Υφεση ή ανάπτυξη στον ορίζοντα;

Tου Θοδωρη Πελαγιδη*
Τις τελευταίες εβδομάδες ή μήνες οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, φοβούμενες την «ελληνική ασθένεια», ανακοινώνουν δραστικές περικοπές στις κρατικές δαπάνες και η εντύπωση που επικρατεί είναι ότι αναμένεται ένας νέος γύρος δυσκολιών για τη διεθνή οικονομία.
Πράγματι, στην πιο επιβαρυμένη ευρωπαϊκή ήπειρο, η Ιταλία πρέπει να ανανεώσει 120,85 δισ. ευρώ σε ομόλογα και άλλα 104,22 δισ. ευρώ σε έντοκα γραμμάτια, με πληρωμή κουπονιών περίπου 23,62 δισ. ευρώ. Τα επιτόκια στα 10ετή ομόλογα της βελγικής κυβέρνησης έφτασαν στο 3,5% με ωριμότητα χρέους χειρότερη και από την ελληνική (6,5 έτη). Προβλήματα αναμένεται να αντιμετωπίσουν κι άλλες χώρες του «ευρωπαϊκού πυρήνα» όπως η Αυστρία λόγω της μαζικής έκθεσης των τραπεζών της στο «ουγγρικό πρόβλημα». Της Γαλλίας οι τράπεζες υπολογίζεται ότι είναι φορτωμένες με 75 δισ. ευρώ ελληνικών ομολόγων, ενώ συνολικά Ισπανία, Ελλάδα και Πορτογαλία υπολογίζεται ότι οφείλουν περί τα 2,2 τρισ. ευρώ σε ευρωπαϊκές τράπεζες. Μια ματιά στη συνολική –δηλαδή δημόσιος και ιδιωτικός τομέας της οικονομίας– έκθεση των ευρωπαϊκών μόνο τραπεζών (exposure of European banks) δείχνει τη σοβαρότητα της κατάστασης. 856 δισ. ευρώ οφείλει σε τράπεζες η Ισπανία, 637 η Ιρλανδία, 240 η Πορτογαλία και –μόλις– 188 η μικρή Ελλάς, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Τραπέζης Διεθνών Διακανονισμών (ΒΙS).

 

 
Η πρώτη προσπάθεια αντιμετώπισης της κατάστασης αυτής στην Ε. Ε. εκφράστηκε κυρίως μέσα από το αναγγελθέν πακέτο των 750 δισ. ευρώ, με σκοπό κυρίως να προστατευθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες, οι οποίες αντιμετωπίζουν πάλι ένα πάγωμα της διατραπεζικής αγοράς. Η δεύτερη προσπάθεια εκφράστηκε μέσω των λεγόμενων «τεστ αντοχής» (stress tests) των τραπεζών, που έχουν ήδη χαρακτηριστεί «χάιδεμα», καθώς όχι μόνον είναι ασκήσεις επί χάρτου, αλλά το κυριότερο, δεν αποκαλύπτουν το μέγεθος των χαρτιών με υποαξία στους ισολογισμούς των τραπεζών, γεγονός που έχει παγώσει την ευρωπαϊκή διατραπεζική.

 
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, οι στατιστικές για θέσεις εργασίας, κτηματαγορά και λιανικές πωλήσεις, δείχνουν ότι οι πιθανότητες, αν όχι για δεύτερη βουτιά της οικονομίας αλλά τουλάχιστον για μακρά και παρατεταμένη «ιαπωνοποίησή» της, αυξάνονται ραγδαία. Στο πλαίσιο αυτό, οι τρεις νέοι διορισμοί ως federal reserve governors της κυβέρνησης Ομπάμα δείχνουν ότι βρίσκεται επί θύρας άλλη μια μεγάλη προσπάθεια εκατοντάδων δισεκατομμυρίων νομισματικής διευκόλυνσης ώστε να συνεχίσει να στηρίζεται η αμερικανική οικονομία. Η αντίπαλη πλευρά των «αποπληθωριστών» και των αντι-κεϊνσιανών, με οπαδούς πλέον όχι μόνο στην ευρωπαϊκή ήπειρο αλλά και τους περισσότερους «παράγοντες» των αγορών στις ΗΠΑ, καταφέρεται με σφοδρότητα εναντίον της FED, αποκαλώντας τα μέλη της... όχι τραπεζίτες, αλλά απλούς «εκτυπωτές δολαρίων» που φέρνουν σπατάλη και μελλοντικό πληθωρισμό.

Η προσέγγιση της σχολής των αποπληθωριστών πρεσβεύει ότι αν μειωθούν με συσταλτικές πολιτικές τα δημόσια χρέη, τα επιτόκια δανεισμού των κρατών θα υποχωρήσουν και τα κρατικά χαρτιά κρυμμένα σε τράπεζες θα αναβαθμιστούν, οι υποαξίες θα περιοριστούν. Στο πλαίσιο αυτό, ο γνωστός καθηγητής J. Sachs αναγγέλλει στους F. T. την έναρξη της post-keynesian era, αφού οι πολιτικοί δεν μπόρεσαν έως σήμερα να κατευθύνουν τις κυβερνητικές δαπάνες (stimulus) και τα νεοτυπωμένα δολάρια σε παραγωγικές δραστηριότητες, ενώ το κοινό συνεχίζει να εχθρεύεται την κάθε μετέπειτα αύξηση των φόρων ως μέσο κάλυψης των ελλειμμάτων που δημιουργεί η κυβερνητική δραστηριότητα. Αυτή όμως είναι μια αδυναμία των πολιτικών και όχι του Keynes, ο οποίος πράγματι πίστευε ότι το stimulus είναι αποτελεσματικό όταν αφορά την τόνωση της ζήτησης για επενδύσεις και όχι τη δημοσιονομική σπατάλη. Ομως, ακόμη και αυτή η μεικτή καταναλωτική και επενδυτική δημοσιονομική δαπάνη στην Αμερική, δεν πρέπει να ξεχνάμε, έσωσε το σύστημα από την κατάρρευση και έδωσε περίπου ένα χρόνο σχετικά ικανοποιητικής οικονομικής πορείας. Είναι η έλλειψη ισχυρότερων διευκολυντικών μέτρων που καθυστερεί την ανάπτυξη και δημιουργεί κινδύνους περαιτέρω τοξικότητας και όχι τα δημόσια χρέη, για τα οποία δεν πρέπει να λησμονείται ότι ήλθαν στην επιφάνεια μόνον έπειτα από την κατάρρευση των ρυθμών μεγέθυνσης.

 
  • Τώρα, θα μου πείτε, πώς συμβιβάζονται όλα αυτά με τους δείκτες του χρηματιστηρίου στις ΗΠΑ και διεθνώς, που δείχνουν να μην ανησυχούν και τόσο; Είναι δυστυχώς πολύ πιθανό, καθώς τίποτα (ακόμη;) δεν έχει αλλάξει στον τομέα των ρυθμίσεων (regulations) των χρηματαγορών, ένας συνασπισμός αμερικανικών μέσων, οικονομικών παραγόντων και μεγάλων εταιρειών που χειραγώγησαν και χειραγωγούν για ίδιον όφελος τις αγορές, να θέλει να συνεχιστεί ένα κλίμα «αισιοδοξίας της πυραμίδας» ώστε την κατάλληλη στιγμή να πάρει τα μεγαλύτερα στοιχεία. Σε κάθε περίπτωση, τα μάκρο στοιχεία δεν δείχνουν κάτι τέτοιο. Πολύ περισσότερο τώρα, που κάποια δημοσιεύματα παρουσιάζουν τη φούσκα στα κινεζικά ακίνητα να είναι... πέντε φορές μεγαλύτερη εκείνης των ΗΠΑ!


 

 
* Ο κ. Θοδωρής Πελαγίδης είναι καθηγητής Οικονομικής Ανάλυσης στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.

 

Σχόλια