To σκιάχτρο της φοροδιαφυγής και το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης του έλληνα πολίτη


Εκστρατεία κατά της φοροδιαφυγής ετοιμάζει η κυβέρνηση, με βάση το νέο φορολογικό πλαίσιο που σχεδιάζει ο υφυπουργός Οικονομικών, ενώ παράλληλα εκτιμούν ότι θα λειτουργήσει και ως αντίβαρο στα σκληρά μέτρα των 11,6 δισ. ευρώ. Με απλά λόγια θα ξεκινήσει μια ακόμη εκστρατεία στιγματισμού και συλλογικής ενοχοποίησης επαγγελματικών κατηγοριών και γενικά των ελλήνων πολιτών ως άθλιοι και διεφθαρμένοι φοροφυγάδες προκειμένου να «καταπιούν» τα υποζύγια το νέο πακέτο θανάσιμων μέτρων. Αυτό άλλωστε είναι και η επιθυμία της αυτού μεγαλειότητας της κ. Μέρκελ, η οποία μάλιστα υποσχέθηκε να βοηθήσει το προτεκτοράτο της στην πάταξη της φοροδιαφυγής. Πώς; Με «τεχνογνωσία», ειδικό προσωπικό (σύμβουλοι και συνεργάτες, όπως τους ονομάζουν στην κυβέρνηση των δοσίλογων) και εταιρείες.



Όπως επισημαίνει η γνωστή εφημερίδα του νέου καθεστώτος κατοχής. «Τα Νέα» (28/8), η απόφαση για έναν ειδικό επικοινωνιακό σχεδιασμό κατά των φοροφυγάδων ελήφθη μετά τον απόηχο των επεισοδίων στην Ύδρα που «τραυμάτισαν» την εικόνα της χώρας, όπως επισημαίνουν υψηλόβαθμες κυβερνητικές πηγές. Την εντατική μάχη κατά της φοροδιαφυγής, εξάλλου, προανήγγειλε ο πρωθυπουργός με τις δηλώσεις του σε Βερολίνο και Παρίσι, ενώ κυβερνητικά στελέχη αφήνουν να εννοηθεί ότι με στόχο να δοθεί ηχηρό πολιτικό μήνυμα από την πλευρά του Μαξίμου στο στόχαστρο βρίσκονται φοροφυγάδες «γαλάζιας» απόχρωσης από τους οποίους θα ξεκινήσει μπαράζ συλλήψεων.
Σ’ αυτό είναι σίγουρο ότι θα βρουν συμπαραστάτη και την αντιπολίτευση, η οποία έχει ήδη αποφανθεί ότι η φοροδιαφυγή είναι το κύριο αίτιο της κατάστασής μας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περίπτωση της Ύδρας, όπου η οικονομική αστυνομία πέρασε χειροπέδες και οδήγησε στο αυτόφωρο μαγαζάτορα επειδή δεν έκοβε αποδείξεις. Οι κάτοικοι του νησιού ξεσηκώθηκαν και πολιόρκησαν το αστυνομικό τμήματα μέχρις ότου στάλθηκαν διμοιρίες των ΜΑΤ με ειδικό ταχύπλοο του Λιμενικού να απεγκλωβίσουν τους ενάρετους συναδέλφους τους και να πάρουν σιδηροδέσμιο τον καπετάν Γιαγκούλα που είχαν συλλάβει. Αμέσως ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εξέφρασε τον πανικό της κυβέρνησης δηλώνοντας ότι η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να βάλει τέλος στη φοροδιαφυγή και να «αντιμετωπίσει αποφασιστικά τις αντιδράσεις των όποιων επιτήδειων» είπε έξω από το κυβερνητικό μέγαρο ο μέγας και πολύς Σίμος Κεδίκογλου στις 19/8. «Η κατάλυση του κράτους δεν θα γίνει ανεκτή», διεμήνυσε ως άλλος Λουδοβίκος, που κάποτε, λίγο πριν η καρμανιόλα στείλει στον αγύριστο όλη την φάρα του, συνήθιζε να λέει: L’etat, c’est moi (ελληνιστί, το κράτος είμαι εγώ). Ο κ. Κεδίκογλου και η συμμορία που μας κυβερνά έχει τόσο εθιστεί να θεωρεί το κράτος δικό της προνομιακό φέουδο, που ξεχνά ότι κάποιοι τους έχουν εκλέξει (λέμε τώρα!) και επομένως αυτοί έχουν κάθε δικαίωμα να καταλύσουν το κράτος στο σύνολό του, αν το θελήσουν. Κανένας Κεδίκογλου δεν μπορεί να τους σταματήσει, ούτε να τους τρομοκρατήσει, γιατί η κατάσταση έχει πλέον υπερβεί τα όρια αντοχής της κοινωνίας. Και η ιστορία λέει ότι όσοι ζήλεψαν τον Λουδοβίκο, τελικά τους έφαγε η καρμανιόλα.
Μετά την επίδειξη Λουδοβίκιας άποψης για το κράτος, με τουπέ και περούκα μπαρόκ, ο κ. Κεδίκογλου εξέθεσε το εξής δόγμα περί φοροδιαφυγής: «Το τεράστιο πρόβλημα της φοροδιαφυγής μαστίζει την ελληνική οικονομία, ακυρώνοντας κάθε προσπάθεια ανάκαμψης και ελπίδας για το μέλλον όλων. Από όπου κι αν προέρχεται αυτή η φοροδιαφυγή, όποια και αν είναι η πηγή της, θα πρέπει να ελεγχθεί και να παταχθεί άμεσα και παραδειγματικά.... Τη στιγμή που υπάρχουν πολίτες οι οποίοι υφίστανται τις βαρύτατες συνέπειες της κρίσης και των δράσεων που απαιτούνται για να εξυγιάνει η Ελλάδα την οικονομία της και να ανακτήσει την αξιοπιστία της, θα πρέπει όλοι, όποιοι και αν είναι αυτοί, να αναλάβουν το ηθικό και πρακτικό μερίδιο που τους αναλογεί και να μη στέκονται εμπόδιο στην εφαρμογή των νόμων και στην επιτυχία της χώρας.»
Από κοντά φυσικά και ο επίδοξος δελφίνος για την θέση του Στουρνάρα, ίσως και για του Σαμαρά, ονόματι Δ. Παπαδημούλης, ο οποίος έγραψε στο twitter: «Το δίκιο του Υδραίου φοροφυγά μου είναι απεχθές. Όσο μεγαλύτερη η φοροδιαφυγή, τόσο αγριότερη η περικοπή μισθών, συντάξεων. Καθαρές κουβέντες».
Είναι περίεργο που οι «καθαρές κουβέντες» του Παπαδημούλη είναι ταυτόσημες με αυτές του Λουδοβίκου Κεδίκογλου; Όχι βέβαια. Διότι έχουν ακριβώς την ίδια λογική. Μάλιστα, ο κ. Παπαδημούλης, που δίκαια μπορεί να ονομαστεί dauphin κατά τα πρότυπα της διαμάχης για τον θρόνο της Γαλλίας, έκανε και αυστηρές παρατηρήσεις στον συνάδελφό του Δρίτσα γιατί τόλμησε να κάνει λόγο για «ανόητη και πολυδάπανη παράσταση επίδειξης κρατικής και κυβερνητικής πυγμής, με εντελώς αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα». Καπάκι, βγήκε κι ο κ. Σκουρλέτης, ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, για να μας εξηγήσει στον ΑΝΤ-1, ότι αυτοί που αντέδρασαν στην Ύδρα δεν ήταν παρά μια παρέα, η παρέα του φοροφυγάδα, ενώ η πλειοψηφία του νησιού παρατηρούσε αμέτοχοι. Δεν φτάνει που έχουν καταντήσει να αντιπολιτεύονται την συγκυβέρνηση όπως αντιπολιτεύονταν οι Ορλεανιστές τους Λουδοβίκους για τον ανώτατο θώκο, πρώτα βασιλικό και ύστερα προεδρικό, της Γαλλίας, έφτασαν έως το σημείο να επικαλεστούν ακόμη και την αντιδραστική θεωρία της «σιωπηρής πλειοψηφίας», η οποία χρησιμοποιείται από την εποχή του μοναρχοφασισμού για την άγρια καταστολή κάθε λαϊκής αντίστασης. Φανταστείτε να τους είχαμε κυβέρνηση. Το ξύλο από τα ΜΑΤ θα είχε σίγουρα προοδευτικό και αριστερό πρόσημο.
«Δεν υπάρχει καμία κοινωνική ευαισθησία, ούτε καμία προοδευτική θεωρία που να μετατρέπει τη φοροδιαφυγή σε ‘αντίσταση’» σχολίασε το ΠΑΣΟΚ, με αφορμή τα συμβάντα στην Ύδρα. Το ΠΑΣΟΚ του Βανιζέλου που παίζει στα δάχτυλα την κοινωνική ευαισθησία και την προοδευτική θεωρία, που όλως τυχαίως την έχει ταυτίσει με τον δοσιλογισμό και την αποικιοκρατία. Ενώ δεν θα μπορούσε να μην συνδράμει και ο αντικαταστάτης του ΛΑΟΣ στην συγκυβέρνηση, η ΔΗΜΑΡ: «Κάθε δικαιολόγηση από πολιτικά κόμματα της άρνησης ελέγχου και της παρεμπόδισης των εντεταλμένων οργάνων της πολιτείας για την πάταξη της φοροδιαφυγής, όταν αυτή εκφράζεται συγκεκριμένα, απλώς αναδεικνύει τον βαθιά συντηρητικό χαρακτήρα τους» σχολίασε το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΔΗΜΑΡ Δημήτρης Χατζησωκράτης.
Καταρχάς, από πότε ο νομικός πολιτισμός της δημοκρατίας, έτσι όπως την έχουν επιδιώξει με τους αγώνες τους οι λαοί, επιβάλει προσωποκρατήσεις, αυτόφωρα και διαπόμπευση για οφειλές προς το δημόσιο και φοροδιαφυγή;. Είναι ή δεν είναι αναβίωση του μεσαίωνα η λογική αυτή;
Δεύτερο, η φοροδιαφυγή δεν είναι κάτι το ενιαίο. Ούτε είναι αδιάφορα τα κίνητρα, οι συνθήκες και οι λόγοι που οδηγούν σε φοροδιαφυγή. Εκτός κι αν οι κυβερνώντες έχουν την λογική της απολυταρχίας που έβλεπε στην φορολογία την επιβεβαίωση της απόλυτης εξουσίας της στους υπεξούσιους. Επομένως, όποιος αρνιόταν την φορολογία, ή όποιος την διέφευγε αποτελούσε εμπράγματη αμφισβήτηση της απόλυτης εξουσίας. Οι δικοί μας είναι ακόμη χειρότεροι. Γιατί χρησιμοποιούν τον στραγγαλισμό μέσω της εφορίας όχι για να χτυπηθεί η φοροδιαφυγή, αλλά για να πληρωθούν οι τοκογλύφοι. Γι’ αυτό κι αν ακόμη εξαφανιζόταν ως μαγείας η φοροδιαφυγή κι όλοι μας καταθέταμε ακόμη και τον τελευταίο οβολό μας στο Δημόσιο Ταμείο, κατ’ εντολή και επ’ ωφελεία των ευρωπαίων δανειστών, οι μαζικές απολύσεις δεν σταματούσαν, ούτε οι μειώσεις μισθών, ούτε η καταστροφή που βιώνουν τα λαϊκά νοικοκυριά. Αυτές είναι καθαρές κουβέντες, κ. Παπαδημούλη, επαγγελματία της πολιτικής μπαρούφας. που μυρίστηκες εξουσία και δεν ξέρεις τι λες, ή μάλλον ξέρεις πολύ καλά τι λες, απλά νιώθεις ότι μπορείς να βγάλεις στην επιφάνεια το αληθινό σου πρόσωπο, όσο αποκρουστικό κι αν είναι.
Τρίτο, η φοροδιαφυγή δεν είναι προϊόν παραβατικότητας. Είναι πρωτίστως οικονομικό και κοινωνικό φαινόμενο. Κι έτσι μόνο μπορεί να αντιμετωπιστεί. Την γεννά και την αναγεννά η ίδια η κατάσταση της ελληνικής κοινωνίας και της ελληνικής οικονομίας. Δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με αστυνομικά μέτρα, ότι κι αν κάνουν οι αρμόδιες υπηρεσίες, όσο «αποτελεσματικές» κι αν γίνουν. Επομένως όποιος θέλει να μιλά γι’ αυτήν με ύφος εισαγγελέα εκτάκτου στρατοδικείου, καλά θα κάνει να μαζευτεί γιατί τον έχουμε πάρει χαμπάρι. Μιλά έτσι όχι γιατί τον ενδιαφέρει η πάταξη της φοροδιαφυγής, αλλά γιατί επιδιώκει την κλιμάκωση της καταστολής μέσα στην κοινωνία.
Τέταρτο, υπάρχει η φοροδιαφυγή της επιβίωσης, που χωρίς αυτήν στρώματα ολόκληρα της ελληνικής κοινωνίας δεν θα μπορούσαν να κρατηθούν στην επιφάνεια, ιδίως στις σημερινές συνθήκες. Και υπάρχει η φοροδιαφυγή του πλουτισμού. Η φοροδιαφυγή των ημέτερων, των μεγαλοκομπραδόρων, των εφοπλιστών, των επιχειρηματικών και επαγγελματικών κύκλων που πάνω τους πατά το επίσημο πολιτικό σύστημα. Το κράτος έχει συνειδητά ρημάξει τους μισθωτούς και συνταξιούχους, γιατί αυτοί δεν μπορούν να ξεφύγουν. Κι ενώ άδικα τους ρημάζει, προσπαθεί ταυτόχρονα να τους στρέψει ενάντια στους ελευθεροεπαγγελματίες, μικρομεσαίους, βιοτέχνες που τους στιγματίζει ως φοροφυγάδες. Η μόνη διαφορά που χωρίζει τους μεν από τους δε, δεν είναι ότι οι πρώτοι είναι έντιμοι φορολογούμενοι, ενώ οι δεύτεροι δεν είναι, αλλά το γεγονός ότι οι μεν δεν μπορούν να ξεφύγουν από την μέγγενη της φορολογίας, ενώ οι δε μπορούν έως ένα βαθμό. Και οι δυο τους έχουν έναν κοινό στόχο: να απαλλαγούν από αυτό το άθλιο, σάπιο και απόλυτα διεφθαρμένο κράτος που ζει παρασιτικά σε βάρος τους για να ταΐζει τους Κεδίκογλου, τους Σαμαράδες, του Βενιζέλους και όλο το σινάφι της εξουσίας, μαζί με  τα κυκλώματα, εντός και εκτός Ελλάδος, που κρύβονται πίσω τους. Πρώτα, θα καταλύσουμε όλοι μαζί αυτό το κράτος. Πρώτα, θα αποκτήσουμε πραγματική δημοκρατία, όπου ο λαός και όχι οι Λουδοβίκοι ή οι Ορλεανιστές κατά περίπτωση, θα κάνει κουμάντο. Πρώτα θα ξεμπερδέψουμε με το καθεστώς υποτέλειας, σαπίλας, διαφθοράς, εξαπάτησης, ξεπουλήματος και έπειτα θα ξεμπερδέψουμε και με την φοροδιαφυγή.
Ειδικά στις σημερινές συνθήκες η φοροδιαφυγή και ποιο συγκεκριμένα η συνειδητή άρνηση πληρωμής των φόρων είναι δημοκρατικό καθήκον και υποχρέωση. Ο πολίτης από τότε που έσπασε τα δεσμά της απολυταρχίας δεν είναι καθόλου υποχρεωμένος να πληρώνει ότι αυθαίρετα του φορτώνει το κράτος και η εκάστοτε κυβέρνηση. «Καμία χώρα δεν μπορεί να κυβερνηθεί αν οι πολίτες της δεν σέβονται τους νόμους. Η ανοχή των πολιτικών στην ανομία και τη χρήση βίας ως μέσο διαμαρτυρίας έχει φέρει καταστροφικά αποτελέσματα,» γράφει η ανώνυμη επιφυλλίδα της Καθημερινής, (28/8). Βέβαια, δεν μας κάνει εντύπωση που το γράφει αυτό η Καθημερινή. Αν κάνετε ένα φυλλομέτρημα στις αντίστοιχες επιφυλλίδες της ίδιας εφημερίδας την εποχή της ναζιστικής κατοχής, θα δείτε να γράφουν τα ίδια. Και το μόνο που υποδηλώνει είναι πόσο τρέμουν οι ντόπιοι δοσίλογοι και οι ξένοι κατακτητές μια καθολική αντίσταση του λαού ειδικά στην φοροεπιδρομή εναντίον του. Τρέμουν κυριολεκτικά την πιθανότητα μαζικής στάσης πληρωμών από τον λαό, που μπορεί να μετεξελιχθεί σε γενική πολιτική απεργία. Έχει αρχίσει ήδη να μετατρέπεται σε εφιάλτη τους.
Η αλήθεια, βέβαια, είναι τελείως, μα τελείως διαφορετική. Η ανοχή σε νόμους άδικους και καταχρηστικούς, ο φόβος μπροστά σε μια αδίστακτη κυβέρνηση που δεν νοιάζεται αν ζει ή πεθαίνει ο λαός, η υποταγή σε μια κατ’ επίφαση νομιμότητα που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την θέληση, αλλά ακόμη και με την επιβίωση μεγάλου μέρους του ελληνικού λαού, είναι ο πιο ασφαλής δρόμος προς την ολοκληρωτική καταστροφή. Αυτό που πρέπει να έχουμε ξεκάθαρο είναι το εξής απλό: Τι προέχει; Τα εισπρακτικά μέτρα της κυβέρνησης που στερούν μάλιστα πόρους από την οικονομία και την βυθίζουν σε ύφεση μόνο και μόνο επειδή το ζητάνε ξένες μεγάλες δυνάμεις. Ή η επιβίωση της λαϊκής οικογένειας με κάθε τρόπο και μέσο. Από πού κι ως που θα πρέπει μια οικογένεια να στερηθεί τα μέσα προς το ζην, να στερηθεί ότι έφτιαξε με κόπο και ιδρώτα, προκειμένου να πληρώσει τους φόρους που επιβάλει η κυβέρνηση; Ποιο είναι το πρωτεύον; Η ζωή της μέσης λαϊκής οικογένειας, ή η ζωή της κυβέρνησης; Όποιος δεν μπορεί να καταλάβει ότι όταν απειλείται η ζωή των λαϊκών οικογενειών με τα μέτρα μιας κυβέρνησης, τότε ο λαός δικαιούται από κάθε άποψη να θέσει άμεσα και πρακτικά το εξής δίλλημα: Η ζωή μου, ή η ζωή της κυβέρνησης. Και προκειμένου να υπερασπιστώ τη ζωή μου, η φοροδιαφυγή δεν είναι παραβατική συμπεριφορά, αλλά ένας έννομος τρόπος δημοκρατικής άμυνας απέναντι σε ένα αδίστακτο καθεστώς που επιζητά την εξαθλίωση και την δήμευση του όποιου κομποδέματος έχει απομείνει στην μέση ελληνική οικογένεια.
Μόνο την εποχή της απολυταρχίας άνθισαν θεωρίες σαν τις σημερινές, δηλαδή ότι πρέπει να σκύβουμε το κεφάλι στους νόμους, χωρίς να μας ενδιαφέρει ο καταχρηστικός χαρακτήρας τους. Την εποχή της απολυταρχίας οι φόροι εκτός από μέσο είσπραξης, ήταν και μέσο καταστολής των λαϊκών τάξεων. Κι επειδή οι ηγεμόνες πολύ γρήγορα αντιλήφθησαν ότι δεν αποτελεί αρκετή νομιμοποίηση το ελέω θεώ δικαίωμα για να εισπράτουν φόρους κατά το δοκούν της εξουσίας, επινόησαν τα κοινοβούλια, ή «συνελεύσεις των τάξεων», όπως ήταν γνωστά στην Γαλλία. Κάθε φορά που ο μονάρχης ήθελε να βάλει χέρι στις περιουσίες και τα εισοδήματα των υπηκόων του και μάλιστα των πιο αδύναμων, επιβάλλοντας νέους φόρους, φρόντιζε να συγκαλέσει κοινοβούλιο, parliament, parliamento, ή «συνέλευση των τάξεων». Γι’ αυτό και τον «αντιπροσωπευτικό» αυτό θεσμό «όλοι τον μισούσαν, γιατί ένα Κοινοβούλιο σήμαινε αναπόφευκτα νέους φόρους… Μόνο υπό την πιο αυστηρή πίεση του Στέμματος μπόρεσαν να διατηρηθούν τα Κοινοβούλια τον πρώτο αιώνα της ύπαρξής τους… Η εντύπωση ότι τα Κοινοβούλια ήταν το αποτέλεσμα ενός αυθόρμητου δημοκρατικού κινήματος, δεν μπορεί να υπάρχει σε οιονδήποτε έχει μελετήσει, έστω και λίγο, τα γεγονότα της ιστορίας.»[1]
Στα τέλη του 15ου αιώνα στην Γαλλία ο Κάρολος ο 8ος αναζητούσε εναγωνίως νέους φόρους για να συντηρηθεί το καθεστώς του και έτσι συγκάλεσε συνέλευση των τάξεων. Εκεί ακούστηκε η ιδέα να αρθεί ο φόρος ωνίων (tailles) που βάραινε τον χωρικό ανάλογα με τα στρέμματα που καλλιεργούσε και να αντικατασταθεί με προοδευτικό φόρο στις περιουσίες. Τότε ο στρατάρχης de Bourbon, άξιος εκπρόσωπος της απολυταρχίας, είπε: «Γνωρίζω πολύ καλά τα ήθη του όχλου. Αν δεν τον καταθλίβουν οι επιβαρύνοντες φόροι, τότε θα γίνει αυθάδης. Αν λοιπόν αφαιρέσετε εξ ολοκλήρου τον φόρο των ωνίων (tailles), είναι βέβαιο ότι αμέσως θα γίνουν αναμεταξύ τους, ότι είναι και προς τους ευγενείς, στασιαστές και ανυπόφοροι. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να αισθανθούν τέτοια ελευθερία. Η εξάρτηση είναι η φυσική τους κατάσταση. Κατά τη γνώμη μου θεωρώ ότι ο φόρος αυτός είναι η ισχυρότερη αλυσίδα που μπορεί να τους συγκρατήσει.» Την ίδια γνώμη είχε και ο Φίλιππος ο 2ος, γιος του Καρόλου του 5ου, ο οποίος συνήθιζε να λέει: «Πρέπει να κρατάμε φορτωμένο το μουλάρι για να το εμποδίσουμε να κλωτσάει!»[2]  Ενώ ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς αυλικούς στην συνέλευση των τάξεων του 1580 στην Γαλλία, που έμεινε στην ιστορία ως κ. Μπεράνγκ, είναι αυτός που θεμελίωσε τον κανόνα που ακολουθεί έκτοτε κάθε αντιδραστική εξουσία ότι εξαίρετος είναι ο λαός ο κάτισχνος «διότι είναι λιγότερο ανήσυχος και ακατάλληλος να στασιάσει.»[3]
Η επιβολή δυσβάστακτων φόρων στο λαό ήξεραν πολύ καλά ότι τον μετατρέπει σε πειθήνιο όχλο, σε μουλάρι ανίκανο ακόμη και να κλωτσήσει. Αρκεί βέβαια να τον έπειθαν ότι πρέπει να σέβεται τους νόμους, ότι η αντίσταση δεν έχει κανένα νόημα και η πολιτική ανυπακοή φέρνει την καταστροφή. Η πρώτη αυθόρμητη εκδήλωση της πολιτικής ανυπακοής εκείνη την εποχή ήταν η εκτεταμένη φοροδιαφυγή. Μάλιστα, ορισμένοι από τους κλασσικούς συγγραφείς της πολιτικής οικονομίας την εκθειάζουν σε τέτοιο βαθμό ώστε θεωρούσαν ότι η προσπάθεια αποφυγής από την υπερβολική φορολογία χρησίμευσε τουλάχιστον στην τελειοποίηση της τέχνης του παράγειν και στην οξύνοια των βιοτεχνών και εμπόρων της εποχής. Η φοροδιαφυγή ήταν το λίκνο του σύγχρονου πολιτισμού, που γέννησε την βιομηχανία και το εμπόριο παγκόσμια.
Οι πιο φωτεινοί εκπρόσωποι αυτού του νέου πολιτισμού ήξεραν πολύ καλά τι σημαίνει βαριά φορολογία. Ένας από αυτούς, ο Ζαν Μπατίστ Σε, που οι σύγχρονοι οπαδοί της οικονομικής θεολογίας τον επικαλούνται συχνά όταν αναφέρονται στην «ελευθερία της αγοράς», έγραφε τα εξής για την δυσβάσταχτη φορολογία: «Η φορολογία, εξωθημένη στα άκρα, έχει το αξιοθρήνητο αποτέλεσμα να εξαθλιώνει το άτομο, χωρίς να πλουτίζει το κράτος… Κανένα μέρος από το εισόδημά του (ιδιώτη φορολογουμένου) δεν μπορεί να αφαιρεθεί από αυτόν χωρίς αναγκαστικά να περιορίζεται αναλογικά η κατανάλωσή του. Αυτό αναγκαία μειώνει την ζήτηση για όλα εκείνα τα αντικείμενα που δεν μπορεί πια να καταναλώσει, και ιδίως εκείνα που επηρεάζονται από την φορολογία. Η συρρίκνωση της ζήτησης θα ακολουθηθεί αναγκαστικά με συρρίκνωση της προσφερόμενης παραγωγής και κατά συνέπεια των αντικειμένων που μπορούν να φορολογηθούν. Έτσι ο φορολογούμενος στερείται των απολαύσεών του, ο παραγωγός των κερδών του και το δημόσιο ταμείο των εισπράξεών του.»[4] Αυτά είναι γνωστά τουλάχιστον από το 1825 που τα έγραφε ο Σε. Κι από τότε έως σήμερα δεν έχει αλλάξει απολύτως τίποτε.
Αξίζει όμως να αναφέρομαι και δυο ακόμη χωρία από αυτά που ήταν κοινώς αποδεκτά από την εποχή του Σε. «Η υπερβολική ή άνιση φορολογία προωθεί την απάτη, το ψεύδος και την ψευδορκία. Πρόσωπα με καλές προθέσεις αντιμετωπίζουν το οδυνηρό δίλλημα, ή να πουν ψέματα, ή να θυσιάσουν τα συμφέροντά τους προς όφελος λιγότερο ευσυνείδητων συμπολιτών. Δεν μπορούν παρά να αισθανθούν ακούσια αηδία, βλέποντας πράξεις, που από την φύση τους είναι αθώες και μερικές φορές χρήσιμες και αξιέπαινες, να στιγματίζονται ως εγκληματικές και να υποβάλλονται σε όλες τις συνέπειες του νόμου.»[5] Και δεν υπάρχει πιο ορθή, χρήσιμη και αξιέπαινη πράξη από το να φροντίσει πρώτα και κύρια κάποιος τον εαυτό του και την οικογένειά του. Όταν η εφορία τον εμποδίζει απ’ αυτό, μπορεί ο ίδιος να στιγματίζεται ως φοροφυγάς, αλλά η αλήθεια είναι ότι οι κυβερνήσεις που προωθούν τέτοιους φόρους δεν είναι τίποτε περισσότερο από δεσποτικά καθεστώτα. Ο Σε παρατηρούσε ορθά ότι μια δεσποτική διακυβέρνηση χαρακτηρίζεται πάντα από «υπερβολικές εισφορές» που φορτώνει με κάθε βιαιότητα πάνω στους υπεξούσιούς της με ταυτόχρονη κατάρρευση του δημόσιου ταμείου. Ενώ υπό την προστατευτική επιρροή μιας δίκαιης κυβέρνησης «υπάρχει μια προοδευτική ετήσια αύξηση των κερδών και των εισοδημάτων από τα οποία μπορούν να αντληθούν οι φόροι.»[6]
Δεν είναι τυχαίο που τα πιο προοδευτικά μυαλά της ανθρωπότητας ξεχώριζαν την φοροδιαφυγή από την φορολογική απάτη και απαιτούσαν η πρώτη να μην αντιμετωπίζεται με όρους ποινικοποίησης, προσωποκρατήσεων και αστυνομικής καταστολής. Η φοροδιαφυγή που παραβιάζει το νόμο, αλλά γίνεται στη βάση της ανάγκης για μεροκάματο, για επιβίωση, δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με τους ίδιους όρους με την φορολογική απάτη με σκοπό τον πλουτισμό. Γι’ αυτό και ο Άνταμ Σμιθ, ο πατέρας της οικονομικής επιστήμης, διευκρίνιζε ότι «ένα πρόσωπο το οποίο, αν και χωρίς αμφιβολία φέρει ευθύνη για την παραβίαση των νόμων της χώρας του, είναι πολύ συχνά ανίκανο να παραβιάσει εκείνους [τους νόμους] της φυσικής δικαιοσύνης, και το οποίο θα γινόταν, από κάθε άποψη, ένας εξαίρετος πολίτης, αν οι νόμοι της χώρας του δεν μετέτρεπε σε έγκλημα αυτό που η φύση δεν θα το έκανε ποτέ. Σ’ αυτές τις διεφθαρμένες κυβερνήσεις όπου υπάρχει τουλάχιστον μια γενική καχυποψία για υπερβολικές δαπάνες και μεγάλη λαθροχειρία του δημόσιου χρήματος, οι νόμοι που την φυλάνε ελάχιστοι τους τιμούν.»[7] Τώρα θα μου πείτε ποιος είναι ο Άνταμ Σμιθ μπροστά σε τέτοια αναστήματα όπως ο Κεδίκογλου, ο Παπαδημούλης, ο Βενιζέλος και το σινάφι τους; Μπορεί να έχετε δίκιο, αλλά η ιστορία των λαών είναι γεμάτοι με αγώνες που δεν δέχτηκαν να καταντήσουν πειθήνιος όχλος για τα γούστα των επαγγελματιών της πολιτικής εξαπάτησης. Και μια από τις πρώτες πράξεις των υπεξουσίων από την εποχή της αυτοκρατορικής Ρώμης είναι να διεκδικήσουν την ελευθερία τους, το αναφαίρετο δικαίωμα στην προσωπική τους αυτοδιάθεση, αρνούμενη να πληρώσουν και να πειθαρχήσουν σε ένα διεφθαρμένο σύστημα διακυβέρνησης που συνεχώς νομοθετεί για να καλύψει τις ανομίες του.
Όταν σήμερα η απολυταρχία με κοινοβουλευτικό μανδύα αναβιώνει όπως τότε, χρησιμοποιεί την φοροεπιδρομή όπως παλιά για την ληστεία και την καταστολή των λαϊκών στρωμάτων. Ο αμερικανός νομικός Τσαρλς Ανταμς έγραφε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 για την νέα τάση: «Σιωπηλά ο ΑΦΜ (Αριθμός Φορολογικού Μητρώου) και ο κομπιούτερ θα γελοιοποιήσουν την ελευθερία και το άσυλό μας…. Θα καταλήξουμε ως πολίτες δουλοπάροικοι-φορολογούμενοι όπως οι τελευταίοι Ρωμαίοι.; Η τρέχουσα κατεύθυνση των ποινικών νόμων και των μηχανισμών αστυνόμευσης του φορολογικού μας συστήματος δείχνει μια τέτοια πιθανότητα. Θα μπορούσαμε να βρεθούμε αιχμάλωτοι σαν νέοι δουλοπάροικοι στο σύγχρονο δημόσιο ταμείο.»[8] Κι έτσι οι φοροεπιδρομή εντάθηκε ενάντια στα λαϊκά στρώματα με νέους πολύπλοκους φορολογικού κώδικες, με ένταση των αστυνομικών μέτρων και της ποινικοποίησης ακόμη και της πιο μικρής φορολογικής παράβασης. Το IRS (Υπηρεσία Εσωτερικού Εισοδήματος) στις ΗΠΑ έχει το δικαίωμα να κατάσχει το εισόδημα και την περιουσία οποιοδήποτε ύποπτου για φοροδιαφυγή χωρίς καν να χρειάζεται απόφαση δικαστηρίου. Η προσωποκράτηση και ο εγκλεισμός είναι σύνηθες ακόμη και για την παραμικρή φορολογική παράβαση. Ενώ τα φορολογικά δικαστήρια ξεκινούν με δεδομένη την ενοχή του κατηγορουμένου.
Κι όσο στα κατώτερα και μεσαία στρώματα του πληθυσμού η φοροεπιδρομή αυξάνεται, άλλο τόσο αυξάνουν οι φορολογικοί παράδεισοι για τις πολύ μεγάλες περιουσίες. Σήμερα εκτιμάται ότι βρίσκονται στους φορολογικούς παραδείσους και σε οφ σορ εταιρείες πάνω από 12 τρις δολάρια παγκόσμια. Οι περίπου 11 εκατομμύρια πιο πλούσιοι άνθρωποι του πλανήτη, ενώ διαθέτουν πάνω από 47 τρις δολ. περιουσία όλοι μαζί, πληρώνουν φόρους πολύ λιγότερους από τους μισθωτούς της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Η εφορία έχει μεταβληθεί σ’ έναν από τους βασικούς κατασταλτικούς μηχανισμούς της ελευθερίας του ατόμου στην ανεπτυγμένη Δύση. Όλα στο όνομα της φοροδιαφυγής. Αλλά όπως έλεγε κι ο Πιέτρο Φιέρι ήδη από το 1771, «αν το προϊόν των φόρων διατίθετο με σωφροσύνη, τότε το κοινό θα θεωρούσε αυτό το βάρος ως ιερό χρέος. Οποιοσδήποτε θα ζητούσε να το αποφύγει θα συμμεριζόταν το αίσχος του συνεταίρου εκείνου, ο οποίος θέλησε να αρνηθεί να συμμετάσχει στις δαπάνες της εταιρείας αφού καρπώθηκε τα οφέλη της.»[9] Όσο η φορολογία θα γίνεται δυσβάσταχτη στις πλάτες μικρών και μεσαίων για την συντήρηση ενός απολυταρχικού στην ουσία κράτους που χρησιμοποιεί το κοινοβούλιο όπως παλιά οι μονάρχες, χωρίς κανένα ουσιαστικό αντίκρισμα για την κοινωνία, τόσο η φοροδιαφυγή θα δυναμώνει. Κι αυτό είναι απόλυτα υγιές. Πολύ περισσότερο όταν παραβιάζονται βασικοί κανόνες της οικονομίας που οδηγούν στην καταστροφή την κοινωνία μόνο και μόνο γιατί οι κυβερνήτες είναι δοσίλογοι και η χώρα βρίσκεται υπό καθεστώς προτεκτοράτο από ξένες δυνάμεις.
Τι συμπέρασμα βγαίνει; Η οικονομική επιστήμη, αλλά και η ιστορία, αποδεικνύει ότι η εκτεταμένη φοροδιαφυγή στον πληθυσμό μιας χώρας δεν αποτελεί απόδειξη του διεφθαρμένου χαρακτήρα του, ή της παραβατικής συμπεριφοράς του, αλλά έγκυρη απόδειξη του δεσποτικού και διεφθαρμένου χαρακτήρα της διακυβέρνησης της χώρας, η οποία προσπαθεί να καλύψει την δική της ασυδοσία με φοροεπιδρομές. Πολύ περισσότερο σήμερα που οι κυβερνώντες έχουν πάρει απόφαση να εξοντώσουν κυριολεκτικά και μεταφορικά ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας προς όφελος των «δάνειων δυνάμεων», επειδή το απαιτεί η Μέρκελ και τα επιτελεία της ευρωζώνης.
Αυτός που σήμερα αρνείται να πληρώσει τους φόρους γιατί βάζει την επιβίωση της οικογένειάς του και της πατρίδας του πάνω από αυθαίρετους νόμους και κυβερνήσεις, δεν κάνει τίποτε περισσότερο από αυτό που έκαναν οι λαοί επί αιώνες στην πάλη τους για τα δικαιώματά τους ενάντια στην απολυταρχία. Κι αυτή την φορά δεν θα το κάνει μεμονωμένα, αλλά συλλογικά μέσα στα πλαίσια ενός μεγάλου λαϊκού κινήματος που θα επιβάλλει την συλλογική στάση πληρωμών προς το κράτος μέχρις ότου η κυβέρνηση και το επίσημο πολιτικό σύστημα καταρρεύσει. Είναι η μοναδική δυνατότητα που έχει απομείνει στους έλληνες πολίτες, στον ελληνικό λαό, πρώτα και κύρια στους εργαζόμενους, προκειμένου να γλυτώσουν τα χειρότερα και το κρεματόριο που ετοιμάζει για εμάς η Ευρώπη των τραπεζιτών, των αγορών και των πουλημένων πολιτικών.
Μόνο όταν καταλυθεί ολοκληρωτικά το σημερινό καθεστώς μπορεί να απαιτηθεί από τον έλληνα πολίτη να θεωρήσει ως «ιερό χρέος» την καταβολή των φόρων του. Αφού πρώτα εξασφαλίσουμε ότι θα έχουμε αληθινή δημοκρατία στην χώρα και οι φόροι θα είναι πρωτίστως δίκαιοι και θα εισπράττονται όχι για να πληρώσουν τις ατασθαλίες των κυβερνώντων και τα καταχρηστικά δάνεια από του διεθνείς τοκογλύφους, αλλά θα επιστρέφουν άμεσα και πρακτικά πίσω στην κοινωνία μέσα από την ανάπτυξη αναγκαίων κοινωνικών υποδομών, την παροχή δωρεάν υγείας και παιδείας αντάξιας του σύγχρονου πολιτισμού και των αναγκών της ελληνικής οικογένειας και δημόσιων αγαθών που θα μας κάνουν όλους μας υπερήφανους που είμαστε πολίτες της Ελλάδας, μιας νέας Ελλάδας αντάξιας του ιστορικού της φορτίου.

[1] Edward Jenks, A History of Politics, London, 1910, σ. 127.
[2] Joseph Garnier, Οικονομολογικόν Εγχειρίδιον, έκδοσις τετάρτη, (μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Χρήστου Ζάππα), Βουκουρέστιον, 1887, σ. 34. Η μετάφραση των τοποθετήσεων έχει προσαρμοστεί από τον Δ.Κ..
[3].  Nicolas Froumenteau, Le secret des finances de France de convert et departi en trois livres, 1581, σ. 415.
[4] By Jean Baptiste Say, A Treatise on Political Economy; Philadelphia: Lippincott, 1857, σ. 449.
[5] Ό. π., σ. 459.
[6] Ό. π., σ. 461.
[7] Adam Smith, An Inquiry into the Nature and Causes of the Wealth of Nations. In two Volumes. Vol. II, Hartford: Cooke & Hale, 1818, σ. 310.
[8] Charles Adams, For Good and Evil: The Impact of Taxes on the Course of Civilization, Madison Books, 1993, σ. 237.
[9] Pietro Verri, Meditazioni sulla Economia Politica, 1771, σελ. 141.
πηγή

Σχόλια