“Πελατειακή” Ευρώπη, εναντίον της “μη πελατειακής”
Του Francis Fukuyama
Οι πρόσφατες εκλογές στην Ελλάδα ήταν μια προβλέψιμη καταστροφή. Τα δυο μεγάλα κόμματα (Πασόκ και Ν.Δ), παραγκωνίστηκαν από ακραία κόμματα της δεξιάς και της αριστεράς.
Τα βασικά ζητήματα που απασχόλησαν το εκλογικό σώμα ήταν το αν η Ελλάδα θα πρέπει να τηρήσει τους όρους του μνημονίου με την ΕΕ και το ΔΝΤ, και αν θα πρέπει να συνεχίσει την αυστηρή λιτότητα. Κανένα όμως από τα κόμματα δεν φάνηκε πρόθυμο να αντιμετωπίσει την βασική αιτία των προβλημάτων της χώρας, και τον λόγοι για τον οποίο αυτή βυθίστηκε στο χρέος, και που δεν είναι άλλο από την πελατειακή πολιτική που κυριαρχεί στο πολιτικό της σκηνικό.
Υπάρχει μια μεγάλη συζήτηση σε εξέλιξη, που έχει να κάνει με τις δύο Ευρώπες: Τον Βορρά και Νότο δηλαδή. Από την αρχή φαίνονταν πως ακόμη και οι «ισχυρές» Ιταλία και Γαλλία είχαν τα δικά τους προβλήματα με το δημόσιο χρέος, και το τραπεζικό τους σύστημα.
Η αντίθεση που προβάλλεται έχει να κάνει με την προτεσταντική, πειθαρχημένη Βόρεια Ευρώπη, και την τεμπέλικη, σπάταλη Νότια. Η πραγματική όμως διαφορά είναι πολιτισμική. Η πελατειακή Ευρώπη, εναντίον της μη πελατειακής.
Η πελατειακή πολιτική έχει να κάνει με την τάση των κομμάτων να χρησιμοποιούν δημόσιους πόρους και αξιώματα, προκειμένου να ανταμείψουν τους υποστηρικτές τους. Οι πολιτικοί, αντί να παρέχουν προγραμματικές πολιτικές, προτιμούν να μοιράζουν διορισμούς, ρουσφέτια, ακόμη και χρήματα.
Η πελατειακή πολιτική δεν είναι ακριβώς διαφθορά, αφού ενέχει λογοδοσία. Ο πολιτικός πρέπει να προσφέρει κάτι για να παραμείνει στην εξουσία. Η διαφθορά είναι κάτι το διαφορετικό, αφού η δωροδοκία ή η μίζα καταλήγει στον τραπεζικό λογαριασμό του πολιτικού, και ωφελεί αποκλειστικά τον ίδιο.
Το ρουσφέτι, και οι διορισμοί, θεωρούνται νόμιμες πρακτικές σε πολλά κράτη, ενώ η δωροδοκία είναι παντού παράνομη. Στο Αφγανιστάν, για παράδειγμα, ο εμφύλιος πόλεμος κατάργησε τον φυλετισμό, που στην ουσία ήταν μια μορφή πελατειακής διακυβέρνησης, και τον αντικατέστησε με την διαφθορά. Αν λοιπόν, μπορούσε να επιστρέψει, αυτό θα ήταν μια κάποια πρόοδος για την χώρα.
Οι πελατειακές πολιτικές αποτελούν μια μορφή πρώιμου εκδημοκρατισμού, και τις συναντάμε σε φτωχές χώρες, με συχνές εκλογικές αναμετρήσεις. Κυριαρχεί στην Ινδία, το Μεξικό, την Βραζιλία, την Κένυα, και στη Νιγηρία. Δεν πρόκειται για αδυναμία ή πολιτική αποτυχία, αλλά για μια μοναδική μέθοδο κινητοποίησης των φτωχών και αμόρφωτων ψηφοφόρων, ώστε να συμμετάσχουν στην πολιτική διαδικασία. Αυτού του είδους οι ψηφοφόροι δεν ενδιαφέρονται για προγραμματικές δηλώσεις κλπ αλλά απλά αποσκοπούν σε κάποιο μικρό προσωπικό όφελος.
Ως φαινόμενο, υπήρξε κάποτε και στην ίδια την Αμερική. Αντίθετα, δεν το συναντήσαμε ποτέ στην Γερμανία, στην Σκανδιναβία, και στην Βρετανία.
Ο λόγος για αυτό έχει να κάνει με την έλευση του σύγχρονου δημοκρατικού, και γραφειοκρατικού κράτους. Κράτη όπως η Πρωσία, η Γερμανία, η Γαλλία, και η Ιαπωνία, που πέρασαν από μακρά στάδια στρατιωτικού ανταγωνισμού, στη συνέχεια κατάφεραν να εγκαθιδρύσουν σύγχρονες και αξιοκρατικές κρατικές γραφειοκρατίες. Η αυτονομία αυτών των θεσμών, τους προστάτευε από την θηρευτική πολιτική των κομμάτων. Τα κόμματα μπορούσαν να μοιράζουν δημόσιους πόρους, αλλά όχι θέσεις στο δημόσιο. Για αυτό και τα κράτη αυτά, ακόμη και σήμερα, διαθέτουν υψηλού επιπέδου δημόσιο τομέα, ο οποίος μπορεί και διαχειρίζεται αποτελεσματικά τα δημοσιονομικά θέματα.
Αντίθετα, στις ΗΠΑ, στην Ιταλία, και στην Ελλάδα, η δημοκρατία ήρθε πολύ πριν δημιουργηθεί ένα σύγχρονο κράτος. Χωρίς να υπάρχει αυτονομία του δημόσιου τομέα από τα πολιτικά κόμματα, τα οποία τον λεηλάτησαν μοιράζοντας θέσεις δεξιά και αριστερά, για ψηφοθηρικούς λόγους.
Η Ελλάδα, ως τμήμα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ουδέποτε μπόρεσε να δημιουργήσει έναν ισχυρό (Πρωσικού στυλ) κρατικό μηχανισμό. Η δημοκρατία ήρθε σχετικά νωρίς, και ο κοινοβουλευτισμός ήρθε το 1870. Τα πολιτικά κόμματα κινητοποιούσαν τους οπαδούς τους με βάση την συγγένεια, το ρουσφέτι, και τους κομματάρχες.
Ο καπιταλισμός ήταν σχετικά αδύναμος, οπότε οι όποιες ελίτ είδαν το κράτος, και όχι την ιδιωτική οικονομία, ως την μεγάλη ευκαιρία για πλουτισμό. Η δε αστυφιλία που προέκυψε τον 20ο αιώνα, δεν διέλυσε τα παραδοσιακά δίκτυα πελατειακής κομματικής εξάρτησης, αλλά απλά τα μετέφερε αυτούσια στις πόλεις.
Αυτό συνεχίστηκε καθ όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, και φούντωσε ιδιαίτερα μετά την πτώση της χούντας το 1974. Τα δυο μεγάλα κόμματα κέρδιζαν την στήριξή τους, μοιράζοντας δημόσιες θέσεις και πολιτικά ρουσφέτια στους οπαδούς τους. Τα πανίσχυρα συνδικάτα του ελληνικού δημοσίου, κατάφεραν να επιβάλλουν την μονιμότητα για τους δημοσίους υπαλλήλους. Αυτό σήμαινε ότι θα έπαυε το φαινόμενο των μαζικών απολύσεων, μετά από κάθε αλλαγή κυβέρνησης, όπως συνέβαινε κάποτε (ακόμη και στην πρώιμη Αμερική), αλλά παράλληλα διόγκωσε τον δημόσιο τομέα.
Σε αυτό έγκειται η βασική αιτία της σημερινής ελληνικής κρίσης, σε έναν διογκωμένο δημόσιο τομέα, και σε κόμματα που αδυνατούν να εφαρμόσουν τις απαιτούμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ζητάνε οι Βρυξέλλες, και το ΔΝΤ.
Οι ιταλικοί μπελάδες είναι λίγο πιο σύνθετοι. Η Β. Ιταλία οργανώθηκε γύρω από ολιγαρχικές πόλεις-κράτη, όπως η Βενετία, η Φλωρεντία, και το Τορίνο, με σχετικά καλές τοπικές διοικήσεις. Ο Νότος όμως ήταν μέρος του Βασιλείου των δυο Σικελιών, και κυβερνώνταν από τον μακρινό οίκο των Αψβούργων, σε μια αναχρονιστική, ιεραρχική, και φεουδαρχική βάση.
Έτσι, η Νότια Ιταλία δεν είχε ποτέ παράδοση μιας ντόπιας ισχυρής κυβέρνησης. Όταν έγινε η ένωση το 1860, ο Νότος διέφερε κατά πολύ από τον Βορρά. Ο Νότος ήταν οικονομικά και κοινωνικά υποανάπτυκτος, ενώ ο Βορράς δεν διέφερε πολύ από την Αυστρία και την Γερμανία.
Στην μεταπολεμική δημοκρατική Ιταλία, προέκυψε το ζήτημα του πως θα κινητοποιηθεί ο πληθυσμός του Νότου, που λόγω φτώχιας ήταν κατά βάση αριστερός. Αυτό που έκαναν οι Χριστιανοδημοκράτες ήταν να μεταμορφώσουν τις παραδοσιακές πελατειακές σχέσεις, σε σύγχρονες, όπου με αντάλλαγμα την ψήφο, χάριζαν θέσεις στο δημόσιο. Το σύστημα αυτό σταθεροποίησε την χώρα, με κόστος όμως την αδυναμία σύστασης ενός σύγχρονου και οργανωμένου δημόσιου τομέα.
Η σύγχρονη Ιταλία ταλαιπωρείται εδώ και πολλά χρόνια από μια κόντρα μεταξύ του σύγχρονου Βορρά, και του πελατειακού Νότου. Μάλιστα, ο υπανάπτυκτος Νότος, με την συνδρομή της μαφίας, απείλησε πολλές φορές να καταβροχθίσει ολόκληρη την χώρα. Η Βόρεια Ιταλία αντέδρασε δυναμικά με δικαστικές διώξεις, ενώ η Λίγκα του Βορρά απείλησε και με διχοτόμηση της χώρας.
Στις ΗΠΑ το πελατειακό κράτος υποχώρησε μπροστά στον οικονομικό εκσυγχρονισμό. Η βιομηχανοποίηση της χώρας στα τέλη του 19ου αιώνα, δημιούργησε νέες κοινωνικές ομάδες, που με την σειρά τους πίεσαν για έναν αξιοκρατικό και αποτελεσματικό δημόσιο τομέα. Ο αγώνας για αυτό δεν ήταν εύκολος, αλλά στα μέσα του 20ου αιώνα οι ΗΠΑ κατάφεραν τελικά να καταργήσουν το ρουσφέτι, και τον νεποτισμό, τόσο σε τοπικό, όσο και σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Κάποιοι μπορούν να ισχυριστούν, ότι αυτά επανήλθαν μέσω των σύγχρονων λόμπι, αλλά αυτό είναι μια εντελώς διαφορετική ιστορία.
Στην Ιταλία και στην Ελλάδα, το πελατειακό κράτος ουδέποτε υποχώρησε. Στη πρώτη τουλάχιστον, έγινε μια μεγάλη προσπάθεια. Στην Ελλάδα όμως ποτέ, παρά την αηδία που το πελατειακό σύστημα προκαλεί σε πολλούς νέους.
Οι τεχνοκρατικές κυβερνήσεις των Μόντι και Παπαδήμου, αποτελούν μια απόπειρα εφαρμογής των απαραίτητων θεσμικών μεταρρυθμίσεων. Αλλά ενώ η ελληνική κυβέρνηση δείχνει διατεθειμένη να περικόψει τις δαπάνες, και να αυξήσεις τους φόρους, κανένα από τα παραδοσιακά κόμματα δεν θέλει να υπονομεύσει την πολιτική του βάση στήριξης, επιτιθέμενο εναντίον των πελατειακών σχέσεων. Ούτε τα ακραία κόμματα που ήρθαν προχθές εντυπωσιακά στο προσκήνιο, έχουν βάλει το ζήτημα αυτό στην ατζέντα τους.
Αυτός είναι ο κύριος λόγος, που για μένα, η βαθύτερη δημοσιονομική ενοποίηση της Ευρώπης αποτελεί παραμύθι. Καμία εξωτερική πίεση δεν μπορεί να πετύχει τις αλλαγές που χρειάζονται, αν δεν υπάρξει θέληση από τους ίδιους τους Έλληνες, τους Ιταλούς, κ.ά. Και μπορεί στην Ιταλία να υπάρχει κάποια τέτοια διάθεση, αλλά στην Ελλάδα καμία.
Η επίλυση του προβλήματος των πελατειακών σχέσεων θα βοηθούσε τα μέγιστα στην επίλυση της σημερινής κρίσης. Μια τέτοια όμως εξέλιξη θα είχε μακροπρόθεσμες εφαρμογές, και δεν θα επηρέαζε το βραχυπρόθεσμο μέλλον της Ελλάδας, και της ΕΕ. Αν ο ελληνικός λαός, όπως δείχνει, θέλει να απορρίψει το πρόγραμμα λιτότητας, τότε η χώρα οδεύει προς χρεοκοπία και έξοδο από το ευρώ.
Προσωπικά, πάντα πίστευα πως η αποχώρηση από την ευρωζώνη θα ήταν η πιο ρεαλιστική επιλογή για τους Έλληνες, και πως θα έπρεπε να γίνει οργανωμένα, εδώ και καιρό. Τώρα όμως θα γίνει εξαναγκαστικά, λόγω πιέσεων από πλευράς εξτρεμιστικών κομμάτων, και όταν γίνει, θα γίνει άτακτα, με αρνητικές συνέπειες για ολόκληρη την Ευρώπη.
Επομένως, δεν υπάρχει φως στον ορίζοντα, ούτε βραχυπρόθεσμα, αλλά ούτε και μακροπρόθεσμα.
http://blogs.the-american-interest.com/fukuyama/2012/05/08/the-two-europes/
http://www.antinews.gr/2012/05/12/160809/
Σχόλια