Η μετεξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε υπερεθνική απολυταρχία

του Δημήτρη Καζάκη
Μπροστά σ’ ένα ακόμη χειρότερο κύμα λιτότητας και οριζόντιων περικοπών βρίσκεται ολόκληρη η ευρωζώνη. Ο έλεγχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις κυβερνήσεις των κρατών μελών και στους προϋπολογισμούς τους γίνεται ακόμη πιο ασφυκτικός παρακάμπτοντας εθνικά κοινοβούλια και εθνικές νομοθεσίες. Το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας που αναμένεται να κάνει οσονούπω το ντεμπούτο του εισάγει νέους ακόμη πιο αδίστακτους και ανελέητους όρους συμμόρφωσης της οικονομίας ενός κράτους μέλους. Πολύ σύντομα θα μας κάνουν να λαχταράμε τα μνημόνια.
Από λιτότητα σε λιτότητα…
Η κυβέρνηση της Μαδρίτης περικόπτει τις δαπάνες για δρόμους και σιδηροδρόμους. Τα ατυχήματα στο οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο αναμένεται να αυξηθούν, κάνοντας το....
σοκαριστικό σιδηροδρομικό δυστύχημα στην Ισπανία με τους 178 τραυματίες φέτος τον Ιούλιο να μοιάζει με κάτι το συνηθισμένο. Οι υποδομές γενικά της Ισπανίας όλο και περισσότερο παίρνουν τριτοκοσμικά χαρακτηριστικά.

Στη Ρώμη η κυβέρνηση Λέττα, προϊόν κοινοβουλευτικής και συνταγματικής εκτροπής, ετοιμάζεται να πουλήσει την κρατική περιουσία. Στη Χάγη το κοινοβούλιο συμφώνησε στη δεύτερη σειρά «έκτακτων» περικοπών μέσα σε δύο χρόνια. Ο νέος βασιλιάς της Ολλανδίας ανακοίνωσε στις 19/9, την ημέρα της στέψης του, ότι οι Ολλανδοί πρέπει να ξεχάσουν το «κοινωνικό κράτος». Οι πρώτες περικοπές στοχεύουν στους ανέργους και στις ευπαθείς ομάδες που «κοστίζουν» περισσότερο στο κράτος. Ο καιάδας είναι η μόνη εναλλακτική για την πάλαι ποτέ κοινωνική Ευρώπη.

Παρά το γεγονός ότι οι επίσημες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναμένουν οικονομική άνοδο το επόμενο έτος, για πρώτη φορά από το 2011, οι φορείς χάραξης της πολιτικής για την ευρωζώνη κρατούν ένα όλο και πιο ασφυκτικό φορολογικό λουρί για την ανάπτυξη με τη διατήρηση των πολιτικών λιτότητας που γεννήθηκαν στην απέλπιδα προσπάθεια για τη διάσωση του ευρώ.

Οι υπερεξουσίες των Βρυξελλών

Όλα αυτά συμβαίνουν γιατί για πρώτη φορά οι υπάλληλοι στις Βρυξέλλες, θα έχουν το δικαίωμα να επιθεωρούν τα σχέδια δαπανών πριν από την έγκρισή τους από τα εθνικά κοινοβούλια. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δηλαδή ο ρυθμιστικός βραχίονας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είχε την εξουσία να απαιτήσει αναθεωρήσεις σε μια προσπάθεια να επιβάλει «από τα πάνω» την πειθαρχία σ’ όλα τα κράτη μέλη και την ενθάρρυνση του συντονισμού. Με τον τρόπο αυτό η πίεση να συνεχιστεί η λιτότητα θα είναι ασφυκτική και αμείωτη σ’ όλες τις χώρες της ευρωζώνης.

Αν και δεν υπάρχουν νέες κυρώσεις ενσωματωμένες στο σύστημα, η ΕΕ ισχυρίζεται ότι επισημαίνοντας τα «λάθη» στα σχέδια προϋπολογισμού που έπρεπε να υποβληθούν έως τις 15 Οκτώβρη στις Βρυξέλλες, οι κυβερνήσεις μπορούν να προσαρμόζουν τις πολιτικές τους.

«Μην υποτιμάτε την επίδραση της επικείμενου διπλού πακέτου, όπως αποκαλείται», δήλωσε ο Πρόεδρος της ΕΕ, Herman Van Rompuy, στις 2 Οκτωβρίου στις Βρυξέλλες , αναφερόμενος στις δυο νομοθετικές πρωτοβουλίες της ΕΕ με βάση τις οποίες πήρε την εποπτεία των κρατικών προϋπολογισμών. «Δεν θα κάνει τις Βρυξέλλες πιο δημοφιλή στις πρωτεύουσες μας .» Γιατί άραγε;

Τα κράτη μέλη χάνουν ένα από τα πιο θεμελιώδη στηρίγματα της εθνικής τους κυριαρχίας, την σύνταξη του κρατικού προϋπολογισμού και την ανεξάρτητη έγκρισή του από τα εθνικά κοινοβούλια. Μετά από αυτό το «διπλό πακέτο», οι κρατικοί προϋπολογισμοί είναι στην αρμοδιότητα και υπό την υψηλή εποπτεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Αυτή στην ουσία θα αποφασίζει για όλα τα δημοσιονομικά θέματα σε μια χώρα και όχι το εθνικό κοινοβούλιο. Το δεύτερο απλά θα έρχεται κατόπιν εορτής να νομιμοποιήσει τα προαποφασισμένα.

Το διπλό πακέτο

Τι είναι όμως αυτό το «διπλό πακέτο»; Φέτος τον Φεβρουάριο, ο Επίτροπος της ΕΕ Όλι Ρεν προειδοποίησε αυστηρά την κυβέρνηση του Βελγίου ότι το Βέλγιο θα πρέπει οπωσδήποτε να τηρήσει τον δημοσιονομικό στόχο του ελλείμματος για 2,15% του ΑΕΠ για το 2013, μιας και έχασε το 2012 το στόχο του 2,8%. Η κυβέρνηση του Βελγίου θεώρησε ανεπίτρεπτη την παρέμβαση του Ρεν και την αγνόησε. Περίπου την ίδια εποχή οι διαπραγματεύσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με δύο νέους κανονισμούς για ισχυρότερη δημοσιονομική εποπτεία στη ζώνη του ευρώ είχαν ολοκληρωθεί.

Όταν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε τους δυο νέους κανονισμούς την Τρίτη 12 Μαρτίου, η πυγμή της Επιτροπής ενισχύθηκε δραστικά στην επιβολή μέτρων λιτότητας. Όπως σχολίασε τότε ο Ρεν, η υιοθέτηση αυτού του λεγόμενου διπλού πακέτου ήταν ένα πρώτο μεγάλο βήμα προς την κατεύθυνση της «Βαθιάς και ουσιαστικής Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης». Αυτό δηλαδή που οραματίζονται οι Ρεν και Μπαρόζο, όπως και το τραπεζικό καρτέλ που διοικεί την ευρωζώνη.

Η επίθεση του Ρεν στη βελγική κυβέρνηση ήταν ασυνήθιστα ωμή και ανοικτή. Μόλις πριν από τέσσερα χρόνια μια τέτοια προειδοποίηση από έναν Επίτροπο θα ήταν σοβαρή, αλλά δεν ήταν κάτι ιδιαίτερα τρομακτικό για μια κυβέρνηση. Για μια κυβέρνηση που στοιχειωδώς διαθέτει πολιτική αξιοπρέπεια. Αυτό βέβαια αποκλείει εξ ορισμού όλες τις πρώην και νυν ελληνικές κυβερνήσεις που δεν ξέρουν καν τι σημαίνει πολιτική αξιοπρέπεια.

Όμως αυτή ήταν μια διαφορετική Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου οι Επίτροποι μπορούσαν να γαυγίζουν, αλλά οι κυβερνήσεις μπορούσαν να τους πάρουν ελάχιστα υπόψη τους. Η επιβολή της Επιτροπής και των πολιτικών της γινόταν κυρίως διαμέσου της διαπλοκής, της διαφθοράς και κυρίως της εξαγοράς των κυβερνήσεων από τα ευρωπαϊκά κονδύλια και τα ιδιωτικά συμφέροντα που συνδέονταν ανέκαθεν με τον επίσημο ρυθμιστικό βραχίονα της ΕΕ.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε ρόλο παρακυβέρνησης

Τα τελευταία δυο χρόνια ένα κύμα μεταρρυθμίσεων έχουν ενισχύσει την πυγμή της Επιτροπής, ενώ μερικοί λένε ότι το Βέλγιο θα μπορούσε να είναι η πρώτη χώρα που θα υποστεί τις κυρώσεις βάσει των νέων κανόνων. Οι νέοι κανόνες επιτρέπουν την επιβολή προστίμου άνω του 0,1% του ΑΕΠ, που ήταν ο κανόνας πριν από δύο χρόνια. Τώρα, ένα ακόμη πρόστιμο μπορεί να προστεθεί εάν το εν λόγω κράτος μέλος έχει σοβαρά προβλήματα χρέους, ή εάν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι η υποβολή εκθέσεων εκ μέρους του σχετικά με τους προϋπολογισμούς είναι εσφαλμένη. Το συνολικό ύψος των προστίμων μπορεί να φτάσει το 0,5% του ΑΕΠ.

Αυτό σημαίνει ότι μια χώρα σαν την Ελλάδα μπορεί να κληθεί να πληρώσει έως και 1 δις ευρώ σε πρόστιμα αν δεν συμμορφωθεί «προς τας υποδείξεις», ή βρεθεί να υπολείπεται των στόχων που της έχουν τεθεί. Κι όλα αυτά μόνο με απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, χωρίς καν την δυνατότητα της προσφυγής του κράτους μέλους. Σκεφτείτε μόνο τι πάρτι θα γίνει ανάμεσα στους γραφειοκράτες των Βρυξελλών και τους κυβερνητικούς εταίρους του κράτους μέλους όταν πρόκειται να μοιραστούν μεταξύ τους τα πρόστιμα. Ενώ τα εθνικά κοινοβούλια θα πρέπει να ψηφίζουν υπό την δαμόκλειο σπάθη των προστίμων. Όπως τώρα κάνει το ελληνικό κοινοβούλιο υπό τον εκβιασμό της δόσης.

Ωστόσο, η Επιτροπή θα ήθελε να είναι σε θέση να κάνει πολλά περισσότερα από το να επιβάλλει πρόστιμα σε μια κυβέρνηση η οποία δεν έχει επιτύχει τους στόχους του δημοσιονομικού ελλείμματος. Θέλει να έχει τη δύναμη να πει σε μια κυβέρνηση πως ο στόχος αυτός θα πρέπει να επιτευχθεί. Κι έτσι η ΕΕ ενέκρινε πρόσφατα μερικούς από τους κανόνες που ο Rehn θα είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει στο μέλλον προκειμένου να περάσει το δικό του. Χωρίς βεβαίως να δίνει λογαριασμό πουθενά. Με εξαίρεση το τραπεζικό καρτέλ που εκπροσωπεί.

Το πρόβλημα τους είναι πώς θα βάλουν χέρι στις χώρες

Το βασικό πρόβλημα του Ρεν και του Μπαρόζο, αλλά και όλης της παλιοπαρέας που ελέγχει την ΕΕ, δεν είναι το δημοσιονομικό έλλειμμα. Δεν τους ενδιαφέρει αυτό καθαυτό το έλλειμμα, αλλά οι αποκαλούμενες «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις». Γίνεται όλο και πιο σαφές, ακόμη και στον πιο ανίδεο «ευρωπαϊστή», ότι η λιτότητα δεν είναι μόνο για τα δημοσιονομικά ελλείμματα, αλλά θεωρείται ως μια ευκαιρία για να επιβάλουν ευρύτατες νεοφιλελεύθερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με πρώτη προτεραιότητα την επίθεση στο κράτος πρόνοιας.

Κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών, έχουν περάσει αρκετοί κανόνες της ΕΕ που ενισχύουν το χέρι της Επιτροπής στη διαμόρφωση των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένου και του προϋπολογισμού τους. Δίνουν στην Επιτροπή και το Συμβούλιο ένα ευρύ φάσμα επιλογών για να εξωθήσουν τις χώρες σε μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Και η Επιτροπή έχει πάρει το πάνω χέρι. Για παράδειγμα, εάν η Επιτροπή προτείνει την επιβολή προστίμων σ’ ένα κράτος μέλος για τα ελλείμματά του, το μόνο που μπορεί να σταματήσει κάτι τέτοιο είναι εάν μια ειδική πλειοψηφία στο Συμβούλιο διαφωνεί με το μέτρο.

Ωστόσο, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να εκδίδει οδηγίες για τους προϋπολογισμούς των κρατών μελών, εξακολουθούν να υπάρχουν όρια στο τι μπορεί να απαιτήσει. Μπορεί να ζητήσει μείωση των μισθών για την υποστήριξη της «ανταγωνιστικότητας», αλλά είναι πολύ δύσκολο να επιβάλλει εντολές για να αλλάξει συγκεκριμένα η εργατική νομοθεσία. Αλλά οι προτάσεις για την άρση αυτών των ορίων της εξουσίας της Επιτροπής έχουν συζητηθεί αρκετά και έγιναν πιο συγκεκριμένες με το σχέδιο της Επιτροπής για μια ισχυρότερη Οικονομική και Νομισματική Ένωση, που κυκλοφόρησε τον περασμένο Νοέμβριο, το οποίο προβλέπει μια σειρά από βήματα προς την κατεύθυνση της πλήρους ασυδοσίας των οργάνων της ΕΕ με πρώτη την Ευρωπαϊκή Επιτροπή έναντι των κρατών μελών.

Το αποκαλούμενο διπλό πακέτο – οι δύο ξεχωριστοί κανονισμοί που ήδη έχουν ψηφιστεί και ήδη εφαρμόζονται – είναι ένα σημαντικό μέρος της πρώτης φάσης, που η Επιτροπή σκιαγραφεί στο σχέδιό της. Και οι δύο κανονισμοί έχουν σκοπό να ενισχύσουν την εξουσία της Επιτροπής έναντι των κρατών μελών και κυρίως έναντι των εθνικών κοινοβουλίων.

Το μνημόνιο έγινε νόμος της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Ο πρώτος κανονισμός αφορά κυρίως σε μια παγιοποίηση της προσέγγισης που έχει ακολουθήσει η τρόικα στις χώρες που έχουν αναγκαστεί να δανειστούν από το ευρωσύστημα. Μεταφέρει τεράστια δύναμη στην Επιτροπή και της παρέχει σημαντική εξουσία για να επιβάλει τις μεταρρυθμίσεις που θέλει η ίδια στις χώρες αυτές. Βάσει των κανόνων αυτών, τα κράτη μέλη που λαμβάνουν μεγάλα δάνεια υποχρεούνται να εφαρμόσουν ένα πρόγραμμα προσαρμογής που συμφωνήθηκε από την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Ενώ αυτή η ρύθμιση νομιμοποιεί κυρίως και παγιώνει ό, τι έχει ήδη γίνει στην Ελλάδα και στις άλλες χώρες υπό τις προσταγές της τρόικας, δύο σημεία είναι ιδιαίτερα σημαντικά.

Πρώτον, ο κανονισμός δεν εμποδίζει με σαφήνεια την Επιτροπή από το να παρέμβει στο εργατικό δίκαιο των κρατών μελών και των διαδικασιών καθορισμού των μισθών. Αυτό είναι αξιοσημείωτο, διότι τέτοιες παρεμβάσεις, που είναι δεδομένες στα υπάρχοντα προγράμματα προσαρμογής της Τρόικας, μπορεί να αποτελέσει παραβίαση της Ευρωπαϊκής Συνθήκης. Παρ’ όλα αυτά και για πρώτη φορά ο κανονισμός αυτός αφήνει την πόρτα ανοιχτή στην Επιτροπή να επιβάλλει σε ένα κράτος μέλος όχι μόνο τους στόχος, αλλά και τους τρόπους επίτευξης αυτών των στόχων με κύριο μοχλό τις «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» κυρίως στην αγορά εργασίας και τους μισθούς.

Δεύτερον, στο ίδιο άρθρο σύμφωνα με το σημείο 6 του κανονισμού, ζητά από τα κράτη μέλη που υπόκεινται σε τέτοια προγράμματα να ζητήσουν «τεχνική βοήθεια από την Επιτροπή,» στην περίπτωση μιας «ανεπαρκούς διοικητικής ικανότητας». Αυτό βεβαίως δεν είναι κάτι εντελώς καινούργιο μιας και η Ελλάδα υφίσταται ήδη την επιτροπεία της «ομάδας εργασίας» των επιτρόπων του Ράιχενμπαχ. Όμως, με τον κανονισμό αυτό η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεμελιώνει το δικαίωμα της να παρεμβαίνει άμεσα και πρακτικά στην διοίκηση μιας χώρας, όπως ακριβώς συμβαίνει στην Ελλάδα σήμερα. Επίσης, δίνει τη δυνατότητα στην Επιτροπή να υποβάλει μια χώρα σε με «ενισχυμένη εποπτεία», ακόμη και αν δεν είναι κατά παράβαση του ορίου του 3% του ελλείμματος. Αρκεί η «ανεπαρκής διοικητική ικανότητα» και η χώρα ολόκληρη περνά στην διαχείριση της Επιτροπής με την κυβέρνηση να παίζει τον ρόλο της μαριονέτας.

Στην ουσία με τον κανονισμό αυτό η δικαιοδοσία της τρόικας και της επιβολής των βασικότερων μνημονιακών πολιτικών έχει περάσει ήδη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ακόμη και το να τεθεί μια χώρα υπό ξένη διοίκηση, όπως συμβαίνει με την Ελλάδα. Αυτό σημαίνει πρακτικά πώς η συνέχιση των πολιτικών προσαρμογής με τα ολέθρια αποτελέσματά τους στις οικονομίες και τις κοινωνίες των χωρών που τελούν υπό δανεισμό από το ευρωσύστημα, όπως π.χ. είναι η Ελλάδα, δεν χρειάζονται πια ούτε την τρόικα, ούτε τα μνημόνια. Μπορούν πια επιβάλλονται ακόμη με πιο ανελέητο, σκληρό και αδίστακτο τρόπο από την ίδια την Επιτροπή και την «ενισχυμένη εποπτεία» της έναντι αυτών των χωρών.

Κι έτσι να θεωρηθεί νόμιμη ακόμη και συνταγματικά η επιβολή κατοχής σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, σύμφωνα με το άρθρο 28, που όπως αναφέρει το Σύνταγμα «αποτελεί θεμέλιο για τη συμμετοχή της Χώρας στις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.» Χώρια από τα πανηγύρια των σφετεριστών της λαϊκής κυριαρχίας στην χώρα μας, οι οποίοι έτσι θα μπορούν να εμφανίσουν ως «επιτυχία» την αποχώρηση της τρόικας και την κατάργηση των μνημονίων. Μόνο που από την κατοχή υπέρ των δανειστών και του ευρώ στην οποία έχει βρεθεί η χώρα λόγων «έκτακτων συνθηκών» – όπως νομολόγησε το Συμβούλιο της Επικρατείας – θα μετατραπεί σε μόνιμη συνθήκη για την συμμετοχή της Ελλάδας στην «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση».

Ο κρατικός προϋπολογισμός στα χέρια των Βρυξελλών

Ο δεύτερος κανονισμός – που αφορά κυρίως στους κρατικούς προϋπολογισμούς – του «διπλού πακέτου» είναι επίσης προκλητικός από την σκοπιά της εθνικής ανεξαρτησίας κάθε κράτους μέλους. Έχει σαν στόχο να αποδυναμώσει την δυνατότητα των εθνικών κοινοβουλίων να αποφασίζουν για τη δημοσιονομική πολιτική τους και αλλάζει τον τρόπο που οι προϋπολογισμοί συντάσσονται. Οι πιο εκτεταμένες αναφορές του γίνονται για τα κράτη μέλη που βρίσκονται στην «διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος» - τις χώρες δηλαδή που έχουν παραβιάσει τους κανόνες για τα ελλείμματα. Ο κανονισμός αυτός αφορά 19 κράτη μέλη που είναι υποχρεωμένα να υποβληθούν στη διαδικασία, εκ των οποίων 11 είναι μέλη της ευρωζώνης.

Ο κανονισμός του προϋπολογισμού παρέχει στην Επιτροπή επαρκή εξουσία να καθορίσει τις απαιτήσεις για τους κρατικούς προϋπολογισμούς και μάλιστα μονομερώς. Η Επιτροπή έχει ξεκινήσει μια ολόκληρη εκστρατεία για να μπορέσει να αλλάξει τη διαδικασία με την οποία οι προϋπολογισμοί των κρατών μελών και οι οικονομικές πολιτικές αντιμετωπίζονται. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης για την ενίσχυση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης το 2012 , τόσο η Επιτροπή όσο και οι πρόεδροι του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Eurogroup, πρότειναν τη μετατροπή των συστάσεων σε υποχρεωτικές.

Στην πραγματικότητα , αυτή είναι μια κίνηση προς ένα σύστημα προέγκρισης των προϋπολογισμών από την Επιτροπή και το Συμβούλιο, υπό την έννοια ότι υποχρεώνει τα κράτη μέλη να υποβάλουν το σχέδιο του προϋπολογισμού τους τον Οκτώβριο, «το οποίο πρέπει να είναι σύμφωνο με τις συστάσεις που εκδίδονται» στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Αντί για μια δημοκρατική απόφαση από ένα εκλεγμένο κοινοβούλιο για το ποια κατεύθυνση η χώρα θα πρέπει να λάβει, η κυβέρνηση και η γραφειοκρατία της θα πρέπει να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή στις απαιτήσεις που καθορίζονται από την Επιτροπή και το Συμβούλιο.

Η εξέλιξη αυτή είναι ιδιαίτερα κρίσιμη

Πρόκειται για σημαντικές αρμοδιότητες αυτές που παραδίδονται αμαχητί στις Βρυξέλλες:

Πρώτον, επιτρέπει στην Επιτροπή να παρέμβει και να ελέγξει τα σχέδια προϋπολογισμού των κρατών μελών στην τελική τους φάση, λίγο πριν να τεθούν σε ισχύ. Εδώ , η Επιτροπή μπορεί να υποβάλει καταγγελία αν δεν δει δέσμευση για τις μεταρρυθμίσεις που έχουν υποδειχθεί. Εάν η εν λόγω κυβέρνηση δεν ακολουθεί τις συστάσεις, υπάρχουν δύο συνέπειες:

- Η αδυναμία να ακολουθήσει τις συστάσεις θα επιβαρυνθεί με την απόφαση της Επιτροπής και του Συμβουλίου να θέσει τη χώρα υπό «διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος», προκειμένου να τηρηθεί η δημοσιονομική πειθαρχεία, να επιβληθούν ολοκληρωμένα μέτρα λιτότητας και «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις».

- Η διαδικασία αυτή έχει επιταχυνθεί, έγινε ημιαυτόματη, και μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερες κυρώσεις από ό, τι στο παρελθόν.

- Επίσης, η αποτυχία συμμόρφωσης μπορεί να οδηγήσει την Επιτροπή σε απόφαση να επιβάλει κυρώσεις εάν η χώρα έχει παραβιάσει τις υποχρεώσεις της για να κρατήσει το έλλειμμα κάτω από το 3% του ΑΕΠ .

Ο κανονισμός του προϋπολογισμού ενισχύει τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος με ένα ακόμη τρόπο που είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, σημαντικός. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι εισάγει τα «οικονομικά προγράμματα εταιρικής σχέσης», που θα πρέπει να συντάξει η κυβέρνηση του κράτους μέλους όταν έχει διαπιστωθεί ότι υφίσταται «υπερβολικό έλλειμμα». Η «εταιρική σχέση» αφορά σε προγράμματα με έμφαση στην εφαρμογή «διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» και μέτρων που αντιμετωπίζουν «διαρθρωτικές αδυναμίες» της χώρας με «υπερβολικό έλλειμμα» σε συνεργασία – εταιρική σχέση – με άλλες χώρες που υποδεικνύει η Επιτροπή.

Με τον τρόπο αυτό οι πιο αδύναμες οικονομίες των 19 υπό καθεστώς «υπερβολικού ελλείμματος» θα μπορούν να γίνουν θύματα κανιβαλισμού από τις πιο ισχυρές χώρες, ή τα πιο ισχυρά οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα. Ότι ακριβώς συμβαίνει σήμερα με την Ελλάδα που από τον Μάρτιο του 2010 έχει υπογράψει «εταιρική σχέση» με την Γερμανία με βάση την οποία ο Φούχτελ περιδιαβαίνει την χώρα σε αναζήτηση «χαμένων θησαυρών».

Δεν υπάρχει πια κανένα περιθώριο παραμονής στην ΕΕ.

Το ερώτημα που μπαίνει είναι το εξής απλό. Αν έχουμε τέτοια Ευρωπαϊκή Ένωση, με την Επιτροπή πρωτίστως, αλλά και το Συμβούλιο, να ορίζουν τα προγράμματα προσαρμογής σε μια χώρα, να συντάσσουν κατ’ ουσία τους κρατικούς προϋπολογισμούς, να επιβάλουν «διαθρωτικές μεταρρυθμίσεις» κατά το πρότυπο της τρόικας και να εκβιάζουν τα κράτη μέλη υπό καθεστώς «υπερβολικού ελλείμματος» σε «εταιρικές σχέσεις» με σκοπό τον κανιβαλισμό τους, τότε σε τι διαφέρει από το καθεστώς των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων;

Η μόνη διαφορά είναι ότι ενώ το καθεστώς των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων φαντάζει προσωρινό, ή έστω έτσι θέλουν οι κυβερνώντες να το παρουσιάζουν, ενώ το «διπλό πακέτο» της ΕΕ και το σχέδιο της Επιτροπής για βαθύτερη ΟΝΕ όλα αυτά που ζούμε σήμερα αποκτούν μόνιμο και θεσμικό χαρακτήρα υπεράνω εθνικού κοινοβουλίου και συνταγματικής τάξης της χώρας.

Κι επομένως δεν αρκεί πια να απαλλαγούμε από τα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις, θα πρέπει – αν θέλουμε να κερδίσουμε την χώρα μας – να απαλλαγούμε από την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση που δεν επιτρέπει πια ούτε καν στα κράτη μέλη της χωρίς ευρώ να έχουν έστω τυπικά την δυνατότητα αυτοτελούς σύνταξης κρατικού προϋπολογισμού. Τι δουλειά έχει η Ελλάδα και ο ελληνικός λαός σε μια τέτοια Ένωση;

Δημοσιεύτηκε εν μέρει στο «ΧΩΝΙ» Πηγή
------------------
ΟΙ ΕΥΡΩΚΡΑΤΕΣ: Οι εξοργιστικές αμοιβές και τα απίστευτα προνόμια των ευρωβουλευτών, καθώς επίσης των υπαλλήλων του παραδείσου των Βρυξελλών, του Ευρωκοινοβουλίου, τεκμηριώνουν την ανοησία των πολιτών της Ευρωζώνης – των Ελλήνων μη εξαιρουμένων
Ο βασικός μισθός των ευρωβουλευτών είναι 7.956,87 € μηνιαία, στον οποίο προστίθεται το αφορολόγητο ποσόν των 4.299 € για διάφορα έξοδα – συνολικά λοιπόν 12.255,87 €. Εκτός αυτού, οι «προστάτες» της Δημοκρατίας έχουν στη διάθεση τους 21.209 € κάθε μήνα, για τις αμοιβές συνεργατών τους στις Βρυξέλλες, στο Στρασβούργο ή στις χώρες τους – όπου συνήθως προσλαμβάνουν συγγενείς τους, με πολύ μικρότερα ποσά, παρακρατώντας αυτά που περισσεύουν, κρυφά φυσικά, για τον εαυτό τους.

Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο κάθε ευρωβουλευτής δικαιούται το ποσόν των 304 € για κάθε ημέρα, όπου καταχωρείται στον κατάλογο των συμμετεχόντων στις συνεδριάσεις των Βρυξελλών ή του Στρασβούργου. Επί πλέον, λαμβάνει επίδομα κατοικίας ύψους 15% επί του βασικού του μισθού – δηλαδή, 1.193,53 € μηνιαία, για το χώρο διαμονής του. Τέλος, 607 € μηνιαία για αποζημίωση δαπανών (ο αντιπρόεδρος 911 €, ο πρόεδρος 1.418 €), καθώς επίσης επίδομα τέκνων ύψους 300 € για κάθε παιδί.

Η ετήσια άδεια των ευρωβουλευτών είναι μεγαλύτερη των δέκα εβδομάδων – ενώ το αίτημα ενός κόμματος τον Ιούνιο του 2013, το οποίο πρότεινε τη μείωση της άδειας, απορρίφθηκε με 508 ψήφους κατά. Υπάρχει λοιπόν πράγματι ο επίγειος παράδεισος σε μία «αυτοδημιούργητη φορολογική όαση», στην οποία κανένας δεν έχει την παραμικρή ευθύνη. Όπως είπε δε ο Έλληνας πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου κ Σκουρής “Η θέση αυτή στο ευρωπαϊκό δικαστήριο είναι ότι καλύτερο θα μπορούσε ποτέ να μου συμβεί” (Die Welt, 18.12.12).

Συνοψίζοντας η Κομισιόν, μία από τις μεγαλύτερες «πολυεθνικές επιχειρήσεις» παγκοσμίως, πιστός υπηρέτης φυσικά του χρηματοπιστωτικού κτήνους, αμείβει τα στελέχη της, τα οποία ουσιαστικά δεν είναι εκλεγμένα, αλλά διορισμένα (από τα εθνικά πολιτικά κόμματα, μέσω των λιστών τους), με τα εξής ποσά:


ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Μηνιαίο κόστος ευρωβουλευτών, εκτός δώρων και επιδομάτων διακοπών 


Είδος αμοιβής
Ποσόν


Βασικός μισθός
7.956,87
Έξοδα
4.299,00
Κόστος προσωπικού
21.209,00
Επίδομα κατοικίας
1.193,53
Αποζημίωση δαπανών
607,00
Επίδομα τέκνων*
600,00
Συμμετοχές σε συνεδριάσεις**
6.080,00


Σύνολο μηνιαία
41.945,40
* Για δύο παιδιά
** Για 20 συμμετοχές
-----------
Εκτός της παραπάνω αμοιβής δεν είναι λίγοι εκείνοι οι ευρωβουλευτές, οι οποίοι ευρίσκονται στο μισθολόγιο κάποιων επιχειρηματικών «λόμπι», με στόχο να προωθούν τα εκάστοτε συμφέροντα τους – όπου φυσικά λαμβάνουν αρκετά υψηλές και αφορολόγητες «αποζημιώσεις», γεγονός που έχει συμβεί πολλές φορές (περί τα 100.000 € ετησίως, όπως αποδείχθηκε στην περίπτωση του αυστριακού Strasser). 

Ειδικά όσον αφορά το ποσόν για το κόστος του προσωπικού που απασχολούν οι ευρωβουλευτές, η διενέργεια μίας εσωτερικής έρευνας σε ένα δείγμα 167 περιπτώσεων απέδειξε ότι, αρκετοί από αυτούς πλήρωναν μη υπάρχοντα άτομα (άρα τον εαυτό τους), βοηθούς οι οποίοι τους επέστρεφαν το μεγαλύτερο μέρος της αμοιβής τους, συγγενείς χωρίς τις απαιτούμενες γνώσεις, παρά το ότι απαγορεύεται κοκ.

Την ίδια στιγμή η ηγεσία της Ευρωζώνης απαιτεί την ύπαρξη φορολογικής συνείδησης στους πολίτες, την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής (όταν τα στελέχη της έχουν ουσιαστικά «φορολογικό άσυλο»), την πληρωμή υψηλότερων φόρων, την υιοθέτηση μέτρων λιτότητας κοκ.

Όπως φαίνεται από τον προϋπολογισμό της Κομισιόν, το «κόστος διοίκησης» είναι της τάξης των 1,2 δις € ετησίως ή 100 εκ. € το μήνα – ένα ποσόν που ξεφεύγει ασφαλώς από τα ανώτατα όρια του αποδεκτού. Συνολικά στις Βρυξέλλες, απασχολούνται περί τα 50.000 άτομα – συχνά απόφοιτοι μεταπτυχιακών ιδιωτικών ευρωπαϊκών πανεπιστημίων, τα οποία προσελκύουν φοιτητές παρά τα εξαιρετικά υψηλά τους δίδακτρα, με την προοπτική της πρόσληψης τους στο Ευρωκοινοβούλιο.

Περαιτέρω, παρά την οικονομική κρίση και τα «πάγωμα» ή τη μείωση των μισθών σε πολλές χώρες, χορηγήθηκε στους εργαζομένους των Βρυξελλών (2009) αύξηση ύψους 1,85%. Επειδή όμως υπήρξαν αντιδράσεις και παράπονα, η Κομισιόν απαίτησε αύξηση ύψους 3,7% για όλους τους υπαλλήλους της, συνεπικουρούμενη από το Ευρωκοινοβούλιο – υπό την απειλή απεργιών εκ μέρους τους. Ο πρόεδρος της Κομισιόν τάχθηκε υπέρ της αύξησης, λέγοντας ότι στηρίζεται σε μία ευρωπαϊκή οδηγία, οπότε πρέπει να τηρηθεί ο νόμος!

Τελικά ο «στρατός» των Ευρωκρατών απευθύνθηκε στο ευρωπαϊκό δικαστήριο – το οποίο αποφάσισε φυσικά υπέρ της αύξησης και μάλιστα αναδρομικά. Η απόφαση αυτή σημαίνει αύξηση 900 € για τον πρόεδρο της Κομισιόν (Barosso), η αμοιβή του οποίου έχει διαμορφωθεί στα 27.500 € μηνιαία – επί πλέον της αποζημίωσης ύψους 8.000 μηνιαία, για τα έξοδα του.

Τα παραπάνω επαναλήφθηκαν το 2011, όπου απαιτήθηκε από τους εργαζομένους στις Βρυξέλλες μία νέα αύξηση, ύψους 1,7% - με το συνδικάτο τους να απειλεί ότι, εάν δεν εγκριθεί η αύξηση, θα καταφύγει ξανά στο ευρωπαϊκό δικαστήριο. Φυσικά η αύξηση εγκρίθηκε, χωρίς να απαιτηθεί η προσφυγή – η οποία θα ήταν προφανώς μάταια.

Συνεχίζοντας, ο πρόεδρος της Κομισιόν ζήτησε να αυξηθεί ο προϋπολογισμός κατά 6,8% για να καλύψει τις υψηλότερες δαπάνες – όταν οι βασικές αμοιβές των 37 ανώτατων στελεχών είναι ύψους 24.000 € μηνιαία, ενώ ο κάθε ένας από τους 214 υψηλόβαθμους εκπροσώπους της ένωσης αμείβεται με 220.000 € ετήσια.

Σύμφωνα με υπολογισμούς, περίπου 3.000 υπάλληλοι της Κομισιόν έχουν υψηλότερο μισθό από τον πρωθυπουργό της Μ. Βρετανίας, ενώ συνολικά 5.461 αμείβονται με ποσά που ξεπερνούν τα 10.000 € μηνιαία (φυσικά με προνομιακό φορολογικό καθεστώς, όπως συμβαίνει γενικά στην Κομισιόν).

Στους υψηλά αμειβόμενους ανήκουν επίσης οι 3.500 διπλωμάτες στις πρεσβείες των κρατών-μελών της ένωσης, οι οποίοι έχουν ένα επί πλέον προνόμιο – να ψωνίζουν αφορολόγητα, χωρίς δηλαδή ΦΠΑ, αντικείμενα που ξεπερνούν την τιμή των 300 €. Τέλος, οι μισθολογικές κρατήσεις των εργαζομένων στον παράδεισο των Βρυξελλών είναι μόλις 12% - όταν οι αντίστοιχες στην Ελλάδα και σε πολλές άλλες χώρες ξεπερνούν το 50%.

Οι αεροπορικές πτήσεις τώρα των ευρωβουλευτών στις χώρες τους πληρώνονται από την Κομισιόν, στην τουλάχιστον τέσσερις φορές ακριβότερη «business class», με την επίδειξη του εισιτηρίου. Ένα αίτημα ενός ανεξάρτητου βουλευτή, ο οποίος πρότεινε να καταργηθεί το προνόμιο «Business Class», για πτήσεις μικρότερες των τεσσάρων ωρών, απορρίφθηκε από το Ευρωκοινοβούλιο με μεγάλη πλειοψηφία (402 κατά και 216 υπέρ).  

Οι επίτροποι της Κομισιόν, όταν αποσύρονται, λαμβάνουν για τρία ολόκληρα χρόνια ένα «μεταβατικό επίδομα», ύψους 10.000 € μηνιαία – με την αιτιολογία της διευκόλυνσης της ομαλής μετάβασης τους στην αγορά εργασίας.

Μετά από 16 χρόνια υπηρεσίας στην Κομισιόν, οι εργαζόμενοι δικαιούνται σύνταξη, ίση με το 70% του τελευταίου τους μισθού – κάτι που για πολλούς φτάνει τα 10.000 € μηνιαία. Βέβαια, ο μέσος όρος των συντάξεων των υπαλλήλων των Βρυξελλών είναι χαμηλότερος, υπολογιζόμενος στα 4.300 € - μόλις με 16 χρόνια προϋπηρεσίας και με τις ελάχιστες μηνιαίες κρατήσεις που προαναφέραμε. 

Ολοκληρώνοντας, είναι προφανές ότι η Ευρώπη έχει δημιουργήσει ένα πολυτελέστατο παλάτι στις Βρυξέλλες, το οποίο χρηματοδοτεί με τεράστια ποσά – ενώ κατανοεί κανείς τις προσπάθειες όλων αυτών, οι οποίοι θέλουν να βρουν εκεί μία θέση, είτε ως ευρωβουλευτές, είτε ως υπάλληλοι.

Πολλές φορές δε η θέση αυτή προσφέρεται ως «ανταμοιβή έναντι υπηρεσιών» από τα εκάστοτε εθνικά κόμματα στους υποστηρικτές τους, βουλευτές και μη – εις βάρος φυσικά των ευρωπαίων φορολογουμένων, οι οποίοι υποχρεώνονται σε συνεχείς μειώσεις των δικών τους μισθών και εισοδημάτων.    

Αθήνα, 27 Οκτωβρίου 2013
viliardos@kbanalysis.com    

Σχόλια