Γνωρίζαμε ότι το ευρώ επέβαλε νέους κανόνες. Οτι οι πρακτικές, της υποτίμησης του νομίσματος για την αναπλήρωση της ανταγωνιστικότητας που χάναμε αφενός και αφετέρου της εκτύπωσης νέου χρήματος για την κάλυψη των ελλειμμάτων που δημιουργούσαμε, ακυρώνονταν. Για την ανταγωνιστικότητα, πλέον, ήταν μονόδρομος οι διαρθρωτικές αλλαγές. Ο εκσυγχρονισμός-εκδημοκρατισμός του κράτους-φεουδάρχη ήταν μονόδρομος για την ακύρωση της ροπής του προς τη σπατάλη. Το ευρώ ήταν το πιο ασφαλές καταφύγιο για να εκσυγχρονιστούμε με τους μικρότερους κραδασμούς. Αδρανήσαμε. Τώρα, το ευρώ παίρνει «εκδίκηση», επειδή το αγνοήσαμε.
Ως απάντηση στην απορία «ποιος φταίει;» ρέπουμε ο ένας να δείχνει τον άλλο. Το μερίδιο της ευθύνης είναι, ασφαλώς, διαφορετικό. Αλλά μερίδιο ευθύνης έχουμε όλοι.
Η ελληνική επιχειρηματικότητα ποτέ δεν εκτίμησε ιδιαίτερα το τρίγωνο της γνώσης (παιδεία-έρευνα-τεχνολογία). Με εξαιρέσεις, απέτυχε να ενσωματώσει δημιουργικά νέες τεχνολογίες -κι όταν ακόμα αγόραζε σύγχρονα μηχανήματα, μόνον εν μέρει τα αξιοποιούσε, γιατί δυσκολευόταν να απαλλαγεί από παρωχημένες πρακτικές οργάνωσης και λειτουργίας. Συχνά, πάλι, αντί να εκσυγχρονιστεί, προτιμούσε να μετεγκατασταθεί σε γειτονικές χώρες χαμηλού «εργατικού κόστους», ώστε να συνεχίσει να κάνει ό,τι είχε μάθει, δηλαδή να παράγει προϊόντα χαμηλής τεχνολογίας. Το πιο αδύναμο τμήμα της νόμιζε ότι θα συνεχίσει να επιβιώνει με την εισφορο-φοροδιαφυγή. Και ένα ισχυρό τμήμα της αφιέρωνε τον περισσότερο χρόνο του στη «διαπλοκή» με πολιτικούς και μέσα ενημέρωσης, είτε για να καλύπτει τα νώτα του είτε για να κρατά «κλειστές» τις αγορές, για να αποτρέπει την είσοδο νέων (και ξένων) παικτών, για να ακυρώνει τον ανταγωνισμό. Η εργασία έμεινε παγιδευμένη στα κυρίαρχα παρωχημένα μοντέλα, με τα συνδικάτα της να αποδεκατίζονται, να εμφανίζονται κακοί διαχειριστές των Ταμείων ή άπραγοι μεγαλομέτοχοι των τραπεζών και με πολλούς συνδικαλιστές να βλέπουν αφ' υψηλού την εργασία και από μακριά τους τόπους εργασίας -ως βουλευτές εν αναμονή ή ως πολιτευτές β΄εθνικής κατηγορίας.
Μάθαμε να ζούμε με όλο και περισσότερα δανεικά, υποτιμώντας όλο και περισσότερο την ανάγκη αύξησης της παραγωγικότητας -γίναμε ουραγοί στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Η κρίση ήρθε, η αυλαία πέφτει. Η υστέρηση της ανταγωνιστικότητας απαιτεί διόρθωση. Η προσαρμογή, που δεν κάναμε σταδιακά, θα γίνει λιγότερο ή περισσότερο βίαια. Το ευρώ θα παραμείνει το νόμισμά μας. Ο,τι κι αν λέγεται σε διάφορες ανάλαφρες συζητήσεις και συνεντεύξεις, η συμμετοχή μας στην Ευρωζώνη δεν αμφισβητείται. Το μόνο θέμα είναι με ποιους ρυθμούς και με πόση αποφασιστικότητα θα επιτύχουμε να ανταποκριθούμε στην υποχρέωση που απορρέει από τη συμμετοχή μας στη ζώνη του ευρώ. Να αλλάξουμε, δηλαδή, και να τα αλλάξουμε όλα.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_1_15/01/2010_386786
Ως απάντηση στην απορία «ποιος φταίει;» ρέπουμε ο ένας να δείχνει τον άλλο. Το μερίδιο της ευθύνης είναι, ασφαλώς, διαφορετικό. Αλλά μερίδιο ευθύνης έχουμε όλοι.
Η ελληνική επιχειρηματικότητα ποτέ δεν εκτίμησε ιδιαίτερα το τρίγωνο της γνώσης (παιδεία-έρευνα-τεχνολογία). Με εξαιρέσεις, απέτυχε να ενσωματώσει δημιουργικά νέες τεχνολογίες -κι όταν ακόμα αγόραζε σύγχρονα μηχανήματα, μόνον εν μέρει τα αξιοποιούσε, γιατί δυσκολευόταν να απαλλαγεί από παρωχημένες πρακτικές οργάνωσης και λειτουργίας. Συχνά, πάλι, αντί να εκσυγχρονιστεί, προτιμούσε να μετεγκατασταθεί σε γειτονικές χώρες χαμηλού «εργατικού κόστους», ώστε να συνεχίσει να κάνει ό,τι είχε μάθει, δηλαδή να παράγει προϊόντα χαμηλής τεχνολογίας. Το πιο αδύναμο τμήμα της νόμιζε ότι θα συνεχίσει να επιβιώνει με την εισφορο-φοροδιαφυγή. Και ένα ισχυρό τμήμα της αφιέρωνε τον περισσότερο χρόνο του στη «διαπλοκή» με πολιτικούς και μέσα ενημέρωσης, είτε για να καλύπτει τα νώτα του είτε για να κρατά «κλειστές» τις αγορές, για να αποτρέπει την είσοδο νέων (και ξένων) παικτών, για να ακυρώνει τον ανταγωνισμό. Η εργασία έμεινε παγιδευμένη στα κυρίαρχα παρωχημένα μοντέλα, με τα συνδικάτα της να αποδεκατίζονται, να εμφανίζονται κακοί διαχειριστές των Ταμείων ή άπραγοι μεγαλομέτοχοι των τραπεζών και με πολλούς συνδικαλιστές να βλέπουν αφ' υψηλού την εργασία και από μακριά τους τόπους εργασίας -ως βουλευτές εν αναμονή ή ως πολιτευτές β΄εθνικής κατηγορίας.
- Και ένα σημαντικό μέρος των αγροτών περιήλθε σε ιδιόμορφη δημοσιοϋπαλληλία, με εγγυημένο εισόδημα που κανείς μισθωτός δεν μπορεί ούτε να ονειρευτεί και τους νέους επιχειρηματίες του κλάδου δύσκολα να βρίσκουν χρηματοδότηση, αφού οι πόροι διανέμονταν στα «αφεντικά των κάμπων», με κριτήριο τον αριθμό των εθνικών οδών που κλείνουν οι διάφοροι «οπλαρχηγοί» -δήθεν συνδικαλιστές.
Μάθαμε να ζούμε με όλο και περισσότερα δανεικά, υποτιμώντας όλο και περισσότερο την ανάγκη αύξησης της παραγωγικότητας -γίναμε ουραγοί στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
- Για μια κοινωνία που κατάφερε να ξοδέψει σχεδόν πέντε «σχέδια Μάρσαλ» (ένα αμερικανικό, ήδη τρία ευρωπαϊκά και, τώρα, το τέταρτο) σαν να ήταν πέντε «αρπαχτές», χωρίς να ανατρέψει δομές και να επαναστατικοποιήσει τις λειτουργίες της, με μόνα δημόσια αποτυπώματα αυτού του πακτωλού ορισμένα χρήσιμα έργα από τσιμέντο και άσφαλτο, αυτή η ροπή στα δανεικά δεν μπορεί να ξαφνιάσει.
Η κρίση ήρθε, η αυλαία πέφτει. Η υστέρηση της ανταγωνιστικότητας απαιτεί διόρθωση. Η προσαρμογή, που δεν κάναμε σταδιακά, θα γίνει λιγότερο ή περισσότερο βίαια. Το ευρώ θα παραμείνει το νόμισμά μας. Ο,τι κι αν λέγεται σε διάφορες ανάλαφρες συζητήσεις και συνεντεύξεις, η συμμετοχή μας στην Ευρωζώνη δεν αμφισβητείται. Το μόνο θέμα είναι με ποιους ρυθμούς και με πόση αποφασιστικότητα θα επιτύχουμε να ανταποκριθούμε στην υποχρέωση που απορρέει από τη συμμετοχή μας στη ζώνη του ευρώ. Να αλλάξουμε, δηλαδή, και να τα αλλάξουμε όλα.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_1_15/01/2010_386786
Σχόλια