Στο άρθρο μου «Η Ελλάδα αντιμέτωπη με μια πολύ
δύσκολη στιγμή της μεταπολιτευτικής της ιστορίας», (ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 29.01.2017) είχα περιγράψει τις εξελίξεις
της διαπραγμάτευσης. Δυστυχώς επαληθεύτηκα. Η Γερμανία φαίνεται ότι επιβάλλει
την άποψή της στην Ελλάδα, στην ΕΕ και επιτυγχάνει συμβιβασμό με το ΔΝΤ
σαφέστατα υπέρ των συμφερόντων της , τουλάχιστον μέχρι της γερμανικές εκλογές.
Στο αναφερόμενο άρθρο έγραφα:
«Νομίζω ότι ο Γερμανός υπουργός οικονομικών θεωρεί ότι μπορεί να κερδίσει σε κάθε περίπτωση. Αν η Ελλάδα δεχτεί αυτά που επιθυμεί το ΔΝΤ (και παράλληλα επιθυμεί και ο Σόιμπλε), αλλά η Γερμανία δεν θα δεχτεί την προτεινόμενη από το ΔΝΤ, αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους , δεν θα έχει πρόβλημα να αποταθεί στο γερμανικό εκλογικό σώμα υποστηρίζοντας ότι επέτυχε την επιθυμητή δημοσιονομική προσαρμογή (πλεονάσματα 3,50% για περίπου δέκα χρόνια, μείωση των συντάξεων και του αφορολόγητου , περαιτέρω απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων) επιβάλλοντας την απόλυτη κυριαρχία του στην Αθήνα, ενώ αντιστάθηκε στις παράλογες και λανθασμένες αιτιάσεις του ΔΝΤ για αναδιάρθρωση το ελληνικού δημοσίου χρέους. Επομένως το πρόγραμμα θα μπορούσε να συνεχισθεί και χωρίς το ΔΝΤ (αφού αυτό επιτέλεσε το ρόλο του) και μάλιστα , αν χρειασθεί, με ένα νέο πρόγραμμα καθαρά ευρωπαϊκό».
Μετά τη συνεδρίαση του Eurogroup (20.02.2017) οι
εξελίξεις καθορίζονται από τρία σημεία:
Πρώτο σημείο : το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων σχεδόν
βέβαια μέχρι το 2020 (διάρκεια του νέου τριετούς
μακροπρόθεσμου προγράμματος που αποτελεί
μνημονιακή υποχρέωση) θα είναι 3,5%. Το πλέον πιθανό θα είναι να επεκταθούν μέχρι το 2022. Κάτι
που επιθυμούσε σφόδρα η Γερμανική πλευρά. Η συζήτηση για τα μεσοπρόθεσμα
μέτρα αναδιάρθρωσης του ελληνικού δημοσίου χρέους , που οι Ευρωπαίοι προτίθεται
να αρχίσουν μετά τις γερμανικές εκλογές αλλά να καταλήξουν μετά τη λήξη του
παρόντος προγράμματος (αφού οι εξελίξεις θα είναι σύμφωνες με το σχεδιασμό τους)
θα αφορούν την περίοδο μετά το 2022 όπου λήγει η δεκαετής περίοδος χάριτος των δανείων από το
πρώτο Μνημόνιο και αυξάνονται σημαντικά οι υποχρεώσεις των χρηματοπιστωτικών εξόδων
(τόκοι).
Δεύτερο σημείο: στο πλαίσιο του στόχου για πρωτογενές
πλεόνασμα 3,5% η ελληνική κυβέρνηση , από την 01.01.2019, θα εντάξει τις απαιτήσεις
του ΔΝΤ αλλά και των Γερμανών για μείωση
του αφορολόγητου , τη μείωση της προσωπικής διαφοράς των παλαιών ασφαλισμένων,
καθώς και ορισμένες αλλαγές στην αγορά εργασίας . Η συζήτηση με τους θεσμούς
σε τεχνικό επίπεδο , μετά την Καθαρά Δευτέρα, θα αφορά στο ύψος του
αφορολόγητου καθώς και στον τρόπο μείωσης της προσωπικής διαφοράς. Ειδικά για τις αλλαγές στην αγορά
εργασίας υπάρχει περίπτωση, για λόγους ανταμοιβής των δύο άλλων απαιτήσεων να
παραμείνουν τα πράγματα περίπου όπως έχουν σήμερα και να μην επιμείνουν οι
δανειστές στις απαιτήσεις τους , περιμένοντας τις εξελίξεις.
Τώρα , με δεδομένο το στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5%, οι
προγραμματιζόμενες μειώσεις της συνταξιοδοτικής
δαπάνης και του αφορολόγητου ποσού (ονομάζονται μεταρρυθμίσεις αλλά στην ουσία
πρόκειται για καθαρά δημοσιονομικά μέτρα) , καθώς και η εκτιμώμενη αύξηση του
ΑΕΠ, μπορεί να αφήσει ένα δημοσιονομικό χώρο για μέτρα ελάφρυνσης της φορολογίας
(των εμμέσων φόρων σε ορισμένα προϊόντα ή στον ΕΝΦΙΑ, ή στη φορολογία των
επιχειρήσεων) τα οποία για να εφαρμοστούν θα χρειάζονται τη σύμφωνη γνώμη των
δανειστών. Προκύπτουν δύο συμπεράσματα: α) νέα επιβάρυνση από το 01.01.2019 ,για τους παλαιούς
συνταξιούχους καθώς και νέα επιβάρυνση
για όσους σήμερα δεν καταβάλουν φόρο ενώ θα κληθούν να καταβάλουν από τη
συγκεκριμένη ημερομηνία και β) επικράτηση της οικονομικής λογικής του ΔΝΤ και των απόψεών του ,έναντι αυτής που
υποστήριζε η ελληνική κυβέρνηση. Ότι τα
μέτρα θα είναι δημοσιονομικά ουδέτερα σημαίνει ότι θα πρέπει να επιτυγχάνεται το
συμφωνημένο πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%
(αυτό είναι το καθοριστικό) και όχι παραπάνω. Όμως οι αλλαγές στο μίγμα της ακολουθούμενης δημοσιονομικής πολιτικής σαφέστατα δεν μπορεί
να είναι ουδέτερο δεδομένου ότι ορισμένες κοινωνικές κατηγορίες σίγουρα θα θιγούν (όλοι όσοι θα υποστούν μείωση της προσωπικής
διαφοράς στις συντάξεις και όλοι όσοι θα
κληθούν να πληρώσουν φόρους ενώ δεν πλήρωναν). Οι επιπτώσεις από πιθανή μείωση
του ΦΠΑ σε ορισμένα αγαθά είναι κατανοητό ότι με κανένα τρόπο δεν μπορεί να καλύψει
τις απώλειες.
Τρίτο σημείο: το ΔΝΤ σαφέστατα υποχώρησε στις απαιτήσεις των
Γερμανών για να μεταφερθεί η συζήτηση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος
τουλάχιστον μετά τις γερμανικές εκλογές. Όπως είχαμε εκτιμήσει για
μια ακόμη φορά, ΔΝΤ και Γερμανία σπρώχνουν
το κουτάκι στο μέλλον. Παράλληλα , όμως, η κ. Λαγκάρντ συνεχίζει να επαναλαμβάνει, επιδέξια και
επικονωνιακά, τους όρους και τις
προϋποθέσεις για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα που παραμένουν αμετάβλητοι.
Η διαφορά μεταξύ της ΕΕ και του ΔΝΤ δεν είναι το πότε τα μέτρα θα μπουν σε εφαρμογή -μετά το τέλος του προγράμματος-, αλλά το πότε θα προσδιοριστούν ποσοτικά και θα συμφωνηθούν. Το ΔΝΤ ήθελε την απόφαση να παρθεί μέχρι το καλοκαίρι, προκειμένου να διαπιστωθεί αν θα συμμετάσχει με ένα τρίτο πρόγραμμα διάσωσης στην Ελλάδα.
Η διαφορά μεταξύ της ΕΕ και του ΔΝΤ δεν είναι το πότε τα μέτρα θα μπουν σε εφαρμογή -μετά το τέλος του προγράμματος-, αλλά το πότε θα προσδιοριστούν ποσοτικά και θα συμφωνηθούν. Το ΔΝΤ ήθελε την απόφαση να παρθεί μέχρι το καλοκαίρι, προκειμένου να διαπιστωθεί αν θα συμμετάσχει με ένα τρίτο πρόγραμμα διάσωσης στην Ελλάδα.
Με την αναδίπλωση της κ. Λαγκάρντ -τουλάχιστον δημόσια-
φαίνεται ότι η κ. Μέρκελ και η κ. Λαγκάρντ αποφάσισαν να αφήσουν για μετά τις
γερμανικές εκλογές τον ορισμό του μεσοπρόθεσμου στόχου για τα πλεονάσματα και
τη διαφορά στις προβλέψεις για το χρέος.
Σε αυτή την περίπτωση, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΝΤ δεν
θα κληθεί να αποφασίσει για την Ελλάδα πριν από το φθινόπωρο, και σε μια τέτοια
περίπτωση, όλα τα πιθανά σενάρια θα είναι πάνω στο τραπέζι. Προς το παρόν, το
ΔΝΤ θα συνεχίσει να συμμετέχει ως σύμβουλος
και να εγκρίνει τις δόσεις του ESM με τον συνήθη αστερίσκο, χωρίς όμως την
αποδέσμευση δικών του κεφαλαίων προς την Ελλάδα, όπως άλλωστε γίνεται τα
τελευταία δύο και πλέον χρόνια.
Άλλωστε το Eurogroup κατάφερε να αποσυνδέσει την
ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης από τα μεσοπρόθεσμα και τη βιωσιμότητα
του χρέους.
Κατά την εκτίμησή μου θεωρώ δύσκολο, σχεδόν αδύνατον, το ΔΝΤ
να εισέλθει σε ένα πρόγραμμα που θα λήγει , μετά τις γερμανικές εκλογές , σε
λιγότερο από ένα χρόνο. Επομένως το ζήτημα είναι αν θα κάνει ηρωική έξοδο ή θα
παραμείνει ως τεχνικός σύμβουλος . Η απάντηση εξαρτάται και από τις γενικότερες
εξελίξεις του ελληνικού προγράμματος αλλά και από τις ευρωπαϊκές εξελίξεις λόγω
του εκλογικού κύκλου αλλά και από τις γενικότερες διεθνείς εξελίξεις . Με τα
σημερινά δεδομένα είμαι σχεδόν σίγουρος ότι θα παραμείνει ως τεχνικός σύμβουλος
μέχρι τη λήξη του προγράμματος.
ΥΓ.
Οι συζητήσεις που θα αρχίσουν την ερχόμενη Τρίτη , θα μας λύσουν
πολλές απορίες για το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα. Μη ξεχνούμε ότι δεν υπάρχει
ακόμη καμία συμφωνία. Μόνο αν επέλθει συμφωνία στα τεχνικά κλιμάκια θα έχει
πραγματοποιηθεί ένα σημαντικό βήμα για επίτευξη συμφωνίας.ΠΗΓΗ
Σχόλια