Το μεγάλο στοίχημα: η αλλαγή μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης

«Πληθυσμιακή έκρηξη των φτωχών»
Παγκόσμια κρίση φτώχειας προβλέπει για τα επόμενα χρόνια ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς, ο οποίος, μιλώντας στην «Η», αναλύει γιατί η συνθετότητα του οικονομικοπολιτικού σκηνικού δεν ευνοεί την πτώση της τιμής του πετρελαίου και την άνοδο του δολαρίου. Αναλύει γιατί θεωρεί τη σοσιαλδημοκρατική προσέγγιση στην οικονομία αποτελεσματικότερη και πιο ανθρώπινη από εκείνη της Δεξιάς. Γιατί είναι η Κεντροαριστερά αυτή που κατανοεί καλύτερα τη λειτουργία της αγοράς και γιατί η Δεξιά προκαλεί αρυθμία στην αγορά ευνοώντας κάποιους «λίγους».
Παγκόσμια κρίση φτώχειας προβλέπει για τα επόμενα χρόνια ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς, ο οποίος, μιλώντας στην «Η», αναλύει γιατί η συνθετότητα του οικονομικοπολιτικού σκηνικού δεν ευνοεί την πτώση της τιμής του πετρελαίου και την άνοδο του δολαρίου. Αναλύει γιατί θεωρεί τη σοσιαλδημοκρατική προσέγγιση στην οικονομία αποτελεσματικότερη και πιο ανθρώπινη από εκείνη της Δεξιάς. Γιατί είναι η Κεντροαριστερά αυτή που κατανοεί καλύτερα τη λειτουργία της αγοράς και γιατί η Δεξιά προκαλεί αρυθμία στην αγορά ευνοώντας κάποιους «λίγους».
Συνέντευξη στη Φαίη Καραβίτη

Ποια είναι η διαφορά στην οικονομική προσέγγιση της Δεξιάς από αυτή της Σοσιαλδημοκρατίας;

Η βασικότερη διαφορά έχει να κάνει με τη σημασία που δίνει η κάθε πλευρά στην ανάπτυξη. Η Δεξιά επικεντρώνεται αποκλειστικά στην αύξηση του ΑΕΠ, ενώ η Σοσιαλδημοκρατία ενδιαφέρεται κυρίως για την ποιότητα της ανάπτυξης και τη συμμετοχή σε αυτήν όσο το δυνατόν περισσότερων πολιτών.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των ΗΠΑ, όπου το ΑΕΠ είναι υψηλό, αλλά δεν υπάρχει ασφάλεια στο σύστημα υγείας και πρόνοιας.
Επιπλέον, οι άνθρωποι εργάζονται τόσο σκληρά, που διαθέτουν ελάχιστο χρόνο για τις οικογένειές τους, και το περιβάλλον χειροτερεύει διαρκώς, ενώ, το βασικότερο, η κατανομή του εισοδήματος έχει γίνει σαφώς πιο άδικη τα τελευταία χρόνια. Οι πιο πολλοί Αμερικανοί είναι σήμερα πιο φτωχοί από ό,τι ήταν πριν από οκτώ χρόνια.
Οι προοδευτικές δυνάμεις, αντιθέτως, δεν αδιαφορούν για την ποιότητα της ανάπτυξης και δεν πιστεύουν ότι η κοινωνική αλληλεγγύη έρχεται σε σύγκρουση με την ανάπτυξη. Θα σας το αποδείξω.
Το πιο σημαντικό σε μια χώρα είναι οι άνθρωποί της. Και το σημαντικότερο είναι να τους δώσεις την ευκαιρία να εξαντλήσουν τις δυνατότητές τους, κυρίως μέσω της παιδείας και της πολιτικής των ίσων ευκαιριών. Αυτό, για μένα, είναι το μυστικό της επιτυχούς οικονομικής ανάπτυξης.
Ακόμη, για να υπάρξουν καινοτομίες και νέοι δρόμοι, πρέπει οι άνθρωποι να διακινδυνεύουν. Χωρίς ρίσκο, δεν υπάρχει πρόοδος. Αν όμως αισθάνονται ανασφαλείς, αν δεν τους δώσουμε ένα δίχτυ ασφαλείας για την περίπτωση αποτυχίας, τότε θα διστάσουν να ρισκάρουν.
Ένα ακόμη στοιχείο το οποίο θεωρώ ότι οι προοδευτικοί κατανοούν καλύτερα την ανάγκη για συλλογική δράση στους τομείς των υποδομών, της παιδείας, της έρευνας και της τεχνολογίας, οι οποίοι άλλωστε έχουν, όπως λένε στην οικονομία, υψηλές αποδόσεις.
Η Κεντροαριστερά κατανοεί, όσο και αν σας φαίνεται περίεργο, καλύτερα και τη λειτουργία της αγοράς. Και είναι υπέρ της αγοράς, συχνά πιο πολύ και από τη Δεξιά. Κι αυτό γιατί η Δεξιά, όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στις ΗΠΑ, δεν στηρίζει την αγορά και τον ανταγωνισμό, αλλά κάποιες επιχειρήσεις. Κάνει εξυπηρετήσεις στην «Ηalliburton» και σε παραγωγούς αιθανόλης.
Όταν όμως χρησιμοποιείς τη δύναμή σου για να αυξήσεις τη δύναμη κάποιων λίγων, τότε δεν ρυθμίζεις την αγορά. Μπορεί να ξελασπώνεις κάποιους, αλλά δεν σβήνεις τις φωτιές.

Γιατί λοιπόν η Κεντροαριστερά δεν τα πηγαίνει τελευταία και τόσο καλά, ειδικά στην Ευρώπη;
Δεν είναι ακριβώς έτσι. Στις περισσότερες επιτυχημένες χώρες της Ευρώπης εφαρμόζεται η προοδευτική ατζέντα. Στη Σκανδιναβία, όπου έχουμε το υψηλότερο βιοτικό επίπεδο, το κράτος διατηρεί αρκετά μεγάλο ρόλο και προωθεί σθεναρά την παιδεία. Έχει αντιληφθεί απόλυτα τα στοιχεία που αναφέραμε προηγουμένως.
Ο λόγος που πολλές χώρες δεν είχαν αντίστοιχη επιτυχία είναι εν μέρει ότι η δεξιά ιδεολογία «πουλήθηκε» πολύ καλά και οι πολίτες «τσίμπησαν».
Ξέρετε, αυτή η ιδεολογία δεν βασίζεται σε οικονομικές ενδείξεις, είναι περίπου θρησκεία. Την ίδια ώρα η Αριστερά κάνει συμβιβασμούς, υπονομεύοντας μόνη της την προοδευτική ατζέντα.
Αν δει κανείς τις χώρες όπου η Αριστερά απέτυχε, όπως η Βρετανία, με την ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων και του μετρό και την επιδείνωση των δημοσίων υπηρεσιών σε πολλούς τομείς, θα αντιληφθεί ότι στην πραγματικότητα οι πολίτες αντιδρούν σε αυτήν ακριβώς την αποτυχία. Είναι ευθύνη της Αριστεράς αποκλειστικά ότι αναζητούσε ένα συμβιβασμό με τη Δεξιά, και αυτό πολύ συχνά μοιάζει με μια υπόσχεση που δεν τηρήθηκε.
Μήπως το κράτος πρόνοιας που στήθηκε την δεκαετία του 80 έχει πλέον χρεοκοπήσει;
Θα αναφερθώ και πάλι στη Σκανδιναβία. Οι χώρες εκεί εξέλιξαν, άλλαξαν το σύστημα πρόνοιας, αλλά φρόντισαν να παραμείνει ισχυρό το στοιχείο της αλληλεγγύης. Υπάρχουν νέα στοιχεία και μεταρρυθμίσεις, π.χ. στο θέμα της αλληλεγγύης προς τις γυναίκες, για το πώς θα τις βοηθήσουμε να ενταχθούν στο εργατικό δυναμικό. Ακόμη, λαμβάνονται πλέον πρόνοιες με γνώμονα και τη διαφύλαξη του περιβάλλοντος και αυτό είναι μια μορφή αλληλεγγύης - προς τη φύση- για τις επόμενες γενιές.
Στη Δανία εφαρμόζεται η λεγόμενη ελαστικοασφάλεια (flexicurity) η οποία επιτρέπει στις εταιρείες πολλές φορές να μην παρέχουν δίχτυ ασφαλείας, αλλά το παρέχει η κοινωνία. Θέλουν άτομα που θα μπορούν να μετακινηθούν από εταιρεία σε εταιρεία και έχουν προσαρμοστεί σε αυτό το σύστημα, το οποίο όμως και πάλι έχει σχεδιαστεί με τη σκέψη στην ασφάλεια του πολίτη.
Λέτε, δηλαδή, ότι ένα κράτος με ισχυρό σύστημα πρόνοιας μπορεί να επιτύχει και σημαντική ανάπτυξη;

Οπωσδήποτε. Θα έλεγα, μάλιστα, το ακριβώς αντίθετο. Όσο πιο ισχυρό είναι το σύστημα πρόνοιας τόσο καλύτερα στηρίζει μια ισχυρή οικονομία, καθώς μέρος του συστήματος πρόνοιας είναι και η διαρκής εκπαίδευση, η υποστήριξη της μετακίνησης του εργατικού δυναμικού.
Αυτό εξασφαλίζει ότι οι πολίτες δεν αντιστέκονται στην αλλαγή, αλλά αντιθέτως, την επιδιώκουν και την αντιμετωπίζουν εποικοδομητικά. Δεν έχουμε λοιπόν «πηγές που δεν εκμεταλλευόμαστε», με άλλα λόγια υψηλά ποσοστά ανεργίας. Και όπως ανέφερα πριν, αν οι άνθρωποι αισθάνονται ασφαλείς, ρισκάρουν. Και έτσι, η οικονομία γίνεται πιο δυναμική.
Είναι ωστόσο πολλές οι φωνές στην Ευρώπη που ζητούν «καπιταλιστικότερους» όρους, στο πρότυπο των ΗΠΑ, με το επιχείρημα ότι μόνον έτσι η Ευρώπη θα γίνει ανταγωνιστική.
Λάθος. Οι ΗΠΑ δεν είναι παράδειγμα επιτυχίας, κυρίως σε ό,τι αφορά την ποιότητα ζωής των περισσοτέρων πολιτών της. Οι τραπεζίτες μπορεί να περνούσαν καλά, μέχρι τώρα. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η οικονομία πήγαινε καλά. Οι ΗΠΑ θα χάσουν πάνω από ένα τρισεκατομμύριο δολάρια, εξαιτίας ακριβώς της αποτυχίας του οικονομικού συστήματος. Επειδή η κυβέρνηση απέτυχε να ρυθμίσει την αγορά. Ας δούμε ποιοι τομείς πηγαίνουν καλά.
Είναι η πανεπιστημιακή έρευνα με χρήματα του κράτους και ο τομέας του venture capital. Πρόκειται για μικρά κομμάτια της αγοράς, η οποία στο σύνολό της υποφέρει. Ένας δείκτης για να το καταλάβουμε είναι η δυνατότητα μιας χώρας να προσελκύει μετανάστες, η οποία με τους περιορισμούς της κυβέρνησης Μπους έχει σαφώς μειωθεί, όπως και η πρόοδος στην επιστήμη, καθώς η πολιτική που ακολουθήθηκε δεν ευνόησε καθόλου αυτόν τον τομέα.
Σκεφτείτε όμως ότι τα βασικά στοιχεία της Αμερικής στο παρελθόν ήταν ακριβώς αυτά. Οι μετανάστες και οι καινοτομίες στην επιστήμη.
Και το δολάριο θα συνεχίσει να πέφτει;
Ναι. Καταρχάς επειδή η ΕΕ επιδιώκει χαμηλούς πληθωρισμούς, γεγονός που διατηρεί ψηλά τα επιτόκια, ενώ αντιθέτως, στις ΗΠΑ, τα επιτόκια θα μείνουν χαμηλά. Έτσι η διαφορά θα παραμείνει μεγάλη και θα ενισχυθεί και πάλι το ευρώ. Επιπλέον, βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, η αμερικανική οικονομία θα εξακολουθήσει να είναι αδύναμη.
Ακόμη και αν ο Ομπάμα κάνει τις σωστές κινήσεις, θα χρειαστούν τουλάχιστον 6-8 μήνες για να φανεί η αλλαγή. Αν βέβαια στο μεταξύ οι χώρες που διατηρούν αποθέματα σε δολάριο θελήσουν να αλλάξουν νόμισμα -κάτι που είναι γνωστό ότι ήδη συμβαίνει- τότε το δολάριο θα εξασθενήσει ακόμη περισσότερο.
Τι θα συμβεί λοιπόν τα επόμενα χρόνια; Θα αυξηθούν οι φτωχοί παγκοσμίως; Ακόμη και στις ανεπτυγμένες χώρες;
Από τη στιγμή που οι αγορές πετρελαίου και τροφίμων είναι στενά συνδεδεμένες, είναι επόμενο εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι σε όλον τον κόσμο να γίνουν φτωχότεροι στο μέλλον. Αντιμετωπίζουμε, ούτε λίγο ούτε πολύ, μια παγκόσμια κρίση φτώχειας. Οι φτωχοί ξοδεύουν το 70% του εισοδήματός τους στο φαγητό και την ενέργεια και οι τιμές αυτών των αγαθών τα τελευταία χρόνια διπλασιάστηκαν και τριπλασιάστηκαν. Είναι, λοιπόν, σαν να έχασαν αυτομάτως το μισό ή τα δύο τρίτα του ήδη χαμηλού εισοδήματός τους.
who is whoΓεννήθηκε το 1943 στην Ιντιάνα των ΗΠΑ. Φοίτησε στο Amherst και στο ΜΙΤ. Είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Columbia από το 2001, έτος κατά το οποίο τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Οικονομίας. Προηγουμένως είχε διδάξει στα Πανεπιστήμια Yale, Duke, Stanford, Princeton και Οξφόρδης.
Εχει υπηρετήσει ως πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Συμβούλων του προέδρου Κλίντον και ως επικεφαλής οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας, αλλά και ως σύμβουλος πολλών Ευρωπαίων ηγετών. Είναι ο οικονομολόγος με τις περισσότερες αναφορές στο όνομά του παγκοσμίως. Θεωρείται υπέρμαχος της προοδευτικής οικονομικής ατζέντας και πολέμιος της παγκοσμιοποίησης.
Κεντροαριστερά και αγοράΗ Κεντροαριστερά κατανοεί καλύτερα και τη λειτουργία της αγοράς. Και είναι υπέρ της αγοράς, συχνά πιο πολύ και από τη Δεξιά. Κι αυτό γιατί η Δεξιά δεν στηρίζει την αγορά και τον ανταγωνισμό, αλλά κάποιες επιχειρήσεις.
Με απόσυρση από το Ιράκ και φόρους στους πλούσιους θα σωθεί η οικονομία των ΗΠΑ

Εκατομμύρια Αμερικανοί χάνουν τα σπίτια τους, οπότε έχουμε μια κοινωνική τραγωδία και, σχεδόν σίγουρα, η κατάσταση θα χειροτερέψει
Υπάρχει λοιπόν οικονομική ύφεση στις ΗΠΑ; Πολλοί διστάζουν ακόμη και να προφέρουν τη λέξη.
Όλοι τη φοβούνται αυτή τη λέξη. Η αρμόδια υπηρεσία, το Εθνικό Γραφείο Οικονομικών Ερευνών (NBER), δεν έχει ακόμη αποφασίσει, τουλάχιστον για το τυπικό μέρος. Αλλά οι οικονομολόγοι ρωτούν κάτι διαφορετικό: Πόσο απέχει η επίδοση της οικονομίας από την πραγματική της δυνατότητα; Και σήμερα η απάντηση είναι «πολύ, πάρα πολύ». Επιπλέον η απασχόληση δεν έχει αυξηθεί εδώ και περισσότερο από έξι μήνες. Εκατομμύρια Αμερικανοί χάνουν τα σπίτια τους, οπότε έχουμε μια κοινωνική τραγωδία και, σχεδόν σίγουρα, η κατάσταση θα χειροτερέψει.
Μπορεί για αυτή την κατάσταση να ευθύνεται εν μέρει και ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας;

Οχι ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας, αλλά συγκεκριμένα ο πόλεμος στο Ιράκ. Και αυτός ο πόλεμος δεν έχει καμία σχέση με την τρομοκρατία. Στο βιβλίο μου «Ο πόλεμος των τριών τρισεκατομμυρίων» το αναλύω διεξοδικά.
Ο πόλεμος στο Ιράκ έχει βλάψει πάρα πολύ την οικονομία και με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Το σημαντικότερο είναι ότι άφησε ανεξέλεγκτη την τιμή του πετρελαίου, με αποτέλεσμα ο Αμερικανός να ξοδεύει περισσότερα χρήματα στο εξωτερικό, για να αγοράσει πετρέλαιο, άρα λιγότερα για να τροφοδοτήσει την αγορά. Είναι απλό. Αν προσλάβεις κάποιον από το Νεπάλ για να δουλέψει στο Ιράκ, δεν βοηθάς την αμερικανική οικονομία.
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς πώς οδηγηθήκαμε στη σημερινή κατάσταση. Η οικονομία ήταν πολύ αδύναμη, γι αυτό και η Κεντρική Τράπεζα κρατούσε τα επιτόκια χαμηλά, αυξάνοντας τη ρευστότητα, ενώ δεν ρύθμιζε ιδιαίτερα την αγορά. Με επιτόκιο κοντά στο μηδέν δεν βελτιώνεις την οικονομία, αλλά πίστευαν ότι έπρεπε να φέρουν τα επιτόκια τόσο χαμηλά ώστε ο κόσμος να ξοδεύει πολύ και να ισορροπήσει τα χρήματα που πήγαιναν στο εξωτερικό.
Υπάρχει κάποιος τρόπος να αλλάξει η κατάσταση;

Είναι φανερό ότι, όπως παραδέχθηκε ακόμη και ο Μπερνάνκε (επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ), ήταν τόσα τα χρήματα που ξοδεύονταν ή πήγαιναν σε δάνεια, που τα περιθώρια ελιγμών προκειμένου να σωθεί η κατάσταση ήταν εξαιρετικά περιορισμένα. Τι κάνεις λοιπόν τώρα; Χρειάζεται μεγάλη αλλαγή, την οποία ελπίζω θα φέρει ο Ομπάμα όταν θα εκλεγεί Πρόεδρος. Ο ΜακΚέιν λέει ότι δεν καταλαβαίνει οικονομικά και έχει δίκιο.
Πιθανότατα, λοιπόν, θα συνεχίσει τη σημερινή πολιτική, η οποία στην ουσία ανταποκρίνεται σε κάθε κρίση δίνοντας δισεκατομμύρια δολάρια σε εκείνους που θα ξανακάνουν τα ίδια λάθη, ανταμείβοντας έτσι την κακή συμπεριφορά. Ο επόμενος Πρόεδρος πρέπει να δει την αιτία του προβλήματος και εδώ πρόκειται τόσο για οικονομικό όσο και για κοινωνικό πρόβλημα, εφόσον οι άνθρωποι χάνουν τα σπίτια τους. Πρέπει ακόμη να αναζωογονήσει την αγορά.
Αν, για παράδειγμα, αποσυρθεί από το Ιράκ και ξοδεύει τα μισά από αυτά τα χρήματα στο εσωτερικό, η οικονομία θα ενισχυθεί σημαντικά και το έλλειμμα θα μειωθεί. Ακόμη και η ασφάλεια θα βελτιωθεί. Επίσης, αν αυξήσουμε τους φόρους στους Αμερικανούς με τα υψηλότερα εισοδήματα και μειώσουμε τους φόρους σε εκείνους με τα χαμηλότερα εισοδήματα, θα μειώσουμε άμεσα το έλλειμμα και θα ενθαρρύνουμε την κίνηση της αγοράς.
Πετρέλαιο«Δεν βλέπω να πέφτει η τιμή του σύντομα»
Η τιμή του πετρελαίου θα συνεχίσει να ανεβαίνει;
Εχει σχέση με τον πόλεμο στο Ιράκ. Οι αγορές προέβλεψαν την αύξηση της ζήτησης από την Ινδία και την Κίνα, αλλά νόμισαν ότι θα υπήρχε και αύξηση της παραγωγής από τους φθηνότερους προμηθευτές στη Μ. Ανατολή.
Ο πόλεμος όμως ανέτρεψε αυτή την εξίσωση και άρχισε μια περίπλοκη δυναμική, η οποία ανέβασε τις τιμές. Όσο ανέβαιναν οι τιμές, τόσο οι πετρελαιοπαραγωγοί χώρες δεν χρειάζονταν να αυξήσουν την παραγωγή προκειμένου να καλύψουν τις εγχώριες οικονομικές τους ανάγκες. Ετσι, χωρίς να αυξάνουν την παραγωγή, τα έσοδά τους όλο και μεγάλωναν.
Η κατάσταση χειροτέρεψε, καθώς ειδικά για τις χώρες της Μ. Ανατολής, οι ΗΠΑ, όπου κυρίως επένδυαν τα χρήματά τους, έγιναν πλέον δύσκολο οικονομικό περιβάλλον, με το δολάριο να πέφτει και την πολιτική κατάσταση να επιδεινώνεται διαρκώς. Ας υποθέσουμε ότι είστε μια πετρελαιοπαραγωγός χώρα.
Τι θα κάνατε; Θα βγάζατε περισσότερο πετρέλαιο και θα επενδύατε τα χρήματά σας στην Αμερική, όπου δεν θα είναι τόσο ασφαλή, ή θα κρατούσατε το πετρέλαιο κάτω από τη γη, όπου μπορείτε να το ελέγξετε; Και μάλιστα όταν όσο περισσότερο πετρέλαιο βγάζετε, τόσο θα πέφτει η τιμή του; Για αυτούς τους λόγους, λοιπόν, δεν βλέπω να πέφτει η τιμή του πετρελαίου σύντομα.
Μακροπρόθεσμα όμως, ενεργοποιούνται άλλες δυνάμεις. Μεγαλύτερη οικονομία στην κατανάλωση πετρελαίου, αύξηση της χρήσης ανανεώσιμων πηγών και νέες πηγές πετρελαίου. Εκτός από την πρώτη παράμετρο, οι άλλες δύο χρειάζονται πολύ καιρό για να δώσουν αποτελέσματα.
Ισχυρή οικονομία και σύστημα πρόνοιαςΟσο πιο ισχυρό είναι το σύστημα πρόνοιας τόσο καλύτερα στηρίζει μια ισχυρή οικονομία. Αυτό εξασφαλίζει ότι οι πολίτες δεν αντιστέκονται στην αλλαγή, αλλά αντιθέτως, την επιδιώκουν και την αντιμετωπίζουν εποικοδομητικά.
Κατέστρεψε την αγορά ο πόλεμος στο ΙράκΟ πόλεμος στο Ιράκ έχει βλάψει πάρα πολύ την οικονομία. Το σημαντικότερο είναι ότι άφησε ανεξέλεγκτη την τιμή του πετρελαίου, με αποτέλεσμα ο Αμερικανός να ξοδεύει περισσότερα χρήματα για πετρέλαιο και λιγότερα για να τροφοδοτήσει την αγορά.
======
Η κρίση ως ευκαιρία

Του Χαριδημου Κ. Τσουκα*
Δεν ξέρω τι θα συζητούν οι υψηλοί προσκεκλημένοι στη λεγόμενη Γιορτή της Δημοκρατίας, το βράδυ της 24ης Ιουλίου, κάνοντας βόλτες στον κήπο του Προεδρικού Μεγάρου με μια σαμπάνια στο χέρι. Μπορώ να υποψιαστώ, όμως, μερικά θέματα. Οι επαγγελματίες πολιτικοί θα μπορούσαν να συγκρίνουν τις επιδόσεις τους στη συγκέντρωση «δώρων» από προβεβλημένες επιχειρήσεις - πόσα πιστωτικά τιμολόγια έκοψαν, πόσες «εκπτώσεις» διαπραγματεύθηκαν, πόσα «δωρεάν» ταξίδια έκαναν.
Θα μπορούσαν, επίσης, να αλληλοσυγκριθούν στο δείκτη καπατσοσύνης - πόσοι από αυτούς λ.χ. πάντρεψαν τα παιδιά τους ή βάφτισαν τα εγγόνια τους με χορηγίες εταιρeιών. «Εσείς είχατε χορηγό τη Μιζοκόμ;» «Α, εμάς μας συνέδραμε η Μίζενς. Το αναφέραμε μάλιστα και στην πρόσκληση γάμου: «Το τραπέζι του γάμου είναι δωρεά της Μίζενς». Ολα στο φως.

Ο σώφρων πολιτικός, ακριβώς επειδή θέτει τον εαυτό του στην προστασία του δημοσίου συμφέροντος, πρέπει να βελτιστοποιεί τη χρήση των πεπερασμένων οικονομικών του πόρων. Αν μπορεί να βρει «χορηγούς» για τις αναμφίβολα πιεστικές προσωπικές, οικογενειακές και «κοινωνικές» ανάγκες του, τότε απελευθερώνεται ένα σεβαστό ποσό το οποίο μπορεί –επιβάλλεται– να χρησιμοποιηθεί για τις στενά πολιτικές του ανάγκες. Το «μίζον» είναι να εκλεγεί βουλευτής, να γίνει υπουργός και να χειρισθεί με ευσυνειδησία τις μεγάλες υποθέσεις του κράτους, προκειμένου να υπηρετήσει –τι άλλο;– το δημόσιο συμφέρον.

Το τελευταίο πράγμα, υποψιάζομαι, που θα συζητήσουν στη Γιορτή της Δημοκρατίας είναι πολιτικά. Αν όμως το έκαναν, αν η χώρα είχε την τύχη να έχει πολιτικούς ηγέτες με πνευματικότητα και ηθικό ανάστημα, τότε θα μπορούσε να είναι μια πολύ διαφορετική βραδιά, στην οποία η συζήτηση να περιστραφεί γύρω από το νόημα και τις προϋποθέσεις της πολιτικής. Αλλά οι υπαρξιακές ανησυχίες συνήθως δεν χαρακτηρίζουν τους ανθρώπους του Συστήματος.

Στην εξαίρετη συλλογή δοκιμίων του «Living in Truth» ο Βάτσλαβ Χάβελ αναφέρει ότι η πολιτική εκφυλίζεται όταν παύει να συγκροτεί μια δημόσια σφαίρα στην οποία η εμπειρία των πολιτών εκφράζεται και εκπροσωπείται, όταν οι σκοποί της ζωής, οι αγωνίες της κοινωνίας και η νοηματοδότηση του συλλογικού βίου υποκαθίστανται από τους σκοπούς του Συστήματος. Οταν η πολιτική αποσυνδέεται από την συλλογική προσπάθεια να ζούμε εν αληθεία, εκφυλίζεται σε τεχνικές χειραγώγησης – ο Ρουσόπουλος και, παλαιότερα, ο Λαλιώτης κάτι ξέρουν επ’ αυτού.

Η έννοια της «αλήθειας» για τον Χάβελ δεν είναι φιλοσοφική κατηγορία όσο υπαρξιακή αναγκαιότητα. Ο δημόσιος βίος που αρθρώνεται με άξονα την αλήθεια αναδεικνύει την «ανθρώπινη εμπειρία» – την εμπειρία του πολίτη, του άνεργου, του άρρωστου στο ΕΣΥ, του μέλους μιας μειονότητας, του γονιού, του καταναλωτή, κ.λπ.– και οργανώνει τους δημόσιους θεσμούς με βάση αυτή την εμπειρία. Πρόκειται φυσικά για μια ατελεύτητη διαδικασία, όχι για μια σταθερή κατάσταση, δεδομένου ότι οι θεσμοί πάντοτε αποκλίνουν από την πρωτογενή ανθρώπινη εμπειρία. Η διαδικασία της συνύφανσης των θεσμών με την εμπειρία μας τροφοδοτείται συνήθως από κρίσεις.

Οταν βιώνουμε μια κρίση, ατομικά και συλλογικά, η μέχρι τούδε σχετικά απροβλημάτιστη σχέση μας με τον κόσμο διακόπτεται, οι δραστηριότητές μας δεν μας απορροφούν όσο πριν, χάνουμε το «νόημα» και η προσοχή μας στρέφεται προς τα «μέσα». Είτε πρόκειται για το αυτοκίνητο που μας αφήνει στη μέση του δρόμου είτε πρόκειται για απόρριψη από σημαντικούς άλλους είτε πρόκειται για ένα ολόκληρο πολιτικό σύστημα που αποδεικνύεται πλέον ότι ζει με μίζες, η κρίση προκαλεί «αγωνία», αυτό που μέχρι τώρα κάναμε απροβλημάτιστα αποκαλύπτεται· όπως λέει ο Χάιντεγκερ, αποκτούμε συνείδηση της ύπαρξής μας ως υποκείμενα.
Η αποξένωσή μας από τις οικείες δραστηριότητες, η αγωνία που συνακόλουθα βιώνουμε και η προσωρινή απουσία νοήματος μάς καλούν να «αναστοχαστούμε» τη δραστηριότητά μας.
Οι περιπτώσεις κρίσης μπορούν κάλλιστα να γίνουν ευκαιρίες για ένα νέο προσανατολισμό, αφού μας παρέχουν την ευκαιρία για αναστοχασμό, κάτι που δεν κάνουμε όταν είμαστε απορροφημένοι στη ρουτινώδη δραστηριότητά μας. Η ιστορία της καινοτομίας τόσο στην επιστήμη όσο και στις επιχειρήσεις καταδεικνύει την εν δυνάμει κινητοποιό δύναμη της «κρίσης» – να μας κάνει να σκεφθούμε και να δράσουμε διαφορετικά.

Η πολιτική κρίση που τώρα βιώνουμε παρέχει ακριβώς μια παρόμοια ευκαιρία. Η Συστημική αντίδραση είναι να τη σπρώξουμε κάτω από το χαλί, να την υπαγάγουμε στους συνηθισμένους τρόπους σκέψης, προκειμένου να συνεχισθεί η υπάρχουσα πολιτική δραστηριότητα. Αν επιτρέψουμε να συμβεί αυτό, θα χάσουμε μια μοναδική ευκαιρία.
Αν υπάρχουν τολμηροί πολιτικοί, «τώρα» είναι η στιγμή να δράσουν. Τώρα είναι η στιγμή να διακινδυνεύσουν χάριν των πεποιθήσεών τους. Τώρα είναι η στιγμή τα χρεοκοπημένα κόμματα του Συστήματος να παραμερισθούν και κάτι καινούργιο να προκύψει. Τώρα είναι η στιγμή γι’ αυτό που ο Χάβελ ονομάζει «αντι-πολιτική πολιτική» - η πολιτική όχι ως «τεχνολογία ισχύος και χειραγώγησης» αλλά ως «ένας τρόπος να αναζητήσουμε και να πετύχουμε ζωή με νόημα».
* Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (htsoukas@alba.edu.gr) είναι καθηγητής Οργανωσιακής Θεωρίας στο ALBA (στην ερευνητική θέση «Γεώργιος Δ. Μαύρος») και στο Πανεπιστήμιο arwick.
=========
=========
Το σύστημα των αγορών σε αργή αποσάθρωση

Tου David Ignatius - Aρθρογράφου της Washington Post
Τι θα εισπράξουμε, άραγε, όλοι εμείς οι φορολογούμενοι σε αντάλλαγμα για τα χρήματά μας, με τα οποία ξελασπώνουν τις ιδιοφυΐες που οδήγησαν στη χρεοκοπία ορισμένα από τα ισχυρότερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα; Το υπουργείο Οικονομικών έριξε, εν είδει σωσιβίου, πιστώσεις της τάξης των 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων στη Fannie Mae και τη Freddie Mac, αλλά με ποιο αντίκρισμα;

Πολύ φοβάμαι ότι το όφελος θα είναι πολύ μικρό, αν εξαιρέσει κανείς την ανακούφιση από την άμεση απειλής μιας πολύ χειρότερης κρίσης. Χαίρομαι που για άλλη μια φορά αποφύγαμε – προσωρινά– μια συστημική κατάρρευση. Ωστόσο, αυτές οι πολυδάπανες ναυαγοσωστικές επιχειρήσεις ισοδυναμούν με άνευ όρων δανεισμό σε αυτούς που είναι σαν να μας λένε: «Δανείστε με, εδώ και τώρα, δισεκατομμύρια δολάρια, διαφορετικά θα καταστρέψω το διεθνές, χρηματοπιστωτικό σύστημα».

Θα ήθελα οι αξιωματούχοι του υπουργείου Οικονομικών και της Ομοσπονδιακής Τράπεζας να ήταν πιο αποτελεσματικοί στο παζάρι, έτσι ώστε οι φορολογούμενοι να μην υποχρεωθούν να ξαναβάλουν το χέρι στην τσέπη έπειτα από λίγους μήνες για να σώσουν μια ακόμη ομάδα ασύνετων τραπεζιτών. Ισως το Κογκρέσο θα μπορούσε να θέσει κάποια σκληρά ερωτήματα προτού εγκρίνει το πακέτο για τη διάσωση της Fannie Mae και της Freddie Mac.
Το πιθανότερο είναι ότι ένα νέο κεφάλαιο αυτής της αργής αποσάθρωσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος βρίσκεται μπροστά μας. Ο Γιουτζίν Λούντβιχ, πρώην ελεγκτής συναλλάγματος, πιστεύει ότι «μπορεί να μην έχουμε περάσει παρά μόνο το 30% έως 40% του σκοτεινού τούνελ».

Σειρά έχουν οι τράπεζες. Δεν έχουμε παρά να κοιτάξουμε τους αριθμούς: Τη Δευτέρα, οι μετοχές της Wachovia κατέγραψαν ετήσια πτώση 81%, ενώ εκείνες της Citigroup έπεσαν κατά 71% και της Sun Trust κατά 69%. Και η μετοχή της Washington Mutual, του μεγαλύτερου ταμείου παρακαταθηκών και δανείων στις ΗΠΑ, κατέρρευσαν, σημειώνοντας μείωση 92%.
Αν αυτές οι χωλαίνουσες τράπεζες αντιμετωπίσουν το φάσμα της χρεοκοπίας, θα αποκτήσουν άραγε αυτομάτως πρόσβαση στις χαριστικές παρεμβάσεις της Ομοσπονδιακής Τράπεζας, όπως έγινε στην περίπτωση της Bear Stearns; Θα εγγυηθεί το κράτος για τα χρέη τους και θα τους κάνει ευεργετικές ενέσεις ρευστότητας, όπως έκανε με τις Fannie και Freddie; Η ενοχλητική απάντηση είναι ότι οι σωτήριες παρεμβάσεις θα περιοριστούν στις περιπτώσεις πολύ μεγάλων οργανισμών, η κατάρρευση των οποίων θα προκαλούσε μεγάλο πρόβλημα, και δεν θα επεκταθεί στις περιπτώσεις μικρότερων ιδρυμάτων, που μπορούν να χρεοκοπήσουν ήσυχα και σχετικά ανώδυνα.

Μια νέα αρχιτεκτονική του χρηματοπιστωτικού συστήματος βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και ένα χρόνο. Πρόκειται, όμως, για μια κατασκευή γεμάτη μερεμέτια και πρόχειρα μπαλώματα, όπου προστίθενται καινούργιες πτέρυγες κάθε φορά που επίκειται καταστροφή. Οι καταρρεύσεις της δεκαετίας του ’30 οδήγησαν στη δημιουργία ενός ρυθμιστικού πλαισίου που θωράκισε για μισό αιώνα την αμερικανική ευημερία. Αυτή τη φορά, αυτό που προκύπτει είναι πλίνθοι και κέραμοι ατάκτως ερριμμένοι. Το υπουργείο Οικονομικών και η Ομοσπονδιακή Τράπεζα λειτουργούν ως πυροσβεστική υπηρεσία, ρίχνοντας ρευστό όπου φουντώνουν οι φλόγες. Αυτό που προκύπτει είναι ένα αδέξιο σύστημα.

Προτού λοιπόν χειροτερέψουν ακόμη περισσότερο τα πράγματα, ας σκεφτούμε ορισμένες αρχές που θα έπρεπε να καθοδηγούν την κυβέρνηση κάθε φορά που υπόσχεται κάτι στο όνομα των φορολογουμένων.

Σημείο αφετηρίας είναι ότι αυτό το είδος εταιρικού σοσιαλισμού (ο χαρακτηρισμός προέρχεται από την Wall Street Journal) οφείλει να προάγει τη δικαιοσύνη, τη διαφάνεια και τη σταθερότητα της αγοράς.
Με το σύστημα που άρχισε να αποδιοργανώνεται φέτος, ευνοήθηκαν μέτοχοι και υπάλληλοι σε βάρος των φορολογουμένων. Αυτό είναι λάθος.

Το Κογκρέσο ήδη ζητά περισσότερο παρεμβατισμό, αλλά χωρίς τον απαιτούμενο σχεδιασμό, κάτι που θα μπορούσε να επιδεινώσει την κατάσταση. Οι Fannie και Freddie είχαν τη δική τους ρυθμιστική αρχή, την Υπηρεσία Ομοσπονδιακού Ελέγχου Οικιστικών Σχεδίων, η οποία πραγματοποίησε πλήθος ελέγχων και μελετών τα τελευταία χρόνια, αλλά δεν είδε πολλούς από τους κινδύνους οι οποίοι καταγράφονταν στα λογιστικά βιβλία των δύο οργανισμών. Αλλά ακόμη και όταν αναγνώριζαν πραγματικά προβλήματα, συχνά αγνοούνταν από το Κογκρέσο. Η νομοθετική μεταρρύθμιση των Σαμπάνη - Οξλεϊ, η οποία ψηφίστηκε μετά το μέγα σκάνδαλο της Enron, δημιούργησε ένα σωρό γραφειοκρατικούς μηχανισμούς, αλλά δεν συνέβαλε ουσιωδώς στην πρόληψη της κρίσης.

Προσωπικά βρίσκω ελκυστική την πρόταση του Λούντβιχ για μια νέα εκδοχή του Οργανισμού Εκκαθάρισης Επιχειρήσεων (RTC), που δημιουργήθηκε το 1989 για να διαχειρίζεται δάνεια και παρακαταθήκες σε περιπτώσεις χρεοκοπίας. Ο RTC αγόραζε περιουσιακά στοιχεία που κινδύνευαν και στη συνέχεια τα μεταπωλούσε σε τιμές ελκυστικές για νέους αγοραστές, διευκολύνοντας έτσι την εξυγίανση των αγορών. Οπως λέει ο Λούντβιχ, ένας παρόμοιος μηχανισμός ίσως να ήταν καλύτερος από την τακτική των διαρκών αυτοσχεδιασμών που ακολουθεί η κυβέρνηση σήμερα.

Σε τελική ανάλυση, η καλύτερη μεταρρύθμιση είναι να αναλάβουν οι διευθυντές των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων μεγαλύτερο μερίδιο ρίσκου για τις επιλογές τους. Αν ο δανειστής υποχρεωθεί να κρατήσει μεγαλύτερη μερίδα υποθηκών «δεύτερης» διαλογής, τότε θα είναι πιθανότερο να δανείσει μόνο σε αξιόπιστους πελάτες. Αν οι απαιτήσεις για δανειστές και δανειζόμενους αυξηθούν, θα μειωθούν οι πιθανότητες «τρελών» δανείων, σαν κι αυτά που έκαναν τόσο οξεία την υπό εξέλιξη κρίση.Η τελευταία εφεδρεία των δανειστών, δηλαδή οι φορολογούμενοι, πρέπει να εισπράττουν δίκαιο αντίκρισμα για τα χρήματά τους. Οπως λέει ο μεγαλοχρηματιστής Γουόρεν Μπάφετ, «παραλογισμός είναι να κάνεις ξανά και ξανά τα ίδια πράγματα, περιμένοντας διαφορετικά αποτελέσματα».
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_20/07/2008_278354

==================

Euroland
Ποια «κομμάτια» καταστρέφει η κρίση
Tου Γιαννη Κοτοφωλου

Η παρούσα οικονομική κρίση το πιθανότερο είναι ότι θα επιφέρει -μεσοπρόθεσμα- ορισμένες εντυπωσιακές μεταβολές στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, πέρα από τις βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις τις οποίες βιώνουν σήμερα οι διεθνείς αγορές του κεφαλαίου, του χρήματος, του πετρελαίου και των εμπορευμάτων. Μιλάμε δηλαδή για αλλαγές που δεν έχουν σχέση με την τεχνοκρατική προσέγγιση της ανόδου ή της καθόδου των τιμών και των αξιών, αλλά με την καταστροφή ή την κατάργηση κλάδων, αντιλήψεων και πολιτικών, οι οποίες κυριάρχησαν στο σύστημα τις δύο τελευταίες δεκαετίες.

Μία πρώτη, για παράδειγμα, πολύ πιθανή εξέλιξη είναι η υποβάθμιση των διεθνών επενδυτικών τραπεζών, αλλά και της δραστηριότητας που γενικότερα συνηθίσαμε να ονομάζουμε investment banking. Το μοντέλο της διαμεσολάβησης, δηλαδή της διαχείρισης μεγάλου όγκου κεφαλαίων, από managers οι οποίοι δεν λογοδοτούν στην ουσία (για τα χρήματα αυτά που ανήκουν σε τρίτους) σε κανέναν. Μόνοι τους θέτουν τις τιμές-στόχους για τις μετοχές, μόνοι τους αγοράζουν -δανειζόμενοι επιπλέον χωρίς όρια- και μόνοι τους στο τέλος πουλάνε γκρεμίζοντας τις αγορές. Συνήθως έχουν θησαυρίσει οι ίδιοι, κυρίως μέσω των παιγνίων που γίνονται πάντα με τα κεφάλαια των τρίτων, στις αγορές παραγώγων κ.ο.κ.
Μία δεύτερη προβλεπόμενη αλλαγή είναι η επιβράδυνση και η εκλογίκευση του ρυθμού των εξαγορών και συγχωνεύσεων.

Όχι μόνο στο τραπεζικό σύστημα (σε αυτό πρωτίστως) αλλά και σε άλλους σημαντικούς και κρίσιμους κλάδους των οικονομιών. Πολλές τέτοιου τύπου κινήσεις, εθνικού ή διασυνοριακού χαρακτήρα, προωθήθηκαν με γνώμονα τα συμφέροντα των διαχειριστών των εταιρειών και την πρόσκαιρη απόδοση κερδών από τις χρηματιστηριακές αγορές. Ελάχιστες, όμως, λειτούργησαν πραγματικά προς όφελος των οικονομιών (αναδιάρθρωση, τόνωση παραγωγικότητας) ή προς όφελος των μετόχων των συγκεκριμένων επιχειρήσεων (μεγέθυνση της περιουσίας τους).

Με άλλα λόγια, όταν η παρούσα (πολυεπίπεδη) κρίση κάνει τον κύκλο της, από το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα θα έχει φύγει πολύς «αέρας» και παράλληλα και η «χοντρή μαγκιά» των φιγουράτων γιάπηδων... Ολων αυτών που ιδιοτελώς και πολύ ύποπτα, όπως αποδείχθηκε, εκθείαζαν την κατάργηση κάθε θεσμικού και ηθικού κανόνα στη λειτουργία των αγορών και τελικά την επέβαλαν.


Με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα. Μόνο που τώρα «πληρώνουν το μάρμαρο» οι φορολογούμενοι -έως τώρα κυρίως οι Αμερικανοί- για να σωθούν οι τράπεζές τους από την ομοσπονδιακή τράπεζα και τα δημόσια ταμεία. Η εκδίκηση της κοινωνικοποίησης ή η κατάρρευση του χυδαίου καπιταλισμού; Όπως και να ερμηνεύσει κανείς τις εξελίξεις, με σοβαρή ή ειρωνική διάθεση, το βέβαιο είναι ότι το σύστημα δεν μπορεί να επανέλθει στη προηγούμενη φόρμα του.Το ζήτημα της αλλαγής είναι μείζον. Δεν είναι τεχνικό, είναι βαθιά δομικό. Είναι δηλαδή κατ’ εξοχήν πολιτικό. Και πρέπει να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους οι πολιτικοί ηγέτες. Όχι οι τεχνοκράτες, οι κεντρικοί τραπεζίτες κ.λπ. Οι πολιτικοί ηγέτες, που μπορούν να θεσπίσουν κανόνες, θεσμικά όρια. Διαφορετικά, θα δούμε σε λίγα χρόνια (αρκετά φτωχότεροι) όλους αυτούς που βύθισαν τις αγορές στην κατάθλιψη να ξαναπαίρνουν τα ηνία στα χέρια τους (και τις τράπεζες μαζί, που έσωσαν οι φορολογούμενοι). Είναι θέμα αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης η αντιμετώπιση της κρίσης.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_2_20/07/2008_278320
===================


Το μεγάλο στοίχημα: η αλλαγή μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης

Το μεγάλο στοίχημα για την Κίνα είναι η αλλαγή του μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης και η αναθεώρηση της νομισματικής πολιτικής, τη στιγμή που παρατηρείται μείωση του πλεονάσματος ισοζυγίου, ενώ οι εισροές κερδοσκοπικών κεφαλαίων συνεχίζουν με υψηλούς ρυθμούς.
Αυτή είναι μια σημαντική διαπίστωση της Παγκόσμιας Τράπεζας στην Ετήσια Εκθεση για την κινεζική οικονομία, όπου αναφέρονται οι τρεις μεγάλες προκλήσεις για την Κίνα:
Πρώτον, πώς θα αντιμετωπίσει το ενδεχόμενο επιβράδυνσης: Μολονότι ο ρυθμός ανάπτυξης παραμένει υψηλότερος από τον στόχο του 8% για τον περιορισμό του πληθωρισμού, όλα δείχνουν ότι υπάρχουν σημάδια κόπωσης που οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας. Για τον λόγο αυτόν συστήνεται στην Κίνα επαγρύπνηση και ευελιξία σε όλους τους τομείς, κυρίως στη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική. Μάλιστα, η χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής σε αυτήν τη φάση θα ήταν προτιμότερη από μία χαλάρωση στη νομισματική πολιτική η οποία θα πυροδοτούσε τον πληθωρισμό. Απαιτείται, επίσης, αλλαγή του μοντέλου ανάπτυξης και μικρότερα πλεονάσματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Επίσης, χρειάζεται προσοχή το ενδεχόμενο αποδυνάμωσης του γουάν έναντι του δολαρίου.
Δεύτερον, πώς θα διαχειρισθεί τις πληθωριστικές πιέσεις και προσδοκίες. Μέχρι στιγμής ο πληθωρισμός στην Κίνα ενισχύεται από την αύξηση των τιμών στα τρόφιμα, τις πρώτες ύλες και όχι λόγω χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής. Μία ενδυνάμωση της ισοτιμίας του γουάν θα βοηθούσε στη μείωση του πληθωρισμού - κάτι που δεν φαίνεται να είναι πρόθυμη η Κίνα να κάνει αυτή τη στιγμή. Συστήνεται αποτελεσματικότερη συνεργασία δημοσιονομικής και νομισματική πολιτικής και μάλιστα άσκηση πιο σφικτής νομισματικής πολιτικής.
Τρίτον, πώς θα διαχειρισθεί τα πλεονάσματα και τις εισροές κερδοσκοπικών κεφαλαίων. Συστήνεται μείωση των πλεονασμάτων του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών που θα απελευθερώσει πόρους για επενδύσεις στο εσωτερικό της χώρας σε έργα υποδομής, στις υπηρεσίες και στην κατανάλωση και λιγότερο στη βιομηχανία. Αυτό προϋποθέτει αύξηση των δημοσίων δαπανών για την υγεία, την εκπαίδευση και την κοινωνική ασφάλιση. Προϋποθέτει επίσης μεταρρυθμίσεις στον χρηματοοικονομικό κλάδο, υψηλότερες μερισματικές αποδόσεις και ενίσχυση της εταιρικής διακυβέρνησης. Η Κίνα θα πρέπει να προχωρήσει σε καλύτερη τιμολόγηση των διαθέσιμων πόρων (ενέργεια, γη), χαλάρωση των υφιστάμενων περιορισμών στην αγορά εργασίας και την κίνηση κεφαλαίων και να προσφέρει πιο αποτελεσματικά κίνητρα στις τοπικές αρχές, ώστε να αναλάβουν πρωτοβουλίες αναθεώρησης του μοντέλου ανάπτυξης. Τα κερδοσκοπικά κεφάλαια θα πρέπει να αποθαρρύνονται με αυστηρότερους ελέγχους και με πιο αποτελεσματική διαχείριση των προσδοκιών για τη συναλλαγματική ισοτιμία.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_13/07/2008_277507




Κρίση και μεταρρύθμιση του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος
Του Γιωργου Σ. Ζαββου*

Η σοβούσα κρίση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος έδειξε ότι οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν και οι υφιστάμενοι εποπτικοί θεσμοί έχουν αποτύχει. Είναι ανεπαρκείς να ελέγχουν και να αποτρέπουν τις κρίσεις που οδηγούν σε ύφεση την οικονομία. Αν και είναι άγνωστο ακόμη το βάθος της σημερινής κρίσης, προβάλλει επείγον το αίτημα της ριζικής μεταρρύθμισης του τραπεζοπιστωτικού συστήματος σε εθνικό, υπερεθνικό και σε παγκόσμιο επίπεδο. Η νέα αρχιτεκτονική, οι πολιτικές εποπτείας του χρηματοπιστωτικού συστήματος θα πρέπει να λάβουν υπόψη τούς παρακάτω θεμελιακούς άξονες:
1. Το θεώρημα της χρηματοπιστωτικής αστάθειας.
Η κυρίαρχη νεοκλασική οικονομική θεωρία και η οικονομική πολιτική που εφαρμόστηκε από τη δεκαετία του 1980 μέχρι σήμερα, πρεσβεύει ότι η οικονομία της αγοράς [καπιταλιστική] και το αντίστοιχο χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι καταρχήν σταθερά και παρά τις διάφορες κρίσεις τείνουν σε ισορροπία με την αυτορρύθμιση των ίδιων των αγορών [το γνωστό αόρατο χέρι της αγοράς]. Οι κρίσεις προκαλούνται κυρίως από εξωγενείς παράγοντες όπως είναι π.χ. οι τιμές πετρελαίου και συνεπώς δεν χρειάζεται η ρυθμιστική παρέμβαση των αρχών. Αντίθετα, η πραγματικότητα αποδεικνύει ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι εγγενώς ασταθές. Αν αληθεύει το θεώρημα της χρηματοπιστωτικής αστάθειας, δηλ. ότι το ίδιο το σύστημα δημιουργεί τις κρίσεις, τότε χρειάζονται κατάλληλοι μηχανισμοί σταθεροποίησης και δημόσιες παρεμβάσεις που να προλαμβάνουν και να αποτρέπουν την υπερχρέωση και να μετριάζουν τις επιπτώσεις της στην πραγματική οικονομία που δημιουργούν τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό κόστος.
2. Οι κίνδυνοι του τραπεζοπιστωτικού συστήματος
Η παγκοσμιοποίηση, αλλά και η ολοκλήρωση των ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος έχουν πολλά πλεονεκτήματα. Αυξάνουν όμως τους συστημικούς κινδύνους που μπορεί να προέλθουν ακόμη και από τη χρεοκοπία ενός μείζονος χρηματοπιστωτικού ομίλου με δραστηριότητες σε πολλά κράτη ή λόγω των ενοποιημένων κεφαλαιαγορών ή από την κατάρρευση ενός συστήματος πληρωμών εκκαθάρισης και διακανονισμού. Κύριος παράγοντας είναι επομένως το μέγεθος και οι διασυνοριακές δραστηριότητες του χρηματοπιστωτικού ομίλου. Συνεπώς χρειάζονται σε εθνικό, υπερεθνικό και διεθνές επίπεδο κατάλληλοι οργανισμοί /αρχές για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και την αποσόβηση των συστημικών κρίσεων.
3. Οι κεντρικές τράπεζες ως νομισματικές αρχές δεν μπορεί ν’ αποκοπούν θεσμικά και λειτουργικά από τον ρόλο της διατήρησης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.
Η κρίση θύμισε ότι οι κεντρικές τράπεζες περισσότερο από ρυθμιστές της σταθερότητας τιμών [νομισματική πολιτική] είναι οι θεματοφύλακες της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Οι κεντρικές τράπεζες «ως τράπεζες των τραπεζών» είναι οι δανειστές τελευταίας προσφυγής. Παρεμβαίνουν παρέχοντας την αναγκαία ρευστότητα για τη διάσωση μιας τράπεζας που η πιθανή χρεοκοπία της θα έθετε σε κίνδυνο το σύστημα. Γι’ αυτό θα πρέπει να έχουν άμεση σχέση με τις αρχές εποπτείας των τραπεζών, των χρηματιστηριακών αγορών και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Σε ορισμένα κράτη όπως η Μ. Βρετανία είχαν λανθασμένα διαχωρίσει και αναθέσει σε διαφορετικές αρχές αυτούς τους ρόλους με σοβαρές συνέπειες και τεράστιο κόστος όπως έδειξε η κρίση της Northern Rock.
4. Επάρκεια κεφαλαίων των τραπεζών και χρηματιστηριακών εταιρειών και οι οικονομικοί κύκλοι [pro-cyclicality)
α] Οι αρχές πρέπει να επιβάλουν μεγαλύτερα αποθεματικά και προβλέψεις σε ανοδικές φάσεις του οικονομικού κύκλου ώστε να χρησιμοποιούνται για κάλυψη ανάγκης σε καθοδικές φάσεις.
β] Η Ε.Ε. θα προτείνει νέους κανόνες επάρκειας κεφαλαίων των τραπεζών [Βασιλεία ΙΙ]. Η εναπόθεση σ’ ένα μεγάλο βαθμό του εποπτικού ρόλου στους εσωτερικούς μηχανισμούς ελέγχων των ίδιων των τραπεζών και στις εταιρείες αποτίμησης πιστωτικών κινδύνων [credit rating agencies] απεδείχθη τραγικά ανεπαρκής.
γ] Θα χρειαστούν νέοι κανόνες ρύθμισης της τιτλοποίησης, των μεγάλων χρηματοοικονομικών ανοιγμάτων, της παρακολούθησης της ρευστότητας και των εταιρειών αποτίμησης πιστωτικών κινδύνων.
δ] Οι οποιεσδήποτε ρυθμίσεις δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την ευθύνη των εποπτικών αρχών των οποίων οι αρμοδιότητες έχουν αποδυναμωθεί.
5. Η Αρχιτεκτονική της Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στην Ε.Ε. είναι ελλιπής.
α] Το θέμα της σταθερότητας αφορά κυρίως τους 40-50 μεγαλύτερους χρηματοπιστωτικούς ομίλους. Η Ε.Ε. δεν διαθέτει επαρκή θεσμική και εποπτική θωράκιση δηλ. ένα ευρωπαϊκό μηχανισμό πρόβλεψης, αποφυγής, διαχείρισης και επίλυσης των συστημικών κρίσεων.
β] Ενώ η νομισματική πολιτική χαράσσεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα [ΕΚΤ], η ευθύνη για την εποπτεία και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα των μεγάλων ομίλων είναι διασπαρμένη στις εθνικές αρχές που διαθέτουν περιορισμένη εμβέλεια έλεγχου.
γ] Ενας ευρωπαϊκός μηχανισμός θα πρέπει ν’ αφορά την εποπτεία ενός περιορισμένου αριθμού σημαντικών ομίλων ενώ θ’ αφήνει τις μεσαίες τράπεζες και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στην εποπτεία των εθνικών αρχών.
δ] Μια τέτοια αρχή θα μπορούσε να είναι είτε η ίδια η ΕΚΤ είτε μια νέα αρχή η οποία θα βρίσκεται σε άμεση συνεργασία με αυτήν.
ε] Το ευρωπαϊκό δίχτυ προστασίας θα χρειαστεί επιπρόσθετα τη μεταρρύθμιση των συστημάτων εγγύησης καταθέσεων, αποσαφήνιση των ρόλων του δανειστού τελευταίας προσφυγής αλλά και πτωχευτικές διασυνοριακές ρυθμίσεις όταν η χρεοκοπία είναι αναπόφευκτη.
Στους αμέσως επομένους μήνες και χρόνια πρέπει να σχεδιάσουμε σε νέες βάσεις τα συστήματα εποπτείας των εθνικών αρχών, να ενισχύσουμε τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε ευρωπαϊκό επίπεδο αλλά και σε περιφερειακό π.χ. στη ΝΑ Ευρώπη. Θα πρέπει να βρούμε νέες ισορροπίες ανάμεσα στη σταθερότητα και τον ανταγωνισμό. Είναι πολύ σημαντικά θέματα που δεν μπορούν να αφεθούν στην αυτορρύθμιση των αγορών ή σε επιφανειακές ρυθμίσεις την ώρα που απαιτούνται ριζικές διαρθρωτικές αλλαγές.
* Ο γράφων είναι Νομικός Σύμβουλος στη Νομικής Υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις Βρυξέλλες. Διετέλεσε Ευρωβουλευτής, Πρεσβευτής της Ε.Ε. και Πρόεδρος της Επιτροπής Εκσυγχρονισμού του Ελληνικού Τραπεζικού Συστήματος και του Χρηματιστηρίου. Οι απόψεις που εκφράζει είναι αυστηρά προσωπικές.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_13/07/2008_277522

==========



Του Ρούσσου Βρανά rvranas@otenet.gr

Στην αρχή...
... το νεοφιλελεύθερο χάπι ήταν χρυσωμένο. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να το καταπιεί ο λαός; Επίστρατοι στην υπηρεσία του νέου καθεστώτος προσπαθούσαν να πείσουν τον λαό ότι κατέρρεε το παλιό, με μια μεγάλη εκστρατεία προπαγάνδας.

25 χρόνια...
... συμπληρώνονται από τότε που ο πρώην αριστερός ηθοποιός Υβ Μοντάν καλούσε τους Γάλλους να ανασκουμπωθούν και να ριχτούν με τα μούτρα στη δουλειά, στην τηλεοπτική εκπομπή «Ζήτω η κρίση!». Δεν υπάρχει άλλη λύση, αναφωνούσε κι αυτός μαζί με τη Μάργκαρετ Θάτσερ, εκτός από τη μείωση των μισθών και την επιστροφή των κεκτημένων, ώστε να γίνουν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Ήταν μια προπαγανδιστική εκπομπή που είχε στόχο να διευκολύνει την κατάποση του νεοφιλελεύθερου χαπιού, γράφει στο βιβλίο του «Ο μεγάλος εφιάλτης της δεκαετίας του 1980» ο ιστορικός Φρανσουά Κισέ: «Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο: η κρίση ήταν ένα μάννα εξ ουρανού, μια ιστορική ευκαιρία για να ξαναπάρει μπρος το γαλλικό άρμα. Όλη αυτή η επιχείρηση είχε το πατρονάρισμα των εκσυγχρονισμένων αριστερών και προετοίμαζε τη στροφή σε μια περίοδο αριστερής λιτότητας». Σχεδόν το σύνολο των γαλλικών μέσων ενημέρωσης υπερακόντιζαν σε ζήλο, χαρακτηρίζοντας αυτή τη σειρά των εκπομπών του Υβ Μοντάν «παιδαγωγική της κρίσης». Όμως δεν ήταν παρά μια «παιδαγωγική της υποταγής», όπως τη χαρακτήρισε ο δημοσιογράφος Πιερ Ριμπέρ.

Το σενάριο...

... που είχε κληθεί τότε να διεκπεραιώσει στις εκπομπές του ο Υβ Μοντάν, όπως έγραψε η «Μοντ Ντιπλοματίκ», είχε όλα τα προπαγανδιστικά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν αργότερα σε πολλές χώρες: το τέλος των ιδεολογιών, την αδυναμία του κράτους πρόνοιας, τη λατρεία των ιδιωτικών επιχειρήσεων.

Οι Γάλλοι καλούνταν να θυσιάσουν το κοινωνικό κράτος και τις συνδικαλιστικές κατακτήσεις τους στον βωμό της λιτότητας. «Η Αριστερά είναι υποχρεωμένη να υιοθετήσει θέσεις για την οικονομία οι οποίες ανήκαν παραδοσιακά στη Δεξιά», εξηγούσε ο Υβ Μοντάν, που δήλωνε «αριστερός τάσεως Ρίγκαν». Οι περισσότερες «λύσεις» που έδινε η εκπομπή εφαρμόστηκαν από τις κυβερνήσεις που ακολούθησαν, καθώς τα «ταμπού» των κεκτημένων έπεφταν ένα προς ένα.

Όσο για την Ενωμένη Ευρώπη, η εκπομπή έβλεπε στο πρόσωπο της Μάργκαρετ Θάτσερ την ιδανική πρόεδρό της. Και η παρουσιάστρια Κριστίν Οκράν οραματιζόταν εικόνες από το μέλλον: «Πρώτη επίσκεψη της προέδρου της Ευρώπης Μάργκαρετ Θάτσερ στις ΗΠΑ. Αφού έγινε δεκτή από τον πρόεδρο Ρίγκαν, εξέφρασε την ικανοποίησή της για την καλή συνεργασία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης».

Μια παρόμοια...

... εκπομπή ετοιμάζει τώρα η γαλλική δημόσια τηλεόραση.
Με τίτλο «Η Γαλλία σε χρεοκοπία», θα προσπαθήσει να πείσει τους Γάλλους ότι πρέπει «να πληρώσουν τη νύφη» για την τρέχουσα κρίση. Από το 1983 έως το 2008, όμως, πολλά πράγματα έχουν αλλάξει. Αυτό που σήμερα καταρρέει δεν είναι το καθεστώς που ονομάστηκε «παλιό», αλλά εκείνο που αυτοονομάστηκε «νέο». Το «φάρμακο» αποδείχτηκε χειρότερο από την αρρώστια. Κι όλοι το νιώθουν παντού ξεφτισμένο και πικρό.
http://ta-nea.dolnet.gr//ColumnCategory.aspx?d=20080715&nid=9209656&sn=&spid=877

Σχόλια