Στο στόχαστρο οι Royal Bank of Scotland, ING, Commerzbank και West LB
The Economist
Στις ταινίες, η μάχη με τα ζόμπι γίνεται με τη χρήση κάθε δυνατού μέσου, από αυτόματα όπλα μέχρι εξαρτήματα κουζίνας. Οταν πρόκειται για τον τραπεζικό κλάδο, όμως, λίγες είναι οι χώρες που έχουν το σθένος να έρθουν σε κατά μέτωπο σύγκρουση με ζωντανούς νεκρούς. Πρόσφατα, ένα πρόσωπο αποφάσισε να το κάνει. Πρόκειται για την επίτροπο Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης, Νέλι Κρόες. Ενώ οι ρυθμιστικές αρχές των κρατών διαπραγματεύονται τους κινδύνους που προκύπτουν από τη διάσωση τραπεζικών κολοσσών, η επίτροπος Ανταγωνισμού απαίτησε τη χειρουργική τομή των Royal Bank of Scotland, ING, Commerzbank και West LB. Είτε λόγω των κανόνων της Ε. Ε. που απαιτούν θυσίες από τους ομίλους που διεσώθησαν με κρατικά κεφάλαια είτε εξαιτίας των νέων δεδομένων μετά το ξέσπασμα της κρίσης, αυτές οι τράπεζες τώρα αναγκάζονται να περιορίσουν τους ισολογισμούς τους κατά 40% ή περισσότερο. Αναμένεται να ακολουθήσουν και άλλες το παράδειγμά τους. Είναι προς τιμήν της κ. Κρόες που έλαβε αυτές τις αποφάσεις.
Ορθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέτασε ενδελεχώς τα πλεονεκτήματα που απέκτησαν κάποιοι παίκτες του τραπεζικού κλάδου από τη διοχέτευση τεράστιων κρατικών κεφαλαίων και εγγυήσεων. Και οι αποδόσεις της Ευρώπης είναι καλύτερες από αυτές των ΗΠΑ, όπου η κυβέρνηση δεν έχει ασχοληθεί ακόμη με τους μεγαλύτερους αποδέκτες κρατικών κεφαλαίων. Η Citigroup έχει κάνει βήματα για να απολέσει το ένα τρίτο δραστηριοτήτων που χαρακτηρίζονται ως δευτερεύουσες. Η Bank of America θεωρεί ότι έχει ωφελήσει τον Αμερικανό φορολογούμενο με τη γιγάντωσή της εις βάρος του δημοσίου. Το μεγαλύτερο ζόμπι όλων, η American International Group, ταλαντεύεται μεταξύ λιτότητας και αναγέννησης.
Μεσοπρόθεσμα, το ερώτημα που ταλαιπωρεί ρυθμιστικές αρχές και πολιτικούς είναι ο ορισμός της λέξεως «βιώσιμη». Οι κυβερνήσεις, οι οποίες θέλουν να εισπράξουν κάποιο όφελος από τη διοχέτευση δισεκατομμυρίων, αλλά να αυξηθεί και ο δανεισμός σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, συμβιβάζονται με έναν στενό ορισμό της «βιωσιμότητας»: μια βιώσιμη τράπεζα είναι αυτή που έχει αρκετά κεφάλαια και αποδίδει κέρδη, ακόμα και αν αυτά πηγάζουν από το ράλι των αγορών και κατά συνέπεια την επενδυτική τραπεζική. Αλλά παραμένουν αναπάντητα κρίσιμα ερωτήματα, όπως είναι ο βαθμός που οι καταθέσεις πρέπει να καλύπτουν ριψοκίνδυνα στοιχεία του ενεργητικού ή εάν είναι σωστό ο τραπεζικός κλάδος να εκπροσωπεί σημαντικό μέρος οικονομιών όπως η Βρετανία και η Ελβετία.
Μια ακόμη διάσταση της βιωσιμότητας των τραπεζών που ουδείς συζητά ανοικτά είναι οι πηγές χρηματοδότησης. Η Lloyds έχει χρεώσει με 165 δισ. στερλίνες ή 272 δισ. δολ. το κράτος και την κεντρική τράπεζα. Αρκετές τράπεζες που έχουν σωθεί με κρατικά κεφάλαια στην Ευρώπη, όπως η Dexia, γαλλικών και βελγικών συμφερόντων, εξαρτώνται από τις κυβερνήσεις και τις κεντρικές τράπεζες των χωρών τους, δεδομένου ότι οι αγορές τιτλοποίησης, μέσα από τις οποίες κεφαλαιοποιούν τα κέρδη τους, παραμένουν ακινητοποιημένες. Ανάμεσα σ’ αυτές η Bank of America και η Citigroup, που έχουν εκδώσει συνολικό ομολογιακό χρέος ενός τρισ. δολαρίων περίπου, το οποίο πληρώνουν με ιστορικά χαμηλά επιτόκια.
Τόσο οι ευρωπαϊκές όσο και οι αμερικανικές τράπεζες ισχυρίζονται ότι θα μπορούν να αποπληρώσουν το χρέος τους, καθώς οι αγορές επιστρέφουν στην ομαλότητα. Αλλά αυτού του είδους η ομαλότητα δεν πρέπει να επικρατήσει. Μεσοπρόθεσμα, οι «κακές» τράπεζες οφείλουν να πληρώνουν το δικό τους χρέος σε υψηλότερα επιτόκια. Αυτές που δεν θα έχουν τη δυνατότητα να αντεπεξέλθουν, οφείλουν να συρρικνωθούν ή να διασπασθούν. Διαφορετικά, οι φορολογούμενοι θα είναι τα «ζόμπι» που θα συμβιβαστούν με κάτι λιγότερο...
Οι περιορισμοί της πολιτικής Κρόες
Η προσέγγιση της κ. Κρόες έχει ορισμένους περιορισμούς. Ναι μεν θέτει ως βασική προϋπόθεση τη συρρίκνωση των ισολογισμών των τραπεζών, αλλά δεν προβληματίζεται για τον τρόπο που θα συμβεί αυτό. Για παράδειγμα, η RBS -η οποία θα διατηρήσει στον όμιλο τη μονάδα επενδυτικής τραπεζικής που έχει υψηλό ρίσκο- και η ING αφήνουν τις κερδοφόρες και σχετικά ασφαλείς θυγατρικές τους στον ασφαλιστικό κλάδο, ενώ η Lloyds και η βελγική KBC έχουν το δικαίωμα να διατηρήσουν τον έλεγχο των δικών τους.
Η πολιτική της κάθε χώρας παίζει σημαντικό ρόλο στην εκτέλεση των αποφάσεων της κ. Κρόες. Η Lloyds, η οποία άθελά της συμμετείχε σε έναν καταστροφικό «γάμο» με την HBOS υπό τις πιέσεις της κυβέρνησης του Γκόρντον Μπράουν και παρά τις αντιρρήσεις της αρχής ανταγωνισμού της χώρας, θα ελέγχει το 25% της βρετανικής αγοράς λιανικής τραπεζικής. Το κόμμα των Συντηρητικών, το οποίο εκτιμάται ότι θα υπερισχύσει των εθνικών εκλογών που είναι δρομολογημένες για το επόμενο καλοκαίρι, δεν θα πρέπει να έχει κανέναν ενδοιασμό στο να αναθεωρήσει αυτή τη συμφωνία.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_14/11/2009_337210
The Economist
Στις ταινίες, η μάχη με τα ζόμπι γίνεται με τη χρήση κάθε δυνατού μέσου, από αυτόματα όπλα μέχρι εξαρτήματα κουζίνας. Οταν πρόκειται για τον τραπεζικό κλάδο, όμως, λίγες είναι οι χώρες που έχουν το σθένος να έρθουν σε κατά μέτωπο σύγκρουση με ζωντανούς νεκρούς. Πρόσφατα, ένα πρόσωπο αποφάσισε να το κάνει. Πρόκειται για την επίτροπο Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης, Νέλι Κρόες. Ενώ οι ρυθμιστικές αρχές των κρατών διαπραγματεύονται τους κινδύνους που προκύπτουν από τη διάσωση τραπεζικών κολοσσών, η επίτροπος Ανταγωνισμού απαίτησε τη χειρουργική τομή των Royal Bank of Scotland, ING, Commerzbank και West LB. Είτε λόγω των κανόνων της Ε. Ε. που απαιτούν θυσίες από τους ομίλους που διεσώθησαν με κρατικά κεφάλαια είτε εξαιτίας των νέων δεδομένων μετά το ξέσπασμα της κρίσης, αυτές οι τράπεζες τώρα αναγκάζονται να περιορίσουν τους ισολογισμούς τους κατά 40% ή περισσότερο. Αναμένεται να ακολουθήσουν και άλλες το παράδειγμά τους. Είναι προς τιμήν της κ. Κρόες που έλαβε αυτές τις αποφάσεις.
Ορθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέτασε ενδελεχώς τα πλεονεκτήματα που απέκτησαν κάποιοι παίκτες του τραπεζικού κλάδου από τη διοχέτευση τεράστιων κρατικών κεφαλαίων και εγγυήσεων. Και οι αποδόσεις της Ευρώπης είναι καλύτερες από αυτές των ΗΠΑ, όπου η κυβέρνηση δεν έχει ασχοληθεί ακόμη με τους μεγαλύτερους αποδέκτες κρατικών κεφαλαίων. Η Citigroup έχει κάνει βήματα για να απολέσει το ένα τρίτο δραστηριοτήτων που χαρακτηρίζονται ως δευτερεύουσες. Η Bank of America θεωρεί ότι έχει ωφελήσει τον Αμερικανό φορολογούμενο με τη γιγάντωσή της εις βάρος του δημοσίου. Το μεγαλύτερο ζόμπι όλων, η American International Group, ταλαντεύεται μεταξύ λιτότητας και αναγέννησης.
Μεσοπρόθεσμα, το ερώτημα που ταλαιπωρεί ρυθμιστικές αρχές και πολιτικούς είναι ο ορισμός της λέξεως «βιώσιμη». Οι κυβερνήσεις, οι οποίες θέλουν να εισπράξουν κάποιο όφελος από τη διοχέτευση δισεκατομμυρίων, αλλά να αυξηθεί και ο δανεισμός σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, συμβιβάζονται με έναν στενό ορισμό της «βιωσιμότητας»: μια βιώσιμη τράπεζα είναι αυτή που έχει αρκετά κεφάλαια και αποδίδει κέρδη, ακόμα και αν αυτά πηγάζουν από το ράλι των αγορών και κατά συνέπεια την επενδυτική τραπεζική. Αλλά παραμένουν αναπάντητα κρίσιμα ερωτήματα, όπως είναι ο βαθμός που οι καταθέσεις πρέπει να καλύπτουν ριψοκίνδυνα στοιχεία του ενεργητικού ή εάν είναι σωστό ο τραπεζικός κλάδος να εκπροσωπεί σημαντικό μέρος οικονομιών όπως η Βρετανία και η Ελβετία.
Μια ακόμη διάσταση της βιωσιμότητας των τραπεζών που ουδείς συζητά ανοικτά είναι οι πηγές χρηματοδότησης. Η Lloyds έχει χρεώσει με 165 δισ. στερλίνες ή 272 δισ. δολ. το κράτος και την κεντρική τράπεζα. Αρκετές τράπεζες που έχουν σωθεί με κρατικά κεφάλαια στην Ευρώπη, όπως η Dexia, γαλλικών και βελγικών συμφερόντων, εξαρτώνται από τις κυβερνήσεις και τις κεντρικές τράπεζες των χωρών τους, δεδομένου ότι οι αγορές τιτλοποίησης, μέσα από τις οποίες κεφαλαιοποιούν τα κέρδη τους, παραμένουν ακινητοποιημένες. Ανάμεσα σ’ αυτές η Bank of America και η Citigroup, που έχουν εκδώσει συνολικό ομολογιακό χρέος ενός τρισ. δολαρίων περίπου, το οποίο πληρώνουν με ιστορικά χαμηλά επιτόκια.
Τόσο οι ευρωπαϊκές όσο και οι αμερικανικές τράπεζες ισχυρίζονται ότι θα μπορούν να αποπληρώσουν το χρέος τους, καθώς οι αγορές επιστρέφουν στην ομαλότητα. Αλλά αυτού του είδους η ομαλότητα δεν πρέπει να επικρατήσει. Μεσοπρόθεσμα, οι «κακές» τράπεζες οφείλουν να πληρώνουν το δικό τους χρέος σε υψηλότερα επιτόκια. Αυτές που δεν θα έχουν τη δυνατότητα να αντεπεξέλθουν, οφείλουν να συρρικνωθούν ή να διασπασθούν. Διαφορετικά, οι φορολογούμενοι θα είναι τα «ζόμπι» που θα συμβιβαστούν με κάτι λιγότερο...
Οι περιορισμοί της πολιτικής Κρόες
Η προσέγγιση της κ. Κρόες έχει ορισμένους περιορισμούς. Ναι μεν θέτει ως βασική προϋπόθεση τη συρρίκνωση των ισολογισμών των τραπεζών, αλλά δεν προβληματίζεται για τον τρόπο που θα συμβεί αυτό. Για παράδειγμα, η RBS -η οποία θα διατηρήσει στον όμιλο τη μονάδα επενδυτικής τραπεζικής που έχει υψηλό ρίσκο- και η ING αφήνουν τις κερδοφόρες και σχετικά ασφαλείς θυγατρικές τους στον ασφαλιστικό κλάδο, ενώ η Lloyds και η βελγική KBC έχουν το δικαίωμα να διατηρήσουν τον έλεγχο των δικών τους.
Η πολιτική της κάθε χώρας παίζει σημαντικό ρόλο στην εκτέλεση των αποφάσεων της κ. Κρόες. Η Lloyds, η οποία άθελά της συμμετείχε σε έναν καταστροφικό «γάμο» με την HBOS υπό τις πιέσεις της κυβέρνησης του Γκόρντον Μπράουν και παρά τις αντιρρήσεις της αρχής ανταγωνισμού της χώρας, θα ελέγχει το 25% της βρετανικής αγοράς λιανικής τραπεζικής. Το κόμμα των Συντηρητικών, το οποίο εκτιμάται ότι θα υπερισχύσει των εθνικών εκλογών που είναι δρομολογημένες για το επόμενο καλοκαίρι, δεν θα πρέπει να έχει κανέναν ενδοιασμό στο να αναθεωρήσει αυτή τη συμφωνία.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_14/11/2009_337210
Σχόλια