Η συστηματική υπεκφυγή των υποχρεώσεων της Γερμανίας από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έναντι της Ελλάδας θα μπορούσαν να καταστούν διαρθρωτικό μειονέκτημα στην επικείμενη νέα απόπειρα ανοικοδόμησης του ευρωπαϊκού οράματος. Οι υποχρεώσεις της Γερμανίας δεν έχουν παραγραφεί, παρά τις δεκαετίες που έχουν παρέλθει όπως θα καταδείξουμε, καθώς η ίδια –κατά περίπτωση- πράττει. Η ίδια η Γερμανία τα τελευταία χρόνια προέβαλε αξιώσεις αποζημίωσης έναντι της Τσεχίας για τις περιουσίες των Σουδητών Γερμανών. Συνεπώς, τίποτε δεν έχει κλείσει. Οι ελληνικές απαιτήσεις είναι τουλάχιστον της τάξεως των 180 δισ. ευρώ. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Η καταστροφή που υπέστη η Ελλάδα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι τεράστια και έχει τρεις διαστάσεις, στις οποίες αντιστοιχούν τρία είδη ελληνικών απαιτήσεων. Πρόκειται για ένα τεράστιο λογαριασμό, που βασίζεται σε διεθνείς αποφάσεις και υπολογίζεται ανάλογα με τις μετατροπές των ισοτιμιών και το ύψος των επιτοκίων (2,5-3%), αλλά και τις μεθόδους αποτίμησης που χρησιμοποιούνται από τους αναλυτές. Η δικιά μας εκτίμηση είναι 110 δισ. ευρώ για πολεμικές επανορθώσεις και 70 δισ. ευρώ για το αναγκαστικό δάνειο της Ελλάδος προς την χιτλερική Γερμανία. Οι πολεμικές αποζημιώσεις δεν μπορούν να προσδιορισθούν.
Ο καθηγητής Νίκος Χριστοδουλάκης έχει υπολογίσει τις γερμανικές υποχρεώσεις σε 97 δισ. ευρώ σε τιμές 2012, ήτοι 42 δισ. ευρώ για αποζημιώσεις και 55 δισ. ευρώ για το ανεξόφλητο δάνειο. Το Spiegel έχει κάνει λόγο για 162 δισ. ευρώ, ο μελετητής Δημοσθένης Κούκουνας για 510 δισ. ευρώ και ο Διαμιανός Βασιλειάδης του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας για 1000 δισ. ευρώ περίπου. Ας δούμε αναλυτικά τα τρία είδη της καταστροφής που υπέστη η χώρα μας και τις αντίστοιχες απαιτήσεις.
Λεηλασία και καταστροφή
Η Ελλάδα έχασε στον πόλεμο το 10% του πληθυσμού της, έναντι του 2,8% της Σοβιετικής Ένωσης. Περίπου 130.000 άμαχοι, γυναίκες και παιδιά, εκτελέστηκαν ως αντίποινα για τις επιθέσεις των ανταρτών. Από αυτές τις εκτελέσεις, οι 56.225 νεκροί προέρχονται από τα ολοκαυτώματα χωριών της Ελλάδας. Από αυτά έχουν αναγνωρισθεί 89. Επίσης, 70.000 Έλληνες Εβραίοι οδηγήθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, 300.000 έπαθαν κρυοπαγήματα και πέθαναν από πείνα, επειδή οι Γερμανοί κατάσχεσαν τρόφιμα και καύσιμα.Στο οικονομικό πεδίο η χώρα υπέστη ζημιές στο ετήσιο ΑΕΠ της τάξεως του 170%, έναντι του 135% που έχασε η ηττημένη Γερμανία. Ανάλυση της εφημερίδας του Βερολίνου Tagesspiegel αναφέρει ότι η Γερμανία δεν κατέστρεψε καμιά άλλη χώρα υπό την κατοχή της τόσο όσο την Ελλάδα: Το 50% των υποδομών της χώρας και το 75% της βιομηχανίας καταστράφηκαν.
Ο Μανώλης Γλέζος υποστηρίζει ότι επρόκειτο για μια «στρατηγική αφαίμαξη»: ο στρατός κατοχής κατάσχεσε αρχαιολογικούς και καλλιτεχνικούς θησαυρούς, το 51% των μετοχών των τραπεζών και των κρατικών επιχειρήσεων, κατάσχεσε και έλιωσε 19 τόνους ασημένια 10δραχμα και 20δραχμα και 49 τόνους χάλκινα νομίσματα έναντι αποζημίωσης μόλις 340 λιρών Αγγλίας, έπαιρνε το 10% της αγροτικής παραγωγής και φυσικά, το περιβόητο αναγκαστικό δάνειο.
Η ληστεία της Ελλάδος ήταν πρωτοφανής, ιδιαίτερα δε με τη χρήση πλαστών γερμανικών χαρτονομισμάτων των 50 μάρκων από τα στρατεύματα κατοχής. Μάλιστα, οι Γερμανοί στρατιώτες, αφηγείται ο Γλέζος, έδιναν το πλαστό 50μαρκο για να πάρουν τσιγάρα που έκαναν 6 δρχ. και ζητούσαν ρέστα σε επίσημα λεφτά, κάτι που είχε τρελάνει τους περιπτεράδες, μαγαζάτορες, κουρείς κ.ά. Σημειωτέον ότι στην Κατοχή κυκλοφορούσαν εκτός από τις δραχμές, τα νομίσματα των τριών κατακτητών και τα πλαστά(!) γεγονός που υποχρέωσε την κυβέρνηση να αγοράσει τα πλαστά γερμανικά και ιταλικά χαρτονομίσματα προκειμένου να ελέγξει κάπως την κατάσταση.
Τρεις απαιτήσεις
Πρώτον, σε ότι αφορά το ζήτημα των πολεμικών επανορθώσεων, αυτό έχει επιλυθεί από τον Φεβρουάριο του 1946, από την 19μελή Συμμαχική Επιτροπή που όρισε τι θα πληρώσει κάθε χώρα του άξονα στις χώρες που είχε καταλάβει για τις ζημιές που έκανε. Στην Ελλάδα κατοχυρώθηκε ποσό 7,1 δισ. δολαρίων αγοραστικής αξίας 1938, που σύμφωνα με λογαριασμούς της Τράπεζας της Ελλάδος, αποτιμάται σε περισσότερα από 108 δισ. ευρώ. Η απαίτηση αυτή είναι νομικά ισχυρή και κατοχυρωμένη.Δεύτερον, το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο, το οποίο ο καθηγητής Άγγελος Αγγελόπουλος έχει προσδιορίσει σε 3,5 δισ. δολάρια (του 1938). Ο τότε πληρεξούσιος του Ράιχ στην Ελλάδα Άλντερπουργκ, με γραπτό υπόμνημά του στο γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών είχε αναφέρει ότι η οφειλή της Γερμανίας στην Ελλάδα από το δάνειο ανερχόταν σε 200 εκατ. χρυσά μάρκα, δηλαδή σε 400 εκατ. σταθερά μεταπολεμικά μάρκα.
Το δάνειο αυτό προέκυψε ως εξής: Το 1907, η Διάσκεψη της Χάγης αποφάσισε ότι τα νικημένα σε πόλεμο κράτη υποχρεούνται να διατρέφουν τα στρατεύματα κατοχής, αλλά κατόπιν πιέσεων ανθρωπιστικών οργανώσεων προστέθηκε η διευκρίνιση «εάν δύνανται» . Η Ελλάδα ήταν έτσι υποχρεωμένη να τρέφει 500.000 Γερμανούς στρατιώτες, 250.000 Ιταλούς και 60.000 Βούλγαρους, ήτοι 810.000 συνολικά!
Και σαν να μην έφταναν αυτοί, οι κατοχικοί στρατοί, κατ΄εξαίρεση και μόνο από την Ελλάδα, έπαιρναν τρόφιμα για την διατροφή της στρατιάς του Ρόμελ. Αυτό το επιπλέον μεταφράστηκε στο αναγκαστικό κατοχικό δάνειο των 8 δισ. δραχμών που μεταπολεμικά υπολογίσθηκε σε 4,5 εκατ. χρυσές λίρες και σήμερα αποτιμάται με τους τόκους του στα 70 δισ. ευρώ. Η απαίτηση αυτή είναι η πιο στιβαρή νομικά από όλες.
Τρίτον, είναι οι πολεμικές αποζημιώσεις φυσικών προσώπων κυρίως συγγενών των εκτελεσθέντων σε αντίποινα, υποθέσεις που βρίσκονται σε δικαστική εξέλιξη ή εκκρεμότητα.
Απαντήσεις στους γερμανικούς ισχυρισμούς
Πρώτον: Οι γερμανικοί ισχυρισμοί πως δεν είναι δυνατόν να προβάλλονται απαιτήσεις μετά από 70 και πλέον χρόνια ειδικά για το κατοχικό δάνειο δεν ευσταθούν, καθώς μετά το 1990 η Γερμανία απέδιδε αποζημιώσεις στη Ρωσία, στην Πολωνία και το 1997 στην Τσεχία. Όπως προαναφέραμε, η ίδια η Γερμανία εγείρει απαιτήσεις έναντι της Τσεχίας για τους Σουδήτες.Δεύτερον: Το κατοχικό δάνειο εντάσσεται στη συμφωνία του Λονδίνου του 1953 που προέβλεπε την αναστολή των αξιώσεων, όχι την παραγραφή τους. Οι αξιώσεις ενεργοποιήθηκαν με την ενοποίηση της Γερμανίας. Την άποψη αυτή υποστηρίζει ο νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας, καθηγητής Προκόπης Παυλόπουλος, ο οποίος επισημαίνει:
«Το 1953, με τη Συμφωνία του Λονδίνου, δεν χαρίσθηκαν στη Γερμανία οι οφειλές της, όπως η γερμανική πλευρά τεχνηέντως φαίνεται να διατείνεται. Η Συμφωνία αυτή απλώς έθεσε σε αδράνεια τις οφειλές της Γερμανίας ως την υπογραφή, κατά το Διεθνές Δίκαιο (Δίκαιο του Πολέμου) “Συμφώνου Ειρήνης” μεταξύ της τελευταίας και των Δυνάμεων που νίκησαν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρόκειται νομικώς για ένα είδος “αναβλητικής αίρεσης” (lato sensu) σχετικά με την εξόφληση των υποχρεώσεων της Γερμανίας, επειδή τότε θεωρήθηκε ότι αυτή δεν διέθετε –πρωτίστως λόγω της διαίρεσής της σε Δυτική και Ανατολική- την κατά το διεθνές δίκαιο απαιτούμενη πολιτειακή υπόσταση για ανάληψη και εκπλήρωση συναφών υποχρεώσεων».
Η ικανότητα σύναψης «Συμφώνου Ειρήνης» επήλθε το 1990 και τότε υπογράφηκε το λεγόμενο «Σύμφωνο 2+4» μεταξύ της ενωμένης πλέον Γερμανίας των ΗΠΑ, της ΕΣΣΔ, της Γαλλίας και της Βρετανίας. Ο Παυλόπουλος υποστηρίζει πως «καλύπτει, λόγω της νομικής φύσης του, αλλά και της γενικότητάς του, και τα μη συμβαλλόμενα πλην όμως παθόντα από την γερμανική κατοχή κράτη, όπως η Ελλάδα». Αντίθετα, ο Μανώλης Γλέζος θεωρεί ότι είναι σκόπιμη η υπογραφή Συνθήκης Ειρήνης μεταξύ Ελλάδας-Γερμανίας, διότι τότε η Γερμανία θα υποχρεωθεί να πληρώσει.
Τρίτον: Η γερμανική πλευρά ισχυρίζεται ότι από το δάνειο παραιτήθηκε το 1958 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Αναφέρεται συχνά κάποια μυστική συμφωνία Καραμανλή-Αντενάουερ, στα τέλη της δεκαετίας του ‘50, με αντιστάθμισμα την παραίτηση της Ελλάδας από το δικαίωμα των αποζημιώσεων έναντι της αποδοχής από τη Γερμανία στρατιών Ελλήνων γκασταρμπάιτερ. Ο Καραμανλής το διέψευσε και η γερμανική πρεσβεία με ρηματική της διακοίνωση το Μάρτιο του 1967 αναίρεσε το επιχείρημα. Παρ’ όλα αυτά η Γερμανία το επανέλαβε μετά το 1990.
Από το 1991
Τέταρτον: Οι αιτιάσεις πως η Ελλάδα δεν διεκδίκησε την αποπληρωμή του δανείου είναι ψευδείς. Ήδη από το 1991 ο τότε υπουργός Εξωτερικών Σαμαράς είχε θέσει το θέμα των πολεμικών επανορθώσεων και του κατοχικού δανείου στον Γερμανό ομόλογό του Γκένσερ. Το θέμα τέθηκε και πάλι με ρηματική διακοίνωση της Ελλάδας στις 14 Νοεμβρίου 1995, μέσω του πρέσβη της Ελλάδος στη Βόννη Ιωάννη Μπουρλογιάννη-Τσαγγαρίδη, στον Γερμανό υφυπουργό Εξωτερικών Hartmann, με την οποία ζητήθηκε η έναρξη διαπραγματεύσεων και για το κατοχικό δάνειο.Ο Γερμανός υφυπουργός απέρριψε το ελληνικό διάβημα με το επιχείρημα ότι «μετά την πάροδο 50 ετών από το τέλος του πολέμου και δεκαετιών αξιοπίστου και στενής συνεργασίας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας με τη διεθνή κοινότητα, το πρόβλημα των επανορθώσεων απώλεσε τη δικαιολογητική του βάση».
Η θέση αυτή αντίκειται στην αρχή της καλής πίστης, η οποία ισχύει και στο διεθνές δίκαιο, καθώς άλλωστε το δάνειο δεν έχει παραγραφεί, αφού δεν εκδικάστηκε ποτέ. Αλλά και ο πρώην πρωθυπουργός Σημίτης έθεσε το θέμα του κατοχικού δανείου στον καγκελάριο Κολ κατά την επίσημη επίσκεψή του στη Γερμανία το Φεβρουάριο του 1996. Με βάση τα ανωτέρω, η παραγραφή πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει διακοπεί οριστικά.
Φτηνά επιχειρήματα
Πέμπτον: Η Γερμανία έχει ισχυριστεί ότι εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις της απέναντι στην Ελλάδα, περιλαμβανομένου και του κατοχικού δανείου, με τη σύναψη της γερμανο-ελληνικής συμφωνίας στις 18 Μαρτίου 1960, η οποία αφορούσε παροχές υπέρ Ελλήνων υπηκόων που είχαν θιγεί από εθνικοσοσιαλιστικά μέτρα διώξεων για λόγους φυλής, θρησκείας ή κοσμοθεωρίας, ύψους 115 εκατ. μάρκων. Με επιστολή της προς την Ελλάδα (5.7.1988), όμως, αναγνωρίζει ότι η εν λόγω συμφωνία δεν περιλαμβάνει γενικές πολεμικές ζημιές, αλλά μόνο τις προαναφερθείσες αποζημιώσεις.Έκτον: Οι γερμανικοί ισχυρισμοί περί συμψηφισμού με τη γερμανική βοήθεια στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και της ΕΕ είναι προδήλως αβάσιμοι και εύκολα καταρρίπτονται. Πράγματι, η γερμανική βοήθεια για την άμυνα της Δύσης δόθηκε μεν στην Ελλάδα, αλλά δόθηκε και στην Τουρκία και στην Πορτογαλία, που δεν έλαβαν μέρος στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Και βέβαια οι κοινοτικές ενισχύσεις ουδεμία σχέση έχουν με το κατοχικό δάνειο.
Τα επιχειρήματα αυτά είχε θέσει ο Γλέζος στον πρώην Γερμανό πρόεδρο Γιοάχιμ Γκάουκ, όταν προ ετών είχε επισκεφθεί την Αθήνα. Του είχε εξηγήσει γιατί δεν ευσταθούν οι αναφορές του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για παρελθόν και ότι αυτά τα ζητήματα έχουν λήξει. Αν έληξαν, πότε έληξαν και πως; Δεν μπορεί, επίσης, να αποτελούν παρελθόν, διότι η ενιαία Γερμανία απαίτησε από την Τσεχία αποζημιώσεις για τις περιουσίες των Σουδητών. Τέλος, πρόσφατα το γερμανικό κράτος αποφάσισε να συνταξιοδοτήσει τους επιζώντες του Ολοκαυτώματος στο Ισραήλ. Όλα αυτά κατά τον Γλέζο αποτελούν δύο μέτρα και δύο σταθμά.
Πηγές:
(1) Μάκης Ανδρονόπουλος, «Το Γερμανικό Σύνδρομο», εκδ. Ταξιδευτής, 2013
(2) Από την ομιλία του Μανώλη Γλέζου στην παρουσίαση του παραπάνω βιβλίου https://www.youtube.com/watch?v=2Mjmf5FmLEY
(3) Προκόπης Παυλόπουλος, «Δεν παραγράφονται οι ελληνικές απαιτήσεις από τη Γερμανία», Ελεύθερος Τύπος, 14/1/2015.
Σχόλια