Nομπέλ Οικονομίας στην αυτο-διακυβέρνηση

Η αιρετική θεωρία για τις ανταγωνιστικές αγορές των φετινών βραβευθέντων Ελινορ Οστρομ και Ολιβερ Ουίλιαμσον

The Economist

Η δημιουργία οικονομικών μοντέλων συνεπάγεται συνήθως την αποσυναρμολόγηση του κόσμου στα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά του.

Οι απλές θεωρίες όμως συχνά αγωνίζονται για να εξηγήσουν το πώς λειτουργούν τα πράγματα στην πραγματικότητα. Η Ελινορ Οστρομ του Πανεπιστημίου της Ιντιάνα και ο Ολιβερ Ουίλιαμσον του Πανεπιστημίου Μπέρκλεϊ, οι φετινοί νικητές του βραβείου Νομπέλ Οικονομίας, τιμήθηκαν για την αναγνώριση αυτής της πολυπλοκότητας. Οι έρευνές τους εμπλουτίζουν τις γνώσεις σχετικά με τα οικονομικά ιδρύματα, τα οποία διαδραματίζουν σημαντικότατο ρόλο σήμερα, και για τη μελέτη των οποίων οι οικονομολόγοι δεν είχαν καταβάλει την απαραίτητη προσοχή.

Στην περίπτωση του κ. Ουίλιαμσον, το ίδρυμα είναι η εταιρεία. Με τις ιεραρχικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων να βασίζονται σε κανόνες και αρχές, οι εταιρείες θα έπρεπε να ήταν λιγότερο αποτελεσματικές απ’ ό,τι οι αποκεντρωμένες αγορές συναλλάγματος που βασίζονται στις σχετικές τιμές, θεωρία στην οποία βασίζεται ο τρόπος που γίνονται οι συναλλαγές σύμφωνα με την οικονομική θεωρία.

Γιατί λοιπόν υπάρχουν οι εταιρείες; Αυτή την ερώτηση την έκανε πρώτη φορά το 1937 ο Ρόναλντ Κόασε, ο νικητής του Νομπέλ Οικονομίας το 1991 και πνευματικός πρόγονος των δύο φετινών νικητών. Ο κ. Κόασε υποστήριξε ότι όλες οι οικονομικές συναλλαγές είναι δαπανηρές, και ότι ακόμα και σε ανταγωνιστικές αγορές, υπάρχουν έξοδα που σχετίζονται με την εύρεση της σωστής τιμής. Η πιο αποτελεσματική θεσμική ρύθμιση για την εκτέλεση μιας συγκεκριμένης οικονομικής δραστηριότητας θα είναι αυτή που ελαχιστοποιεί το κόστος συναλλαγών. Αυτό συνήθως είναι η αγορά, αλλά η χρησιμοποίηση αρχών και κανονισμών εντός μιας επιχείρησης μπορεί να αποδειχθεί μερικές φορές ακόμη πιο αποτελεσματική.

Μείωση χρόνου

Η θεωρία του κ. Κοάσε εξήγησε γιατί υπήρχαν οι εταιρείες, αλλά δεν ήταν αρκετά συγκεκριμένη όσον αφορά την πρόβλεψη των συνθηκών υπό τις οποίες οι εταιρείες, ή οι αγορές, θα ήταν η επικρατούσα μορφή οργάνωσης. Η αποσαφήνιση του συγκεκριμένου θέματος ήταν η συμβολή του κ. Ουίλιαμσον. Σε μια σειρά άρθρων και βιβλίων, που γράφτηκαν μεταξύ 1971 και 1985, υποστήριξε ότι τα έξοδα ολοκλήρωσης συναλλαγών στις αγορές σποτ αυξάνονται όχι μόνο ανάλογα με την πολυπλοκότητά τους, αλλά και με το αν στηρίζονται σε στοιχεία ενεργητικού που αξίζουν περισσότερο εντός μιας σχέσης μεταξύ δύο πλευρών απ’ ό,τι απέξω (παραδείγματος χάριν, ένα πίσω κάτοπτρο αυτοκινήτου που έχει κατασκευαστεί με τις προδιαγραφές ενός συγκεκριμένου κατασκευαστή αυτοκινήτων και κατασκευάζεται από κάποιον τρίτο).

Και τα δύο αυτά χαρακτηριστικά καθιστούν τη συγγραφή και εκτέλεση συμβάσεων που λαμβάνουν υπ’ όψιν κάθε πιθανό ενδεχόμενο από δύσκολη έως αδύνατη. Σε κάποιο σημείο, ως εκ τούτου, είναι λογικό να διεξάγει τη συνδεόμενη πράξη εντός ενός ενιαίου νομικού πλαισίου, και όχι στην αγορά. Η εταιρεία αυτοκινήτων μπορεί να προτιμήσει να παράγει το πίσω κάτοπτρο εντός της εταιρείας. Αυτό θα μειώσει τον χρόνο και τους πόρους που δαπανώνται σε παζάρια για τα κέρδη, μόνο και μόνο επειδή οι αποφάσεις λαμβάνονται από μία και μόνο εταιρεία, ας πούμε τη Fiat.

H θεωρία του κ. Ουίλιαμσον καθόρισε χρήσιμα και υπολογίσιμα χαρακτηριστικά των συναλλαγών που θα γίνονταν περισσότερο ή λιγότερο δεκτικά αν διεξάγονταν από τις αγορές. Αυτό σημαίνει ότι το σκεπτικό του θα μπορούσε να δοκιμαστεί ενάντια σε αποφάσεις εταιρειών για ενσωμάτωση τμημάτων της αλυσίδας εφοδιασμού τους. Μέχρι στιγμής έχει αποδώσει ικανοποιητικά. Αρκετές μελέτες βρήκαν ότι αν ένας παραγωγός ηλεκτρικής ενέργειας μπορεί να διαλέξει μεταξύ της παραγωγής από αρκετά κοντινά ορυχεία κάρβουνου, που παράγουν κάρβουνο συγκεκριμένης ποιότητας, τείνει να αγοράσει κάρβουνο σε μία ελεύθερη αγορά. Αν όμως υπάρχει ένα κοντινό ορυχείο, στο οποίο μπορεί να βασιστεί για την προμήθεια κάρβουνου, τότε ο παραγωγός ηλεκτρικής ενέργειας τείνει να αποκτάει αυτό το ορυχείο. Μία συναλλαγή που θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί στην αγορά, λοιπόν, μετακομίζει εντός της εταιρείας.

Σύμφωνα με τον κ. Ούλιαμσον, ένα μάθημα από τη θεωρία οργάνωσης είναι η σημασία της αναγνώρισης των κοινών προτύπων συμπεριφοράς σε φαινομενικά ανόμοιες καταστάσεις. Αυτό συνοψίζει τον τρόπο με τον οποίο η Ελινορ Οστρομ έχει περάσει την εργάσιμη ζωή της.

«Πηγή κοινών πόρων»

Η πρώτη γυναίκα που κέρδισε το βραβείο Νομπέλ Οικονομίας, μελετάει τη διακυβέρνηση της «πηγής κοινών πόρων» -όπως οι βοσκότοποι, τα δάση, η αλιεία- στα οποία περισσότερο από ένα άτομο έχουν πρόσβαση. Σε αντίθεση με καθαρά δημόσια αγαθά, όπως η ατμόσφαιρα, όπου η χρήση ενός ατόμου δεν περιορίζει την ποσότητα που διατίθεται στους υπολοίπους, οι άνθρωποι εξαντλούν τους συγκεκριμένους πόρους όταν τους χρησιμοποιούν. Τα κλασικά οικονομικά μοντέλα προβλέπουν ότι ελλείψει σαφών δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, τέτοιοι πόροι θα αποτελούν αντικείμενο υπερεκμετάλλευσης, χωρίς τα πρόσωπα που τους χρησιμοποιούν να λαμβάνουν υπ’ όψιν τις επιπτώσεις στην πηγή. Η υπεραλίευση θα έχει ως αποτέλεσμα τη σταδιακή εξάντληση των κοινών πόρων.

Αλλά σε 40 χρόνια ερευνών του τρόπου που οι κοινοί πόροι χρησιμοποιούνται πράγματι από τις κοινότητες, η κ. Οστρομ βρήκε ότι οι άνθρωποι συνήθως επινοούν μάλλον περίπλοκα συστήματα διακυβέρνησης για να εξασφαλίσουν την μη υπερκατανάλωση αυτών των πόρων. Τα συγκεκριμένα συστήματα περιλαμβάνουν σαφείς κανόνες, ευθύνες, αλλά και πρόστιμα για τη χρήση των πόρων. Συγκεκριμένα, ανακάλυψε ότι η αυτο-διακυβέρνηση συχνά λειτουργούσε πολύ καλύτερα από μία ελλιπώς ενημερωμένη κυβέρνηση που επιβάλλει μερικές φορές αδέξιους και συχνά αναποτελεσματικούς κανονισμούς. Σε αυτό, επισκιάζει και αυτή τον κ. Κοάσε που υποστήριξε την άποψη ότι εκείνοι που υποστήριξαν την κυβερνητική ιδιοκτησία των κοινών πόρων αγνόησαν το κόστος συναλλαγών που συνδέεται με την είσπραξη των φόρων.

Η οικονομική επιστήμη δεν έχει σύνορα

Οι απλές θεωρίες συχνά δυσκολεύονται να εξηγήσουν το πώς λειτουργούν τα πράγματα στην πραγματικότητα. Η Ελινορ Οστρομ του Πανεπιστημίου της Ιντιάνα και ο Ολιβερ Ουίλιαμσον του Πανεπιστημίου Μπέρκλεϊ, οι φετινοί νικητές του βραβείου Νομπέλ Οικονομίας, τιμήθηκαν για την αναγνώριση αυτής της πολυπλοκότητας. Οι έρευνές τους εμπλουτίζουν τις γνώσεις σχετικά με τα οικονομικά ιδρύματα, τα οποία διαδραματίζουν σημαντικότατο ρόλο σήμερα.

Τόσο ο κ. Ουίλιαμσον όσο και η κ. Οστρομ έχτισαν πάνω στην ιδέα ενός παλαιότερου νομπελίστα, του Ρόναλντ Κοάσε, ότι όλες οι συναλλαγές έχουν έξοδα, αλλά αυτά τα έξοδα ελαχιστοποιούνται εντός διαφορετικών θεσμικών πλαισίων.

  • Το έργο τους χρησιμοποιεί μεθόδους και απόψεις από κλάδους με τους οποίους πολλοί οικονομολόγοι δεν είναι επαρκώς εξοικειωμένοι: λεπτομερείς μελέτες περιπτώσεων στην περίπτωση της κ. Οστρομ, και ενός πολιτικού επιστήμονα με νομικές γνώσεις στην περίπτωση του κ. Ουίλιαμσον. Η νίκη τους υπενθυμίζει στους οικονομολόγους ότι τα σύνορα μεταξύ επιστημονικών κλάδων, όπως αυτά μεταξύ επιχειρήσεων και αγοράς, μπορούν να διασχιστούν επικερδώς.

Γιατί διχάζει

Η πρόσφατη απονομή του βραβείου Νομπέλ Οικονομικών Επιστημών στην Αμερικανίδα Ελινορ Οστρομ έχει αποτελέσει θέμα έντονων συζητήσεων μεταξύ των ακαδημαϊκών κύκλων, διχάζοντας μερίδα οικονομολόγων σχετικά με το αν πρέπει να απονέμεται το συγκεκριμένο βραβείο σε μη οικονομολόγους.

Η ίδια ισχυρίζεται ότι είναι μία επιστήμονας της «πολιτικής οικονομίας». Ωστόσο, το διδακτορικό της δίπλωμα πραγματεύεται με βάση τις Πολιτικές Επιστήμες.

  • Στα 40 χρόνια ιστορίας του Νομπέλ Οικονομικών Επιστημών, υπήρξαν πολλές φορές που οι βραβευμένοι είχαν λάβει εκπαίδευση κατά κάποιο μέρος ή εξ ολοκλήρου σε άλλους τομείς. Το 1975, το βραβείο πήγε στον Φρίντριχ Χάγιεκ που έκανε το διδακτορικό του στο Δίκαιο και τις Πολιτικές Επιστήμες, αλλά και στον Βιταλιγιέβιτς Καντορόβιτς που έκανε το διδακτορικό του στα Μαθηματικά. Το 1994, νικητής ήταν ο γνωστός μαθηματικός Τζον Νας (φωτογραφία).

Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο οικονομολόγος του Πανεπιστημίου Γέιλ Ρόμπερτ Σίλερ στους New York Times: «Αυτό το βραβείο αποτελεί μέρος της συγχώνευσης των κοινωνικών επιστημών».

  • «Οι οικονομολόγοι είναι τόσο απομονωμένοι και προσηλωμένοι στις απόψεις τους σχετικά με το πόσο αποτελεσματικές είναι οι αγορές και πώς αυτορρυθμίζονται, που έχει εκτροχιάσει τον τρόπο σκέψης τους», συμπλήρωσε ο ίδιος. Με τον ίδιο τρόπο που τα οικονομικά έχουν προσφέρει σε άλλους ακαδημαϊκούς κλάδους, ιδίως σε αυτούς των Κοινωνικών Επιστημών, Μαθηματικών και Φιλοσοφίας, δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη όταν «μη οικονομικές» ιδέες προσφέρουν και διακρίνονται για τη συμβολή τους στην οικονομική επιστήμη.

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_2_24/10/2009_334643

Σχόλια