ΗΠΑ vs Κίνα. H αμερικάνικη τακτική επιβολής της Washington στην παγκόσμια γεωοικονομία.

Οι πρόσφατες εξελίξεις στη Νότια Σινική Θάλασσα διαθέτουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για ολόκληρη την Υφήλιο. Πρόκειται για ένα επεισόδιο που ξεγυμνώνει τις πραγματικές αιτίες της Οικονομικής Ύφεσης και ανοίγει ένα παράθυρο προς μία μαύρη και απευκταία εικόνα για το μέλλον μας. Αφού έχει αναλυθεί η διαμόρφωση του σύγχρονου οικονομικού πεδίου μάχης στο αφιέρωμα «ΗΠΑ vs Κίνα. Πώς ο κόσμος έφτασε στον παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο» καθώς και η αμερικανική προετοιμασία στο αφιέρωμα «ΗΠΑ vs Κίνα. Η πολεμική κινητοποίηση των ΗΠΑ στο χώρο του Παγκόσμιου Εμπορίου» σε αυτό το τρίτο αφιέρωμα αναλύεται η στρατιωτική προετοιμασία των ΗΠΑ προκειμένου να επιβάλουν την γεωοικονομική κυριαρχία τους.
Γράφει ο Πολυδεύκης
Ειδικός Συνεργάτης του Geopolitics & Daily News

Οι Ψυχολογικές Επιχειρήσεις προετοιμασίας της αμερικανικής και δυτικής κοινής γνώμης

Επί της ουσίας, η εξομοίωση των κινεζικών ενεργειών με τις αντίστοιχες ρωσικές δεν αποτελεί την πραγματική θεώρηση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, αντιθέτως βοηθάει ώστε να ανέβει το επίπεδο συναγερμού της κοινής γνώμης για την Κίνα, η οποία δεν έχει απασχολήσει τα δυτικά ΜΜΕ, όσο η Ρωσία με το ουκρανικό και συριακό ζήτημα.

  • Από τη στιγμή που η επεμβατικότητα της Κίνας, στη Σινική Θάλασσα, εξισορροπήσει τα δημοσιεύματα για την Κριμαία και το Donbass, η Ρωσία θα δύναται να αφαιρεθεί σταδιακά από το κάδρο. Σε αυτό το ζητούμενο αποσκοπούν και οι παροτρύνσεις του TILLERSON για ειλικρινή διάλογο με τη Ρωσία επί ζητημάτων αμοιβαίου ενδιαφέροντος, οι οποίες δείχνουν ότι παρά την όποια εχθρότητα μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, μπορεί να βρεθεί ένας κοινός τόπος συνεννόησης και συμβιβασμού, εν αντιθέσει με την Κίνα για την οποία δεν υπάρχει καμία τέτοια αναφορά…
Οι αναφορές TILLERSON πως έχουν δίκιο οι δυτικοί σύμμαχοι που ανησυχούν για τη Ρωσία συνεπάγονται από την άποψη πως οφείλουν να ανησυχούν και για την εξίσου επικίνδυνη Κίνα. Άλλωστε, ο ίδιος απέφυγε να καταδικάσει τον PUTIN για εγκλήματα πολέμου, ισχυριζόμενος πως τέτοιες κατηγορίες είναι πολύ βαριές, παρά το γεγονός πως η κυβέρνηση OBAMA δεν απέφευγε να επωμιστεί αυτό το βάρος. Η αδιαμφισβήτητη κοινή άμυνα του ΝΑΤΟ, που ο TILLERSON επικαλέστηκε, δεν αποτελεί προσφορά των ΗΠΑ προς τους συμμάχους, αλλά υπενθύμιση πως οι νατοϊκοί σύμμαχοι των ΗΠΑ πρέπει να υπεραμυνθούν την Washington.

Αν και κάποιοι μπορούν να χαρακτηρίσουν τη ρητορική αυτή κενή και δείγμα λεονταρισμού, είναι δύσκολο να πιστέψουμε πως μία υπερδύναμη, η οποία αναζητά την επιβεβαίωση της παγκόσμια κυριαρχίας της, δίνει λαβές στο Πεκίνο να αμφισβητήσει τη ρητορική της, εμπράκτως, και να αποδείξει πως ο βασιλιάς είναι γυμνός.

Ο εκπρόσωπος τύπου του Λευκού Οίκου δεν διασκέδασε τις εντυπώσεις παρά τις ενστάσεις του Πεκίνου για την επιθετική ρητορική της Washington. Μάλιστα ο Sean Spicer δήλωνε ευθαρσώς πως οι ΗΠΑ θα προστατέψουν τα συμφέροντά τους στην περιοχή και πως τα τεχνητά νησιά της Κίνας έχουν χτιστεί σε περιοχή η οποία αμφισβητείται για τον κινεζικό ή διεθνή χαρακτήρα της, επομένως οι ΗΠΑ θα φροντίσουν για την προστασία των διεθνών υδάτων από την υφαρπαγή αυτών από οποιαδήποτε χώρα. 

Η αμερικανική προετοιμασία για το αδιανόητο
Η ρητορική αυτή δεν είναι τόσο κενή όσο ίσως να θέλουμε να πιστεύουμε. Η εγκατάσταση στην Ν. Κορέα αντιβαλλιστικών συστημάτων μακράς εμβέλειας τύπου THAAD, είναι ένα κορεατικό αίτημα το οποίο η κυβέρνηση OBAMA ηρνείτο να ικανοποιήσει πιέζοντας τη Σεούλ, ώστε να αγοράσει και να διαχειριστεί με ιδία μέσα τις αντιβαλλιστικές πυροβολαρχίες. Η κυβέρνηση TRUMP, παρά την επιθετική πολιτική της προς την κορεατική αγορά, φρόντισε να ικανοποιήσει το αίτημα της χώρας από τις πρώτες κι όλας ημέρες της εγκατάστασης του νέου Προέδρου στο Λευκό Οίκο. 

Άλλωστε η προετοιμασία των ΗΠΑ για παν ενδεχόμενο φαίνεται και από το γεγονός ότι ο D. TRUMP έχει δηλώσει κατά καιρούς ότι επιθυμεί την ποσοτική ενίσχυση της αμερικανικής ΠΑ και του αμερικανικού ΠΝ, δηλαδή των δυνάμεων που απαιτείται να χρησιμοποιήσει η Washington προκειμένου να επιτύχει τον οποιοδήποτε αποκλεισμό περιοχής προς τις τεχνητές νησίδες της Κίνας στη Νότια Σινική Θάλασσα.

Σε αυτό το πλαίσιο οι ΗΠΑ φαίνεται πως δεν θα επιχειρήσουν μόνες εναντίον του Πεκίνου. Στις 17-02-2017 η Ιαπωνία αποφάσισε πως πρέπει να κατασκευάσει δύο φρεγάτες χωρητικότητας 3000 τόνων, αντί μίας των 5000 τόνων, γεγονός που αποτελεί μία στροφή της χώρας της Άπω Ανατολής στον εξοπλιστικό της σχεδιασμό, προκειμένου να αποκτήσει περισσότερα πλοία, έστω και λιγότερο ικανά, έτσι ώστε να καλύψει όσο γίνεται την ψαλίδα που έχει δημιουργηθεί μεταξύ των ΠΝ Κίνας και Ιαπωνίας. 
ΗΠΑ vs Κίνα. H αμερικάνικη τακτική επιβολής της Washington στην παγκόσμια γεωοικονομία. - Εικόνα1
Το Τόκυο οδηγήθηκε σε αυτή την απόφαση διαβλέποντας πως είναι αδύνατο να αντιμετωπίσει τη ναυπήγηση πλοίων της Κίνας, η οποία μόνο για το 2016 ναυπήγησε τρία αντιτορπιλικά χωρητικότητας 7500 τόνων και δύο φρεγάτες χωρητικότητας 4000 τόνων, όταν η Ιαπωνία ναυπήγησε αντιστοίχως μόνο ένα αντιτορπιλικό των 5100 τόνων.
Το κινεζικό ναυτικό βελτιώνει με αξιοσημείωτη ταχύτητα τις δυνάμεις του, επεκτείνοντας και εκσυγχρονίζοντας παράλληλα τις ναυτικές μονάδες κρούσης, τη στιγμή που η Ιαπωνία προσπαθεί να ανταγωνισθεί την Κίνα με όλες τις δυνάμεις και τους πόρους που μπορεί να συγκεντρώσει. Ωστόσο με δεδομένη την απουσία ενισχυμένου αμυντικού προϋπολογισμού διευρύνεται περαιτέρω η ήδη μεγάλη διαφορά αριθμού πλοίων Κίνας και Ιαπωνίας.
Σε αυτό το δεδομένο προστίθεται και η διαφορά Κίνας και Ιαπωνίας ως προς τον περιφερειακό και παγκόσμιο γεωπολιτικό τους ρόλο, ο οποίος διαμορφώνει και τις σφαίρες επιρροής των δύο χωρών, με το Τόκυο να στηρίζεται περισσότερο στη σχέση του με τις ΗΠΑ, ενώ η Κίνα να στηρίζεται στο δικό της νεοδιαμορφωμένο μπλοκ συμμαχιών.

ΗΠΑ vs Κίνα. H αμερικάνικη τακτική επιβολής της Washington στην παγκόσμια γεωοικονομία. - Εικόνα2

Η απόσταση του προεδρικού δακτύλου από το κόκκινο κουμπί
Αυτή η ανταλλαγή επιθετικών και προειδοποιητικών δηλώσεων μεταξύ Πεκίνου και Washington οδήγησε την Κίνα σε ανακοινώσεις με τις οποίες ξεκαθαρίζει πως δεν επιθυμεί την σύγκρουση με τις ΗΠΑ. Ωστόσο στην ίδια ανακοίνωση το Πεκίνο κάνει λόγο για την εθνική του κυριαρχία η οποία απειλείται όταν οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν την Κίνα ως τον σημαντικότερο εχθρό τους και πως θα οφείλει να διατηρεί ένα πυρηνικό οπλοστάσιο με το οποίο θα αποτρέπει σε κάθε αντίπαλο –ακόμα και τις ΗΠΑ– να σκεφτεί οποιαδήποτε αμφισβήτηση των κυριαρχικών του δικαιωμάτων.
Σε αυτό το σημείο εξηγείται εν μέρει και η επιθετική ρητορική του Tillerson εναντίον της Ρωσίας κατά την ομιλία του στο αμερικανικό Κογκρέσο. Η Ρωσία είχε προλάβει να δηλώσει πως δεν αισθάνεται απειλή από το πυρηνικό οπλοστάσιο της Κίνας και ότι διαθέτει εξαιρετικές συμμαχικές σχέσεις μαζί της. Έτσι ο ΥΠΕΞ των ΗΠΑ έπρεπε να δείξει πως οι δύο αυτές οι δυνάμεις διαθέτουν αμυντική και γεωπολιτική συμμαχία μεταξύ τους κατατάσσοντας αυτές στον ίδιο άξονα. Παρόλα ταύτα το σημαντικότερο που απορρέει από αυτή τη δήλωση είναι η συνέγερση του δυτικού κόσμου έναντι ενός κινδύνου που δεν γνώριζε ότι υπάρχει.
Αυτές οι ανακοινώσεις αποτελούν σαφής αναβάθμιση της επιθετικότητας και αποφασιστικότητας των ΗΠΑ έναντι της Κίνας, άμα τη αλλαγή ενοίκου στο Καπιτώλιο. Η εποχή που τα αμερικανικά πλοία δεν εισέρχονταν εντός της ζώνης των 12ν.μ. από τα τεχνητά νησιά της Κίνας φαίνεται πως παρήλθε μαζί με τη θητεία του Προέδρου OBAMA. Το στοίχημα που έθεσε η κυβέρνηση TRUMP είναι πολύ υψηλό και περιλαμβάνει την θέση Κίνας και ΗΠΑ στην παγκόσμια σκακιέρα.
Αν το Πεκίνο επιχειρήσει εμπράκτως να αποδείξει πως η διέλευση των πλοίων και αεροσκαφών στα εν λόγω νησιά είναι αδιαμφισβήτητη τότε ο μοναδικός δρόμος για τις ΗΠΑ θα είναι ο ναυτικός και εναέριος αποκλεισμός αυτών, εφόσον επιθυμούν να δείξουν την κυριαρχία τους. Σε αντίθετη περίπτωση η Κίνα θα έχει καταστεί από το πουθενά παγκόσμια υπερδύναμη και εκμεταλλευόμενη το momentum θα μπορέσει να προσελκύσει διάφορες χώρες στη σφαίρα επιρροής της.
Από την άλλη η μετουσίωση της ακραίας αμερικανικής ρητορικής σε πράξεις διακινδυνεύει την ειρήνη στην περιοχή, αφού θα αποτελούσε πράξη πολέμου. Τα διεθνή ύδατα που οι ΗΠΑ επικαλούνται δεν ισχύουν, αντιθέτως η πραγματικότητα ομοιάζει, εν πολλοίς, με τις τουρκικές αμφισβητήσεις στο Αιγαίο, αφού η εν λόγω περιοχή αποτελεί μία γκρίζα ζώνη αμφισβητήσεων μεταξύ διαφόρων χωρών. Επί της ουσίας οι ΗΠΑ κινούνται υποκριτικά και μεροληπτικά, απλά προς αναζήτηση όξυνσης των διμερών σχέσεων με την Κίνα από τη στιγμή που βραχονησίδες της ευρύτερης περιοχής έχουν καταληφθεί από τις Φιλιππίνες, τη Μαλαισία, το Βιετνάμ και την Ταϊβάν.
Η παρέμβαση των ΗΠΑ είναι απλά αδικαιολόγητη και εν μέρει ανεξήγητη. Ο χαρακτηρισμός «Διεθνή Ύδατα» αποτελεί απλά μία φτωχή δικαιολογία για την ηθική δικαίωση της επέμβασής της σε μία περιοχή που η ίδια δε διαθέτει ερείσματα. Το παιχνίδι του διπλωματικού πόκερ που οι ΗΠΑ επέλεξαν να παίξουν με το Πεκίνο δεν είναι τόσο απλό, αν αναλογιστούμε πως θα μπορούσε να οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε έναν νέο Κόλπο των Χοίρων.
Ο TRUMP ανακάλυψε την επιθετικότητα ή η επιθετικότητα τον TRUMP;
Παρόλα ταύτα η ανωτέρω κατάσταση δεν δικαιώνει όσους προεκλογικά υποστήριζαν πως ο TRUMP είναι ένας παρανοϊκός ενισχύοντας την ακραία φύση της ρητορικής και τακτικής του. Η πολιτική του δεν αποτελεί κάποια καινοτομία για τη διεθνή διπλωματία, αντιθέτως είναι μία συνέχεια της πολιτικής του λαοφιλούς OBAMA και του δόγματος “pivot to Asia”. Ακόμα και στο υποθετικό σενάριο που η H. CLINTON είχε εκλεχθεί για Πρόεδρος η πολιτική των ΗΠΑ θα παρέμενε η ίδια, εκφρασμένη ίσως με μία διαφορετική μορφή και με διαφορετικό χρονισμό και τακτική.
Ο μακρόπνοος γεωπολιτικός στόχος των ΗΠΑ είναι η τόνωση της αμερικανικής παντοκρατορίας και ο περιορισμός της Κίνας εντός των διεθνών ορίων που η Washington έχει θέσει. Η διαφωνία TRUMP και OBAMA δεν έγκειται ως προς το στόχο, αλλά ως προς την τακτική που αυτός μπορεί να επιτευχθεί. Στην παγκόσμια γεωπολιτική και γεωοικονομία βρίσκεται εν εξελίξει η αλλαγή του θεμελιώδους πλαισίου για τις θάλασσες, με την εκλογή TRUMP να σηματοδοτεί την κατάρρευση της παγκόσμιας τάξης που είχε δημιουργηθεί μετά τη λήξη του Β΄ΠΠ.
Η απομάκρυνση των ΗΠΑ από τη συμφωνία ΤΡΡ του OBAMA και του δόγματος «Pivot to Asia» αποτελεί τη λήξη της περιόδου του ελεύθερου εμπορίου και των πολυμερών εμπορικών σχέσεων. Το δόγμα «America First» σημαίνει τιμωρητική εμπορική πολιτική και την επιβολή σχέσεων υποτέλειας (πολιτική “beggar-thy-neighbour”) που εφαρμόζονταν το 1930 και οδήγησαν τελικά στον Β΄ΠΠ.
Το ευρωπαϊκό θράσος βάζει λάδι στη φωτιά
Η εγκατάσταση του TRUMP στο Οβάλ Γραφείο δεν επέφερε την αναμενόμενη από πολλούς μετριοπάθεια στην πολιτική του, αντιθέτως όξυνε έτι περισσότερο την αλαζονική αυτοκρατορική του θεώρηση. Αυτό από μόνο του έχει θορυβήσει τις υπόλοιπες μεγάλες δυνάμεις, οι οποίες αναζητούν τρόπους άμυνας, όπως διαφαίνεται και από το παράδειγμα της Γερμανίας. Οι δηλώσεις του ΥΠΕΞ της ευρωπαϊκής δύναμης, Sigmar Gabriel, πως η Ευρώπη οφείλει να προστατεύσει τα συμφέροντά της σε περίπτωση κήρυξης εμπορικού πολέμου των ΗΠΑ, εναντίον της Κίνας δείχνουν πως το Βερολίνο τολμά, για ίδιον όφελος, να εκμεταλλευτεί την διπολική κόντρα μεταξύ των δύο γεωπολιτικών δεινοσαύρων, αμφισβητώντας ανοιχτά την Washington.
Η δήλωση αυτή είναι εξαιρετικά σημαντική από έναν πολιτικό που είναι ταυτόχρονα αντικαγκελάριος της Γερμανίας, όταν η Κίνα αποτελεί τον στρατηγικό εταίρο της χώρας του και ταυτόχρονα συμπεριφέρεται ως εκπρόσωπος ολόκληρης της Ε.Ε. Η Ευρώπη στο σύνολό της αποτελεί μία οικονομική υπερδύναμη η οποία αν αμφισβητήσει την υπεροχή των ΗΠΑ και τις επιθυμίες του νέου Προέδρου θα ενισχύσει σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό την πολεμοχαρή ρητορική της Washington καθώς και τις πρακτικές της, από τη στιγμή που οι ΗΠΑ θα διαβλέπουν πως χάνουν τη γεωπολιτική πρωτοκαθεδρία και βάσει δόγματος θα επιλέξουν το προνοείν από το θεραπεύειν.
Η Κίνα, έχοντας λάβει το μήνυμα από τις ΗΠΑ και υπολογίζοντας τις ισχυρές οικονομικές σχέσεις με την Ευρώπη κινείται ως υπαρασπιστής του φιλελεύθερου καπιταλισμού και της οικονομικής τάξης που εναντιώνεται στη νέα αμερικανική πολιτική, όπως δήλωσε ευθαρσώς και ο κινέζος Πρόεδρος Xi Jinping στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Davos. Η αντίδραση του Πεκίνου ήταν αναμενόμενη ως προς το περιεχόμενό της αφού οι ισχυροί οικονομικοί δεσμοί της Ευρώπης, που για πρώτη φορά έχει τόσο μεγάλη ανάγκη την Ανατολή, αφήνουν περιθώριο για αύξηση της γεωπολιτικής επιρροής της Κίνας, επί των παραδοσιακών συμμάχων των ΗΠΑ.
Η πολιτική της προκαταβολικής δράσης των ΗΠΑ διαφαίνεται και από την Έκθεση του Κέντρου Στρατηγικών Εκτιμήσεων Προϋπολογισμού (CSBA) για την αμερικανική αμυντική στρατηγική στην Ευρασία. Σε αυτή φαίνεται πως οι ΗΠΑ οφείλουν να εμποδίσουν την επικράτηση στην Ευρασία μίας αντιπάλου δύναμης ή αντίπαλων δυνάμεων, καθώς αν κάποια δύναμη επιτύχει να κυριαρχήσει σε Ευρώπη ή Ασία θα διαθέτει σημαντικά μεγαλύτερη ισχύ σε ανθρώπινο δυναμικό, οικονομικές και τεχνικές δυνατότητες και ως εκ τούτου μεγαλύτερη στρατιωτική προοπτική από τις ΗΠΑ.
Στην εν λόγω Έκθεση δεν εξαιρείται κανένα μέσο αντίστασης, ούτε αυτό της χρήσης της πυρηνικής δύναμης των ΗΠΑ, έστω και σε περιορισμένο βαθμό. Οι δυνάμεις των ΗΠΑ αναφέρεται πως οφείλουν να προετοιμαστούν ώστε να απαντήσουν σε ένα εύρος στρατηγικών πολεμικών απροόπτων σε ολόκληρη την ευρασιατική περιφέρεια, έτσι ώστε να δύναται για τις εν λόγω δυνάμεις να τερματίσουν μία διαμάχη κατά τον ταχύτερο και πλέον ενδεδειγμένο τρόπο για τα αμερικανικά συμφέροντα, αποτρέποντας μελλοντική χρήση της πυρηνικής απειλής.
Οι απειλές Trump στη Νότια Σινική Θάλασσα αποτελούν την κορυφή της τακτικής προειδοποίησης προς ολόκληρο τον κόσμο πως η αναθεώρηση του status quo της Υφηλίου διέρχεται αναγκαστικά μέσα από έναν, πρωτόγνωρης έντασης, πόλεμο, από τη στιγμή που τα κοινωνικά αντανακλαστικά έχουν αποσαρθρωθεί από διαχρονικές γεωπολιτικές σκοπιμότητες και ως εκ τούτου οι κοινωνίες αδυνατούν να ελέγξουν τον παραλογισμό της άρχουσας ελίτ κάθε δύναμης. Εξάλλου η αμερικανική οικονομική πολιτική εκφραζόταν ανέκαθεν μέσω της στρατιωτικής ισχύος.
geopolitics.com.gr

Σχόλια