Μανόλης Αναγνωστάκης: «…Ομως εγώ, δεν παραδέχθηκα την ήττα»

anagnostakis
Σαν σήμερα στις 23 Ιουνίου 2005 έφυγε από τη ζωή ο Μανόλης Αναγνωστάκης, ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της μεταπολεμικής γενιάς, Γεννήθηκε στις 10 Μαρτίου 1925 στη Θεσσαλονίκη και η πρώτη λογοτεχνική εμφάνισή του έγινε εν μέσω της τριπλής φασιστικής κατοχής και μάλιστα στα 17 του χρόνια.  Μαθητής, ακόμα, του Γυμνασίου, το 1942, εμφανίστηκε στο περιοδικό «Πειραϊκά Γράμματα», που εξέδιδαν ΕΑμίτες και άλλοι προοδευτικοί λογοτέχνες του Πειραιά, και το 1944 στο ΕΠΟΝίτικο φοιτητικό περιοδικό «Ξεκίνημα», του οποίου ήταν αρχισυντάκτης.
Μετά τη δημιουργία της ΕΠΟΝ, εντάχθηκε στην Οργάνωση της Θεσσαλονίκης και στο ΚΚΕ, ενώ με τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968, εντάχθηκε στο ΚΚΕ «Εσωτερικού». Σπούδασε Ιατρική στο ΑΠΘ και το 1955 μετεκπαιδεύτηκε στη Βιέννη. Για τη δράση του συνελήφθη το 1948, βασανίστηκε, καταδικάστηκε για παράνομη δράση από έκτακτο στρατοδικείο σε θάνατο και φυλακίστηκε στο Επταπύργιο, έως το 1951. Μετά την αποφυλάκισή του εργάστηκε στη Θεσσαλονίκη σαν ακτινολόγος. Το 1978 εγκαταστάθηκε, με την σύζυγο και τον μοναχογιό του, στην Αθήνα.
Στα χρόνια των αγώνων και του εγκλεισμού του, ο Μ. Αναγνωστάκης έγραψε και δημοσίευσε τις παρακάτω ποιητικές συλλογές: «Εποχές» (1945), «Εποχές 2» (1948), «Εποχές 3» (1951). Ακολούθησαν οι συλλογές «Η συνέχεια» (1954), «Η συνέχεια 2» (1956), «Η συνέχεια 3» (1962), «Το περιθώριο» (1968-1969), «Ο στόχος» (1970), «Κόμμα» (1971). Το 1975 δημοσίευσε τη συλλογή «Τα Ποιήματα (1941-1971)». Το 1983, εκτός εμπορίου, τη συλλογή «Υ.Γ» (επανεκδόθηκε κανονικά το 1992), η οποία περιλαμβάνει ποιήματα μιας ή δυο φράσεων, που μοιάζουν με αυτοβιογραφικά αλλά ετερογραφικά «επιγράμματα». Το 1987 εκδόθηκαν «Τα συμπληρωματικά», «Παιδική μούσα» (τραγούδια για μικρά παιδιά) και το 1990 η συλλογή – ανθολογία «Η χαμηλή φωνή».
Ο Μ. Αναγνωστάκης, σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του, εξήγησε τη σχεδόν δεκαπεντάχρονη ποιητική «σιωπή» του: «Στο αλλοιωμένο τοπίο της εποχής μας δε θα ξαναγράψω. Το έργο μου το ολοκλήρωσα. Επιλέγω τη σιωπή».

Παράλληλα με την ποίησή του, που μεταφράστηκε στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και ιταλικά, και μελοποιήθηκε από συνθέτες, όπως οι Μίκης Θεοδωράκης, Θάνος Μικρούτσικος, Αγγελική Ιονάτου, Μιχάλης Γρηγορίου, Δημήτρης Παπαδημητρίου κ.ά., ασχολήθηκε και με τη μελέτη και την κριτική της λογοτεχνίας, συνεργαζόμενος με διάφορα περιοδικά και με την εφημερίδα «Αυγή». Επίσης, είχε ανακηρυχτεί επίτιμος διδάκτωρ του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Πηγή
----------

Τι έγραψε ο ποιητής Μ. Αναγνωστάκης γι' αυτούς που λέγανε «μη βαράτε το ΠΑΣΟΚ γιατί θα έρθει η Δεξιά»

Το παλιό τεφτέρι

«Η οποιαδήποτε κριτική προς το ΠΑΣΟΚ που θίγει καίρια, δομικά στοιχεία της πολιτικής του αντίληψης και συμπεριφοράς, κινδυνεύει με πολλή άνεση να στιγματιστεί ότι "ρίχνει νερό στο μύλο της Δεξιάς", ότι τελικά είναι... δεξιά πολιτική.

Η ιδεοληψία ότι "χωρίς τον Αντρέα ο τόπος είναι χαμένος" και θα ξαναγυρίσει πάλι στην πρότερη βαρβαρότητα, έχει περάσει σε πολύ κόσμο και σε καλόπιστο κόσμο δυστυχώς, που δεν ανέχεται πια καμιά κριτική, καμιά επιφύλαξη, καμιά αμφιβολία, που έπαψε πια να συζητά και που στην καλύτερη περίπτωση έχει πρόχειρο το ατράνταχτο επιχείρημα: "Ναι, μπορεί να κάναμε κι εμείς λάθη αλλά οι άλλοι έκαναν περισσότερα", λες και πρόκειται για θέμα ποσοστών καλής διαγωγής και όχι για αίτημα καθολικής διαφοροποίησης από συστήματα και μεθόδους που δεν έχουν σχέση με την άλλη πολιτική που έχει διακηρυχθεί.

Η διαφορά ανάμεσα σ' ένα ληστή Τραπεζών και σ' έναν μπουκαδόρο δεν είναι διαφορά ποιότητας, είναι διαφορά ποσότητας. Αν ο δεύτερος είναι πιο «συμπαθητικός» αυτό δε σημαίνει ότι αν δεν ξεμάθει να κλέβει δεν μπορεί αύριο να εξελιχθεί κι αυτός σε μεγαλοδιαρρήκτη.

Το μόνιμο, το ακλόνητο, το αχτύπητο επιχείρημα του ΠΑΣΟΚ είναι: Το παρελθόν της Δεξιάς. Οι νεόκοποι σοσιαλφωστήρες το έχουν ξεδιπλώσει σαν σημαία της πολιτικής τους, που εξαγνίζει τα πάντα και δικαιολογεί τα πάντα. Μη βλέπετε τι κάνουμε εμείς! Κοιτάξτε τι έχει κάνει η Δεξιά!

Βέβαια η Δημοκρατία (και μη μιλάμε για... σοσιαλισμό) είναι πολύ δύσκολη και εύθραυστη υπόθεση για να ορίσουμε διαφεντευτή της τον κ. Κουτσόγιωργα, ας πούμε, που σαν νοοτροπία, πρότυπο, δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τα μοντέλα που με τόσο πάθος ξορκίζει».  

Σχόλια