Η χώρα συνεχίζει να απομυζεί τους ζωτικούς πόρους των εταίρων της, χωρίς κανέναν ηθικό ενδοιασμό, αδιαφορώντας για το μέλλον της Ενωμένης Ευρώπης – η οποία είναι αδύνατον να μην διαλυθεί, όταν αυξάνονται οι ασυμμετρίες
.«Όπως γνωρίζουμε ο μεγαλύτερος κίνδυνος, η σημαντικότερη απειλή καλύτερα για τη συνοχή μίας οικογένειας, εμφανίζεται συνήθως όταν προκύπτουν οικονομικά προβλήματα – όπου, αντί να γίνει μία από κοινού προσπάθεια για την ορθολογική τους επίλυση, επιλέγεται συχνά το διαζύγιο.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων, προηγείται η «εκτόξευση» κατηγοριών εκατέρωθεν και η ενοχοποίηση του ενός από τον άλλο – όσον αφορά τις αιτίες που οδήγησαν στην «οικονομική στενότητα» και στην κρίση.
Έπεται συνήθως η αμοιβαία αποφυγή των ευθυνών και η εκτός ορίων εχθρότητα, η οποία οδηγεί τελικά στη διάλυση της οικογένειας – με αποτέλεσμα να ολοκληρώνεται το δράμα χωρίς κανέναν κερδισμένο, εάν όχι με πολύ μεγάλες ζημίες για όλους σχεδόν τους συμμετέχοντες (συμπεριλαμβανομένου του συγγενικού «περίγυρου»).
Στην περίπτωση της «νομισματικής μας οικογένειας» το ισχυρότερο μέλος της, η Γερμανία, επιμένει αφενός μεν να γευματίζει από το φαγητό των άλλων, επειδή δεν μπορεί ή δεν θέλει να χορτάσει αρκούμενη στο δικό της, αφετέρου να «χαριεντίζεται» με τρίτους – αγοράζοντας τα προϊόντα που έχει ανάγκη από άλλους και όχι από τους εταίρους της, στους οποίους όμως θέλει να πουλάει τα δικά της.
Άλλες φορές πάλι «κάνει δίαιτα» (περιορισμός της εσωτερικής κατανάλωσης μέσω της μείωσης των πραγματικών μισθών των εργαζομένων της), για να μην αναγκασθεί να αγοράσει πιο πολλά εμπορεύματα – προτιμώντας να «απορροφάει» τη ρευστότητα των εταίρων της και να αποταμιεύει τα χρήματα της, αδιαφορώντας εντελώς για τους άλλους.
Έτσι όμως θα καταστραφεί η ίδια τελικά, αφού η ιστορία διδάσκει πως κερδίζει μεν όλες τις μάχες, αλλά χάνει τον πόλεμο – ενώ δεν ήταν ποτέ «άξια» να διατηρήσει αποικίες, όπως οι άλλες μεγάλες χώρες της Ευρώπης, αν και τις κατακτούσε. Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι, η πατρίδα μας έχει ακόμη ελπίδες – παρά το ότι κινδυνεύει να μετατραπεί σε μία γερμανική αποικία».
.«Όπως γνωρίζουμε ο μεγαλύτερος κίνδυνος, η σημαντικότερη απειλή καλύτερα για τη συνοχή μίας οικογένειας, εμφανίζεται συνήθως όταν προκύπτουν οικονομικά προβλήματα – όπου, αντί να γίνει μία από κοινού προσπάθεια για την ορθολογική τους επίλυση, επιλέγεται συχνά το διαζύγιο.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων, προηγείται η «εκτόξευση» κατηγοριών εκατέρωθεν και η ενοχοποίηση του ενός από τον άλλο – όσον αφορά τις αιτίες που οδήγησαν στην «οικονομική στενότητα» και στην κρίση.
Έπεται συνήθως η αμοιβαία αποφυγή των ευθυνών και η εκτός ορίων εχθρότητα, η οποία οδηγεί τελικά στη διάλυση της οικογένειας – με αποτέλεσμα να ολοκληρώνεται το δράμα χωρίς κανέναν κερδισμένο, εάν όχι με πολύ μεγάλες ζημίες για όλους σχεδόν τους συμμετέχοντες (συμπεριλαμβανομένου του συγγενικού «περίγυρου»).
Στην περίπτωση της «νομισματικής μας οικογένειας» το ισχυρότερο μέλος της, η Γερμανία, επιμένει αφενός μεν να γευματίζει από το φαγητό των άλλων, επειδή δεν μπορεί ή δεν θέλει να χορτάσει αρκούμενη στο δικό της, αφετέρου να «χαριεντίζεται» με τρίτους – αγοράζοντας τα προϊόντα που έχει ανάγκη από άλλους και όχι από τους εταίρους της, στους οποίους όμως θέλει να πουλάει τα δικά της.
Άλλες φορές πάλι «κάνει δίαιτα» (περιορισμός της εσωτερικής κατανάλωσης μέσω της μείωσης των πραγματικών μισθών των εργαζομένων της), για να μην αναγκασθεί να αγοράσει πιο πολλά εμπορεύματα – προτιμώντας να «απορροφάει» τη ρευστότητα των εταίρων της και να αποταμιεύει τα χρήματα της, αδιαφορώντας εντελώς για τους άλλους.
Έτσι όμως θα καταστραφεί η ίδια τελικά, αφού η ιστορία διδάσκει πως κερδίζει μεν όλες τις μάχες, αλλά χάνει τον πόλεμο – ενώ δεν ήταν ποτέ «άξια» να διατηρήσει αποικίες, όπως οι άλλες μεγάλες χώρες της Ευρώπης, αν και τις κατακτούσε. Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι, η πατρίδα μας έχει ακόμη ελπίδες – παρά το ότι κινδυνεύει να μετατραπεί σε μία γερμανική αποικία».
Σχόλια