Ο γερμανικός ηγεμονισμός επέστρεψε μέσω των αγορών

, Γιώργος Κοντογιώργης
Οι δυνάμεις των αγορών, έχοντας σε πλανητικό επίπεδο αναλάβει την ηγεσία της αστικής τάξης, μετέρχονται την πολιτική της ισχύος. Την ασκούν άμεσα ή δια χειρός της πολιτικής ηγεσίας των κρατών του ηγεμονικού πυρήνα, που αντλούν συμφέρον ή αίρονται από αυτές. Στο εσωτερικό της πολιτικής Ευρώπης, ο σκοπός των αγορών ήταν ήδη θεσμοθετημένος ως σκοπός της ΕΕ. Η σχετική, όμως, ισορροπία των κρατών-μελών στην κορυφή και οι εσωτερικοί συσχετισμοί στο εσωτερικό των επιμέρους κρατών, επέτρεψαν την αναζήτηση συγκερασμών με το συμφέρον των κοινωνιών. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Οι πραγματικοί συσχετισμοί δύναμης μεταξύ των κρατών της ΕΕ δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις πολιτικών με συνέργειες εδρασμένων σε συνθέσεις συμφερόντων και στη λογική της ομοφωνίας. Ο γαλλογερμανικός άξονας αποτέλεσε το θεμέλιο της ισορροπίας αυτής. Εντούτοις, οι εξελίξεις που ακολούθησαν το τέλος της δεκαετίας του 1980, στο σύνολο κοσμοσυστημικό περιβάλλον, οδήγησαν εντέλει στην ανατροπή των συσχετισμών. Πρωταρχικά στο πλαίσιο των κρατών και συνακόλουθα στο επίπεδο της ΕΕ.
Η θεσμοθέτηση του σκοπού των αγορών από την πολιτική Ευρώπη διευκολύνθηκε μεν από τον ιδρυτικό σκοπό της. Όμως, σε συνδυασμό με την παγκόσμια εξέλιξη, ενθάρρυνε τη Γερμανία να επανέλθει στο παλαιό της ηγεμονικό όνειρο. Η κρίση, που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ και στην Ευρώπη συμβολίσθηκε από την Ελλάδα, ήταν η αφορμή να εκδηλωθεί με σαφήνεια η βούληση αυτή.
Μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ο τελευταίος σταθμός μιας διαδικασίας που έχει μεγάλο χρονικό βάθος. Προετοιμάσθηκε υπομονετικά από το τέλος της δεκαετίας του 1980. Το ευρωπαϊκό πολιτικό οικοδόμημα προσφέρθηκε στο εγχείρημα αυτό διότι η συμπολιτειακή του δομή, ένα πολιτικό σύστημα χωρίς κράτος, που εδράζεται στις ισορροπίες των κρατών, έδωσε την θεσμική βάση.

Η διαίρεση της Δεξιάς

Στο μέτρο που οι κοινωνίες είναι απολύτως απούσες από την πολιτική διαδικασία, τα όργανα εξουσίας της ΕΕ ασκούν αδιαίρετα την κυβερνητική και τη νομοθετική εξουσία και μάλιστα ανεξέλεγκτα. Όπως ακριβώς και υπό το παλαιό καθεστώς. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η πολιτική Ευρώπη σήμερα είναι ανάλογο με εκείνο των κρατών-μελών, τοποθετημένο εντούτοις σε ένα άλλο επίπεδο. Οι δυνάμεις της χρηματοπιστωτικής οικονομίας έχουν θέσει σε ομηρία την πολιτική τάξη και επιβάλουν το συμφέρον τους ως σκοπό της πολιτικής.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο η Γερμανία, έχοντας οικειοποιηθεί τον σκοπό τους, αναδεικνύει σε τρόπο του πολιτεύεσθαι τη λογική της ισχύος, η οποία απαντάται στις διακρατικές σχέσεις. Έτσι, θα υπενθυμίσει για μια ακόμη φορά στους λαούς της Ευρώπης ότι δεν έχει αίσθηση των ορίων της δύναμης. Η Γερμανία έχασε πολλές φορές την ευκαιρία να ηγεμονεύσει στην Ευρώπη γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο. Κατέστρεψε όχι μόνο το εγχείρημά της, αλλά και την Ευρώπη. Κατά τούτο, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η Γερμανία δεν θα επιλέξει εντέλει, εάν δεν κατορθώσει να ελέγξει την πολιτική Ευρώπη ως έχει σήμερα, μια Ευρώπη του στενού της περιβάλλοντος.
Η Δεξιά, στο πλαίσιο αυτό, βρέθηκε αντιμέτωπη με μια διαιρετική τομή που επέβαλαν οι εξελίξεις. Μια μερίδα της, προσαρμόσθηκε στις εξελίξεις, μεταλλαγμένη σε πολιτική δύναμη που διακινεί το “νεο-φιλελευθερισμό” της διεθνούς των αγορών. Μια άλλη, όμως, επέλεξε την έννοια της Δεξιάς που επικράτησε βασικά έως τη δεκαετία του 1980, η οποία όμως στον πολιτικό λόγο καθιερώθηκε ως “Ακροδεξιά”.
Στο περιβάλλον αυτό, η Αριστερά, μην έχοντας καταφέρει να παρακολουθήσει τις εξελίξεις, ήταν αναμενόμενο να απολέσει το πλεονέκτημα της συνάφειάς της με την κοινωνία και την πρόοδο. Εάν συμφωνήσουμε ότι η έννοια της προόδου υπόσχεται περισσότερη ελευθερία και ευημερία για την κοινωνία, το πλεονέκτημα αυτό απουσιάζει από τον πολιτικό λόγο της Αριστεράς. Γιατί; Επειδή υιοθέτησε εξ αρχής το “φιλελεύθερο” πολιτικό σύστημα και στη συνέχεια περιχαρακώθηκε σε ένα σύστημα (Υπαρκτός Σοσιαλισμός) που οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια στον ολοκληρωτισμό.

Σχόλια