Για να σώσουμε την Ελλάδα πρέπει να την αγαπήσουμε. Για να την αγαπήσουμε πρέπει να υπάρξει απονομή Δικαιοσύνης. Έστω και στη κόλαση...
Ακούγεται παράδοξο, αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν θέλουμε να σώσουμε την Ελλάδα, γιατί δεν την αγαπάμε. Και δεν την αγαπάμε επειδή έχουμε ταυτίσει την Ελλάδα με τους Έλληνες. Με μας και τους διπλανούς μας. Τουλάχιστο η δική μου γενιά είχε- αρχικά- ταυτίσει την Ελλάδα με τους βολεμένους δεξιούς του Καραμανλή και του Ράλλη που φορούσαν τα λακόστ, τα ρόλεξ και ροβολάγανε την Κηφισίας με τα ράγκλερ.
Ναι και σ’ εκείνη την Ελλάδα του αστού Καραμανλή επιβίωναν όσοι είχαν πρόσβαση στην εξουσία και οι έμποροι όπλων που ανδρώθηκαν στην αγκαλιά του Αβέρωφ, ως υπουργού Άμυνας. Επιβίωναν οι εκλεκτοί που κρυβόντουσαν πίσω από τις βίλες των βορείων προαστείων με την πυκνή βλάστηση. Και ήρθε στη συνέχεια ο Ανδρέας και οι πεινασμένες ορδές των πασόκων στην εξουσία. Αυτή την επέλαση των ξιπασμένων την περιέγραψε με ακριβή απόδοση ο Στέφανος Τζουμάκας: Περάσαμε την πρώτη τετραετία γνωρίζοντας γκόμενες και το μαλτ ουίσκι. Τη δεύτερη βγάλαμε λεφτά και την τρίτη ψάχναμε τρόπο να αποφύγουμε τον εισαγγελέα. Σκατά.
Τα μεγαλύτερα εγκλήματα σε βάρος της χώρας και των υπολοίπων Ελλήνων έγιναν από τους πασόκους μουτζαχεντίν της εξουσίας. Γαμούσαν και έδερναν στην κυριολεξία. Λεηλάτησαν το δημόσιο χρήμα αλλά και τον πλούτο της χώρας. Αποτέλεσαν το χειρότερο πρότυπο για τους νέους ανθρώπους τους οποίους φρόντιζαν να διαφθείρουν συστηματικά και «επιστημονικά» μέσα από την βιομηχανία του βλαχομπαρόκ lifestyle. Έδωσαν ένα σκασμό δάνεια σε κολλητούς, κατασπάραξαν τα ευρωπαικά πακέτα στήριξης και τις ενισχύσεις. Από τα περίφημα ΜΟΠ ως τα δις των αναπτυξιακών νόμων, το μόνο που απέμεινε στη χώρα ήταν η μετακόμιση από την περιφέρεια και την δυτική Αθήνα, στα βόρεια προάστια κάποιων χιλιάδων επιβητόρων της εξουσίας.
Οι περίφημοι νταβατζήδες και πάσης φύσεως προμηθευτές του δημοσίου, γνώρισαν πρωτοφανή άνθηση στις δεκαετίες που κυβέρνησε το ΠΑΣΟΚ. Τυχοδιώκτες εκδότες -μηντιάρχες και σεσημασμένοι ιδιοκτήτες διαφημιστικών εταιρειών με πρόσβαση στο κρατικό χρήμα-το δικό μας-ποζάρανε στα ιλουστασιόν εξώφυλλα την ίδια στιγμή που διώχναμε από τον τόπο κάθε υγιή επιχείρηση. Καταστρέψαμε βιοτεχνίες και μικρές βιομηχανικές μονάδες επειδή οι ιδιοκτήτες τους δεν ήταν πασόκ, την ίδια ώρα που οι πολιτικοί περνούσαν νόμους στη βουλή για την αιώνια ατιμωρησία τους. Σύμμαχοί τους σ΄αυτόν τον ξιπασμό και οι λειτουργοί της Δικαιοσύνης, οι αυξήσεις στους μισθούς των οποίων πήγαιναν πακέτο με εκείνους των πολιτικών. Το ένα χέρι ένιβε το άλλο και μαζί τσαλαβουτούσαν στην λίμνη της ατιμωρησίας. Ακόμη και τώρα που στις 100.000 σελίδες του Άκη παρελαύνουν ένα σκασμό ονόματα, μόνο εκείνος είναι στη φυλακή. Ούτε υπουργοί, ούτε γραμματείς, ούτε Φαρισαίοι που ενεπλάκησαν στις μίζες είχαν κάποια επίπτωση. Όπως συνέβη και με το σκάνδαλο της Ζίμενς και τόσα άλλα.
Ακόμη και τώρα που 11 εκατομμύρια Έλληνες κρεμόμαστε από ένα κλαδάκι και αιωρούμαστε στο κενό έτοιμοι να φουντάρουμε, έρχεται ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός και ο υπηρεσιακός υπουργός των λαθροΟικονομικών να δώσουν παράταση στην υποβολή των δηλώσεων. Το κράτος της μπαγαποντιάς σε όλο του το μεγαλείο. Βενιζέλος και Σαμαράς δίχως να έχουν απολυμάνει τα κόμματά τους από τις συμμορίες και τους υπόδικους στη συνείδηση του λαού ζητάνε την ψήφο μας, με τον ίδιο τρόπο που η Μαφία της νύχτας παίρνει «προστασία» ακόμη και από τις καντίνες που διανυκτερεύουν. Σου λέει ο άλλος θα ψηφίσω ΣΥΡΙΖΑ ώστε να περάσει κάνα εξάμηνο ωσότου διαφθαρούν κι αυτοί και αρχίσουν να τα παντελονιάζουν. Ίσως στο εξάμηνο ενσκήψει η Αποκάλυψη στον πλανήτη και φουντάρουμε τελειωτικά.
Αυτή είναι η ιστορία. Τα δύο κόμματα της εξουσίας κατάφεραν οι πολίτες να ταυτίσουμε το κράτος και την Ελλάδα, με τους βολεμένους της κάθε εξουσίας. Για τους μισούς, Ελλάδα είναι οι βολεμένοι της άλλης όχθης και αντίστροφα. Μισώντας οι μεν τους δε, μισούμε στα πρόσωπά μας της Ελλάδα. Κάτι πρέπει να γίνει για να αλλάξει η συγκεκριμένη πεποίθηση που έχει νοτίσει ως το μεδούλι και αυτό δεν είναι άλλο από την απονομή της Δικαιοσύνης. Η κυβέρνηση της 18ης Ιουνίου πρέπει να αποδώσει Δικαιοσύνη. Μόνο η αίσθηση ότι ζεις σε μια χώρα Δικαίου σου επιτρέπει να την αγαπήσεις, έστω κι αν χρειασθεί για ένα χρόνο να ζεις με το πιάτο μισοάδειο. Θέλουμε να ξεβρωμίσει ο τόπος μας από τα καθάρματα. Έτσι θα τον αγαπήσουμε ξανά. Διαφορετικά ραντεβού στη κόλαση…
πηγή
Σχόλια