H χώρα του τίποτα

Νίκος Καραβέλος* • 21 Σεπτεμβριου 2015,
Όταν αυτές οι αράδες θα βλέπουν το φως, στη Χώρα του Τίποτα θα έχουν τελειώσει πλέον οι εκλογές και η νίκη θα έχει πια στεφανώσει έναν από τους δύο μονομάχους. Το νέο θα έχει μάλλον νικήσει το παλιό και το κοντό θα έχει μάλλον κατισχύσει του ψηλότερου. Ίσως, όμως, να συμβεί και το αντίθετο. Όπως και να’ χει, για μια ακόμα φορά, θα έχει νικήσει το «δίπολο». Σήμερα το «δίπολο» είναι ανάμεσα στο νέο και το παλιό μνημονιακό. Αύριο μπορεί να κονταροχτυπηθούν το χοντρό με το αδύνατο και το φαλακρό με το μαλλιαρό.
Αυτό που γνωρίζουν οι διοργανωτές των εκλογών είναι ότι σήμερα εκλέγεται κάποιος πρόεδρος ποδοσφαιρικού σωματείου, γιατί πρώτος πρωθυπουργός σ’ αυτό το κράτος του τίποτα θα είναι ένας Ολλανδός. Ξέρουν ακόμα οι ίδιοι ότι το συχνό ανεβοκατέβασμα των θλιβερών κατοχικών κυβερνήσεων θα απαξιώσει ολοκληρωτικά την ήδη εκφυλισμένη εκλογική διαδικασία, ούτως ώστε να είναι αναγκαία, επιτέλους, ακόμα και η κατάργηση των εκλογών.
Ευτυχισμένα, πλέον τα ξένα και εγχώρια κέντρα εξουσίας. Ο σκοπός επετεύχθη. Το αναπάντεχο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του Ιουλίου του 2015 θα έχει θαφτεί βαθιά κάτω απ’ τα σκονισμένα μπαζώματα των τοκογλύφων.
Τούτες οι εκλογές δεν ήταν παρά η «έφεση» κατά της πρωτοβάθμιας άρνησης του λαού να στέρξει στην καταδίκη του. Απ’ ότι προβλέπουν τ’ αφεντικά η «έφεση» θα ευδοκιμήσει κι έτσι, όπως συμβαίνει στα ιερά θαύματα, το ΟΧΙ θα μεταμφιεστεί σε ΝΑΙ. Σύμπας πλέον ο πληθυσμός θα έχει αποκτήσει το δικαίωμα να ακούει μόνο τη βούλησή τους διά στόματος των εντολοδόχων, του αριστερού κ. Τσίπρα, του δεξιού κ. Μεϊμαράκη και των λοιπών «πατριωτικών δυνάμεων του ευρώ». Σύμπας ο κόσμος θα έχει πια την πολιτική ελευθερία να αποβλακώνεται ακούγοντας τον πρωθυπουργό του να ψεύδεται. Θα έχει αποκτήσει το ύψιστο «δικαίωμα» του εξευτελισμού, την ευγενή προοπτική να παραμένει υποζύγιο, τη νόμιμη απολαβή να χάνει το σπίτι του, τη ζωή του, τα ίδια τα τέκνα του, να απελαύνεται απ’ την ίδια τη χώρα του, απ’ την πατρική του γη.
Θα έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να μη σκέφτεται. Να κοιτάζει μόνο με τα μάτια και να αντιδρά με τα αυτιά, όπως τα τετράποδα, τα ερπετά ή τα έντομα, χωρίς να βλέπει ούτε να ακούει. Θα έχει, τέλος, το προνόμιο της μοναξιάς ανάμεσα στο πλήθος των απομονωμένων, σ’ αυτήν την «όμορφη» και «θαυμαστή» Χώρα του Τίποτα.
Κι όμως, εμείς θα επιμείνουμε θυμίζοντας αυτό που πολλούς αιώνες πίσω είχε πει ο κωμωδιογράφος Επίχαρμος : «Νους ορά και νους ακούει». Μόνο με τον νου έχουμε τη δυνατότητα να αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα κι επομένως να αντιδρούμε και ν’ αντιστεκόμαστε. Κι ακόμα, ότι ο άνθρωπος εξανθρωπίζεται, όταν αρνείται και όταν αντιστέκεται και μάλιστα όταν κάποιοι του ψιθυρίζουν ότι ο αγώνας του είναι μάταιος. Εξανθρωπίζεται υπερασπιζόμενος τους ανθρώπους. Τότε αποκτά πολιτική συνείδηση, γίνεται μέλος της «βουληφόρου αγοράς» (Όμηρος, Οδύσσεια Ι. 112). Αλλιώς, ξαναγίνεται άγριος και βάρβαρος. Μόνο μέσα στους κοινωνικούς αγώνες ξαναβρίσκει τον εαυτό του, μεταμορφώνεται συνειδητά και ουσιαστικά σε πρόσωπο.
Κατά συνέπεια, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η εντός του κοινωνικού συνόλου δράση. Μόνο το κοινωνικό άτομο αντιστέκεται. «Αν ήξερα κάτι χρήσιμο για το έθνος μου», έγραφε ο Μοντεσκιέ, «που θα ήταν, όμως, καταστροφικό για ένα άλλο έθνος, δε θα το πρότεινα ποτέ, γιατί πριν από Γάλλος είμαι άνθρωπος. Γιατί είμαι κατ’ ανάγκην άνθρωπος και κατά τύχη Γάλλος».
Αυτό το «κατ’ ανάγκην» του Μοντεσκιέ, δηλαδή, το «κατά φύσιν» μας επιβάλλει να μην παραδοθούμε.
«Παρά φύσιν» είναι να ξεχάσουμε πως η αλήθεια υπάρχει μέσα στους άλλους.
«Παρά φύσιν» είναι να ξεχάσουμε πως η δικαιοσύνη είναι έννοια πρωτίστως ταξική και ότι η επικράτηση του φωτός της είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πολιτική και κοινωνική ανατροπή.
«Παρά φύσιν» είναι να πιστέψουμε ότι το μόνο δικαίωμα που έχουμε είναι να υπηρετούμε τα «δικαιώματα» των ισχυρών.
«Παρά φύσιν» είναι να λησμονήσουμε πως υπήρξαμε και πως οφείλουμε να παραμείνουμε άνθρωποι και να μην επιτρέψουμε ποτέ να μας μεταχειρίζονται ως ανδράποδα.
Για το μελάνι που χύθηκε, για το αίμα που έρρευσε στην υπόθεση της απελευθέρωσης, για τη μνήμη, τους θρύλους και τα παραμύθια, με άλλα λόγια για τις ρυτίδες της ιστορίας μας.
Για να μη γίνουν χλεύη και να χαθούν κάτω από τη σκόνη του χρόνου.
Σε πείσμα των καιρών να επιμείνουμε πως ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει χωρίς αφεντικά, πως ο εργαζόμενος είναι ιδιοκτήτης της εργασίας του και οφείλει να πάρει στα χέρια του το προϊόν του κόπου του. Ότι τα εργοστάσια μπορούν να κινηθούν χωρίς αφεντικά, ενώ δε συμβαίνει το αντίθετο.
Και τέλος, ότι το χώμα του τόπου μας είναι ιερό, γιατί είναι νους και δράση και ότι η χώρα μας, όπως άλλωστε όλες οι χώρες του κόσμου, δεν είναι ούτε μπορεί να γίνει η Χώρα του Τίποτα.
Γιατί είναι το σπίτι μας.
*  Ο Νίκος Καραβέλος είναι  Δικηγόρος – Συγγραφέας. 

Σχόλια