Ένα χρόνο μετά τις εκλογές, μέσω των οποίων σταθεροποιήθηκε κι εξόντωσε κάθε εσωκομματικό αντίπαλο, αλλά και κάθε διαφορετική φωνή στο εσωτερικό της, η κυβέρνηση Τσίπρα βρίσκεται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση.Ο λόγος είναι οι διαστάσεις χιονοστιβάδας που παίρνουν οι αποκαλύψεις γύρω από την υπόθεση Καλογρίτσα, την Τράπεζα Αττικής, αλλά και τις σοβαρές παραλείψεις του διαγωνισμού για τις τηλεοπτικές άδειες.
Βασιλική Σιούτη
Για τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ ωστόσο, το θέμα της Τράπεζας Αττικής ήταν γνωστό εδώ και πολύ καιρό, όπως ήταν γνωστά και τα σχέδια της κυβέρνησης και οι περίπλοκες σχέσεις κυβερνητικών στελεχών μαζί της εδώ και χρόνια.
Ανησυχία υπάρχει και στο κόμμα και στην κυβέρνηση. Περισσότερο θορυβημένοι όμως αυτή την περίοδο είναι τα μέλη της Επιτροπής και ο Γενικός Γραμματέας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας Λ. Κρέτσος που ενέκριναν τα "Πόθεν Έσχες" των πλειοδοτών χωρίς να έχει γίνει ουσιαστικός έλεγχος, όπως προκύπτει από τις δημοσιογραφικές αποκαλύψεις που βγαίνουν στο φως. Φαίνεται πως έχουν λόγο να αγωνιούν, καθώς εγείρονται ακόμα και θέματα ποινικών ευθυνών, όχι μόνο από νομικούς, αλλά και από στελέχη της κυβέρνησης. Γνωστός νομικός που φέρεται να εκπροσωπεί τηλεοπτικό σταθμό, ιδιαίτερα φιλικό προς την κυβέρνηση μέχρι πρότινος, προανήγγειλε ότι θα καταθέσει μήνυση εναντίον της πενταμελούς Επιτροπής του διαγωνισμού για τις τηλεοπτικές άδειες και του γενικού γραμματέα ενημέρωσης «για κακουργηματική ψευδή βεβαίωση με τις επιβαρυντικές περιστάσεις των καταχραστών του δημοσίου» , γεγονός που τρομοκράτησε όσους υπέγραψαν.
Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι μέλη της επιτροπής μετέφεραν πρόσφατα την αγωνία τους στον Ν. Παππά, εκφράζοντας την ανησυχία τους για όλα αυτά που δεν περίμεναν ότι θα ακολουθούσαν. Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, εκείνος τους καθησύχασε και προέβη στη δήλωση της 19ης Σεπτεμβρίου υποστηρίζοντας ότι ο οικονομικός έλεγχος «έγινε με το γράμμα του νόμου» και ότι απλώς οι υποψήφιοι ασκούν τα δικαιώματα τους δια των ενστάσεων. Με τη δήλωσή εκείνη υπενθύμιζε ότι ο διαγωνισμός τελείωσε και προσέθετε ότι «δεν περνάνε οι θρασύδειλες απειλές εναντίον των μελών της Επιτροπής» .
Παρόλα αυτά, οι κυβερνητικές πηγές επιμένουν ότι στο Μέγαρο Μαξίμου υπάρχει έντονος προβληματισμός σχετικά με τη στάση που θα κρατήσουν μετά τον καταιγισμό των αποκαλύψεων, τις οποίες διαπιστώνουν τώρα ότι αδυνατούν να συγκρατήσουν, παρά τα σχέδια επικοινωνιακής αντεπίθεσης.
Υπάρχουν κυβερνητικά στελέχη που εύχονται πλέον να δώσει τη λύση το ΣτΕ, ακυρώνοντας τον διαγωνισμό. Εκτιμούν ότι ίσως μόνο έτσι μπει ένα τέλος στην υπόθεση Καλογρίτσα κι εκείνοι στη συνέχεια θα μπορούν να υποστηρίζουν τη γραμμή ότι έδωσαν τη μάχη για να μπει τάξη στα κανάλια, αλλά δεν τους άφησαν τα συμφέροντα. Υπάρχουν όμως και άλλοι, ισχυρότεροι παίκτες εντός της κυβέρνησης, που δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να κάνουν ούτε βήμα πίσω.
Εκτιμούν ότι «μπόρα είναι και θα περάσει» και όλα θα ξεχαστούν, για αυτό δεν πρέπει να υποχωρήσουν αλλά να υποστηρίξουν το σχέδιό τους μέχρι τέλους. Το τι θα πράξει τελικά ο πρωθυπουργός, αν θα επιμείνει ή αν θα υποχωρήσει, θα φανεί σύντομα. Ο προβληματισμός του διαφάνηκε πάντως (ή σκόπιμα άφησε την εντύπωση αυτή) και στην ομιλία του στην Κεντρική Επιτροπή, όταν είπε πως όποιος πλειοδότης έχει πρόβλημα θα εκπέσει, παρότι στενοί συνεργάτες του δεν θέλουν να θυσιάσουν τον Καλογρίτσα.
Ενόχληση έχει εκφραστεί -από ελάχιστα είναι αλήθεια κυβερνητικά και κομματικά στελέχη και μόνο σε βαθμό απλού παραπόνου- και για την εμπλοκή στην όλη υπόθεση δύο πρώην στελεχών του ΠΑΣΟΚ που ήταν κατηγορούμενοι και στο σκάνδαλο Κοσκωτά. Ο ένας είναι ο Γ. Μαντζουράνης ο οποίος είχε φυλακιστεί για την υπόθεση Κοσκωτά και το Μαξίμου τώρα του ανάθεσε την υπεράσπιση του δημόσιου συμφέροντος σχετικά με τον διαγωνισμό των αδειών. Ο άλλος είναι ο Π. Ρουμελιώτης που του είχαν αποδοθεί μεν κατηγορίες, αλλά λόγω της ασυλίας που απέκτησε ως ευρωβουλευτής, κατάφερε να μην δικαστεί. Στον ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν, κάποιοι εκτιμούν ότι η εμπλοκή των Μαντζουράνη και Ρουμελιώτη προκαλεί ευθέως συνειρμούς που θυμίζουν το σκάνδαλο Κοσκωτά, δυσχεραίνοντας τη θέση της κυβέρνησης αλλά και το επικοινωνιακά έργο τους.
Στο Μαξίμου η γραμμή προς τα ΜΜΕ είναι ότι ο πόλεμος που δέχονται υποκινείται από τη ΝΔ και τον Β. Βενιζέλο, τον οποίο αναφέρουν ονομαστικά και φαίνεται να τον διαχωρίζουν από το υπόλοιπο ΠΑΣΟΚ , ενώ δεν κρύβουν τον εκνευρισμό που τους προκαλεί η τακτική του στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας καθώς και το πρέσινγκ που ασκεί στην Τασία Χριστοδουλοπούλου.
Κυβερνητικοί παράγοντες πάντως, προειδοποιούν και στέλνουν μηνύματα στους πολιτικούς τους αντιπάλους ότι «πάνε για μαλλί και θα βγουν κουρεμένοι», όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν. Εκτιμούν ότι ο υπουργός Μεταφορών Χρ. Σπίρτζης, που κάποιοι στο κόμμα χαρακτηρίζουν ως αχίλλειο πτέρνα της κυβέρνησης λόγω της σχέσης με τον Καλογρίτσα και τη θητεία στο ΤΕΕ, μπορεί παρόλα αυτά να μετατραπεί σε «υπερόπλο», υπονοώντας ότι γνωρίζει πολλά και για τα πεπραγμένα του ΠΑΣΟΚ στην τράπεζα Αττικής και αν χρειαστεί θα προβούν και αυτοί σε αποκαλύψεις.
Πονοκέφαλο όμως στο Μαξίμου προκαλεί και άλλη μία άγνωστη μέχρι πρότινος σχέση κυβερνητικού στελέχους με την τράπεζα Αττικής που ήρθε δειλά δειλά στο φως τις τελευταίες μέρες. Πρόκειται για τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης που έχει και την ευθύνη της τραπεζικής πολιτικής, Γ.Δραγασάκη, ο οποίος όπως αποκαλύφθηκε, υπήρξε σύμβουλος της διοίκησης της τράπεζας. Περισσότερα για τη σχέση αυτή δεν έχουν γίνει γνωστά καθώς και ο ίδιος ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης δεν έχει δώσει ιδιαίτερες εξηγήσεις. Υπουργοί που ρωτήθηκαν όμως από δημοσιογράφους, καθώς και σύντροφοι του στο κόμμα, δηλώνουν ότι δεν γνώριζαν τίποτα.
Για τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ ωστόσο, το θέμα της Τράπεζας Αττικής ήταν γνωστό εδώ και πολύ καιρό, όπως ήταν γνωστά και τα σχέδια της κυβέρνησης και οι περίπλοκες σχέσεις κυβερνητικών στελεχών μαζί της εδώ και χρόνια.
Ανησυχία υπάρχει και στο κόμμα και στην κυβέρνηση. Περισσότερο θορυβημένοι όμως αυτή την περίοδο είναι τα μέλη της Επιτροπής και ο Γενικός Γραμματέας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας Λ. Κρέτσος που ενέκριναν τα "Πόθεν Έσχες" των πλειοδοτών χωρίς να έχει γίνει ουσιαστικός έλεγχος, όπως προκύπτει από τις δημοσιογραφικές αποκαλύψεις που βγαίνουν στο φως. Φαίνεται πως έχουν λόγο να αγωνιούν, καθώς εγείρονται ακόμα και θέματα ποινικών ευθυνών, όχι μόνο από νομικούς, αλλά και από στελέχη της κυβέρνησης. Γνωστός νομικός που φέρεται να εκπροσωπεί τηλεοπτικό σταθμό, ιδιαίτερα φιλικό προς την κυβέρνηση μέχρι πρότινος, προανήγγειλε ότι θα καταθέσει μήνυση εναντίον της πενταμελούς Επιτροπής του διαγωνισμού για τις τηλεοπτικές άδειες και του γενικού γραμματέα ενημέρωσης «για κακουργηματική ψευδή βεβαίωση με τις επιβαρυντικές περιστάσεις των καταχραστών του δημοσίου» , γεγονός που τρομοκράτησε όσους υπέγραψαν.
Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι μέλη της επιτροπής μετέφεραν πρόσφατα την αγωνία τους στον Ν. Παππά, εκφράζοντας την ανησυχία τους για όλα αυτά που δεν περίμεναν ότι θα ακολουθούσαν. Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, εκείνος τους καθησύχασε και προέβη στη δήλωση της 19ης Σεπτεμβρίου υποστηρίζοντας ότι ο οικονομικός έλεγχος «έγινε με το γράμμα του νόμου» και ότι απλώς οι υποψήφιοι ασκούν τα δικαιώματα τους δια των ενστάσεων. Με τη δήλωσή εκείνη υπενθύμιζε ότι ο διαγωνισμός τελείωσε και προσέθετε ότι «δεν περνάνε οι θρασύδειλες απειλές εναντίον των μελών της Επιτροπής» .
Παρόλα αυτά, οι κυβερνητικές πηγές επιμένουν ότι στο Μέγαρο Μαξίμου υπάρχει έντονος προβληματισμός σχετικά με τη στάση που θα κρατήσουν μετά τον καταιγισμό των αποκαλύψεων, τις οποίες διαπιστώνουν τώρα ότι αδυνατούν να συγκρατήσουν, παρά τα σχέδια επικοινωνιακής αντεπίθεσης.
Υπάρχουν κυβερνητικά στελέχη που εύχονται πλέον να δώσει τη λύση το ΣτΕ, ακυρώνοντας τον διαγωνισμό. Εκτιμούν ότι ίσως μόνο έτσι μπει ένα τέλος στην υπόθεση Καλογρίτσα κι εκείνοι στη συνέχεια θα μπορούν να υποστηρίζουν τη γραμμή ότι έδωσαν τη μάχη για να μπει τάξη στα κανάλια, αλλά δεν τους άφησαν τα συμφέροντα. Υπάρχουν όμως και άλλοι, ισχυρότεροι παίκτες εντός της κυβέρνησης, που δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να κάνουν ούτε βήμα πίσω.
Εκτιμούν ότι «μπόρα είναι και θα περάσει» και όλα θα ξεχαστούν, για αυτό δεν πρέπει να υποχωρήσουν αλλά να υποστηρίξουν το σχέδιό τους μέχρι τέλους. Το τι θα πράξει τελικά ο πρωθυπουργός, αν θα επιμείνει ή αν θα υποχωρήσει, θα φανεί σύντομα. Ο προβληματισμός του διαφάνηκε πάντως (ή σκόπιμα άφησε την εντύπωση αυτή) και στην ομιλία του στην Κεντρική Επιτροπή, όταν είπε πως όποιος πλειοδότης έχει πρόβλημα θα εκπέσει, παρότι στενοί συνεργάτες του δεν θέλουν να θυσιάσουν τον Καλογρίτσα.
Ενόχληση έχει εκφραστεί -από ελάχιστα είναι αλήθεια κυβερνητικά και κομματικά στελέχη και μόνο σε βαθμό απλού παραπόνου- και για την εμπλοκή στην όλη υπόθεση δύο πρώην στελεχών του ΠΑΣΟΚ που ήταν κατηγορούμενοι και στο σκάνδαλο Κοσκωτά. Ο ένας είναι ο Γ. Μαντζουράνης ο οποίος είχε φυλακιστεί για την υπόθεση Κοσκωτά και το Μαξίμου τώρα του ανάθεσε την υπεράσπιση του δημόσιου συμφέροντος σχετικά με τον διαγωνισμό των αδειών. Ο άλλος είναι ο Π. Ρουμελιώτης που του είχαν αποδοθεί μεν κατηγορίες, αλλά λόγω της ασυλίας που απέκτησε ως ευρωβουλευτής, κατάφερε να μην δικαστεί. Στον ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν, κάποιοι εκτιμούν ότι η εμπλοκή των Μαντζουράνη και Ρουμελιώτη προκαλεί ευθέως συνειρμούς που θυμίζουν το σκάνδαλο Κοσκωτά, δυσχεραίνοντας τη θέση της κυβέρνησης αλλά και το επικοινωνιακά έργο τους.
Στο Μαξίμου η γραμμή προς τα ΜΜΕ είναι ότι ο πόλεμος που δέχονται υποκινείται από τη ΝΔ και τον Β. Βενιζέλο, τον οποίο αναφέρουν ονομαστικά και φαίνεται να τον διαχωρίζουν από το υπόλοιπο ΠΑΣΟΚ , ενώ δεν κρύβουν τον εκνευρισμό που τους προκαλεί η τακτική του στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας καθώς και το πρέσινγκ που ασκεί στην Τασία Χριστοδουλοπούλου.
Κυβερνητικοί παράγοντες πάντως, προειδοποιούν και στέλνουν μηνύματα στους πολιτικούς τους αντιπάλους ότι «πάνε για μαλλί και θα βγουν κουρεμένοι», όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν. Εκτιμούν ότι ο υπουργός Μεταφορών Χρ. Σπίρτζης, που κάποιοι στο κόμμα χαρακτηρίζουν ως αχίλλειο πτέρνα της κυβέρνησης λόγω της σχέσης με τον Καλογρίτσα και τη θητεία στο ΤΕΕ, μπορεί παρόλα αυτά να μετατραπεί σε «υπερόπλο», υπονοώντας ότι γνωρίζει πολλά και για τα πεπραγμένα του ΠΑΣΟΚ στην τράπεζα Αττικής και αν χρειαστεί θα προβούν και αυτοί σε αποκαλύψεις.
Πονοκέφαλο όμως στο Μαξίμου προκαλεί και άλλη μία άγνωστη μέχρι πρότινος σχέση κυβερνητικού στελέχους με την τράπεζα Αττικής που ήρθε δειλά δειλά στο φως τις τελευταίες μέρες. Πρόκειται για τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης που έχει και την ευθύνη της τραπεζικής πολιτικής, Γ.Δραγασάκη, ο οποίος όπως αποκαλύφθηκε, υπήρξε σύμβουλος της διοίκησης της τράπεζας. Περισσότερα για τη σχέση αυτή δεν έχουν γίνει γνωστά καθώς και ο ίδιος ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης δεν έχει δώσει ιδιαίτερες εξηγήσεις. Υπουργοί που ρωτήθηκαν όμως από δημοσιογράφους, καθώς και σύντροφοι του στο κόμμα, δηλώνουν ότι δεν γνώριζαν τίποτα.
Σχόλια