Η πλήρης συνέντευξη του Γιώργου Κοντογιώργη, στο Δρόμο της Αριστεράς (Στον Ζαχαρία Ρουστάνη,
1. ΕΡ. ΔτΑ. Η άνοδος της Ακροδεξιάς, η μεγάλη αποχή, η ανοχή, ανεκτικότητα - παραίτηση του πολίτη από τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων του, όλες αυτές οι όψεις της κρίσης εκπροσώπησης, συνιστούν «τερατογενέσεις» της Δημοκρατίας ως αποτέλεσμα της κακοποίησης, της καταστρατήγησης, του «βιασμού» των βασικών αρχών και της ουσίας του δημοκρατικού πολιτεύματος;
ΑΠ. Γ.Κοντογιώργης: Τα φαινόμενα που επισημαίνετε αποτελούν...εκδήλωση ενός αδιαμφισβήτητου γεγονότος. Της ολικής κατάρρευσης του καθεστώτος που οδήγησε στη μετάβαση του νεότερου κόσμου, με αφετηρία την δυτική Ευρώπη, από την (φεουδαρχία, κρατική) δεσποτεία στον ανθρωποκεντρισμό. Κατάρρευσης, που δηλώνει το τέλος της εποχής αυτής και τη μετάβαση σε μια νέα εποχή, κατά την οποία οι παράμετροι που κινούν τη εξέλιξη, με πρώτη την οικονομία, διήλθαν τα στενά όρια του κράτους, χειραφετήθηκαν έναντι της πολιτείας και μεταλλάχθηκαν ριζικά, θέτοντας στην κορυφή της πυραμίδας όχι πια την βιομηχανική αλλά την χρηματοπιστωτική εκδοχή τους. Την πραγματικότητα αυτή το παρόν σύστημα αδυνατεί αντικειμενικά να διαχειρισθεί, με άξονα το κοινό συμφέρον.
Η άνοδος των άκρων, η αποχή, η "παραίτηση" του πολίτη, συνιστούν εκδηλώσεις βαθιάς πολιτικής πράξης, που δηλώνει αφενός την πολιτική αδυναμία της κοινωνίας και αφετέρου την άρνησή της να αναγνωρίσει τον εαυτό της στον ρόλο της νομιμοποιητικής συνιστώσας ενός συστήματος που την αγνοεί και την δυναστεύει. Η απόρριψη, εκφράζεται προς το παρόν με αρνητικές υποσημειώσεις στις πολιτικές που ακολουθούνται, στη διαπλοκή, στη διαφθορά, στην εν γένει αλαζονική ιδιοποίηση και συμπεριφορά της πολιτικής τάξης, στην καθυπόταξή της στο σκοπό των αγορών κλπ. Δεν έχει ακόμη μεταφρασθεί σε θετικό πρόταγμα, για πολλούς λόγους.
Έμφοβες μπροστά στο ενδεχόμενο αυτό, οι καθεστωτικές δυνάμεις και η ομόλογη διανόηση, έχουν επιβάλει την αρχή της "ενιαίας σκέψης", η οποία περιορίζει τον διάλογο για την κρίση στο πλαίσιο του παρόντος συστήματος, όχι στην υπέρβασή του. Σήμερα, η διανόηση πρωτοπορεί στην συντηρητική (έως αντιδραστική) περιχαράκωση του κοινωνικού και πολιτικού διαλόγου. Διακρίνει στην κοινωνία τον δυνάμει αντίπαλο, που μπορεί να αμφισβητήσει το σύστημα, το οποίο ανέδειξε η εποχή της μετάβασης, που αποκλήθηκε "διαφωτισμός". Εντούτοις, είναι απολύτως προφανές ότι το παρόν σύστημα αποτελεί παρελθόν και γι'αυτό η επίκλησή του αποτελεί βαθιά συντηρητική στάση. Αποτελεί παρελθόν, διότι δεν είναι πια ικανό να απαντήσει στις ανάγκες, στους συσχετισμούς του παρόντος.
Από εμβρυουλκός της μετάβασης στη μετα-φεουδαλική εποχή, έγινε μοχλός εγκιβωτισμού της κοινωνίας στην ιδιωτεία. Σήμερα δεν υπάρχει κρίση εκπροσώπησης διότι το σύστημα δεν είναι δομημένο με βάση την αντιπροσωπευτική αρχή. Η κοινωνία είναι θεσμημένη ως ιδιώτης, δεν συγκροτεί συλλογική πολιτική κατηγορία, δεν αναγνωρίζεται ως εντολέας. Το σύστημα ανήκει εξ ολοκλήρου στο κράτος, δηλαδή στους κατόχους του. Αυτοί αποφασίζουν, από κοινού με την ομήγυρη των συγκατανευσιφάγων, τι είναι εθνικά ή κοινωνικά συμφέρον, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, ακόμη και αν το σύνολο της κοινωνίας των πολιτών διαφωνεί. Από την απολυταρχία στο κράτος έθνος επήλθε "μεθάρμοσις δεσποτών", όχι μετάβαση στην αντιπροσώπευση/δημοκρατία.
Η ισορροπία που επιτεύχθηκε στη διάρκεια του 20ου αιώνα, που επέτρεψε στον μαρξισμό να μιλήσει για σχετική αυτονομία του κράτους, οφειλόταν αποκλειστικά στους εξωθεσμικούς/κοινωνικούς συσχετισμούς. Από τη στιγμή που αυτοί ανατράπηκαν, η πολιτική περιήλθε στην αυστηρή ομηρία των "αγορών". Επομένως, είναι καιρός να αποδεχθούμε ότι οι εκδηλώσεις "παραίτησης" της κοινωνίας δεν συνιστούν "τερατογενέσεις της δημοκρατίας ως αποτέλεσμα της καταστρατήγησης… των βασικών αρχών και της ουσίας του δημοκρατικού πολιτεύματος", αλλά επιβεβαίωση ότι το παρόν σύστημα δεν είναι ούτε αντιπροσωπευτικό ούτε, πολλώ μάλλον, δημοκρατικό.
Η ψήφος συνιστά πράξη απλής νομιμοποίησης του πολιτικού προσωπικού, που αναδεικνύουν οι "μηχανισμοί", δεν περιέχει ούτε κόκκο αντιπροσωπευτικής αρμοδιότητας: ούτε σε ό,τι αφορά στο πολιτικό προσωπικό ούτε στις πολιτικές αποφάσεις. Το ερώτημα εν προκειμένω είναι το εξής: Τι κάνει τους θιασώτες όπου γης της αυστηρά ολιγαρχικής νεοτερικής πολιτείας να επιμένουν να την ορίζουν ως δημοκρατία; Ντρέπονται απλώς να ομολογήσουν την ολιγαρχική τους προσήνεια, εξακολουθούν να αγνοούν τις θεμελιώδεις έννοιες ή μήπως μαζί με αυτά, υφέρπει ο φόβος της προόδου και επικαλούνται τις αξίες του διαφωτισμού μόνο και μόνο ως άλλοθι στην άρνησή τους να αποδεχθούν τον συντηρητικό τους ρόλο;
2. ΕΡ. ΔτΑ. Ποιες δυναμικές και χαρακτηριστικά του κοινωνικοπολιτικού φάσματος θα μπορούσαν να καλύψουν το μεγάλο κενό εκπροσώπησης ώστε ο πολιτικός διάλογος και η εκλογική διαδικασία να ανακτήσουν την αίγλη που τους αξίζει;
ΑΠ. Γ.Κοντογιώργης: Καμία πολιτική δύναμη δεν μπορεί να αλλάξει τα πράγματα στο πλαίσιο του παρόντος συστήματος. Θα απορροφηθεί, εναρμονιζόμενη στη δυναμική των συσχετισμών, ή θα απορριφθεί. Εντούτοις, η ισχύς των αγορών είναι συντριπτική επειδή η πολιτεία είναι έτσι δομημένη ώστε να λειτουργεί με βάση τους συσχετισμούς και άρα να υπηρετεί τον εκάστοτε ισχυρό. Επειδή, συγκεκριμένα, παίζουν μόνες τους πολιτική, καθώς η κοινωνία ως συλλογικότητα, απουσιάζει ολοκληρωτικά από την πολιτεία. Το ερώτημα που εγείρεται είναι προφανές: Θα συνεχίσουμε να προσεγγίζουμε τις όποιες κοινωνικές (ταξικές ή άλλες) αντιθέσεις ως υπόθεση μεταξύ των κατόχων/ιδιοκτητών του συστήματος και της κοινωνίας των πολιτών (ή της εργασίας), δηλαδή εξωθεσμικά, ή θα προσεγγίσουμε την κοινωνία των πολιτών υπό το πρίσμα του εταίρου (συνιδιοκτήτη) του συστήματος;
Η πρώτη, η πρωτο-ανθρωποκεντρική, επιλογή εξάντλησε τα όριά της. Η δεύτερη, η αντιπροσωπευτική και, μάλιστα, η δημοκρατική μετάλλαξη της πολιτείας, προόρισται να μεταβάλει την βούληση και το συμφέρον της κοινωνίας των πολιτών σε αποφασιστικό συντελεστή της πολιτικής λειτουργίας και, κατ'επέκταση, σε ρυθμιστή της όποιας κοινωνικής αντίθεσης. Στο πλαίσιο αυτό, ο πολιτικός διάλογος αντί να είναι υπόθεση κορυφής, μεταξύ των κομμάτων (ενοίς και των ομάδων συμφερόντων), και οι εκλογές πράξη νομιμοποίησης της κομματικής νομενκλατούρας, θα γίνει υπόθεση άρρηκτης/θεσμικής διαλεκτικής σχέσης του πολιτικού προσωπικού με την κοινωνία των πολιτών.
Η κοινωνία θα επανέλθει στην πολιτική μόνον όταν γίνει θεσμικός συντελεστής της πολιτείας. Με άλλα λόγια, το σύστημα της νεοτερικότητας δεν έχει γιατρειά διότι ανάγεται σε ένα παρελθόν που παρήλθε ανεπιστρεπτί.
3. ΕΡ. ΔτΑ. Η ιδέα ενός νέου τύπου «κοινωνικού συμβολαίου», που να όριζε ρητά το αυστηρό πλαίσιο για τα κοινωνικά δικαιώματα και την κρατική ευθύνη, με αυστηρές δεσμεύσεις και ρήτρες ασυνέπειας για όσους αναλαμβάνουν και ασκούν εξουσία, θα μπορούσε -και κάτω από ποιες προϋποθέσεις- να βρει εφαρμογή στις μέρες μας;
ΑΠ. Γ.Κοντογιώργης: Το "κοινωνικό συμβόλαιο" του διαφωτισμού αφορά αποκλειστικά στην ατομική ελευθερία. Το κοινωνικο-οικονομικό και πολιτικό πεδίο το προσεγγίζει με όρους απλών ετερονομικών δικαιωμάτων. Επομένως πρόκειται για τη συμφωνία σε μια πρώιμη ανθρωποκεντρικά πολιτεία που λειτουργούσε όσο οι συσχετισμοί διαμορφωνόταν εντός του κράτους και υπήρχε ο φόβος του υπαρκτού σοσιαλισμού.
Ζητούμενο στις ημέρες μας είναι η συγκρότηση ενός "πολιτικού συμβολαίου" που θα εισάγει σωρευτικά πέραν της ατομικής, την κοινωνική και την πολιτική ελευθερία, που θα μεταβάλει την κοινωνία σε εταίρο της πολιτείας. Να σημάνει το τέλος της πολιτικής κυριαρχίας της άρχουσας τάξης, με την απόδοση σ'αυτήν της απλής ιδιότητας του εντολοδόχου, και την είσοδο της θέσμιση της κοινωνίας ως εντολέα. Δεν αρκούν πια οι "δεσμεύσεις και οι ρήτρες συνέπειας" για όσους ασκούν την πολιτική κυριαρχία. Να αποδεχθούμε ότι η ταύτιση της πολιτείας με το κράτος είναι φαινόμενο μεταβατικό, της πρωτο-ανθρωποκεντρικής/μετα-φεουδαλικής φάσης, που θα εκλείψει με τον χρόνο. Και ο χρόνος αυτός, όπως όλα δείχνουν πλησιάζει, καθώς η ανατροπή της ισορροπίας μεταξύ κοινωνίας, πολιτείας και αγορών, οδηγεί στην πλήρη αναίρεση του κοινωνικού κεκτημένου, την ίδια στιγμή που η ωριμότητα του πολίτη μεταστεγάζεται από την μαζική συμπεριφορά σε εκείνη της πολιτικής ατομικότητας.
Το διακύβευμα, εν προκειμένω, δεν είναι (ολιγαρχικός) κοινοβουλευτισμός ή δικτατορία, αλλά η υπέρβασή τους με την μετάβαση αμέσως στην αντιπροσώπευση και προοπτικά στη δημοκρατία. Καλούμαστε έτσι να αναθεωρήσουμε το γνωστικό μας έρμα (τι είναι δημοκρατία, ποια η φύση του παρόντος συστήματος κλπ), να εμπιστευθούμε την κοινωνία και να πάψουμε οι ίδιοι να αντιλαμβανόμαστε την πολιτεία ως υπόθεση των φορέων της κομματοκρατίας και των ομάδων που συνωστίζονται γύρω από το κράτος. Από τη στιγμή αυτή, ο διάλογος για τον τρόπο της θεσμικής ενσωμάτωσης της κοινωνίας των πολιτών στην πολιτεία θα έχει βρει το δρόμο του. Ελπίζω πριν η κοινωνία αναγκασθεί σε δυναμικές απόγνωσης.
Πηγή: contogeorgis
1. ΕΡ. ΔτΑ. Η άνοδος της Ακροδεξιάς, η μεγάλη αποχή, η ανοχή, ανεκτικότητα - παραίτηση του πολίτη από τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων του, όλες αυτές οι όψεις της κρίσης εκπροσώπησης, συνιστούν «τερατογενέσεις» της Δημοκρατίας ως αποτέλεσμα της κακοποίησης, της καταστρατήγησης, του «βιασμού» των βασικών αρχών και της ουσίας του δημοκρατικού πολιτεύματος;
ΑΠ. Γ.Κοντογιώργης: Τα φαινόμενα που επισημαίνετε αποτελούν...εκδήλωση ενός αδιαμφισβήτητου γεγονότος. Της ολικής κατάρρευσης του καθεστώτος που οδήγησε στη μετάβαση του νεότερου κόσμου, με αφετηρία την δυτική Ευρώπη, από την (φεουδαρχία, κρατική) δεσποτεία στον ανθρωποκεντρισμό. Κατάρρευσης, που δηλώνει το τέλος της εποχής αυτής και τη μετάβαση σε μια νέα εποχή, κατά την οποία οι παράμετροι που κινούν τη εξέλιξη, με πρώτη την οικονομία, διήλθαν τα στενά όρια του κράτους, χειραφετήθηκαν έναντι της πολιτείας και μεταλλάχθηκαν ριζικά, θέτοντας στην κορυφή της πυραμίδας όχι πια την βιομηχανική αλλά την χρηματοπιστωτική εκδοχή τους. Την πραγματικότητα αυτή το παρόν σύστημα αδυνατεί αντικειμενικά να διαχειρισθεί, με άξονα το κοινό συμφέρον.
Η άνοδος των άκρων, η αποχή, η "παραίτηση" του πολίτη, συνιστούν εκδηλώσεις βαθιάς πολιτικής πράξης, που δηλώνει αφενός την πολιτική αδυναμία της κοινωνίας και αφετέρου την άρνησή της να αναγνωρίσει τον εαυτό της στον ρόλο της νομιμοποιητικής συνιστώσας ενός συστήματος που την αγνοεί και την δυναστεύει. Η απόρριψη, εκφράζεται προς το παρόν με αρνητικές υποσημειώσεις στις πολιτικές που ακολουθούνται, στη διαπλοκή, στη διαφθορά, στην εν γένει αλαζονική ιδιοποίηση και συμπεριφορά της πολιτικής τάξης, στην καθυπόταξή της στο σκοπό των αγορών κλπ. Δεν έχει ακόμη μεταφρασθεί σε θετικό πρόταγμα, για πολλούς λόγους.
Έμφοβες μπροστά στο ενδεχόμενο αυτό, οι καθεστωτικές δυνάμεις και η ομόλογη διανόηση, έχουν επιβάλει την αρχή της "ενιαίας σκέψης", η οποία περιορίζει τον διάλογο για την κρίση στο πλαίσιο του παρόντος συστήματος, όχι στην υπέρβασή του. Σήμερα, η διανόηση πρωτοπορεί στην συντηρητική (έως αντιδραστική) περιχαράκωση του κοινωνικού και πολιτικού διαλόγου. Διακρίνει στην κοινωνία τον δυνάμει αντίπαλο, που μπορεί να αμφισβητήσει το σύστημα, το οποίο ανέδειξε η εποχή της μετάβασης, που αποκλήθηκε "διαφωτισμός". Εντούτοις, είναι απολύτως προφανές ότι το παρόν σύστημα αποτελεί παρελθόν και γι'αυτό η επίκλησή του αποτελεί βαθιά συντηρητική στάση. Αποτελεί παρελθόν, διότι δεν είναι πια ικανό να απαντήσει στις ανάγκες, στους συσχετισμούς του παρόντος.
Από εμβρυουλκός της μετάβασης στη μετα-φεουδαλική εποχή, έγινε μοχλός εγκιβωτισμού της κοινωνίας στην ιδιωτεία. Σήμερα δεν υπάρχει κρίση εκπροσώπησης διότι το σύστημα δεν είναι δομημένο με βάση την αντιπροσωπευτική αρχή. Η κοινωνία είναι θεσμημένη ως ιδιώτης, δεν συγκροτεί συλλογική πολιτική κατηγορία, δεν αναγνωρίζεται ως εντολέας. Το σύστημα ανήκει εξ ολοκλήρου στο κράτος, δηλαδή στους κατόχους του. Αυτοί αποφασίζουν, από κοινού με την ομήγυρη των συγκατανευσιφάγων, τι είναι εθνικά ή κοινωνικά συμφέρον, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, ακόμη και αν το σύνολο της κοινωνίας των πολιτών διαφωνεί. Από την απολυταρχία στο κράτος έθνος επήλθε "μεθάρμοσις δεσποτών", όχι μετάβαση στην αντιπροσώπευση/δημοκρατία.
Η ισορροπία που επιτεύχθηκε στη διάρκεια του 20ου αιώνα, που επέτρεψε στον μαρξισμό να μιλήσει για σχετική αυτονομία του κράτους, οφειλόταν αποκλειστικά στους εξωθεσμικούς/κοινωνικούς συσχετισμούς. Από τη στιγμή που αυτοί ανατράπηκαν, η πολιτική περιήλθε στην αυστηρή ομηρία των "αγορών". Επομένως, είναι καιρός να αποδεχθούμε ότι οι εκδηλώσεις "παραίτησης" της κοινωνίας δεν συνιστούν "τερατογενέσεις της δημοκρατίας ως αποτέλεσμα της καταστρατήγησης… των βασικών αρχών και της ουσίας του δημοκρατικού πολιτεύματος", αλλά επιβεβαίωση ότι το παρόν σύστημα δεν είναι ούτε αντιπροσωπευτικό ούτε, πολλώ μάλλον, δημοκρατικό.
Η ψήφος συνιστά πράξη απλής νομιμοποίησης του πολιτικού προσωπικού, που αναδεικνύουν οι "μηχανισμοί", δεν περιέχει ούτε κόκκο αντιπροσωπευτικής αρμοδιότητας: ούτε σε ό,τι αφορά στο πολιτικό προσωπικό ούτε στις πολιτικές αποφάσεις. Το ερώτημα εν προκειμένω είναι το εξής: Τι κάνει τους θιασώτες όπου γης της αυστηρά ολιγαρχικής νεοτερικής πολιτείας να επιμένουν να την ορίζουν ως δημοκρατία; Ντρέπονται απλώς να ομολογήσουν την ολιγαρχική τους προσήνεια, εξακολουθούν να αγνοούν τις θεμελιώδεις έννοιες ή μήπως μαζί με αυτά, υφέρπει ο φόβος της προόδου και επικαλούνται τις αξίες του διαφωτισμού μόνο και μόνο ως άλλοθι στην άρνησή τους να αποδεχθούν τον συντηρητικό τους ρόλο;
2. ΕΡ. ΔτΑ. Ποιες δυναμικές και χαρακτηριστικά του κοινωνικοπολιτικού φάσματος θα μπορούσαν να καλύψουν το μεγάλο κενό εκπροσώπησης ώστε ο πολιτικός διάλογος και η εκλογική διαδικασία να ανακτήσουν την αίγλη που τους αξίζει;
ΑΠ. Γ.Κοντογιώργης: Καμία πολιτική δύναμη δεν μπορεί να αλλάξει τα πράγματα στο πλαίσιο του παρόντος συστήματος. Θα απορροφηθεί, εναρμονιζόμενη στη δυναμική των συσχετισμών, ή θα απορριφθεί. Εντούτοις, η ισχύς των αγορών είναι συντριπτική επειδή η πολιτεία είναι έτσι δομημένη ώστε να λειτουργεί με βάση τους συσχετισμούς και άρα να υπηρετεί τον εκάστοτε ισχυρό. Επειδή, συγκεκριμένα, παίζουν μόνες τους πολιτική, καθώς η κοινωνία ως συλλογικότητα, απουσιάζει ολοκληρωτικά από την πολιτεία. Το ερώτημα που εγείρεται είναι προφανές: Θα συνεχίσουμε να προσεγγίζουμε τις όποιες κοινωνικές (ταξικές ή άλλες) αντιθέσεις ως υπόθεση μεταξύ των κατόχων/ιδιοκτητών του συστήματος και της κοινωνίας των πολιτών (ή της εργασίας), δηλαδή εξωθεσμικά, ή θα προσεγγίσουμε την κοινωνία των πολιτών υπό το πρίσμα του εταίρου (συνιδιοκτήτη) του συστήματος;
Η πρώτη, η πρωτο-ανθρωποκεντρική, επιλογή εξάντλησε τα όριά της. Η δεύτερη, η αντιπροσωπευτική και, μάλιστα, η δημοκρατική μετάλλαξη της πολιτείας, προόρισται να μεταβάλει την βούληση και το συμφέρον της κοινωνίας των πολιτών σε αποφασιστικό συντελεστή της πολιτικής λειτουργίας και, κατ'επέκταση, σε ρυθμιστή της όποιας κοινωνικής αντίθεσης. Στο πλαίσιο αυτό, ο πολιτικός διάλογος αντί να είναι υπόθεση κορυφής, μεταξύ των κομμάτων (ενοίς και των ομάδων συμφερόντων), και οι εκλογές πράξη νομιμοποίησης της κομματικής νομενκλατούρας, θα γίνει υπόθεση άρρηκτης/θεσμικής διαλεκτικής σχέσης του πολιτικού προσωπικού με την κοινωνία των πολιτών.
Η κοινωνία θα επανέλθει στην πολιτική μόνον όταν γίνει θεσμικός συντελεστής της πολιτείας. Με άλλα λόγια, το σύστημα της νεοτερικότητας δεν έχει γιατρειά διότι ανάγεται σε ένα παρελθόν που παρήλθε ανεπιστρεπτί.
3. ΕΡ. ΔτΑ. Η ιδέα ενός νέου τύπου «κοινωνικού συμβολαίου», που να όριζε ρητά το αυστηρό πλαίσιο για τα κοινωνικά δικαιώματα και την κρατική ευθύνη, με αυστηρές δεσμεύσεις και ρήτρες ασυνέπειας για όσους αναλαμβάνουν και ασκούν εξουσία, θα μπορούσε -και κάτω από ποιες προϋποθέσεις- να βρει εφαρμογή στις μέρες μας;
ΑΠ. Γ.Κοντογιώργης: Το "κοινωνικό συμβόλαιο" του διαφωτισμού αφορά αποκλειστικά στην ατομική ελευθερία. Το κοινωνικο-οικονομικό και πολιτικό πεδίο το προσεγγίζει με όρους απλών ετερονομικών δικαιωμάτων. Επομένως πρόκειται για τη συμφωνία σε μια πρώιμη ανθρωποκεντρικά πολιτεία που λειτουργούσε όσο οι συσχετισμοί διαμορφωνόταν εντός του κράτους και υπήρχε ο φόβος του υπαρκτού σοσιαλισμού.
Ζητούμενο στις ημέρες μας είναι η συγκρότηση ενός "πολιτικού συμβολαίου" που θα εισάγει σωρευτικά πέραν της ατομικής, την κοινωνική και την πολιτική ελευθερία, που θα μεταβάλει την κοινωνία σε εταίρο της πολιτείας. Να σημάνει το τέλος της πολιτικής κυριαρχίας της άρχουσας τάξης, με την απόδοση σ'αυτήν της απλής ιδιότητας του εντολοδόχου, και την είσοδο της θέσμιση της κοινωνίας ως εντολέα. Δεν αρκούν πια οι "δεσμεύσεις και οι ρήτρες συνέπειας" για όσους ασκούν την πολιτική κυριαρχία. Να αποδεχθούμε ότι η ταύτιση της πολιτείας με το κράτος είναι φαινόμενο μεταβατικό, της πρωτο-ανθρωποκεντρικής/μετα-φεουδαλικής φάσης, που θα εκλείψει με τον χρόνο. Και ο χρόνος αυτός, όπως όλα δείχνουν πλησιάζει, καθώς η ανατροπή της ισορροπίας μεταξύ κοινωνίας, πολιτείας και αγορών, οδηγεί στην πλήρη αναίρεση του κοινωνικού κεκτημένου, την ίδια στιγμή που η ωριμότητα του πολίτη μεταστεγάζεται από την μαζική συμπεριφορά σε εκείνη της πολιτικής ατομικότητας.
Το διακύβευμα, εν προκειμένω, δεν είναι (ολιγαρχικός) κοινοβουλευτισμός ή δικτατορία, αλλά η υπέρβασή τους με την μετάβαση αμέσως στην αντιπροσώπευση και προοπτικά στη δημοκρατία. Καλούμαστε έτσι να αναθεωρήσουμε το γνωστικό μας έρμα (τι είναι δημοκρατία, ποια η φύση του παρόντος συστήματος κλπ), να εμπιστευθούμε την κοινωνία και να πάψουμε οι ίδιοι να αντιλαμβανόμαστε την πολιτεία ως υπόθεση των φορέων της κομματοκρατίας και των ομάδων που συνωστίζονται γύρω από το κράτος. Από τη στιγμή αυτή, ο διάλογος για τον τρόπο της θεσμικής ενσωμάτωσης της κοινωνίας των πολιτών στην πολιτεία θα έχει βρει το δρόμο του. Ελπίζω πριν η κοινωνία αναγκασθεί σε δυναμικές απόγνωσης.
Πηγή: contogeorgis
Σχόλια