Η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, η ανάγκη εθνικοποίησης των κεντρικών τραπεζών, η εμπειρία της Ν. Αφρικής, η τράπεζα της Ελλάδος, τα αποθέματα του χρυσού και ορισμένα συμπεράσματα.
“Καθώς οι πιο σημαντικές συμφωνίες ιδιωτικοποιήσεων υπογράφονται πάντα εν μέσω οικονομικών ή πολιτικών κρίσεων, δεν υπάρχει ποτέ μία σαφής νομοθεσία, ή έστω ένα αποτελεσματικό ρυθμιστικό πλαίσιο – η περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι χαοτική, οι τιμές είναι ρευστές και οι συνειδήσεις των πολιτικών ελαστικές..…Μέχρι το 1990, πριν από την «κρίση της τεκίλας» δηλαδή, μόνο μία από τις τράπεζες του Μεξικού ανήκε σε ξένους. Μετά την κρίση όμως, στις αρχές του 2000, είκοσι τέσσερις από τις τριάντα τράπεζες «περιήλθαν» σε ξένα χέρια.
Οι ιδιωτικοποιήσεις αποδείχθηκαν τόσο επικερδείς, ώστε πολλές από τις πολυεθνικές των Η.Π.Α., οι οποίες είχαν «αλώσει» τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, έβλεπαν με απληστία τις κρατικές αρμοδιότητες (παιδεία, υγεία, δημόσια διοίκηση, αστυνομία, φυλακές κλπ.), ως την επόμενη πηγή για άμεσα κέρδη. Απλούστερα, στόχος τους ήταν η πλήρης αποκρατικοποίηση της εξουσίας, με την εγκατάσταση άβουλων, τυπικών κυβερνήσεων, οι οποίες θα κατευθύνονταν απολυταρχικά από το σκοτεινό παρασκήνιο – ένα θέατρο σκιών”.
Με βάση τα παραπάνω, όταν προγραμματίζονται «μαζικές» ιδιωτικοποιήσεις στη χώρα μας, δυστυχώς με τη συμφωνία της «μείζονος αντιπολίτευσης», πόσο μάλλον χωρίς κάποιο χρονοδιάγραμμα, καθώς επίσης σε συνθήκες παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και εθνικής υπερχρέωσης, απογοητεύεται κανείς - συμπεραίνοντας ότι μάλλον πρόκειται για μία άνευ προηγουμένου εκποίηση, για μία λεηλασία καλύτερα της δημόσιας περιουσίας.
Ειδικότερα, όταν σχεδιάζεται η πώληση των στρατηγικών και κοινωφελών επιχειρήσεων της Ελλάδας, τότε όλοι εμείς οι Πολίτες διαπιστώνουμε ότι θα είμαστε ακόμη μία φορά θύματα μίας ακατανόητης ανευθυνότητας απέναντι στο «κοινωνικό σύνολο», η οποία «κατατρέχει» από αρκετά χρόνια τώρα την πατρίδα μας – ενδεχομένως επίσης μίας εγκληματικής ανεπάρκειας της Πολιτικής, η οποία υποτάσσεται πλέον «σύσσωμη» στις εντολές της σκιώδους εξουσίας.
Κλείνοντας τη μικρή εισαγωγή μας, το ίδιο μας απογοητεύουν και κάποια ΜΜΕ, τα οποία δεν αντιδρούν - παρά το ότι οφείλουν να ελέγχουν και τις τρεις εξουσίες (νομοθετική, εκτελεστική, δικαστική), χωρίς να «διαπλέκονται» μαζί τους. Φυσικά, οι αδυναμίες τους είναι μερικώς δικαιολογημένες, αφού δεν χρηματοδοτούνται από όλους εμάς τους Πολίτες, αλλά από τους διαφημιζομένους και τη λοιπή εξουσία.
Οι ευθύνες μας εδώ είναι τεράστιες, αφού δεν αγοράζουμε τις εφημερίδες κλπ. για το περιεχόμενο, αλλά για τα «δώρα» τους - ενώ είμαστε κομματικά ιδιοτελείς, διαβάζουμε ελάχιστα βιβλία, δεν ενισχύουμε σχεδόν καμία προσπάθεια «αντίστασης» και δεν ενημερωνόμαστε μεθοδικά, ως οφείλουμε, εάν θέλουμε να προσβλέπουμε στην άμεση Δημοκρατία.
Η ΑΝΑΓΚΗ ΚΡΑΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ
Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, όπως έχουμε ήδη αναφέρει (άρθρο μας), “Αυτό που απομένει σε μία «μικτή Οικονομία» ως η καλύτερη «λύση», σε μία οικονομία δηλαδή που πιστεύει σε ένα όσο το δυνατόν μικρότερο κράτος (το οποίο όμως συνεχίζει να έχει στην κατοχή του τις κοινωφελείς και τις στρατηγικές επιχειρήσεις), καθώς επίσης στην ιδιωτική πρωτοβουλία (στην οποία θα πρέπει να τοποθετούνται όρια διασφάλισης του ελεύθερου ανταγωνισμού, ενώ οφείλει να ελέγχεται), δεν είναι άλλο από την κρατικοποίηση των κεντρικών τραπεζών – με τις εμπορικές να παραμένουν μεν στον ιδιωτικό τομέα, αλλά να ελέγχονται αυστηρά από τις κεντρικές και κατ’ επέκταση από το κράτος
Οι κεντρικές τράπεζες οφείλουν να είναι εξ ολοκλήρου δημόσιοι οργανισμοί, ανεξάρτητοι από τον ιδιωτικό τραπεζικό τομέα, από τους ιδιώτες επενδυτές, καθώς επίσης από τις κυβερνήσεις – αποτελώντας τον τέταρτο πυλώνα της κρατικής εξουσίας. Δίπλα στις τρεις ανεξάρτητες εξουσίες, στην εκτελεστική (κυβέρνηση), στη νομοθετική (κοινοβούλιο) και στη δικαστική, οφείλει να προστεθεί η νομισματική εξουσία – ένας δημόσιος θεσμός δηλαδή, ο οποίος να έχει το προνόμιο, το αποκλειστικό δικαίωμα καλύτερα της δημιουργίας των νόμιμων και αποδεκτών μέσων ανταλλαγής: των εκάστοτε χρημάτων και νομισμάτων.
Με τον τρόπο αυτό θα είχε τη δυνατότητα το κράτος να δανείζεται άτοκα - με μέτρο φυσικά και υπό τον διαρκή έλεγχο των υπολοίπων τριών εξουσιών, καθώς επίσης των Πολιτών του. Έτσι θα μπορούσε να λειτουργήσει καλύτερα, όσον αφορά τις ανάγκες του συνόλου της κοινωνίας – ενώ θα είχε τη δυνατότητα να κατευθύνει ορθολογικότερα την ποσότητα χρήματος (επίσης τα βασικά επιτόκια κλπ), χωρίς να δημιουργούνται οι κερδοσκοπικές φούσκες, οι υφέσεις και οι πληθωρισμοί από τις μανιοκαταθλιπτικές, αχόρταγες «αγορές»”.
Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ Ν. ΑΦΡΙΚΗΣ
Για να μπορέσουμε τώρα να αντιληφθούμε πόσο σημαντικός είναι ο θεσμός της κεντρικής τράπεζας μίας χώρας, θα αναφερθούμε στο παράδειγμα της Ν. Αφρικής, την εποχή που η νέα κυβέρνηση της (Nelson Mandela) διαπραγματεύθηκε την ανεξαρτησία της.
Ενώ λοιπόν διεξάγονταν θετικά για το κράτος οι διαπραγματεύσεις με το ΔΝΤ κλπ. στο πολιτικό σκέλος, απαιτήθηκε από τους υπευθύνους για την οικονομική πολιτική της χώρας η μετατροπή της κεντρικής τράπεζας τους σε έναν ανεξάρτητο οργανισμό, ο οποίος θα λειτουργούσε με απόλυτη αυτονομία από την εκλεγμένη κυβέρνηση – σαν ένα κυρίαρχο «κράτος εν κράτει» ουσιαστικά, στο οποίο δεν θα παρέμβαιναν οι εκλεγμένοι νομοθέτες (όπως ακριβώς συμβαίνει στη χώρα μας).
Συνεχίζοντας, παρά το ότι διατυπώθηκε από τους πολιτικούς της χώρας η απορία, σε ποιόν θα «λογοδοτούσε» η ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα (στο ΔΝΤ, στο Χρηματιστήριο, στην BIS;), οι έμπειροι διαπραγματευτές της «Δύσης» κατόρθωσαν να επιβάλλουν μονομερώς τη θέληση τους - ταυτόχρονα με την «άλωση» του Υπουργείου Οικονομικών, στο οποίο τοποθέτησαν έναν δικό τους έμπιστο πολιτικό. Όπως είπαν χαρακτηριστικά κάποιοι διακεκριμένοι Πολίτες της Νοτίου Αφρικής, οι οποίοι τότε σχολίασαν τις νέες συνθήκες που δημιουργήθηκαν:
«Δεν μας άφησαν ποτέ ελεύθερους. Απλώς έβγαλαν την αλυσίδα από το λαιμό μας και την έβαλαν στους αστραγάλους μας….Οι μεγάλες επιχειρήσεις, μας δήλωσαν ουσιαστικά ότι θα κρατήσουν τα πάντα και εμείς θα κυβερνάμε μόνο κατ’ όνομα. Μπορούσαμε δηλαδή να έχουμε την πολιτική εξουσία μετά από πολλά χρόνια αγώνων, μπορούσαμε φαινομενικά να κυβερνάμε, αλλά η πραγματική διακυβέρνηση θα βρισκόταν στα χέρια των άλλων».
Περαιτέρω, αυτό που συνέβη στη συνέχεια των διαπραγματεύσεων ήταν το ότι η κυβέρνηση «παγιδεύτηκε», χωρίς δυστυχώς να το αντιληφθεί, σε ένα είδος ιστού της αράχνης – «υφασμένου» από μυστηριώδεις κανόνες και υπόγειες ρυθμίσεις, οι οποίες αποσκοπούσαν στο να «οριοθετήσουν», καθώς επίσης να περιορίσουν την εξουσία των δημοκρατικά εκλεγμένων ηγετών της χώρας. Όταν λοιπόν θέλησε η νέα κυβέρνηση να υλοποιήσει τα οράματα της, ανακάλυψε ότι η πραγματική εξουσία, η οικονομική, βρισκόταν στα χέρια άλλων.
Για παράδειγμα, δεν μπορούσε να αναδιανείμει τη γη, επειδή το νέο Σύνταγμα προστάτευε την ατομική ιδιοκτησία και καθιστούσε πρακτικά αδύνατη την όποια αγροτική μεταρρύθμιση. Εκτός αυτού, δεν ήταν δυνατόν να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, αφού εκατοντάδες εργοστάσια της χώρας ήταν έτοιμα να κλείσουν - επειδή η κυβέρνηση είχε υπογράψει τη Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου (του μετέπειτα ΠΟΕ), η οποία απαγόρευε την αναγκαία επιδότηση των τοπικών επιχειρήσεων.
Ίσως οφείλουμε να επισημάνουμε εδώ ότι, χωρίς κάποια προστασία και επιδοτήσεις, είναι σχεδόν αδύνατη η επαναβιομηχανοποίηση μίας χώρας - η αναβίωση δηλαδή του κατεστραμμένου παραγωγικού της ιστού (όπως απαιτείται σήμερα στην Ελλάδα, εάν θέλουμε πράγματι να επιλύσουμε το τεράστιο πρόβλημα του πάγια αρνητικού ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών μας, το οποίο ουσιαστικά ευθύνεται τα μέγιστα για το εξωτερικό τουλάχιστον χρέος μας).
Συνεχίζοντας στο θέμα μας, η διανομή δωρεάν φαρμάκων για την καταπολέμηση του aids απαγορευόταν, αφού μία τέτοια απόφαση παραβίαζε τα πνευματικά δικαιώματα ιδιοκτησίας, τα οποία προστάτευε ο ελεγχόμενος από την υπερδύναμη Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου - στον οποίο είχε προσχωρήσει η Νότια Αφρική, κατ’ απαίτηση βέβαια των δανειστών της. Η διάθεση περισσότερου χρήματος προϋπέθετε φυσικά τη σύμφωνη γνώμη της ανεξάρτητης κεντρικής τράπεζας, η οποία δεν την παρείχε.
Η δωρεάν ύδρευση δεν ήταν επίσης εφικτή, αφού η Παγκόσμια Τράπεζα, μέσω της ομάδας οικονομολόγων που είχε στείλει στη χώρα, είχε μετατρέψει σε κανόνα, σε υποχρέωση δηλαδή, τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στις κοινωφελείς επιχειρήσεις. Τέλος, εάν η κυβέρνηση ήθελε να αυξήσει τους μισθούς, δεν της επιτρεπόταν, λόγω του δανείου ύψους 850 εκ. $ με το ΔΝΤ, το οποίο επέβαλλε «συγκράτηση των μισθών».
Σε γενικές γραμμές λοιπόν, η οποιαδήποτε μη υποταγή στους κανόνες και στους περιορισμούς που επέβαλλαν το ΔΝΤ και όλοι οι υπόλοιποι «συνεργοί» του, θα θεωρούταν απόδειξη επικίνδυνης εθνικής αφερεγγυότητας, έλλειψη αφοσίωσης στην εφαρμογή των «μεταρρυθμίσεων» και απουσία ενός βασισμένου σε κανόνες συστήματος – με αποτέλεσμα τη διακοπή της χορήγησης βοήθειας («δόσεων» από το ΔΝΤ) και τη φυγή των ξένων κεφαλαίων.
Συνεχίζοντας, τόσο η δήθεν «ανεξάρτητη» κεντρική τράπεζα, όσο και το «υπό κηδεμονία» Υπουργείο Οικονομικών, επέβλεπαν άγρυπνα την πιστή τήρηση των εντολών - οπότε φυσικά επαναλήφθηκε η γνωστή ιστορία: Η κυβέρνηση, «γονατισμένη» από το χρέος και υφιστάμενη διεθνείς πιέσεις, προκειμένου να ιδιωτικοποιήσει τις κοινωφελείς επιχειρήσεις, άρχισε σύντομα να αυξάνει τις τιμές, να μειώνει τους μισθούς, να διασύρει τους αντιρρησίες και να «ξεπουλάει» δημόσια περιουσία - με αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, εκατομμύρια άνθρωποι να εξαθλιωθούν, μη έχοντας πλέον ηλεκτρικό ρεύμα και νερό, επειδή δεν μπορούσαν να πληρώσουν τους λογαριασμούς.
Όσο για τα πλούσια ορυχεία, τις τράπεζες και τις μονοπωλιακές βιομηχανίες, των οποίων την εθνικοποίηση ζητούσε ο Mandela, παρέμειναν στα χέρια τεσσάρων εταιρικών κολοσσών - οι οποίοι ελέγχουν πλέον το 80% του χρηματιστηρίου της χώρας. Μεταξύ των ετών 1997 και 2004 η κυβέρνηση της Νοτίου Αφρικής πούλησε δεκαοκτώ δημόσιες εταιρείες, συγκεντρώνοντας 4 δις $, τα οποία διατέθηκαν στην εξυπηρέτηση των δανείων των διεθνών τοκογλύφων.
Το «πικρό φάρμακο» λοιπόν του ΔΝΤ, το οποίο προβλέπει (με τη βοήθεια μίας εντελώς ανεξάρτητης κεντρικής τράπεζας και ενός σκιώδους Υπουργείου Οικονομικών) περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις, περικοπές στις κρατικές δαπάνες, ελαστικότητα στην εργασία, απελευθέρωση όλων των κλειστών επαγγελμάτων, ενίσχυση του ελευθέρου εμπορίου, περιορισμένους ελέγχους στη ροή των κεφαλαίων κλπ., αποδείχθηκε στην κυριολεξία θανατηφόρο για την συντριπτική πλειοψηφία των Πολιτών της Ν. Αφρικής – όπως και για όλες σχεδόν τις χώρες, στις οποίες «εισέβαλλαν» οι σύνδικοι του διαβόλου.
Η ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) τώρα, η κεντρική δηλαδή τράπεζα της χώρας μας, είναι η εποπτική των εμπορικών τραπεζών και υποχρεωτικά ένας από τους μετόχους της ΕΚΤ – όπως όλες οι άλλες τράπεζες της Ευρωζώνης. Εν τούτοις, δεν ανήκει στο κράτος, όπως κατά τη γνώμη μας θα έπρεπε ενώ, κατά έναν παράδοξο τρόπο (μοναδικό φαινόμενο παγκοσμίως), είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο. Η μετοχική της σύνθεση είναι η παρακάτω:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Η ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ | ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟ | ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΔΙΑΣΠΟΡΑ |
Μετοχική σύνθεση | 8,93% | 91,07% |
Αριθμός Μετοχών | 1,80 εκ. | 18,10 εκ. |
Αξία 14.05.11* | 51,00 εκ. € | 519,90 εκ. € |
* Τιμή μετοχής 28,74 €
Πηγή: capital
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι, η Ελλάδα συμμετέχει μόλις με 8,93% στο μετοχικό κεφάλαιο της ΤτΕ, ενώ όλοι οι υπόλοιποι μέτοχοι είναι άγνωστοι - με λιγότερο από 5% μερίδια, αφού διαφορετικά θα εμφανίζονταν στη μετοχική της σύνθεση.
Ιστορικά, η ΤτΕ ιδρύθηκε το 1927, επειδή η Εθνική Τράπεζα, η οποία είχε το δικαίωμα δημιουργίας χρημάτων από το πουθενά, το εκδοτικό προνόμιο δηλαδή από το 1841 (ιδρύθηκε ουσιαστικά από τον οίκο Rothschild, σε συνεργασία με Έλληνες), δεν δέχθηκε να «τυπώσει» χρήματα για τη χρηματοδότηση της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Στον Πίνακα ΙΙ που ακολουθεί εμφανίζονται ορισμένα μεγέθη της ΤτΕ, από τον επίσημο Ισολογισμό της:
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙI: Οικονομικά στοιχεία της ΤτΕ από τον Ισολογισμό του 2010, σε €
Οικονομικά μεγέθη | 2010 | 2009 |
Χρυσός και απαιτήσεις σε χρυσό | 5.005.114.533 | 3.633.315.395 |
Απαιτήσεις έναντι του ΔΝΤ | 908.925.790 | 947.530.824 |
Απαιτήσεις έναντι Γενικής Κυβέρνησης | 200.915.553 | 270.390.666 |
Δάνεια προς Πιστωτικά Ιδρύματα Ευρωζώνης | 97.668.800.000 | 49.655.100.000 |
Συμμετοχή στην ΕΚΤ* | 468.140.047 | 435.391.713 |
Απαιτήσεις από ΕΚΤ** | 1.131.910.591 | 1.131.910.591 |
Καθαροί τόκοι (έσοδα) | 825.890.005 | 766.668.842 |
Καθαρά Κέρδη χρήσεως | 190.452.292 | 228.160.613 |
Τραπεζογραμμάτια σε κυκλοφορία | 21.748.281.800 | 20.886.044.900 |
Λογαριασμός Ειδικών Τραβηχ. Δικ. ΔΝΤ | 905.348.233 | 851.675.401 |
Καθαρές υποχρεώσεις από το υπόλ. target-2 | 87.088.090.137 | 49.036.062.655 |
Προβλέψεις επισφαλειών | 2.385.419.686 | 1.953.462.075 |
Ίδια Κεφάλαια | 815.444.326 | 805.307.786 |
* Στο Κεφάλαιο, τα αποθεματικά και τις προβλέψεις
** Από τη μεταβίβαση συναλλαγματικών διαθεσίμων
Πηγή: ΤτΕ
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Ξεκινώντας την περιληπτική μας αναφορά στον Ισολογισμό της ΤτΕ από το χρυσό, ο οποίος διαφυλάσσεται από την κεντρική (μας;) τράπεζα, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι ανέρχεται στους 111,7τόνους (πηγή: WP) - παρά το ότι η Ελλάδα πούλησε στα τέλη του 2003 περί τους 20 τόνους, στην τιμή των 300 $ την ουγγιά (σημερινή αξία περί τα 1.500 $ η ουγγιά). Βέβαια, ο χρυσός αποκλειστικής ιδιοκτησίας του Ελληνικού κράτους δεν μπορεί να είναι αυτός που εμφανίζεται στο ενεργητικό της ΤτΕ, αφού η τράπεζα δεν είναι κρατική.
Ίσως οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι η Ελλάδα, με κριτήριο το ποσοστό χρυσού σε σχέση με τα συνολικά αποθέματα αξιών της,κατατάσσεται διεθνώς στην 2η θέση, μετά την Πορτογαλία(ενώ διαθέτει τα ίδια σχεδόν αποθέματα χρυσού, με την πολύ μεγαλύτερη της Τουρκία). Σε απόλυτα μεγέθη, είναι η 30η στην παγκόσμια κατάσταση – αν και ουσιαστικά η 27η μεταξύ κρατών, αφού στον κατάλογο συμπεριλαμβάνονται το ΔΝΤ (3ο), η ΕΚΤ (12η) και η BIS (28η). Πρόκειται λοιπόν για ένα ακόμη θετικό στοιχείο για τη χώρα μας, το οποίο επίσης συνηγορεί στο ότι πρόκειται για μία πολύ πλούσια χώρα, την οποία πρέπει να προστατεύσουμε από τη λεηλασία που επιχειρείται.
Ο Πίνακας ΙII που ακολουθεί είναι χαρακτηριστικός, με πάρα πολλά χρήσιμα συμπεράσματα (όπως για παράδειγμα τα ελάχιστα αποθέματα της Κίνας, της Ιαπωνίας κοκ, σε σχέση με τις Η.Π.Α. ή με τη Γερμανία κλπ. – κάτι που σε περίπτωση «νομισματικού κραχ» θα ήταν σημαντικό, αφού οι χώρες που δεν διαθέτουν αξιόλογα αποθέματα χρυσού θα βρισκόταν σε πολύ δύσκολη θέση):
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙII: Αποθέματα χρυσού σε τόνους και ποσοστό του στα συνολικά συναλλαγματικά αποθέματα ορισμένων χωρών.
Χώρα | 2000 | 2010 | Μερίδιο σε % |
Η.Π.Α. | 8.137,9 | 8.133,5 | 72,1 |
Γερμανία | 3.468,6 | 3.402,5 | 67,4 |
Ιταλία | 2.451,8 | 2.451,8 | 66,2 |
Γαλλία | 3.024,6 | 2.435,4 | 65,7 |
Κίνα | 395,0 | 1.054,1 | 1,5 |
Ελβετία | 2.419,4 | 1.040,1 | 15,1 |
Ιαπωνία | 763,5 | 765,2 | 2,7 |
Ρωσία | 384,4 | 726,0 | 5,7 |
Ινδία | 357,8 | 557,7 | 7,4 |
Πορτογαλία | 606,7 | 382,5 | 79,6 |
Μ. Βρετανία | 487,5 | 310,3 | 15,6 |
Τουρκία | 116,3 | 116,1 | 5,6 |
Ελλάδα | 132,6 | 111,7 | 76,5 |
Πηγή: Wikipedia
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Σημείωση: Πρόσφατα, όταν η Γερμανία ζήτησε με θράσος από την Πορτογαλία να πουλήσει το χρυσό της, πριν ακόμη λάβει το πακέτο ενίσχυσης των 80 δις €, η κεντρική τράπεζα της χώρας είπε ότι ακόμη και αν τον πουλούσε, τα χρήματα θα πήγαιναν σε έναν ειδικό αποθεματικό λογαριασμό, τον οποίο δεν μπορεί κανείς να αγγίξει (!)
Συνεχίζοντας στο θέμα μας, από τον Ισολογισμό διαπιστώνονται οι στενές σχέσεις της ΤτΕ με το ΔΝΤ, ενδεχόμενα δάνεια της προς τις Ελληνικές Τράπεζες (97,6 δις € δάνεια προς πιστωτικά ιδρύματα της Ευρωζώνης, τα οποία υποθέτουμε ότι δεν είναι ξένα – όχι τουλάχιστον στο σύνολο τους), τα τραπεζογραμμάτια που ευρίσκονται σε κυκλοφορία στην Ελλάδα (χαρτονομίσματα κλπ. αξίας περίπου 20 δις € - μία υπερδιπλάσια ποσότητα σε σχέση με το 2002), καθώς επίσης το θέμα του target-2, το οποίο προβληματίζει τη γερμανική κεντρική τράπεζα, έτσι όπως το έχουμε ήδη επισημάνει (άρθρο μας).
Επίσης από τον ίδιο Ισολογισμό διαπιστώνουμε ότι, ο συγκεκριμένος λογαριασμός της ΕΚΤ είναι επιβαρυμένος με περίπου 87 δις €, έναντι 49 δις € το 2009. Συμπεραίνουμε λοιπόν πως μάλλον έχουν δίκιο οι Γερμανοί οικονομολόγοι, σε σχέση με τα ενδεχόμενα προβλήματα της χώρας τους (Bundesbank).
Κλείνοντας, διαπιστώνουμε ότι η ΤτΕ αξιολογείται από το χρηματιστήριο μόλις στο τριπλάσιο των καθαρών κερδών της του 2010 (!) ή στο 70% περίπου των Ιδίων Κεφαλαίων της - γεγονός που πιθανόν σημαίνει ότι, οι πάσης φύσεως επενδυτές διαβλέπουν κίνδυνο «απομείωσης» των κεφαλαίων της ΤτΕ, της τάξης του 30%.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Είναι μάλλον προφανές ότι η χώρα μας θεωρείται ως μία επικίνδυνη βόμβα στα θεμέλια του συστήματος, τόσο της Ευρωζώνης όσο και της λοιπής «Δύσης», ενώ γίνονται πολλές προσπάθειες «απασφάλισης» της – γεγονός που πιθανολογούμε ότι είναι προς όφελος της διαπραγματευτικής μας ικανότητας, αρκεί η Πολιτική μας να χειρισθεί επιτέλους σωστά τα πλεονεκτήματα που διαθέτουμε. Παράλληλα, επιχειρείται η λεηλασία του δημοσίου πλούτου της πατρίδας μας, με τη βοήθεια της τεράστιας εμπειρίας των συνδίκων του διαβόλου.
Στα πλαίσια αυτά, θεωρούμε ότι θα πρέπει να πάψουν άμεσα οι εσωτερικοί εμφύλιοι πόλεμοι - ειδικά οι «επιθέσεις αποδόμησης» εναντίον των συνδικαλιστών των επιχειρήσεων του δημοσίου τομέα της χώρας μας. Καλώς ή κακώς, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις είναι ο στρατός που απαιτείται για την προστασία ενός κράτους, το οποίο ευρίσκεται σε μία «οικονομικά» εμπόλεμη κατάσταση.
Όπως λοιπόν όλοι όσοι δεν συμπαθούν, ενδεχομένως εύλογα, τη στρατιωτική εξουσία, συμβιβάζονται μαζί της όταν απειλούνται τα σύνορα της χώρας τους, έτσι και αυτοί που είναι αντίθετοι με την ασυδοσία κάποιων συνδικαλιστών θα πρέπει να συμβιβαστούν, όταν απειλείται η οικονομική λεηλασία του δημοσίου πλούτου. Η αντιμετώπιση του εχθρού προέχει, ενώ μπορούν κάλλιστα να λυθούν αργότερα τα εσωτερικά μας προβλήματα – φυσικά από εμάς και όχι από τους ξένους.
Υποθέτουμε βέβαια ότι, εάν αποτύχει το πρόγραμμα του ΔΝΤ στην Ελλάδα, όπως φαίνεται να συμβαίνει σήμερα (πόσο μάλλον εάν αντισταθούν οι Έλληνες στην απίστευτη εισβολή του), τα πράγματα θα αλλάξουν ραγδαία - εις βάρος των όποιων εντολέων του. Επομένως, έχουμε την άποψη ότι δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να το διακινδυνεύσει – ενώ θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα, «θεμιτά και αθέμιτα», για να επιτύχει τον τελικό σκοπό του.
Πιθανότατα δε, οι πρόσφατες «φιλικές» διαπιστώσεις των γερμανικών ΜΜΕ, τα οποία φαίνεται πως κατάλαβαν τους κινδύνους της χώρας τους από την «Ελληνική βόμβα», να εντάσσονται σε μία ευρύτερη στρατηγική «απασφάλισης» - πόσο μάλλον όταν η «μερκαντιλίστρια» καγκελάριος της ηγετικής δύναμης της Ευρώπης (άρθρο μας), έχει τα δικά της μυστικά σχέδια για τη χώρα μας.
Στα πλαίσια αυτά, η Ελλάδα οφείλει είτε να απαιτήσει έναν βιώσιμο διακανονισμό του δημοσίου χρέους της (ενδεχομένως με τον παράλληλο «συμψηφισμό» των γερμανικών αποζημιώσεων), χωρίς τον αποκλεισμό της από τις αγορές και τη λεηλασία του εθνικού πλούτου της, είτε να αποφασίσει την άμεση στάση πληρωμών – παραμένοντας φυσικά εντός της Ευρωζώνης, αφού κανένας δεν μπορεί να απαιτήσει την έξοδο της.
«Ανάπτυξη ή χρεοκοπία» λοιπόν - με την ανάπτυξη να απαιτεί αφενός μεν την εκδίωξη του ΔΝΤ, αφετέρου την έντιμη και εφικτή αποπληρωμή του συνολικού δημοσίου χρέους μας, σε 40 ισόποσες ετήσιες δόσεις, με επιτόκιο ίσο με αυτό που δανείζονται οι τράπεζες (με το βασικό της ΕΚΤ). Παράλληλα, αντιμετώπιση του πολιτιστικούμας προβλήματος, το οποίο γιγαντώθηκε τα τελευταία τριάντα χρόνια, είναι πολύ πιο σημαντικό από το οικονομικό και οφείλει να καταπολεμηθεί από όλους μας, το συντομότερο δυνατόν.
Βασίλης Βιλιάρδος (copyright)
Αθήνα, 15. Μαΐου 2011
Σχόλια