Οι δημογραφικές επιπτώσεις της κρίσης


ΜΠΟΜΠ ΤΡΑΑ*
Η​​ ελληνική οικονομία εκτροχιάστηκε στα τέλη του 2009, έχοντας μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα, έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, πτώση της παραγωγικότητας, ενώ αυξήθηκε σημαντικά το δημόσιο χρέος.

Η κρίση που ακολούθησε μεταδόθηκε στη διεθνή σκηνή το 2010, με την αρχή σειράς οικονομικών προγραμμάτων μεταξύ της Ελλάδας και των εταίρων στην Ε.Ε., τους ευρωπαϊκούς θεσμικούς οργανισμούς και το ΔΝΤ, με στόχο να ορθοποδήσει η οικονομία. Επειτα από οκτώ έτη μπορούμε να συνοψίσουμε τα αποτελέσματα, λέγοντας ότι το ελληνικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά περίπου 25%, η ανεργία κορυφώθηκε στο 27,5% και η Ελλάδα βίωσε σημαντική πολιτική και κοινωνική αναταραχή. Στα πιο πρόσφατα χρόνια, η ελληνική οικονομία άρχισε να σταθεροποιείται, παρότι υπήρξαν παλινωδίες. Βρισκόμαστε σήμερα στη δεύτερη πενταετία της κρίσης (2016-2020) και καθώς οριστικοποιούνται τα στοιχεία από την πρώτη πενταετία, μπορούμε να αρχίσουμε να αναλογιζόμαστε ποια ήταν η βαθύτερη επίπτωση της οικονομικής κρίσης στην ελληνική κοινωνία. (Τα στοιχεία είναι προκαταρκτικά, διότι απαιτούνται περίπου πέντε έτη μέχρι να έχουμε αδιάσειστα δεδομένα.)
Στοιχεία
Αν θέλει κανείς να κατανοήσει τα βασικά στοιχεία οποιασδήποτε οικονομίας σε βάθος χρόνου, πρέπει να αρχίσει μελετώντας τα δεδομένα για τον πληθυσμό και τα δημογραφικά στοιχεία. Σε βάθος χρόνου, μια οικονομία βασίζεται στο μέγεθος και στη δυναμική του πληθυσμού. Φυσικά υπάρχει σημαντική σχέση μεταξύ της διαχείρισης της οικονομίας, του μεγέθους του πληθυσμού και των δημογραφικών εξελίξεων. Οταν υπάρχει καλή διαχείριση της οικονομίας και επαρκής αύξηση του πλούτου των πολιτών, η δυναμική του πληθυσμού τείνει να είναι σταθερή και οι οικογένειες διαθέτουν την οικονομική σιγουριά ώστε να κάνουν παιδιά. Σε κοινωνίες με ανεπαρκή διακυβέρνηση ή σε όσες έχουν υποστεί ισχυρή οικονομική πίεση, παρατηρούνται διακυμάνσεις στη δυναμική του πληθυσμού και οι οικογένειες έχουν την τάση να εγκαταλείπουν τη χώρα ή να κάνουν λιγότερα παιδιά. Φυσικά, υπάρχουν και πολλοί άλλοι παράγοντες, κοινωνικοί, πολιτισμικοί και προσωπικοί, που επηρεάζουν τον οικογενειακό σχεδιασμό και τις δημογραφικές εξελίξεις, αλλά η οικονομική εμπιστοσύνη είναι από τους πιο θεμελιώδεις και διαδραματίζει αξιοσημείωτο ρόλο.
Σε αυτό το «Σημείωμα προς συζήτηση» παρουσιάζονται ορισμένα στοιχεία που έχει αποστείλει η ΕΛΣΤΑΤ στη Eurostat σχετικά με τον πληθυσμό και τις δημογραφικές εξελίξεις, τα οποία αποκαλύπτουν τη σχέση μεταξύ οικονομικών και δημογραφικών εξελίξεων. Σε αυτό το σημείωμα κάνουμε μια υπόθεση για το τι μπορεί να συμβαίνει κάτω από την επιφάνεια. Ο αναγνώστης μπορεί να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει. Κάθε συζήτηση και σχόλιο είναι ευπρόσδεκτο.
Πληθυσμός
Στο Γράφημα 1 αποτυπώνεται η εξέλιξη του ελληνικού πληθυσμού από το 1960 και μετά, ενημερωμένη από τις πιο πρόσφατες προβλέψεις που έχουν υποβάλει οι ελληνικές αρχές και όπως έχουν υποβληθεί από την ΕΛΣΤΑΤ στη Eurostat. Τα δεδομένα χρησιμοποιούνται όπως παρουσιάστηκαν χωρίς κανενός είδους επεξεργασία. Αν είναι λανθασμένα τα στοιχεία, τότε ενδέχεται να είναι λανθασμένη και η διάγνωση ή η υπόθεση για το τι συμβαίνει. Ετσι φαίνεται πόσο σημαντική είναι η παρουσίαση ακριβών δεδομένων χωρίς να υπάρχει ανησυχία για το κατά πόσον είναι «ευχάριστα» ή «δυσάρεστα» αυτά τα στοιχεία.
Ο αναγνώστης θα παρατηρήσει δύο γραμμές στο Γράφημα 1 για τον πληθυσμό: η πάνω διακεκομμένη γραμμή δείχνει τις δημογραφικές προβλέψεις που είχαν γίνει το 2011, με βάση τις πληροφορίες και τις τάσεις που ήταν γνωστές εκείνη την περίοδο. Οι προβλέψεις φτάνουν έως το 2060. Η κάτω συνεχής γραμμή δείχνει τις προβλέψεις που έγιναν το 2018 και φτάνουν έως το 2080. Γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι ΕΛΣΤΑΤ και Eurostat προχώρησαν σε σημαντική αναθεώρηση των προβλέψεων, με βάση στοιχεία που προέκυψαν για την περίοδο 2010-2015. Οι προβλέψεις για το μέγεθος του πληθυσμού και τον ρυθμό αύξησής του έχουν αναθεωρηθεί σημαντικά προς το χειρότερο, αρχίζοντας από το ξέσπασμα της κρίσης το 2009. Πλέον προβλέπεται πως το 2060 ο πληθυσμός της Ελλάδας θα είναι κατά 2,4 εκατ. πολίτες μικρότερος απ’ ό,τι προβλεπόταν το 2011. Η διαφορά είναι κρίσιμη για την κυβερνητική οικονομική πολιτική και θα αναλύσουμε τους λόγους για τους οποίους συμβαίνει αυτό.
Σημειώστε ότι στο Γράφημα 1 η γραμμή για την εξέλιξη του πληθυσμού, με βάση τις νέες προβλέψεις, παρουσιάζει απότομη κάμψη το 2011. Πριν από αυτή την ημερομηνία, ο ελληνικός πληθυσμός αυξανόταν με αργό ρυθμό και προβλεπόταν ότι θα αρχίσει να μειώνεται σταδιακά εξαιτίας της γήρανσης του πληθυσμού. Στα νέα στοιχεία φαίνεται ότι το 2011 ο πληθυσμός της Ελλάδας έφτασε στο αποκορύφωμά του και πως στη συνέχεια άρχισε να μειώνεται σταδιακά. Η περίοδος συμπίπτει με την οικονομική ύφεση και την πίεση που άσκησε αυτή στην οικογένεια και ευρύτερα στην κοινωνία. Οι Ελληνες άρχισαν να αναζητούν την τύχη τους στο εξωτερικό και να μεταναστεύουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και ακόμη πιο μακριά, με αποτέλεσμα τη μείωση του εγχώριου πληθυσμού. Είναι πιθανόν να υπάρξει και νέα αναθεώρηση των στοιχείων, αλλά τέτοια σημαντική υποχώρηση του ρυθμού αύξησης του πληθυσμού δεν απαντάται συχνά στα στοιχεία άλλων χωρών και δείχνει πως η ύφεση είχε βαθιά επίπτωση στην Ελλάδα.
Η ύπαρξη μικρότερου πληθυσμού στο μέλλον σημαίνει πως και η οικονομία θα είναι μικρότερη σε σύγκριση με τις προσδοκίες που υπήρχαν στην αρχή της δεκαετίας. Με μικρότερο πληθυσμό θα περιοριστούν η κατανάλωση, οι επενδύσεις και το επίπεδο της συνολικής απασχόλησης. Συνεπώς, περιορίζεται και το δυνητικό μέγεθος της ελληνικής οικονομίας (το συνολικό επίπεδο δραστηριότητας). Δεδομένου ότι η Ελλάδα έχει υψηλό δημόσιο χρέος, η ύπαρξη μικρότερης οικονομίας σημαίνει πως το κατά κεφαλήν χρέος θα είναι υψηλότερο απ’ ό,τι προβλεπόταν νωρίτερα, γεγονός που καθιστά ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση τον περιορισμό του χρέους. Αυτή η εξέλιξη αναδεικνύει την αίσθηση που έχουν πολλοί Ελληνες ότι έχει περάσει η κορύφωση της κρίσης (η ύφεση), αλλά πως τα επακόλουθά της θα διαρκέσουν πολύ ακόμα. Η ελληνική οικονομία θα πρέπει να τύχει πολύ προσεκτικής διαχείρισης, βασισμένης σε στοιχεία, ώστε να καταφέρει να υπερβεί τις προκλήσεις του υψηλού δημόσιου χρέους και της μείωσης του πληθυσμού.
Ρυθμός αύξησης
Ας ψάξουμε λίγο πιο βαθιά ακόμα τα στοιχεία, για να διαπιστώσουμε τι συμβαίνει με τον πληθυσμού ηλικίας μεταξύ 15 και 64 ετών. Στο Γράφημα 2 φαίνεται η εξέλιξη της ομάδας του πληθυσμού που βρίσκεται σε ηλικία εργασίας, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν υποβάλει ΕΛΣΤΑΤ και Eurostat. Εδώ βλέπουμε ότι η πρόβλεψη για το μέγεθος αυτού του τμήματος του πληθυσμού είναι λίγο υψηλότερη στις προβλέψεις του 2018 σε σύγκριση με αυτές του 2011, αλλά η διαφορά είναι μικρή. Ωστόσο, και στα νέα στοιχεία αποτυπώνεται η απότομη συρρίκνωση και αυτής της ομάδας του πληθυσμού (η κάτω γραμμή που φτάνει έως το 2080). Προβλέπεται ότι έως το 2060 το μέγεθος του οικονομικά ενεργού πληθυσμού (15-64 ετών) θα είναι κατά 1,2 εκατ. μικρότερο από την προηγούμενη πρόβλεψη. Και πάλι η διαφορά είναι πολύ σημαντική και επηρεάζει τα αποτελέσματα που θα μπορούσε να περιμένει κανείς από την ελληνική οικονομία.
Υπάρχουν και άλλες πληροφορίες που αρχικά δεν προσέχει κανείς και οι οποίες γίνονται εμφανείς αν επικεντρωθεί κανείς στον ρυθμό αύξησης του πληθυσμού και όχι στο μέγεθός του. Στα Γραφήματα 3 και 4 φαίνονται ο ετήσιος ποσοστιαίος ρυθμός μεταβολής του πληθυσμού και οι προβλέψεις για την εξέλιξή του. Στο Γράφημα 3 φαίνεται ο ετήσιος ρυθμός αύξησης του πληθυσμού και οι προβλέψεις για την εξέλιξή του τόσο με βάση τις προβλέψεις του 2011 όσο και με βάση αυτές του 2018. Γίνεται αντιληπτό στο Γράφημα 3 ότι ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού υπέστη πλήγμα γύρω στο 2010-2011. Είναι ενδιαφέρον ότι ο ρυθμός εξακολουθεί να είναι χαμηλότερος τα επόμενα 30 με 40 χρόνια σε σύγκριση με την προηγούμενη πρόβλεψη. Η σύγκλιση των δύο ρυθμών ανάπτυξης του πληθυσμού είναι αργή και γίνεται στη διάρκεια πολλών ετών.
Στο Γράφημα 4 φαίνεται ότι ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός (15-64 ετών) δέχθηκε ακόμα μεγαλύτερο πλήγμα από το σύνολο του πληθυσμού. Κατέρρευσε επίσης γύρω στο 2010-2011 και προβλέπεται ότι θα εξακολουθήσει να είναι μικρότερος σε σύγκριση με την προηγούμενη πρόβλεψη, έως το 2050, μέχρι δηλαδή να ξεθωριάσουν οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης. Τα στοιχεία αυτά οδηγούν σε δύο ερωτήματα: ποια είναι η επίπτωση της εξέλιξης του πληθυσμού στην οικονομία και γιατί απαιτείται τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα ώστε να ανακάμψει ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού;
Συνέπειες
Αναζητώντας απάντηση στην πρώτη ερώτηση, υποθέστε ότι όλοι οι άνθρωποι που βρίσκονται σε ηλικία εργασίας (15-64 ετών) βρίσκουν εργασία και ότι η παραγωγικότητα όλων είναι η μέση. Αυτό θα σήμαινε ότι ο δυνητικός ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας είναι το προϊόν της ανάπτυξης του πληθυσμού που βρίσκεται σε ηλικία εργασίας και της μέσης παραγωγικότητας των εργαζομένων. Εξετάζοντας πολλές άλλες οικονομίες, ο αναγνώστης θα διαπιστώσει ότι ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας της τάξης του 1,5% τον χρόνο είναι εφικτός, συνεπώς ας υποθέσουμε πως ο μέσος Ελληνας εργαζόμενος μπορεί να πετύχει μακροπρόθεσμα, κατά μέσον όρο, τον ίδιο ρυθμό παραγωγικότητας. Εν συνεχεία πρέπει να εκτιμήσουμε ποιος είναι ο ρυθμός αύξησης των ατόμων που βρίσκονται σε ηλικία εργασίας, ώστε να αποκτήσουμε μια αίσθηση του πόσο αυξάνεται η διαθέσιμη εργασία. Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, ο ρυθμός αύξησης των ανθρώπων που βρίσκονται σε ηλικία εργασίας θα είναι μειωμένος κατά 0,5%, κατά μέσον όρο, τα επόμενα πενήντα χρόνια, σύμφωνα με τις προβλέψεις του 2011, ενώ σύμφωνα με τις νέες προβλέψεις θα μειωθεί κατά 1%. Πράγμα που σημαίνει ότι χονδρικά ο μέσος ρυθμός δυνητικής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα είναι γύρω στο 0,5% τον χρόνο για τις επόμενες δεκαετίες, ενώ η προηγούμενη πρόβλεψη του 2011 ήταν 1%.
Το βασικό συμπέρασμα είναι πως η μείωση του πληθυσμού και ιδιαίτερα του πληθυσμού των ευρισκόμενων σε ηλικία εργασίας (όπως θα περίμενε κανείς, έχει εγκαταλείψει την Ελλάδα μεγαλύτερος αριθμός ενηλίκων παρά εξαρτώμενων μελών) που υποδηλώνεται στα νέα στοιχεία και η οποία φαίνεται ότι προκλήθηκε από την οικονομική κρίση είναι πιθανόν να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις και ενδέχεται να έχει περιορίσει τη δυνητική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας κατά 0,5 τοις εκατό.
Οσον αφορά τη δεύτερη ερώτηση, γιατί χρειάζεται τόσος χρόνος ώστε να αρχίσει να ενισχύεται και πάλι ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού, η απάντηση μπορεί να θεωρηθεί ότι σχετίζεται με τη γεννητικότητα στην Ελλάδα και με την ανάκαμψη των γενεών. Οι Ελληνες και οι Ελληνίδες τείνουν να παντρεύονται κάπως αργά, σε ηλικία 25 με 30 ετών, και αποκτούν τέκνα λίγο αργότερα απ’ ό,τι σε ορισμένες άλλες χώρες. Πράγμα που σημαίνει πως μια νέα «γενιά» εμφανίζεται κάθε 30 έτη. Αν η κρίση χτύπησε την υπάρχουσα γενιά Ελλήνων που βρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία, με ορισμένους εξ αυτών, ειδικά όσοι βρίσκονται σε ηλικία εργασίας, να έχουν μετοικήσει σε άλλη χώρα, τότε το χάσμα γενεών που προέκυψε μαζί με την οικονομική κρίση και τη μετανάστευση θα εξακολουθήσει να υπάρχει για τα επόμενα 30 έτη, μέχρι δηλαδή να ωριμάσει η γενιά παιδιών που γεννήθηκαν την περίοδο της κρίσης και να αρχίσει να κάνει παιδιά. Αν υπάρξει επιστροφή των μεταναστών ή αν αυξηθεί η γεννητικότητα, τότε θα αποδειχθούν υπερβολικά συντηρητικές οι σημερινές προβλέψεις.
Το βασικό συμπέρασμα είναι πως αν δεν υπάρξουν αλλαγές στη μετανάστευση και στη γεννητικότητα, σε σύγκριση με τις σημερινές προβλέψεις, είναι πιθανόν να απαιτηθεί μια ολόκληρη γενιά (δηλαδή 30 έτη) ώστε να αντισταθμίσει ο ελληνικός πληθυσμός την επίπτωση που είχε η κρίση στη δημογραφική εξέλιξη. Αν εξετάσει κανείς τα παραπάνω στοιχεία, τότε θα δει ότι γύρω στο 2050 θα πλησιάσει ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού τον ρυθμό της προηγούμενης πρόβλεψης, η οποία δεν περιελάμβανε την επίπτωση του οικονομικού σοκ την περίοδο 2010-2015.
Τα στατιστικά στοιχεία ενδέχεται να αναθεωρηθούν και οι υποθέσεις και προβλέψεις να επικαιροποιηθούν. Δεδομένης της σημασίας αυτών των στοιχείων, θα βοηθούσε αν η ΕΛΣΤΑΤ μπορούσε να αναθεωρεί τα στοιχεία σε ετήσια βάση. Η κυβέρνηση καλά θα έκανε να προσέξει αυτά τα στοιχεία και να ενημερώσει την κοινή γνώμη γι’ αυτά τα πολύ σημαντικά δεδομένα.
Σε αυτό το σημείωμα χρησιμοποιούμε τη βασική πρόβλεψη, δηλαδή την πρόβλεψη που φαντάζει ως η πιθανότερη με βάση τις υπάρχουσες πληροφορίες. Για να εκτιμηθεί κατά πόσον είναι βάσιμο το βασικό σενάριο και κατά πόσον η εξέλιξη θα μπορούσε να είναι καλύτερη ή χειρότερη, η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να αναπτύξει δικά της σενάρια, με ελαφρώς διαφορετικές υποθέσεις, ώστε να αποκτήσει διαφορετικές εκτιμήσεις.
Οι προβλέψεις είναι πάντοτε σε κάποιο βαθμό «γραμμικές». Πράγμα που σημαίνει πως δεν προβλέπουν μεγάλες μεταβολές στην αλλαγή της συμπεριφοράς του πληθυσμού. Αποτελούν «σχετική συνέχεια των σημερινών τάσεων». Ισως, όμως, καθώς θα πνέει ούριος άνεμος στα πανιά της ελληνικής οικονομίας, ορισμένοι που έφυγαν από την Ελλάδα να επιστρέψουν και να ενισχύσουν την ομάδα του πληθυσμού που βρίσκεται σε ηλικία εργασίας. Ζωτικής σημασίας για να συμβεί κάτι τέτοιο είναι να υπάρχουν αξιόπιστη κυβερνητική πολιτική και επικοινωνία, που θα ενισχύσουν την εμπιστοσύνη ότι αξίζει να επενδύσει και να εργαστεί κανείς στην Ελλάδα.
Σε αυτό το σημείωμα περιοριζόμαστε να αναλύσουμε τον πληθυσμό σε όσους βρίσκονται σε ηλικία εργασίας και σε όσους είναι εξαρτώμενα μέλη. Για την οικονομική ανάλυση δεν επαρκεί αυτό. Το επόμενο βήμα θα ήταν να κάνουμε με βάση τον πληθυσμό που βρίσκεται σε ηλικία εργασίας προβλέψεις για το εργατικό δυναμικό (εξαρτάται από το ποσοστό συμμετοχής), την απασχόληση (εξαρτάται από τις επενδύσεις και το εργασιακό κόστος) και την ανεργία. Ακόμη και αν δεν αυξάνεται ο πληθυσμός που βρίσκεται σε ηλικία εργασίας, μια οικονομία μπορεί να αναπτυχθεί μέσω της αύξησης του ποσοστού συμμετοχής στην αγορά εργασίας και μέσω του περιορισμού της ανεργίας (αύξηση της απασχόλησης). Υπάρχουν μεγάλα περιθώρια στην Ελλάδα ώστε να ενισχυθεί κάτι από αυτά, αλλά και πάλι πρέπει να τονιστεί πόσο σημαντικό ρόλο παίζει η αξιόπιστη κυβερνητική πολιτική. Στο επόμενο σημείωμα θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε τον πληθυσμό που βρίσκεται σε ηλικία εργασίας σε εργατικό δυναμικό, απασχόληση και ανεργία, ώστε να διαπιστώσουμε τις άλλο μπορούμε να μάθουμε.
* Ο κ. Μπομπ Τράα είναι ανεξάρτητος οικονομολόγος. Αυτό το άρθρο είναι το πρώτο μιας σειράς άρθρων για την ελληνική οικονομία, τα οποία θα δημοσιευθούν στην «Καθημερινή» της Κυριακής.
ΠΗΓΗ
==================

Τα εναπομείναντα σφάγια έχουν ριχτεί πλέον στα σκυλιά.

Γενοκτονία του ελληνικού έθνους. του Paul Craig Roberts
Η πολιτική συγκάλυψη της γενοκτονίας του ελληνικού έθνους από τους πολιτικούς και τα μέσα ενημέρωσης ξεκίνησε χθες (20 Αυγούστου). Με πολιτικές δηλώσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλους, που ανακοίνωσαν, ότι η ελληνική κρίση έχει τελειώσει. Αυτό που εννοείται είναι, ότι η Ελλάδα έχει τελειώσει, είναι νεκρή και αποτελειωμένη. Αξιοποιήθηκε ό,τι ήταν δυνατό να αξιοποιηθεί μέχρι το έσχατο όριο, και τα εναπομείναντα σφάγια έχουν ριχτεί πλέον στα σκυλιά.

350.000 Έλληνες, κυρίως νέοι και επαγγελματίες, έχουν φύγει από τη νεκρή Ελλάδα. Το ποσοστό γεννήσεων είναι πολύ χαμηλότερο από το ποσοστό που είναι απαραίτητο για τη διατήρηση του υπόλοιπου πληθυσμού. Η αυστηρότητα που επιβάλλεται στον ελληνικό λαό από την ΕΕ, το ΔΝΤ και την ελληνική κυβέρνηση έχει οδηγήσει στη συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας κατά 25%. Η μείωση αυτή είναι το ισοδύναμο της Μεγάλης Ύφεσης της Αμερικής, αλλά στην Ελλάδα τα αποτελέσματα ήταν χειρότερα. Ο Πρόεδρος Franklin D. Roosevelt μείωσε τον αντίκτυπο της μαζικής ανεργίας με το νόμο περί κοινωνικής ασφάλισης, άλλα στοιχεία ενός δικτύου κοινωνικής ασφάλισης, όπως η ασφάλιση των καταθέσεων και τα προγράμματα δημοσίων έργων, ενώ η ελληνική κυβέρνηση, μετά τις εντολές του ΔΝΤ και της ΕΕ, επιδείνωσε τις επιπτώσεις της μαζικής ανεργίας με τη συρρίκνωση του δικτύου κοινωνικής ασφάλισης.

Παραδοσιακά, όταν μια κυρίαρχη χώρα, είτε λόγω διαφθοράς, κακοδιαχείρισης, κακής τύχης ή απροσδόκητων γεγονότων, βρέθηκε στη θέση να αδυνατεί να εξοφλήσει τα χρέη της, οι πιστωτές της χώρας διέγραψαν τα χρέη σε επίπεδο που θα μπορούσε να εξυπηρετήσει η χώρα που ήταν χρεωμένη.

Με την Ελλάδα υπήρξε μια αλλαγή παιχνιδιού. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με επικεφαλής τον Jean-Claude Trichet, και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αποφάσισαν ότι η Ελλάδα έπρεπε να καταβάλει ολόκληρο το ποσό των τόκων και κεφαλαίου για τα κρατικά της ομόλογα που κατείχαν γερμανικές, ολλανδικές, γαλλικές και ιταλικές τράπεζες.

Πώς θα επιτυγχάνονταν αυτό;

Με δύο τρόπους, και οι δύο από τους οποίους επιδείνωσαν σημαντικά την κρίση, αφήνοντας την Ελλάδα σήμερα σε μια πολύ χειρότερη θέση, που βρισκόταν στην αρχή της κρίσης πριν από μια δεκαετία.

Στην αρχή της «κρίσης», η οποία θα μπορούσε εύκολα να επιλυθεί καταγράφοντας μέρος του χρέους, το ελληνικό χρέος ήταν 129% του ελληνικού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος. Σήμερα το ελληνικό χρέος είναι 180% του ΑΕΠ.

Γιατί;

Η Ελλάδα δανείστηκε περισσότερα χρήματα για να καταβάλει τόκο στους πιστωτές της Ελλάδας, ώστε να μην χρειαστεί να χάσουν ούτε ένα λεπτό. Ο επιπρόσθετος δανεισμός, που ονομάζεται «διάσωση» από τα οικονομικά μέσα ενημέρωσης, δεν ήταν διάσωση της Ελλάδας. Ήταν μια διάσωση των πιστωτών της Ελλάδας.

Το καθεστώς του Ομπάμα ενθάρρυνε αυτή τη διάσωση, επειδή οι αμερικανικές τράπεζες, αναμένοντας τη διάσωση, είχαν πωλήσει συμβάσεις αντιστάθμισης πιστωτικού κινδύνου για το ελληνικό χρέος. Χωρίς τη διάσωση, οι αμερικανικές τράπεζες θα είχαν χάσει το στοίχημά τους και θα πλήρωναν ασφάλιστρα προεπιλογής για τα Ελληνικά Ομόλογα.

Επιπλέον, η Ελλάδα έπρεπε να πουλήσει τα δημόσια περιουσιακά της στοιχεία σε αλλοδαπούς και να αποδεκατίσει το ελληνικό δίχτυ κοινωνικής ασφάλισης, μειώνοντας έτσι τις συντάξεις, για παράδειγμα, κάτω από τα εισοδήματα διατροφής και επίσης μειώνοντας ριζικά την ιατρική περίθαλψη, με πολλούς ανθρώπους να πεθαίνουν πριν να μπορέσουν να λάβουν θεραπεία.

Για να μην ξεχνούμε, η Κίνα αγόρασε τα ελληνικά λιμάνια. Η Γερμανία αγόρασε τα αεροδρόμια. Διάφορες γερμανικές και ευρωπαϊκές οντότητες αγόραζαν τις ελληνικές δημοτικές εταιρείες παροχής νερού. Οι κερδοσκόποι των ακινήτων αγόρασαν τα προστατευόμενα ελληνικά νησιά για την ανάπτυξη ακινήτων.

Αυτή η λεηλασία της ελληνικής δημόσιας περιουσίας δεν πήγε προς την κατεύθυνση της μείωσης του χρέους που οφείλει η ελληνική κυβέρνηση. Πήγε, μαζί με τα νέα δάνεια, στην καταβολή των τόκων.

Το χρέος, μεγαλύτερο από ποτέ, παραμένει. Η οικονομία είναι μικρότερη από ποτέ, όπως και ο ελληνικός πληθυσμός που σηκώνει το χρέος.

Η δήλωση ότι η ελληνική κρίση έχει τελειώσει, είναι απλώς μια δήλωση, ότι δεν έχει απομείνει τίποτα για υφαρπαγή από τον ελληνικό λαό που να ενδιαφέρει τις ξένες τράπεζες.
Η Ελλάδα βυθίζεται γρήγορα. Όλα τα εισοδήματα που συνδέονται με λιμάνια, αεροδρόμια, δημοτικές επιχειρήσεις και ολόκληρη η υπόλοιπη δημόσια ακίνητη περιουσία, που ιδιωτικοποιήθηκε με εξαναγκασμό, ανήκουν τώρα στους αλλοδαπούς που απομακρύνουν τα χρήματα από τη χώρα, μειώνοντας έτσι την ελληνική οικονομία.

Όχι μόνο καταληστεύθηκε το οικονομικό μέλλον των Ελλήνων από τους ξένους. Οι Έλληνες έχασαν επίσης την κυριαρχία τους. Η Ελλάδα δεν είναι ένα κυρίαρχο έθνος. Έχει κυριαρχηθεί από την ΕΕ και το ΔΝΤ. Στο βιβλίο μου του 2013, Η αποτυχία του Laissez Faire Capitalism, στο Μέρος ΙΙΙ, «Το Τέλος της Κυριαρχίας», περιέγραψα με σαφήνεια πώς έγινε αυτό.

Ο ελληνικός λαός προδόθηκε από την κυβέρνηση Τσίπρα. Είχαν την επιλογή να επαναστατήσουν και να χρησιμοποιήσουν τη βία για να ανατρέψουν την κυβέρνηση που τους παρέδωσε σε διεθνείς τραπεζίτες. Αντ’ αυτού, οι Έλληνες δέχτηκαν τη δική τους καταστροφή και δεν έκαναν τίποτα. Ουσιαστικά, ο ελληνικός πληθυσμός διέπραξε μαζική αυτοκτονία.

Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 δεν έχει τελειώσει. Έχει σαρωθεί κάτω από το χαλί της μαζικής δημιουργίας χρημάτων από τις ΗΠΑ, την ΕΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ιαπωνικές κεντρικές τράπεζες. Η δημιουργία χρήματος έχει ξεπεράσει σημαντικά την αύξηση του πραγματικού προϊόντος και έχει οδηγήσει τις αξίες των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων πέρα από αυτό που μπορεί να υποστηριχθεί από τις «επιτόπιες συνθήκες».

Η εξέλιξη της κρίσης παραμένει προς το παρόν. Θα μπορούσε να οδηγήσει στην καταστροφή του δυτικού πολιτισμού. Ο σκύλος θα φάει σκύλο; Μετά την Ελλάδα, θα είναι η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Γαλλία, το Βέλγιο, η Αυστραλία, ο Καναδάς, μέχρι να μην απομείνει κανένας;

Το σύνολο του Δυτικού Κόσμου ζει σε ψέματα που υποκινούνται από ισχυρές ομάδες οικονομικών συμφερόντων για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους. Δεν υπάρχουν ανεξάρτητα μέσα εκτός από το διαδίκτυο, και αυτά τα στοιχεία δαιμονοποιούνται και στερούνται πρόσβασης.
Οι λαοί που ζουν σε έναν κόσμο ελεγχόμενης πληροφορίας δεν έχουν ιδέα για το τι συμβαίνει σε αυτούς. Επομένως, δεν μπορούν να ενεργήσουν προς το συμφέρον τους.

από το «https://www.paulcraigroberts.org/» (μετάφραση Αι. Ιδέες)
Πηγή: http://www.hereticalideas.gr/

 ========================

Γερασμένη η xώρα μας και οι πολιτικοί μιλούν για το.. μέλλον.

Χρήστος Χαλαζιάς
Ένα από τα πιο σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα μας πέρα από τα οικονομικά – αναπτυξιακά και τα εθνικά και έχει αγνοηθεί από τις μνημονιακές κυβερνήσεις, είναι το δημογραφικό το οποίο είναι και το μεγαλύτερο.

Οι πολιτικοί μας συνηθίζουν να σχεδιάζουν την στρατηγική της χώρας βασιζόμενοι σε πελατειακές σχέσεις διάρκειας δύο ή στην καλύτερη περίπτωση πέντε χρόνων. Χωρίς να φροντίζουν να εξασφαλίσουν την μελλοντική της πορεία και ανάπτυξη.

Το μεγάλο και ζωτικής σημασίας πρόβλημα που είναι του δημογραφικό και το οποίο δίνει τη συνέχεια σε ένα έθνος δεν έχουμε ακούσει ή δει ποτέ κανένα σχόλιο. Αντιθέτως απουσιάζει από κάθε προϋπολογισμό και στα πολιτικά πρόγραμμα υπάρχει ως ευχολόγιο μόνο.

Η Ελλάδα κάθε χρόνο που περνά γίνεται η χώρα των γερόντων. Για πρώτη φορά μετά την απελευθέρωση από τον Οθωμανικό ζυγό του 1821 οι θάνατοι ξεπερνούν τις γεννήσεις. Τα νέα ζευγάρια δεν μπορούν να κάνουν παιδιά γιατί τα οικονομικά τους δεν το επιτρέπουν. Δεν έχουν την δυνατότητα να διασφαλίσουν το μέλλον τους λόγω των οικονομικών περικοπών και της εργασιακής ανασφάλειας.

Τι στιγμή που ο Ο.Η.Ε σε έκθεση του καταγράφει ότι: το 2050 ο πληθυσμός της Ελλάδας θα έχει μειωθεί κατά 800.000 έως 2.500.000 σε σχέση με το σήμερα. Το 2050 θα απειλείται να είναι μια χώρα μεσηλίκων κι γερόντων, καθώς η πλειοψηφία θα είναι πάνω των 65 ετών, δηλαδή ο ένας στους τρείς θα εργάζεται για την κάλυψη τις συντάξεις των ηλικιωμένων (30-33% από το 21% που είναι σήμερα ενώ το 1951 ήταν 7% Οι κάτω των 14 ετών θα είναι μόλις το 12 – 14% από το 15% που ήταν το 2016 και το 1951 28%). Το 2050 θα είμαστε κάτω από εννέα εκατομμύρια και το ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό σύστημα θα καταρρεύσει νομοτελειακά.

Σε συνδυασμό με τις κοινωνικό – οικονομικές επιπτώσεις αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα για μια χώρα. Η παραγωγικότητα της οικονομίας σε σχέση με την ευέλικτη απασχόληση και όχι με σταθερή εργασία η οποία διασφαλίζει τους εργαζόμενους και το μέλλον τους.

Τα τελευταία χρόνια η οικονομική πολιτική αντί να δίνει κίνητρα στα νέα ζευγάρια κόβει κάθε προνόμιο και κάθε επίδομα και το χειρότερο φορολογούν τα παιδιά ως τεκμήριο. Ακόμα πιο τραγικό είναι ότι σε μια χώρα που έχει μεγάλο δημογραφικό πρόβλημα αναπαραγωγής το κράτος φορολογεί τις πολυμελής οικογένειες περισσότερο από αυτές που δεν έχουν παιδιά. Ας δούμε την διαχρονικότητα των στοιχείων της γονιμότητας : την περίοδο 1960 – 1981 είχαμε 2 – 3 παιδιά ανά οικογένεια, το 1982 – 1988 – 1-5 παιδιά, το 1989 – 1999 1-2 παιδιά και το 2010 – 2017 1-2. Το 2016 ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 26.000. Η Eurostat σύμφωνα με τα στοιχεία της εκτιμά ότι ο παιδικός πληθυσμός θα είναι 923,8 χιλιάδες λιγότερος το 2060 και θα φτάσει τις 907,1 το 2080.

Σύμφωνα με όλες τις μελέτες διαπιστώνεται ότι στη χώρα μας δημιουργούνται οι κατάλληλες συνθήκες για δυο ταχύτητες εργαζομένων, λόγω δημογραφικού και μεταναστευτικού. Κάποιοι όμως μιλούσαν ότι το εργασιακό κενό που θα δημιουργηθεί θα καλυφτεί από τους μετανάστες, κάτι όμως που η οικονομική κρίση ανάγκασε και αυτούς να εγκαταλείψουν μαζικά την χώρα, αναζητώντας άλλες χώρες για μια καλύτερη ζωή. Με στοιχεία του ΕΚΚΕ το 16% των πτυχιούχων μετανάστευσαν και εργάζονται στο εξωτερικό., την ώρα που το ποσοστό του μη ενεργού οικονομικά πληθυσμού έχει φτάσει το 52% με αυξητικές τάσεις.

Ένα λοιπόν ναρκοθετείται το μέλλον της χώρας, κανείς δεν ασχολείται ουσιαστικά με το Δημογραφικό . Σήμερα που απαιτείται μια γενναιόδωρη οικονομική στήριξη των γεννήσεων συζητάμε για το διάστημα. Κάτι που θυμίζει την φράση του Πλάτωνα ότι: κοιτάμε το φεγγάρι και πέσαμε στο πηγάδι.

Πηγή: https://iskra.gr/

Σχόλια