Μπροστά στη νέα ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος
Του Κώστα Μελά
Αμέσως μετά την τρίτη ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος (καλοκαίρι 2013) έγραφα:
«Η απαίτηση νέων κεφαλαίων για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα μπορεί να
εμφανισθεί ανά πάσα στιγμή στο μέλλον αν το τραπεζικό σύστημα συνεχίζει να παράγει μη αποτελεσματικά δάνεια ή δάνεια σε επισφάλεια.
Υπάρχει μια πρόβλεψη για όλα αυτά (έχουμε αναφέρει σχετικά παραπάνω),
αλλά παρ’ όλα αυτά από τη στιγμή που η οικονομία δεν αρχίζει να
λειτουργεί έτσι ώστε να παραχθεί εισόδημα (κάτι που σήμερα φαντάζει
μακρινό και απόμακρο), να παραχθούν αποταμιεύσεις, οι οποίες θα
μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν για την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων
δανειακών υποχρεώσεων, το πλέον πιθανό είναι να αυξάνονται τα επισφαλή
δάνεια και επομένως να αυξάνονται και οι ανάγκες για νέα κεφάλαια. Η
διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης ή παραγωγής κεφαλαίου είναι μια δυναμική
διαδικασία, η οποία λειτουργεί και συναρτάται στο οικονομικό περιβάλλον
το οποίο στην περίπτωση της Ελλάδας είναι παντελώς αρνητικό[1]».
Δε πέρασε μεγάλο χρονικό διάστημα και οι εξελίξεις οδηγήθηκαν με
ακρίβεια στην ανάγκη νέας ανακεφαλαιοποίησης του ελληνικού τραπεζικού
συστήματος. Πριν αναφερθούμε στις σημερινές εξελίξεις, θεωρούμε σκόπιμη
μια ιστορική αναδρομή στις συντελεσθείσες ανακεφαλαιοποιήσεις του
ελληνικού τραπεζικού συστήματος την εποχή των Μνημονίων.
Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα ενισχύθηκε ποικιλοτρόπως. Συγκεκριμένα:
Α. Ενισχύσεις με άμεσους ρευστούς πόρους
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία η κρατική ενίσχυση που δόθηκε στις
ελληνικές τράπεζες μέσω άμεσων ρευστών εκταμιεύσεων ήταν: 18 δισ. ευρώ,
μετά το PSI, το 2013, 25,5 δισ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των
τραπεζών και η ανακεφαλαιοποίηση του 2015 αναμένεται πως θα στοιχίσει
από 15 έως 25 δισ. ευρώ. Επομένως, το σύνολο εκταμίευσης προς το
τραπεζικό σύστημα, τα οποία κυρίως χρηματοδοτήθηκαν για το σκοπό αυτό
από δανεισμό μέσω των μνημονίων 2 και 3, θα ανέλθει στα 63- 73 δισ.
ευρώ, αναλόγως με το πόσο της χρηματοδότησης που θα χρειασθεί να δοθεί
στις τράπεζες για σκοπούς ανακεφαλαιοποίησης στο τέλος του 2015.
- Το 2008, 4,5 δισ. ευρώ.
Το Δεκέμβριο 2008 (Νόμος 3723/2008, ΦΕΚ 250, 9 Δεκεμβρίου 2008) η
κυβέρνηση Κ. Καραμανλή (Υπουργός Γ.Αλογοσκούφης) νομοθετεί τη
χρηματοδότηση των τραπεζών με συνολικό ποσό 28 δισ. ευρώ, μέσω πακέτου
κρατικών εγγυήσεων (απευθείας κρατικές εγγυήσεις και έκδοση τριετών
κρατικών ομολόγων διαθέσιμων στα πιστωτικά ιδρύματα) ύψους 23,5 δισ.
ευρώ και συμμετοχής με τη μορφή προνομιούχων μετοχών ύψους 4,5 δισ. ευρώ
για τις τράπεζες (άμεση εκταμίευση ρευστών πόρων). Το ποσό των 4,5
δισ. ευρώ μοιράστηκε ως εξής: Alpha Bank 940 εκ. ευρώ, Eurobank 950
εκ. ευρώ, Εθνική Τράπεζα 1,35 δισ. ευρώ, Τράπεζα Πειραιώς 750 εκ. ευρώ,
Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο 225 εκ. ευρώ, Τράπεζα Αττικής 100 εκατομμύρια
ευρώ, Proton Bank 80 εκ. ευρώ, FB Bank, 50 εκατ. ευρώ και Πανελλήνια
Τράπεζα 28,3 εκ. ευρώ. Για αυτά τα περίπου 4,5 δις ευρώ το ελληνικό
δημόσιο έλαβε προνομιούχες μετοχές, οι οποίες θα έπρεπε να
επαναγορασθούν από τις τράπεζες μέσα στο 2014. Μέχρι σήμερα Εθνική και
Eurobank, από το 2009, δεν έχουν καταφέρει να επιστρέψουν τα κεφάλαια,
όπως αντιθέτως έπραξαν Alpha και Τράπεζα Πειραιώς.
- Με πράξη νομοθετικού περιεχομένου τον Ιούνιο του 2012 χορηγούνται 18 δισ. ευρώ που παρείχε το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών μετά το PSI («κούρεμα» κρατικών ομολόγων).
- Με νόμο 4046/2012 (μνημόνιο 2) το ελληνικό δημόσιο συμφώνησε να λάβει δάνεια από το ΕΤΧΣ (EFSF) για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Η ανακεφαλαιοποίηση πραγματοποιήθηκε μέσα στο 2013 και στοίχισε στο ελληνικό δημόσιο το ποσό των 25,5 δισ. ευρώ. Από αυτά έλαβαν η Alpha Bank 4,021 δισ. ευρώ, η Eurobank 5,839 δισ. ευρώ, η Εθνική Τράπεζα 8,677 δισ. ευρώ και η Τράπεζα Πειραιώς 6,985 δισ. ευρώ. Σύνολο, 25,522 δισ. ευρώ.
- Η σημερινή ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών το κόστος εκτιμάται από 15-25 δισ. ευρώ. Θα προέλθει από δάνειους πόρους του ESM.
Β. Με τη μορφή κρατικών εγγυήσεων
Το ελληνικό δημόσιο έχει παραχωρήσει προς το τραπεζικό σύστημα τα παρακάτω «ποσά»:
1) Με το νόμο 3723/2008 χορηγήθηκαν 23 δισ. ευρώ.
2) Με το νόμο 3845/2010 (μνημόνιο 1) χορηγούνται 15 δισ. ευρώ.
3) Με το νόμο 3864/2010 (ΦΕΚ 119 21 Ιουλίου 2010) χορηγούνται 10 δισ.
4) Με το νόμο 3872/2010 δίνονται 25 δισ. ευρώ.
5) Με το νόμο 3965/2011 (9 Δεκεμβρίου 2011) χορηγούνται 30 δισ. ευρώ.
6) Με πράξη νομοθετικού περιεχομένου στις 14 Σεπτεμβρίου 2011
χορηγούνται άλλα 30 δισ. ευρώ. Με το νόμο 4031/2011, «Ρύθμιση θεμάτων
χρηματοπιστωτικού χαρακτήρα», επικυρώνεται η πράξη
νομοθετικούπεριεχομένου της 14ης Σεπτεμβρίου με την οποία δίνονται στις
τράπεζες τα 30 δισ. ευρώ με τη μορφή εγγυήσεων, ενώ στο άρθρο 2 του
σχετικού νόμου καθορίζεται ότι: «Το προβλεπόμενο ποσό στην παράγραφο 1
του άρθρου 1 της πράξης νομοθετικού περιεχομένου, που κυρώνεται με το
άρθρο πρώτο του νόμου αυτού, αυξάνεται σε εξήντα δισεκατομμύρια
(60.000.000.000) ευρώ»[2].
Σύμφωνα με τα παραπάνω και συμπεριλαμβανομένων και των επιστροφών από
τις τράπεζες κατά τη διάρκεια του 2009 και του 2014, το ύψος των
εγγυήσεων του δημοσίου ξεπερνά τα 130 δισ., συνυπολογιζομένων 10,5 δισ.
ευρώ με τη μορφή ειδικών τίτλων και ενισχύσεων προς τα πιστωτικά
ιδρύματα.
Γ. Συμμετοχή ιδιωτών και χρησιμοποίηση άλλων «μέσων» στις μέχρι σήμερα ανακεφαλαιοποιήσεις
Στην ανακεφαλαιοποίηση που πραγματοποιήθηκε το καλοκαίρι του 2013 οι ιδιώτες τοποθέτησαν περίπου 3 δισ. ευρώ.
Το υπόλοιπο κόστος της συνολικής ανακεφαλαιοποίησης του 2013
που ανήλθε περίπου σε 40 δισ. ευρώ καλύφθηκε με την αμφίβολης
αποτελεσματικότητας, αλλά παρά ταύτα διεθνώς αποδεκτή, εκείνη την
εποχή, τεχνική του «αναβαλλόμενου φόρου» με σκοπό τον περιορισμό του
δανεισμού του δημοσίου επ’ ωφελεία των τραπεζών. Δηλαδή μέσω του
«αναβαλλόμενου φόρου» καλύφθηκαν περίπου 11,5 δισ. ευρώ.
Την άνοιξη του 2014 οι ελληνικές τράπεζες προχώρησαν σε αυξήσεις
μετοχικού κεφαλαίου και οι ιδιώτες επενδυτές τοποθέτησαν 8,3 δισ. ευρώ
στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Δ. Πιθανές απώλειες του ελληνικού δημοσίου από τη συμμετοχή του στην ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
- Εξακολουθεί να υπάρχει ζήτημα με τις προνομιούχες μετοχές που δεν έχουν επαναγορασθεί από την Εθνική Τράπεζα (1,35 δισ. ευρώ) και την Eurobank (0,945 δισ. ευρώ). Επομένως, για την ώρα παραμένει άγνωστο το εάν αυτά τα 2,29 δισ. ευρώ θα απολεσθούν ή όχι, για το Ελληνικό Δημόσιο. Βεβαίως υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να απολεσθούν με την ανακεφαλαιοποίηση του τέλους του 2015.
- Η συμμετοχή στην ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος το καλοκαίρι του 2013, ύψους 25,5 δισ. ευρώ, έχει με βάση τα στοιχεία του ΤΧΣ (31.03.2015), συρρικνωθεί σε 6,564 δισ. ευρώ (Πίνακας 1).
Η χρηματιστηριακή αποτίμηση με ημερομηνία 31.03.2015 συγκρινόμενη με
την αντίστοιχη της 31.12.2014 δείχνει μείωση περίπου 50,0%. Οι
δυσμενείς εξελίξεις στο ΧΑ που ακολούθησαν και συνεχίζουν να ισχύουν
δείχνουν σαφέστατη νέα μείωση της χρηματιστηριακής αποτίμησης των
μετοχών που κατέχει το ΤΧΣ. Δύσκολο, για να μην πω αδύνατον, να μην
υπάρξουν σημαντικότατες ζημιές για το ΤΧΣ και κατά συνέπεια για το
Ελληνικό δημόσιο.
- Επίσης κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει αν το Ελληνικό δημόσιο θα υποστεί νέες ζημιές από την τρέχουσα ανακεφαλαιοποίηση. Στο σημείο αυτό θέλω να αναφέρω συνοπτικά τι συνέβη στις ΗΠΑ στην επιχείρηση διάσωσης του αμερικάνικου τραπεζικού συστήματος μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008: «Η βοήθεια υποστήριξης της ομοσπονδιακής κυβέρνησης προς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ανήλθε σε 205 δισ. δολάρια, τα περισσότερα των οποίων έχουν ήδη εισπραχθεί, συγκεκριμένα τα 196 δισ. δολάρια. Το Congressional Budget Office (CBO) εκτιμά ότι το καθαρό κέρδος από αυτή την διαδικασία για την ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα είναι 17 δισ. δολάρια[3]». Με απλά λόγια στις χώρες όπου λειτουργούν οι κανόνες της οικονομίας το δημόσιο εξασφαλίζει τα δικαιώματά του και τα φορολογικά έσοδα των πολιτών.
Ε. Βασικές παραλείψεις της μέχρι σήμερα ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών.
- Η απόφαση να παραμείνουν στον έλεγχο και στη διοίκηση των τραπεζών οι απολύτως μειοψηφούντες ιδιώτες, ως επί το πλείστον παλαιούς μετόχους, ήταν σκανδαλωδώς ευνοϊκή για συγκεκριμένη μερίδα ιδιωτικών συμφερόντων, αλλά ήταν επίσης και σε ευθεία αναντιστοιχία με τις διεθνώς κρατούσες πρακτικές εποπτείας, όσον αφορά την ανασυγκρότηση των τραπεζών. Για παράδειγμα, η πρώτη ενέργεια στην οποία προέβησαν οι κυβερνήσεις και οι εποπτικές αρχές των ΗΠΑ, του Ηνωμένου Βασιλείου και πολλών άλλων δυτικών χωρών το 2008 σε παρόμοιες ανασυγκροτήσεις τραπεζών, ήταν η αντικατάσταση των παλαιών διοικήσεων και η εξάλειψη της αξίας των μεριδίων των παλαιών μετόχων καθώς και η τιμωρία τους, εφόσον έφεραν αποδεδειγμένες ευθύνες για την κατάρρευση της τράπεζας. Αντίστοιχες ενέργειες επιβάλλονται από την προαναφερθείσα νέα Ευρωπαϊκή νομοθεσία για την ανασυγκρότηση των τραπεζών και έχουν υποχρεωτικό χαρακτήρα.
- Δεύτερον, οι μη επαρκείς προβλέψεις για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μετά την ανακεφαλαιοποίηση του 2012-2013. Οι ζημιές από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, υπολογίστηκαν με στατικό τρόπο και έλαβε σε πολύ μικρότερο βαθμό υπόψη της την εν γένει υφεσιακή δυναμική της οικονομίας την οποία επιτείνει η έλλειψη ρευστότητας.
- Η ορθή λύση, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε ριζικό ξεκαθάρισμα των ισολογισμών των τραπεζών, ήταν αυτή του διαχωρισμού του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών και η μεταφορά των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ένα ειδικό επενδυτικό όχημα, συνήθως αποκαλούμενο «κακή τράπεζα – badbank», το οποίο θα λειτουργούσε με την εγγύηση του δημοσίου και των τραπεζών (σε πολύ μικρότερο βαθμό).
ΣΤ. Τα νέα προβλήματα
- Τα νέα προβλήματα, οι αμφιβολίες και οι ανησυχίες που εκφράζονται συνδέονται με το «ξεκαθάρισμα» των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών. Διότι η ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος δεν είναι τίποτε άλλο από το πρώτο βήμα για τη διαχείριση των προβληματικών δανείων. Με την ανακεφαλαιοποίηση οι τράπεζες ενισχύουν τα κεφάλαιά τους και έτσι αποκτούν τη δυνατότητα να προχωρήσουν σε εξυγίανση των χαρτοφυλακίων τους αναλαμβάνοντας τις ζημιές τους.
Σε γενικές γραμμές, τα «κόκκινα» δάνεια των τραπεζών είναι της τάξεως
των 105 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 60 δισ. ευρώ αφορούν επιχειρηματικά
δάνεια. Για να καλυφθούν οι τράπεζες έχουν βάλει στην άκρη προβλέψεις
περί τα 50 δισ. ευρώ. Με την ανακεφαλαιοποίηση υπολογίζεται ότι θα
ενισχύσουν τα κεφάλαιά τους κατά 15 δισ. ευρώ, δηλαδή θα έχουν πρόσθετα
κεφάλαια να «κάψουν» για τη διαγραφή ζημιών που θα προέλθουν από
«κόκκινα» δάνεια. Από την άλλη, προσδοκούν ότι, πρώτον, δεν θα «σκάσουν»
και τα 105 δισ. ευρώ «κόκκινα» δάνεια και, δεύτερον, ότι από αυτά που
θα «σκάσουν» κάτι θα ανακτήσουν από τις εξασφαλίσεις και τις υποθήκες
που έχουν. Άρα θεωρητικά οι τράπεζες μετά την ανακεφαλαιοποίηση θα είναι
έτοιμες να καθαρίσουν τους ισολογισμούς τους ώστε να είναι σε θέση να
παίξουν τον ρόλο τους στη χρηματοδότηση της οικονομίας.
Θα κληθούν λοιπόν να αποφασίσουν ποιες υπερχρεωμένες επιχειρήσεις είναι
βιώσιμες και ποιες όχι. Σε όσες κριθεί ότι είναι βιώσιμες θα γίνει
ρύθμιση χρεών, αλλαγή μάνατζμεντ, το οποίο θα περιέλθει στον έλεγχο της
τράπεζας, και αναδιάρθρωση της επιχείρησης, η οποία σε πολλές
περιπτώσεις μπορεί να περιλαμβάνει σπάσιμο της εταιρείας σε καλό και σε
κακό κομμάτι. Όσες δεν είναι βιώσιμες θα ρευστοποιηθούν άμεσα, πράγμα
που σημαίνει απολύσεις και εκποίηση περιουσιακών στοιχείων.
Είναι προφανές ότι μέσα από μια τέτοια διαδικασία, η οποία βεβαίως θα
πάρει χρόνο, θα αλλάξει ο επιχειρηματικός χάρτης της χώρας. «Όταν το
50% των επιχειρηματικών δανείων είναι προβληματικό, η παραγωγική
ανασυγκρότηση της χώρας δεν μπορεί παρά να ξεκινήσει από την ενεργητική
διαχείριση των κόκκινων δανείων» αναφέρει κορυφαίος τραπεζίτης.
Τα πράγματα όμως θα χειροτερέψουν πριν γίνουν καλύτερα. Σε πρώτη φάση,
θα υπάρξουν απολύσεις και αύξηση της ανεργίας. Σε δεύτερη φάση, όμως,
όπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές, «αναμένεται να ενισχυθεί η δυναμική της
οικονομίας καθώς μέσα από αυτή την αναδιάρθρωση θα αντιμετωπιστούν
χρόνιες παθογένειες επιχειρηματικών κλάδων και θα απελευθερωθούν
δυνάμεις που θα λειτουργήσουν αναπτυξιακά».
- Είναι προφανές ότι στο πλαίσιο αυτό δίνεται μάχη για τον έλεγχο των τραπεζών. Οι πιστωτές θέλουν να διασφαλίσουν ότι από τη στιγμή που βάζουν μεγάλο μέρος των κεφαλαίων τους για την ανακεφαλαιοποίηση θα έχουν λόγο στη διαμόρφωση του νέου επιχειρηματικού χάρτη της χώρας. Ιδιαίτερα το Βερολίνο και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ελπίζουν ότι μέσα από τις τράπεζες θα μπορέσουν να ελέγξουν τις ελληνικές επιχειρήσεις καταφέροντας πλήγμα στην κατ’ αυτόν υπεύθυνη για την κρίση ελληνική επιχειρηματική ελίτ. Δεν είναι τυχαίο ότι το τρίτο Μνημόνιο προβλέπει συγκεκριμένα πράγματα τόσο για τη διαχείριση των προβληματικών δανείων όσο και για την εταιρική διακυβέρνηση τραπεζών και ΤΧΣ.Προβλέπεται ότι η διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα γίνει από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, την Τράπεζα της Ελλάδος και τις τράπεζες μετά την ανακεφαλαιοποίηση. Και όταν λέμε ΤτΕ εννοούμε τον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Εποπτικό Μηχανισμό (SSM), ο οποίος έχει την εποπτεία του τραπεζικού συστήματος. Η Γαλλίδα επικεφαλής του SSM Ντανιέλ Νουί έχει πάρει εντολή να προχωρήσει στην αυστηροποίηση των κανόνων.
Επιπλέον το Μνημόνιο προβλέπει ότι το ΤΧΣ θα διορίζει ένα μέλος στο
διοικητικό συμβούλιο κάθε τράπεζας το οποίο θα εμπλέκεται ενεργά με τη
διαχείριση των προβληματικών δανείων και θα προχωρήσει στην αξιολόγηση
των διοικήσεων των τραπεζών και των μελών των διοικητικών συμβουλίων.
Με τον τρόπο αυτόν οι πιστωτές προσπαθούν να διασφαλίσουν ότι ο έλεγχος
των τραπεζών θα παραμείνει σε αυτούς, μακριά από την ελληνική
κυβέρνηση, ώστε να δημιουργήσουν τα καινούργια επιχειρηματικά τζάκια.
- Το άνοιγμα της αγοράς των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ώστε να διευκολυνθεί αφενός η (συν)διαχείρισή τους από ξένες εξειδικευμένες πλατφόρμες και αφετέρου, η πώληση κυρίως επιχειρηματικών δανείων σε private equityfunds, προωθούν ΤτΕ και ΤΧΣ. Κόντρα στις προεκλογικές «κορώνες» ότι αποτράπηκε η πώληση μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ξένα επενδυτικά κεφάλαια, ΤΧΣ και ΤτΕ καλούνται να υλοποιήσουν τις δεσμεύσεις του Μνημονίου. Να υποβάλουν, δηλαδή, μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου έκθεση με την οποία θα υποδεικνύουν τα νομικά και κανονιστικά εμπόδια που υπάρχουν σήμερα ως προς την αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η ομάδα εργασίας, που έχει συσταθεί ήδη, θα εξετάσει και θα προτείνει, με βάση την ανεξάρτητη πραγματογνωμοσύνη και τη διεθνή πείρα, ειδικές δράσεις για να επιταχυνθεί η τακτοποίηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μεταξύ άλλων με την εξάλειψη περιττών νομικών ή άλλων εμποδίων που υπάρχουν σήμερα στην εξυπηρέτηση και τη διάθεση των NPLs. Η ομάδα εργασίας θα εισηγηθεί και την προστασία που πρέπει να υπάρχει για τα ευάλωτα νοικοκυριά, σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας που έχει καταρτίσει η ΤτΕ. Όπως αναφέρει το Μνημόνιο, η κυβέρνηση θα δημιουργήσει μόνιμο δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας που θα συμπεριλαμβάνει και μέτρα στήριξης για τους ευάλωτους οφειλέτες, αφού πρώτα ξεκαθαρίσει ποιοι έχουν πραγματικά ανάγκη και ποιοι είναι στρατηγικοί κακοπληρωτές. Στόχος, είναι να αναπτυχθεί μια δυναμική και ευέλικτη αγορά διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων που να αξιοποιεί την εμπειρία τρίτων παρόχων. Στο πλαίσιο αυτό θα διευκολυνθεί η ίδρυση κοινοπρακτικών σχημάτων μεταξύ τραπεζών και εξειδικευμένων εταιρειών διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς και τα υφιστάμενα εμπόδια στην αγορά δανείων -κυρίως επιχειρηματικών-, με απώτερο στόχο τη συνεισφορά κεφαλαίων από τους ξένους επενδυτές στην αναδιάρθρωση επιχειρήσεων. Πρόκειται για δέσμευση που απορρέει από το Μνημόνιο ότι είναι ελεύθερη η διάθεση κόκκινων δανείων. Η δε προετοιμασία ΤΧΣ και ΤτΕ δείχνει ότι οι πολιτικές δηλώσεις ότι το θέμα της μεταβίβασης των δανείων είναι ανοικτό αφορά στην πραγματικότητα μόνο την προστασία των ιδιωτών δανειοληπτών που βρίσκονται σε αντικειμενική αδυναμία εξυπηρέτησης των δανείων τους. Με το σημερινό πλαίσιο επιτρέπεται η σύσταση μικτών εταιρειών (π.χ. Aktua Hellas), αλλά υπάρχει σειρά εμποδίων στη δραστηριοποίησή τους. «Πρέπει να εκσυγχρονιστεί η νομοθεσία ώστε να μπορούν να καθετοποιήσουν τις εργασίες τους ως προς τη διαχείριση κόκκινων δανείων», σημειώνουν τραπεζικά στελέχη. Η εμπειρία που έχουν εξειδικευμένες πλατφόρμες διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων όπως η Aktua κρίνεται απαραίτητη σε αυτή τη φάση, καθώς οι εγχώριες τράπεζες, λόγω και του εθισμού τους επί χρόνια σε ένα μοντέλο χορήγησης δανείων, δυσκολεύονται να μεταβούν στο νέο μοντέλο. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία δεν υπάρχουν σοβαρές επιδόσεις στην προσπάθεια συλλογής εσόδων από δάνεια που βρίσκονται σε καθυστέρηση, παρά το γεγονός ότι οι τράπεζες έχουν στήσει πολυάριθμα τμήματα στις αρμόδιες εσωτερικές υπερδιευθύνσεις (badbanks). Στην τελευταία έκθεσή της για την ελληνική οικονομία, η κεντρική τράπεζα σημείωνε ότι από τα δάνεια που έχουν τεθεί σε καθεστώς ρύθμισης (forborneexposures), τουλάχιστον μία φορά, το 70% συµπεριλαµβάνεται στα µη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs), είτε γιατί έχουν εμφανίσει πάλι καθυστέρηση, είτε γιατί εκτιμάται ως μη πιθανή η εξόφλησή τους. Ως ένας από τους λόγους αποτυχίας των ρυθμίσεων είναι το γεγονός ότι στο 55% των περιπτώσεων εφαρμόστηκαν λύσεις βραχυπρόθεσµου χαρακτήρα (π.χ. κεφαλαιοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών). Αντίθετα, λύσεις μακροπρόθεσμου χαρακτήρα υιοθετήθηκαν μόλις για το 20% των ρυθμίσεων και διευθετήθηκε οριστικά το 25% των περιπτώσεων.
- 4. Προβλέπεται την Άνοιξη του 2016, με βάση τις νέες ευρωπαϊκές οδηγίες αξιολόγηση των διοικήσεων των τραπεζών. Αλλά ποιών διοικήσεων; Θα περιμένουμε να δούμε τις εξελίξεις. Ακόμη και σήμερα επιχειρούνται να βρεθούν παράθυρα για να παραμείνουν στη θέση τους. Ακρογωνιαίος λίθος του σχεδιασμού, που έχει εκπονηθεί από τα ξένα funds και τις επενδυτικές τράπεζες, είναι μία από τις εξαιρέσεις που προβλέπει η κοινοτική οδηγία BRRD, η οποία πρόσφατα ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο. Αν μια τράπεζα λάβει κρατική βοήθεια με όρους, όμως, αγοράς, δεν θεωρείται αποτυχημένη (failedinstitution) και επομένως δεν υπάγεται σε καθεστώς εξυγίανσης, αλλά στα μέτρα πρόωρης (προληπτικής) εξυγίανσης. Για να ενεργοποιηθεί το παράθυρο της παραπάνω εξαίρεσης θα πρέπει οι κεφαλαιακές ανάγκες, που θα προκύψουν από την αξιολόγηση στοιχείων ενεργητικού (AssetQualityReview-ΑQR) και το βασικό σενάριο της άσκησης προσομοίωσης, να καλυφθούν εξ ολοκλήρου από τους ιδιώτες. Αν συμβεί αυτό, το Δημόσιο μέσω του ΤΧΣ θα καλύψει τη διαφορά κεφαλαίων μεταξύ βασικού και δυσμενούς σεναρίου (σ.σ. το ακραίο σενάριο θα είναι μάλλον και το δεσμευτικό για όλες τις τράπεζες), χωρίς η κρατική βοήθεια να οδηγήσει σε καθεστώς εξυγίανσης. Προτείνεται, δε, η κρατική βοήθεια να έχει τον χαρακτήρα CoCos, (Contingentconvertiblesbonds) υπό αίρεση, δηλαδή, μετατρέψιμων ομολογιών που θα έχουν τέτοια χαρακτηριστικά, ώστε να προσμετρούνται στο CommonEquityTier I.
- Η ανακεφαλαιοποίηση πρέπει να ολοκληρωθεί τις 31.12.2015 με τη μορφή του bail-out. Από 1.1. 2016 η νέα ρύθμιση προβλέπει τη λύση μέσω bail –in (κοινοτική οδηγία BRRD). Όμως θεωρώ πως ό,τι και να γίνει δεν κινδυνεύουν οι καταθέσεις ανεξαρτήτως ύψους, ούτε οι κάτοχοι μετοχών. Σχετικό κίνδυνο διατρέχουν μόνο οι κάτοχοι τραπεζικών ομολόγων.
- Κλείνοντας σημειώνω με έμφαση ότι καμία ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος δεν μπορεί από μόνη της να διοχετεύσει ρευστότητα στο οικονομικό σύστημα. Ενώ αποτελεί αναγκαία συνθήκη δεν αποτελεί ικανή συνθήκη. Μόνο όταν αρχίσει να μεγεθύνεται το ΑΕΠ της χώρας, αυξάνεται η εθνική αποταμίευση και αρχίσουν να αυξάνονται οι καταθέσεις θα σημάνει η ώρα που το τραπεζικό σύστημα, ceterisparibus, θα είναι σε θέση να παίζει το ρόλο για τον οποίον έχει ταχθεί.
[1] Κώστας Μελάς, Τράπεζες: Γιατί η ανακεφαλαιοποίηση δεν αρκεί, 26 Ιουλίου 2013 http://www.euro2day.gr/specials/opinions/article/1119489/trapezes-giati-h-anakefalaiopoihsh-den-arkei.html
[2]Θα
πρέπει να σημειωθεί εδώ πως οι κρατικές εγγυήσεις μετατρέπονται σε
επιβάρυνση του προϋπολογισμού μόνο σε περίπτωση που ενεργοποιηθούν σε
βάρος του εγγυοδότη, λόγω αθέτησης πληρωμής από τον πρωτοφειλέτη, δηλαδή
τις ίδιες τις τράπεζες. Μέχρι σήμερα δεν έχει προκύψει τέτοιο ζήτημα.
[3]Κ.
Μελάς, «Κεφαλαιακή βοήθεια και άλλες μορφές υποστήριξης προς τα
χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (ΗΠΑ)». 20.Ιανουαρίου
2014,http://www.kostasmelas.gr/2014/01/blog-post_20.html
Σχόλια