγελέων υποδηλώνει, αυτομάτως, την κατάταξή τους. Υπάρχουν μικροί και μεσαίοι και ανώτατοι Δικαστικοί. Υπάρχουν οι ασήμαντοι ειρηνοδίκες και οι πασάδες του Αρείου Πάγου. Υπάρχουν και οι ευνούμενοι, που δεν απομακρύνονται από την Αθήνα, και οι καταδικασμένοι στην παντοτινή εξορία των μακρινών κωμοπόλεων της Ελλάδας […] Προκειμένου περί Δικαστών και Εισαγγελέων, προέχει το θέμα της παιδείας των, καθώς και της νοσηρης ψυχοσύνθεσης που τους διακρίνει. Οι άθλιοι, που κρίνουν και καταδικάζουν, είναι παντελώς αμόρφωτοι. Και, ως εκ τούτου, αναιδέστατοι. Στις 18-12-1974 έγινε κάποια δίκη με κατήγορο τον Τσαρούχη όπου παρουσιαστήκαμε σαν μάρτυρες υπερασπίσεως ο Ταχτσής, ο Ακριθάκης, ο υποφαινόμενος κ.α. Πρόεδρος του Δικαστηρίου ήτανε ένας μπαστουνόβλαχος, με πάρεδρο τον Σαρτζετάκη. Αυτός ο άξεστος πρόεδρος σχεδόν καθύβρισε τον Καλλιγά, τέως διευθυντή της Εθνικής Πινακοθήκης, μη ξέροντας ποιός είναι. Με ανάλογο τρόπο φέρθηκε σε άλλες προσωπικότητες που προσήλθαν στη δίκη. Ευτυχώς, ο Σαρτζετάκης, με παρεμβάσεις, εκτόνωσε την τεταμένη ατμόσφαιρα. Φυσικά, ο πρόεδρος του Δικαστηρίου (όπως όλοι οι πρόεδροι, μέχρις εσχάτων) απήυθυνε τον λόγο στον κατηγορούμενο και τους μάρτυρες στον ενικό αριθμό, και, με το πρέπον αγροίκον ύφος. Από την πλευρά τους απαξάπαντες οι Εισαγγελείς, φανταζόμενοι πως είναι σπουδαίοι ρήτορες, κλείνουν τον ρόλο τους στις δίκες, εξακοντίζοντας κατά των κατηγορουμένων διάφορους απαράδεκτους χαρακτηρισμούς. Οι Εισαγγελείς μας δεν μάθανε ποτέ ότι, ο Κατηγορούμενος, ώσπου να εκδοθεί η δικαστική απόφαση, είναι Υπόδικος, είναι Αθώος.
Οι Δικαστές και οι Εισαγγελείς φέρονται με παρόμοια γαϊδουριά και κατά των Δικηγόρων. Οι Δικηγόροι είναι ανώτατοι Δικαστικοί. Οι Δικηγόροι είναι εφάμιλλοι των Δικαστών. Γι’ αυτό, οι Δικηγόροι, σε περίπτωση που θα διαπράξουν αδίκημα, δικάζονται σε Εφετείο. Οι Δικηγόροι, από νομικής και ηθικής απόψεως, υπερτερούν των Εισαγγελέων. Ο Εισαγγελέας, ως Προστάτης του Νόμου, στρέφεται κατά παντός παραβάτου, και, συνεπώς, είναι ο μέγας εχθρός του Κατηγορουμένου. Ο Δικηγόρος υποστηρίζει την αθωότητα του Κατηγορουμένου μέχρι αποδείξεως του εναντίου, ή προσπαθεί να μειώσει την ποινική του ευθύνη. Είναι αυτονόητο πως κάθε ποινική δίκη ταλαντεύεται, καθότι ο Δικαστής κρίνει κατά 50% το αδίκημα και κατά 50% την προσωπικότητα του Κατηγορουμένου. Αποδώ ξεπηδούν οι αυθαιρεσίες των Δικαστών.
Όταν ο Δικηγόρος είναι επιθετικός, ο Δικαστής τον τρομοκρατεί με την υποβολή μήνυσης ενώπιον του ακροατηρίου. Σ’ αυτή την περίπτωση διακόπτεται η δίκη, συγκροτείται νέο δικαστήριο, με δήθεν άλλη σύνθεση, και καταδικάζουν τον αντιρρησία Δικηγόρο. Σ’ άλλες περιπτωσεις, ένας Εισαγγελέας, που δέχεται στο γραφείο του την επίσκεψη κάποιου απαιτητικού Δικηγόρου, προσπαθεί να τον κάμψει με το υπεροπτικό του ύφος. […] Ως τώρα, οι Δικηγόροι ανέχονται τα καπρίτσια των Δικαστών και Εισαγγελέων, αφού τέτιο καθεστώς επικρατεί στην Ελλάδα. Η τρομερή δύναμη που παρέχει ο Νόμος (και η δικαστική πρακτική) στου Δικαστές και Εισαγγελείς, υπερβαίνει κατά πολύ τις προσωπικές τους ικανότητες. Οι Δικηγόροι δε φοβούνται τους Δικαστές και Εισαγγελείς. Απλώς, δε θέλουν να χάσουν τη δίκη, γιατί γνωρίζουν κάλλιστα την εκδικητικότητα των Δικαστών και Εισαγγελέων. Η περίπτωση του Νάσιουτζικ και η περίπτωση του Κοεμτζή αποτελούν δύο πρόσφατα παραδείγματα αυτής της τυφλής εκδικητικότητας. Ωστόσο, οι Δικηγόροι, κατέχοντας μιαν ισχυρή μερίδα της Βουλής, θα μπορούσαν – δια Νόμου – να γκρεμίσουν, τουλάχιστον, τους αλλαζονικούς Εισαγγελείς από την υψηλή έδρα τους. Παράλληλα ο γραπτος Τύπος θα έπρεπε να θεσπίσει την κριτική της Δικαιοσύνης. Δηλαδή, όλες οι εφημερίδες να καθιερώσουν μια τακτική στήλη, όπου να κρίνονται οι δικαστικές αποφάσεις επί της διαδικασίας και επί της ουσίας. Ο νομομαθής Κώστας Ε. Μπέης εδημοσίευσε (προ ετών στο Βήμα και τώρα στην Ελευθεροτυπία) μια σειρά άρθρων, νομικής-δικανικής υφής, αλλά δεν τόλμησε να κρίνει τις αποφάσεις (και τα βλάκώδη θέσφατα) των Δικαστών και Εισαγγελεών. Οίκοθεν νοείται πως, σε περίπτωση καθιέρωσης της Κριτικής της Δικαιοσύνης, οι αρμόδιες προϊστάμενες Δικαστικές Αρχές θα πρέπει να συλλέγουν τα σχετικά άρθρα και να τα επισυνάπτουν στους ατομικούς φακέλους των κρινομένων Δικαστών και Εισαγγελέων, ώστε να χρησιμοποιούνται σαν τεκμήρια για την περαιτέρω σταδιοδρομία τους.
Οι Δικαστές και Εισαγγελείς εφαρμόζουν, κατά κόρον, την τακτική των δύο μέτρων και δύο σταθμών. Όταν εμφανίζεται στο δικαστήριο κάνας κακομοίρης, τον αποπαίρνουν. Όταν ένας Κατηγορούμενος μακρηγορεί, του λένε: αυτό είναι εκτός θέματος. Όταν βλέπουν έναν υψηλά ιστάμενο, του γλείφουν τον κώλο. Όταν ένας νεαρός Δικηγόρος αγορεύει, τον διακόπτουν με το περίφημο συντομεύετε. Όταν καταθέτει ένας Αστυνομικός, τον ακούνε ευλαβώς. Όταν δικάζεται ένας Αστυνομικός, τον αθωώνουν ή τον απαλάσσουν. Όταν προσέρχεται στη έδρα του Δικαστηρίου μια γόησσα, οι Δικαστές σαλιαρίζουν. Όταν κάθεται στο εδώλιο κάνας αναρχικός, του γαμούν την Παναγία […] Συχνότατα, οι Δικαστές και Εισαγγελείς είναι, από νομικής απόψεως κουμπούρες. Γιαυτό, οσάκις αντιμετωπίζουν κάποιον καταρτισμένο Δικηγόρο, καταπίνουν την γλώσσα τους. Όταν ήμουνα φοιτητής, παρακολούθησα μερικές δίκες όπου αγόρευε ο νομομαθέστατος αστικολόγος Βιδάλης, ο οποίος αφου μίλαγε μόνο δυό-τρία λεπτά, κατέθετε στον καταφανώς αδαή πρόεδρο του Δικαστηρίου ένα σχετικό υπόμνημα, με τους αριθμούς των αναγκαίων άρθρων του Αστικού Κώδικα κτλ.
Μιά μέρα, επί Χούντας, εκλήθην ως μάρτυρας σε κάποια δίκη οπότε ο πρόεδρος του Εφετείου (ένας αλλήθωρος πουστόγερος) με κάλεσε να ορκιστώ. Του απάντησα: είμαι άθεος και αρνούμαι να ορκιστώ. Ο Δικαστής, νομίζοντας πως θα με γονατίσει, άρχισε να ουρλιάζει, λέγοντας πως είμαι αναγκασμένος να ορκιστώ. Του ανταπάντησα, παγερά, ότι η Δικονομία προβλέπει τον όρκο των αθέων. Αυτό το ζώον πράγματι δεν ήξερε την ύπαρξη του σχετικού άρθρου. Υφίστανται, όμως, άλλοι Δικαστές που ξεχνούν, εκουσίως, διάφορες νομικές διατάξεις. Έτσι, όταν ο γιός του Ωνάση και ο Καραμαλής ετάφησαν παρανόμως εκτός νεκροταφείου (παρά το Βασιλικό Διάταγμα του Όθωνα) ουδείς Εισαγγελέας αντέδρασε. Και όταν μια εφοπλιστίνα έχτισε, προ μερικών δεκαετιών, στη Χίο ένα γυναικείο μοναστήρι, για να αποθέσει στη μέση του καθολικού τη μπαλσαμωμένη κόρη της, ο τοπικός Εισαγγελέας δεν μερίμνησε για τη μετακομιδή του άταφου πτώματος σε κάποιο κοιμητήριο. Παρομοίως, ο αρμόδιος Εισαγγελέας της Αθήνας επιτρέπει στο γνωστό μουσειάκι να διατηρεί σε γιάλες τα κομμένα κεφάλια των δυστυχισμένων ληστών, που τους είχανε σκοτώσει στις αρχές του περασμένου αιώνα. Κι αυτό, κόντρα σε κάθε έννοια χριστιανισμού…
Οι Δικαστές και Εισαγγελείς είναι αρκετά πονηροί, ώστε να ξεγλιστρούν από τις επικίνδυνες περιπλοκές. Ειδικώς, οι Εισαγγελείς, αποφεύγουν συστηματικά να κάνουν εφόδους στα μπουντρούμια των φυλακών και της Αστυνομίας. Και ποτέ δεν μηνύουν αυτεπαγγέλτως τους βασανιστές της Αστυνομίας, μολονότι αρκετά θύματά τους καταθέτουν σχετικές ιατροδικαστικές εκθέσεις και φωτογραφίες. Διώκουν, όμως, κάποιους συγγραφείς που εδημοσίευσαν άσεμνα βιβλία, ενώ κάνουν πως δεν πήρανε χαμπάρι τα ερωτικά-πορνογραφικά περιοδικά. Προ διετίας, βρήκε τον μπελά του ο ηθοποιός Βασίλης Διαμαντόπουλος, γιατί έθιξε την ιερή σημαία. Την 1-12-2000, αποκάλεσα την υπο κατάργησιν σημαία μας μουνόπανο, αλλά κανείς Εισαγγελέας δεν εστράφη εναντίον μου. Εξάλλου, όταν ο Καραμαλής ήτο πρόεδρος της Δημοκρατίας, τον χαρακτήρισα, στα Νέα, ως πολιτικάντη αγνώστου εθνικότητος. Ο τότε Εισαγγελέας θεώρησε περιττό να τα βάλει με μιαν εφημερίδα του Λαμπράκη.
Η έλλειψη αυτοπεποίθησης αποδυναμώνει τους Δικαστές και Εισαγγελείς. Η κούφια αυτοϊκανοποίηση αποτελεί το, κατ’ εξοχήν, τονωτικό τους. Η αυτοϊκανοποίηση τους αρχίζει από το διαβόητο Αλάθητον των αποφάσεών τους και τελειώνει στο φραγκολεβαντίνικο δήθεν-πορτρέτο (ποιός τον είδε;) του Εβραίου Ιησού, που είναι κρεμασμένο πάνω από τα κεφάλια των Δικαστών. Μικρή σημασία έχει το αν εφεσιβάλλονται οι αποφάσεις των Ανωτάτων Δικαστηρίων. Η υψηλή έδρα του Δικαστηρίου ενισχύει το επισφαλές κύρος των Δικαστών και Εισαγγελέων (- μα, γιατό κάθεται επί της έδρας και ο γραμματικός-πρακτικογράφος;). Η υψηλή έδρα των Δικαστών έχει καταργηθεί στη Ρωσία από την εποχή της μεγάλης Σοβιετικής Επανάστασης. Επίσης, έχει καταργηθεί, μεταπολεμικώς και στην Γερμανία. Οι στενογράφοι των αμερικάνικων Δικαστηρίων κάθονται σεμνά μπρος στην έδρα. Η εμφάνιση των νεοελλήνων Δικαστών, με τις τάχα-βυζαντινές στολές που καθιερώθηκαν προ ολίγων ετών, εγγίζει τα όρια του γελοίου. Στην Ελλάδα μαϊμουδίζουν κάθε τι το ευρωπαϊκό. Συν τοις άλλοις, και την εν σώματι έγερση του ακροατηρίου, οσάκις μπουκάρουν οι συνοφρυωμένοι Δικαστές. Όμως γιατί πρέπει να σηκώνονται όρθιοι οι ακροατές για να τιμήσουν, με το ζόρι, τους Δικαστές; Και προπάντων, σε ποιάν αντισυνταγματική διάταξη βασίζεται αυτή η υποχρεωτική ορθοστασία; Στην πραγματικότητα οι ακροατές μιας αποιασδήποτε δίκης είναι, συγχρόνως, και θεατές. Το Δικαστήριο κοπιάρει το Θέατρο, αφού διαθέτει: σκηνή και παρασκήνιο, πρωταγωνιστές και δευτερεύοντα πρόσωπα, αυστηρό τελετουργικό, κομπάρσους (κλητήρες και φρουρούς), και φιλοθεάμον κοινό. Το Δικαστήριο στερείται μουσικής.
Ανέκαθεν, ήτο λίαν επικίνδυνο να περιπαίζεις την Δικαιοσύνη. Όμως οι νεοέλληνες ευθυμογράφοι και καρικατουρίστες έπραξαν το καθήκον τους. Και ελπίζω να συνεχίσουν δριμύτεροι. Ήδη απο τον 19 αιώνα, άρχισαν να εμφανίζοντια διάφορα κείμενα και σκίτσα, αρκετά ενοχλητικά για τους κυρίους Δικαστές και Εισαγγελείς. Συχνά, τα παλιά κείμενα και σκίτσα χρησιμοποιούσαν ένα προπέτασμα καπνού (π.χ. την αρχαία δίκη με τη γυμνή Φρύνη), ώστε οι συγγραφείς και γελοιγράφοι να γλιτώνουν από τις ποινικές κυρώσεις. Αλλά, αυτό το κόλπο δεν έπιανε πάντα. Πριν σαράντα χρόνια, ένας λυσσασμένος Εισαγγελέας εστράφη κατά του Καραγάτση και του Μπόστ. για τη δημοσίευση του (ιστορικής υπόθεσης) Σέργιου και Βάκχου. Προ αιώνος έδρασε ο αθεόφοβος Σταμ. Σταμ. που αμόλησε πολλά βέλη κατά της Δικαιοσύνης, του Κράτους και της Εκκλησίας. Στις επόμενες δεκαετίες, εδημοσιεύτηκαν διάφορες σειρές με ευθυμογραφήματα, του τύπου Η Θέμις έχει κέφια, καθώς και γελοιγραφίες με θέμα κάποιες υποθετικές δίκες, όπως του Μπόστ. (στον Ταχυδρόμο και στην Ελευθερία) και του Καναβάκη (στην Μεσημβρινή της Βλάχου). Οι καρικατουρίστες φοβούνται να αποτυπώσουν, με γνώριμο τρόπο, τα χαρακτηριστικά συγεκριμένων Δικαστών και Εισαγγελέων. Φροντίζουν, όμως, να σατιρίζουν επαρκώς τους Δικαστικούς, που τους παρουσιάζουν να έχουν αλλαζονικό τουπέ, να κάνουν καραγκιοζίστικες χειρονομίες κτλ. […]
Τώρα οι Δικαστές και Εισαγγελείς μάχονται κατά της Εκτελεστικής Εξουσίας, για να αυξήσουν τη δικιά τους Εξουσία. Οι πολιτικάντηδες είναι επικίνδυνοι. Οι Δικαστικοί είναι επικινδυνωδέστεροι. Οι Δικαστικοί, όπως τους συμφέρει, υποβοηθούν την Κυβέρνηση. Η Κυβέρνηση ξαπόστειλε την Αστυνομία για να δολοφονήσει, εν ψυχρώ, τον γιατρό Τσιρώνη. Η Δικαιοσύνη κάλυψε τότε το πολιτικό αυτό έγκλημα. Όμως αρνείται να καλύψει όλη την παράνομη δραστηριότητα της Κυβέρνησης, εφόσον δεν έχει ανάλογες αντιπαροχές. Οι εκάστοτε απειλές του προέδρου του Αρείου Πάγου, που βγάινουν στον αφρό δεν ειναι παρά η κορυφή του παγόβουνου.
Kαι τώρα (που γράφω), άρχισε το χοντρό παιχνίδι. Υπαινίσσομαι τον φασιστικό Τρομονόμο και την υποχθόνια προσπάθεια διάλυσης του Συμβουλίου Επιρατείας – δύο πρωτοβουλίες της νεοχουντικής κυβέρνησης του Σιμίτη. Είμαι εναντίον του Τρομονόμου. Τάσσομαι υπέρ του Συμβουλίου Επικρατείας, γιατί αυτό είναι το μοναδικό Συνταγματικό Δικαστήριο, το έσχατο έρεισμα της Δημοκρατίας. Η συνδυασμένη προσπάθεια Κυβέρνησης – Αρείου Πάγου ενέχει όλα τα στοιχεία μιας αντιδραστικής συνομωσίας. Αυτό δείχνει, πριν απ’ όλα, η εν σιγή Αναθεώρηση του Συντάγματος. Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος δεν τόλμησε να ονειρευτεί τέτιες ανατροπές που πραγματοποιεί η σημερινή Κυβέρνηση. Και ενώ οργανώνεται ιεροκρυφίως ο πολιτειακός σεισμός, η Ελλάδα (της γκλαμουριάς κατι της μαλακίας) ροχαλίζει. Την ίδια ακριβώς στάση τηρεί ο πουλημένος Τύπος. Καμιά εφημερίδα δεν ανάθεσε σε νομομαθείς συντάκτες το γράψιμο μιας σειράς μεθοδικών άρθρων με θέμα την αντιδημοκρατική πολιτειακή ανατροπή που ήδη μπήκε σε τροχιά. Προφανώς η Κυβέρνηση θρέφει στους κόλπους της εκείνους τους σατανικούς υπουργούς που βυσσοδομούν κατά των λαϊκών ελευθεριών αυτής ταύτης της Αστικής Δημοκρατίας. Ο νυν υπουργός Δικαιοσύνης (αν δεν είναι ο πρωτεργάτης της συνομωσίας) είναι ο μόνος υπεύθυνος. Είναι μπακάλης, δεν ξέρει τι είναι το Συμβούλιο Επικρατείας. Όμως ένας καθηγητής Νομικής γνωρίζει άριστα πως, το Συμβούλιο Επικρατείας κρίνει τις διοικητικές αποφάσεις, δηλαδή ελέγχει τη νομιμότητα των κυβερνητικών αποφάσεων και διαταγμάτων. Ο υπουργός Δικαιοσύνης ανακατεύεται με τα σκατά. Φρονώ πως στο τέλος θα φάει απ’ αυτά τα σκατά…
Ο Άρειος Πάγος είναι μια μακάβρια σκοτεινή σπηλιά. Κανείς δεν ξέρει πώς λαμβάνονται οι αποφάσεις από τους ανώτατους Δικαστές. Βέβαια τυπικά οι συνεδριάσεις είναι δημόσιες – αλλά οι αποφάσεις μαγειρεύονται σε κατάκλειστα δωμάτια. […] Ο Άρειος Πάγος ευθύς εξαρχής (από το 1887) μονοπωλούσε την απονομή Δικαιοσύνης, αλλά με την ίδρυση του Συμβουλίου Επικρατείας αναγκάστηκε να μοιραστεί της δικαιοδοσίες του. Ο Άρειος Πάγος κράτησε τις αστικές και ποινικές αρμοδιότητες, ενώ το Συμβούλιο Επιρατείας ανέλαβε τον συνταγματικό και νομικό έλεγχο της Διοίκησης. Εντεύθεν πηγάζει το θανάσιμο μίσος των αρεοπαγιτών κατά του Συμβουλίου Επικρατείας.
Ο Άρειος Πάγος και το Συμβούλιο Επικρατείας είναι δύο ισοδύναμα ανώτατα Δικαστήρια, με εντελώς διαφορετικό κύκλο αρμοδιοτητων και δικαιοδοσιών (- το Ελεγκτικό Συνέδριο κτλ βρίσκονται σε άλλο πλαίσιο). Τα όρια των καθ’ ύλην και κατά τόπων αρμοδιοτήτων των δύο Ανωτάτων Δικαστηρίων δεν είναι τελείως ξεκαθαρισμένα – όθεν οι σχετικές συγχύσεις και συγκρούσεις. Ο Άρειος Πάγος θέλει να καταπιεί το Συμβούλιο Επικρατείας, για να επανασυστήσει το φασιστικό μονοπώλιό του. Η Δημοκρατία, η Αστική Δημοκρατία, δυναμώνει όταν υπάρχουν πολλοί φορείς αλληλοσυγκρουωμένων εξουσιών, που μια ικανή Κυβέρνηση καταφέρνει να εξισορροπεί. Η κάθε Δικτατορία, αποβαίνοντας συγκεντρωτική Εξουσία, δένει χειροπόδαρα τον Λαό. Σε τελική ανάλυσηο Άρειος Πάγος είναι καταπιεστικό όργανο ενώ το Συμβούλιο Επικρατείας προστατεύει τα (έστω πενιχρά) λαϊκά πολιτικά δικαιώματα.
Οι αμερικάνοι απαίτησαν τον Τρομονόμο και ο Σημίτης υπέκυψε. Ο Τρομονόμος (υποτίθεται ότι) στρέφεται κατά των σήμερα ανυπάρκτων τρομοκρατών. Οι αληθινοί τρομοκράτες είναι τα ειδικά Σώματα Ασφαλείας για την καταστολή των διαδηλώσεων. Η ενίσχυση της Αστυνομίας γίνεται βαθμιαία, μεθοδικά. Όταν ο Γεώργιος Παπανδρέου έστειλε έναν αστείο υπουργό του να παραλάβει, μπρος στο Στάδιο, τα πρώτα πενήντα αυτοκίνητα της Αστυνομίας Πόλεων (τα γνωστά εκατό), κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ό,τι επακολούθησε: κλούβες, ειδικά γκλομπ, αφθονία δακρυγόνων, βάναυσο ξυλοφόρτωμα των διαδηλωτών, συστηματικό σπάσιμο βιτρινών από χαφιέδες, μπάτσοι μαυροντυμένοι και με μάσκες κτλ. Ο Λαός τα βλέπει όλα αυτά και αηδιασμένος, αποφεύγει να ψηφίσει. Η αποχή απέβη πολιτικό όπλο. Η αποχή είναι πιά το μόνο πολιτικό όπλο κατά των πολιτικάντηδων.
Δεν τρέφω αυταπάτες. Μεσα σε τριάντα χρόνια, ο κάποτε μαχητικός ελληνικός Λαός μεταβλήθηκε σε έναν πολτό άβουλου Όχλου. Δεν μου διαφεύγει το ότι η αποχή από τις εκλογές αποτελεί μια μορφή αντίδρασης αλλά παθητικής αντίδρασης. Στην ουσία κανείς έλληνας δεν φρίττει από τα τεκτενόμενα. Όλοι γκρινιάζουν όμως δεν ξεσηκώνονται όπως άλλοτε. Η αριστερά του ΠΑΣΟΚ μάδησε. Οι κνίτες πέθαναν εδώ και δύο δεκαετίες. Οι ψευτο-αναρχικοί τσιλιμπουρδίζουν. Τα έντυπα της Αριστεράς φθίνουν. Ελάχιστοι αριστεροί διανοούμενοι διατηρούν την αξιοπρέπειά τους. Οι φοιτητικές οργανώσεις αδρανούν. Το κίνημα των μαθητών κατάντησε σκέτος κωλοπαιδισμός. Οι φεμινίστριες κατεποντίσθησαν. Οι ομοφυλόφιλοι ξεθυμαίνουν με εκδηλώσεις, όπου μας δείχνουν τον κώλο τους. Οι εχθροί της παγκοσμιοποίησης πηγαίναν εκδρομούλες σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης για να διακυρήξουν την αντίθεσή τους, αλλά τώρα κουράστηκαν. Τους αντιρρησίες συνείδησης τους έχουν τσουβαλιάσει για τα καλά.
Καταλήγω να πιστεύω ότι ίσως η μόνη εναπομένουσα διέξοδος είναι η ανοιχτή διαμάχη μεταξύ των ποκιλωνύμων Εξουσιών. Μέχρι στιγμής αυτός ο πόλεμος διεξάγεται στα κρυφά. Και ουδείς δύναται να προφητέψει πού και πότε θα σπάσει το απόστημα. Αλλά όπως συνήθως συμβαίνει, το ρήγμα θα προκληθεί από κάποιο τυχαίο περιστατικό. Στη σημερινή Ελλάδα μόνον η Εκκλησία διαθέτει οργανωμένη δύναμη. Ωστόσο η Εκκλησία – σαν συντηρητική Εξουσία που είναι – δεν πρόκειται να υιοθετήσει μια ριζοσπατική πολιτική. Η στρατηγική της Εκκλησίας αποβλέπει στην διαρπαγή διαφόρων οικονομικών προνομίων. Η τακτική της Εκκλησίας είναι διακοσμημένη με μπόλικη δημαγωγική σάλτσα. Συνεπώς δεν περιμένω ότι οι παπάδες θα αρχίσουν να βαράνε τις καμπάνες για να διαφυλάξουν τις λαϊκές ελευθερίες.
Κάποιος πολιτικάντης της Δεξιάς είχε αποκαλέσει τους λογοτέχνες λαπάδες. Όντως είναι λαπάδες και φέρονται σαν λαπάδες. Είμαι συγγραφέας και ως εκ τούτου δεν διαθέτω καμιά δύναμη, μήτε κοινωνική, μήτε πολιτική. Απλώς διαχωρίζοντας τη θέση μου από τους τυφλούς και μουγγούς λαπάδες, θέλω να κραυγάσω:
Κάτω οι υποκριτές του Αρείου Πάγου!
Σώστε τον θεσμό του Συμβουλίου Επικρατείας!
ΠΗΓΗ
-------------------
..............................
Aπόσπασμα του άρθρου του Η. Πετρόπουλου. Γράφτηκε στις 20/22-4-2001.
Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στον τόμο Κουραδοκόφτης, εκδόσεις Νεφέλη, 2002.
Υποτίθεται πως το κράτος συγκροτείται απο τρεις Εξουσίες: την Νομοθετική, την Εκτελεστική, και τη Δικαστική – τουτέστιν, από τη Βουλή, την Κυβέρνηση και τη Δικαιοσύνη. Και υποτίθεται πως αυτές οι Εξουσίες είναι χωρισμένες και ανεξάρτητες. Ωστόσο, δεν υφίσταται παρά μόνο μία Εξουσία: η Κυβέρνηση. Είναι κάτι που το βλέπουμε πεντακάθαρα στην περίπτωση της όποιας Δικτατορίας, οπότε η Κυβέρνηση, αφού διαλύσει τη Βουλή, κατευθύνει σκαιώς τη Δικαιοσύνη.
Κληρονομήσαμε το σύστημα των Τριών Εξουσιών από την Αγγλική, την Αμερικάνικη και τη Γαλλική Επανάσταση. Μέχρι τότε, ο Ηγεμών ήτο ταυτοχρόνως Νομοθέτης και Κυβερνήτης και Δικαστής. Θα υποδείξω ότι, αυτή η γραμμική παρουσίαση είναι απλοϊκή. Στην πραγματικότητα, εμφανίστηκαν και λειτουργούν κάποιες διαφορετικές εκδοχές, π.χ. η διπλή Βουλή (με την καθιέρωση της Γερουσίας), η ιδιάζουσα Βρετανική δικαιοσύνη (όπου ο Δικαστής δημιουργεί Δίκαιο), η Αυτοδιοίκηση κτλ. Κυρίως, όμως, λειτούργησαν εντόνως δύο άλλες Εξουσίες: εκ νέου η Εκκλησία, και, ο Τύπος.
Η Εκκλησία ήτο, ανέκαθεν, μια καταπιεστική δύναμη, αλλά όχι μια αληθινή Εξουσία, αφού παρουσιαζότανε σαν μια δούλα (ακόμη και η Ιερή Εξέταση) του Ηγεμόνος. Τώρα πιά, η Εκκλησία είναι μια πραγματική Εξουσία, συνδεδεμένη συμφεροντολογικά και με τις Τρεις άλλες Εξουσίες, που έχουν ένα πολιτικό χρώμα. Η Εκκλησία αυτοπροσδιορίζεται σαν πνευματική οργάνωση. Αλλά, οι δεσποτάδες ζηλεύουν την πολιτική-κοσμική Εξουσία και γιαυτό κουρντίζουν στην κεφαλή τους μια χρυσή κορόνα. Οι απανταχού πατριάρχες ενισχύουν ποικιλοτρόπως τις Τρεις Εξουσίες. Οι πατριάρχες της Κωνσταντινούπολης αγόραζαν τον τίτλο τους από τον σουλτάνο, που τον υπηρετούσαν πιστά. Οι τσάροι είχανε ως παραστάτη τον ρώσο πατριάρχη, αν και διατηρούσαν ορισμένες αποστάσεις μαζί του. Λόγου-χάρη, ο πατριάρχης δεν εδικαιούτο να στέψει τον τσάρο και την τσαρίνα (όπερ εμιμήθη, με την αυτοστέψη του, ο Ναπολέων). Ο καισαροπαπισμός της Αγγλίας εκφράζει την απέχθεια του Ηγεμόνα προς τις κοσμικές φιλοδοξίες της Εκκλησίας. Σήμερα, στην Ελλάδα, ο Αρχιεπίσκοπος καταπολεμά την Κυβέρνηση. Δηλαδή, η Εκκλησία-Εξουσία χτυπάει τον Πρωθυπουργό-Εξουσία. Σιχαίνομαι τους παπάδες, αλλά βρίσκω τη στάση του Αρχιεπισκόπου αυτόχρημα φιλολαϊκή, παρά τη δημαγωγική μεθοδολογία της Εκκλησίας. Η διάσταση μεταξύ των Εξουσιών ενισχύει την Δημοκρατία.
Ο Τύπος αποκαλείται Τέταρτη Εξουσία. Ο Τύπος θα μπορούσε να αποβεί μια παντοδύναμη Εξουσία. Προτιμώ τον Γραπτό Τύπο, κι όχι τις βιαστικές μπουρδολογίες της Τηλεόρασης. Ο Γραπτός Τύπος σου δίνει χρόνο να σκεφτείς, ενώ η Τηλεόραση αποβλακώνει τον Όχλο. Η παλιού τύπου εφημερίδα (δηλαδή, η γαζέτα) είναι βενετσιάνικη εφεύρεση – πιθανότατα του Αρετίνου. Όμως, η γαζέτα δεν εξισούται με την σύγχρονη εφημερίδα, με την σημερινή έννοια του Τύπου. Οφείλουμε τον Τύπο, σαν πολιτικό όπλο, στους άγγλους. Σχεδόν όλες οι εφημερίδες της εποχής μας είναι πουλημένες στην Αστική Τάξη. Δεν είναι τυχαίο το ότι οι εξωτερικές ειδήσεις βασίζονται στα αμερικάνικα πρακτορεία ειδήσεων. Όσο για τις εσωτερικές ειδήσεις, ελέγχονται, εν πολλοίς, από την εκάστοτε Κυβέρνηση. Οι πληροφορίες είναι εμπόρευμα. Η εξαγορά του Τυπου καλύπτεται, εντέχνως, από την τυχών αντι-κυβερνητική πολιτκή ορισμένων εφημερίδων – μια μικροκομματική πολιτκάντικη πολιτική. Καμιά εφημερίδα δεν χτυπάει την ρίζα του κακού: το καπιταλιστικό σύστημα. Το ίδιο συμβάινει και με τη δειλή στάση του Τύπου έναντι της Δικαιοσύνης. Κάποτε-κάποτε, οι εφημερίδες ξεσπάνε εναντίων κάποιων αποφάσεων κάποιων Δικαστηρίων. Ποτέ ο Γραπτός Τύπος δεν στρέφεται εναντίον της γαμημένης Δικαιοσύνης ως θεσμού.
To ένα σκέλος της Δικαιοσύνης είναι οι νομικές διατάξεις (Σύνταγμα, Νόμοι, Διατάγματα και Διαταγές, Κώδικες, Νομολογία). Το άλλο σκέλος είναι το έμψυχο υλικό – δηλαδή οι Δικαστικοί που εφαρμόζουν τις νομιές διατάξεις. Παραδόξως οι Δικαστές και Εισαγγελείς αποκαλούνται λειτουργοί και το επάγγελμά τους λειτούργημα. Οι λέξεις αυτές είναι καλοδιαλεγμένες, για να υποβάλουν στον Λαό την υποβρύχια ιδέα πως οι Δικαστικοί είναι πρόσωπα, θεόθεν προορισμένα, να απονέμουν Δικαιοσύνη. Η ίδια η Δικαιοσύνη απεικονίζεται (διεθνώς) σαν μια θεά με κλειστά μάτια, που κρατάει την γνωστή ζυγαριά. Οι Δικαστές και οι Εισαγγελείς δεν είναι παρά δημόσιοι υπάλληλοι (ενίοτε, υπαλληλίσκοι), όπως ακριβώς οι δάσκαλοι και οι εφοριακοί. Οι Δικαστές και οι Εισαγγελείς δήθεν ανήκουν σε δύο χωριστά σώματα της Δικαιοσύνης. Η αλήθεια είναι διαφορετική. Οι Δικαστές και οι Εισαγγελείς είναι φίδια της ίδιας συνομοταξίας. Η Μάφια της Δικαιοσύνης δεν έχει στεγανά.
Η ιεραρχία των Δικαστών και Εισαγγελέων υποδηλώνει, αυτομάτως, την κατάταξή τους. Υπάρχουν μικροί και μεσαίοι και ανώτατοι Δικαστικοί. Υπάρχουν οι ασήμαντοι ειρηνοδίκες και οι πασάδες του Αρείου Πάγου. Υπάρχουν και οι ευνούμενοι, που δεν απομακρύνονται από την Αθήνα, και οι καταδικασμένοι στην παντοτινή εξορία των μακρινών κωμοπόλεων της Ελλάδας […] Προκειμένου περί Δικαστών και Εισαγγελέων, προέχει το θέμα της παιδείας των, καθώς και της νοσηρης ψυχοσύνθεσης που τους διακρίνει. Οι άθλιοι, που κρίνουν και καταδικάζουν, είναι παντελώς αμόρφωτοι. Και, ως εκ τούτου, αναιδέστατοι. Στις 18-12-1974 έγινε κάποια δίκη με κατήγορο τον Τσαρούχη όπου παρουσιαστήκαμε σαν μάρτυρες υπερασπίσεως ο Ταχτσής, ο Ακριθάκης, ο υποφαινόμενος κ.α. Πρόεδρος του Δικαστηρίου ήτανε ένας μπαστουνόβλαχος, με πάρεδρο τον Σαρτζετάκη. Αυτός ο άξεστος πρόεδρος σχεδόν καθύβρισε τον Καλλιγά, τέως διευθυντή της Εθνικής Πινακοθήκης, μη ξέροντας ποιός είναι. Με ανάλογο τρόπο φέρθηκε σε άλλες προσωπικότητες που προσήλθαν στη δίκη. Ευτυχώς, ο Σαρτζετάκης, με παρεμβάσεις, εκτόνωσε την τεταμένη ατμόσφαιρα. Φυσικά, ο πρόεδρος του Δικαστηρίου (όπως όλοι οι πρόεδροι, μέχρις εσχάτων) απήυθυνε τον λόγο στον κατηγορούμενο και τους μάρτυρες στον ενικό αριθμό, και, με το πρέπον αγροίκον ύφος. Από την πλευρά τους απαξάπαντες οι Εισαγγελείς, φανταζόμενοι πως είναι σπουδαίοι ρήτορες, κλείνουν τον ρόλο τους στις δίκες, εξακοντίζοντας κατά των κατηγορουμένων διάφορους απαράδεκτους χαρακτηρισμούς. Οι Εισαγγελείς μας δεν μάθανε ποτέ ότι, ο Κατηγορούμενος, ώσπου να εκδοθεί η δικαστική απόφαση, είναι Υπόδικος, είναι Αθώος.
Οι Δικαστές και οι Εισαγγελείς φέρονται με παρόμοια γαϊδουριά και κατά των Δικηγόρων. Οι Δικηγόροι είναι ανώτατοι Δικαστικοί. Οι Δικηγόροι είναι εφάμιλλοι των Δικαστών. Γι’ αυτό, οι Δικηγόροι, σε περίπτωση που θα διαπράξουν αδίκημα, δικάζονται σε Εφετείο. Οι Δικηγόροι, από νομικής και ηθικής απόψεως, υπερτερούν των Εισαγγελέων. Ο Εισαγγελέας, ως Προστάτης του Νόμου, στρέφεται κατά παντός παραβάτου, και, συνεπώς, είναι ο μέγας εχθρός του Κατηγορουμένου. Ο Δικηγόρος υποστηρίζει την αθωότητα του Κατηγορουμένου μέχρι αποδείξεως του εναντίου, ή προσπαθεί να μειώσει την ποινική του ευθύνη. Είναι αυτονόητο πως κάθε ποινική δίκη ταλαντεύεται, καθότι ο Δικαστής κρίνει κατά 50% το αδίκημα και κατά 50% την προσωπικότητα του Κατηγορουμένου. Αποδώ ξεπηδούν οι αυθαιρεσίες των Δικαστών.
Όταν ο Δικηγόρος είναι επιθετικός, ο Δικαστής τον τρομοκρατεί με την υποβολή μήνυσης ενώπιον του ακροατηρίου. Σ’ αυτή την περίπτωση διακόπτεται η δίκη, συγκροτείται νέο δικαστήριο, με δήθεν άλλη σύνθεση, και καταδικάζουν τον αντιρρησία Δικηγόρο. Σ’ άλλες περιπτωσεις, ένας Εισαγγελέας, που δέχεται στο γραφείο του την επίσκεψη κάποιου απαιτητικού Δικηγόρου, προσπαθεί να τον κάμψει με το υπεροπτικό του ύφος. […] Ως τώρα, οι Δικηγόροι ανέχονται τα καπρίτσια των Δικαστών και Εισαγγελέων, αφού τέτιο καθεστώς επικρατεί στην Ελλάδα. Η τρομερή δύναμη που παρέχει ο Νόμος (και η δικαστική πρακτική) στου Δικαστές και Εισαγγελείς, υπερβαίνει κατά πολύ τις προσωπικές τους ικανότητες. Οι Δικηγόροι δε φοβούνται τους Δικαστές και Εισαγγελείς. Απλώς, δε θέλουν να χάσουν τη δίκη, γιατί γνωρίζουν κάλλιστα την εκδικητικότητα των Δικαστών και Εισαγγελέων. Η περίπτωση του Νάσιουτζικ και η περίπτωση του Κοεμτζή αποτελούν δύο πρόσφατα παραδείγματα αυτής της τυφλής εκδικητικότητας. Ωστόσο, οι Δικηγόροι, κατέχοντας μιαν ισχυρή μερίδα της Βουλής, θα μπορούσαν – δια Νόμου – να γκρεμίσουν, τουλάχιστον, τους αλλαζονικούς Εισαγγελείς από την υψηλή έδρα τους. Παράλληλα ο γραπτος Τύπος θα έπρεπε να θεσπίσει την κριτική της Δικαιοσύνης. Δηλαδή, όλες οι εφημερίδες να καθιερώσουν μια τακτική στήλη, όπου να κρίνονται οι δικαστικές αποφάσεις επί της διαδικασίας και επί της ουσίας. Ο νομομαθής Κώστας Ε. Μπέης εδημοσίευσε (προ ετών στο Βήμα και τώρα στην Ελευθεροτυπία) μια σειρά άρθρων, νομικής-δικανικής υφής, αλλά δεν τόλμησε να κρίνει τις αποφάσεις (και τα βλάκώδη θέσφατα) των Δικαστών και Εισαγγελεών. Οίκοθεν νοείται πως, σε περίπτωση καθιέρωσης της Κριτικής της Δικαιοσύνης, οι αρμόδιες προϊστάμενες Δικαστικές Αρχές θα πρέπει να συλλέγουν τα σχετικά άρθρα και να τα επισυνάπτουν στους ατομικούς φακέλους των κρινομένων Δικαστών και Εισαγγελέων, ώστε να χρησιμοποιούνται σαν τεκμήρια για την περαιτέρω σταδιοδρομία τους.
Οι Δικαστές και Εισαγγελείς εφαρμόζουν, κατά κόρον, την τακτική των δύο μέτρων και δύο σταθμών. Όταν εμφανίζεται στο δικαστήριο κάνας κακομοίρης, τον αποπαίρνουν. Όταν ένας Κατηγορούμενος μακρηγορεί, του λένε: αυτό είναι εκτός θέματος. Όταν βλέπουν έναν υψηλά ιστάμενο, του γλείφουν τον κώλο. Όταν ένας νεαρός Δικηγόρος αγορεύει, τον διακόπτουν με το περίφημο συντομεύετε. Όταν καταθέτει ένας Αστυνομικός, τον ακούνε ευλαβώς. Όταν δικάζεται ένας Αστυνομικός, τον αθωώνουν ή τον απαλάσσουν. Όταν προσέρχεται στη έδρα του Δικαστηρίου μια γόησσα, οι Δικαστές σαλιαρίζουν. Όταν κάθεται στο εδώλιο κάνας αναρχικός, του γαμούν την Παναγία […] Συχνότατα, οι Δικαστές και Εισαγγελείς είναι, από νομικής απόψεως κουμπούρες. Γιαυτό, οσάκις αντιμετωπίζουν κάποιον καταρτισμένο Δικηγόρο, καταπίνουν την γλώσσα τους. Όταν ήμουνα φοιτητής, παρακολούθησα μερικές δίκες όπου αγόρευε ο νομομαθέστατος αστικολόγος Βιδάλης, ο οποίος αφου μίλαγε μόνο δυό-τρία λεπτά, κατέθετε στον καταφανώς αδαή πρόεδρο του Δικαστηρίου ένα σχετικό υπόμνημα, με τους αριθμούς των αναγκαίων άρθρων του Αστικού Κώδικα κτλ.
Μιά μέρα, επί Χούντας, εκλήθην ως μάρτυρας σε κάποια δίκη οπότε ο πρόεδρος του Εφετείου (ένας αλλήθωρος πουστόγερος) με κάλεσε να ορκιστώ. Του απάντησα: είμαι άθεος και αρνούμαι να ορκιστώ. Ο Δικαστής, νομίζοντας πως θα με γονατίσει, άρχισε να ουρλιάζει, λέγοντας πως είμαι αναγκασμένος να ορκιστώ. Του ανταπάντησα, παγερά, ότι η Δικονομία προβλέπει τον όρκο των αθέων. Αυτό το ζώον πράγματι δεν ήξερε την ύπαρξη του σχετικού άρθρου. Υφίστανται, όμως, άλλοι Δικαστές που ξεχνούν, εκουσίως, διάφορες νομικές διατάξεις. Έτσι, όταν ο γιός του Ωνάση και ο Καραμαλής ετάφησαν παρανόμως εκτός νεκροταφείου (παρά το Βασιλικό Διάταγμα του Όθωνα) ουδείς Εισαγγελέας αντέδρασε. Και όταν μια εφοπλιστίνα έχτισε, προ μερικών δεκαετιών, στη Χίο ένα γυναικείο μοναστήρι, για να αποθέσει στη μέση του καθολικού τη μπαλσαμωμένη κόρη της, ο τοπικός Εισαγγελέας δεν μερίμνησε για τη μετακομιδή του άταφου πτώματος σε κάποιο κοιμητήριο. Παρομοίως, ο αρμόδιος Εισαγγελέας της Αθήνας επιτρέπει στο γνωστό μουσειάκι να διατηρεί σε γιάλες τα κομμένα κεφάλια των δυστυχισμένων ληστών, που τους είχανε σκοτώσει στις αρχές του περασμένου αιώνα. Κι αυτό, κόντρα σε κάθε έννοια χριστιανισμού…
Οι Δικαστές και Εισαγγελείς είναι αρκετά πονηροί, ώστε να ξεγλιστρούν από τις επικίνδυνες περιπλοκές. Ειδικώς, οι Εισαγγελείς, αποφεύγουν συστηματικά να κάνουν εφόδους στα μπουντρούμια των φυλακών και της Αστυνομίας. Και ποτέ δεν μηνύουν αυτεπαγγέλτως τους βασανιστές της Αστυνομίας, μολονότι αρκετά θύματά τους καταθέτουν σχετικές ιατροδικαστικές εκθέσεις και φωτογραφίες. Διώκουν, όμως, κάποιους συγγραφείς που εδημοσίευσαν άσεμνα βιβλία, ενώ κάνουν πως δεν πήρανε χαμπάρι τα ερωτικά-πορνογραφικά περιοδικά. Προ διετίας, βρήκε τον μπελά του ο ηθοποιός Βασίλης Διαμαντόπουλος, γιατί έθιξε την ιερή σημαία. Την 1-12-2000, αποκάλεσα την υπο κατάργησιν σημαία μας μουνόπανο, αλλά κανείς Εισαγγελέας δεν εστράφη εναντίον μου. Εξάλλου, όταν ο Καραμαλής ήτο πρόεδρος της Δημοκρατίας, τον χαρακτήρισα, στα Νέα, ως πολιτικάντη αγνώστου εθνικότητος. Ο τότε Εισαγγελέας θεώρησε περιττό να τα βάλει με μιαν εφημερίδα του Λαμπράκη.
Η έλλειψη αυτοπεποίθησης αποδυναμώνει τους Δικαστές και Εισαγγελείς. Η κούφια αυτοϊκανοποίηση αποτελεί το, κατ’ εξοχήν, τονωτικό τους. Η αυτοϊκανοποίηση τους αρχίζει από το διαβόητο Αλάθητον των αποφάσεών τους και τελειώνει στο φραγκολεβαντίνικο δήθεν-πορτρέτο (ποιός τον είδε;) του Εβραίου Ιησού, που είναι κρεμασμένο πάνω από τα κεφάλια των Δικαστών. Μικρή σημασία έχει το αν εφεσιβάλλονται οι αποφάσεις των Ανωτάτων Δικαστηρίων. Η υψηλή έδρα του Δικαστηρίου ενισχύει το επισφαλές κύρος των Δικαστών και Εισαγγελέων (- μα, γιατό κάθεται επί της έδρας και ο γραμματικός-πρακτικογράφος;). Η υψηλή έδρα των Δικαστών έχει καταργηθεί στη Ρωσία από την εποχή της μεγάλης Σοβιετικής Επανάστασης. Επίσης, έχει καταργηθεί, μεταπολεμικώς και στην Γερμανία. Οι στενογράφοι των αμερικάνικων Δικαστηρίων κάθονται σεμνά μπρος στην έδρα. Η εμφάνιση των νεοελλήνων Δικαστών, με τις τάχα-βυζαντινές στολές που καθιερώθηκαν προ ολίγων ετών, εγγίζει τα όρια του γελοίου. Στην Ελλάδα μαϊμουδίζουν κάθε τι το ευρωπαϊκό. Συν τοις άλλοις, και την εν σώματι έγερση του ακροατηρίου, οσάκις μπουκάρουν οι συνοφρυωμένοι Δικαστές. Όμως γιατί πρέπει να σηκώνονται όρθιοι οι ακροατές για να τιμήσουν, με το ζόρι, τους Δικαστές; Και προπάντων, σε ποιάν αντισυνταγματική διάταξη βασίζεται αυτή η υποχρεωτική ορθοστασία; Στην πραγματικότητα οι ακροατές μιας αποιασδήποτε δίκης είναι, συγχρόνως, και θεατές. Το Δικαστήριο κοπιάρει το Θέατρο, αφού διαθέτει: σκηνή και παρασκήνιο, πρωταγωνιστές και δευτερεύοντα πρόσωπα, αυστηρό τελετουργικό, κομπάρσους (κλητήρες και φρουρούς), και φιλοθεάμον κοινό. Το Δικαστήριο στερείται μουσικής.
Ανέκαθεν, ήτο λίαν επικίνδυνο να περιπαίζεις την Δικαιοσύνη. Όμως οι νεοέλληνες ευθυμογράφοι και καρικατουρίστες έπραξαν το καθήκον τους. Και ελπίζω να συνεχίσουν δριμύτεροι. Ήδη απο τον 19 αιώνα, άρχισαν να εμφανίζοντια διάφορα κείμενα και σκίτσα, αρκετά ενοχλητικά για τους κυρίους Δικαστές και Εισαγγελείς. Συχνά, τα παλιά κείμενα και σκίτσα χρησιμοποιούσαν ένα προπέτασμα καπνού (π.χ. την αρχαία δίκη με τη γυμνή Φρύνη), ώστε οι συγγραφείς και γελοιγράφοι να γλιτώνουν από τις ποινικές κυρώσεις. Αλλά, αυτό το κόλπο δεν έπιανε πάντα. Πριν σαράντα χρόνια, ένας λυσσασμένος Εισαγγελέας εστράφη κατά του Καραγάτση και του Μπόστ. για τη δημοσίευση του (ιστορικής υπόθεσης) Σέργιου και Βάκχου. Προ αιώνος έδρασε ο αθεόφοβος Σταμ. Σταμ. που αμόλησε πολλά βέλη κατά της Δικαιοσύνης, του Κράτους και της Εκκλησίας. Στις επόμενες δεκαετίες, εδημοσιεύτηκαν διάφορες σειρές με ευθυμογραφήματα, του τύπου Η Θέμις έχει κέφια, καθώς και γελοιγραφίες με θέμα κάποιες υποθετικές δίκες, όπως του Μπόστ. (στον Ταχυδρόμο και στην Ελευθερία) και του Καναβάκη (στην Μεσημβρινή της Βλάχου). Οι καρικατουρίστες φοβούνται να αποτυπώσουν, με γνώριμο τρόπο, τα χαρακτηριστικά συγεκριμένων Δικαστών και Εισαγγελέων. Φροντίζουν, όμως, να σατιρίζουν επαρκώς τους Δικαστικούς, που τους παρουσιάζουν να έχουν αλλαζονικό τουπέ, να κάνουν καραγκιοζίστικες χειρονομίες κτλ. […]
Τώρα οι Δικαστές και Εισαγγελείς μάχονται κατά της Εκτελεστικής Εξουσίας, για να αυξήσουν τη δικιά τους Εξουσία. Οι πολιτικάντηδες είναι επικίνδυνοι. Οι Δικαστικοί είναι επικινδυνωδέστεροι. Οι Δικαστικοί, όπως τους συμφέρει, υποβοηθούν την Κυβέρνηση. Η Κυβέρνηση ξαπόστειλε την Αστυνομία για να δολοφονήσει, εν ψυχρώ, τον γιατρό Τσιρώνη. Η Δικαιοσύνη κάλυψε τότε το πολιτικό αυτό έγκλημα. Όμως αρνείται να καλύψει όλη την παράνομη δραστηριότητα της Κυβέρνησης, εφόσον δεν έχει ανάλογες αντιπαροχές. Οι εκάστοτε απειλές του προέδρου του Αρείου Πάγου, που βγάινουν στον αφρό δεν ειναι παρά η κορυφή του παγόβουνου.
Kαι τώρα (που γράφω), άρχισε το χοντρό παιχνίδι. Υπαινίσσομαι τον φασιστικό Τρομονόμο και την υποχθόνια προσπάθεια διάλυσης του Συμβουλίου Επιρατείας – δύο πρωτοβουλίες της νεοχουντικής κυβέρνησης του Σιμίτη. Είμαι εναντίον του Τρομονόμου. Τάσσομαι υπέρ του Συμβουλίου Επικρατείας, γιατί αυτό είναι το μοναδικό Συνταγματικό Δικαστήριο, το έσχατο έρεισμα της Δημοκρατίας. Η συνδυασμένη προσπάθεια Κυβέρνησης – Αρείου Πάγου ενέχει όλα τα στοιχεία μιας αντιδραστικής συνομωσίας. Αυτό δείχνει, πριν απ’ όλα, η εν σιγή Αναθεώρηση του Συντάγματος. Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος δεν τόλμησε να ονειρευτεί τέτιες ανατροπές που πραγματοποιεί η σημερινή Κυβέρνηση. Και ενώ οργανώνεται ιεροκρυφίως ο πολιτειακός σεισμός, η Ελλάδα (της γκλαμουριάς κατι της μαλακίας) ροχαλίζει. Την ίδια ακριβώς στάση τηρεί ο πουλημένος Τύπος. Καμιά εφημερίδα δεν ανάθεσε σε νομομαθείς συντάκτες το γράψιμο μιας σειράς μεθοδικών άρθρων με θέμα την αντιδημοκρατική πολιτειακή ανατροπή που ήδη μπήκε σε τροχιά. Προφανώς η Κυβέρνηση θρέφει στους κόλπους της εκείνους τους σατανικούς υπουργούς που βυσσοδομούν κατά των λαϊκών ελευθεριών αυτής ταύτης της Αστικής Δημοκρατίας. Ο νυν υπουργός Δικαιοσύνης (αν δεν είναι ο πρωτεργάτης της συνομωσίας) είναι ο μόνος υπεύθυνος. Είναι μπακάλης, δεν ξέρει τι είναι το Συμβούλιο Επικρατείας. Όμως ένας καθηγητής Νομικής γνωρίζει άριστα πως, το Συμβούλιο Επικρατείας κρίνει τις διοικητικές αποφάσεις, δηλαδή ελέγχει τη νομιμότητα των κυβερνητικών αποφάσεων και διαταγμάτων. Ο υπουργός Δικαιοσύνης ανακατεύεται με τα σκατά. Φρονώ πως στο τέλος θα φάει απ’ αυτά τα σκατά…
Ο Άρειος Πάγος είναι μια μακάβρια σκοτεινή σπηλιά. Κανείς δεν ξέρει πώς λαμβάνονται οι αποφάσεις από τους ανώτατους Δικαστές. Βέβαια τυπικά οι συνεδριάσεις είναι δημόσιες – αλλά οι αποφάσεις μαγειρεύονται σε κατάκλειστα δωμάτια. […] Ο Άρειος Πάγος ευθύς εξαρχής (από το 1887) μονοπωλούσε την απονομή Δικαιοσύνης, αλλά με την ίδρυση του Συμβουλίου Επικρατείας αναγκάστηκε να μοιραστεί της δικαιοδοσίες του. Ο Άρειος Πάγος κράτησε τις αστικές και ποινικές αρμοδιότητες, ενώ το Συμβούλιο Επιρατείας ανέλαβε τον συνταγματικό και νομικό έλεγχο της Διοίκησης. Εντεύθεν πηγάζει το θανάσιμο μίσος των αρεοπαγιτών κατά του Συμβουλίου Επικρατείας.
Ο Άρειος Πάγος και το Συμβούλιο Επικρατείας είναι δύο ισοδύναμα ανώτατα Δικαστήρια, με εντελώς διαφορετικό κύκλο αρμοδιοτητων και δικαιοδοσιών (- το Ελεγκτικό Συνέδριο κτλ βρίσκονται σε άλλο πλαίσιο). Τα όρια των καθ’ ύλην και κατά τόπων αρμοδιοτήτων των δύο Ανωτάτων Δικαστηρίων δεν είναι τελείως ξεκαθαρισμένα – όθεν οι σχετικές συγχύσεις και συγκρούσεις. Ο Άρειος Πάγος θέλει να καταπιεί το Συμβούλιο Επικρατείας, για να επανασυστήσει το φασιστικό μονοπώλιό του. Η Δημοκρατία, η Αστική Δημοκρατία, δυναμώνει όταν υπάρχουν πολλοί φορείς αλληλοσυγκρουωμένων εξουσιών, που μια ικανή Κυβέρνηση καταφέρνει να εξισορροπεί. Η κάθε Δικτατορία, αποβαίνοντας συγκεντρωτική Εξουσία, δένει χειροπόδαρα τον Λαό. Σε τελική ανάλυσηο Άρειος Πάγος είναι καταπιεστικό όργανο ενώ το Συμβούλιο Επικρατείας προστατεύει τα (έστω πενιχρά) λαϊκά πολιτικά δικαιώματα.
Οι αμερικάνοι απαίτησαν τον Τρομονόμο και ο Σημίτης υπέκυψε. Ο Τρομονόμος (υποτίθεται ότι) στρέφεται κατά των σήμερα ανυπάρκτων τρομοκρατών. Οι αληθινοί τρομοκράτες είναι τα ειδικά Σώματα Ασφαλείας για την καταστολή των διαδηλώσεων. Η ενίσχυση της Αστυνομίας γίνεται βαθμιαία, μεθοδικά. Όταν ο Γεώργιος Παπανδρέου έστειλε έναν αστείο υπουργό του να παραλάβει, μπρος στο Στάδιο, τα πρώτα πενήντα αυτοκίνητα της Αστυνομίας Πόλεων (τα γνωστά εκατό), κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ό,τι επακολούθησε: κλούβες, ειδικά γκλομπ, αφθονία δακρυγόνων, βάναυσο ξυλοφόρτωμα των διαδηλωτών, συστηματικό σπάσιμο βιτρινών από χαφιέδες, μπάτσοι μαυροντυμένοι και με μάσκες κτλ. Ο Λαός τα βλέπει όλα αυτά και αηδιασμένος, αποφεύγει να ψηφίσει. Η αποχή απέβη πολιτικό όπλο. Η αποχή είναι πιά το μόνο πολιτικό όπλο κατά των πολιτικάντηδων.
Δεν τρέφω αυταπάτες. Μεσα σε τριάντα χρόνια, ο κάποτε μαχητικός ελληνικός Λαός μεταβλήθηκε σε έναν πολτό άβουλου Όχλου. Δεν μου διαφεύγει το ότι η αποχή από τις εκλογές αποτελεί μια μορφή αντίδρασης αλλά παθητικής αντίδρασης. Στην ουσία κανείς έλληνας δεν φρίττει από τα τεκτενόμενα. Όλοι γκρινιάζουν όμως δεν ξεσηκώνονται όπως άλλοτε. Η αριστερά του ΠΑΣΟΚ μάδησε. Οι κνίτες πέθαναν εδώ και δύο δεκαετίες. Οι ψευτο-αναρχικοί τσιλιμπουρδίζουν. Τα έντυπα της Αριστεράς φθίνουν. Ελάχιστοι αριστεροί διανοούμενοι διατηρούν την αξιοπρέπειά τους. Οι φοιτητικές οργανώσεις αδρανούν. Το κίνημα των μαθητών κατάντησε σκέτος κωλοπαιδισμός. Οι φεμινίστριες κατεποντίσθησαν. Οι ομοφυλόφιλοι ξεθυμαίνουν με εκδηλώσεις, όπου μας δείχνουν τον κώλο τους. Οι εχθροί της παγκοσμιοποίησης πηγαίναν εκδρομούλες σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης για να διακυρήξουν την αντίθεσή τους, αλλά τώρα κουράστηκαν. Τους αντιρρησίες συνείδησης τους έχουν τσουβαλιάσει για τα καλά.
Καταλήγω να πιστεύω ότι ίσως η μόνη εναπομένουσα διέξοδος είναι η ανοιχτή διαμάχη μεταξύ των ποκιλωνύμων Εξουσιών. Μέχρι στιγμής αυτός ο πόλεμος διεξάγεται στα κρυφά. Και ουδείς δύναται να προφητέψει πού και πότε θα σπάσει το απόστημα. Αλλά όπως συνήθως συμβαίνει, το ρήγμα θα προκληθεί από κάποιο τυχαίο περιστατικό. Στη σημερινή Ελλάδα μόνον η Εκκλησία διαθέτει οργανωμένη δύναμη. Ωστόσο η Εκκλησία – σαν συντηρητική Εξουσία που είναι – δεν πρόκειται να υιοθετήσει μια ριζοσπατική πολιτική. Η στρατηγική της Εκκλησίας αποβλέπει στην διαρπαγή διαφόρων οικονομικών προνομίων. Η τακτική της Εκκλησίας είναι διακοσμημένη με μπόλικη δημαγωγική σάλτσα. Συνεπώς δεν περιμένω ότι οι παπάδες θα αρχίσουν να βαράνε τις καμπάνες για να διαφυλάξουν τις λαϊκές ελευθερίες.
Κάποιος πολιτικάντης της Δεξιάς είχε αποκαλέσει τους λογοτέχνες λαπάδες. Όντως είναι λαπάδες και φέρονται σαν λαπάδες. Είμαι συγγραφέας και ως εκ τούτου δεν διαθέτω καμιά δύναμη, μήτε κοινωνική, μήτε πολιτική. Απλώς διαχωρίζοντας τη θέση μου από τους τυφλούς και μουγγούς λαπάδες, θέλω να κραυγάσω:
Κάτω οι υποκριτές του Αρείου Πάγου!
Σώστε τον θεσμό του Συμβουλίου Επικρατείας!
ΠΗΓΗ
-------------------
Σχόλια