Πότε θα σκάσει η φούσκα των μπόνους;

Υπέρογκες αμοιβές σε τράπεζες με ζημίες που δέχθηκαν κρατική στήριξη προκαλούν προβλήματα στον ίδιο τον κλάδο

Bloomberg

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 18 μηνών, σχεδόν όλες οι επενδυτικές φούσκες παγκοσμίως έχουν σκάσει. Τα ακίνητα κατέρρευσαν, οι μετοχές κατρακύλησαν, τα εμπορεύματα χτυπήθηκαν, ενώ ακόμη και ο κλάδος των καλών τεχνών δεν αποφέρει τις ίδιες καλές τιμές. Αλλά μία φούσκα εξακολουθεί να αρνείται να σπάσει: αυτή των τραπεζικών μπόνους.

Ακόμα και μετά την παραλαβή δισ. δολαρίων από την κυβέρνηση για τη διάσωση της τραπεζικής βιομηχανίας, η «κουλτούρα» πριμοδότησης της οποίας θεωρήθηκε ως ένα από τα κύρια αίτια της κρίσης, οι τραπεζίτες επέστρεψαν στις παλιές τους συνήθειες.

Και όμως, το μόνο μάθημα που πήραμε από την περυσινή χρονιά είναι ότι όλες οι φούσκες σκάνε κάποια στιγμή. Παρ’ όλα αυτά, η συνήθεια των μπόνους επιπλέει πάνω στο κύμα του φθηνού χρήματος και της στήριξης από τους φορολογουμένους. Μία συνήθεια που κάποια μέρα θα αποσυρθεί και οι συνέπειές θα είναι τεράστιες.

Η τραπεζική βιομηχανία έπρεπε να είχε μεταμορφώσει τον εαυτό της ενώ είχε την ευκαιρία, διότι ίσως τώρα να είναι πολύ αργά για να το δοκιμάσει.

Δεν είναι δυνατόν να απέτυχαν όλοι στο να παρατηρήσουν ότι οι τραπεζίτες ξανάρχισαν να πλουτίζουν. Πριν από δύο εβδομάδες, ο γενικός εισαγγελέας της Νέας Υόρκης, Αντριου Κουόμο, ανέφερε σε έκθεση ότι οι Citigroup, Merrill Lynch και 7 ακόμα μεγάλες τράπεζες των ΗΠΑ πλήρωσαν 32,6 δισ. δολάρια σε μπόνους το 2008, την ίδια ώρα που λάμβαναν 175 δισ. δολάρια από τους φορολογουμένους. Και αυτό έγινε το 2008 όταν η κρίση βρισκόταν στο βαθύτερο σημείο της. Με τις αγορές τώρα να βρίσκονται σε καλύτερο σημείο και την εμπιστοσύνη να επιστρέφει, τα μπόνους του τρέχοντος έτους αναμένεται να είναι ακόμα μεγαλύτερα. Η Goldman Sachs έχει ήδη ενισχύσει τις αποδοχές και τα μπόνους κατά 33% το πρώτο μισό του 2009, βάζοντας στην άκρη το ρεκόρ των 11,4 δισ. δολαρίων για τις συγκεκριμένες πληρωμές.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι τα μπόνους ξεφεύγουν πάλι από τον έλεγχο, με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, την κύρια εποπτική αρχή της χώρας, να έχει απειλήσει με κυρώσεις. Εχει προειδοποιήσει ότι τα «εγγυημένα» μπόνους πιθανότατα να παραβιάζουν τον νέο κώδικα δεοντολογίας. Ο πρόεδρος Αντέρ Τέρνερ εξέφρασε πρόσφατα στο Κοινοβούλιο την ανησυχία του ότι οι τράπεζες επιστρέφουν στα φυσιολογικά επίπεδα καταβολής πληρωμών στο προσωπικό.

Παράλληλα περιμένουμε να δούμε την αντίδραση στη Γερμανία στις νομικές προσπάθειες των πρώην υπαλλήλων της Dresdner Bank να αποσπάσουν μπόνους από τη μητρική εταιρεία, την Commerzbank. Μάλιστα, ορισμένες από τις αιτήσεις έχουν γίνει αποδεκτές από το δικαστήριο και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι τραπεζίτες αποχώρησαν με ικανοποιητικά ποσά. Οι Γερμανοί φορολογούμενοι δεν θα έχουν πρόβλημα να συμπεράνουν ότι τα χρήματά τους χρησιμοποιούνται για να διασώσουν άμυαλους χρηματιστές. Ολες οι σοβαρές συζητήσεις περί μεταρρύθμισης του συστήματος οδήγησαν σε ελάχιστες αλλαγές. Υπήρχαν και κάποιες καλές ιδέες, όπως η καταβολή θετικών αλλά και αρνητικών μπόνους ή η εξάπλωση των πληρωμών κατά τη διάρκεια πολλών ετών. Ωστόσο, δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη ότι κάποια από αυτές θα υλοποιηθεί.

Οσο περισσότερο εστιάσεις τόσο πιο πολύ τα μπόνους φαντάζουν με φούσκα. Η τιμή των τραπεζιτών έχει αποσυνδεθεί από τις πραγματικές δυνάμεις της προσφοράς και της ζήτησης - όπως ακριβώς και οι τιμές των νέων διαδικτυακών εταιρειών (dot-com) βρίσκονταν στα ύψη ή όπως οι τιμές των νέων κατοικιών στην Ισπανία, στις ΗΠΑ και τη Βρετανία ήταν στη κορυφή.

Οι πολίτες πληρώνουν το τίμημα, επειδή θα το κάνουν και όλοι οι υπόλοιποι, όχι όμως επειδή πιστεύουν ότι αξίζει τον κόπο. Σηκώνουν τους ώμους τους, αναστέλλουν τη δυσπιστία τους και υποστηρίζουν ότι το εν λόγω στοιχείο απαλλάσσεται από τους συνήθεις νόμους των οικονομικών για κάποιο πολύπλοκο λόγο που δεν έχουν τον χρόνο να εξηγησουν.

Πρόκειται για έναν καλό ορισμό οποιασδήποτε φούσκας. Και κάθε φορά θα είναι σπουδαία όταν βρίσκεται σε ανοδική πορεία, αλλά άσχημη όταν κατεβαίνει. Εξάλλου, η προηγούμενη χρονιά απέδειξε ότι καμία φούσκα δεν μπορεί να παραμείνει φουσκωμένη για πάντα. Σε αυτήν τη λογική, τα τραπεζικά μπόνους θα καταρρεύσουν κάποια μέρα. Το ερώτημα δεν είναι αν, αλλά πότε. Τώρα, οι επενδυτικές τράπεζες κρατούνται στη ζωή από τις κυβερνήσεις. Μερικές φορές η στήριξη είναι φανερή με τη μορφή άμεσων κρατικών επενδύσεων. Αλλες φορές είναι σιωπηρή, με τη μορφή φθηνότερου δανεισμού χρημάτων από τις αγορές ομολόγων ή καταθετών. Αλλά όλα αυτά, επειδή οι κυβερνήσεις βρίσκονται από πίσω τους. Είτε έτσι είτε αλλιώς, η στήριξη είναι αυτή που κρατάει το σύνολο του κλάδου στη ζωή.

Με αρκετή βοήθεια από την κυβέρνηση, μια φούσκα μπορεί να διαρκέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Στην περίπτωση που το κράτος είχε χορηγήσει εκατοντάδες δισεκατομμύρια για τη διάσωση των νέων επιχειρήσεων Διαδικτύου, όλα τα είδη αναξιόπιστων dot-com επιχειρήσεων πιθανότατα να υπήρχαν ακόμα. Ολόκληρες κρατικές υπηρεσίες θα μετρούσαν επισκέψεις ιστοσελίδων με τη μάταιη ελπίδα ότι η βιομηχανία θα κάνει κέρδη μια μέρα.

Ομοίως, εάν οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ισπανίας είχαν εισχωρήσει στην αγορά για να αγοράσουν οποιοδήποτε νεόχτιστο διαμέρισμα στη μέση του πουθενά σε διογκωμένη τιμή, τότε η έκρηξη του ενυπόθηκου (subprime) δανεισμού θα εξακολουθούσε να μαίνεται. Ολόκληρα υπουργεία θα αναρωτιόνταν τι θα μπορούσαν να κάνουν με τα κτίρια στα οποία κανένας δεν θέλει να ζήσει.

Η φούσκα των μπόνους θα σκάσει μια μέρα. Αυτό είναι βέβαιο. Οι κυβερνήσεις δεν μπορεί να περιμένουν να διατηρηθεί μια υπερπληρωμένη ελίτ στις επιχειρήσεις για πάντα. Ηδη, το Κογκρέσο των ΗΠΑ αναζητεί τρόπους για τον περιορισμό των τραπεζικών αμοιβών. Αντιστοίχως και η γερμανική και η βρετανική κυβέρνηση.

Πριν από έξι μήνες, υπήρξε κάποια πρωτοβουλία, πίσω από τη μεταρρύθμιση του τρόπου που ο χρηματοπιστωτικός κλάδος επιβραβεύει το προσωπικό του. Θα μπορούσε να μειώσει τα μπόνους, να συνδέσει τις αποζημιώσεις με την απόδοση και να «κλειδώσει» το προσωπικό με την επιβίωση της τράπεζας στην οποία εργάζεται.

Αυτή η ευκαιρία χάθηκε. Τώρα, η αγορά περιμένει από κάποιον άλλον να κάνει τη δουλειά γι’ αυτήν. Αλλά οι τραπεζίτες δεν θα το απολαύσουν την ώρα που θα συμβαίνει.

Τα ευρήματα του εισαγγελέα

Ο γενικός εισαγγελέας της Νέας Υόρκης, Αντριου Κουόμο δήλωσε ότι το ύψος των αποδοχών των στελεχών φέτος για τη χρήση του 2008 «έχει αποσυνδεθεί πλήρως από την οικονομική απόδοση των τραπεζών» και ότι δεν έχει καμιά λογική. Ο εν λόγω εισαγγελέας διεξάγει έρευνες επί του θέματος από τον Οκτώβριο, οπότε εννέα τράπεζες έλαβαν συνολικά 125 δισ. δολάρια στο πλαίσιο του προγράμματος στήριξης.

Από την έρευνα προέκυψε ότι τα μπόνους των Goldman Sachs, Morgan Stanley και J. P. Morgan Chase & Co. ήταν «σημαντικά μεγαλύτερα» από τα κέρδη τους. Ενδιαφέρον στοιχείο που προέκυψε από τις έρευνες Κουόμο είναι πως οι αμοιβές των στελεχών των τραπεζών αυξήθηκαν την περίοδο 2003– 2006, όταν η αγορά βρισκόταν σε άνοδο, αλλά παρέμειναν στα ίδια υψηλά επίπεδα παρά την κρίση των επισφαλών στεγαστικών δανείων και παρά την ύφεση.

Και χωρίς καμιά περιστροφή στην έκθεσή του, ο κ. Κουόμο υπογραμμίζει πως «όταν οι τράπεζες πήγαιναν καλά, τα στελέχη τους πληρώνονταν καλά, όταν πήγαιναν άσχημα, τα στελέχη τους πληρώνονταν καλά και όταν πήγαιναν πολύ άσχημα, πήραν χρήματα από τους φορολογούμενους και τα στελέχη τους εξακολούθησαν να πληρώνονται καλά». Καταλήγοντας, ο κ. Κουόμο συνιστά στις τράπεζες και γενικότερα στις εταιρείες της Wall Street να ακολουθούν ένα πιο ορθολογιστικό και «βασιζόμενο σε αρχές». Τονίζει πως «η εκλογίκευση των αμοιβών και του συστήματος των μπόνους πρέπει να γίνει τώρα».

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_09/08/2009_325108

Σχόλια