Οικονομία και πολιτική στις εκατό πρώτες μέρες της «προοδευτικής διακυβέρνησης»

Πολλοί αναρωτιούνται και δικαίως: τι συμβαίνει με τη νέα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, η οποία, χωρίς να έχει σπαταλήσει ακόμη το κεφάλαιο κοινωνικής εμπιστοσύνης, εμφανίζεται άλλοτε παραπαίουσα ως προς τη λήψη αναγκαίων αποφάσεων, άλλοτε με αντιφατική πολιτική και άλλοτε αποφασιστική στο άνοιγμα θεμάτων τα οποία όμως δεν συνάδουν με τη συγκυρία;

  • Η αμφιταλάντευση, η αντίφαση και μια φαινομενικά τουλάχιστον ασυνάρτητη φυγή προς τα εμπρός, αυτό είναι το μίγμα κυβερνητικής πολιτικής, του οποίου πολλοί δυσκολεύονται να ανακαλύψουν την αφετηρία. Δηλώνει αδυναμία μπροστά στην αντιμετώπιση πρωτόγνωρων πράγματι καταστάσεων; Ή, μήπως, λαϊκισμό; Σχετίζεται με οργανικές αντιφάσεις του ίδιου του ΠΑΣΟΚ, το οποίο, ως συλλογική αντιπροσώπευση μιας πλειάδας αντιτιθέμενων συμφερόντων, δυσκολεύεται από κυβερνητικές θέσεις πλέον να διαχειριστεί την εξυπηρέτησή τους;
Η συνήθης απάντηση είναι ότι η κυβέρνηση χάνει πολύτιμο χρόνο, κυρίως σε ό,τι αφορά την οικονομία, γιατί δεν διαθέτει «σχέδιο» εξόδου από την κρίση. Κανείς, ωστόσο, δεν αναρωτιέται μήπως συμβαίνει το αντίθετο: μήπως, δηλαδή, το πρόβλημα εντοπίζεται, ακριβώς, στην ύπαρξη κυβερνητικού σχεδίου εξόδου από την κρίση! Μήπως, δηλαδή, η κυβέρνηση έχει σχέδιο, το οποίο όμως αδυνατεί να αντιμετωπίσει την κρίση. Γιατί, το οποιοδήποτε σχέδιο, καλό ή κακό, αριστερό ή δεξιό, προοδευτικό ή συντηρητικό, σοσιαλιστικό ή φιλελεύθερο, τη στιγμή κατά την οποία παρουσιάζει κατευθύνσεις ή και προτάσεις για το ξεπέρασμα της κρίσης, προϋποθέτει την κατανόησή της. Με την έννοια αυτή, το όποιο σχέδιο εξόδου από την κρίση, εδράζεται πάνω σε ένα σχέδιο κατανόησης των αιτίων της κρίσης. Είναι η ερμηνεία της κρίσης που υπαγορεύει τα συμπεράσματα, τις πρακτικές λύσεις.

  • Τι είναι «κρίση» για τη σημερινή κυβέρνηση; Απλοελληνικά: ποιο είναι το «πρόβλημα» σήμερα; Η οικονομία ή το πολιτικό σύστημα; Και τα δύο μαζί; Ποια είναι η αιτία και ποιο είναι το αποτέλεσμα; Ο σημερινός πρωθυπουργός έχει κατ' επανάληψη τονίσει (και αυτό ήδη από την ανάληψη της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ το 2004) ότι η αιτία του προβλήματος, της ελληνικής κακοδαιμονίας εν γένει, οφείλεται στην υπερτροφία της πολιτικής, στον κρατικό συγκεντρωτισμό, στην αδιαφάνεια, στις πελατειακές σχέσεις, στην απουσία κουλτούρας διαπραγμάτευσης. Ολα αυτά εκβάλλουν σε σειρά αλληλοτροφοδοτούμενων δυσλειτουργιών, μολύνουν κάθε πόρο κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας. Συνεπώς, σύμφωνα πάντα με αυτή τη λογική, δεν μπορεί να υπάρξει έξοδος από την κρίση, αν δεν επιτεθούμε στις αιτίες του προβλήματος. Επίθεση στις δομές και όχι γιατροσόφια για τα συμπτώματα. Οποιαδήποτε άλλη λύση είναι ατελέσφορη, πέρα από το γεγονός ότι μπορεί να είναι και κοινωνικά άδικη.
Υπ' αυτή την οπτική, η ερμηνεία της τρίμηνης κυβερνητικής θητείας δεν παρουσιάζει κανένα απολύτως πρόβλημα κατανόησης.
Ενώ η χώρα, κατά κοινή πλέον ομολογία, διέρχεται τη μεγαλύτερη κρίση της, που μπορεί να την οδηγήσει ακόμη και σε «πτώχευση», ο πρωθυπουργός υλοποιεί και προαναγγέλλει μία θύελλα πρωτοβουλιών εκτός οικονομικού αντικειμένου:
συγκαλεί κατεπειγόντως σύσκεψη πολιτικών αρχηγών για τη «διαφάνεια», επαναφέρει τις κοινοβουλευτικές εξεταστικές επιτροπές,
επεξεργάζεται ένα νέο εκλογικό νόμο, μια καινούργια συμμετοχική/περιφερειακή/αυτοδιοικητική δομή,

προτείνει τη νομιμοποίηση των «νόμιμων» μεταναστών,

οραματίζεται την «πράσινη ανάπτυξη». Ταυτόχρονα, η λήψη σκληρών οικονομικών μέτρων, αυτών δηλαδή που θέλουν άμεσα οι «αγορές», δεν εμφανίζεται στον ορίζοντα. Η «οικονομία» μπορεί να περιμένει, όπως και οι αγρότες στα μπλόκα.
  • Γίνεται νομίζουμε σαφές, ότι η αναντιστοιχία μεταξύ οικονομίας και πολιτικής, η απώλεια πολύτιμου χρόνου, η αναβλητικότητα στη λήψη αποφάσεων, με δυο λόγια οι κυβερνητικές «αντιφατικές» πρωτοβουλίες δεν οφείλονται πρωτογενώς σε επικοινωνιακά τρικ, σε επικοινωνιακό αντιπερισπασμό (ανεξάρτητα από το αν λειτουργούν εξ αντικειμένου και έτσι), αλλά σε μια διαφορετική αντίληψη «διακυβέρνησης». 
Ενα παράδειγμα: η περιβόητη «διαβούλευση» δεν συνιστά επικοινωνιακό αξεσουάρ μιας χρήσης, αλλά βαθιά και μόνιμη ιδεολογική επιλογή εισόδου στη λεγόμενη «δημοκρατία της γνώμης». Οι πρώτες φωνές που ήδη άρχισαν να υψώνονται εναντίον της («να τελειώνουμε με τη διαβούλευση, χρειαζόμαστε πλέον αποφάσεις»), δεν έχουν αντιληφθεί ότι αυτό το νέο επικοινωνιακό ύφος της αέναης συζητητικής δημοκρατίας, συνεπικουρούμενο πλέον δομικά από έναν παλιμπαιδίστικο διαδικτυακό ενθουσιασμό, συνιστά, για την «προοδευτική διακυβέρνηση», τη νέα θεότητα, την παραγωγική ουτοπία της αυτο-κυβέρνησης των ανθρώπων. Αρα, τη λύτρωση και για τα προβλήματα της οικονομίας. Ενα δεύτερο παράδειγμα: ο «Καλλικράτης», για την πρωθυπουργική στοχοθεσία, δεν είναι «απλώς» μια «ώριμη» διοικητική μεταρρύθμιση, αλλά ένας εν δυνάμει μετα-εθνικός κοινωνικοοικονομικός χάρτης, το κέντρο βάρους του οποίου είναι η συγκρότηση «περιφερειακών κρατών» στο εσωτερικό της χώρας.
Τρίτο παράδειγμα: η καθ' όλα επιβεβλημένη νομιμοποίηση των «νόμιμων» μεταναστών περιορίζεται ως προς τα πολιτικά τους δικαιώματα σε τοπικό επίπεδο, η μη πολιτική συμμετοχή τους στις εθνικές εκλογές δεν συναρτάται μόνο με την εικαζόμενη ανωριμότητα του αιτήματος. Δένει με την ανάδυση της υβριδικής φιγούρας του λεγόμενου δημιουργικού «τοπικού πολίτη», και της αντίστοιχης «ιθαγένειας», που μέσα σε μια πραγματικότητα χαοδημοκρατικής παγκοσμιοποίησης υποκαθιστά την δυσφημισμένη σήμερα «λαϊκή κυριαρχία». Οι τοπικές κοινωνίες και η λεγόμενη κοινωνική ιθαγένεια συνιστούν και οικονομικό κεφάλαιο, την κατ' εξοχήν «οικονομική επένδυση».

  • Εκ πρώτης όψεως μοιάζει παράδοξο: ένας μεταμοντέρνος πρωθυπουργός πολιτικοποιεί στο έπακρον όλα τα θέματα, με πρώτο αυτό της οικονομίας, συνοδεύοντας αυτή τη διαδικασία πολιτικοποίησης με τον προσήκοντα στη δημοκρατία της γνώμης συμπονετικό λαϊκισμό («την κρίση δεν θα την πληρώσει ο κοσμάκης»). 
  • Ωστόσο, με την ίδια αυτή κίνηση αποσυμβολοποιεί το πραγματικό διακύβευμα, γιατί ο προταγματικός του λόγος μάς εισάγει με προκρούστειο τρόπο στο σύμπαν ενός παραλυτικού, αποδομητικού διχασμού. Με προκρούστειο τρόπο, γιατί απαιτεί άμεσα, εδώ και τώρα, την άρση των «αιτίων» σύμφωνα με το δικό του σχέδιο. Παραλυτικός διχασμός, γιατί έχουμε να κάνουμε με ένα νέου τύπου μετα-πολιτικό διχασμό, με έναν κατακερματισμένο διχασμό: η αναγκαία ελάχιστη πολιτική συναίνεση, ακόμα ίσως και η πολιτική ενότητα της χώρας, εν δυνάμει υπονομεύεται όχι από μια «παλαιάς» κοπής σύγκρουση για το τι πρέπει να γίνει επί του συγκεκριμένου πεδίου, δηλαδή επί του οικονομικού ζητήματος
-σύγκρουση θεμιτή και αναγκαία-, αλλά από ένα τουλάχιστον άκαιρο ιδεολογικό σχέδιο, από μια πρωτοφανή ιδεολογική σπουδή που ανάγει τα πάντα στην κρίση του «πολιτικού συστήματος». Συγχέοντας μοιραία τους σχετικά αυτόνομους χρόνους και τόπους, τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες των άλλων συστημάτων, σήμερα της οικονομίας, αύριο ίσως της θρησκείας κ.ο.κ.
Αναμφίβολα, αρκετές από τις επιμέρους διαπιστώσεις για την ελληνική κακοδαιμονία που προϋποθέτει το κυβερνητικό σχέδιο για την υπέρβαση της κρίσης είναι σωστές. Το πρόβλημα βρίσκεται τόσο στην αξιολόγηση και την αλληλουχία των ιδιαίτερων παραγόντων, που ευθύνονται για την κρίση, όσο και στις κατευθύνσεις της υπέρβασής της. Γι' αυτό και η κυβερνητική πολιτική βρίσκεται τόσο κοντά στο πρόβλημα και ταυτόχρονα τόσο μακριά. Γι' αυτό και το κυβερνητικό σχέδιο παρουσιάζει έντονα τα σημάδια ενός ιδεολογικού σχεδίου, της ιδεολογίας εν γένει, νοούμενης, εδώ, ως ψευδούς συνείδησης. Μια ψευδής συνείδηση που φαίνεται να σημαδεύει ανεξίτηλα τις αντιφάσεις της μεταμοντέρνας «προοδευτικής διακυβέρνησης».  
  • Ταιριάζει σε αυτήν τη συνείδηση η περιγραφή που είχε κάποτε δοθεί, εν πολλοίς αδίκως, για το νεωτερικό άνθρωπο: το ψέμα που ο νεωτερικός άνθρωπος λέει στον εαυτό του είναι απείρως πιο ευέλικτο, πιο ποικιλόμορφο, πιο αντιφατικό, τόσο αντιφατικό που συχνά περικυκλώνει την αλήθεια!

http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=27/01/2010&s=analysh&c=politikh

Σχόλια