Τα κερδοσκοπικά κεφάλαια πληρώνουν την απληστία τους

The Economist

Τα hedge funds υποτίθεται ότι αντισταθμίζουν τον επενδυτικό κίνδυνο. Φέτος, απέτυχαν. Ο σταθμισμένος δείκτης της Hedge Fund Research, μιας εταιρείας που παρακολουθεί τις επιδόσεις στον κλάδο, υποχώρησε τον Σεπτέμβριο κατά 4,7%. Ηταν ο δεύτερος μήνας με τις χειρότερες επιδόσεις. Από τις αρχές του έτους έχει σημειωθεί πτώση της τάξεως του 9,4%. Κατά συνέπεια, οι υποσχέσεις του κλάδου για «καθαρές αποδόσεις», μάλλον, φθίνουν τώρα, λόγω της πιστωτικής κρίσης.

Για να είμαστε ειλικρινείς, όμως, τα hedge funds δεν είχαν και τόσο μεγάλα περιθώρια αντιστάθμισης του επενδυτικού κινδύνου. Τα μέτρα απαγόρευσης ή περιορισμού του short selling, δηλαδή της ανοικτής πώλησης μετοχών με στοιχήματα για την άνοδο ή πτώση των τιμών των μετοχών, από τις ρυθμιστικές αρχές των αγορών, σε διεθνή κλίμακα, τις τελευταίες εβδομάδες μπλόκαραν τους μηχανισμούς που χρησιμοποιούσαν οι διαχειριστές κεφαλαίων.

Μία ακόμη στρατηγική των hedge funds που έπεσε θύμα της ατυχούς συγκυρίας που επικρατεί σήμερα κάτω από τις αντίξοες συνθήκες της πιστωτικής κρίσης είναι η μέθοδος διαπραγμάτευσης «stat arb», ήτοι το στατιστικό αρμπιτράζ. Στόχος αυτού του τύπου hedge funds είναι να ανιχνεύει κάθε ανωμαλία που υπάρχει στις αγορές και να εκμεταλλεύεται τους μηχανισμούς ταχείας αγοράς και πώλησης μετοχών. Τα hedge funds του στατιστικού αρμπιτράζ παρέχουν ρευστότητα στο σύστημα, καθορίζοντας πολλές φορές τις τάσεις στις αγορές. Αλλά, οι συνέπειες της απαγόρευσης του short selling ήταν και εκεί ολέθριες. Τα προβλήματα των hedge funds, ωστόσο, δεν τελειώνουν εκεί. Ως επενδυτική τράπεζα, η Lehman Brothers ήταν ιδιαίτερα δραστήρια στον τομέα του prime brokerage, όπου ήταν κύριος διαμεσολαβητής στη χρηματοδότηση και εκκαθάριση των συναλλαγών για πολλά hedge funds. Οταν οι prime brokers δανείζουν χρήματα σε hedge funds, τα τελευταία προσφέρουν ως εγγύηση ομόλογα του αμερικανικού Δημοσίου ή άλλους τίτλους υψηλής επενδυτικής ασφάλειας. Η Lehman χρησιμοποίησε αυτές τις εγγυήσεις ως επασφάλιστρο δικών της δανείων, μια πρακτική που είναι γνωστή ως rehypothecation, δηλαδή επανα–υποθήκευση. Ετσι πολλά hedge funds παγιδεύτηκαν με τη χρεοκοπία της Lehman σε μιαν «ολοκληρωτική» καταστροφή, όπως σχολίασε κορυφαίος δικηγόρος.

Το αποτέλεσμα είναι ότι τα hedge funds διαθέτουν σήμερα περισσότερο ρευστό, το οποίο, όμως, δεν αξιοποιούν παρά τη μεγάλη πτώση στις τιμές των αξιών, γιατί οφείλουν να διαφυλάξουν κεφάλαια σε περίπτωση που πελάτες θελήσουν τη ρευστοποίηση των θέσεών τους. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, το ρευστό των hedge funds έχει αυξηθεί από το 14%, πέρυσι, στο 22% ενώ το ποσοστό μόχλευσης έχει μειωθεί από το 70% των κεφαλαίων στο 40%. Αναμφισβήτητα, θα υπάρξει συρρίκνωση του κλάδου, με αρκετά από τα μικρά hedge funds να βάζουν λουκέτο. Δικαιολογημένα, όμως, οι παίκτες του κλάδου αισθάνονται αδικημένοι, γιατί εγκλωβίστηκαν από μια κρίση που προκλήθηκε από τον παραδοσιακό και αυστηρώς εποπτευόμενο κλάδο της επενδυτικής τραπεζικής. Και σαν να μην ήταν αρκετό, οι ρυθμιστικές αρχές τούς τράβηξαν τα χαλί κάτω από τα πόδια.

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_100042_19/10/2008_288982

==========

H ύφεση της παγκόσμιας οικονομίας και το New Deal

Oπως γίνεται φανερό δεν υπήρχε διεθνής συνεννόηση και κάθε χώρα έκανε ό,τι νόμιζε. Η ενιαία σκέψη στο χώρο της οικονομικής θεωρίας έδινε μια στερεότυπη συνταγή θεραπείας, γνωστή από το 19ο αιώνα. Μείωση δαπανών και εισοδημάτων, αύξηση φόρων, περικοπή της ζήτησης. Θύμα το διεθνές εμπόριο που από το 1930 έως το 1932 συρρικνώθηκε από όργιο περιορισμών, ενώ εφαρμόσθηκε αυστηρός έλεγχος στο συνάλλαγμα. Μέχρι το 1937 είχαν συνομολογηθεί 170 συμφωνίες κλίριγκ και το 70-75% του συνόλου του παγκόσμιου εμπορίου υπάγονταν σ’ αυτές. Αυτός ήταν τελικά και ο λόγος για τον οποίο απέτυχε η Παγκόσμια Οικονομική Συνδιάσκεψη του Λονδίνου, το 1933. Παράλληλα, καθιερώθηκε η ευρύτατη de facto ανάμειξη του κάθε κράτους στην εθνική του οικονομία.

Καθώς οι ευρωπαϊκές χώρες ακολούθησαν πολιτικές αυτάρκειας η οικονομική δραστηριότητα σε εθνικό επίπεδο αναζωογονήθηκε. Ο αγροτικός τομέας επλήγη από την πτώση των τιμών και των εισοδημάτων, αλλά η βιομηχανία, προστατευμένη από υψηλούς δασμούς, άρχισε να υποκαθιστά τις εισαγωγές, και να ανθεί. Τέλος, το εμπόριο αναδιπλώθηκε και αναζήτησε νέες μορφές επικερδούς τοποθέτησης και κερδών υπό κρατική καθοδήγηση. Η ανεργία εξακολούθησε να αποτελεί πρωταρχικό πρόβλημα. Η έξοδος από την ύφεση πραγματοποιήθηκε ουσιαστικά μετά την κήρυξη του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου.

Ο Μπράουν του 1929

Η κρίση του 1929 υπήρξε μια μεγάλη πρόκληση για την οικονομική πολιτική όλων των χωρών του κόσμου. Τη μεγαλύτερη στροφή σε πειραματισμό και νεωτερικές παρεμβάσεις έκαναν οι κυβερνήσεις Roosevelt. Το New Deal που εφάρμοσε ο Roosevelt ήταν μία σύνθεση, ένα μωσαϊκό μέτρων πολιτικής, για να αντιμετωπιστούν τα τρέχοντα οικονομικά προβλήματα των Ηνωμένων Πολιτειών και δεν θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως εφαρμογή μίας συγκεκριμένης οικονομικής θεωρίας στην πράξη. Σίγουρα συνέβαλαν τα μέτρα αυτά στην εμφάνιση μιας «επιστημονικότερης» οικονομικής πολιτικής. Μερικά από τα προγράμματα που εφαρμόστηκαν και είχαν πρωτοποριακό χαρακτήρα ήταν:

1. Χορήγηση επιδομάτων και πραγματοποίηση δημόσιων έργων για τη συγκράτηση των εισοδημάτων (Income maintenance program).

2. Εκτέλεση δημοσίων έργων για την τοπική περιφερειακή ανάπτυξη π.χ. Tennessee Valley Authority.

3. Κυβερνητική υπηρεσία με αποκλειστικό αντικείμενο την οικονομική ανάκαμψη (National Recovery Administration).

Οι μεταρρυθμίσεις που άφησαν εποχή αφορούσαν τα εξής.

1. Τραπεζική νομοθεσία του 1933 και 1935: Οδήγησε σε ομοσπονδιακή εξασφάλιση των αποθεμάτων των τραπεζών (Federal Deposit Insurance Corporation).

2. Securities and Exchanges Commission (Επιτροπή τίτλων και συναλλαγών): Ηλεγχε τη δραστηριότητα στη χρηματαγορά.

3. Agricultural Adjustments Act (Νόμος Αγροτικής Προσαρμογής) (1933): Υποχρέωνε την κυβέρνηση να υποστηρίζει ενεργά το αγροτικό εισόδημα.

4. 1935: Εισαγωγή συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και επιδομάτων ανεργίας.

5. 1935: Wagner Act: Εδινε το δικαίωμα στους εργάτες να οργανώνονται σε συνδικάτα και να διαπραγματεύονται μισθούς.

Παρ’ όλα αυτά, τα αποτελέσματα των κυβερνητικών αυτών κινήσεων δεν ήταν τα αναμενόμενα.

Το new deal του Χίτλερ

Στη Γερμανία το «Αμεσο Πρόγραμμα», που είχε τεθεί σε εφαρμογή από τον Gregor Strasser για την αντιμετώπιση των οικονομικών προβλημάτων της Γερμανίας, αναθεωρήθηκε το 1932, ενώ ο ίδιος δολοφονήθηκε. Στη συνέχεια, αρχίζουν να εμφανίζονται προγράμματα «δημιουργίας εργασίας». Ο σχεδιασμός τους στηρίχθηκε σε προτάσεις που γίνονταν από το 1928 από διάφορα εργατικά συνδικάτα, μεμονωμένους επιχειρηματίες και επιστήμονες. Από το 1937 και μετά, η χώρα έκανε στροφή στην παραγωγική της δραστηριότητα και ανάπτυξε την πολεμική της βιομηχανία. Επίσης, η κυβέρνηση προπαγάνδισε τη θεωρία του «Ευρύτερου Οικονομικού Χώρου». Τελικά, η εφαρμογή των παραπάνω μέτρων οδήγησε τη χώρα το 1936 στην εξάλειψη της ανεργίας με το τίμημα της δημιουργίας μιας πολεμικής οικονομίας που δεν μπορούσε να βρει αλλού διέξοδο εκτόνωσης παρά στην προετοιμασία ενός νέου Παγκόσμιου Πολέμου. Στη Βρετανία η κυβέρνηση ακολούθησε μια «κλασική» οικονομική πολιτική. Ειδικότερα, μετά την εγκατάλειψη του κανόνα χρυσού δεν υπήρχε καμιά νομισματική πίεση από το εξωτερικό, ενώ ο ιδιωτικός τομέας δραστηριοποιήθηκε στις οικοδομές.

Το πείραμα της Σουηδίας

Αξίζει τέλος να αναφερθεί και το «πείραμα» της Σουηδίας. Η κυβέρνησή της εφάρμοσε επεκτατική οικονομική πολιτική σπάζοντας το ταμπού του ισοσκελισμένου σε ετήσια βάση προϋπολογισμού. Δηλαδή, στο βαθμό που η οικονομία βρισκόταν σε καθοδική φάση από το 1931 με μείωση του προϊόντος και των επενδύσεων, το κράτος μείωσε τη φορολογία και αύξησε τις δαπάνες του προϋπολογισμού, ώστε να διατηρήσει τη ζήτηση σε υψηλά επίπεδα και να τονώσει την οικονομική δραστηριότητα. Οι φόβοι για πληθωρισμό διασκεδάζονταν από τη διαβεβαίωση ότι όταν η οικονομία θα ξεπερνούσε την ύφεση τότε ο προϋπολογισμός θα γινόταν πλεονασματικός και μεσοπρόθεσμο επίπεδο θα ισοσκελιζόταν και πάλι. Η εμπειρία ήταν εντυπωσιακή και θεμελίωσε μια μακροχρόνια πορεία της Σουηδίας προς την ευημερία.

Τι γίνεται σήμερα

Μπορεί η κρίση του 2008 να πάρει τις διαστάσεις αυτής του 1929; Αυτή τη στιγμή, ό,τι και να πει κανείς είναι παρακινδυνευμένο. Σε αντίθεση με 50 χρόνια πριν, υπάρχει σήμερα διεθνής συνεννόηση και φόρα ανταλλαγής απόψεων και εναρμονισμού πολιτικών. Η ώς τώρα αδυναμία εθνικών και υπερεθνικών αρχών να προτείνουν και να υλοποιήσουν μέτρα και διαδικασίες εξόδου από την ύφεση, δεν πρέπει να αποθαρρύνει. Το 1929 δεν υπήρχαν ούτε δανειστές τελευταίας προσφυγής ούτε ανεπτυγμένα μέσα οικονομικοπολιτικής παρέμβασης ούτε διεθνής δέσμευση για συνεννόηση, όπως αυτό συμβαίνει σήμερα. Τότε όμως εκδηλώθηκε πλουραλισμός ιδεών και οικονομικών πειραμάτων, που αν όχι τίποτε άλλο, δοκιμάστηκαν στην πράξη πλουτίζοντας τη γνώση μας για τα όρια και τις συνέπειες συγκεκριμένων παρεμβάσεων. Στην πορεία των εξελίξεων και ανάλογα με τις επιπτώσεις της κρίσης του 2008, πρέπει να προταθούν σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο στοχευμένα μέτρα επούλωσης των πληγών της πραγματικής οικονομίας από τη χρηματοοικονομική κραιπάλη και αποκατάστασής της στο επίκεντρο της μέριμνας της οικονομικής πολιτικής.

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_2_19/10/2008_288992

============

Η απάτη που εκθέτει το σύστημα

ι αστυνομικοί δεν μπορούν να πιάσουν όλους τους απατεώνες, αλλά ένα σύγχρονο και προηγμένο χρηματοοικονομικό σύστημα θα ήταν σε θέση να εντοπίσει το Σχέδιο Πόνζι, μια συνωμοσία που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί και ως η χρηματιστηριακή απάτη του αιώνα.

Η αποτυχία των αρχών να εντοπίσουν τις παράνομες δραστηριότητες του Μπερνάρ Μάντοφ -πρώην προέδρου του Χρηματιστηρίου Νasdaq- θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια από τις μεγαλύτερες παραλείψεις των χρηματιστηριακών αρχών τα τελευταία χρόνια.

Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ (SEC) ενώ διαθέτει σημαντική ισχύ και βασική της αρχή είναι να προστατεύει τους επενδυτές, είχε λάβει εδώ και αρκετά χρόνια προειδοποιήσεις για τις δραστηριότητες του κ. Μάντοφ. Βεβαίως, η SEC δεν είναι δυνατόν να ελέγχει κάθε πληροφορία, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση του Μάντοφ, υπήρχε τόσος «καπνός» που τα στελέχη της SEC θα έπρεπε να είχαν αναζητήσει και τη «φωτιά».

Η χρηματιστηριακή απάτη, ύψους 50 δισ.δολαρίων, από τον «εγκέφαλο» Μάντοφ δεν αποτελεί αποκλειστικό φταίξιμο της SEC. Η αποκάλυψη του Σχεδίου Πόνζι ρίχνει αμυδρό φως σε μια γωνιά της βιομηχανίας διαχείρισης κεφαλαίων, η οποία έχει «γιγαντωθεί» τα τελευταία χρόνια: Τα funds of funds, εταιρείες που επενδύουν τα κεφάλαια των πελατών σε διάφορα αντισταθμιστικά ταμεία (hedge funds). Κάποιες από αυτές τις εταιρείες τοποθέτησαν σε χαρτοφυλάκια του κ. Μάντοφ. Ένας βασικός πόλος έλξης ήταν οι σταθερές και θετικές αποδόσεις, ακόμη και την εποχή που οι αγορές «βούλιαζαν», κάτι που θα έπρεπε να προβληματίσει τους επενδυτές.

Ένας τρόπος που θα μπορούσε να κάνει τη ζωή πιο δύσκολη για τους διαχειριστές κεφαλαίων είναι η απαίτηση για μεγαλύτερη διαφάνεια. Και, από ό,τι φαίνεται, η απάτη του κ. Μάντοφ κόστισε πολλά χρήματα σε πολλούς ανθρώπους. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο θα πρέπει το συγκεκριμένο σκάνδαλο να χρησιμοποιηθεί ως βάση για τη σύσταση μιας καλύτερης αγοράς.

THE WALL STREET JOURNAL EUROPE

PETER EAVIS
http://www.naftemporiki.gr/news/static/08/12/15/1605566.htm

=========

Σχόλια