Του Χρήστου Λάσκου
29/6/2019
Φώτης Τερζάκης, Ο κύκλος της συντριβής και του αναστοχασμού,
Πανοπτικόν, σελ. 228
Ο Φώτης Τερζάκης, από τους σημαντικότερους δοκιμιογράφους στη χώρα μας, με το τελευταίο του βιβλίο, μας δίνει τη δυνατότητα να σκεφτούμε πάνω στα μείζονα επίδικα της εποχής.
Αναλύοντας όσα οδήγησαν στη συντριβή το ελπιδοφόρο ελληνικό κίνημα, όπως εξελίχθηκε στην περίοδο 2010 -2015 και σκεπτόμενος, κυρίως με αφορμή αυτήν τη μεγάλη καταστροφή, θέτει όλα τα σημαντικά ζητήματα, που χρήζουν ερμηνείας και απάντησης -εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για οποιαδήποτε ανασύνταξη του χειραφετητικού κινήματος σε ένα εύλογο μέλλον.
Εύλογο με την έννοια πως αφορά εμάς, τους ανθρώπους της συγκεκριμένης εποχής και όχι μακρινούς στο χρόνο ιστοριοδίφες.
Πέρα από την επικαιρότητα και την κρισιμότητα του ζητήματος, όμως, ο λόγος που το βιβλίο είναι σημαντικό συνδέεται και με την οπτική, υπό την οποία είναι γραμμένο.
Με τα λόγια του ίδιου του Τερζάκη:
Διεξέρχεται ένα μεγάλο εύρος, καθοριστικών για τη ριζοσπαστική σκέψη και πρακτική, ζητημάτων:
Την «τρομοκρατία» και τη βία, τη σχετική με αυτά φιλελεύθερη υποκρισία, τη συζήτηση πάνω στον «ολοκληρωτισμό». Αλλά και τον «δικαιωματισμό» («γεροντική αρρώστια των κοινωνικών κινημάτων»), σε μια ανάλυση που δεν έχει την παραμικρή σχέση με τη συνήθη καταγγελία ενός μεγάλου τμήματος της συντηρητικής κομμουνιστογενούς Αριστεράς.
Τα μείζονα στρατηγικά θέματα, που αφορούν το «υποκείμενο της ιστορίας», το «έθνος», το «λαό», τις «κοινωνικές τάξεις» και τα «κοινωνικά κινήματα», τη σημασία της σχέσης μεταξύ «αλλοτρίωσης» και «εκμετάλλευσης» για τη μετασχηματιστική στρατηγική, την επερώτηση σχετικά με την ύπαρξη ή όχι μιας αναρχικής θεωρίας του κράτους.
Την επικαιρότητα του διλήμματος «σοσιαλισμός η βαρβαρότητα», τη μεταβατική στρατηγική, την κριτική του προτάγματος του ριζοσπαστικού κοινοτισμού, καθώς και των εμπειριών της Λατινικής Αμερικής. Αλλά και την ιστορική αποτίμηση της Ρωσικής Επανάστασης.
Και όλα αυτά μεταξύ άλλων, σε ένα μικρό σχετικά βιβλίο και με τρόπο κάθε άλλο παρά «σκόρπιο», παρ’ όλο που βασίζεται σε κείμενα, τα οποία στην πρώτη τους εμφάνιση δημοσιεύτηκαν σε διαφορετικά έντυπα -εφημερίδες και περιοδικά.
Το κύριο προσόν, ωστόσο, του Τερζάκη είναι ο ριζοσπαστικός του «τρόπος», η «αδιαλλαξία» του να υπαναχωρήσει μπροστά σε τρέχοντες συρμούς, ακόμη κι όταν μια τέτοια στάση είναι πραγματικά επικίνδυνη για τον φορέα της, σε εποχές που η απομόνωση είναι το λιγότερο που μπορεί να του επιφυλάσσεται.
Χαρακτηριστική, από αυτήν την άποψη, είναι η στάση του έναντι του αριστερού πατριωτισμού, που, όχι μόνο μετά το 2015, τείνει να επιμολύνει ένα μεγάλο μέρος της Αριστεράς. Ο Τερζάκης αρνείται να συμμεριστεί αυτόν τον προσανατολισμό, ανεξαρτήτως της «αιτιολόγησής» του. Και δηλώνει, με όλη την απαιτούμενη παρρησία, την μεγάλη του ενόχληση για τη δυσφήμιση του διεθνισμού, στην οποία πολλοί, με διάφορες αφορμές και προσχήματα, επιδίδονται όλο και περισσότερο.
Με τα λόγια του: «Θεωρώ τον διεθνισμό ως μια από τις υψηλότερες αξίες του επαναστατικού κινήματος, και η ταύτισή του με οποιεσδήποτε πολιτικές υποτέλειας είναι πάντα εκ του πονηρού: λειτουργεί ως ενίσχυση του δηλητηριώδους εκείνου εθνοπατριωτισμού που ευθύνεται για τις τραγικότερες αποτυχίες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στο παρελθόν, και σήμερα απονέμει, στην πράξη αν όχι εκ προθέσεως, το φωτοστέφανο της «αντισυστημικής» δύναμης στη μαχητική Δεξιά» (σελ. 68). Διότι δεν υπάρχει επαναστατικός εθνικισμός, οποιουδήποτε είδους -ο εθνικισμός είναι, από την φύση του, ασύμβατος με το σοσιαλισμός, αποτελεί εχθρικό ιδεολογικό ρεύμα. «[Όλη] η ιστορία του εικοστού αιώνα σφραγίζεται από τους επίμονους, αιματηρούς και μέχρι στιγμής σφαγιασμένους αγώνες για την επίτευξη του σοσιαλισμού […] Ένας [από τους παράγοντες που οδήγησαν σε οικτρή αποτυχία] είναι η εθνοπατριωτική μετάλλαξη που μετέβαλλε τις προτεραιότητες των δυνάμεων εκείνων οι οποίες κάποια στιγμή φάνηκαν ως προμαχώνες του παγκόσμιου σοσιαλισμού» (σελ. 72).
Ο Τερζάκης είναι πειστικότατος, κατά τη γνώμη μου. Η άρνησή του να αποδεχτεί ως έλλογη, πολύ περισσότερο εύλογη, οποιαδήποτε «αριστερή» υπεράσπιση της «εθνικής κυριαρχίας» είναι επαρκώς, με όλη τη μικρή έκταση του κειμένου, στοιχειοθετημένη. Οι δε διατυπώσεις του όσο πρέπει επιθετικές απέναντι στην πιο καταστροφική υποστροφή του αριστερού ιδεώδους, όπως συχνότατα εκφράστηκε από τον σοσιαλπατριωτισμό και οδήγησε σε εκατόμβες το κίνημα της ανθρώπινης χειραφέτησης.
«Είναι θλιβερή η διαπίστωση ότι όποτε η οργανωμένη Αριστερά αντιμετωπίζει πολιτικά αδιέξοδα, καταφεύγει στον από μηχανής θεό του εθνικισμού -και πάντα αυτή η στρατηγική οδηγούσε στον θρίαμβο των αντιπάλων της. Διότι ο εθνικισμός δεν υπήρξε ποτέ, ούτε μπορεί να λειτουργήσει από την φύση του, ως αντικαπιταλιστική ιδεολογία: είναι στις εσώτατες αρθρώσεις του διαποτισμένος από το ιδιοκτησιακό φαντασιακό της νεωτερικής αστικής κοινωνίας (το «δικό μου» ενάντια στο «δικό σου», σε ένα δίκτυο σχέσεων που αναπαρίσταται ως παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος) […] Είναι αποκαρδιωτικό το γεγονός ότι -παγκοσμίως, φοβάμαι, αλλά προπαντός και κατεξοχήν στην συντετριμμένη Ελλάδα σήμερα- το κομμάτι εκείνο τη; Αριστεράς που δεν παραδόθηκε αμαχητί στη «φιλελεύθερη» συναίνεση, παλινδρομεί σε ένα μικρόμυαλο και ανατριχιαστικά αναχρονιστικό πατριωτισμό που αναβιώνει τις πιο μελανές στιγμές του σταλινικού παρελθόντος του και -κυρίως- στρώνει το δρόμο για τη φασιστική εφεδρεία των κεφαλαιοκρατικών ελίτ, οι οποίες ξέρουν να παίζουν αριστοτεχνικά και από τις δύο πλευρές του πλαστού διλήμματος: κράτος και διεθνές κεφάλαιο, εθνικότητα και παγκοσμιότητα. Ακόμη και το καταρχήν εύλογο αίτημα της «εθνικής ανεξαρτησίας», υποστηρίζω, δεν μπορεί να είναι αριστερό (με οιαδήποτε ιστορικά δικαιολογημένη σημασία του όρου) σύνθημα […] Ο «οικουμενισμός των ιθυνόντων», πρέπει να καταλάβουμε, είναι επαίσχυντος και κατακριτέος όχι επειδή είναι οικουμενισμός, αλλά επειδή είναι ψευδής, δηλαδή υποκριτικός και επιλεκτικός, οικουμενισμός» (σελ. 84).
Ο Τερζάκης διεξέρχεται με την ίδια ποιότητα και τα υπόλοιπα ζητήματα που αναλύονται στο βιβλίο, το οποίο είναι πολύτιμο για το ελληνικό ανταγωνιστικό κίνημα και τους ανθρώπους του.
Πηγή: http://www.alterthess.gr/conten
29/6/2019
Φώτης Τερζάκης, Ο κύκλος της συντριβής και του αναστοχασμού,
Πανοπτικόν, σελ. 228
Ο Φώτης Τερζάκης, από τους σημαντικότερους δοκιμιογράφους στη χώρα μας, με το τελευταίο του βιβλίο, μας δίνει τη δυνατότητα να σκεφτούμε πάνω στα μείζονα επίδικα της εποχής.
Αναλύοντας όσα οδήγησαν στη συντριβή το ελπιδοφόρο ελληνικό κίνημα, όπως εξελίχθηκε στην περίοδο 2010 -2015 και σκεπτόμενος, κυρίως με αφορμή αυτήν τη μεγάλη καταστροφή, θέτει όλα τα σημαντικά ζητήματα, που χρήζουν ερμηνείας και απάντησης -εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για οποιαδήποτε ανασύνταξη του χειραφετητικού κινήματος σε ένα εύλογο μέλλον.
Εύλογο με την έννοια πως αφορά εμάς, τους ανθρώπους της συγκεκριμένης εποχής και όχι μακρινούς στο χρόνο ιστοριοδίφες.
Πέρα από την επικαιρότητα και την κρισιμότητα του ζητήματος, όμως, ο λόγος που το βιβλίο είναι σημαντικό συνδέεται και με την οπτική, υπό την οποία είναι γραμμένο.
Με τα λόγια του ίδιου του Τερζάκη:
- «Τίποτε απ’ όσα λέγονται εδώ δεν έχει νόημα εάν κάποιος πιστεύει, όπως όλα σε αυτόν τον καιρό της σύγχυσης προσπαθούν να μας πείσουν, ότι ένας σοσιαλιστικός μετασχηματισμός της παγκόσμιας κοινωνίας είναι ανέφικτος. Αυτό δεν σημαίνει βεβαίως ότι είναι εγγυημένος είτε αναπόδραστος -αλλ’ ακόμη μεγαλύτερη πλάνη είναι να ταυτίζει κανείς το περιεχόμενο του σοσιαλισμού -την αυτοδιαχείριση της εργασίας, την καθολική από-εμπορευματοποίηση και τον συλλογικό έλεγχο των μεγάλων μέσων παραγωγής, την εξάλειψη της ανισοκατανομής των πόρων και της ισχύος- με τα πειράματα που στη διάρκεια του εικοστού αιώνα έγιναν στο όνομά του. Ανήκουν εξ ολοκλήρου στην ιστορία στην ιστορία του καπιταλισμού και η παταγώδης αποτυχία τους δείχνει, αν δείχνει κάτι, ότι μερική ανατροπή του καπιταλισμού είναι αδύνατη, όπως βεβαίως και οιαδήποτε «μεταρρύθμισή» του…
- Αν διαβάζω σωστά τα ιστορικά σημάδια, το πλανητικό χάος που βιώνουμε σήμερα είναι οι τελευταίοι επιθανάτιοι σπασμοί του αστικού, κεφαλαιοκρατικού πολιτισμού της νεωτερικής Δύσης -και αυτό που θα αναδυθεί από την κατάρρευσή του, το οποίο ακόμη ελάχιστα διακρίνεται, παραμένει ανοιχτό σε όλες τις δυνατότητες.
- Όσοι εν πάση περιπτώσει εξακολουθούν να πιστεύουν πως ο καπιταλισμός έχει μέλλον (δηλαδή: ότι η ανθρωπότητα και η γη έχουν μέλλον υπό όρους καπιταλισμού) ανήκουν ήδη στους υπερασπιστές του» (σελ. 10).
Διεξέρχεται ένα μεγάλο εύρος, καθοριστικών για τη ριζοσπαστική σκέψη και πρακτική, ζητημάτων:
- Την καταστροφή του ελληνικού κινήματος, τη συζήτηση γύρω από τον ευρωπαϊσμό («ανίατη αρρώστια των παρασιτικών μεσοστρωμάτων») και το λαϊκισμό, που συνδέονται άμεσα μαζί της, τα προβλήματα της πολιτικής εκπροσώπησης, τα κριτήρια της αριστερής πολιτικής.
- Την υποστροφή που επέφερε η συντριβή στους κόλπους της σύνολης Αριστεράς και έκανε, πράγμα συχνότατο στην ιστορία, αλλά καθόλου αυτονόητο, προσφιλείς έννοιες όπως η εθνική κυριαρχία, ο πατριωτισμός και αντικείμενο χλεύης τη διεθνιστική δέσμευση, που έφτασε να θεωρείται σχεδόν δοσιλογικός (εθνομηδενιστικός!) «κοσμοπολιτισμός».
Την «τρομοκρατία» και τη βία, τη σχετική με αυτά φιλελεύθερη υποκρισία, τη συζήτηση πάνω στον «ολοκληρωτισμό». Αλλά και τον «δικαιωματισμό» («γεροντική αρρώστια των κοινωνικών κινημάτων»), σε μια ανάλυση που δεν έχει την παραμικρή σχέση με τη συνήθη καταγγελία ενός μεγάλου τμήματος της συντηρητικής κομμουνιστογενούς Αριστεράς.
Τα μείζονα στρατηγικά θέματα, που αφορούν το «υποκείμενο της ιστορίας», το «έθνος», το «λαό», τις «κοινωνικές τάξεις» και τα «κοινωνικά κινήματα», τη σημασία της σχέσης μεταξύ «αλλοτρίωσης» και «εκμετάλλευσης» για τη μετασχηματιστική στρατηγική, την επερώτηση σχετικά με την ύπαρξη ή όχι μιας αναρχικής θεωρίας του κράτους.
Την επικαιρότητα του διλήμματος «σοσιαλισμός η βαρβαρότητα», τη μεταβατική στρατηγική, την κριτική του προτάγματος του ριζοσπαστικού κοινοτισμού, καθώς και των εμπειριών της Λατινικής Αμερικής. Αλλά και την ιστορική αποτίμηση της Ρωσικής Επανάστασης.
Και όλα αυτά μεταξύ άλλων, σε ένα μικρό σχετικά βιβλίο και με τρόπο κάθε άλλο παρά «σκόρπιο», παρ’ όλο που βασίζεται σε κείμενα, τα οποία στην πρώτη τους εμφάνιση δημοσιεύτηκαν σε διαφορετικά έντυπα -εφημερίδες και περιοδικά.
Το κύριο προσόν, ωστόσο, του Τερζάκη είναι ο ριζοσπαστικός του «τρόπος», η «αδιαλλαξία» του να υπαναχωρήσει μπροστά σε τρέχοντες συρμούς, ακόμη κι όταν μια τέτοια στάση είναι πραγματικά επικίνδυνη για τον φορέα της, σε εποχές που η απομόνωση είναι το λιγότερο που μπορεί να του επιφυλάσσεται.
Χαρακτηριστική, από αυτήν την άποψη, είναι η στάση του έναντι του αριστερού πατριωτισμού, που, όχι μόνο μετά το 2015, τείνει να επιμολύνει ένα μεγάλο μέρος της Αριστεράς. Ο Τερζάκης αρνείται να συμμεριστεί αυτόν τον προσανατολισμό, ανεξαρτήτως της «αιτιολόγησής» του. Και δηλώνει, με όλη την απαιτούμενη παρρησία, την μεγάλη του ενόχληση για τη δυσφήμιση του διεθνισμού, στην οποία πολλοί, με διάφορες αφορμές και προσχήματα, επιδίδονται όλο και περισσότερο.
Με τα λόγια του: «Θεωρώ τον διεθνισμό ως μια από τις υψηλότερες αξίες του επαναστατικού κινήματος, και η ταύτισή του με οποιεσδήποτε πολιτικές υποτέλειας είναι πάντα εκ του πονηρού: λειτουργεί ως ενίσχυση του δηλητηριώδους εκείνου εθνοπατριωτισμού που ευθύνεται για τις τραγικότερες αποτυχίες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στο παρελθόν, και σήμερα απονέμει, στην πράξη αν όχι εκ προθέσεως, το φωτοστέφανο της «αντισυστημικής» δύναμης στη μαχητική Δεξιά» (σελ. 68). Διότι δεν υπάρχει επαναστατικός εθνικισμός, οποιουδήποτε είδους -ο εθνικισμός είναι, από την φύση του, ασύμβατος με το σοσιαλισμός, αποτελεί εχθρικό ιδεολογικό ρεύμα. «[Όλη] η ιστορία του εικοστού αιώνα σφραγίζεται από τους επίμονους, αιματηρούς και μέχρι στιγμής σφαγιασμένους αγώνες για την επίτευξη του σοσιαλισμού […] Ένας [από τους παράγοντες που οδήγησαν σε οικτρή αποτυχία] είναι η εθνοπατριωτική μετάλλαξη που μετέβαλλε τις προτεραιότητες των δυνάμεων εκείνων οι οποίες κάποια στιγμή φάνηκαν ως προμαχώνες του παγκόσμιου σοσιαλισμού» (σελ. 72).
Ο Τερζάκης είναι πειστικότατος, κατά τη γνώμη μου. Η άρνησή του να αποδεχτεί ως έλλογη, πολύ περισσότερο εύλογη, οποιαδήποτε «αριστερή» υπεράσπιση της «εθνικής κυριαρχίας» είναι επαρκώς, με όλη τη μικρή έκταση του κειμένου, στοιχειοθετημένη. Οι δε διατυπώσεις του όσο πρέπει επιθετικές απέναντι στην πιο καταστροφική υποστροφή του αριστερού ιδεώδους, όπως συχνότατα εκφράστηκε από τον σοσιαλπατριωτισμό και οδήγησε σε εκατόμβες το κίνημα της ανθρώπινης χειραφέτησης.
«Είναι θλιβερή η διαπίστωση ότι όποτε η οργανωμένη Αριστερά αντιμετωπίζει πολιτικά αδιέξοδα, καταφεύγει στον από μηχανής θεό του εθνικισμού -και πάντα αυτή η στρατηγική οδηγούσε στον θρίαμβο των αντιπάλων της. Διότι ο εθνικισμός δεν υπήρξε ποτέ, ούτε μπορεί να λειτουργήσει από την φύση του, ως αντικαπιταλιστική ιδεολογία: είναι στις εσώτατες αρθρώσεις του διαποτισμένος από το ιδιοκτησιακό φαντασιακό της νεωτερικής αστικής κοινωνίας (το «δικό μου» ενάντια στο «δικό σου», σε ένα δίκτυο σχέσεων που αναπαρίσταται ως παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος) […] Είναι αποκαρδιωτικό το γεγονός ότι -παγκοσμίως, φοβάμαι, αλλά προπαντός και κατεξοχήν στην συντετριμμένη Ελλάδα σήμερα- το κομμάτι εκείνο τη; Αριστεράς που δεν παραδόθηκε αμαχητί στη «φιλελεύθερη» συναίνεση, παλινδρομεί σε ένα μικρόμυαλο και ανατριχιαστικά αναχρονιστικό πατριωτισμό που αναβιώνει τις πιο μελανές στιγμές του σταλινικού παρελθόντος του και -κυρίως- στρώνει το δρόμο για τη φασιστική εφεδρεία των κεφαλαιοκρατικών ελίτ, οι οποίες ξέρουν να παίζουν αριστοτεχνικά και από τις δύο πλευρές του πλαστού διλήμματος: κράτος και διεθνές κεφάλαιο, εθνικότητα και παγκοσμιότητα. Ακόμη και το καταρχήν εύλογο αίτημα της «εθνικής ανεξαρτησίας», υποστηρίζω, δεν μπορεί να είναι αριστερό (με οιαδήποτε ιστορικά δικαιολογημένη σημασία του όρου) σύνθημα […] Ο «οικουμενισμός των ιθυνόντων», πρέπει να καταλάβουμε, είναι επαίσχυντος και κατακριτέος όχι επειδή είναι οικουμενισμός, αλλά επειδή είναι ψευδής, δηλαδή υποκριτικός και επιλεκτικός, οικουμενισμός» (σελ. 84).
Ο Τερζάκης διεξέρχεται με την ίδια ποιότητα και τα υπόλοιπα ζητήματα που αναλύονται στο βιβλίο, το οποίο είναι πολύτιμο για το ελληνικό ανταγωνιστικό κίνημα και τους ανθρώπους του.
Πηγή: http://www.alterthess.gr/conten
Σχόλια