Το καθεστώς «ελεγχόμενης χρεοκοπίας» που ουσιαστικά έχει επιβάλει από το 2010 το Βερολίνο στην καλύτερη περίπτωση θα μετεξελιχθεί σε καθεστώς «ελεγχόμενης ανάπτυξης». Ουσιαστικά αποτρέπει την δυναμική που θα προσέδιδε στην ελληνική οικονομία ένα θετικό σοκ, το οποίο θα τροφοδοτούσε η ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μέσα στον Ιούλιο.
Το «συμπιεσμένο ελατήριο»
Με την βαθμηδόν αποκατάσταση της «κανονικότητας» και την διοχέτευση στην οικονομία επαρκούς ρευστότητας τα capital controls θα μπορούσαν να αρθούν μέχρι το τέλος του 2017. Το επονομαζόμενο «συμπιεσμένο ελατήριο» της ελληνικής οικονομίας θα μπορούσε να απελευθερωθεί.Οι υποτιμημένες αξίες, η μείωση του κόστους εργασίας, η κατεδάφιση των εργασιακών δικαιωμάτων και η ανάγκη επενδύσεων έχουν μετατρέψει την Ελλάδα σε χώρα φθηνών ευκαιριών. Αυτό σημαίνει πως μετά από μια δεκαετία ύφεσης, όλα τα παραπάνω θα ήταν εφικτό να υπερσκελίσουν το εναπομείναν country risk.
Η Γερμανία δεν θέλει, όμως, να επιτρέψει τη δημιουργία τέτοιων ευνοϊκών συνθηκών για την Ελλάδα. Χωρίς, βεβαίως, να το ομολογεί, προτιμάει να την κρατάει σε καθεστώς de facto αποικίας, όπως πολύ εύστοχα την χαρακτήρισε η γνωστή αμερικανική ενημερωτική ιστοσελίδα Politico. Με τον τρόπο αυτό στέλνει ένα μήνυμα ισχύος σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Έλλειψη ανεξαρτησίας
Με δεδομένη τη στάση του Βερολίνου και με δεδομένο το γεγονός ότι παρά τις αντιδράσεις είναι ακόμα σε θέση να επιβάλει τη θέλησή του στην Ευρωζώνη, το κρίσιμο ερώτημα είναι τι θα κάνει από εδώ και πέρα η Ελλάδα για να ξεφύγει από τη μέγγενη. Για να κατορθώσει στον επόμενο χρόνο να βγει στις αγορές με βιώσιμα επιτόκια, να εξασφαλίσει ρευστότητα για τις επιχειρήσεις και να ξεπεράσει τον κίνδυνο ενός νέου κύκλου «ελεγχόμενης χρεοκοπίας» το 2021-2023, όταν οι ανάγκες για την εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους θα εκτοξευθούν στα ουράνια.Κατά γενική ομολογία, το ελληνικό χρέος είναι μη βιώσιμο, αλλά η ελάφρυνσή του δεν εξαρτάται από την Αθήνα. Οι δικές μας προσπάθειες πρέπει να στραφούν κυρίως προς την ανάπτυξη, προς την προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων, προς ιδιωτικοποιήσεις και προς κάποιες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με σκοπό την άρση αντικινήτρων για την επιχειρηματικότητα.
Είναι ένα στοίχημα πιο δύσκολο από την προηγούμενη διαδρομή, δηλαδή από την ελάφρυνση του χρέους και τη συμμετοχή στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Κι αυτό επειδή η Ελλάδα ουσιαστικά δεν είναι ανεξάρτητη χώρα. Δεν έχει νόμισμα και δεν μπορεί να χαράξει τη δική της οικονομική πολιτική. Η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί χωρίς έγκριση από τους δανειστές να αναλάβει στοιχειώδεις πρωτοβουλίες.
Αλλαγή ρότας
Στα εγγενή αντικίνητρα, όπως είναι η γραφειοκρατία και η έλλειψη της αναγκαίας ευελιξίας, πρέπει να προστεθεί η σχεδόν απαγορευτική φορολογία που έχει επιβάλει το Μνημόνιο, ένα πλέγμα ελέγχων πόθεν έσχες στην κίνηση κεφαλαίων, η δραστική συρρίκνωση της ενεργούς ζήτησης και βεβαίως το γεγονός ότι το ελεγχόμενο από ξένους ελληνικό τραπεζικό σύστημα δανείζει τις επιχειρήσεις με το σταγονόμετρο.Πως μπορεί η Ελλάδα να διαφύγει από όλα αυτά; Θα πρέπει να διατηρήσει στο ευρωπαϊκό «ηπειρωτικό επίπεδο» την συμμαχία της με την Γαλλία. Με την εμπλοκή του οίκου Ρότσιλντ στη διαχείριση του ελληνικού χρέους συμφωνήθηκε η ρήτρα ανάπτυξης.
Δεν πρέπει να περιμένει πολλά από την Ευρωζώνη. Από εκεί και πέρα πρέπει να αναζητήσει λύσεις και στην άλλη όχθη του Ατλαντικού. Η Ελλάδα θα πρέπει να επιχειρήσει μια «συνάντηση» με μεγάλους παίκτες των διεθνών αγορών, προκειμένου να αποκτήσει μέλλον. Το παράθυρο ευκαιρίας ουσιαστικά είναι από τον Σεπτέμβριο του 2017 μέχρι τον Αύγουστο του 2018.
ΠΗΓΗ
Blogger: Ευσεβείς πόθοι του Μένιου Τασιόπουλου. Εγώ επιμένω να είμαι μονότονος.
Σχόλια