Του Δημήτρη Τσαϊλά*
Η ΕΕ, ιδρύθηκε πάνω στα ερείπια της
μεταπολεμικής Ευρώπης, με εκτεταμένη την αμερικανική βοήθεια και
ενθάρρυνση. Στόχος τους ήταν να δημιουργήσουν μια υπερεθνική δομή, πρώτα
σε οικονομικά θέματα, και αργότερα στις κοινωνικές και νομικές
υποθέσεις, ακόμη και στην εξωτερική και αμυντική πολιτική.
Η συμμαχία του ΝΑΤΟ, με σκοπό να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της άμυνας, προηγήθηκε της ΕΕ, και αποτελεί το σύνδεσμο ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρώπη και τον Καναδά. Ο εικοστός πρώτος αιώνας έφερε μαζί του διαδικασίες που αμφισβήτησαν την κυριαρχία των υπερεθνικών δομών και οι τελευταίες εκλογές στην Ευρώπη σηματοδοτούν μια ριζική αλλαγή στη μέχρι τώρα εφαρμοσμένη πολιτική καθώς υπάρχει μια συνεχής μετατόπιση από την παραδοσιακή αντιπαλότητα αριστεράς-δεξιάς στην αντίθεση μεταξύ της παγκοσμιοποίησης, με τη μορφή της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), και της εθνικής κυριαρχίας.
Όλο αυτό το πολιτικό σκηνικό μοιάζει με
το περπάτημα της Αλίκης, από τη χώρα των θαυμάτων, μέσα από το καθρέφτη.
Έτσι πηγαίνοντας από “εκεί προς εδώ” τα πάντα είναι ανάποδα. Από τη
πλευρά του γυαλιού, η αριστερά έχει μετατραπεί σε δεξιά και η δεξιά
μετατρέπεται σε αριστερά. Ο παραδοσιακός στόχος της αριστεράς για
οικονομική ισότητα εγκαταλείφθηκε, και αντικαταστάθηκε από μια εμφατική
υποταγή στα «ανθρώπινα δικαιώματα», η οποία μάλιστα ξεκίνησε να
διδάσκεται στα σχολεία ως μια πραγματική θρησκεία αντί των παραδοσιακών
αξιών και των εθνικών αγώνων των προγόνων μας. Η αόριστη έννοια των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων ήταν κατά κάποιο τρόπο η σύνδεση με την «ελεύθερη
διακίνηση» των πάντων.
Πράγματι, το επίσημο δόγμα της ΕΕ είναι η προστασία της «ελεύθερης κυκλοφορίας» (ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των προσώπων, του εργατικού δυναμικού και του κεφαλαίου). Αυτές οι «τέσσερις ελευθερίες» στην πράξη μετέτρεψαν το έθνος από μια πολιτική κοινωνία σε μια χρηματοπιστωτική αγορά, μια επενδυτική ευκαιρία, που διευθύνεται από μια γραφειοκρατία των δήθεν ειδικών που στην αλαζονεία του κέρδους άφησαν τεράστια κενά στην εθνική ασφάλεια. Με τον τρόπο αυτό, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει γίνει το πείραμα πρωτοπορία στο μετασχηματισμό του κόσμου σε μια ενιαία αγορά χωρίς όμως εμβάθυνση στη «Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας».
Πράγματι, το επίσημο δόγμα της ΕΕ είναι η προστασία της «ελεύθερης κυκλοφορίας» (ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των προσώπων, του εργατικού δυναμικού και του κεφαλαίου). Αυτές οι «τέσσερις ελευθερίες» στην πράξη μετέτρεψαν το έθνος από μια πολιτική κοινωνία σε μια χρηματοπιστωτική αγορά, μια επενδυτική ευκαιρία, που διευθύνεται από μια γραφειοκρατία των δήθεν ειδικών που στην αλαζονεία του κέρδους άφησαν τεράστια κενά στην εθνική ασφάλεια. Με τον τρόπο αυτό, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει γίνει το πείραμα πρωτοπορία στο μετασχηματισμό του κόσμου σε μια ενιαία αγορά χωρίς όμως εμβάθυνση στη «Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας».
Εδώ και πολύ καιρό, πέρα του σημαντικού
προβλήματος της ανεξέλεγκτης ροής μεταναστών, διαμαρτυρόμαστε για την
απώλεια θέσεων εργασίας, τη μείωση του βιοτικού επιπέδου, τη
μετεγκατάσταση ή το κλείσιμο των κερδοφόρων βιομηχανιών, χωρίς να
αναγνωρίζουμε ότι αυτά προκαλούνται από τις ελλείψεις πολιτικής της ΕΕ.
Οι οδηγίες της ΕΕ και οι κανονισμοί δημιούργησαν ένα νέο μοντέλο
αναδιανομής, είτε γιατί «οι κυβερνήσεις είναι διεφθαρμένες και ανίκανες»
ή λόγω των κανόνων ανταγωνισμού που απαγορεύουν τις χώρες να λάβουν
μέτρα για τη διατήρηση των βασικών βιομηχανιών τους ή της γεωργίας τους.
Αντί όμως να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα, η αντίδραση, είναι ως
επί το πλείστον να επαναλάβουν το φθαρμένο αίτημα για μια αδύνατη
«Κοινωνική Ευρώπη».
Άλλο ένα καμπανάκι χτύπησε μετά τις
Προεδρικές εκλογές της Γαλλίας. Είχαν προηγηθεί το Βρετανικό δημοψήφισμα
όπου υπερίσχυσε το “BREXIT” και οι Προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ. Σήμερα
μπορούμε να λέμε ότι η εθνική κυριαρχία έγινε ουσιαστικά μια αμυντική
έννοια. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα νέον απομονωτισμό, την παραμονή στο
εσωτερικό της χώρας τη φύλαξη των δικών μας παιδιών, και της δική μας
επιχείρησης.
Είναι το αντίθετο του επιθετικού εθνικισμού που ενέπνευσε τη φασιστική Ιταλία και τη ναζιστική Γερμανία να κατακτήσουν άλλες χώρες, στερώντας τους την εθνική τους κυριαρχία. Η σύγχυση αυτή οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι όλο και περισσότερο ο σημερινός κόσμος θεωρεί ότι απειλείται από την «παγκοσμιοποίηση». Την θεωρούν ως ενός νέου τύπου ιμπεριαλισμό όπως θα έλεγε ένας επαναστατικός Κουμουνιστής, με επίκεντρο τη χρήση στρατιωτικής βίας ή της «ήπιας» ισχύος για να καταστεί δυνατή η διακρατική χρηματοδότηση για να διεισδύσουν οι ισχυροί γεωπολιτικοί παίκτες του πλανήτη σε κάθε γωνιά της γης και να αναμορφώσουν τις κοινωνίες στην ατελείωτη κερδοφόρα αναζήτηση και απόδοση της επένδυσης κεφαλαίου. Η νέα αριστερά επιρροή έχει αποκομίσει προσωρινά κέρδη πάνω σε αυτό το αφήγημα, επειδή έχει σηκώσει τη σημαία των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» και του «αντιρατσισμού» αφαιρώντας το δικαίωμα από μια ολόκληρη γενιά να εξετάσει τα κεντρικά, αν όχι τα μόνα, πολιτικά ζητήματα της εποχής μας.
Είναι το αντίθετο του επιθετικού εθνικισμού που ενέπνευσε τη φασιστική Ιταλία και τη ναζιστική Γερμανία να κατακτήσουν άλλες χώρες, στερώντας τους την εθνική τους κυριαρχία. Η σύγχυση αυτή οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι όλο και περισσότερο ο σημερινός κόσμος θεωρεί ότι απειλείται από την «παγκοσμιοποίηση». Την θεωρούν ως ενός νέου τύπου ιμπεριαλισμό όπως θα έλεγε ένας επαναστατικός Κουμουνιστής, με επίκεντρο τη χρήση στρατιωτικής βίας ή της «ήπιας» ισχύος για να καταστεί δυνατή η διακρατική χρηματοδότηση για να διεισδύσουν οι ισχυροί γεωπολιτικοί παίκτες του πλανήτη σε κάθε γωνιά της γης και να αναμορφώσουν τις κοινωνίες στην ατελείωτη κερδοφόρα αναζήτηση και απόδοση της επένδυσης κεφαλαίου. Η νέα αριστερά επιρροή έχει αποκομίσει προσωρινά κέρδη πάνω σε αυτό το αφήγημα, επειδή έχει σηκώσει τη σημαία των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» και του «αντιρατσισμού» αφαιρώντας το δικαίωμα από μια ολόκληρη γενιά να εξετάσει τα κεντρικά, αν όχι τα μόνα, πολιτικά ζητήματα της εποχής μας.
Το γεγονός ότι ο εθνικισμός αυξάνεται
ολοένα στην Ευρώπη, ερμηνεύεται από την επικρατούσα τάση της
παγκοσμιοποίησης ως απόδειξη ότι «η Ευρώπη εγκαταλείπει το ανωτέρω
αριστερό αφήγημα και κινείται προς ένα φιλελευθερισμό» με τους
αριστερούς να κατηγορούν τους υπολοίπους ως ρατσιστές. Η ερμηνεία αυτή
είναι μεροληπτική και επικίνδυνη. Οι άνθρωποι σε όλο και περισσότερες
ευρωπαϊκές χώρες ζητούν εναγωνίως την εθνική κυριαρχία τους, ακριβώς
επειδή την έχουν χάσει. Την έχασαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη θέλουν
πίσω. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι Ευρωπαίοι δυσπιστούν σε
αυτήν την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όχι επειδή είναι «ρατσιστές», αλλά κυρίως
επειδή αγαπάμε την ιστορική τους παράδοση και τους αγώνες των προγόνων
τους με εθνική υπερηφάνεια.
Στην Πατρίδα μας περισσότερο από ποτέ
άλλοτε, αντιμετωπίζουμε προκλήσεις στην εθνική μας άμυνα, την ασφάλεια
μας, και την Ευρωπαϊκή μας πορεία. Η εσωτερική πολιτική στη χώρα μας,
μάλλον το έχει αναγνωρίσει αυτό, καθώς πλέον δεν έχει την πολυτέλεια του
χρόνου. Εκτός από μια αποδυναμωμένη χώρα που είμαστε, αντιμετωπίζουμε
μαζί με τους ευρωπαίους εταίρους μας ένα πλήθος προκλήσεων κατά μήκος
της ανατολικής και νότιας μεθορίου μας. Εκτός από την τουρκική
προκλητικότητα την τρομοκρατία, τις κυβερνοεπιθέσεις, την ενεργειακή
ανασφάλεια, τις εκστρατείες παραπληροφόρησης με στόχο την αποδυνάμωση
της συνοχής των Ελλήνων αλλά και των Ευρωπαίων, έχουμε και την
αβεβαιότητα της στάσης των ευρωπαίων ηγετών και συμμάχων. Το ζητούμενο
είναι η θέσπιση μακροπρόθεσμων μηχανισμών για την προστασία του τρόπου
ζωής, των κοινών αξιών, και της ασφάλειας.
Νέες ασύμμετρες απειλές έχουν
συσσωρευτεί γύρω από την Ευρωπαϊκή Ένωση, με πύλη εισόδου την Ελλάδα και
την Ιταλία πρωτίστως. Έχουν τη δυνατότητα να προκαλέσουν ανεπανόρθωτες
βλάβες στην ευρωπαϊκή μας σχέση που βρίσκεται ήδη υπό τεράστια πίεση.
Ευρωατλαντικοί σύμμαχοι και Ευρωπαίοι εταίροι δυστυχώς λόγω δικών μας
αστοχιών δεν έχουν κοινή αντίληψη των απειλών. Η επιθετικότητα της
Τουρκίας οι εκστρατείες παραπληροφόρησης κατά της Ελλάδας, και η
ανυπαρξία ενός σχεδίου αντιμετώπισης των ροών των μεταναστών μας κάνει
ευάλωτους. Η μεταβαλλόμενη φύση των απειλών που αντιμετωπίζει η ΕΕ και η
μετατόπιση απαιτήσεων στις προκλήσεις ασφαλείας για την αναμόρφωση των
τρόπων αντίδρασης απαιτεί άμεσες πολιτικές αποφάσεις.
Θεωρώ την ενίσχυση της πολιτικής
διάστασης της ΕΕ όλο και περισσότερο απαραίτητη από ποτέ, λόγω των
πολύπλοκων προκλήσεων στην πολιτική, την ασφάλεια μας, και τα
δημοκρατικά συστήματα, όχι μόνο από την ανεξέλεγκτη ροή μεταναστών και
την τρομοκρατία από το αυτοαποκαλούμενο ισλαμικό κράτος, αλλά και από
τις σκοτεινότερες πλευρές της παγκοσμιοποίησης και της τεχνολογίας,
συμπεριλαμβανομένων των κυβερνοεπιθέσεων.
Οι τρομοκρατικές επιθέσεις, είτε είναι συμβατικές μέσα από τον κυβερνοχώρο ή υβριδικές, σε θέματα ασφαλείας προκαλούν ζημιές στους πολίτες αλλά και τις κυβερνήσεις. Η ΕΕ και οι κυβερνήσεις πρέπει να είναι σε θέση να ξαναχτίσουν τις κοινωνίες γρήγορα σε περίπτωση σοβαρών επιθέσεων που θα μπορούσαν να διαταράξουν την απαραίτητη υποδομή. Η ανθεκτικότητα είναι απαραίτητη για την υπεράσπιση της Δυτικής φιλελεύθερης τάξης. Ο ρόλος της ΕΕ είναι ζωτικής σημασίας από την άποψη αυτή, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχει και τις στρατιωτικές δυνατότητες να ανταποκριθεί γρήγορα στις επιθέσεις.
Οι τρομοκρατικές επιθέσεις, είτε είναι συμβατικές μέσα από τον κυβερνοχώρο ή υβριδικές, σε θέματα ασφαλείας προκαλούν ζημιές στους πολίτες αλλά και τις κυβερνήσεις. Η ΕΕ και οι κυβερνήσεις πρέπει να είναι σε θέση να ξαναχτίσουν τις κοινωνίες γρήγορα σε περίπτωση σοβαρών επιθέσεων που θα μπορούσαν να διαταράξουν την απαραίτητη υποδομή. Η ανθεκτικότητα είναι απαραίτητη για την υπεράσπιση της Δυτικής φιλελεύθερης τάξης. Ο ρόλος της ΕΕ είναι ζωτικής σημασίας από την άποψη αυτή, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχει και τις στρατιωτικές δυνατότητες να ανταποκριθεί γρήγορα στις επιθέσεις.
Επομένως η σφυρηλάτηση ισχυρών πολιτικών
δεσμών με την ΕΕ είναι ζωτικής σημασίας. Δεν υπάρχει χρόνος, αξία, ή
ιδεολογικό πλεονέκτημα για το ΝΑΤΟ και την ΕΕ να ανταγωνίζονται μεταξύ
τους. Οι σχέσεις του ΝΑΤΟ με την ΕΕ είναι ζωτικής σημασίας για την
ενίσχυση των πολιτικών πτυχών της διατλαντικής σχέσης. Ο διαχωρισμός των
στρατιωτικών και πολιτικών σχέσεων είναι περιττός.
Το ερώτημα δεν είναι αν η Ευρώπη μπορεί
να αμυνθεί, αλλά τι πρέπει να κάνει για να είναι μια ανεξάρτητη και
ανθεκτική δύναμη, λιγότερο εξαρτημένη από τις στρατιωτικές δυνάμεις του
ΝΑΤΟ. Το ευρωπαϊκό τμήμα του ΝΑΤΟ δεν θα είναι σε θέση να υπερασπιστεί
τα Ανατολικά του σύνορα από μια παραδοσιακή στρατιωτική επίθεση. Αλλά
μια τέτοια επίθεση είναι μάλλον απίθανη. Το πιο ρεαλιστικό σενάριο είναι
ένας υβριδικός πόλεμος, με πολιτικές αναταραχές στο εσωτερικό των
χωρών, μια εκστρατεία παραπληροφόρησης, κυβερνοεπιθέσεις, και ακόμη
ασύμμετρες απειλές είτε προερχόμενες από την τρομοκρατία ή από την
ανεξέλεγκτη ροή μεταναστών.
Επομένως είναι αδύνατο να υπάρχει
διχασμός στην Ευρώπη σχετικά με τη φύση της απειλής, ή ακόμα και για το
πότε μια επίθεση απαιτεί μια απάντηση. Το οπλοστάσιο πρέπει να
περιλαμβάνει μια ισχυρή αντιπολεμική εκστρατεία, με δυνάμεις πολιτικής
άμυνας σε θέση να καταστείλουν πιθανές εσωτερικές ταραχές μέσα σε ένα
νομικό πλαίσιο και να είναι σε θέση να διακρίνουν ποιος υποκινεί τέτοια
γεγονότα, μια ισχυρή ικανότητα σε κυβερνοπόλεμο, και ενισχυμένη
συνεργασία για την καταπολέμηση όλων των μορφών τρομοκρατίας.
* Ο κ. Δημήτρης Τσαϊλάς είναι Υποναύαρχος ΠΝ ε.α.
* Ο κ. Δημήτρης Τσαϊλάς είναι Υποναύαρχος ΠΝ ε.α.
Σχόλια