Η φιλελεύθερη δημοκρατία στη Δύση δείχνει σημάδια συστημικής ασθένειας και οι κίνδυνοι αυξάνονται.
του Kevin Rudd*
H φιλελεύθερη δημοκρατία και ο καπιταλισμός ήταν οι δύο κυρίαρχες πολιτικές και οικονομικές ιδεολογίες της δυτικής ιστορίας από τον 19ο αιώνα. Τώρα, ωστόσο, η μοίρα αυτών των παγκόσμιων θεωριών, που κάποτε σφυρηλατούσαν τον κόσμο, γίνεται όλο και πιο αβέβαιη.
Ο δημοκρατικός καπιταλισμός δείχνει σημάδια μιας βαθιάς, συστημικής ασθένειας στις ΗΠΑ, στην Ευρώπη και στην Αυστραλασία, την ώρα που διάφορες μορφές κρατικού ή αυταρχικού καπιταλισμού εδραιώνονται ανά τον κόσμο, ιδιαίτερα στην Κίνα και τη Ρωσία.
Στον αναπτυσσόμενο κόσμο, ο δημοκρατικός καπιταλισμός πάντα είχε αμφιλεγόμενη εικόνα. Ενώ η Δύση κήρυττε τις ελευθερίες της εντός, ευχαρίστως εμπλεκόταν σε πρακτικές πολιτικής και οικονομικής εκμετάλλευσης στο εξωτερικό.
Η υποκρισία της αποικιοκρατίας εξακολουθεί να διαφεύγει σε πολλούς στη Δύση, οι οποίοι ρωτούν γιατί τόσο πολλοί άνθρωποι στον αναπτυσσόμενο κόσμο βρίσκουν ότι οι αρχές της δυτικής πολιτικής και οικονομικής ελευθερίας δεν είναι αυταπόδεικτες στις δικές τους εθνικές εμπειρίες.
Ωστόσο, υπάρχει κάτι δομικά ισχυρό στην ιδέα της ατομικής αξιοπρέπειας και ελευθερίας. Παρά τα κατάλοιπα της αποικιοκρατίας, ο δημοκρατικός καπιταλισμός γνώρισε αξιοσημείωτη επιτυχία στην Ασία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο -και ιδιαίτερα μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Ο ανεξάρτητος οργανισμός Freedom House, ο οποίος εξετάζει τη διάδοση της ελευθερίας και των δημοκρατικών αρχών ανά τον κόσμο, αναφέρει πως, το 2017, τα 88 από τα 195 κράτη του κόσμου θεωρούνταν «ελεύθερα» σε σύγκριση με τα 65 από τα 165 το 1990.
Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, όμως, εμφανίστηκαν τέσσερις δομικές προκλήσεις, οι οποίες έθεσαν σε κίνδυνο το μέλλον του δημοκρατικού καπιταλισμού: η χρηματοοικονομική αστάθεια, η αναταραχή από τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις, η διεύρυνση της κοινωνικής και οικονομικής ανισότητας, καθώς και δομικές αδυναμίες στην άσκηση δημοκρατικής πολιτικής. Αν η Δύση δεν μπορέσει να ξεπεράσει τις προκλήσεις αυτές, με την πάροδο του χρόνου θα εξαπλωθούν στον υπόλοιπο κόσμο και θα υπονομεύσουν τα ανοιχτά πολιτεύματα, τις οικονομίες και τις κοινωνίες.
Η οικονομική κρίση του 2008, ένδειξη συστημικής ασθένειας, προέκυψε λόγω των κακών ρυθμιστικών ελέγχων στις οικονομικές ελίτ. Το αντίτιμο για τις κυβερνήσεις και τους λαούς ήταν οι διασώσεις τραπεζών με χρήματα των φορολογούμενων, οι απώλειες θέσεων εργασίας και η αύξηση του δημόσιου χρέους. Οι κυβερνήσεις έπρεπε να τρέξουν για να σώσουν τον καπιταλισμό από τον εαυτό του, καθώς οι χρηματαγορές απέτυχαν να αυτορρυθμιστούν.
Ως αποτέλεσμα, οι αγορές ιδιωτικοποίησαν τα κέρδη τους και κοινωνικοποίησαν τις απώλειές τους. Μόνο ένα υψηλόβαθμο στέλεχος τράπεζας καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Τον λογαριασμό, σε γενικές γραμμές, τον πλήρωσε ο φορολογούμενος πολίτης. Και οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις κατηγορούνταν και εκδιώκονταν συστηματικά, διότι είτε απέτυχαν να αποτρέψουν την κρίση είτε δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν το δημόσιο χρέος είτε και τα δύο. Ακόμα μία κρίση και το σύστημα θα φτάσει σε οριακό σημείο. Ωστόσο, η αποδυνάμωση του Νόμου Dodd-Frank στις ΗΠΑ τώρα καθιστά πιθανότερη μια επανάληψη της κρίσης του 2008. Και όλα αυτά σε μια περίοδο κατά την οποία οι κυβερνήσεις έχουν μικρότερα περιθώρια αντίδρασης.
Οι επαναστάσεις στην τεχνολογία απειλούν την ικανότητα των δημοκρατιών να αντιμετωπίζουν την περιπλοκότητα, την ταχύτητα και την τροχιά των αλλαγών. Οι δημοκρατίες, όπως οι επιχειρήσεις, μπορούν πλέον να χακαριστούν. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στρεβλώνουν την ελεύθερη ροή δεδομένων, που αποτελούσε το αίμα του δημοκρατικού καπιταλισμού. Στο παρελθόν, οι αναταραχές που προκαλούσαν στην αγορά εργασίας οι ταχείες τεχνολογικές αλλαγές, είχαν ως αποτέλεσμα τη μετακύλιση θέσεων εργασίας χαμηλότερης ειδίκευσης στους νέους τομείς. Τώρα, όμως, μπορεί να μην είμαστε πλέον ικανοί να δημιουργήσουμε αρκετές νέες θέσεις εργασίας σε τομείς όπου είναι απαραίτητες.
Οι χρηματοπιστωτικές και οι τεχνολογικές προκλήσεις επιτείνονται από την αυξανόμενη οικονομική ανισότητα. Τα στοιχεία αποδεικνύουν με σαφήνεια την ακραία συγκέντρωση πλούτου στις ΗΠΑ τις τελευταίες δεκαετίες. Οι νέοι βαρόνοι του κεφαλαίου και της τεχνολογίας ευημερούν, την ώρα που η μεσαία τάξη της Αμερικής βαλτώνει και το «αμερικανικό όνειρο» ξεθωριάζει.
Τέλος, υπάρχουν δομικές αστοχίες που είναι συνυφασμένες με τη σύγχρονη δημοκρατική πολιτική. Στις ΗΠΑ, η χωρίς περιορισμούς χρηματοδότηση προεκλογικών εκστρατειών συνεχίζει να υπονομεύει τη δημοκρατία. Η εντυπωσιακή διαφθορά που παρατηρείται στο εκλεκτορικό σύστημα απλώς επιτείνει το πρόβλημα. Επιπλέον, η πόλωση των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης από το Fox News και άλλα μέσα, υποσκάπτει την ικανότητα των δημοκρατικών συστημάτων να δημιουργήσουν και να έχουν μια δυνατή φωνή στον πολιτικό χώρο του κέντρου, όπως φάνηκε από την εξέλιξη του δημόσιου διαλόγου για τον έλεγχο των όπλων στις ΗΠΑ.
Καθώς οι δυτικές δημοκρατίες μοιάζουν όλο και πιο ασθενείς, προσφέρονται πλέον άλλα συστήματα διακυβέρνησης. Ο ρωσικός εθνικισμός αντιπροσωπεύει την απομάκρυνση από τις δυτικές πολιτικές, οικονομικές και διπλωματικές νόρμες. Η Κίνα έχει όλο και μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στο δικό της μοντέλο, που χαρακτηρίζεται «αυταρχικός» ή «κρατικός καπιταλισμός». Και η «πλειοψηφούσα γνώμη του Πεκίνου» παρουσιάζεται στον μη δυτικό κόσμο ως παράδειγμα μιας πιο αποτελεσματικής μορφής εθνικής, ή ακόμα και διεθνούς, διακυβέρνησης.
Αν οι ΗΠΑ θέλουν να παραμείνουν ένας παγκόσμιος φάρος δημοκρατικού καπιταλισμού, θα πρέπει πρώτα να αντιμετωπίσουν τις εσωτερικές τους προκλήσεις. Το αμερικανικό κοινωνικό συμβόλαιο πρέπει να ξαναχτιστεί μέσω ενός αναθεωρημένου «New Deal». Τα χρηματοοικονομικά μέσα πρέπει να επιστρέψουν στον ιστορικό ρόλο τους ως υπηρέτες, αντί για αφέντες, της πραγματικής οικονομίας. Και το Ανώτατο Δικαστήριο πρέπει να δώσει νέα κατεύθυνση στις προεκλογικές χρηματοδοτήσεις (ανατρέποντας την απόφαση στην υπόθεση του συντηρητικού μη κερδοσκοπικού οργανισμού Citizens United), στη νοθεία και σε ορισμένες από τις πιο παράλογες ερμηνείες της Δεύτερης Τροποποίησης του Συντάγματος των ΗΠΑ, που χρησιμοποιήθηκαν για να υποσκάψουν βασικές αρχές νόμου και τάξης.
Οι ΗΠΑ χρειάζεται επίσης να αναλάβουν και πάλι τις ευθύνες τους έναντι της φιλελεύθερης διεθνούς τάξης που δημιούργησαν με τόσο κόπο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτή η τάξη στηρίχθηκε στη Χάρτα των Ηνωμένων Εθνών, στην Παγκόσμια Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στη Γενική Συμφωνία για τους Δασμούς και το Εμπόριο, στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και άλλους θεσμούς και αρχές, που έχουν γίνει ο ακρογωνιαίος λίθος των ελεύθερων κοινωνιών, των ελεύθερων οικονομιών και των ελεύθερων πολιτευμάτων.
Ο κόσμος τώρα ρωτά: Εξακολουθούν οι ΗΠΑ να ενστερνίζονται αυτή την τάξη;
Τόσο η δημοκρατία όσο και ο καπιταλισμός είναι σχετικά πρόσφατες εξελίξεις στη μακρά ιστορία της Δύσης. Αντιπροσωπεύουν ακόμα πιο πρόσφατες εξελίξεις στη σημαντικά πιο μακρά ιστορία της Ανατολής. Και τα δύο αντιπροσωπεύουν τη διαρκή ιδέα της ελευθερίας. Ωστόσο, και τα δύο βασίζονται σε όλο και πιο εύθραυστους πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς. Η ιστορία προειδοποιεί να μην πιστέψουμε πως ο δημοκρατικός καπιταλισμός, με κάποιον τρόπο, αναπόφευκτα θα επικρατήσει. Εκτός, φυσικά, και αν το κάνουμε να συμβεί, όσο έχουμε ακόμα καιρό.
*Ο Kevin Rudd είναι πρώην πρωθυπουργός της Αυστραλίας, πρόεδρος του Asia Society Policy Institute στη Νέα Υόρκη Harvard Kennedy School Belfer Center.
του Kevin Rudd*
H φιλελεύθερη δημοκρατία και ο καπιταλισμός ήταν οι δύο κυρίαρχες πολιτικές και οικονομικές ιδεολογίες της δυτικής ιστορίας από τον 19ο αιώνα. Τώρα, ωστόσο, η μοίρα αυτών των παγκόσμιων θεωριών, που κάποτε σφυρηλατούσαν τον κόσμο, γίνεται όλο και πιο αβέβαιη.
Ο δημοκρατικός καπιταλισμός δείχνει σημάδια μιας βαθιάς, συστημικής ασθένειας στις ΗΠΑ, στην Ευρώπη και στην Αυστραλασία, την ώρα που διάφορες μορφές κρατικού ή αυταρχικού καπιταλισμού εδραιώνονται ανά τον κόσμο, ιδιαίτερα στην Κίνα και τη Ρωσία.
Στον αναπτυσσόμενο κόσμο, ο δημοκρατικός καπιταλισμός πάντα είχε αμφιλεγόμενη εικόνα. Ενώ η Δύση κήρυττε τις ελευθερίες της εντός, ευχαρίστως εμπλεκόταν σε πρακτικές πολιτικής και οικονομικής εκμετάλλευσης στο εξωτερικό.
Η υποκρισία της αποικιοκρατίας εξακολουθεί να διαφεύγει σε πολλούς στη Δύση, οι οποίοι ρωτούν γιατί τόσο πολλοί άνθρωποι στον αναπτυσσόμενο κόσμο βρίσκουν ότι οι αρχές της δυτικής πολιτικής και οικονομικής ελευθερίας δεν είναι αυταπόδεικτες στις δικές τους εθνικές εμπειρίες.
Ωστόσο, υπάρχει κάτι δομικά ισχυρό στην ιδέα της ατομικής αξιοπρέπειας και ελευθερίας. Παρά τα κατάλοιπα της αποικιοκρατίας, ο δημοκρατικός καπιταλισμός γνώρισε αξιοσημείωτη επιτυχία στην Ασία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο -και ιδιαίτερα μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Ο ανεξάρτητος οργανισμός Freedom House, ο οποίος εξετάζει τη διάδοση της ελευθερίας και των δημοκρατικών αρχών ανά τον κόσμο, αναφέρει πως, το 2017, τα 88 από τα 195 κράτη του κόσμου θεωρούνταν «ελεύθερα» σε σύγκριση με τα 65 από τα 165 το 1990.
Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, όμως, εμφανίστηκαν τέσσερις δομικές προκλήσεις, οι οποίες έθεσαν σε κίνδυνο το μέλλον του δημοκρατικού καπιταλισμού: η χρηματοοικονομική αστάθεια, η αναταραχή από τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις, η διεύρυνση της κοινωνικής και οικονομικής ανισότητας, καθώς και δομικές αδυναμίες στην άσκηση δημοκρατικής πολιτικής. Αν η Δύση δεν μπορέσει να ξεπεράσει τις προκλήσεις αυτές, με την πάροδο του χρόνου θα εξαπλωθούν στον υπόλοιπο κόσμο και θα υπονομεύσουν τα ανοιχτά πολιτεύματα, τις οικονομίες και τις κοινωνίες.
Η οικονομική κρίση του 2008, ένδειξη συστημικής ασθένειας, προέκυψε λόγω των κακών ρυθμιστικών ελέγχων στις οικονομικές ελίτ. Το αντίτιμο για τις κυβερνήσεις και τους λαούς ήταν οι διασώσεις τραπεζών με χρήματα των φορολογούμενων, οι απώλειες θέσεων εργασίας και η αύξηση του δημόσιου χρέους. Οι κυβερνήσεις έπρεπε να τρέξουν για να σώσουν τον καπιταλισμό από τον εαυτό του, καθώς οι χρηματαγορές απέτυχαν να αυτορρυθμιστούν.
Ως αποτέλεσμα, οι αγορές ιδιωτικοποίησαν τα κέρδη τους και κοινωνικοποίησαν τις απώλειές τους. Μόνο ένα υψηλόβαθμο στέλεχος τράπεζας καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Τον λογαριασμό, σε γενικές γραμμές, τον πλήρωσε ο φορολογούμενος πολίτης. Και οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις κατηγορούνταν και εκδιώκονταν συστηματικά, διότι είτε απέτυχαν να αποτρέψουν την κρίση είτε δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν το δημόσιο χρέος είτε και τα δύο. Ακόμα μία κρίση και το σύστημα θα φτάσει σε οριακό σημείο. Ωστόσο, η αποδυνάμωση του Νόμου Dodd-Frank στις ΗΠΑ τώρα καθιστά πιθανότερη μια επανάληψη της κρίσης του 2008. Και όλα αυτά σε μια περίοδο κατά την οποία οι κυβερνήσεις έχουν μικρότερα περιθώρια αντίδρασης.
Οι επαναστάσεις στην τεχνολογία απειλούν την ικανότητα των δημοκρατιών να αντιμετωπίζουν την περιπλοκότητα, την ταχύτητα και την τροχιά των αλλαγών. Οι δημοκρατίες, όπως οι επιχειρήσεις, μπορούν πλέον να χακαριστούν. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στρεβλώνουν την ελεύθερη ροή δεδομένων, που αποτελούσε το αίμα του δημοκρατικού καπιταλισμού. Στο παρελθόν, οι αναταραχές που προκαλούσαν στην αγορά εργασίας οι ταχείες τεχνολογικές αλλαγές, είχαν ως αποτέλεσμα τη μετακύλιση θέσεων εργασίας χαμηλότερης ειδίκευσης στους νέους τομείς. Τώρα, όμως, μπορεί να μην είμαστε πλέον ικανοί να δημιουργήσουμε αρκετές νέες θέσεις εργασίας σε τομείς όπου είναι απαραίτητες.
Οι χρηματοπιστωτικές και οι τεχνολογικές προκλήσεις επιτείνονται από την αυξανόμενη οικονομική ανισότητα. Τα στοιχεία αποδεικνύουν με σαφήνεια την ακραία συγκέντρωση πλούτου στις ΗΠΑ τις τελευταίες δεκαετίες. Οι νέοι βαρόνοι του κεφαλαίου και της τεχνολογίας ευημερούν, την ώρα που η μεσαία τάξη της Αμερικής βαλτώνει και το «αμερικανικό όνειρο» ξεθωριάζει.
Ακίνητα στο Ράντσο Μιράζ, στην Καλιφόρνια. Το κραχ στην αγορά ενυπόθηκων δανείων στις ΗΠΑ και αλλού οδήγησε στη μεγάλη οικονομική κρίση του 2008.
Η ουσία είναι απλή: οι πολίτες θα συνεχίσουν να στηρίζουν τα δημοκρατικά καπιταλιστικά συστήματά τους όσο υπάρχει εύλογη ισότητα ευκαιριών και ένα δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας. Αν εξαλειφθούν αυτά, τότε οι πολίτες δεν έχουν πλέον ουσιαστικό συμφέρον στη συστημική δημοκρατική πολιτική. Θα κυριαρχήσουν ο εθνικισμός και η ξενοφοβία.Τέλος, υπάρχουν δομικές αστοχίες που είναι συνυφασμένες με τη σύγχρονη δημοκρατική πολιτική. Στις ΗΠΑ, η χωρίς περιορισμούς χρηματοδότηση προεκλογικών εκστρατειών συνεχίζει να υπονομεύει τη δημοκρατία. Η εντυπωσιακή διαφθορά που παρατηρείται στο εκλεκτορικό σύστημα απλώς επιτείνει το πρόβλημα. Επιπλέον, η πόλωση των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης από το Fox News και άλλα μέσα, υποσκάπτει την ικανότητα των δημοκρατικών συστημάτων να δημιουργήσουν και να έχουν μια δυνατή φωνή στον πολιτικό χώρο του κέντρου, όπως φάνηκε από την εξέλιξη του δημόσιου διαλόγου για τον έλεγχο των όπλων στις ΗΠΑ.
Καθώς οι δυτικές δημοκρατίες μοιάζουν όλο και πιο ασθενείς, προσφέρονται πλέον άλλα συστήματα διακυβέρνησης. Ο ρωσικός εθνικισμός αντιπροσωπεύει την απομάκρυνση από τις δυτικές πολιτικές, οικονομικές και διπλωματικές νόρμες. Η Κίνα έχει όλο και μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στο δικό της μοντέλο, που χαρακτηρίζεται «αυταρχικός» ή «κρατικός καπιταλισμός». Και η «πλειοψηφούσα γνώμη του Πεκίνου» παρουσιάζεται στον μη δυτικό κόσμο ως παράδειγμα μιας πιο αποτελεσματικής μορφής εθνικής, ή ακόμα και διεθνούς, διακυβέρνησης.
Αν οι ΗΠΑ θέλουν να παραμείνουν ένας παγκόσμιος φάρος δημοκρατικού καπιταλισμού, θα πρέπει πρώτα να αντιμετωπίσουν τις εσωτερικές τους προκλήσεις. Το αμερικανικό κοινωνικό συμβόλαιο πρέπει να ξαναχτιστεί μέσω ενός αναθεωρημένου «New Deal». Τα χρηματοοικονομικά μέσα πρέπει να επιστρέψουν στον ιστορικό ρόλο τους ως υπηρέτες, αντί για αφέντες, της πραγματικής οικονομίας. Και το Ανώτατο Δικαστήριο πρέπει να δώσει νέα κατεύθυνση στις προεκλογικές χρηματοδοτήσεις (ανατρέποντας την απόφαση στην υπόθεση του συντηρητικού μη κερδοσκοπικού οργανισμού Citizens United), στη νοθεία και σε ορισμένες από τις πιο παράλογες ερμηνείες της Δεύτερης Τροποποίησης του Συντάγματος των ΗΠΑ, που χρησιμοποιήθηκαν για να υποσκάψουν βασικές αρχές νόμου και τάξης.
Οι ΗΠΑ χρειάζεται επίσης να αναλάβουν και πάλι τις ευθύνες τους έναντι της φιλελεύθερης διεθνούς τάξης που δημιούργησαν με τόσο κόπο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτή η τάξη στηρίχθηκε στη Χάρτα των Ηνωμένων Εθνών, στην Παγκόσμια Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στη Γενική Συμφωνία για τους Δασμούς και το Εμπόριο, στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και άλλους θεσμούς και αρχές, που έχουν γίνει ο ακρογωνιαίος λίθος των ελεύθερων κοινωνιών, των ελεύθερων οικονομιών και των ελεύθερων πολιτευμάτων.
Ο κόσμος τώρα ρωτά: Εξακολουθούν οι ΗΠΑ να ενστερνίζονται αυτή την τάξη;
Τόσο η δημοκρατία όσο και ο καπιταλισμός είναι σχετικά πρόσφατες εξελίξεις στη μακρά ιστορία της Δύσης. Αντιπροσωπεύουν ακόμα πιο πρόσφατες εξελίξεις στη σημαντικά πιο μακρά ιστορία της Ανατολής. Και τα δύο αντιπροσωπεύουν τη διαρκή ιδέα της ελευθερίας. Ωστόσο, και τα δύο βασίζονται σε όλο και πιο εύθραυστους πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς. Η ιστορία προειδοποιεί να μην πιστέψουμε πως ο δημοκρατικός καπιταλισμός, με κάποιον τρόπο, αναπόφευκτα θα επικρατήσει. Εκτός, φυσικά, και αν το κάνουμε να συμβεί, όσο έχουμε ακόμα καιρό.
*Ο Kevin Rudd είναι πρώην πρωθυπουργός της Αυστραλίας, πρόεδρος του Asia Society Policy Institute στη Νέα Υόρκη Harvard Kennedy School Belfer Center.
Σχόλια