Πριν από ένα τέταρτο του αιώνα, η Ιταλία αντιμετώπιζε μια καταιγίδα προβλημάτων που μπορεί να συγκριθεί με τις σημερινές φουρτούνες.
Το πολιτικό σύστημα διαλυόταν.
Ένα γιγάντιο σκάνδαλο διαφθοράς άγγιζε τις υψηλότερες βαθμίδες του δημόσιου βίου. Το ταχύτατα αυξανόμενο δημόσιο χρέος συνέτριβε την οικονομία. Οι πολίτες είχαν εγκαταλείψει κάθε ελπίδα για τη δυνατότητα του κράτους να επιβάλει τοn νόμο και την τάξη.
Η Ιταλία κατάφερε με κάποιο τρόπο να περάσει αυτό τον σκόπελο, καθώς η μεταπολεμική κόντρα ανάμεσα στους Χριστιανοδημοκράτες και τους Κομμουνιστές έδωσε τη θέση της στη μάχη ανάμεσα στον δεξιό συνασπισμό του Σίλβιο Μπερλουσκόνι και το αριστερό μπλοκ του Ρομάνο Πρόντι.
Οι ξένοι συχνά υποτιμούν τη δυνατότητα της Ιταλίας να υπερβαίνει τις δυσκολίες. Βεβαίως, η πρόκληση είναι μεγαλύτερη από ό,τι το 1992. Οι λύσεις είναι πιο δύσκολο να βρεθούν. Ο λόγος έχει να κάνει με τη ριζικά διαφορετική κατάσταση στην Ε.Ε. και στη Μεσόγειο.
Ορισμένα από τα σύγχρονα προβλήματα της Ιταλίας φαίνονται παρόμοια με αυτά των αρχών της δεκαετίας του 1990. Το κομματικό σύστημα είναι για άλλη μια φορά κατακερματισμένο. Το κυβερνών κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα (PD) διασπάστηκε τον προηγούμενο μήνα. Η δεξιά είναι διχασμένη. Το πιο δημοφιλές κόμμα της αντιπολίτευσης είναι το αντισυστημικό Κίνημα των Πέντε Αστέρων.
Από τον Νοέμβριο του 2011, τέσσερις πρωθυπουργοί έχουν αναλάβει καθήκοντα όχι γιατί τους επέλεξαν οι ψηφοφόροι, αλλά εξαιτίας μιας έκτακτης οικονομικής κατάστασης, μιας φατριακής σύγκρουσης, ενός κομματικού πραξικοπήματος και μιας αποτυχημένης συνταγματικής μεταρρύθμισης.
Είναι αλήθεια πως τα προβλήματα της Ιταλίας με τη μαφία και τη διαφθορά δεν φαίνονται τόσο απειλητικά όσο το 1992. Ωστόσο, ο Ματέο Ρέντσι, ο πρώην πρωθυπουργός και αρχηγός του Δημοκρατικού Κόμματος, δέχθηκε ένα ισχυρό πλήγμα αυτόν τον μήνα, όταν αποκαλύφθηκε ότι ο Τιτσιάνο Ρέντσι, ο πατέρας του, και ο Λούκα Λότι, ένας στενός πολιτικός σύμμαχος, έχουν εμπλοκή στη δικαστική υπόθεση για κρατικές εργολαβίες.
Η πιο ανησυχητική σύγκριση με το 1992 αφορά στις ανησυχίες για την ιταλική οικονομία, η οποία προβλέπεται φέτος να έχει τη χαμηλότερη ανάπτυξη στην ευρωζώνη. Το δημόσιο χρέος έχει αυξηθεί πάνω από το 132% του ΑΕΠ. Η ανεργία βρίσκεται σχεδόν στο 12%. Η ανεργία των νέων υπερβαίνει το 37%.
Το αποτέλεσμα είναι πως όλο και περισσότεροι Ιταλοί πολιτικοί αμφισβητούν τα οφέλη της συμμετοχής στην ευρωζώνη. Το ίδιο και οι Ιταλοί ψηφοφόροι. Σε δημοσκόπηση που δημοσιεύτηκε τον Δεκέμβριο, το 47% αποκάλεσε το ευρώ «κάτι κακό» για τη χώρα και μόνο το 41% υποστήριξε ότι είναι «κάτι καλό».
Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά σε σχέση με 25 χρόνια πριν. Τότε, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση φαινόταν στους περισσότερους Ιταλούς ως η απάντηση στις αποτυχίες που ταλαιπωρούσαν την Ιταλία από την ενοποίησή της το 1861.
Ο βιομηχανικός Βορράς ευημερεί χάρη στις επιδόσεις στις εξαγωγές και στη σύνδεση με τις γερμανικές εφοδιαστικές αλυσίδες.
Οι ειδικοί στην κεντρική τράπεζα και στο υπουργείο Οικονομικών γνωρίζουν τους κινδύνους μιας εξόδου από την ευρωζώνη για την Ιταλία, την Ε.Ε. και το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα. Αλλά η μακροχρόνια στασιμότητα που έχει συμπέσει με τη συμμετοχή της Ιταλίας στην ευρωζώνη κάνει πολλούς Ιταλούς να βλέπουν το ευρώ ως ένα ζουρλομανδύα.
Δύο παράγοντες ενισχύουν αυτή την απογοήτευση.
- Πρώτον, οι δημοσιονομικοί κανόνες της ευρωζώνης φαίνεται να έχουν σχεδιαστεί στα μέτρα των Γερμανών, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τις συνθήκες στην Ιταλία.
- Οι εκκλήσεις των ιταλικών κυβερνήσεων για λιγότερη ακαμψία δεν έχουν εισακουστεί από το Βερολίνο.
- Δεν είναι αυτό που οραματιζόταν η Ιταλία όταν υπέγραφε για την υιοθέτηση του ευρώ το 1999.
Για όσο καιρό η μετριοπαθής αριστερά ή δεξιά κυβερνά την Ιταλία, μπορεί να είναι εφικτό να περιοριστεί αυτή η απογοήτευση με την Ε.Ε. και το ευρώ. Αλλά τα ρήγματα στο Δημοκρατικό Κόμμα αποτελούν το τελευταίο σημάδι πως το κομματικό σύστημα δεν αντέχει στην πίεση.
Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων παραμονεύει στη γωνία.
ΠΗΓΗ
Σχόλια