Τράπεζες, οικονομία και κοινωνία: Τα “κόκκινα δάνεια” και ο φόβος του Χρηματιστηρίου

Του ΠΕΤΡΟΥ ΜΗΛΙΑΡΑΚΗ (*)
Στον παρόντα χρόνο λόγω των «πολιτικών της Ιταλίας» και του προβλήματος των «κόκκινων δανείων» των ελληνικών τραπεζών, το Χρηματιστήριο της Αθήνας έζησε ένταση και οι μετοχές των τραπεζών πιέστηκαν. Θα μπορούσε δε να υποστηριχθεί ότι οι τραπεζικές μετοχές πιέστηκαν με υπέρβαση του μέτρου. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Ασφαλώς μια δημοσιονομική κρίση ή μια κρίση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα δημιουργεί άμεσα αντανακλάσεις τόσο στην οικονομία όσο και στην κοινωνία. Επειδή δε, το χρηματοπιστωτικό σύστημα προϋποθέτει τα Πιστωτικά Ιδρύματα να λειτουργούν στο πλαίσιο της αποστολής τους τόσο για την πίστη όσο και για την ανάπτυξη της οικονομίας και συνεπώς της κοινωνίας, το παρόν κείμενο επιδιώκει να συμβάλει στο δημόσιο λόγο με τα παρακάτω, αφού προταχθεί μια σύντομη ιστορική καταγραφή της αποστολής της τράπεζας ως κοινωνικοοικονομικού αλλά (δεν είναι υπερβολικός ο όροφος) και «πολιτιστικού» φαινομένου.
  • Και τούτο γιατί από τότε που ο πολιτισμός του ανθρώπου «πέρασε» από την εμπράγματη οικονομία (δηλαδή από την ανταλλαγή πράγματος με άλλο πράγμα), στην «οικονομία του χρήματος» και μετέπειτα του «νομίσματος» (αναγκαστική κυκλοφορία), οι τράπεζες ήταν το σημείο αναφοράς και ο μοχλός ανάπτυξης της οικονομίας.
Με τούτη την προδιάθεση υπ’ όψιν τα εξής:
  • η ιστορία των τραπεζών
Ο όρος «τράπεζα» ιστορικώς προέρχεται από το έπιπλο «τράπεζα-τραπέζι-πάγκο» όπου πίσω του στέκονταν οι «νομισματαλλάκτες», οι «αργυραμοιβοί».
Στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες η τράπεζα εκφράζεται με τον ίδιο όρο «τράπεζα-τραπέζι»: «Bank», «Banque», «Banca». Ωστόσο:
  • Οι πρώτες τράπεζες δημιουργήθηκαν κατά τον 8ο και 7ο π.Χ.(!) αιώνα από τους Ασσύριους, Βαβυλώνιους και Αιγύπτιους. Οι τράπεζες αυτές εξέδιδαν συναλλαγματικές και αποδείξεις σε μικρούς δίσκους πάνω στους οποίους ήταν «χαραγμένα» δάνεια με ενέχυρο ή (και) υποθήκη και ο τόκος που είχε «συμφωνηθεί».
Στην αρχαία Ελλάδα, ως πρώτες τράπεζες χρησίμευσαν οι Ναοί τους οποίους σέβονταν και οι κατακτητές ακόμη! Περίφημοι υπήρξαν οι Ναοί των Δελφών, της Ολυμπίας και της Δήλου, στους οποίους εναπόθεταν τεράστια ποσά όχι μόνο οι Έλληνες αλλά και οι παρεπιδημούντες στην Ελλάδα.
Στις Ιωνικές πόλεις Μίλητο, Σμύρνη, Έφεσο, οι αργυραμοιβοί διεξήγαγαν τραπεζικές εργασίες, ενώ η τραπεζική τέχνη μετά τους Μηδικούς Πολέμους μεταφέρθηκε από την Κόρινθο στην Αθήνα. Οι πρώτοι τραπεζίτες των Αθηνών ήσαν νομισματαλλάκτες. Αργότερα οι νομισματαλλάκτες δέχονταν καταθέσεις ιδιωτών, προς τους οποίους δεν έδιναν καν αποδείξεις, γιατί έχαιραν τέτοιας φήμης και εκτίμησης για την εντιμότητά τους, ώστε οι πελάτες τους αρκούνταν στο λόγο τους και μόνον! Αντιθέτως οι τραπεζίτες έπαιρναν έγγραφη απόδειξη ή γραμμάτια για τις χορηγούμενες πιστώσεις προς τους πελάτες τους, που πολλές φορές τις πωλούσαν σε άλλους ή διενεργούσαν μεταφορές από λογαριασμό σε λογαριασμό, μεταξύ των πελατών τους.
  • Κατά τη ρωμαϊκή εποχή οι τραπεζίτες διενεργούσαν τις ίδιες εργασίες και απολάμβαναν μεγάλων τιμών –ενώ ιστορικώς είναι βέβαιον ότι η τραπεζική τέχνη «μεταδόθηκε» από την Αθήνα στην Ρώμη.
Όταν επήλθε το βαρβαρικό κύμα μετά τον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό, επακολούθησε περίοδος πολέμων και οι τράπεζες περιέπεσαν σε παρακμή, (γιατί η πίστη αναπτύσσεται μόνο σε ειρήνη), για να εμφανισθούν και πάλι κατά τον μεσαίωνα. Στον προκαπιταλιστικό πολιτισμό η πρώτη τράπεζα που ιδρύθηκε ήταν η τράπεζα της Βενετίας το 1157 (που επανιδρύθηκε το 1756). Επακολούθησε η τράπεζα του Αμβούργου το 1719. Όμως η «σύγχρονη» τραπεζική τέχνη έχει τη «βάση της» στις τράπεζες της Αγγλίας και στους πρώτους Άγγλους τραπεζίτες, τους χρυσοχόους, με πρωταίτιους τους Λομβάρδους –εξού και η Lombard Street.
  • Στην Ελλάδα η πρώτη τράπεζα, που ιδρύθηκε είναι η Ιονική με έδρα το Λονδίνο το 1839 και δυο έτη αργότερα η Εθνική και η Εμπορική.
Στην Εθνική παραχωρήθηκε από το Κράτος κατά το ίδιο έτος της ίδρυσης της (1841) και το προνόμιο της έκδοσης των τραπεζογραμματίων. Τούτο ίσχυε μέχρι το 1928, οπότε το προνόμιο έκδοσης των τραπεζογραμματίων μεταβιβάσθηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος, που ιδρύθηκε ακριβώς γι’ αυτό το σκοπό. Το 1927 ιδρύθηκε η Κτηματική Τράπεζα και το 1929 η Αγροτική Τράπεζα.
Περιττό δε να γίνει αναφορά ότι στον παρόντα χρόνο η Τράπεζα της Ελλάδος, είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ότι η ελληνική οικονομία και συνεπώς το εγχώριο τραπεζικό σύστημα υπόκειται στο ευρωσύστημα και γενικότερα η εθνική οικονομία υπόκειται στους κανόνες των ενωσιακών νομισματικών και δημοσιονομικών πολιτικών.
  • οι πάγιες αρχές
Οι τράπεζες και το εν γένει πιστωτικό σύστημα που ενδιαφέρει την κοινωνία (φυσικά πρόσωπα και μικρομεσαίες επιχειρήσεις) αφορά κυρίως στη λεγόμενη «λιανική πολιτική» (retail banking). Σε σχέση με τα προαναφερόμενα και ανεξαρτήτως του ιστορικού βάθους της λειτουργίας των τραπεζών και της δημιουργίας διαρκώς νέων προϊόντων, η έννοια της τραπεζικής πολιτικής διέπεται από τρεις αδιαπραγμάτευτες αρχές:
  • α) από την αρχή της ρευστότητας,
  • β) από την αρχή της ασφάλειας και
  • γ) από την αρχή της αποδοτικότητας.
Συνεπώς η τραπεζική επιχείρηση:
  • α) με βάση την αρχή της ρευστότητας πρέπει να ανταποκρίνεται στις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της σε κάθε δεδομένη στιγμή,
  • β) με βάση την αρχή της ασφάλειας θα πρέπει να διαθέτει τις εγγυήσεις για την εξασφάλιση του ποσού της πίστωσης και
  • γ) με βάση την αρχή της αποδοτικότητας θα πρέπει να λειτουργεί με το κριτήριο της θεμελιώδους οικονομικής αρχής, της επίτευξης δηλαδή του μεγαλύτερου οικονομικού αποτελέσματος με τις μικρότερες οικονομικές θυσίες.
  • η αιτία της κρίσης
Η πρόσφατη κρίση που αφορούσε κυρίως στις συστημικές τράπεζες στην Ελλάδα, κύρια βάση της είχε τον προγραμματισμό πώλησης (από τις τράπεζες) των μη εξυπηρετούμενων δανείων κάτω από τη λογιστική τους αξία σε βάρος των «κεφαλαιακών μαξιλαριών» (πράγμα που θα υποχρέωνε σε αναζήτηση νέων κεφαλαίων από τις αγορές).
  • Αυτός ο προγραμματισμός προκύπτει από το ότι οι τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες είχαν υποβάλει σχέδια στον Single Supervisory Mechanism (SSM) για να μειωθούν τα NPEs (Non-Performing Exposures) περίπου στο 60% μέχρι το τέλος του 2021. Σε κάθε περίπτωση όμως για να είναι λυσιτελής η μείωση των NPEs απαιτούνται κεφάλαια.
Προς την κατεύθυνση δε αυτή προϋπολογίζεται ότι θα απαιτηθούν συνολικώς περί τα 6 δισεκ. ευρώ, οπότε κατ’ εκτίμηση: η Πειραιώς χρειάζεται 2,5 δισεκ. ευρώ, η Εθνική 1 με 1,5 δισεκ. ευρώ, η Alpha Bank κάτω από 1 δισεκ. ευρώ και η Eurobank 1 με 1,5 δισεκ. ευρώ. Ενταύθα πρέπει να επισημειωθεί ότι η πίεση που ιδιαιτέρως δέχθηκε η Τράπεζα Πειραιώς, οφειλόταν στο δρομολογημένο πλάνο για την κεφαλαιακή της ενίσχυση, με έκδοση ομολογιακού δανείου 500 εκ. ευρώ, πράγμα που στοχοποίησε ιδιαιτέρως τη μετοχή της, με συνέπεια να δεχθεί έντονες «επιθέσεις short».
  • Παρά όμως την ένταση του Χρηματιστηρίου και πέραν της δήλωσης του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη για «κερδοσκοπικά παιγνίδια» και ότι υπάρχει «αντίφαση ανάμεσα στα θεμελιώδη δεδομένα των τραπεζών και στο Χρηματιστήριο», δεν είναι τυχαίο ότι εκθέσεις Οίκων όπως η HSBC, η Goldman Sachs και η Morgan Stanley, αν και κατά κανόνα ασκούν ιδιαιτέρως αυστηρή κριτική στις ελληνικές τράπεζες, εν τούτοις χαρακτήρισαν «υπερβολική» τη συμπεριφορά των «πωλητών» σε βάρος των τραπεζικών μετοχών.
Ωστόσο, και ανεξαρτήτως του ότι η κάθε μια συστημική τράπεζα έχει αντιμετωπίσει επιτυχώς το αναλογούν σ’ αυτή «stress test», παρά ταύτα οι εποπτικές Αρχές πρέπει πάντοτε να επαγρυπνούν. Αναφέρομαι:
α) στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και
β) στην Τράπεζα της Ελλάδας. Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να παραλείπεται ότι οι πάντες τελούν υπό τη στενή παρακολούθηση του SSM που αφορά «Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό» ο οποίος συστάθηκε επί τούτω με τον Κανονισμό 1024/2013 του Συμβουλίου.
  • να αποκλεισθεί η προοπτική μιας «Bad Bank»
Η αναμφισβήτητη βελτίωση των οικονομικών προοπτικών της χώρας και η επίσης αναμφισβήτητη αύξηση των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα τους τελευταίους μήνες, οδήγησαν στην χαλάρωση των capital controls. Αυτό θα ενισχύσει περαιτέρω την εμπιστοσύνη των καταθετών και θα βοηθήσει ως ψυχολογία του κοινού στην αύξηση ρευστότητας των τραπεζών. Αυτή όμως η αύξηση της ρευστότητας των τραπεζών θα βοηθήσει ασφαλώς και το χρηματοδοτικό προφίλ, που συνεπάγεται credit positive. Προς την κατεύθυνση του credit positive λειτουργεί και η αδιαμφισβήτητη μείωση του δανεισμού από τον ELA (Emergency Liquidity Assistance).
Υπ’ όψιν δε ότι ο ELA που αντιστοιχούσε σε 4,5 δισ. ευρώ ή 2% του συνολικού ενεργητικού στα τέλη Αυγούστου 2018, συγκρινόμενο με το ογκώδες 21% του Αυγούστου 2015, αποδεικνύει τη βελτίωση της λειτουργίας του εγχώριου τραπεζικού συστήματος.
Άξιο αναφοράς είναι δε ότι από τις έξι τράπεζες που ο Οίκος Moody’s παρακολουθεί έχουν αποπληρώσει πλήρως τον ELA: η Εθνική Τράπεζα, η Πειραιώς, και η Παγκρήτια Συνεταιριστική Τράπεζα -ενταύθα πρέπει να γίνει αναφορά στον εγκρατή τραπεζίτη Μιχάλη Σάλλα. Για να μην αδικούνται όμως και οι λοιπές τράπεζες, υπάρχει βάσιμη εκτίμηση ότι σύντομα θα αποπληρώσουν τον ELA η Eurobank, η Alpha Bank καθώς και η Attica Bank.
  • Το βάρος-άχθος των συστηματικών ελληνικών τραπεζών που αφορά στα «κόκκινα δάνεια» και που σύμφωνα με αντικειμενικές εκτιμήσεις ακουμπά το 50% του ΑΕΠ της χώρας, πρέπει να επιλυθεί.
Μια από τις μεθόδους και ένας από τους τρόπους που μπορεί να προκύψουν, προφανώς δεν είναι η ίδρυση μέσω κεφαλαίων του ελληνικού δημοσίου ενός λεγόμενου «κακού» Πιστωτικού Ιδρύματος, δηλαδή μιας «Bad Bank». Άλλωστε, μια τέτοια διαδικασία προσκρούει ευθέως και πρωτίστως στους κανόνες του πρωτογενούς ευρωπαϊκού ενωσιακού δικαίου.
  • Ωστόσο, για την επίλυση του σημαντικού προβλήματος των «κόκκινων δανείων» μπορεί να συζητηθεί η συγκρότηση «Εταιρείας Ειδικού Σκοπού» που θα εκδώσει ομόλογα τα οποία θα διατεθούν στους επενδυτές μέσω της δευτερογενούς αγοράς με κρατικές εγγυήσεις. Η δημιουργία δηλαδή μιας αγοράς των NPEs μπορεί να είναι λύση.
Ασφαλώς η όποια περαιτέρω επεξεργασία για την επίλυση του ζητήματος των «κόκκινων δανείων» πρέπει πάντοτε να λαμβάνει υπ’ όψιν την ομαλή λειτουργία των τραπεζών, αλλά και τη στήριξη του αδίκως καταπονημένου τμήματος της κοινωνίας που αφορά εκείνους τους δανειολήπτες, οι οποίοι θα πρέπει να προστατευθούν λόγω της αναίτιας από πλευράς τους μεταβολής των οικονομικών τους συνθηκών.
* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC- EU).

Σχόλια