ΟΙ ΜΝΗΣΤΗΡΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ:

Η αναγκαιότητα αρμονικής ανάπτυξης της Ευρωζώνης, οι επιθέσεις του ΔΝΤ, η επέλαση της Κίνας, η Γερμανία, η Ρωσία, η θέση των αγορών, η αλληλεξάρτηση των χρεών, οι τρείς εκδοχές της κρίσης και η ελπίδα για το μέλλον
Από την πλευρά της Γερμανίας, η αιτία της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, είναι η έλλειψη δημοσιονομικής πειθαρχίας - η μη τήρηση δηλαδή του συμφώνου σταθερότητας (έλλειμμα 3%), κατά την κατάρτιση και εφαρμογή των ετησίων προϋπολογισμών. Αντίθετα, από την πλευρά της Ισπανίας, «ένοχοι» για την κρίση είναι οι κερδοσκόποι. Και στις δύο περιπτώσεις, «παραγνωρίζονται» προφανώς οι ευρύτερες αλληλεξαρτήσεις ιδιωτικών και δημοσίων χρεών, όπως θα αναλύσουμε στο τέλος του κειμένου, ενώ δεν λαμβάνονται καθόλου υπ’ όψιν οι μεγάλες «ενδοευρωπαϊκές ανισορροπίες», στον τομέα της παραγωγικότητας (για παράδειγμα, 30-40% χαμηλότερη παραγωγικότητα της Ελλάδας, σε σχέση με τη Γερμανία, σχεδόν αντίστοιχα υψηλότερες τιμές καταναλωτή κλπ).

Περαιτέρω, οι σημερινές μεγάλες προσπάθειες των ευρωπαϊκών κρατών, με στόχο τη «συλλογική», την από κοινού δηλαδή μείωση των δημοσίων ελλειμμάτων, οδηγούν ασφαλώς στην ύφεση (depression). Αντίθετα, η μερική «θεραπεία» των προβλημάτων της Ευρωζώνης, με τη βοήθεια του ελεγχόμενου πληθωρισμού, κατά το «παράδειγμα» των Η.Π.Α. («εκτύπωση» χρημάτων από την ΕΚΤ, Ευρωομόλογα, Quantitative Easing κλπ), θα ήταν μάλλον μία βραχυπρόθεσμη λύση. Άλλωστε, όπως έχουμε ήδη αναλύσει, η απόσυρση των μέτρων στήριξης είναι μία εξαιρετικά δύσκολη, επικίνδυνη διαδικασία, χωρίς απολύτως κανένα εγγυημένο αποτέλεσμα.

Η καλυτέρευση τώρα της ευρωπαϊκής παραγωγικότητας, κατά το «πρότυπο» της Γερμανίας (συγκράτηση των μισθών, περιορισμός του κοινωνικού κράτους, μειωμένη εσωτερική κατανάλωση κλπ), θα οδηγούσε σε επικίνδυνες, παγκόσμιες οικονομικές ανισορροπίες – ενώ, η συνέχιση του ενδοευρωπαϊκου ανταγωνισμού, ξανά εκ μέρους της Γερμανίας (επιδότηση/dumping εργατικού κόστους, ανάπτυξη εις βάρος των «εταίρων» της κ.α.), θα προκαλέσει αργά ή γρήγορα τη διάσπαση της Ευρωζώνης.

Κατά την άποψη μας η διέξοδος, η λύση της Ευρώπης δηλαδή, δεν είναι άλλη από τη «συμμετρική» εξέλιξη, από την «ταιριαστή», την αρμονική ανάπτυξη καλύτερα των κρατών-μελών της όπου, οι μέχρι σήμερα πλεονασματικές χώρες, όπως η Γερμανία και η Ολλανδία, θα αποδεχθούν μεγαλύτερα ελλείμματα - έτσι ώστε οι «ελλειμματικές» χώρες, όπως η Ισπανία και η Ελλάδα, να μπορούν να μειώσουν τα δικά τους.

Για παράδειγμα, μόνο εάν αυξήσει την εσωτερική της κατανάλωση η Γερμανία, μειώνοντας τους φόρους και αυξάνοντας τους μισθούς των εργαζομένων της, εισάγοντας παράλληλα προϊόντα από την Ελλάδα και επενδύοντας στη χώρα μας (αντί στην Κίνα ή αλλού), θα υπάρξει ταυτόχρονη, αρμονική ανάπτυξη και στις δύο χώρες. Στην περίπτωση αυτή είναι εύλογο ότι, η Ελλάδα θα περιόριζε τα ελλείμματα της, χωρίς να υποχρεωθεί σε ύφεση - η οποία θα είχε σαν αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, τη μείωση των εισαγωγών της από τη Γερμανία.   

Στην αντίθετη περίπτωση, εάν δηλαδή δεν υπάρχει η βούληση για συμμετρική εξέλιξη, για μία αρμονική ανάπτυξη, η οποία θα οδηγήσει στην πολιτική ένωση της Ευρώπης, είναι καλύτερα να διασπασθεί άμεσα η Ευρωζώνη, με δική της πρωτοβουλία - «υποχωρώντας» ίσως στην προηγούμενη της κατάσταση (ΕΟΚ), με την υιοθέτηση των εθνικών νομισμάτων εκ μέρους όλων των μελών της, τα οποία πλέον θα συνιστούν μία απλή ζώνη ελευθέρου εμπορίου (μαζί με τη Ρωσία).  

Εάν πραγματοποιηθεί τελικά κάτι τέτοιο, εάν κριθεί δηλαδή ότι δεν υπάρχει βούληση για πραγματική ένωση και ανεξαρτητοποιηθούν οι χώρες της Ευρωζώνης, τότε μάλλον θα συμβεί εντός του 2011  - αφού τότε λήγουν τα δεκαετή ομόλογα πολλών κρατών-μελών, τα οποία ελήφθησαν αμέσως μετά την προσχώρηση τους στο κοινό νόμισμα (Πίνακας Ι).

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Λήξη ομολόγων του δημοσίου σε δις €, με ημερομηνία καταγραφής τις 17.11.2010

Χώρα
*2011
2012
2013
2014
2015






Ιρλανδία
10,640
5,876
6,028
11,857
0,191
Ελλάδα
38,872
31,735
27,722
31,535
51,386
Πορτογαλία
28,156
9,454
9,768
15,370
11,922
Ισπανία
128,312
73,653
66,192
46,887
37,926
Ιταλία
264,601
144,399
123,745
90,821
122,241
Πηγή: Bloomberg
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
* Το έτος της μητέρας των κρίσεων

Όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι, ειδικά όσον αφορά τους επομένους υποψηφίους εισόδου στον Ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης, την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ιταλία, το 2011 (δέκα έτη δηλαδή μετά την είσοδο τους στην Ευρωζώνη), είναι το χρονικό σημείο με τις μεγαλύτερες απαιτήσεις, σε σχέση με το δανεισμό τους. Τα ποσά που καλούνται αυτό το χρόνο να αναχρηματοδοτήσουν είναι πάρα πολύ μεγάλα, με το σύνολο σχεδόν της «δύσης» (Ιαπωνία, ΕΕ, Η.Π.Α.) στη δίνη του χρέους, οπότε τα πάντα μπορεί να συμβούν – τόσο στις ίδιες (χρεοκοπία, ΔΝΤ), όσο στην Ευρωζώνη (διάσπαση) και στον πλανήτη (πόλεμος).

Παραδόξως, ο δανεισμός της Ελλάδας είναι σωστά διαμοιρασμένος και στα πέντε έτη, γεγονός που συνηγορεί στο ότι η χώρα μας, σε αντίθεση με την Ισπανία και την Ιταλία, εισήλθε σωστά στην Ευρωζώνη - πληρώνοντας όμως αργότερα ακριβά τη συμμετοχή της, με τη μείωση της ανταγωνιστικότητας της (παράλληλα με τη σπατάλη του κρατικού μηχανισμού, η οποία προήλθε από την εύκολη πρόσβαση του δημοσίου στις αγορές, με χαμηλά επιτόκια δανεισμού, λόγω της υιοθέτησης του κοινού νομίσματος)           

Περαιτέρω, η «κατά περίπτωση» υιοθέτηση ενός εθνικού νομίσματος, όπως αυτή συζητείται τόσο για την Ελλάδα (δραχμή), όσο και για τη Γερμανία (μάρκο), δεν οδηγεί πουθενά - ενώ είναι απολύτως «ουτοπική», αφού στη μεν Ελλάδα θα είχε σαν αποτέλεσμα την «εκτόξευση» του χρέους σε ευρώ (δημοσίου και ιδιωτικού), λόγω «ραγδαίας» υποτίμησης της δραχμής, ενώ στη Γερμανία την καταβαράθρωση των εξαγωγών (65% στην ΕΕ), λόγω αθρόας ανατίμησης του μάρκου. Μόνο μία «ελεγχόμενη» λοιπόν, μία μεθοδική και προγραμματισμένη έξοδος όλων των μελών από την Ευρωζώνη, «κοινή συναινέσει», θα μπορούσε να έχει κάποιες ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας.    

Ολοκληρώνοντας την εισαγωγή μας, την οποία αυτή τη φορά ξεκινήσαμε με τα συμπεράσματα που θα τεκμηριώσουμε στη συνέχεια, θεωρούμε ότι καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν είναι τόσο ισχυρή για να μπορέσει να αντιμετωπίσει μόνη της τις διαρκείς επιθέσεις του ΔΝΤ, του Κερδοσκοπικού Κεφαλαίου και της Κίνας. Πόσο μάλλον αφού, τα τεράστια προβλήματα της μέχρι σήμερα σύνδεσης των διαφόρων ευρωνομισμάτων με το ύπουλα ισχυρό «γερμανικό ευρώ», ταυτόχρονα με την αδυναμία άσκησης αυτόνομης «συναλλαγματικής πολιτικής», εκ μέρους των κεντρικών τραπεζών των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, θα οδηγούσαν όποια χώρα επιθυμούσε να εξέλθει «ηρωικά» μόνη της, στην απόλυτη οικονομική καταστροφή – εάν όχι, στην πλήρη εξάρτηση της «από τρίτους».

ΟΙ ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΝΤ

Όπως έχουμε αναφέρει στο παρελθόν, οι σύνδικοι του διαβόλου, το ΔΝΤ δηλαδή, από το 1971 και μετά (κατάργηση του κανόνα του χρυσού), είναι όργανο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής – επομένως, των πολυεθνικών της Wall Street. Μετά την αποτυχία του τώρα στη Λατινική Αμερική (Η άλωση της Βραζιλίας), καθώς επίσης στις αναπτυσσόμενες χώρες (Ασία κλπ), έμεινε ουσιαστικά χωρίς αντικείμενο. Τόσο αυτό λοιπόν, όσο και η «σκοτεινή δύναμη» πίσω του (η Παγκόσμια Τράπεζα), αντιμετώπιζαν σοβαρότατα οικονομικά προβλήματα (άρθρο μας: Σκάκι με το διάβολο).

Στα πλαίσια αυτά, οι Η.Π.Α. «επιτέθηκαν» τόσο στην Ευρώπη (κυρίως), όσο και αλλού, δια μέσου της πώλησης των ενυπόθηκων δανείων χαμηλής εξασφάλισης (CDOS) - διαπράττοντας τη μεγαλύτερη ληστεία όλων των εποχών. Εξήγαγαν λοιπόν τα προβλήματα τους σε ολόκληρο τον κόσμο, καταστρέφοντας τεράστιες ποσότητες χρημάτων και οδηγώντας αρκετές χώρες στο χείλος του γκρεμού.

Στη συνέχεια, εμφανίστηκε το ΔΝΤ σαν «ο από μηχανής Θεός», εν πρώτοις στην Ανατολική Ευρώπη και αργότερα στην Ευρωζώνη – από την πόρτα που του άνοιξε πρώτη η Ελλάδα, όταν βρέθηκε στο «μάτι του κυκλώνα». Η «κερκόπορτα» αυτή ανοίχθηκε με την αυθαίρετη πρωτοβουλία της Ελληνικής κυβέρνησης, η οποία ουσιαστικά προσκάλεσε μόνη της το ΔΝΤ - με την ανοχή δυστυχώς, αν όχι με τη συμμετοχή, της κυρίας Merkel.

Ο σοσιαλιστής ηγέτης τώρα του ΔΝΤ, κατάφερε να «αποβιβαστεί» στην Ευρώπη, πείθοντας τη γερμανίδα καγκελάριο για τις αγαθές του προθέσεις (ή, ίσως, συνεργαζόμενος μυστικά μαζί της), έχοντας φυσικά εξασφαλίσει την αμέριστη «συμπαράσταση» του Έλληνα πρωθυπουργού. Λίγους μήνες αργότερα, αφού προηγουμένως είχε εγκατασταθεί μόνιμα η σκιώδης κυβέρνηση στην Αθήνα, «αποκρατικοποιώντας» την εξουσία, διεύρυνε τις μεθοδικές επιθέσεις του, με τη βοήθεια των συμβατικών αμερικανικών όπλων (εταιρείες αξιολόγησης κλπ) και της ευρωπαϊκής κυβερνητικής «ανεπάρκειας».

Έτσι λοιπόν εισέβαλλε τελικά στη δεύτερη χώρα της Ευρωζώνης, στην Ιρλανδία, η οποία όμως, αυτή τη φορά, δεν το ζήτησε μόνη της, όπως η Ελλάδα, αλλά της επιβλήθηκε «εκ των άνω». Φυσικά θα ακολουθήσουν και άλλες χώρες (Πορτογαλία, Ισπανία, Βέλγιο, Ιταλία κλπ), αφού πλέον το ΔΝΤ έχει βρει μία πολύ πιο «αποδοτική» δραστηριότητα, από αυτήν που είχε μέχρι σήμερα (εάν φυσικά δεν εμποδιστεί από τη Γερμανία, την Κίνα, τη Ρωσία ή όποιον άλλο «ανταγωνιστή» του). 

Συνεχίζοντας, τα ποσά που δανείζει το ΔΝΤ είναι πλέον σε «τοκογλυφική» συνεργασία με την Κομισιόν και την ΕΚΤ, είναι πολύ πιο μεγάλα από τα συνήθη (για παράδειγμα στη Βραζιλία, σε μία πάμπλουτη σε υπέδαφος και ενέργεια χώρα των 190 εκ. κατοίκων, είχε περιορισθεί στα περίπου 30 περίπου δις $), ενώ χρησιμοποιούνται φρεσκοτυπωμένα, πληθωριστικά δολάρια, χωρίς αντίκρισμα (η ανοδική πορεία της τιμής του χρυσού, είναι η καλύτερη απόδειξη της απαξίωσης του δολαρίου). Μπορεί λοιπόν να αυξάνει απεριόριστα τα κεφάλαια του, χωρίς καθόλου να προβληματίζεται για την εύρεση τους, όπως οι «εταίροι» του στην Ευρωζώνη – οι οποίοι, κάποια στιγμή, θα δυσκολευθούν να το ακολουθήσουν, με όλα όσα κάτι τέτοιο συνεπάγεται για το μέλλον τους.        

Ο στόχος του φαίνεται να είναι, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η υποδούλωση των χωρών-πελατών του, δια μέσου της κατάληψης της σκιώδους εξουσίας (ειδικά των εκάστοτε υπουργείων οικονομικών), η πλουσιοπάροχη αμοιβή των στελεχών του (δεν πληρώνουμε μόνο τόκους, αλλά και υψηλούς μισθούς στο ΔΝΤ), η λεηλασία των κερδοφόρων δημοσίων επιχειρήσεων από τις πολυεθνικές-εντολοδόχους του, καθώς επίσης η κερδοφόρα εγκατάσταση των ξένων εταιρειών - σε χώρες που «επιβάλλει» το ίδιο αφενός μεν μία εκτεταμένη φοροαποφυγή, αφετέρου δε μία τεράστια «συμπίεση» των αμοιβών των εργαζομένων, η οποία καταλήγει στην εξαθλίωση της πλειοψηφίας τους.  

Φυσικά, το «Ταμείο» είναι πλήρως οργανωμένο, ενώ έχει την ικανότητα «χειρισμού» της κοινής γνώμης, δια μέσου της «χειραγώγησης» κάποιων ΜΜΕ, ορισμένων «επιφανών» συνδικαλιστών και γενικότερα των περισσοτέρων από αυτούς που εκπροσωπούν τους ονομαζόμενους «κοινωνικούς εταίρους».

Σε γενικές γραμμές δε το φοβισμένο, το «παγωμένο» στη θέση του και άβουλο πλήθος, δεν αντιδράει αμέσως – συνήθως πολύ αργότερα, όταν είναι πλέον αδύνατον να αντιστραφούν τα αποτελέσματα. Για παράδειγμα, το «πλήθος» στην Αργεντινή βγήκε τότε μόνο στους δρόμους, όταν η χώρα είχε λεηλατηθεί και χρεοκοπήσει, μετά από αρκετά χρόνια δραστηριοποίησης των συνδίκων του διαβόλου.   

Κλείνοντας, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, “Όταν μία αντιπροσωπεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου «επισκέπτεται» μία χώρα, θέτοντας σαν προϋπόθεση για την εκχώρηση δανείων τον περιορισμό των κοινωνικών και λοιπών δαπανών, η διαφορά δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλη, σε σχέση με τη φυσική καταστροφή που θα προκαλούσε ένας βομβαρδισμός εκ μέρους του ΝΑΤΟ.

Το ΔΝΤ απαιτεί το κλείσιμο νοσοκομείων, σχολείων και βιομηχανιών, με ένα πολύ χαμηλότερο κόστος «εισβολής» για τη Δύναμη που εκπροσωπεί, από αυτό που θα είχε ο ανελέητος βομβαρδισμός των νοσοκομείων, των σχολείων και των βιομηχανιών - όπως στο παράδειγμα της Γιουγκοσλαβίας. Το αποτέλεσμα όμως, για τη χώρα «υποδοχής» του, είναι σχετικά το ίδιο: Η απόλυτη καταστροφή της” (M.Chossudovsky).

Η ΕΠΕΛΑΣΗ ΤΗΣ ΚΙΝΑΣ

Αναλύοντας τις κινήσεις της «κίτρινης» υπερδύναμης, είναι εμφανές ότι προσπαθεί, όσο καλύτερα μπορεί, να εκμεταλλευθεί την  ευρωπαϊκή κρίση χρέους - εντελώς διαφορετικά όμως, από τους Η.Π.Α./ΔΝΤ και τη Γερμανία.

Τους περασμένους μήνες λοιπόν η Κίνα παρουσιάστηκε στην Ελλάδα, στην Ιταλία, στην Ιρλανδία, στην Πορτογαλία, στη Βρετανία και στην Ισπανία, σαν το «λευκό ιππότη» - σαν το σωτήρα στην ανάγκη καλύτερα, έναν καινούργιο «μνηστήρα», ο οποίος δεν παρέμεινε αδιάφορος, όταν κάποια κράτη-μέλη της Ευρωζώνης βρέθηκαν να αντιμετωπίζουν μεγάλες οικονομικές δυσκολίες. Oπως είπε δε ο πρωθυπουργός, ο κ. Wen Jiabao, «Θα προσφέρουμε περαιτέρω βοήθεια και θα βοηθήσουμε ορισμένες χώρες να ξεπεράσουν τις δυσκολίες τους».  

Οι Κινέζοι, διαθέτοντας πάνω από 2,4 τρις $ συναλλαγματικά αποθέματα και φοβούμενοι πλέον τις τοποθετήσεις τους στα αμερικανικά ομόλογα δημοσίου, εν όψει πιθανού πληθωρισμού στις Η.Π.Α., αναζητούν εναγωνίως δυνατότητες διασποράς των επενδύσεων τους. Έτσι λοιπόν, οι πρόσφατοι προβληματισμοί των υπερχρεωμένων, μικρότερων χωρών της «περιφέρειας» του Ευρώ, οι οποίες αναζητούν πάση θυσία λύσεις, υποδεχόμενες με ευγνωμοσύνη τον οποιονδήποτε επενδυτή, ταιριάζουν απόλυτα στα σχέδια της απολυταρχικής Κίνας – αν και στο κέντρο της Ευρώπης, στις πλεονασματικές χώρες της, η προθυμία των Κινέζων αντιμετωπίζεται με αυξανόμενο σκεπτικισμό. «Η Κίνα εξαγοράζει την Ευρώπη και εμείς οι Ευρωπαίοι πουλάμε την ψυχή μας στο διάβολο», είπε πρόσφατα στις Βρυξέλες ο Γερμανός επίτροπος κ. G.Oettinger.

Μετά την Αφρική (κυρίως εξαγορά γης, για την εξόρυξη πρώτων υλών) και την Ασία, η Κίνα «προωθείται» ραγδαία στη «γηραιά ήπειρο», μέσα από την αδύναμη, νότια περιφέρεια της, αναζητώντας ουσιαστικά εναλλακτικές αγορές γα την πώληση των προϊόντων της – σε αντίθεση με τις Η.Π.Α./ΔΝΤ, οι οποίες έχουν μία εντελώς διαφορετική στρατηγική. Ξεκινώντας από την Ιταλία (άρθρο μας: Η κινεζική επιδημία), από την οποία εφοδιάζει την κεντρική Ευρώπη, διεύρυνε την παρουσία της στην Ελλάδα, στο λιμάνι του Πειραιά, δια μέσου της Cosco (προγραμματίζεται αντίστοιχη επένδυση στην Κρήτη, στο χωριό Κόκκινος Πύργος), αποσκοπώντας στην ευρύτερη αγορά των Βαλκανίων. Ίσως οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι, τόσο η Γερμανία, όσο και η Ολλανδία, σε καμία περίπτωση δεν θα επέτρεπαν τη συμμετοχή των Κινέζων στο λιμάνι του Αμβούργου ή του Ρότερνταμ.   

Ο Wen Jiabao ανακοίνωσε επί πλέον, την πρόθεση του να αγοράσει ομόλογα του δημοσίου, όταν βέβαια η Ελλάδα επιστρέψει στις αγορές (απαγορεύεται ρητά από το ΔΝΤ-μνημόνιο ο δανεισμός της χώρας μας από άλλους, κατά το χρονικό διάστημα ισχύος του!). Ο πρωθυπουργός της Ιταλίας τον υποδέχθηκε φωτίζοντας προς τιμήν του κόκκινο το Κολοσσαίο, η Κίνα αγόρασε ομόλογα του ισπανικού δημοσίου αξίας 625 δις $ και, όπως λέγεται, συμμετείχε κατά 20% στην πρόσφατη έκδοση/πώληση ομολόγων της Πορτογαλίας.  

Στην Πορτογαλία, οι κινεζικές επιχειρήσεις ενδιαφέρονται για χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και ενεργειακές εταιρείες - πρόσφατα η «Energias de Portugal» (EDP)  υπέγραψε συμφωνία συνεργασίας με την «China Power International», ενώ συζητούνται συμμετοχές κινεζικών τραπεζών στις πορτογαλικές Millenium BCP (από την Industrial and Commercial Bank of China) και BPI (από την Bank of China).

Στη Μ. Βρετανία, ήδη από το 2005, η κρατική αυτοκινητοβιομηχανία Nanjing Automobile Group εξαγόρασε τα υπόλοιπα της χρεοκοπημένης MG Rover, ενώ σχεδιάζεται η επαναλειτουργία του παλαιού εργοστασίου της στο Birmingham. Η δραστηριοποίηση των Κινέζων στη βρετανική αγορά ακινήτων είναι αρκετά σημαντική, με κέντρο βάρους το Λονδίνο, όπου πρόσφατα η Bank of China αγόρασε απέναντι από την κεντρική τράπεζα της Αγγλίας ένα τεράστιο ακίνητο, έναντι 150 εκ. $, μετατρέποντας το σε κεντρικό κατάστημα των ευρωπαϊκών της δραστηριοτήτων.

Στην Πολωνία, κινεζικές κατασκευαστικές εταιρείες ανέλαβαν κομμάτια της εθνικής οδού Βαρσοβίας-Λοντζ, τα οποία οφείλουν να είναι έτοιμα για τους αγώνες ποδοσφαίρου του 2012. Η China Overseas Engineering Group Company (η οποία έχει ήδη ανακοινώσει επέκταση των δραστηριοτήτων της στα δημόσια έργα της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας και της Ουγγαρίας), ανέλαβε την κατασκευή για λιγότερα χρήματα από το 30% που είχαν υπολογίσει οι Αρχές της Πολωνίας – με τους Ευρωπαίους κατασκευαστές να είναι εκτός εαυτού, ισχυριζόμενοι ότι η ασυναγώνιστη αυτή τιμή οφείλεται σε dumping.

Σε περιπτώσεις όπως αυτή της Πολωνίας, αφενός μεν «εισάγονται» εργάτες από την Κίνα, οι οποίοι πληρώνονται με βάση τον εκεί μισθό (περί τα 100 $ μηνιαία), αφετέρου δε η χρηματοδότηση των έργων προέρχεται από τις κρατικές τράπεζες της Κίνας, οι οποίες είναι «φθηνότερες» κατά 8-9% από τις αντίστοιχες Ευρωπαϊκές.

Χωρίς να επεκταθούμε λοιπόν περαιτέρω, στις πολυποίκιλες δραστηριότητες των Κινέζων στην Ευρώπη, η μελλοντική υπερδύναμη φαίνεται να έχει στο στόχαστρο την αγορά της ΕΕ - την οποία προσπαθεί να «καταλύσει» μέσω της συμμετοχής των κρατικών της επιχειρήσεων στις ιδιωτικές ευρωπαϊκές. Ταυτόχρονα δε, με την ανάληψη έργων υποδομής, σε τιμές που είναι αδύνατον να ανταγωνιστεί η δύση, καθώς επίσης μέσω της «εξαγοράς» πολιτικής ισχύος (άμυνα απέναντι σε ενδεχόμενο προστατευτισμό, μέσω υψηλών δασμών εκ μέρους της δύσης), με τη βοήθεια των επενδύσεων σε κρατικά ομόλογα.

Το γεγονός αυτό οφείλει να προβληματίσει κυρίως τη Γερμανία, αφού οι γερμανικές εξαγωγές στην Ευρώπη αποτελούν το 65% σχεδόν των συνολικών της. Ειδικότερα, το 80% των γερμανικών εξαγωγών «τιμολογούνται» σε Ευρώ, ενώ μόλις το 13% σε δολάρια. Επί πλέον, όπως φαίνεται από τον Πίνακα ΙΙ που ακολουθεί, πάνω από το 50% των γερμανικών εξαγωγών πραγματοποιούνται σε 10 χώρες της Ε.Ε. (άρα το ισχυρό Ευρώ ελάχιστα τις επηρεάζει), ενώ μόλις το 7,58% στις Η.Π.Α. (σχεδόν παντού οι εξαγωγές της υπερβαίνουν τις εισαγωγές, με συνολικό πλεόνασμα 196,5 δις €):

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Συνολικές εξαγωγές και εισαγωγές της Γερμανίας το 2007, σε δις €

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 
ΕΞΑΓΩΓΕΣ
ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ
**ΙΣΟΖΥΓΙΟ




Σύνολα παγκοσμίως
969,00
772,00
196,50




Γαλλία
93,90
64,90
29,00
Βρετανία
71,00
43,40
27,60
Ιταλία
65,10
44,30
20,80
Ολλανδία
62,40
64,30
-1,90
Αυστρία
52,80
32,80
20,00
Βέλγιο
51,40
38,80
12,60
Ισπανία
48,20
21,10
27,10
Πολωνία
36,10
24,10
12,00
Τσεχία***
26,00
26,20
-0,20
Ουγγαρία***
17,30
18,10
-0,80




Σύνολο
524,20
378,00
146,20




Η.Π.Α.
73,40
45,60
27,80
Ελβετία
36,40
29,80
6,60
Κίνα
29,90
54,60
-24,70
Ρωσία***
28,20
28,80
-0,60




Σύνολο
167,90
158,80
9,10
*       2007 σε δις €                                                                                   
**     Διαφορά εξαγωγών μείον τις εισαγωγές - πλεόνασμα ή έλλειμμα
***  Ουσιαστικά εισαγωγές από δικές της μονάδες – Έλλειμμα με Ρωσία λόγω πετρελαίου   
Πηγή: Γερμανική Στατιστική Υπηρεσία
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Για σύγκριση: Ελληνικές εξαγωγές 2007 = 17,2 δις (56 φορές χαμηλότερες)
Ελληνικές εισαγωγές 2007 = 53,4 δις (μόλις 14,5 φορές χαμηλότερες)

Οφείλει επίσης να προβληματίσει τις Η.Π.Α., ειδικά εάν η «επιδρομή» της υπερδύναμης, μέσω του ΔΝΤ, βρεθεί αντιμέτωπη με την εξέγερση εκείνων των λαών, οι οποίοι δεν έχουν καμία πρόθεση να παραχωρήσουν Εθνική Κυριαρχία, κατά το (πιθανότατα) ατυχές παράδειγμα της χώρας μας.  

ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΜΝΗΣΤΗΡΕΣ

Εκτός από τις Η.Π.Α. (ΔΝΤ) και την Κίνα, υπάρχουν δύο ακόμη μνηστήρες, οι οποίοι φιλοδοξούν να «απαγάγουν» την πολύφερνη «νύφη», την Ευρώπη: η Γερμανία και η Ρωσία. Η μεν πρώτη, με τη βοήθεια της ελεγχόμενης χρεοκοπίας των αδύναμων χωρών της Ευρωζώνης, μέσω της οποίας επιδιώκει την «αποικιοποίηση» τους, καθώς επίσης με την «κατάληψη» της διοίκησης της ΕΚΤ από τον δικό της κεντρικό τραπεζίτη, επιθυμεί την εκπλήρωση του παλαιού της ονείρου: την ανάδειξη της στην ηγεσία της Ευρασίας (άρθρο μας). 

Ο δε τέταρτος μνηστήρας, η Ρωσία, μάλλον «καιροφυλακτεί», περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία να επέμβει - στηριζόμενη στην ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης, καθώς επίσης στην «αμυντική» της αδυναμία. Όπως έχουμε όμως αναφέρει, η πρόσφατη πρόταση του κ.Putin, για τη δημιουργία μίας ελεύθερης ζώνης εμπορίου, η οποία θα συμπεριελάμβανε τις χώρες της Ε.Ε. και τη Ρωσία, δεν φαίνεται να βρήκε σύμφωνη την παρούσα γερμανική κυβέρνηση – παρά το ότι «προωθήθηκε» από τον πρώην Γερμανό καγκελάριο κ.Schroeder, με την έγκριση των γερμανών τραπεζιτών και βιομηχάνων.

Εν τούτοις, ανεξάρτητα από τις όποιες αντιρρήσεις της ηγέτιδας δύναμης της ΕΕ, η οποία μάλλον δεν θα ήθελε να χάσει το «παιχνίδι» ή, έστω, να «καθαιρεθεί» στη δεύτερη θέση, καθώς επίσης ανεξάρτητα από τις πραγματικές προθέσεις της Ρωσίας, η πρόταση της αξίζει να μελετηθεί σοβαρά. Ενδεχομένως θα αποτελούσε μία ιδανική λύση, αφού αφενός μεν θα λειτουργούσε υπέρ της ενεργειακής αυτονομίας της περιοχής, αφετέρου υπέρ της «αμυντικής» ανεξαρτησίας της – ταυτόχρονα με πολλά άλλα πλεονεκτήματα (επενδύσεις από και προς τη Ρωσία, ανάπτυξη, αυτάρκεια κλπ).

Υποθέτουμε βέβαια ότι, ένα τέτοιο γεγονός δεν θα ενθουσίαζε τις Η.Π.Α., ιδιαίτερα μετά την απόβαση του ΔΝΤ στην Ευρώπη. Επίσης μάλλον όχι την Κίνα, η οποία διαθέτει ήδη δύο μεγάλες «μονάδες» εφοδιασμού της Ευρώπης - στην Ιταλία και στην Ελλάδα. Όμως, αυτό που ενδιαφέρει όλους εμάς τους Ευρωπαίους είναι αναμφίβολα το καλύτερο δυνατόν για την περιοχή μας, σε συνθήκες ελευθερίας, ανεξαρτησίας και ειρήνης – χωρίς να σημαίνει ότι δεν πρέπει να είμαστε προσεκτικοί ή να μην αναλαμβάνουμε κανενός είδους ρίσκο.
        
Η ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΩΝ ΑΓΟΡΩΝ

Όπως έχουμε ήδη αναλύσει (Πρώσοι, Γαλάτες και Σάξονες),  οι νομισματικές ενώσεις έχουν «ιστορικά» περιορισμένη διάρκεια. Ένα πρώτο παράδειγμα είναι η «Σκανδιναβική νομισματική ένωση» (1873), στην οποία συμμετείχαν η Σουηδία, η Νορβηγία, η Δανία και η Ισλανδία. Τα θεσμικά μέτρα ενσωμάτωσης των τεσσάρων χωρών αμελήθηκαν, η ποσότητα των χρημάτων που «κυκλοφορούσε» η κάθε χώρα οριζόταν από τη δική της επί μέρους Οικονομία και η «συνθήκη σταθερότητας», σχετικά ανάλογη του συμφώνου του Μάαστριχτ, έπαψε κάποια στιγμή να τηρείται. Η ένωση κατέρρευσε τελικά το 1920, μετά από 47 συνεχή έτη λειτουργίας.

Ένα δεύτερο παράδειγμα είναι η «Λατινική νομισματική ένωση», η οποία ιδρύθηκε το 1865 - συμμετείχε αργότερα (1868) και η  Ελλάδα. Οι υπόλοιπες χώρες ήταν η Ελβετία, το Βέλγιο, η Γαλλία και η Ιταλία, ενώ κατέρρευσε κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου.

Φυσικά η ΕΕ έχει μία πολύ σημαντική διαφορά, σε σχέση με τις προαναφερθείσες νομισματικές ενώσεις: μία κοινή, ευέλικτη αγορά εμπορευμάτων και υπηρεσιών, αντίστοιχη με αυτήν των Η.Π.Α. – τη μοναδική άλλη «ένωση» με τα ίδια τα χαρακτηριστικά. Εν τούτοις, στις Η.Π.Α. είναι αδύνατον να «αποσχισθεί» κάποια Πολιτεία, όπως για παράδειγμα η υπερχρεωμένη Καλιφόρνια, αποδυναμώνοντας το δολάριο – κάτι που δυστυχώς, παρά το ότι θεωρούταν αυτονόητο μέχρι σήμερα στην ΕΕ, έχει πάψει να είναι (το αργότερο μετά τις έντονα εγωκεντρικές δηλώσεις της γερμανίδας καγκελαρίου, σε σχέση με την «εκδίωξη» όποιας χώρας δεν τηρεί τους συμφωνημένους κανόνες).

Οι «αγορές» λοιπόν, έτσι όπως τις έχουμε παρουσιάσει στο άρθρο μας «Επικίνδυνα Παιχνίδια», οι διεθνείς επενδυτές δηλαδή (τα κερδοσκοπικά κεφάλαια, τα οποία ουσιαστικά «εκπροσωπούνται» ελάχιστα από το ΔΝΤ), δεν καταλαβαίνουν πως είναι δυνατόν να συνυπάρχουν μακροπρόθεσμα, σε μία νομισματική ένωση, χώρες όπως η Γερμανία και η Ισπανία.

Επί πλέον, ούτε η Γερμανία, αλλά ούτε και η Ισπανία είναι σε θέση να εξηγήσουν, πως ακριβώς θα λειτουργήσει η απαιτούμενη διαδικασία «αρμονικής ανάπτυξης», εντός του χώρου του Ευρώ. Πως δηλαδή θα καταφέρουν να αναπτυχθούν παράλληλα οι πλεονασματικές με τις ελλειμματικές χώρες της Ευρωζώνης, στηριζόμενες σε μία κοινή νομισματική πολιτική, η οποία δεν θα αναγκάσει σε χρεοκοπία τα αδύναμα κράτη, δεν θα δημιουργήσει φούσκες (στη Γερμανία ήδη απαιτούνται υψηλότερα επιτόκια), και δεν θα επιβαρύνει δυσανάλογα τις ισχυρές οικονομίες, υποθάλποντας την διεθνή ανταγωνιστικότητα τους.       

Έτσι λοιπόν, για όσο χρονικό διάστημα τόσο η Γερμανία (η Ολλανδία κλπ), όσο και η Ισπανία (η Ελλάδα κλπ) δεν μπορούν να δώσουν σωστές εξηγήσεις και  συνεχίζουν να ακολουθούν διαφορετικούς δρόμους, τόσο περισσότερο οι «αγορές» θα στοιχηματίζουν στη διάλυση της Ευρωζώνης – οδηγώντας τα επιτόκια δανεισμού των κρατών-μελών της, καθώς επίσης τα ασφάλιστρα κινδύνου, σε όλο και υψηλότερα επίπεδα. Πόσο μάλλον αφού πλέον οι διεθνείς επενδυτές προσθέτουν το δημόσιο με το ιδιωτικό χρέος των κρατών, όπως θα αναλύσουμε στη συνέχεια.

Ολοκληρώνοντας, επειδή τα ομόλογα του δημοσίου δεν αποτελούν πλέον ασφαλή επένδυση για τις «αγορές», η τεράστια «αδρανής» ρευστότητα, η οποία αυξήθηκε ακόμη περισσότερο από την επεκτατική πολιτική των κεντρικών τραπεζών (κυρίως της Fed, καθώς επίσης των τραπεζών της Αγγλίας και της Ιαπωνίας), χωρίς να κατευθυνθεί στην πραγματική οικονομία, θα τοποθετηθεί πιθανότατα στις μετοχές εκείνων των πολυεθνικών επιχειρήσεων (μεγάλες φαρμακευτικές, ενεργειακές, εταιρείες υποδομών κλπ), οι οποίες είναι αφενός περισσότερο ασφαλείς από τα υπερχρεωμένα κράτη, αφετέρου προσφέρουν υψηλά μερίσματα – πολλές φορές μεγαλύτερα από τα επιτόκια των ομολόγων, ενώ παρέχουν επίσης δυνατότητες κεφαλαιακών κερδών, από ενδεχόμενη αύξηση της αξίας των μετοχών τους (ιδιαίτερα όταν προβλέπεται μεγάλος πληθωρισμός, εισαγόμενος από την Ασία).

Επομένως, οι πολυεθνικές επιχειρήσεις θα ενδυναμωθούν ακόμη περισσότερο, εξαγοράζοντας η μία την άλλη με τα φθηνά χρήματα που έχουν στη διάθεση τους - με τελικό στόχο τη μονοπωλιακή τους επικράτηση. Παράλληλα, θα ισχυροποιηθούν επίσης οι αναπτυσσόμενες οικονομίες (Ρωσία, Βραζιλία, Κίνα κλπ), οι οποίες προσελκύουν όλο και περισσότερο τα κερδοσκοπικά κεφάλαια - τα οποία «μεταναστεύουν» εκεί, λόγω των μεγάλων μελλοντικών προοπτικών κερδοφορίας τους.          

Η ΑΛΛΗΛΕΞΑΡΤΗΣΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΧΡΕΩΝ

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία σχετικά με το ότι, οι κρίσεις της Ισπανίας και της Ελλάδας είναι διαφορετικής φύσης. Η κρίση της Ελλάδας είναι αυτή που πάντοτε φοβόταν η Κομισιόν, προσπαθώντας να την εμποδίσει με την υιοθέτηση των κανόνων του Συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης – η ανευθυνότητα δηλαδή του δημοσίου τομέα της χώρας μας, η οποία παρέμενε τα τελευταία χρόνια «κρυφή», με το τέχνασμα της παράδοσης «αλλοιωμένων» στατιστικών στοιχείων (δημιουργική λογιστική κλπ).

Αντίθετα, η κρίση της Ισπανίας είναι εντελώς διαφορετική, αφού οφείλεται στην υπερχρέωση του ιδιωτικού τομέα. Τόσο οι ιδιώτες επενδυτές εκεί, όσο και οι επιχειρήσεις, υπερχρεώθηκαν στα πλαίσια μίας τεράστιας υπερβολής (φούσκας) ακινήτων η οποία, όταν «έσπασε», είχε σαν αποτέλεσμα τόσο την ανεργία (20%), όσο και τη γνωστή μας τραπεζική κρίση – αφού οι οφειλέτες αδυνατούσαν να αποπληρώσουν τα χρέη που δημιούργησαν, αγοράζοντας «επί πιστώσει» υπερεκτιμημένα ακίνητα (ή κατασκευάζοντας πολύ περισσότερα, σε σχέση με τις ανάγκες της αγοράς),  

Οι εθνικές κυβερνήσεις τώρα αυτών των χωρών (Ισπανία, Ιρλανδία, Βέλγιο κλπ) αποφάσισαν να διασώσουν τον τραπεζικό τους τομέα, αναλαμβάνοντας τα επισφαλή χρέη του, εις βάρος τόσο των προϋπολογισμών, όσο και των Πολιτών τους. Αυτός είναι και ο λόγος που οι διεθνείς επενδυτές προσθέτουν πλέον τα δημόσια με τα ιδιωτικά χρέη, για πρώτη φορά, αφού σε τελική ανάλυση τα κράτη ανέλαβαν τις υποχρεώσεις των τραπεζών τους. Εδώ ακριβώς ευρίσκεται και το μεγάλο πλεονέκτημα της Ελλάδας, η οποία έχει συγκριτικά πολύ χαμηλό συνολικό χρέος (Πίνακας ΙΙΙ):

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙΙ: Συνολικό χρέος 2008 επιλεγμένων κρατών, σε σχέση (%) με το ΑΕΠ

Χώρα
Συν.Χρέος
Τράπεζες
Επιχειρήσεις
Νοικοκυριά
Δημόσιο






Βρετανία
469
202
114
101
52
Ιαπωνία
459
108
96
67
188
Ισπανία
342
75
136
85
47
Ν. Κορέα
331
108
115
80
37
Ελβετία
313
84
75
118
37
Γαλλία
308
81
110
44
73
Ιταλία
298
77
81
40
101
Η.Π.Α.
290
56
78
96
60
Γερμανία
274
76
66
62
69
Καναδάς
245
47
54
84
60
Ελλάδα*
230










Κίνα
159
18
96
12
32
Βραζιλία
142
33
30
13
66
Ινδία
129
11
42
10
66
Ρωσία
71
16
40
10
5






Ιρλανδία*
700




Ισλανδία*
1.189




Πηγή: McKinsey Global Institute   
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
* Δεν έχουμε στη διάθεση μας αναλυτικά στοιχεία, υπάρχει όμως το σύνολο.
Σημείωση 1: Τα μεγέθη έχουν σε κάποιο βαθμό διαφοροποιηθεί το 2009, όπως έχουμε αναφέρει σε πίνακες προηγουμένων άρθρων μας
Σημείωση 2: Το ιδιωτικό χρέος είναι το σύνολο του χρέους των τραπεζών, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, εκτός του δημοσίου.  

Παρά το ότι λοιπόν η Ισπανία τήρησε τους κανόνες του συμφώνου σταθερότητας, υπάρχει πάντοτε η πιθανότητα χρεοκοπίας της, αφού η ανάληψη των χρεών του ιδιωτικού τομέα θα «εκβάλλει» τελικά σε τεράστια ελλείμματα προϋπολογισμού, όπως συνέβη στην Ιρλανδία – οπότε στο δημόσιο χρέος της, το οποίο σύντομα θα ξεπεράσει αρκετά το 100% του ΑΕΠ της. Επομένως, υπάρχει πλέον εμφανής, «αρνητική» αλληλεξάρτηση δημοσίων και ιδιωτικών χρεών, με συνδετικό κρίκο τις εμπορικές τράπεζες.   

Οφείλουμε να συμπληρώσουμε εδώ ότι, οι πλεονασματικές χώρες, όπως η Γερμανία, οι οποίες αποταμιεύουν περισσότερα από αυτά που επενδύουν στην πραγματική τους οικονομία, είναι υποχρεωμένες να τοποθετούν τα πλεονάσματα τους, μέσω των τραπεζών τους, στο εξωτερικό. Έτσι λοιπόν εξηγείται γιατί οι γερμανικές τράπεζες έχασαν τόσο μεγάλα ποσά κατά την κρίση των subrimes, αλλά και το γιατί έχουν επενδύσει τόσο πολλά χρήματα σε ομόλογα του Ελληνικού δημοσίου, του Ιρλανδικού κλπ - με αποτέλεσμα η Γερμανία να είναι «ενεργό μέλος» της αλυσιδωτής «πυρηνικής αντίδρασης» που προβλέπεται για την Ευρωζώνη. Το ίδιο ισχύει φυσικά και για τις Γαλλικές τράπεζες, τις Ιταλικές κλπ.

Μόνο αυτός που δεν κατανοεί λοιπόν τις τεράστιες αυτές αλληλεξαρτήσεις, μπορεί να ισχυρισθεί ότι δεν υπάρχει κίνδυνος από μία ενδεχόμενη χρεοκοπία της Ελλάδας, για το ευρωπαϊκό ή το παγκόσμιο σύστημα, επειδή το μέγεθος της είναι μικρό σε σχέση με το αντίστοιχο της Ευρωζώνης. Αντίθετα, ακόμη και η Ουγγαρία είναι σημαντική για την Ευρωζώνη, αφού οι Αυστριακές τράπεζες είναι αυτές που τελικά θα επιβαρυνθούν τα όποια οικονομικά προβλήματα της χώρας.  

ΟΙ ΕΚΔΟΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΧΡΕΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ


Η εξέλιξη της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, παρά το ότι προφανώς οφείλεται σε οικονομικές αιτίες, καθορίζεται πρακτικά από το ότι, οι «επεξηγηματικές» εκδοχές, αυτές δηλαδή που φιλοδοξούν να εξηγήσουν τα επί μέρους αίτια, δεν ταιριάζουν μεταξύ τους. Όπως έχουμε λοιπόν αναφέρει στην αρχή  του κειμένου μας, διαφορετική εξήγηση της κρίσης δίνει η μία χώρα, διαφορετική η άλλη και διαφορετική οι επενδυτές – με αποτέλεσμα να επιλέγονται εντελώς αντικρουόμενες λύσεις και ενέργειες, από όλους τους «ενδιαφερομένους».     

Αναλυτικότερα, για τους Γερμανούς οι αιτίες της κρίσης επικεντρώνονται στην ανεύθυνη δημοσιονομική πολιτική της Ελληνικής κυβέρνησης (άλλων χωρών επίσης), η οποία οδήγησε τη χώρα στα τεράστια ελλείμματα του προϋπολογισμού της, καθώς επίσης στην «έκρηξη» των δημοσίων χρεών. Επομένως, κατά τη Γερμανία πάντοτε, η λύση είναι αυτή που πρότεινε η κυρία Merkel: η «ενίσχυση» των κανόνων σταθερότητας, οι οποίοι προβλέπονται από τη συνθήκη του Μάαστριχτ (έλλειμμα κάτω του 3%, δημόσιο χρέος στο 60% του ΑΕΠ), με την αυστηρή «τιμωρία» των κρατών που δεν συμμορφώνονται (έτσι ώστε να πάψουν να το κάνουν). «Πως όμως αλήθεια θα μπορέσουν να επιβιώσουν εκείνες οι χώρες οι οποίες, παρά το ότι είναι ελλειμματικές, θα επιβαρύνονται με ακόμη περισσότερες δαπάνες, από αυξημένους τόκους και πρόστιμα μη τήρησης των κανόνων του Μάαστριχτ;», αναρωτούνται οι αγορές.  


Για τους Ισπανούς τώρα, η αιτία της ίδιας κρίσης, είναι η ανεύθυνη συμπεριφορά των κερδοσκόπων, αφού η χώρα τήρησε επακριβώς τις υποχρεώσεις της απέναντι στην Ευρωζώνη, τα δέκα πρώτα χρόνια της συμμετοχής της σε αυτήν. Το δημόσιο χρέος της, σε σχέση με το ΑΕΠ της, είναι χαμηλότερο ακόμη και από το αντίστοιχο της Γερμανίας ή της Γαλλίας - οπότε η κερδοσκοπία με τα κρατικά ομόλογα της, είναι εντελώς αδικαιολόγητη. Η λύση επομένως που προτείνει, είναι η προστασία της Ευρωζώνης από τα κερδοσκοπικά κεφάλαια, με τη βοήθεια της θέσπισης ειδικών νομοθετικών μέτρων εναντίον τους. «Ξεχνάει όμως εμφανώς των ιδιωτικό της τομέα ο οποίος, σε αντίθεση με την Ελλάδα, είναι κάτι περισσότερο από υπερχρεωμένος - με την “εξυπηρέτηση” των δυσμενών αποτελεσμάτων του (ανεργία, τραπεζικές επισφάλειες κλπ) να απαιτεί την υπερβολική, απότομη χρέωση του δημοσίου», συμπεραίνουν οι αγορές.     

Υπάρχει όμως και μία τρίτη εκδοχή: αυτή των διεθνών επενδυτών, των αγορών δηλαδή, οι οποίες βλέπουν το χώρο του Ευρώ συνολικά και αναρωτούνται, κατά πόσον είναι η Ευρωζώνη «λειτουργική», αντιμετωπιζόμενη σαν ένα ολόκληρο «οικονομικό σύστημα». Παρατηρούν λοιπόν πολύ σωστά, επί πλέον των όσων έχουμε ήδη αναφέρει, ότι η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της Ισπανίας (της Ελλάδας, της Ιταλίας κλπ) έχει επιδεινωθεί τουλάχιστον κατά 30% σε σχέση με τη Γερμανία, τα τελευταία δέκα χρόνια που οι δύο χώρες συμμετέχουν στην ΟΝΕ. Ταυτόχρονα, δεν βλέπουν καμία πιθανότητα καλυτέρευσης της ανταγωνιστικότητας της Ισπανίας και των υπολοίπων χωρών του Νότου, οπότε συμπεραίνουν πως δεν είναι δυνατόν να περιορισθεί το δημόσιο χρέος τους.

Η λύση λοιπόν για τους ίδιους είναι η διάλυση της Ευρωζώνης - με την ταυτόχρονη υιοθέτηση των προηγουμένων εθνικών νομισμάτων από κάθε χώρα-μέλος, τα οποία θα επιτρέπουν την αύξηση της ανταγωνιστικότητας τους (μείωση για τη Γερμανία), δια μέσου της υποτίμησης των νομισμάτων τους. Ταυτόχρονα δε στοιχηματίζουν εύλογα στο ότι, η σταθερά «αναποφάσιστη» Γερμανία δεν θα μπορέσει να ανταπεξέλθει με τις απαιτήσεις του ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης, οπότε αυξάνονται σταδιακά τα επιτόκια και των δικών της ομολόγων.      

Υπάρχουν λοιπόν τρείς διαφορετικές «εκδοχές» και πολλά ερωτηματικά, σε σχέση με την κρίση χρέους της Ευρωζώνης, ενώ οφείλει κανείς να αναζητήσει τις σωστές απαντήσεις – αυτές δηλαδή που, εάν διαπιστωθεί η ορθότητα τους, θα βοηθήσουν τα μέγιστα στην υιοθέτηση μίας κοινά αποδεκτής, εφαρμόσιμης λύσης, η οποία με τη σειρά της θα καθησυχάσει τις «αγορές».

Για όσο διάστημα όμως δεν υπάρχουν οι απαντήσεις, αν και νομίζουμε ότι ταυτίζονται με τις θέσεις των κερδοσκόπων, οι «αγορές» δεν πρόκειται να σταματήσουν τις «επιθέσεις» - όσο και αν αυξηθούν τα κεφάλαια του ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης ή «συσκέπτεται» τα Σαββατοκύριακα η Ευρωζώνη, για να προλάβει το άνοιγμα των χρηματιστηρίων, λαμβάνοντας επιπρόσθετα, θεωρητικά μέτρα.     

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Κατά την άποψη μας, παρά το ότι σε περιόδους κρίσης αυξάνονται συνήθως τόσο τα ελλείμματα, όσο και τα χρέη (μέθοδος Keynes), η αντίθετη πολιτική, η υφεσιακή μείωση χρεών και ελλειμμάτων δηλαδή (όπως αυτή που ακολουθεί η Ελληνική κυβέρνηση, με βάση τις καταστροφικές εντολές του ΔΝΤ), οδηγεί σε κατά πολύ δυσμενέστερα αποτελέσματα.

Είναι άλλωστε γνωστό (οικονομικός κανόνας) ότι, σε περιόδους ανάπτυξης περιορίζεται το δημόσιο χρέος, αφού εισπράττονται φόροι σε συνεχώς υψηλότερο ΑΕΠ, ενώ αυξάνεται το ιδιωτικό χρέος – λόγω των μεγαλυτέρων επενδύσεων, καθώς επίσης της αυξημένης κατανάλωσης. Αντίθετα, σε περιόδους ύφεσης, μεγεθύνεται το δημόσιο χρέος (σε ποσοστιαία και απόλυτα νούμερα) ενώ περιορίζεται το ιδιωτικό. Επομένως όταν μία χώρα, όπως η Ελλάδα, με υπερχρεωμένο το δημόσιο τομέα και ελάχιστα δανεισμένο τον ιδιωτικό, εφαρμόζει την ακριβώς αντίθετη οικονομική πολιτική, είναι αδύνατον να καταπολεμήσει τα οικονομικά της αδιέξοδα.       

Εν τούτοις όμως, δεν ισχύουν τα ίδια για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης (για παράδειγμα, στην Ισπανία ο ιδιωτικός τομέας είναι υπερχρεωμένος, ενώ το δημόσιο όχι). Εκτός αυτού, ανεξάρτητα από τον παραπάνω οικονομικό κανόνα, πολλές υπερχρεωμένες χώρες κινδυνεύουν δυστυχώς με χρεοκοπία, εάν δεν ακολουθήσουν περιοριστική (υφεσιακή) δημοσιονομική πολιτική.

Η λύση των προβλημάτων λοιπόν, ειδικά στην Ευρωζώνη, ευρίσκεται κατά την άποψη μας στη συμμετρική ανάπτυξη των επί μέρους κρατών της – σε ένα διαφορετικό επομένως μοντέλο κοινής ανάπτυξης, το οποίο θα εξασφαλίζει τη σωστή κατανομή των αναπτυξιακών ωφελημάτων, χωρίς να έρχεται σε αντίθεση (συναλλαγματικοί πόλεμοι κλπ) με τον υπόλοιπο πλανήτη.  

Κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί, μόνο εάν τα πλεονάσματα των πλουσίων χωρών της Ευρωζώνης  μειωθούν, προς όφελος των ελλειμματικών κρατών της – εάν όχι με τη βοήθεια της «αγοράς» (μεγαλύτερη κατανάλωση των πλεονασματικών χωρών, επικεντρωμένη σε προϊόντα των ελλειμματικών), τότε με μία πολιτικά και δημοκρατικά ελεγχόμενη μεταφορά πόρων, από τις πλεονασματικές στις ελλειμματικές χώρες - η οποία όμως απαιτεί μία περισσότερο «διακρατική», ευρωπαϊκή σκέψη, αν όχι την απεριόριστη αλληλεγγύη των μελών της Ευρωζώνης μεταξύ τους, προς όφελος ολόκληρης της Ένωσης.

Έχοντας την ελπίδα λοιπόν ότι η Γερμανία, η οποία ουσιαστικά κρατάει τα «κλειδιά», δεν θα καταστρέψει την Ευρωζώνη, αφού κινδυνεύει και η ίδια να πληγεί ανεπανόρθωτα, καθώς επίσης ότι τελικά θα επικρατήσει η κοινή λογική, οφείλουμε να κάνουμε υπομονή, όπως και η χώρα μας, μέχρι να επιβεβαιωθεί το αισιόδοξο σενάριο της αρμονικής ανάπτυξης της ηπείρου μας. Στην αντίθετη περίπτωση, θα πρέπει να λειτουργήσουμε γρήγορα και αποφασιστικά, εκδιώκοντας μόνοι μας τους εισβολείς και ανακτώντας την Εθνική μας κυριαρχία – την ελευθερία και την ανεξαρτησία μας, όσες θυσίες και αν απαιτήσει κάτι τέτοιο, όσο και αν μας κοστίσει.       

Αθήνα, 05. Δεκεμβρίου 2010

Σχόλια