"Ας το πούμε όσο πιο καθαρά μπορούμε:
- Η πολιτική πρόκληση για πολλές χώρες είναι να αναπτύξουν μια «υπεύθυνη οικονομική αυτάρκεια» στο πλαίσιο του εθνικού κυρίαρχου κράτους τους.
- Είναι ξεκάθαρο πως οι ψηφοφόροι διψούν πολιτικές που ευνοούν τα τοπικά συμφέροντα έναντι ευρύτερων οικουμενικών ανησυχιών.
- Η αντιμετώπιση αυτής της δίψας με δημιουργικό, αντί για καταστροφικό τρόπο είναι η πρόκληση της ερχόμενης δεκαετίας.
- Γνωρίζουμε πως ούτε η αδιαφορία για την δίψα αυτή, ούτε η εξήγηση πως βασίζεται σε λανθασμένες πεποιθήσεις, είναι βιώσιμη στρατηγική."
Ακολουθεί όλο το άρθρο.
Χρειάζεται να είμαστε στοχαστικοί και προσεκτικοί όταν αναλύουμε
σημαντικές εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον και ειδικότερα στο άμεσο περιβάλλον
στο οποίο δρα η χώρα μας. Οι εύκολες ερμηνείες, προκειμένου να ικανοποιηθούν
φτηνοί ιδεολογισμοί και αρρωστημένες φαντασιώσεις ,πέρα από το ότι είναι
απόρροια εξυπνακίστικης ημιμάθειας, πρόχειρο και επιφανειακό ανακάτεμα των
πάντων με τα πάντα, είναι βέβαιον ότι ,οδηγούν σε επικίνδυνες ατραπούς.
Οι μηχανισμοί της ετερογονίας των σκοπών στην ιστορία , αναλύονται συγκεκριμένα μόνο με βάση μιαν εκτεταμένη γνώση της ιστορίας από πρώτο χέρι και μια κοινωνιολογική παιδεία ικανή να αξιολογήσει ιστορικό υλικό αντλημένο με τέτοιον τρόπο. Η γνώση της ιστορίας ως κοινωνικής ιστορίας τέμνεται πάλι με τη γνώση της ιστορίας των ιδεών , που με τη σειρά της δεν γίνεται κατανοητή χωρίς την παρακολούθηση της ιστορίας ορισμένων κεντρικών θεωρητικών προβλημάτων , οπότε μπαίνουμε στα πεδία της φιλοσοφίας , της θεολογίας ή και της τέχνης ως άκρως ευαίσθητου σεισμογράφου κοσμοθεωρητικών μετατοπίσεων. Η διπλή ιδιότητα του «ιστορικού των ιδεών» και του «κοινωνικού ιστορικού» επιτρέπει την αποφυγή τόσο μιας ιστορίας των ιδεών ανίκανης να προβεί σε «μιαν ιστορικά και κοινωνιολογικά εναργή σύλληψη των συγκεκριμένων υποκειμενικών της φορέων μέσα στις συγκεκριμένες αντικειμενικές τους καταστάσεις» όσο και μιας «ιστορίας των θεωρητικών προβλημάτων» που θα αγνοούσε τη «διαμόρφωση των ιδεών υπό την πίεση της εκάστοτε εσωτερικής λογικής τους» .
Η
εύκολη έως και χυδαία μεθοδολογικά κατηγοριοποίηση των, όλων και περισσότερο
διογκούμενων , κοινωνικών διεργασιών που
παρατηρούνται στις χώρες της αναπτυγμένης Δύσης (Ευρώπη και ΗΠΑ) ως
εθνικολαϊκιστικών (όρος που στην εποχή μας χρησιμοποιείται σαν το μοναδικό
κλειδί που λύνει όλα τα σύγχρονα θεωρητικά και κοινωνικά προβλήματα) δεν
προσφέρει απολύτως καμία θεωρητική ερμηνεία – κατανόηση του τι πραγματικά
διακυβεύεται εκεί στον πυρήνα των κοινωνικών διεργασιών. Παράλληλα επιτρέπει
στις πολιτικές ελίτ να συνεχίζουν να αδιαφορούν εξακολουθώντας να ασκούν τις
ίδιες πολιτικές που έχουν προκαλέσει τις παρατηρούμενες κοινωνικές διεργασίες. Στοχεύει
όχι στην πραγματικότητα των προβλημάτων, αλλά σε όσους επιχειρούν να δώσουν τον
δικό τους τόνο στα συγκεκριμένα προβλήματα και να προωθήσουν τις δικές τους
ιδεολογικές και πολιτικές επιλογές οι οποίες βρίσκονται στον αντίποδα όσων
χρησιμοποιούν την έννοια του
εθνικολαϊκισμού ως αναλυτική κατηγορία.
Είναι γνωστό ότι τα ακραία δεξιά στοιχεία είναι αυτά που δίνουν τον τόνο μέσω υπερβολών, κυνισμών,
χυδαιοτήτων , ψεμάτων.
Όμως, όπως μόλις υπαινιχτήκαμε, θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι υπάρχει ένα πραγματολογικό στοιχείο το οποίο είναι καταλυτικό στις αποφάσεις μεγάλου μέρους των ψηφοφόρων : μεγάλη δυσαρέσκεια ενάντια στις ακολουθούμενες πολιτικές αλλά και στον τρόπο διαχείρισης της εξουσίας. Δύο όψεις μιας πραγματικότητας που ο απλός ψηφοφόρος τις συνδέει αιτιακά, μάλιστα θέτοντας ως αιτία τον τρόπο διαχείρισης της εξουσίας και ως αποτέλεσμα την ασκούμενη πολιτική. Συνεπώς στο μυαλό του ψηφοφόρου απόλυτα υπεύθυνο είναι το υπάρχον πολιτικό σύστημα.
Αυτή η δυσαρέσκεια που μετατρέπεται σε οργή και πολλές φορές σε λεκτική και όχι μόνο βία, ενδυναμώνεται στις δυτικές δημοκρατίες, από τον τρόπο που αντιμετωπίζεται εντός του πλαισίου του συνταγματικού φιλελευθερισμού, της «τεχνικότητας» και της κανονιστικής νομιμότητας του νομοθετικού κράτους : αυτό που εν τέλει απειλεί τη δημόσια σφαίρα δεν είναι η βία αλλά οι «κανόνες», η προσπάθεια «ομαλοποίησης» των πολιτικών διαφορών, η τεχνικότητα της «μετα-βιομηχανοποίησης», η μαζικοδημοκρατία, ο λειτουργισμός και ο οικονομικός υπολογισμός. Η αύξουσα «τεχνικότητα» του κράτους, δηλαδή η τυποποιημένη διακυβέρνηση διαμέσου διοικητικής οργάνωσης και διοικητικών μέτρων, δεν περιορίζει μόνο τον χώρο της πολιτικής αλλά συνάμα ανοίγει την πόρτα για μια μετατόπιση προς την αυταρχική διακυβέρνηση. Με διάφορα προσχήματα ή και αλήθειες αρκετές φορές εγκαθίσταται σιγά αλλά σταθερά και με σαφήνεια ο περιορισμός των δικαιωμάτων.
Μέσα σε αυτό το δημιουργημένο περιβάλλον γίνεται αμέσως αισθητό ότι απουσιάζει η αυθεντικότητα της πολιτικής πράξης. Δεν μπορεί όλοι οι άνθρωποι να γεννηθούν και να πεθάνουν, ως δεξιοί σοσιαλδημοκράτες. Είναι αδύνατον να συζητούν και να αποφασίζουν, όλοι, με βάση την επικοινωνιακή άποψη του Habermas, ή το κανονιστικό δικαιϊκό πλαίσιο του Rawls. Για αυτό αυτές οι αντιλήψεις δεν αντανακλούν παρά ελάχιστη μερίδα των πολιτών που δρουν στις κοινωνίες της αναπτυγμένης δύσης.
Την διαδικασία επαναφοράς της αυθεντικότητας της πολιτικής πράξης επιδιώκουν να αναλάβουν μια σειρά κινήματα τα σημαντικότερα των οποίων συνήθως βρίσκονται στο χώρο της άκρας δεξιάς. Τουλάχιστον αρχικά έτσι πιστεύουν. Λειτουργώντας με έντονη κριτική διάθεση εναντίον του νομοθετικού κράτους , επικαλούμενα κυρίως την αρχή της πλειοψηφίας, εκμεταλλευόμενα τη βαθιά αποστροφή –δυσαρέσκεια που αγγίζει και τα όρια του μίσους για τους υπάρχοντες θεσμούς ,οι οποίοι επί της ουσίας αναπαράγουν και διαιωνίζουν ένα σάπιο καθεστώς που συντηρεί συνεχώς τα ίδια και τα ίδια πολιτικά πρόσωπα (οικογένειες) ,αρχίζουν να υπονομεύουν το μονοπώλιο της πολιτικής από το κράτος.
Μέσω της μυθοποίησης της
εξουσίας που είναι σύμφυτη με τα κινήματα αυτά, υποδηλώνεται με όλους τους
τρόπους ότι η κατάληψη της εξουσίας, θα
κατορθωνόταν τόσο πιο εύκολα όσο πιο απομακρυσμένοι ήταν οι πολίτες από τις
πηγές εξουσίας. Όμως η σημερινή
πραγματικότητα σε αντίθετη κατεύθυνση οδηγεί. Η σταδιακή κατάληψη δήμων,
περιφερειών , βουλευτικών εδρών κτλ γκρεμίζει όλες αυτές τις αντιλήψεις φέρνοντας
τη γρήγορη ενσωμάτωση όλων αυτών των κινημάτων στην καθεστηκυία τάξη, αλλά με
τρόπο που αποσαρθρώνει και τα τελευταία στηρίγματα του νεωτερικού κράτους. Το
πρόβλημα διαιωνίζεται, βαθαίνει, χειροτερεύει.
- Οι μελλοντικές εξελίξεις προβλέπονται δυσοίωνες όσο πιο περίπλοκες και διασπασμένες γίνονται οι κοινωνίες ακολουθούμενες από τον πλήρη κατακερματισμό του σημερινού ατόμου.
- Το κομματικοπολιτικό τοπίο στην προσπάθειά του να επιβιώσει και να συνεχίσει να κυβερνά, μετατρέπεται σε συλλέκτη απίστευτου αριθμού «ιδιαίτερων συμφερόντων» τα οποία τις περισσότερες φορές βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση μεταξύ τους, γεγονός που καθιστά εκ προοιμίου αδύνατη την πραγμάτωσή τους.
Ας μην κάνουμε
αναφορά σε ιστορικά προηγούμενα διότι τα συναγόμενα συμπεράσματα είναι πολύ
χειρότερα και προκαλούν τρόμο.
Όμως ,
όταν η αδήριτη πραγματικότητα σε οδηγεί σε απόγνωση η λειτουργία του θυμικού
είναι καταλυτική.
- Οι αποφάσεις των ανθρώπων σπάνια οδηγούν στην επίτευξη των στόχων για τους οποίους πάρθηκαν.
- Γι’ αυτό το λόγο και η ιστορία είναι ανοικτή και δύσκολα προβλέψιμη.
Ας το πούμε όσο πιο καθαρά μπορούμε:
Η
πολιτική πρόκληση για πολλές χώρες είναι να αναπτύξουν μια «υπεύθυνη
οικονομική αυτάρκεια» στο πλαίσιο του εθνικού κυρίαρχου κράτους τους.
Είναι ξεκάθαρο πως οι ψηφοφόροι διψούν πολιτικές που ευνοούν τα τοπικά
συμφέροντα έναντι ευρύτερων οικουμενικών ανησυχιών. Η αντιμετώπιση αυτής της
δίψας με δημιουργικό, αντί για καταστροφικό τρόπο είναι η πρόκληση της
ερχόμενης δεκαετίας. Γνωρίζουμε πως ούτε η αδιαφορία για την δίψα αυτή, ούτε η
εξήγηση πως βασίζεται σε λανθασμένες πεποιθήσεις, είναι βιώσιμη στρατηγική.
Σχόλια