Ελλάδα, Μνημόνια και Ευρώ
Toυ Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Είναι βέβαιο ότι επίκειται κάποια «αναθεώρηση» του Μνημονίου. Το αποφάσισαν οι έξω, δεν το ζήτησε η Ελλάδα. Γιατί ξέρουν ότι δεν βγαίνει, γιατί άρχισαν να γεύονται τις πιθανές συνέπειες αυτής της καταστροφής, με πρώτη την παρ’ ολίγον κατάληψη της εξουσίας στην Ελλάδα από τον ΣΥΡΙΖΑ, γιατί θέλουν να βοηθήσουν τις φιλικές δυνάμεις τους στην Αθήνα.
Θα περιλαμβάνει πιθανώς ένα τράτο ενός ή δύο χρόνων και διάφορα άλλα μικροδωράκια, που θα τα εμφανίσουν ως «μεγάλες εθνικές επιτυχίες» οι άθλιοι του Κολωνακίου και της Εκάλης (αν οι κυβερνήτες μας ήταν Ιάπωνες και όχι ‘Ελληνες, είναι βέβαιο ότι θα είχαν κάνει προ πολλού μαζικό χαρακίρι, αντί να υποδύονται τους σωτήρες από την καταστροφή που προκάλεσαν!) Θα ξεσφίξουν λοιπόν λίγο τη θηλιά, δεν θα την απομακρύνουν όμως από το λαιμό του σταδιακά απαγχονιζόμενου ελληνικού λαού και κράτους.
Η Ελλάδα όμως μπορεί και πρέπει να πάρει πολύ περισσότερα. Εξηγήσαμε αναλυτικά σε προηγούμενο άρθρο μας (Η Ελλάδα αύριο, 20.6) τους λόγους για τους οποίους η ‘Αγκελα Μέρκελ, αν και το έχει προετοιμάσει, είναι πρακτικά σχεδόν αδύνατο να επιδιώξει την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ τώρα (εκτός αν η Αθήνα εξακολουθήσει να συνεργεί αντικειμενικά σε αυτό). Είναι συζητήσιμο ακόμα και αν μπορεί να επιχειρηθεί η εισαγωγή παράλληλου δεύτερου νομίσματος στη χώρα. Το Βερολίνο απέδειξε με τους παγκοσμίους πολέμους, τη Γιουγκοσλαβία και την Ελλάδα, την ικανότητά του να διαπράττει τεράστιες καταστροφές, που οδηγούν τελικά και στη δική του. Ακόμα όμως κι αν η Μέρκελ αγνοήσει τον κίνδυνο να μείνει στην ιστορία ως η «καγκελλάριος που διέλυσε την ΕΕ», ισχυρότατες δυνάμεις στο εσωτερικό της Γερμανίας και διεθνείς θα την εμποδίσουν, τουλάχιστο σε αυτή τη συγκυρία. (Μόνος απροσδιόριστος παράγων παραμένει μια πιθανή αλληλεπίδραση μείζονος πολέμου κατά της Συρίας με την ευρωπαϊκή κρίση).
Τι χρειάζεται η Ελλάδα
Η Ελλάδα οφείλει να πάρει πολύ περισσότερα από τα ψίχουλα που θέλουν να της δώσουν. Οφείλει να πάρει ένα βιώσιμο πρόγραμμα, που θα της επιτρέψει να διατηρηθεί ως κράτος. Το Μνημόνιο και η Δανειακή δεν είναι απλώς μεγάλες κοινωνικο-οικονομικές «αντιμεταρρυθμίσεις», όπως ο Θατσερισμός. Απειλούν ευθέως την επιβίωση του ελληνικού λαού και κράτους και τη μακροημέρευση της ΕΕ. Για την Ελλάδα, η «έλλογη ρήξη» με τη λογική Μέρκελ είναι όρος κοινωνικής, οικονομικής και εθνικής επιβίωσης.
Οι σκληρές δηλώσεις των Γερμανών και των φίλων τους, που λένε προκαταβολικά ότι δεν δέχονται καμιά αμφισβήτηση των αρχών και της λογικής του προγράμματος, όπως και των «δεσμεύσεων», γίνονται ακριβώς γιατί αντιλαμβάνονται τη δεινή θέση τους και θέλουν να αποτρέψουν προκαταβολικά οποιαδήποτε συνολική αμφισβήτηση. Στην πραγματικότητα γνωρίζουν ότι το πρόγραμμα αυτό είναι μη υπερασπίσιμο και θέλουν να αποφύγουν τη συζήτηση, οχυρούμενες πίσω από τα «συμφωνηθέντα». Εκτιμούν ότι το μεγαλύτερο ατού που έχουν είναι η δουλοπρέπεια της Αθήνας αφού, όπως έγραψε η Μπερλίνερ Τσάιτουγκ, οι ‘Ελληνες δεν τόλμησαν να κάνουν την επανάσταση και τώρα έρχονται να ζητιανέψουν λεφτά. Και πώς να μην ποντάρουν στη δουλοπρέπεια των ελληνικών ελίτ, όταν πιστεύεται π.χ. ευρέως στην Ευρώπη ότι ο ΓΑΠ έφτασε στο σημείο να θέσει υπό την έγκριση διεθνούς οικονομικού παράγοντα την κυβέρνησή του πριν σχηματισθεί!
Η αξιοπρέπεια ως προϋπόθεση διαπραγμάτευσης
Για να μπορέσει λοιπόν να γίνει διαπραγμάτευση, προτού καν κανείς εξετάσει τι και πως θα το ζητήσει, οφείλει να δημιουργηθεί υποκείμενο που να μπορεί να διαπραγματευθεί, να αποβληθεί δηλαδή από τους Έλληνες πολιτικούς η νοοτροπία παρείσακτου, προκαταβολικά ηττημένου υπηρέτη και ζητιάνου που συνήθως τους διακατέχει και να αλλάξει η όλη ατμόσφαιρα της συζήτησης για το ελληνικό θέμα. Η Ελλάδα, προτού ζητήσει οτιδήποτε, πρέπει να ανακτήσει την αξιοπρέπειά της και η αξιοπρέπεια δεν είναι συνάρτηση των χρημάτων πούχει κάποιος στο πορτοφόλι του, αλλά της ιδέας για τον εαυτό του πούχει στο μυαλό του. Μου το υπενθύμισε πρόσφατα στη Φιλελλήνων ένας εξαθλιωμένος συμπολίτης μας που, λίγο άδικα νομίζω, αλλά δεν μπορώ να τον κρίνω, αρνήθηκε μάλλον βίαια το νόμισμα που πήγα να του δώσω. Στο «λαμογιστάν» είναι κάπως άχαρο να εξηγεί κανείς τη δύναμη της ηθικής, συνιστώσας της «ήπιας ισχύος», όπως λένε στις ΗΠΑ. Εκεί, οι οξυδερκέστεροι παρατηρητές, όπως ο Ντέιβιντ Ιγκνάτιους της Ουάσιγκτον Ποστ, αναγνώρισαν στην αξιοπρέπεια των Αράβων Σουνιτών του Ιράκ ένα όπλο που μπόρεσε να τους νικήσει. ‘Εχουμε και ελληνική εμπειρία. Χιλιάδες άνθρωποι προτίμησαν να πάνε στο απόσπασμα αντί για το σπίτι τους, για να μην υπογράψουν μια δήλωση αποκήρυξης του κομμουνισμού – αρκετοί δεν ήταν καν κομμουνιστές. Εξαιτίας τους, το ΚΚΕ διαθέτει ακόμα, εβδομήντα χρόνια αργότερα, έστω 4,5%, παρόλο που διεκδικεί βάσιμα τον τίτλο του κόμματος με τα περισσότερα, πιο παράλογα, «εγκληματικά» σφάλματα στην παγκόσμιο ιστορία.
Στοιχειώδεις προϋποθέσεις διαπραγμάτευσης
Προτού εξετασθεί και για να μπορέσει να εξετασθεί το ελληνικό, πρέπει να προηγηθούν ορισμένα στοιχειώδη πράγματα, και να αλλάξει η ατμόσφαιρα. Αυτά είναι:
Α) η απαγόρευση οποιασδήποτε περαιτέρω συζήτησης από ‘Ελληνες και Ευρωπαίους κρατικούς αξιωματούχους για τη διατήρηση της Ελλάδας ή όχι στην ευρωζώνη και στην ΕΕ. Η Ελλάδα ανήκει στην ΕΕ, έχει τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις με τα άλλα μέλη, έχει νόμισμά της το ευρώ και η Ευρωπαϊκή ‘Ενωση λέγεται Ευρωπαϊκή, όχι Ελληνική, Γερμανική, ή τραπεζική
Β) η πολιτική αποδοκιμασία των προσβλητικών ρατσιστικών, σαδιστικών επιθέσεων του ευρωπαϊκού τύπου και ενίοτε δηλώσεων κατά των Ελλήνων. Και η σκληρότερη κριτική είναι αποδεκτή, όχι οι προσβολές, οι συκοφαντίες και οι επιθέσεις αυτού του είδους. Αν αυτά γράφονταν στη Γαλλία, θα μπορούσαν να μηνυθούν οι γράφοντες για «υποκίνηση φυλετικού μίσους»
Η απαράδεκτη συζήτηση για την παραμονή στο ευρώ
Μια συζήτηση για αποβολή της Ελλάδας από το ευρώ, πολύ περισσότερο από την ΕΕ, τουλάχιστον από κρατικούς αξιωματούχους, ήταν αδιανόητη πριν δύο χρόνια. Η αποβολή αντίκειται στις συνθήκες και στην πολιτική φιλοσοφία επί της οποίας στηρίχτηκε η ίδρυση και λειτουργία της ΕΕ, ιδιαίτερα στην αρχή της ισοτιμίας εθνών και κρατών. Δεν προβλέπεται δυνατότητα εξόδου από την ευρωζώνη. Η ίδια η (χειραγωγούμενη) ελληνική ελίτ ξεκίνησε αυτή την εγκληματική συζήτηση, προκειμένου να τρομοκρατήσει τον ελληνικό λαό με το παραπλανητικό αξίωμα «μνημόνιο=ευρώ=ΕΕ». Η Δαμανάκη το ανέφερε πρώτη, ακολούθησε ο Παπανδρέου με το δημοψήφισμα, που, εξήγησε ο Βενιζέλος, θα ρωτούσε «μνημόνιο ή εκτός ευρώ». Μόνο μετά πήραν τη σκυτάλη Μέρκελ και Σαρκοζί και η συζήτηση που ακολούθησε άρχισε να καθιστά πολιτικά δυνατό το έως τότε αδιανόητο. Το έγκλημα ολοκληρώθηκε στην προεκλογική περίοδο, όταν ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ξένες κυβερνήσεις συνεργάστηκαν για να τρομοκρατήσουν τους ‘Ελληνες, με τίμημα το ζήτημα εξόδου από το ευρώ να μπει για τα καλά στη διεθνή πολιτική ατζέντα! ‘Όλα αυτά γίνονταν, υποτίθεται, για να μείνουμε στο ευρώ, στην πραγματικότητα όμως δημιουργούσαν τις πολιτικο-οικονομικές προϋποθέσεις για την έξοδο.
Πέραν της πολιτικής, υπάρχει η οικονομική διάσταση. Παληά, όταν γινόταν μια υποτίμηση, δεν την ήξεραν παρά ελάχιστοι, γινόταν απόλυτα αιφνιδιαστικά, συνήθως Σάββατο βράδυ. Φαντάζεστε Υπουργό Οικονομικών να συζητάει δύο χρόνια δημοσίως αν θα υποτιμήσει το νόμισμά του; Τι θα συμβεί στη χώρα του και το νόμισμά της; Φαντάζεστε διευθυντή επιχείρησης να συζητάει κάθε δεύτερη μέρα πιθανή χρεωκοπία της επιχείρησής του; Η συζήτηση από ‘Ελληνες και Ευρωπαίους για ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ απετέλεσε βασικό παράγοντα φυγής κεφαλαίων από τη χώρα, κλονισμού της εμπιστοσύνης και πιστωτικής ασφυξίας των ελληνικών επιχειρήσεων. Η συζήτηση, παρατεινόμενη, μπορεί από μόνη της να οδηγήσει σε έξοδο.
Οι ελληνικές πολιτικές ελίτ επιμένουν στη συζήτηση αυτή για έναν απλούστατο λόγο. Δεν μπορούν να υποστηρίξουν τα Μνημόνια που υπέγραψαν με κανένα ορθολογικό οικονομικό επιχείρημα. Κάνοντάς το όμως, προκαλούν οι ίδιες την καταστροφή που λένε ότι προσπαθούν να αποτρέψουν.
Μόνο ηλίθιοι, ή άσχετοι με το αντικείμενο, ή συνειδητοί υπονομευτές της Ελλάδας ή της ΕΕ, δεν αντιλαμβάνονται τον κεντρικό ρόλο της πληροφορίας στον τρόπο λειτουργίας της σύγχρονης πολιτικής και των «αγορών», που προεξοφλούν τα αποτελέσματα των προβλέψεων πραγματοποιώντας τα. ‘Όταν βγήκε προεκλογικά η Εθνική Τράπεζα και μας κατατρόμαξε με τις πιθανές συνέπειες εξόδου από το ευρώ, έδωσε στις αγορές την πληροφορία ότι αυτό είναι σοβαρό ενδεχόμενο και άρα τοποθετήθηκαν ανάλογα έναντι της Ελλάδας. ‘Επαυσαν π.χ. να ασφαλίζουν ελληνικές εισαγωγές, προστατευόμενες από συναλλαγματικό κίνδυνο. Για να πάρουν τις εκλογές, μόνο με τις δηλώσεις τους, οι ‘Ελληνες πολιτικοί και άλλοι δημόσιοι παράγοντες, επιδείνωσαν σημαντικά τη θέση της χώρας, αλλά και επέτρεψαν στους Ευρωπαίους να λένε εκ του ασφαλούς ότι τους κατεβαίνει στο κεφάλι. Φτάσαμε στο σημείο, δημοσιογράφος ελληνικού μέσου να πιέζει τον Ολλάντ να γίνει όσο πιο απειλητικός μπορούσε εναντίον της Ελλάδας. Αν δεν σταματήσει αμέσως αυτή η ιστορία από την ελληνική κυβέρνηση και τις ελληνικές ελίτ, αν δεν απαιτηθεί παρομοίως να σταματήσει από την Ευρώπη, επί ποινή αυστηρής απάντησης σε κάθε σχετική δήλωση από την Αθήνα, τότε δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτα άλλο, παρά να περιμένουμε επιτέλους πότε θα χρεωκοπήσει οριστικά η χώρα και θα εξέλθει της ευρωζώνης, μετρώντας στο μεσοδιάστημα πόσοι συμπολίτες μας πέφτουν καθημερινά από τα μπαλκόνια. Αν αυτά που κάνουν δημόσια πρόσωπα, τάκαναν διευθυντές επιχείρησης, θα ήταν φυλακή για απιστία.
Η επικοινωνιακή επίθεση κατά της Ελλάδας
Υπάρχει επίσης το ζήτημα των προσβολών, των ανακριβειών, της κατασυκοφάντησης. Ουσιαστικά, αυτό που κάνουν οι εφημερίδες των τραπεζών διεθνώς, είναι ένας «επικοινωνιακός» βομβαρδισμός, τον οποίο, όπως και στις επεμβάσεις της Μέσης Ανατολής (Ιράκ, Λιβύη, Συρία) ακολουθεί συνήθως ο «πραγματικός».
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Σημαίνουν ότι υπονομεύθηκαν, σε διάστημα μόλις δύο χρόνων, αφενός το όποιο κύρος και η αξιοπιστία της Ελλάδας, πολιτική και οικονομική, αφετέρου τα θεμέλια του ευρωπαϊκού ενοποιητικού εγχειρήματος. Οι τραπεζίτες είδαν το χάρο με τα μάτια τους το 2008, όταν προκάλεσαν την κρίση, παρέμεναν εξαιρετικά ανήσυχοι στα Νταβός του 2009 και 2010, ηρέμησαν μετά το Μνημόνιο. Η κρίση χρέους μετετράπη σε ενδοευρωπαϊκό πολιτικο-οικονομικό πόλεμο.
Δεν μπορεί κανείς να απαγορεύσει στις εφημερίδες των τραπεζιτών να γράφουν ότι θέλουν. Μπορεί όμως να ζητήσει από τους Ευρωπαίους ηγέτες να τις αποδοκιμάσουν και να τους εκθέσει αν δεν το κάνουν. Μπορεί να απαντήσει. Στις κατηγορίες κατά της Ελλάδας συνήθως απαντάνε ξένοι! Οι περισσότεροι εκπρόσωποι των πάσης φύσεως ελληνικών «ελίτ», κρατικών και άλλων, των κυβερνήσεών μας περιλαμβανομένων, συνήθως πράττουν το αντίθετο. Οικτίρουν τη χώρα τους, για την οποία ντρέπονται, ακόμα κι όταν γίνονται Πρωθυπουργοί, όπως ο κ. Παπανδρέου που εσφαλμένως απέδιδε το προσωπικό πρόβλημα (που ορθώς διαισθάνεται ότι έχει) στην εθνική του καταγωγή! Οι ελληνικές ελίτ, λόγω νοοτροπίας τους και αναξιοπρέπειάς τους, είναι και πηγή μαζικής παραπληροφόρησης των ξένων για την κατάσταση στην Ελλάδα.
Αν αυτά δεν μεταβληθούν και δεν μεταβληθούν αμέσως και ριζικά, τότε θα χάσουμε μια ακόμα ιστορική ευκαιρία και θα βρεθούμε πιο κοντά σε μια εθνική καταστροφή, μπροστά στην οποία θα ωχριά αυτό που ζήσαμε την περασμένη διετία. Κι όσοι τόσο κόπτονται για την αποφυγή της εξόδου από την ευρωζώνη, θα έχουν οργανώσει τις προϋποθέσεις για να γίνει δυνατή.
Η Ελλάδα αύριο, 23.2.2012
πηγή
Σχόλια