Υπενθύμιση του εθνοκράτους εν μέσω της πανδημίας

Η πανδημική κρίση θέτει νέες προκλήσεις και νέα διακυβεύματα για την εξέλιξη της διεθνούς πολιτικής οικονομίας, αλλά και της αντίληψής μας για τη λεγόμενη «παγκοσμιοποίηση». Μας υπενθυμίζει το εθνοκράτος και δεν το βάζει εκ νέου στην ατζέντα της συζήτησης, μιας και αυτό ήταν πάντοτε παρόν, όπως επίσης μας παραπέμπει και στον Παναγιώτη Κονδύλη, ο οποίος χρησιμοποιούσε τον όρο «πλανητικοποίηση» (οικονομική αλληλεξάρτηση σε πλανητική κλίμακα και όχι συγχώνευση των κοινωνιών) για να περιγράψει το σχετικό μεταψυχροπολεμικό βέρτιγκο.
Είναι φανερό πλέον ότι η οροθέτηση της συζήτησης με άξονα τα οικονομικά-εμπορικά ζητήματα δεν σήμανε διάχυση στο πολιτικό.
Όπως και πάλι ο Κονδύλης επισήμαινε στο έργο του Πλανητική πολιτική μετά τον Ψυχρό Πόλεμο: «Η μαζικοδημοκρατική συγχώνευση πολιτικής και οικονομίας δεν είχε ως συνέπεια ούτε τη μονοκρατορία της αμιγούς οικονομίας ούτε την έκλειψη της πολιτικής, παρά δημιούργησε μια κατάσταση όπου η πολιτική είναι υποχρεωμένη να ασχολείται αδιάκοπα και συστηματικά με οικονομικά ζητήματα».
Σήμερα, εν μέσω πανδημίας, επαληθεύονται τα παραπάνω με καταιγιστικό τρόπο. Πού βρίσκονται οι θιασώτες της άποψης ότι «το να αντιπαλεύεις την παγκοσμιοποίηση είναι σαν να αντιπαλεύεις το νόμο της βαρύτητας»; Οι ίδιοι λένε ότι «η παγκοσμιοποίηση κινδυνεύει λόγω της πανδημίας» και υπάρχει «ορατός κίνδυνος να επιστρέψουν τα σύνορα»! Άραγε ακόμη και αυτή η παγκοσμιοποίηση δεν αποτελεί εργαλείο στρατηγικής και άρα, σύμπτωση και συγκυριακό αποτέλεσμα; Δεν συνιστά μια ορθολογική επιλογή, όπως συνέβαινε στις αρχές του 20ού αιώνα;
Και δεν θα καταρρεύσει όταν δημιουργηθούν συνθήκες άνισης ανάπτυξης υπέρ του δυνητικού πλανητικού ανταγωνιστή, όπως και πάλι συνέβη με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου;
Η Κίνα ωφελήθηκε και ωφελείται κατά μείζονα λόγο από την παγκοσμιοποίηση έχοντας μια πλεονάζουσα βιομηχανική και βιοτεχνική παραγωγή, που διοχετεύει στον υπόλοιπο πλανήτη συσσωρεύοντας κεφαλαιακά πλεονάσματα. Ωστόσο, αυτή η «ευεργεσία της παγκοσμιοποίησης» δεν την εξώθησε να αποβάλει το εσωτερικό σύστημα πολιτειακής και κοινωνικής οργάνωσης ή, με άλλα λόγια, η οικονομία δεν την καθόρισε πολιτικά. Τουναντίον, η αίσθηση του «ανήκειν στην Κίνα» ενισχύθηκε και, ενώ όλοι θα ανέμεναν έναν σινικό κοσμοπολιτισμό, έχουμε εκτόξευση των εξοπλιστικών προγραμμάτων, επιθετική οικονομική διπλωματία και συντεταγμένη επίκληση της ήπιας ισχύος. Η ισχυροποίηση δεν επέφερε «ευγνωμοσύνη» προς τους λόγους ύπαρξής της, αλλά οδηγεί στην όξυνση της κοινωνικής και κρατικής διαφοροποίησης.
Ομοίως οι ΗΠΑ. Οι ακραιφνείς υποστηρικτές του laissez-faire και των ανοιχτών αγορών καθίστανται από καιρού εις καιρόν η πλέον προστατευτική δύναμη του πλανήτη. Όταν η παγκοσμιοποίηση δε κείται προς το ιδιοτελές στρατηγικό συμφέρον, τότε η επιλογή είναι μία: Σύνορα, εθνοκράτος και διεξαγωγή εμπορικών πολέμων, όπως συμβαίνει με την περίπτωση της Κίνας ή της Ινδίας επ’ αφορμή των δισταγμών από πλευράς του Νέου Δελχί να απελευθερώσει τις εξαγωγές υδροξυχλωροκίνης προς τις ΗΠΑ, ή όπως έχει συμβεί ακόμη και με την περίπτωση των «ΝΑΤΟϊκών συμμάχων» στην Ευρώπη.
Η πανδημία δεν μας επιστρέφει κάπου, αλλά επιφέρει ένα στρατηγικό κόστος το οποίο ενδεχομένως να είναι μεγαλύτερο του αντίστοιχου κέρδους από την παγκοσμιοποίηση.
Συνεπώς, ακυρώνει ένα στρατηγικό εργαλείο και γεννά προκλήσεις για το απώτερο μέλλον. Άλλωστε, τα οντολογικά χαρακτηριστικά της διεθνούς κοινωνίας παραμένουν ίδια επί χιλιετίες. Αλίμονο στις μικρές δυνάμεις ή σε εκείνες δίχως στρατηγική κουλτούρα και συνεπαγόμενο στρατηγικό σχεδιασμό οι οποίες, αντί να εργαλειοποιούν ή να αντιλαμβάνονται έγκαιρα τις εργαλειοποιήσεις, τελικά εργαλειοποιούνται οι ίδιες.
ΠΗΓΗ

Σχόλια