Ο νέος πατριωτισμός αποδομεί την ιστορικότητα του Ελληνισμού

Κοντογιώργης Γιώργος
Πολύ σωστά η κυβέρνηση ζήτησε από τους πολίτες τη συλλογική μας ευθύνη και συστράτευση για να αντιμετωπιστεί η πανδημία. Αυτή η έκκληση, ωστόσο, αντιφάσκει με τα μηνύματα που η ίδια εξέπεμψε με αφορμή την επέτειο της 25ης Μαρτίου. Μηνύματα επί της ουσίας διχαστικά, που μάλιστα εστιάζονται σε αυτό που θα έπρεπε να ενώνει τους Έλληνες, δηλαδή στην πολιτισμική του συνοχή και στην ιστορικότητά της. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Το δραματικό είναι ότι δεν ήταν μόνο η κυβέρνηση που εξέπεμψε τέτοιο μήνυμα. Πρόκειται για μία ομοβροντία διχαστικών λόγων που περιλαμβάνει και την Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την αντιπολίτευση. Η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, στον πρώτο της δημόσιο λόγο, μας μίλησε για ένα «νέο πατριωτισμό». Πώς τον αντιλαμβάνεται; (βλέπε Blogger*)
Τι ενοχλεί άραγε από τον "παλαιό πατριωτισμό" και τι περιέχει άραγε ο νέος;
Να υποθέσω ότι στο "νέο πατριωτισμό" περιλαμβάνεται και η ψήφος της που απάλλαξε τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου για μία καίριας σημασίας υπόθεση που αφορούσε το δημόσιο συμφέρον; Και ποιον ρώτησε αλήθεια για να εξαγγείλει την αναθεώρηση του πατριωτικού προτάγματος της κοινωνίας; Είναι υπεράνω του νόμου κατά το Σύνταγμα. Να υποθέσω ότι είναι και υπεράνω του λαού;
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξελέγη, διότι εφέρετο να εκφράζει πολιτισμικό πρόσημο σημαντικά διαφορετικό από εκείνο του Αλέξη Τσίπρα, μια διαφορετική οπτική του εθνικού συμφέροντος. Διαπιστώνεται, όμως, ότι σε ένα καίριο ζήτημα, όπως η εθνική ταυτότητα, συμπίπτει απολύτως με τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ. Πώς θα διακριθεί ο πολιτικός του λόγος όταν ταυτίζεται σε ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα που δεν αφορά την ιστορική περιέργεια, αλλά τον πυρήνα της οπτικής του για το μέλλον της χώρας;
Το να αναγνωρίσει κανείς ότι υπήρξε ελληνικό έθνος πριν από το νεοελληνικό κράτος και ως εκ τούτου το έθνος συγκρότησε το νεοελληνικό κράτος, ή, αντιθέτως, ότι το κράτος συγκρότησε το έθνος, γιατί δεν υπήρχε πριν ελληνικό έθνος, αλλά μόνο ελληνόφωνοι, έχει τεράστια σημασία για το σήμερα. Αυτοί που διακονούν αυτά τα μηρυκάσματα πρέπει να μας εξηγήσουν γιατί επαναστάτησαν οι Έλληνες αφού δεν είχαν έθνος και κατ’ επέκταση συνείδηση συλλογικής ελευθερίας.
Δεν επαναστατεί κανείς γιατί δεν του αρέσει στη μία πλευρά και θέλει να πάει στην άλλη. Επαναστατεί για μείζονα ζητήματα. Και, όλοι αυτοί που αρνούνται την εθνική αιτία της Επανάστασης όφειλαν να γνωρίζουν ότι χύθηκε πολύ αίμα στο όνομα του έθνους. Το ερώτημα λοιπόν, έχει διπλή τεράστια σημασία. Πρώτα-πρώτα, είναι ανεπίτρεπτο να το λέει κανείς, στο μέτρο που η άποψη αυτή συνιστά λογοκρισία έναντι των ιστορικών πηγών που δεν παύουν διαχρονικά να διακηρύσσουν την εθνική ταυτότητα και τη βούληση των Ελλήνων για ελευθερία. Όλες οι διακηρύξεις οι σχετικές με την Επανάσταση αναφέρονται στο έθνος και στον πόθο της απελευθέρωσης.

Ανεπίτρεπτη ως διχαστική

Επιπλέον η διατύπωση ότι το 1821 συγκροτήσαμε έθνος είναι ανεπίτρεπτη ως διχαστική, αφού η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού και των πνευματικών του ταγών αποδέχονται ότι οι Έλληνες προεπαναστατικά συγκροτούσαν έθνος και επαναστάτησαν για να συγκροτήσουν κράτος. Από πού αντλεί το δικαίωμα ο πρωθυπουργός να προσβάλει ουσιαστικά τον ελληνικό λαό και τις κληρονομιές του; Μήπως δεν γνωρίζει ότι το ζήτημα αυτό δίχασε επί μακρόν τα τελευταία χρόνια, καθώς η επιλογή της μιας ή τη άλλης άποψης εμπεριείχε κρίσιμες επιλογές για το μέλλον της χώρας;
Αν επρόκειτο για μεμονωμένο περιστατικό θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι οφείλετο στην άγνοια του πρωθυπουργού. Δεν είναι υποχρεωμένος να γνωρίζει ιστορία, είναι υποχρεωμένος όμως να διαλέγεται με την ιστορία. Είναι υποχρεωμένος να διαλέγεται με τους πραγματικούς δημιουργούς της ιστορίας και όχι να συντάσσεται με το μέρος μιας μειοψηφικής μερίδας ιδεολόγων της ιστορίας, η οποία κατά έναν περίεργο –για όσους δεν γνωρίζουν– τρόπο, μολονότι μειοψηφία, περιφέρεται με όλες τις καταστάσεις στην περίμετρο της εξουσίας.
Το να εκφέρεις τον λόγο της ως πρωθυπουργός σημαίνει ότι αποδέχεσαι και το διατακτικό της, το οποίο είναι γνωστό στους παρεπιδημούντες στη χώρα αυτή ποια θέση της επιφυλάσσει, ή με πόση σφοδρότητα αντιμάχεται την ελληνική κοινωνία. Είναι κρίσιμες οι μέρες για να προσεγγίζει με αυτόν τον ακραίο διχαστικό και οπωσδήποτε ανεπίτρεπτο πολιτικής λόγο.
Διαπιστώνεται ότι εγγράφεται σε έναν συνδυασμό παραδοχών του ιδίου, που κορυφαία αποτελεί η απόφασή του να συγκροτήσει την επιτροπή για τον εορτασμό της 200σιοστής επετείου από την Επανάσταση με γνώμονα την αρχή της ενιαίας σκέψης. Κατατείνει έτσι στο να δικαιώσει δύο σημαντικά ζητήματα: Πρώτα πρώτα την ιδεολογία του ηγεμόνα, αυτού που κατήργησε την ελληνική σημειολογία της εξέλιξης και πράγματι τον μείζονα Ελληνισμό, προκειμένου να δικαιώσει το νεοελληνικό κράτος και τα πεπραγμένα του.
Αυτό σημαίνει ότι στην πραγματικότητα θα δοξάσουν το κράτος, που με τις πολιτικές του ακύρωσε την εθνική ολοκλήρωση και κατέλυσε τον ελληνικό κόσμο της εποχής με κορυφαία πράξη του την εξαφάνιση του μικρασιατικού Ελληνισμού. Με τα χέρια ελεύθερα πια θα πανηγυρίσουν διότι το ελληνικό έθνος έφθασε τα σύνορά του έως τον Έβρο.

Σύγκριση πεπραγμένων

Η επιλογή αυτή έχει και μια άλλη εξίσου συγκαιρική σημασία. Από τη στιγμή που αποσυνδέει κανείς την ελλαδική κοινωνία από τις κληρονομιές της καταργείται το συγκριτικό προηγούμενο. Εφεξής η σύγκριση των πεπραγμένων του νεοελληνικού κράτους δεν θα γίνει με τον μείζονα Ελληνισμό, αλλά με το ομόλογο δυτικό κράτος. Και προφανώς στο κλίμα αυτό θα εμφανισθεί δικαιωμένο στην άποψη ότι για τα κακώς κείμενα φταίει αποκλειστικά η ελληνική κοινωνία.
Έτσι παρακάμπτεται κάτι συνταρακτικά σημαντικό. Το γεγονός ότι αποφεύγει να απολογηθεί για την κατάργηση των κοινών, με τα οποία έζησε και μεγαλούργησε ο Ελληνισμός από την αρχαιότητα και συνακόλουθα της δημοκρατίας. Διαφορετικά πώς θα εξηγήσει κανείς την κατάλυση της δημοκρατίας στο όνομα της ανωτερότητας μιας καθόλα κατοχικής απολυταρχίας. Με τον ίδιο τρόπο που διακηρύσσουν, ως προσαρτήματα του δυτικού διαφωτισμού, ότι η σημερινή εκλόγιμη μοναρχία είναι ανώτερη της δημοκρατίας που ο ελληνικός κόσμος βίωνε αδιάπτωτα μέχρι την είσοδό του στο μετεπαναστατικό κράτος.
Το δεύτερο και κυριότερο θέμα είναι αυτό που συνέχεται με τις προεκτάσεις της αναθεωρητικής αυτής επιλογής που διακινεί η ίδια η πολιτική ηγεσία: Το γεγονός ότι αυτό έχει τεράστια σημασία για τις πολιτικές του σήμερα, την ιδέα που έχει η πολιτική ηγεσία για τη χώρα! Αν όντως επιλέξουμε την ιστόρηση του έθνους δια του κράτους σημαίνει ότι σκοπεύουμε να συνεχίσουμε την αποδόμηση της κοινωνικής και κατά τούτο της πολιτισμικής συνοχής της χώρας και την συρρίκνωσή του λαού της.
Δηλαδή, όχι μόνο δεν αποκομίσαμε τα αναγκαία διδάγματα από τις καταστροφές που συσσώρευσε το κράτος των Αθηνών στον Ελληνισμό, αλλά παραμένει δεσμευμένο στην ίδια γραμμή πλεύσης. Εάν μείνουμε στην πολιτική αυτή επιλογή μπορούμε με βεβαιότητα να συνομολογήσουμε ότι στο τέλος αυτού του αιώνα δεν θα υπάρχουν Έλληνες στην ελλαδική χώρα. Διότι, αυτό το κράτος που από την Πελοπόννησο έφτασε ως τον Έβρο, είναι αυτό το οποίο όχι μόνο αρνήθηκε την εθνική ολοκλήρωση αλλά και συνέβαλε τα μέγιστα στην εξαέρωση του μείζονος Ελληνισμού.

Ελληνικός εφοπλισμός

Αν δούμε τι ήταν ο ελληνικός κόσμος μέχρι το κατώφλι του 20ου αιώνα και πού κατήντησε σήμερα αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στον ελληνικό εφοπλισμό σήμερα, και συγχρόνως να διερωτηθούμε πώς συμβαίνει αυτός να διατηρεί αυτή τη θέση υπό διεθνώς ανταγωνιστικές συνθήκες και στην Ελλάδα να μην υπάρχει ούτε ένα ανταγωνιστικό ναυπηγείο. Μήπως επειδή διέφυγε από τις δαγκάνες του νεοελληνικού κράτους; Ας μας εξηγήσουν, λοιπόν, τι σημαίνει αυτό και τότε θα δούμε τι δηλώνει η πρόθεση να ιστορήσουμε το έθνος δια του κράτους.
Για την σημασία που έχει το διακύβευμα αυτό για την ελληνική κοινωνία αρκεί να αναλογισθούμε γιατί αποδοκιμάσθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές. Σε μεγάλο βαθμό για τις "Πρέσπες". Δηλαδή για το γεγονός ότι εχθρευόμενος τις πραγματολογικές παρακαταθήκες της ελληνικής κοινωνίας και έχοντας ως σκοπό του να κοντύνει την εθνική πολιτισμική αναφορά των Ελλήνων, με όχημα την υιοθέτηση του εθνικισμού των γειτόνων, προκάλεσε το δημόσιο αίσθημα.
Εάν λοιπόν ο Αλέξης Τσίπρας αποδοκιμάσθηκε στις πολιτικές του και η διάδοχος κυβέρνηση σπεύδει να τις ακολουθήσει προς τι η αλλαγή του αυθεντικού διακινητή τους; Προκαλεί πάντως απορία ότι ο πρωθυπουργός επέλεξε το διχαστικό επιχείρημα σε μια περίοδο πανδημίας, σε ένα καθεστώς αναγκαστικής συστράτευσης των Ελλήνων.
============
Blogger*
H απάντηση, περί "νέου πατριωτισμού" ήρθε.
Αν είναι αλήθεια - που είναι γιατί θα υπήρχε διάψευση... (πηγή)
Τί να πούμε: 
Να θυμηθούμε τα περί ηθικού και νομίμου (ποιος θυμάται τον Βουργαράκη....

Ο "νέος πατριωτισμός" είναι στραμένος προς την Δύση (έτσι λέει, ενώ όλοι οι υπόλοιποι είμαστε γκαβοί, δεν βλέπουμε...) και εννοεί ότι βλέπει από που έρχονται τα ευρά προς αξιοποίηση και εννοεί την ενθυλάκωση για το προσωπικό συμφέρον. Ο "νέος πατριωτισμός" είμαι μούφα που κρύβει την απίστευτη ιδιοτέλεια πίσω από τη μάσκα ενός τάχα μου - τάχα μου διεθνισμού. 
Αυτή είναι η ανάγνωση του "νέου πατριωτισμού".
Ο "παλαιός" πατριωτισμός έβλεπε μόνο τη χώρα και καθόλου τα φράγκα (θα μπορούσε κανείς με τα σημερινά ήθη όπως έχουν διαμορφωθεί, πρόκειται για αφελή πατριωτισμό των ηλιθίων...)
Παράδειγμα είναι τέτοιου "ηλίθιου πατριώτη" είναι ο  Νικηταράς που...
Διαβάστε τι έκανε ο ...βλαξ...
...και θα καταλάβετε γιατί η Επανάσταση του 21 έμεινε ανολοκλήρωτη και αυτό που ζούμε από το 2010 είναι η παλινόρθωση μιας Βαυβαροκρατίας μια αντεπανάσταση των Κοτζαμπάσηδων (Ολιγαρχών).
Μα τι βλάκας κι' αυτός ο Νικηταράς, τόλμησε να τα βάλλει με τους Βαυβαρούς και τους ντόπιους μπιστικούς, αντί καθήσει στ' αυγά του και να βλέπει προς τη ...Δύση.

......

Νικηταράς: Ο ήρωας που κατέληξε επαίτης στον Πειραιά

Ο αγωνιστής που χάρισε το λάφυρο που του προσφέρθηκε -ένα αδαμαντοστόλιστο σπαθί- στην ελληνική κυβέρνηση, πέθανε τυφλός, πάμπτωχος «με άδεια επαιτείας».
Ο βίος και η πολιτεία του ανδρός, που με μόλις 200 άνδρες αναχαίτισε τον Μάιο του 1821, τους 6.000 πεζούς και ιππείς στρατιώτες του Μουσταφάμπεη στη Μάχη του Βαλτεστίου, είναι η περίπτωση που ο ακαδημαϊκός Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος είχε συνοψίσει σε πρόσφατη συνέντευξη του: «Οι σωτήρες της Ελλάδας πέθαναν ή στη φυλακή ή στην εξορία».

Το χέρι που «μαρμάρωσε» κρατώντας το σπαθί
Ο Νικήτας Σταματελόπουλος, γνωστός ως Νικηταράς, ο αγωνιστής που συνετέλεσε στην υποχώρηση του Δράμαλη και σύμφωνα με ιστορικές πηγές, έσπασε τρεις πάλες (σπαθί σαν δρεπάνι) με τη δύναμη με την οποία χτυπούσε, ενώ στο τέλος της μάχης, το χέρι του «μαρμάρωσε» και δεν μπορούσε να αφήσει την πάλα, πέρασε από δίκη, φυλακίστηκε, κατέληξε τυφλός και πάμπτωχος να επαιτεί -με επίσημη «άδεια επαιτείας»- κάθε Παρασκευή, στο σημείο όπου βρίσκεται η εκκλησία της Ευαγγελίστριας στον Πειραιά (τότε δεν είχε ακόμη ανεγερθεί).
Ο Νικηταράς ορκιζόταν στο σπαθί του: Να με φάει το σπαθί του Νικηταρά αν λέω ψέματα... Ο Κολοκοτρώνης τον έλεγε Αρχάγγελο Μιχαήλ και Άγιο Γεώργιο.



Γεννήθηκε στο χωριό Μεγάλη Αναστασίτσα Αρκαδίας και όχι στο Τουρκολέκα από όπου η καταγωγή του.
Ο πατέρας του Σταματέλλος Τουρκολέκας ήταν αρματωλός στο Λιοντάρι. Είχε παντρευτεί την κόρη του προεστού στο Άκοβο, η οποία ήταν αδελφή της γυναίκας του Θόδωρου Κολοκοτρώνη. Ήταν ανιψιός του Γέρου του Μοριά.
Στα 1805, μετά την εκτέλεση του πατέρα και του αδελφού του, κατέφυγε στα Επτάνησα κυνηγημένος από τους Τούρκους. Θέλησε να πολεμήσει με τους Ρώσους εναντίον του Ναπολέοντα, αλλά ο Κολοκοτρώνης τον απέτρεψε. Έφτασε στη Νάπολη, όμως δεν έλαβε μέρος στις μάχες -ο Ναπολέων είχε νικήσει τους εχθρούς του στο Αούστερλιτς.
Παντρεύτηκε όταν γύρισε πίσω την κόρη του κλεφτοκαπετάνιου Ζαχαριά, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά, έναν γιο και δύο κόρες.



Ο Κολοκοτρώνης τον έλεγε Αρχάγγελο Μιχαήλ

Πρωταγωνίστησε σε μάχες μεγάλες και νικηφόρες: Βαλτέτσι, Δολιανά, Τριπολιτσά, Δερβενάκια, Αγιονόρος, Άγιος-Σώστης.
Οι στιγμές όμως που ανέδειξαν την πολεμική αρετή και τον ηρωϊσμό του Νικηταρά, και που συγχρόνως στάθηκαν αποφασιστικές για την επανάσταση, ήταν οι νηκηφόρες μάχες στα Δολιανά (18 Μαΐου Ι821) και στα Δερβενάκια (26 Ιουλίου 1822).
Κατά τις εμφύλιες διαμάχες που άρχισαν το 1823 τάχθηκε με το μέρος του Κολοκοτρώνη, εναντίον της κυβέρνησης Κουντουριώτη -ήταν ο μόνος από την «πλευρά Κολοκοτρώνη» που οι «αντίπαλοι» προσέγγισαν επιχειρώντας να τον πάρουν «μαζί τους».



Ωστόσο επέδειξε συνετή στάση, αποφεύγοντας να πάρει μέρος στις μάχες και κάνοντας πολλές συμφιλιωτικές παρεμβάσεις. Μετά την οριστική επικράτηση των κυβερνητικών κατέφυγε στο Μεσολόγγι, όπου, κλείστηκε στην πολιορκημένη πόλη και πολέμησε κατά του Κιουταχή στη δεύτερη πολιορκία.
Ο Νικηταράς ορκιζόταν στο σπαθί του: Να με φάει το σπαθί του Νικηταρά αν λέω ψέματα, έλεγε ...
Ο Κολοκοτρώνης τον αποκαλούσε Αρχάγγελο Μιχαήλ και Άγιο Γεώργιο.
Χειμώνα του 1836, «υπαγορεύει», στην πραγματικότητα, αφηγείται τη ζωή του, τα απομνημονεύματα του στον Γεώργιο Τερτσέτη, τον ζακυνθινό ποιητή και μετέπειτα δικαστή στην περιβόητη δίκη των Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και Δ. Πλαπούτα, τον Μάιο του 1834.

Αντίθετος με τους Βαυαρούς

Μετά την απελευθέρωση διορίζεται υπασπιστής του Καποδίστρια. Επί Όθωνα κατηγορείται για συνωμοσία κατά του βασιλιά -«πληρώνει» την αντίθεση του στους Βαυαρούς και τον φόβο τους ότι μία ομάδα, η γνωστή ως «Φιλορθόδοξη Εταιρεία», στοχεύει στην άνοδο Ρώσου στον ελληνικό θρόνο.
Στη δίκη του μάλιστα, λόγω αδυναμίας, προσήχθη καθιστός.
Ο Νικηταράς φυλακίζεται στην Αίγινα το 1839. Ήταν μεταξύ εκείνων οι οποίοι «κυνηγήθηκαν» μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια.
Άλλωστε, το κατηγορητήριο αφορούσε και στον αδελφό του πρώτου Κυβερνήτη, Γεώργιο Καποδίστρια.
Κατόπιν της «απειλητικής επέμβασης του Μακρυγιάννη» ο Νικηταράς αποφυλακίζεται μετά από σχεδόν δύο χρόνια. Είναι όμως τυφλός -έπασχε από διαβήτη, χωρίς να το γνωρίζει, η υγεία του κλονίστηκε ανεπανόρθωτα κατά τη φυλάκιση- και λησμονημένος. Λέγεται ότι η μία του κόρη τρελάθηκε από θλίψη με τον εκτοπισμό και εγκλεισμό του πατέρα της. Ήταν γνωστό ότι στη φυλακή υπέστη βασανισμούς και εξευτελισμούς από τους δεσμοφύλακες.



Λησμονημένος και επαίτης

Το 1843, όταν ο Όθωνας αναγκάζεται να δώσει σύνταγμα στην Ελλάδα, του απονέμεται ο βαθμός του υποστράτηγου μαζί με μία πενιχρή σύνταξη.
Το μοναδικό λάφυρο του από τον πόλεμο, ένα αδαμαντοστόλιστο, δαμασκηνό σπαθί -που συναγωνιστές του τον έπεισαν να πάρει- το είχε προσφέρει σε έρανο που είχε κάνει η προσωρινή κυβέρνηση της Ύδρας για να αρματώσει τον ελληνικό στόλο.
Χωρίς περιουσία στην Αρκαδία και στην Αργολίδα, όπου έζησε κάποια χρόνια (στους Μύλους), καταλήγει πάμπτωχος σε ένα ταπεινό σπίτι στην Καστέλλα. Μάλιστα, του δίνεται «άδεια επαιτείας» - ένα είδος ανταμοιβής της ευγνωμονούσας Ελλάδας.
Πεθαίνει σε ηλικία 67 ετών. Ο Νικηταράς τάφηκε πλάι στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη -όπως ήταν η επιθυμία του- στο Α Κοιμητήριο Αθηνών. Τον επικήδειο εκφώνησε ο Νεόφυτος Βάμβας, τον δε επιτάφιο ο Παναγιώτης Σούτσος.
Προτομή του Νικηταρά υπάρχει στο Πεδίον τους Άρεως, στη Λεωφόρο των Ηρώων, όπως και στην Καλαμάτα, στην πλατεία 23ης Μαρτίου.



Τσάμικος, στίχοι Νίκος Γκάτσος, μουσική Μάνος Χατζιδάκις
Στα κακοτράχαλα τα βουνά
με το σουράβλι και το ζουρνά
πάνω στην πέτρα την αγιασμένη
χορεύουν τώρα τρεις αντρειωμένοι.
Ο Νικηφόρος κι ο Διγενής
κι ο γιος της Άννας της Κομνηνής.

Δική τους είναι μια φλούδα γης
μα εσύ Χριστέ μου τους ευλογείς
για να γλιτώσουν αυτή τη φλούδα
απ’ το τσακάλι και την αρκούδα.
Δες πώς χορεύει ο Νικηταράς
κι αηδόνι γίνεται ο ταμπουράς.

Από την Ήπειρο στο Μοριά
κι απ’ το σκοτάδι στη λευτεριά
το πανηγύρι κρατάει χρόνια
στα μαρμαρένια του χάρου αλώνια.
Κριτής κι αφέντης είν’ ο Θεός
και δραγουμάνος του ο λαός.

https://www.thetoc.gr/politismos/article/nikitaras-o-irwas-pou-katelikse-epaitis-ston-peiraia/
-----------------

==========================
....
Σύμφωνα με την παράδοση ο Γάλλος πρέσβης που γνώριζε πολύ καλά τη δράση του, έστειλε ένα επιτετραμμένο του να περάσει από το σημείο που ζητιάνευε. Ο Νικηταράς μόλις αντιλήφθηκε πως κάποιος γνωστός τον πλησιάζει μάζεψε από ντροπή το χέρι του. Όταν αυτός το ρώτησε τι κάνεις εδώ στρατηγέ μου, φούσκωσαν από παράφωνα τα στήθη του και απάντησε: 
  • «Κάθομαι εδώ και απολαμβάνω την ελεύθερη πατρίδα μου. Η πατρίδα μου χορήγησε μεγάλη σύνταξη για να ζω με ευπρέπεια και άνεση και μου αρέσει να κάθομαι στο δρόμο και να βλέπω και να παρατηρώ πως ζει ο υπόλοιπος κόσμος!»
Φεύγοντας ο απεσταλμένος άφησε να του πέσει ένα πουγκί γεμάτο με χρυσά φλουριά. Ο σχεδόν τυφλός Νικηταράς άκουσε τον ήχο, έσκυψε το βρήκε, το πήρε, το ψηλάφισε, κι όταν αντιλήφτηκε περί τίνος πρόκειται, φώναξε τον επισκέπτη και του είπε: «κάτι σας έπεσε». του επέστρεψε τα φλουριά και τον συμβούλεψε να είναι προσεχτικός, αφού στην περιοχή συχνάζουν πολλοί κλέφτες.

Σχόλια